Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 173 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Ψευδής καταμήνυση, Δυσφήμηση συκοφαντική, Ψευδορκία μάρτυρα.




Περίληψη:
Ψευδής Καταμήνυση. Ψευδορκία. Συκοφαντική Δυσφήμηση. Απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α΄, Δ΄, Ε΄ και Ηγ΄ του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως.




ΑΡΙΘΜΟΣ 173/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Νοεμβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Εμμανουήλ Παπαδάκη, περί αναιρέσεως της 598-598Α/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Πολυχρονόπουλο. Το Τριμελές Εφετείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 382/2008.

Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των ως άνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη διάταξη του άρθρου 229 παρ 1 του ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ψευδούς καταμηνύσεως απαιτείται η πράξη που αποδίδεται σε ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα πρόσωπα να είναι αξιόποινη ή πειθαρχικώς κολάσιμη και ψευδής και ο υπαίτιος να γνώριζε την αναλήθειά της και να έγινε από αυτόν με σκοπό να κινηθεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη εναντίον εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία του ψευδομηνυτή, ενώ για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος του άρθρου 224 παρ. 2 ΠΚ, της ψευδορκίας, απαιτείται αφενός ο μάρτυρας να καταθέσει ενόρκως ενώπιον αρμοδίας αρχής ψευδή γεγονότα, αφετέρου να γνωρίζει την αναλήθεια των γεγονότων αυτών. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 362 και 369 ΠΚ προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως απαιτείται, αντικειμενικώς μεν ισχυρισμός ή διάδοση από το δράστη για άλλον, ενώπιον τρίτου, ψευδούς γεγονότος το οποίο μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει, αφενός μεν τη γνώση του δράστη με την έννοια της βεβαιότητας ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου και αφετέρου, τη θέληση αυτού να ισχυρισθεί ή διαδώσει ενώπιον τρίτου το γεγονός αυτό. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που τα θεμελίωσαν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κ.λ.π.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα επισκοπούμενα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι το άνω δευτεροβάθμιο Δικαστήριο της ουσίας, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ'είδος αναφερομένων στην ίδια απόφασή του αποδεικτικών μέσων, (αναγνωσθέντων στο ακροατήριο εγγράφων και πρακτικών της πρωτόδικης αποφάσεως, καταθέσεων στο ακροατήριο, ανωμοτί του πολιτικώς ενάγοντος και ενόρκως των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, απολογίας της αναιρεσείουσας κατηγορουμένης), στο αιτιολογικό του δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η κατηγορούμενη με συνεχείς καταγγελίες της κατά το χρονικό διάστημα απτό 3-5-2001 έως 23-4-2002 προς το Πολεοδομικό Γραφείο την ΕΠΑΕ Ν. Αχαΐας και τελικά ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αιγίου καταμήνυσε ότι ο μηνυτής Ψέχοντας την εύνοια των υπαλλήλων της Πολεοδομίας Αιγίου Α, Διευθυντή αυτής και Β και Γ έλαβε την υπ' αριθμ ..... οικοδομική άδεια και κατασκευάζει ξενοδοχείο στην περιοχή ..... κατά παράβαση της κείμενης Πολεοδομικής νομοθεσίας. Συγκεκριμένα κατήγγειλε ότι στο μηνυτή εγκρίθηκε το σχέδιο του ξενοδοχείου με δίρρηχτη σκεπή και εξώστες ημιυπαίθριους από μπετόν παραβιάζοντας έτσι τους περιοριστικούς όρους δόμησης που ισχύουν από 1-8-1996. Το θεωρούμενο στην άδεια ως υπόγειο είναι στην πραγματικότητα ισόγειο ύψους 4 μέτρων. Ελαβαν παρανόμως ως αφετηρία του ύψους της οικοδομής ένα σημείο μικρού πλαϊνού δρόμου, μέτρηση που έχει καταργηθεί από τον προηγούμενο ΓΟΚ 1985. Το οικόπεδο ήταν και είναι επίπεδο, οπότε το ύψος του κτιρίου μετράται από τα άκρα του οικοπέδου (μέσος όρος ± 1,5 μέτρο) και το ύψος του κτιρίου μετρούμενο από τις 4 άκρες του οικοπέδου υπερβαίνει τα 15 μέτρα. Αλλά και η χρήση του υπογείου δεν είναι βοηθητική, έχει μετατραπεί σε χώρο κύριας χρήσης. Εγκρίθηκε σκεπή 3,5 μέτρων ενώ το νόμιμο είναι 1,50 μέτρα και η σκεπή όταν υπερβαίνει τα 2,40 μέτρα θεωρείται όροφος και βάση αυτών το κτίριο αντί για τριώροφο είναι πενταόροφο. Παρανόμως από την ΕΠΑΕ εγκρίθηκε ο όγκος του ξενοδοχείου, ενώ είναι υποχρεωτική η διχοτόμηση τουλάχιστον του όγκου των ξενοδοχείων σε κοινότητες ή μικρούς δήμους. Παρανόμως εμφανίζουν στην οικοδομική άδεια ότι η ΕΠΑΕ Αιγίου ενέκρινε το σχέδιο με τους πέντε ορόφους. Παρά τις καταγγελίες της οι ως άνω μηχανικοί του Πολεοδομικού Γραφείου Αιγιαλείας επισκέφθηκαν και έκαναν αυτοψία στο ξενοδοχείο Ψ τουλάχιστον 5 φορές χωρίς να βεβαιώσουν καμία από τις ως άνω πολεοδομικές αυθαιρεσίες και έτσι του επέτρεπαν τη συνέχιση των οικοδομικών εργασιών, εκτός από τη βεβαίωση της κατασκευής κάποιας παράνομης πόρτας. Των ανωτέρω καταγγελιών εις βάρος του και ειδικότερα των αναφερομένων στην από 23-4-2002 μήνυση της κατηγορουμένης προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αιγίου, ο εγκαλών Ψ έλαβε γνώση δύο μήνες πριν υποβάλλει τη σχετική από 14-1-2003 έγκληση του και επομένως η ένσταση του περί εκπροθέσμου ασκήσεως της εγκλήσεως και συνακολούθως περί αποβολής της πολιτικής αγωγής σε σχέση με την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης πρέπει ν' απορριφθεί (Απόφ. 598 Ν 2007). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι τα ως άνω που κατήγγειλε η κατηγορούμενη ήταν ψευδή, ενώ η αλήθεια την οποία γνώριζε ήταν η εξής: Το σχέδιο του ξενοδοχείου που δεν είναι από μπετόν, αλλά από πέτρα, όπως και πράγματι κατασκευάσθηκε η οικοδομή δεν παραβιάζει κανένα όρο δομήσεως, διότι οι όψεις του κτιρίου όπου περιλαμβάνονται οι δίρριχτες σκεπή, οι εξώστες, οι ημιυπαίθριοι χώροι κλπ. έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί από το αρμόδιο όργανο που είναι η ΕΠΑΕ (Επιτροπή Αρχιτεκτονικού Ελέγχου) στην οποία υποβλήθηκε η σχετική μελέτη και εγκρίθηκε με το υπ' αριθμ..... πρακτικό συνεδρίασης της και στη συνέχεια κατά την πορεία εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών η εφαρμοζόμενη μελέτη και σχέδια της οικοδομής εγκρίθηκαν από Αρχιτεκτονικής Απόψεως με την αριθμ. ..... πράξη της ίδιας Επιτροπής Αρχιτεκτονικού Ελέγχου. Περαιτέρω ως προς την υποχρεωτική διάσπαση του όγκου που επικαλείται η κατηγορουμένη, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 7 του ΠΑ 2-3-1981 ΦΕΚ 138/Δ/13-3-1981 που παραμένει ως έχει και ισχύει για οικισμούς (αριθμ. πρωτ. ..... έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ) είναι δυνατή η παρέκκλιση ως προς τη διασπορά των κτισμάτων στο γήπεδο και του αριθμού των ορόφων που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τους τρεις κατά την κρίση, της οικείας Επιτροπής Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου. Οπότε στην προκειμένη περίπτωση ορθώς η Αρχιτεκτονική Επιτροπή ενέκρινε τη μη διάσπαση του όγκου της ξενοδοχειακής μονάδας και την κατασκευή ενιαίου κτιρίου. Περαιτέρω ως προς το χρόνο που ορίζει το νομοθετικό καθεστώς που πρέπει να εφαρμοσθεί για τους ισχύοντες όρους δόμησης για την έκδοση οικοδομικής άδειας κρίσιμος είναι ο χρόνος της υποβολής της αιτήσεως. Στην προκειμένη περίπτωση ο μηνυτής υπέβαλε αίτηση για την έκδοση οικοδομικής άδειας πριν την 1-8-1996, όταν με απόφαση του Προέδρου της Ν.Ε. Αχαΐας ορίσθηκαν ειδικοί όροι δόμησης και προβλέφθηκε η κατασκευή τετράρριχτης στέγης. Επίσης είχαν εγκριθεί τα σχέδια της μελέτης με προέλεγχο από την Αρχιτεκτονική Επιτροπή με το προαναφερόμενο αριθμ. ..... πρακτικό της δηλαδή και πάλι πριν την 1-8-1996. Επομένως εφαρμόζεται το προηγούμενο πολεοδομικό καθεστώς και δεν είναι υποχρεωτική η κατασκευή τετράρριχτης στέγης. Περαιτέρω όσον αφορά το συνολικό ύψος της οικοδομής προέκυψε ότι το οικόπεδο επί του οποίου τοποθετήθηκε αυτή, δεδομένου ότι ο οικισμός ..... είναι ορεινός, ήταν επικλινές. Επειδή όμως δεν ήταν δυνατή η θεμελίωση της οικοδομής σε κεκλιμένο έδαφος αναγκαστικά έγιναν χωματουργικές εργασίες κατά τις οποίες οριζοντιοποιήθηκε κατά το δυνατόν η επιφάνεια του οικοπέδου εκτός από κάποιες μεγάλες εξάρσεις βράχων που παρέμειναν, δίπλα από τις οποίες τοποθετήθηκε η οικοδομή. Η θεμελίωση δε της οικοδομής έγινε στο στέρεο έδαφος που ανευρέθηκε. Πρώτο δε κατασκευάσθηκε το υπόγειο της οικοδομής αρκετά κάτω από το φυτικό επίπεδο του εδάφους, μετά την τελική διαμορφώστε του οποίου το ύψος του δεν υπερβαίνει πλέον του 1,50 μέτρου τη στάθμη του εδάφους το οποίο υπόγειο κατά τα εγκεκριμένα σχέδια έχει ύψος 3,15 μέτρα. Από τις προσκομιζόμενες δε φωτογραφίες είναι σαφής η χρήση του υπογείου ως βοηθητικού χώρου (αποθήκη και γκαράζ) αφού στην πρόσοψη δεν φέρει ανοίγματα και είναι κατασκευασμένο από συμπαγές μπετόν, εκτός μιας μεγάλης πόρτας για την είσοδο των αυτοκινήτων. Κατόπιν αυτού ο μηχανικός Γ υπάλληλος της Πολεοδομίας Αιγίου ορθώς όταν ενέργησε αυτοψία της οικοδομής σης 11-1-2001 δεν διαπίστωσε άλλη παράβαση, εκτός μια μικρή υπέρβαση όσον αφορά το υπόγειο, γιατί έξω από το περιτύπωμα της οικοδομής καθ' υπέρβαση της υπ' αριθμ. ..... οικοδομικής άδειας είχε κατασκευασθεί ένα προστέγασμα που λειτουργούσε ως διάδρομος για την είσοδο των αυτοκινήτων στο κάτω του εδάφους υπόγειο της οικοδομής. Η παράβαση αυτή βεβαιώθηκε από την πολεοδομία, επιβλήθηκε το πρόστιμο αυθαιρέτου κατασκευής, οπότε ο μηνυτής υποχρεώθηκε σε αναθεώρηση της άδειας και νομιμοποίηση της αυθαιρεσίας και έλαβε συνέχιση των οικοδομικών εργασιών (βλ. αριθμ. ..... έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Αιγίου). Η μόνη υπέρβαση που υπήρχε πλέον στην οικοδομή αφορούσε το ύψος αυτής που ήταν 12,25 μέτρα αντί του επιτρεπόμενου 11,50 μέτρα. Δεδομένου όμως ότι το ύψος αυτό αναφερόταν και στη μελέτη και στα σχέδια της οικοδομής που εγκρίθηκαν από αρχιτεκτονικής απόψεως από την Επιτροπή Ενασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου με την υπ' αριθμ. ..... πράξη της οι μηχανικοί - υπάλληλοι του Πολεοδομικού Γραφείου Αιγιαλείας για τους οποίους σημειωτέον οι αποφάσεις της ως άνω Επιτροπής είναι υποχρεωτικές κατ'αρθρ. 3§4 του Π.Δ. 578/4-9-1975, κατά τις αυτοψίες που πραγματοποιούσαν εφάρμοζαν την ως άνω εγκεκριμένη μελέτη και σχέδια της οικοδομής, όπου ρητά το ύψος της αναφερόταν 12,25 όσο και στην πραγματικότητα ήταν αυτό κατά τις επιμετρήσεις που πραγματοποιούσαν και ευλόγως θεωρούσαν αυτό νόμιμο. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει πρόθεση των ως άνω μηχανικών να παραβούν το υπηρεσιακό καθήκον τους προκειμένου να ωφελήσουν παράνομα το μηνυτή, ώστε να του επιτρέψουν να κατασκευάσει οικοδομή μεγαλύτερη της επιτρεπόμενης. Ούτε βέβαια η οικοδομή έχει πέντε ορόφους, όπως υποστηρίζει στις καταγγελίες της η κατηγορούμενη, αφού και από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες η οικοδομή εμφανίζεται να διαθέτει τρεις ορόφους και τη στέγη της. Οπότε και η υπεύθυνη δήλωση που υπέβαλε ο μηνυτής, στη πολεοδομία ότι η οικοδομή έχει καλώς προκειμένου να ηλεκτροδοτηθεί αυτή δεν είναι ψευδής. Με τα ως άνω ψευδή που καταμήνυσε επανειλημμένα η κατηγορούμενη εν γνώσει της αναληθείας τους αφού βρισκόταν σε συνεχή συνεννόηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες που την ενημέρωναν για το σύννομο της κατασκευαζόμενης οικοδομής απέβλεπε στο να επιδιώξει την καταδίωξη του μηνυτή Ψ και την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του για την πράξη της ηθικής αυτουργίας για παράβαση καθήκοντος. Πλην όμως για τις καταμηνυθείσες αυτές πράξεις για τις οποίες ασκήθηκε κατά του μηνυτή ποινική δίωξη για ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος, όπως και κατά των ως άνω υπαλλήλων - μηχανικών της Πολεοδομίας Αιγίου Β, Α και Γ, για παράβαση καθήκοντος, αυτοί αθωώθηκαν με την 1907 και 1907α/2003 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Αιγίου. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, η κατηγορούμενη πρέπει να κηρυχθεί ένοχη για ψευδή καταμήνυση κατ' εξακολούθηση και για ψευδορκία μάρτυρα, πράξη που διέπραξε με το να βεβαιώσει ενόρκως ως αληθές εν γνώσει της αναληθείας των αναφερομένων γεγονότων το ως άνω περιεχόμενο της μηνύσεως της κατά την υποβολή αυτής ενώπιον του Εισαγγελέα και των αρμοδίων υπαλλήλων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αιγίου. Εξάλλου, κατά την ίδια ημερομηνία υποβολής της μηνύσεως (23-4-2002) ενώπιον των προαναφερόμενων προσώπων ισχυρίσθηκε και διάδωσε εν γνώσει της αναληθείας τους τα ως άνω ψευδή γεγονότα που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και υπόληψη του εγκαλούντος και πρέπει να κηρυχθεί ένοχη και της πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης, για την οποία επίσης κατηγορείται, όπως στο διατακτικό. Ακολούθως το ίδιο Δικαστήριο κήρυξε ένοχη την κατηγορουμένη για ψευδή καταμήνυση, ψευδορκία μάρτυρος και συκοφαντική δυσφήμηση του πολιτικώς ενάγοντος και επέβαλε σε αυτή συνολική ποινή φυλακίσεως εννέα (9) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των ανωτέρω εγκλημάτων, για τα οποία κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα, τα αποδεικτικά μέσα, επί των οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτού κρίσεώς του και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των εν λόγω πραγματικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 α, 27, 94,98, 224 παρ. 1,2, 229 παρ 1 και 363 σε συνδ. με το άρθρο 362 ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή με ασαφείς ή ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και δε στερείται νόμιμης βάσεως. Ειδικότερα παρατίθεται στην απόφαση τα γεγονότα, τα οποία είναι ψευδή και συκοφαντικά και ποία είναι τα αληθή, αιτιολογεί δε το Δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα τον άμεσο δόλο της κατηγορουμένης, με την έκθεση στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία προκύπτει η γνώση, με την έννοια της βεβαιότητας της κατηγορουμένης για την αναλήθεια των άνω γεγονότων, τα οποία είναι γεγονότα και όχι αξιολογικές κρίσεις και τα διέδωσε ενώπιον τρίτων και ενόρκως βεβαίωσε και για τα οποία ψευδώς καταμήνυσε τον εγκαλούντα. Περαιτέρω, απορριπτέες είναι οι αιτιάσεις της αναιρεσείουσας για ασάφειες, αντιφάσεις, ελλείψεις και λογικά κενά στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ιδία, όσον αφορά τις στο διατακτικό πράξεις υπό στοιχεία Α α1, α2, β1, β2, β3, γ4, δ2, δ3, Β ε1, ε3, σχετικά με τα καταγγελθέντα από την αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητήματα της άδειας και τους όρους δομήσεως του ξενοδοχείου του εγκαλούντος, για το ύψος, τη σοφίτα, το δώμα, τη σκεπή και το υψόμετρο της οικοδομής, διότι στο σκεπτικό, αναφέρονται πλήρως και με σαφήνεια ποία συγκεκριμένα γεγονότα είναι ψευδή και ποία τα αληθή, ενώ η εκ μέρους της αναιρεσείουσας αμφισβήτηση της ουσίας των άνω παραδοχών, συνιστά ανεπίτρεπτη προσβολή της περί τα πράγματα ανέλεγκτης κρίσεως του Δικαστηρίου της ουσίας. Επίσης, αναφέρεται μεν στο αιτιολογικό ότι λαμβάνει υπόψη του το Δικαστήριο "προσκομιζόμενες φωτογραφίες" της οικοδομής, ενώ αναγνώσθηκε κατά τα πρακτικά μία φωτογραφία, αλλά δε δημιουργείται εκ τούτου καμία ασάφεια, γιατί πρόκειται για προφανή παραδρομή της χρήσεως του πληθυντικού αριθμού, ενώ επισκοπήθηκε στο ακροατήριο μία μόνο φωτογραφία.
Τέλος, οι ειδικότερες αιτιάσεις που διατυπώνονται από την αναιρεσείουσα ότι δηλαδή δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν αξιολογήθηκαν ορθά από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η άδεια οικοδομής του ξενοδοχείου, το από Μαϊου 1995 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα, τα σχέδια της οικοδομής, το σχεδιάγραμμα τομής, το ..... πρακτικό της Αρχιτεκτονικής Επιτροπής, η αίτηση εκδόσεως άδειας οικοδομής, η από 10-12-2006 Τεχνική Έκθεση της Πολιτικού μηχανικού Δκαι η κατάθεση στο ακροατήριο του εγκαλούντος, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμες, γιατί, κατά την βεβαίωση της αποφάσεως, στο προοίμιο του σκεπτικού, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν όλα τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα, επομένως και αυτά τα προσκομισθέντα και αναγνωσθέντα έγγραφα, προκειμένου το Δικαστήριο να καταλήξει στην περί ενοχής της κατηγορουμένης κρίση του και δεν ήταν αναγκαίο να γίνει ειδική αναφορά αυτών, καθό μέρος δε με τις αιτιάσεις αυτές πλήττεται η περί τα πράγματα αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος.
Περαιτέρω, από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι η κατηγορουμένη, αμέσως μετά τη γενόμενη δήλωση παραστάσεως του εγκαλούντος πολιτικώς ενάγοντος, διατύπωσε αντιρρήσεις για την παράσταση αυτή, δια του συνηγόρου της δηλώσαντος τα εξής: "Έχουμε αντιρρήσεις κατά της παράστασης πολιτικής αγωγής, επειδή το αξιόποινο έχει εξαλειφθεί λόγω μη εμπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης". Ο αυτοτελής αυτός ισχυρισμός, πέραν της αοριστίας του, εκ του ότι δεν προσδιορίζεται ο ακριβής χρόνος που ο εγκαλών έλαβε γνώση των σε βάρος του αξιοποίνων πράξεων, για να κριθεί η τυχόν παρέλευση της τρίμηνης προθεσμίας εγκλήσεως του άρθρου 117 παρ.1 του ΠΚ, και εκ τούτου δεν υπήρχε ανάγκη ειδικής αιτιολογήσεως ενός τέτοιου αόριστου ισχυρισμού, αιτιολογείται από την προσβαλλόμενη απόφαση επαρκώς η απόρριψή του, όσον αφορά το κατ'έγκληση διωκόμενο αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως, αφού το Δικαστήριο δέχθηκε και μάλιστα ανελέγκτως ότι "ο εγκαλών Ψ έλαβε γνώση των άνω αξιοποίνων πράξεων δύο μήνες πριν υποβάλει τη σχετική από 14-1-2003 έγκλησή του".
Συνεπώς οι προβαλλόμενοι από τον αναιρεσείοντα, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ, Ε, Η περ. γ του ΚΠοινΔ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και για υπέρβαση εξουσίας σχετικά με την πολιτική αγωγή, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Τέλος, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α ΚΠοινΔ προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως, για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, εκ του ότι λήφθηκε υπόψη από το Δικαστήριο αντίγραφο της αιτήσεως για έκδοση της αδείας οικοδομής και αυτή η άδεια οικοδομής, ενώ δεν αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο αυτά τα έγγραφα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από τα επισκοπούμενα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι αναγνώσθηκαν μεταξύ των άλλων εγγράφων, οι από 19-9-2001 και από 25-10-2001 αιτήσεις προς την Πολεοδομία Αιγίου και τα υπ'αριθ. ..... και ..... έγγραφα της Πολεοδομίας Αιγίου, το ..... έγγραφο του Πολεοδομικού Γραφείου Ν. Αχαϊας, η ..... έκθεση αυτοψίας του Πολεοδομικού Γραφείου Αιγίου, ενώ η μη αναγνωσθείσα αίτηση και με αριθ. ..... εκδοθείσα οικοδομική άδεια, αναφέρονται στο σκεπτικό αφηγηματικά για "υπερβάσεις και παρανομίες", σχετικές με την άδεια αυτή που καταμήνυσε η κατηγορουμένη τον εγκαλούντα και προκύπτουν από το περιεχόμενο των άλλων ως παραπάνω αναγνωσθέντων εγγράφων.
Μετά ταύτα, ελλείψει άλλου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ 1 του ΚΠοινΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 11-2-2008 Αίτηση - Δήλωση της Χ για αναίρεση της με αριθμό 598,598Α/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος ποσού πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Ιανουαρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή