Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 136 / 2015    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Δασική έκταση.




Περίληψη:
Παράνομη εκχέρσωση δασ. έκτασης. 71 παρ.3 ν. 998/1979.
1 .Απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων.
2. Απορριπτέος ως αβάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης, για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, από συνεκτίμηση εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε, διότι το έγγραφο αυτό που αναφέρεται στο αιτιολογικό και αναγνώσθηκε στο ακροατήριο και προκύπτει από την κατάθεση στο ακροατήριο του εξετασθέντος μάρτυρος υπεράσπισης Δημητρίου Κανάκη και από την αναγνωσθείσα με α/α 10 από 20-10-2005 τεχνική έκθεση εφαρμογής τίτλων ιδιοκτησίας του Αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού Νικολάου Ζαχαριά, στην οποία προσαρτάται η ανωτέρω με αρ. 2237/1986 έκθεση πλειστηριασμού , που σημειώνεται και αυτή αναγνωσθείσα ως συνοδεύον την έκθεση έγγραφο(βλ. και επ'αυτής από 12-3-2012 επισημείωση ανάγνωσης και μονογραφή της προέδρου του δικαστηρίου), και άρα έγγραφο, και αναγνωσθέν και έγγραφο σε κάθε περίπτωση γνωστό σε αυτήν και τον παρασταθέντα συνήγορο της, που μπορούσε να ασκήσει τα από το άρθρο 258 ΚΠΔ δικαιώματά του και έτσι δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα της υπεράσπισής της .




ΑΡΙΘΜΟΣ 136/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο-Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Ιανουαρίου 2015, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Α. - Χ. Φ. του Ν., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Μπακρώζη, περί αναιρέσεως της 16179/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28 Ιουλίου 2014 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 821/2014.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 71 παρ. 3 του Ν. 998/1979 "Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας", όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 46 παρ. 2 του Ν. 2145/1993, όποιος εκχερσώνει παράνομα δάσος ή δασική έκταση, όποιος καλλιεργεί έκταση που έχει εκχερσωθεί παράνομα ή παραβλάπτει καθ` οιονδήποτε τρόπο την κατά προορισμό χρήση δάσους ή δασικής εκτάσεως, καθώς και όποιος ενεργεί επί εκχερσωθείσης παράνομης εκτάσεως πράξεις διακατοχής τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με χρηματική ποινή από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) μέχρι πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υποστάσεως του πιο πάνω εγκλήματος, που είναι υπαλλακτικώς μικτό, αφού προσδιορίζονται περισσότεροι τρόποι πραγματοποιήσεως του, απαιτείται η ύπαρξη δάσους ή δασικής εκτάσεως, όπως οι έννοιες τους προσδιορίζονται στο άρθρο 3 του ως άνω Ν. 998/1979 όπως οι παρ.1,2,3,4 και 5 αντικ. με την παρ.1 άρθρ.1 Ν.3208/2003 και ενέργεια του υπαιτίου επί της εκτάσεως από τις ως άνω αναφερόμενες, μεταξύ των οποίων και η παράνομη εκχέρσωση της δασικής εκτάσεως. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2, 3 Ν. 998/1979 ως δασική έκταση χαρακτηρίζεται κάθε έκταση επιφανείας του εδάφους η οποία καλύπτεται από αραιά ή πενιχρά, υψηλή ή θαμνώδη ξυλώδη βλάστηση οιασδήποτε διάπλασης, που μπορεί να προσφέρει προϊόντα εξαγόμενα από τα πιο πάνω φυτά ή να συμβάλλει στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει τη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Στα δάση ή τις δασικές εκτάσεις περιλαμβάνονται και οι, εντός αυτών, οιασδήποτε φύσεως ασκεπείς εκτάσεις χορτολιβαδικές ή μη βραχώδεις εξάρσεις και γενικώς, ακάλυπτοι χώροι, καθώς και οι, υπεράνω δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπείς κορυφές, ή αλπικές ζώνες των ορέων. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις δεν μεταβάλλουν τον, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, χαρακτήρα τους και όταν ακόμη εντός αυτών υφίστανται μεμονωμένα ή εγκατασπαρμένα καρποφόρα δένδρα ή συστάδες τέτοιων δένδρων. Στοιχείο της έννοιας του δάσους και της δασικής εκτάσεως δεν αποτελεί το ότι μπορεί να προσφέρει προϊόντα εξαγόμενα από τα αναφερόμενα ανωτέρω φυτά ή ότι αποτελεί ιδιαίτερη δασοβιοκοινότητα και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον ή ότι μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετηθεί τη διαβίωση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό περιβάλλον. Οι ανάγκες αυτές, που είναι αυτονόητες υπό τις σημερινές συνθήκες διαβιώσεως του ανθρώπου, αποτέλεσαν το νομοθετικό λόγο προστασίας του δάσους και της δασικής εκτάσεως και είναι, ακριβώς, το αποτέλεσμα της προστασίας αυτής, μιας ισορροπίας που εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια διατηρήσεως του φυσικού περιβάλλοντος, όπως είναι οι λίμνες και τα ποτάμια, οι παράκτιες περιοχές και η θάλασσα γενικότερα και η αποφυγή της ρυπάνσεως του ατμοσφαιρικού αέρα. Κατ' ακολουθίαν, τα στοιχεία αυτά δεν είναι από εκείνα που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Το δικαστήριο συνεπώς που επιλαμβάνεται της κατηγορίας για παράνομη εκχέρσωση δάσους ή δασικής εκτάσεως, οφείλει να ερευνήσει τη συνδρομή των ως άνω όρων, αφού εάν ελλείπει έστω και ένας αποκλείεται η στοιχειοθέτηση του πιο πάνω εγκλήματος γιατί στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως του ανωτέρω εγκλήματος είναι η παράνομη εκχέρσωση δάσους ή δασικής εκτάσεως, όπως οι έννοιές του προσδιορίζονται στις παρ.1 και 2 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου η καλλιέργεια της έκτασης που εκχερσώθηκε παράνομα, η πρόκληση βλάβης καθ' οιονδήποτε τρόπο της κατά προορισμό χρήσης του δάσους ή της δασικής εκτάσεως και η ενέργεια σε εκχερσωθείσα έκταση πράξεων διακατοχής.
Περαιτέρω η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτού΅ενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγ΅ατος και 139 του ΚΠΔ ειδική και ε΅περιστατω΅ένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν εκτίθενται σε αυτή ΅ε σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγ΅ατικά περιστατικά που προέκυψαν και συγκροτούν την αντικει΅ενική και υποκει΅ενική υπόσταση του εγκλή΅ατος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορού΅ενος, και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θε΅ελιώνουν και οι νο΅ικοί συλλογισ΅οί ΅ε βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρ΅όστηκε. Εξάλλου, περίπτωση εσφαλ΅ένης ερ΅ηνείας ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ υπάρχει, όταν το δικαστήριο της ουσίας, αποδίδει σε τέτοια διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει πράγ΅ατι αυτή, εσφαλ΅ένη δε εφαρ΅ογή τέτοιας διάταξης που ιδρύει τον κατά το ίδιο άρθρο λόγο αναίρεσης, συντρέχει όταν το δικαστήριο ή δεν υπάγει σωστά τα πραγ΅ατικά περιστατικά, που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρ΅όστηκε καθώς και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισ΅α της απόφασης (αναγό΅ενο στα στοιχεία και την ταυτότητα του οικείου εγκλή΅ατος), που περιλα΅βάνεται στο συνδυασ΅ό του διατακτικού ΅ε το σκεπτικό, έχουν ε΅φιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, ΅ε αποτέλεσ΅α να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον ’ρειο Πάγο, για την ορθή ή ΅η εφαρ΅ογή του νό΅ου, οπότε η απόφαση στερείται νό΅ι΅ης βάσεως Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη με αριθ. 16179/2012 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε μετ αναίρεση και δίκασε σε δεύτερο βαθμό, καταδικάσθηκε η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη, για παράβαση του άρθρου 71 παρ.3 του ν. 998/1979, σε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους, ανασταλείσα για τρία έτη. Στην αιτιολογία της αποφάσεως αυτής, εκτίθεται ότι, από τα αναφερόμενα σε αυτή κατ'είδος αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν τα εξής: "Προέκυψε και το Δικαστήριο πείστηκε, ότι η κατηγορουμένη έχει τελέσει την πράξη που της αποδίδει το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθεί ένοχη διότι στην θέση "Κόκκινο Λιμανάκι" της περιφέρειας Ραφήνας Αττικής στις 13-3-2004 εντός δημόσιας δασικής έκτασης προέβη στην εκχέρσωση εμβαδού 3,536 στρεμμάτων καταστρέφοντας την δασική βλάστηση από σχοίνα, πουρνάρια και πεύκα με σκαπτικό μηχάνημα παραβλάπτοντας την κατά προορισμό της χρήση, με σκοπό την οικοπεδοποίηση της. Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι η επίδικη έκταση περιλαμβάνεται στην ιδιοκτησία της κατ/νης, όπως αυτή αβασίμως ισχυρίζεται εφόσον η κατ/νη απέκτησε δυνάμει της υπ' αριθμ. 2237/1986 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού, δύο αγροτεμάχια στην ανωτέρω θέση, έκτασης 5 στρεμμάτων και 9 στρεμμάτων περίπου, τα οποία βρίσκονται βορειότερα αυτής, δεν συνορεύουν μ' αυτήν, όπως προκύπτει ιδίως από τα περιγραφόμενα στον τίτλο ιδιοκτησίας της κατ/νης όρια τούτων και αποτυπώνονται στο από Μαΐου 2004 τοπογραφικό διάγραμμα του Ν. Ζ., αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού, με τους αριθμούς 2 και 7, που αντιστοιχούν στο πρώτο ανωτέρω αγροτεμάχιο των 5 στρεμμάτων περίπου, που τέμνεται από την ιδιωτική οδό Ειρήνης και με τα στοιχεία 4 και 5, που αντιστοιχούν στο έτερο ανωτέρω αγροτεμάχιο, που ομοίως τέμνεται από τον εν λόγω ιδιωτικό δρόμο και βρίσκεται βορειότερα του πρώτου παρεμβαλλομένων άλλων ιδιοκτησιών. Εξάλλου, αλυσιτελώς επιχειρεί η κατ/νη να προκαλέσει σύγχυση υπολαμβάνοντας ότι ταυτίζεται το με αριθμό 2 τμήμα της ιδιοκτησίας της με το επίδικο τμήμα της δημόσιας δασικής έκτασης, που παρανόμως εκχέρσωσε, δεδομένου ότι τούτο συνορεύει, σύμφωνα με την από 26-4-04 έκθεση αυτοψίας, ανατολικά με δρόμο και όχι δυτικά, όπως το ανωτέρω μέρος του αγροτεμαχίου της. Περαιτέρω, δεν ταυτίζεται ούτε με το με αριθμ. 5 δεδομένου ότι αυτό είναι έκτασης 4.809,81 τ.μ. και συνορεύει νότια με ιδιοκτησία Μ. Κ. και όχι με δημόσια δασική έκταση, όπως το επίδικο. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ούτε από την επισκόπηση των αεροφωτογραφιών των ετών 1937 και 1945". Με τις παραδοχές αυτές το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη με αρ. 16179/2012 απόφασή του, την από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων της ανωτέρω αξιόποινης πράξεως της παράνομης εκχέρσωσης δασικής έκτασης, για την οποία κήρυξε ένοχο την αναιρεσείουσα, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή των εν λόγω πραγματικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 α, 27 του ΠΚ και 71 παρ.1,3 του ν. 998/1979, όπως αντικ. με το άρ. 46 του ν. 2145/1993, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή με ασαφείς ή ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και η απόφαση δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα και αναφορικά με τις επί μέρους αιτιάσεις της αναιρεσείουσας, στην προσβαλλόμενη απόφαση: α) παρατίθενται όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν την ποινική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, προσδιορίζεται το είδος της εκχερσωθείσας δασικής έκτασης εμβαδού 3.536 τ.μ. και το είδος των φυτών που με σκαπτικό μηχάνημα κατέστρεψε, όπως σχοίνα, πουρνάρια και πεύκα και αναφέρεται ότι η εκχερσωθείσα έκταση αποτελεί τμήμα δασικής έκτασης και σκοπός της κατηγορουμένης ήταν η οικοπεδοποίηση της δασικής αυτής έκτασης και η συνένωσή της με άλλη γειτονική έκταση που κατέχει, β) το άνω αιτιολογικό ενοχής της αναιρεσείουσας είναι πλήρες και επαρκές και δεν είναι τυπικό, δεν αποτελεί επανάληψη, ούτε παραπέμπει στο διατακτικό και δεν περιέχει αντιφάσεις σε σχέση με τις παραδοχές του διατακτικού και γ) δεν απαιτείται να αναφέρονται στην απόφαση οι προϋποθέσεις που στοιχειοθετούν την έννοια της δασικής εκτάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 998/79, διότι το δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση ευκρινώς δέχθηκε ότι η προδιαληφθείσα έκταση αποτελεί δασική έκταση και δεν ήταν αναγκαία η ειδική μνεία στην απόφαση ότι η έκταση αυτή μπορούσε να συμβάλει στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει τη διαβίωση των ανθρώπων εντός του φυσικού περιβάλλοντος, γιατί οι λειτουργίες αυτές, που προβλέπονται από το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 998/1979 δεν συνιστούν στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του ως άνω εγκλήματος. Επομένως οι σχετικοί από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' (κατ'εκτίμηση) και Ε' του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως, της ένδικης αιτήσεως, για έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για την ενοχή και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου από έλλειψη νόμιμης βάσης, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 358, 364 παρ. 2 και 369 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώστηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ' του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό μέσο. Τα ανωτέρω, ό΅ως, δεν ισχύουν για τα έγγραφα που αποτελούν τη βάση, το υλικό αντικεί΅ενο του εγκλή΅ατος για το οποίο έλαβε χώρα η καταδίκη του κατηγορου΅ένου και στοιχείο του σε βάρος του κατηγορητηρίου ή είναι έγγραφα διαδικαστικά ή αναφέρονται απλώς διηγη΅ατικά στην απόφαση ή όταν το περιεχό΅ενό τους προκύπτει από άλλα αποδεικτικά ΅έσα, λ.χ. από κατάθεση μάρτυρος ή από άλλα αναγνωσθέντα έγγραφα, διότι, στην περίπτωση αυτή, γνωρίζει ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του την κατηγορία, προκει΅ένου να αντιτάξει την υπεράσπισή του κατ' αυτής και κατ' ακολουθία μέσω των αναγνωσθέντων εγγράφων γνωρίζει και το περιεχό΅ενο των μη αναγνωσθέντων εγγράφων αυτών και ΅πορούσε αν το ήθελε να ασκήσει τα κατ' άρθρο 358 ΚΠΔ υπερασπιστικά δικαιώ΅ατά του.
Στην προκείμενη περίπτωση από τα ενσωματωμένα στην προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου προκύπτει ότι στο προπαρατεθέν αιτιολογικό της προσβαλλόμενης με αρ. 16179/2012 αποφάσεως αναφέρεται και η με αρ. 2237/1986 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού, με περιεχόμενο σε αυτή τρόπο απόκτησης από την αναιρεσείουσα δύο άλλων αγροτεμαχίων στην ιδία περιοχή Ραφήνας, γειτονικών της εκχερσωθείσας από αυτήν δασικής εκτάσεως, έγγραφο που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των αναγνωσθέντων στο ακροατήριο εγγράφων, πλην όμως το έγγραφο αυτό δεν στηρίζει την κρίση του δικαστηρίου για την ενοχή της κατηγορουμένης και δη για την παράνομη υπ'αυτής εκχέρσωση δασικής βλάστησης άλλης δασικής έκτασης, εκτός της αποκτηθείσας με την άνω με αρ. 2237/1986 έκθεση πλειστηριασμού εκτάσεως. Επίσης το περιεχόμενο της ως παραπάνω μη αναγνωσθείσης με αρ. 2237/1986 εκθέσεως πλειστηριασμού που αποτελεί μάλιστα κατά τις παραδοχές τον τίτλο ιδικής της ιδιοκτησίας όμορης έκτασης, προκύπτει από την κατάθεση στο ακροατήριο του εξετασθέντος μάρτυρος υπεράσπισης Δ. Κ. και από την αναγνωσθείσα με α/α 10 (σελ. 5 προσβαλλόμενης) από 20-10-2005 τεχνική έκθεση εφαρμογής τίτλων ιδιοκτησίας και φωτοερμηνείας του Αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού Ν. Ζ., στην οποία προσαρτάται η ανωτέρω με αρ. 2237/1986 έκθεση πλειστηριασμού, που σημειώνεται και αυτή αναγνωσθείσα ως συνοδεύον την έκθεση έγγραφο (βλ. και επ'αυτής από 12-3-2012 επισημείωση ανάγνωσης και μονογραφή της προέδρου του δικαστηρίου), τεχνική έκθεση που εκτενώς προβαίνει σε εφαρμογή του τίτλου αυτού ιδιοκτησίας της κατηγορουμένης, και άρα έγγραφο, και αναγνωσθέν και έγγραφο σε κάθε περίπτωση γνωστό σε αυτήν και τον παρασταθέντα συνήγορό της, που μπορούσε να ασκήσει τα από το άρθρο 258 ΚΠΔ δικαιώματά του να εκθέσει τις απόψεις του και να προβεί σε δηλώσεις και παρατηρήσεις επί του περιεχομένου του τίτλου αυτού ιδιοκτησίας της ίδιας της αναιρεσείουσας και έτσι δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα της υπεράσπισης της αναιρεσείουσας κατηγορουμένης, ούτε δημιουργήθηκε ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης. Επομένως, και ο δεύτερος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η προαναφερόμενη πλημμέλεια για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Κατ'ακολουθίαν, ελλείψει άλλου λόγου αναίρεσης για έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αρ. εκθ. 40/ 28 Ιουλίου 2014 αίτηση της Α.- Χ. Φ. του Ν. για αναίρεση της με αρ. 16179/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 11 Φεβρουαρίου 2015.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή