Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 817 / 2010    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Παίγνια τυχερά.




Περίληψη:
Απόλυτη ακυρότητα. Λήψη υπόψη εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε. Παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της απόφασης. Ο δόλος δεν είναι αναγκαίο να αιτιολογείται διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Ο Ν. 3037/2002 δεν αντιβαίνει στα άρθρα 28 και 49 της Ε.Κ όταν πρόκειται για την μέσω ηλεκτρονικών μηχανημάτων διεξαγωγή του απαγορευμένου τυχερού παιγνίου φρουτάκια. Απορρίπτει αίτηση.




Αριθμός 817/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου - Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σταύρο Παπαγερμανό, περί αναιρέσεως της 3555/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23.11.2009 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1656/2009.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 329, 331, 333 παρ. 2, 358, 365 παρ. 1, και 369 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας για το σχηματισμό της κρίσης του σε σχέση με την ενοχή του κατηγορουμένου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας (αρθρ. 171 παρ 1δ ΚΠΔ) που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγο αναίρεσης γιατί έτσι στερείται ο κατηγορούμενος της δυνατότητας να εκθέσει επ' αυτού τις απόψεις του, να προβεί σε παρατηρήσεις ή να αντιταχθεί στην ανάγνωση του. Στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται ποιο αποδεικτέο θέμα αφορά το έγγραφο ούτε να καταχωρίζεται το περιεχόμενο του εγγράφου που αναγνώσθηκε. Αρκεί να αναφέρονται στα πρακτικά τα στοιχεία από τα οποία προσδιορίζεται με επάρκεια η ταυτότητα του έτσι, ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητα του εγγράφου και ο κατηγορούμενος, γνωρίζοντας πλήρως την ταυτότητα του, να έχει κάθε ευχέρεια να ασκήσει τα από το άρθρο 358 ΚΠΔ δικαιώματα του, δεδομένου μάλιστα ότι εφόσον στην πραγματικότητα το έγγραφο αναγνώσθηκε παρασχέθηκε στον κατηγορούμενο η δυνατότητα να προβεί σε σχετικές με το περιεχόμενο του δηλώσεις και εξηγήσεις αφού η δυνατότητα αυτή λογικώς δεν εξαρτάται μονό από τον τρόπο κατά τον οποίο αναφέρεται στα πρακτικά το έγγραφο που αναγνώσθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά και το σκεπτικό της προσβαλλόμενης 3555/2009 απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης στήριξε την κρίση του για την ενοχή της αναιρεσείουσας και στα εξής έγγραφα: α) έκθεση κατάσχεσης και απόδοσης υπό μεσεγγύηση β) έκθεση κατάσχεσης γ) έκθεση κατάσχεσης και παράδοση υπό μεσεγγύηση δ) φωτοαντίγραφο εκτύπωσης από ηλεκτρονικό υπολογιστή, τα οποία κατά τον πρώτο λόγο λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν ενώ δεν αναγνώσθηκαν ούτε προκύπτει η ταυτότητα τους και έτσι επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Με την αναφορά των εγγράφων αυτών, επαρκώς προσδιορίζεται η ταυτότητά τους και δεν ήταν αναγκαία ειδικότερη αναφορά προσθέτων στοιχείων προσδιορισμού τους αφού με την πραγματική ανάγνωση του κειμένου τους κατέστησαν γνωστά και κατά το περιεχόμενο τους στην αναιρεσείουσα οπότε αυτή είχε πλήρη δυνατότητα να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις αναφορικά με το περιεχόμενό τους γεγονός που δεν εξαρτήθηκε από τον τρόπο προσδιορισμού τους στα πρακτικά της δίκης εν όψει και του ότι δεν δημιουργήθηκε αμφιβολία για το αναλλοίωτο της ταυτότητάς τους και επιπλέον του ότι ο προσδιορισμός της ταυτότητας των εγγράφων είναι αναγκαίος μόνο για τη δημιουργία βεβαιότητας ότι τα έγγραφα αυτά και όχι κάποια άλλα αναγνώσθηκαν στη δίκη αυτή. Επομένως ορθώς έλαβε υπόψη του το Εφετείο τα έγγραφα αυτά. Μετά από αυτά ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ πρώτος λόγος της αναίρεσης περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας είναι αβάσιμος.
Η καταδικαστική απόφαση για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε, συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Η ύπαρξη του δόλου, δεν είναι αναγκαίο κατ' αρχήν να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεως του, διαλαμβάνεται δε περί αυτού αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή, διότι εξυπακούεται ότι υπάρχει με την τέλεση των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν αντικειμενικώς το έγκλημα. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει δ' σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, από το σκεπτικό της 3555/2009 προσβαλλόμενης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης μετά τη συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που προσδιορίζονται κατ' είδος, δέχτηκε ανελέγκτως, ότι: "Η κατηγορουμένη ήταν την Άνοιξη του 2003 ιδιοκτήτρια δύο καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος ΚΑΦΕ ΙΝΤΕΡΝΕΤ, ενός με την επωνυμία "..." που βρίσκεται στην ενταύθα οδό ... και ετέρου επί της οδού ... στους .... Στα καταστήματα αυτά, που τα εκμεταλλευόταν η ίδια εγκατέστησε και έθεσε σε λειτουργία εντός αυτών δέκα έξη (16) ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο πρώτο και τρεις (3) ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο δεύτερο με τους οποίους μπορούσε να παιχθεί το παιχνίδι φρουτάκια. Την 2.4.2003 αστυνομικοί επισκέφθηκαν το πρώτο κατάστημα και την 25.5.2003 το δεύτερο για να διενεργήσουν σχετικό έλεγχο. Από τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι στους ως άνω ηλεκτρονικούς υπολογιστές και στα δύο καταστήματα, κατά το χρόνο του ελέγχου, παιζόταν από τους θαμώνες το τυχηρό παίγνιο "φρουτάκια", με οικονομικό αντάλλαγμα. Ειδικότερα ο παίκτης κατέβαλε στον κατηγορούμενο για λογαριασμό της ιδιοκτήτριας και εκμεταλλεύτριας ένα χρηματικό ποσό και ο τελευταίος του διέθετε αντίστοιχες με τα καταβληθέντα χρήματα μονάδες καταχωρημένες στον υπολογιστή, για να παίξει το παιχνίδι. Ο κάθε παίκτης έπαιζε το παιχνίδι πατώντας ένα κουμπί του υπολογιστή και με κάθε πάτημα εμφανίζονταν στην οθόνη φρουτάκια-ζωάκια ανά τρία. Στόχος του παίκτη ήταν να επιτευχθεί τρίλιζα, δηλαδή να εμφανιστούν στην οθόνη του υπολογιστή τρία όμοια ζωάκια ή φρουτάκια στην ίδια σειρά κάθετα, οριζόντια ή διαγώνια Τότε ο παίκτης κέρδιζε τα συμφωνημένα χρήματα. Αν μετά από κάθε κτύπημα δεν εμφανιζόταν τρίλιζα μειωνόταν ο αριθμός των μονάδων με τις οποίες είχε πιστωθεί ο παίκτης είχε χάσει τα χρήματα που διέθεσε. Το αποτέλεσμα του παιγνίου, το οποίο διεξάγεται στους υπολογιστές που διαθέτουν ανάλογο λογισμικό, όπως οι ως άνω που χρησιμοποιούσαν οι θαμώνες στα καταστήματα της κατηγορουμένης, εξαρτάται αποκλειστικά από την τύχη, χωρίς ο παίκτης να μπορεί να επιτύχει με τη δική του ικανότητα το αποτέλεσμα που θα ήθελε. Μόλις έγινε αντιληπτή από τους υπευθύνους των καταστημάτων η παρουσία των αστυνομικών με τον κεντρικό υπολογιστή που διέθετε κάθε κατάστημα και ήταν συνδεδεμένος με τους υπολοίπους υπολογιστές στους οποίους διεξαγόταν από τους θαμώνες το ως άνω τυχηρό παίγνιο, πιστεύοντας οι υπεύθυνοι ότι δεν θα μπορέσουν οι αστυνομικοί να διαπιστώσουν τη διεξαγωγή του απαγορευμένου αυτού παιγνίου. Τούτο όμως οι αστυνομικοί το διαπίστωσαν δεν μπόρεσαν όμως λόγω κλεισίματος από τον κεντρικό υπολογιστή των υπολογιστών στους οποίους παιζόταν το τυχηρό παίγνιο, να διαπιστώσουν το ύψος του οικονομικού ανταλλάγματος που κάθε παίκτης είχε καταβάλει. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει, αφού απορριφθεί ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης για αντικοινοτικότητα των σχετικών διατάξεων, να κηρυχθεί ένοχη αυτή". Ακολούθως, το Δικαστήριο κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα της παράβασης του ν. 3037/2002 με την ακόλουθη αιτιολογία? ΚΗΡΥΣΣΕΙ την ανωτέρω κατηγορουμένη ένοχη του ότι: 1). Στη ... με περισσότερες πράξεις τέλεσε περισσότερα του ενός εγκλήματα και συγκεκριμένα στις 2-4-2003 εκμεταλλεύτηκε και διηύθυνε δημόσιο κέντρο υγειονομικού ενδιαφέροντος στο οποίο διενεργούνταν απαγορευμένα παίγνια ηλεκτρονικά διεξαγόμενα, για τη λειτουργία των οποίων εκτός των υποστηρικτών ηλεκτρικών μηχανισμών απαιτείται και η ύπαρξη και εκτέλεση λογισμικού προγράμματος και συγκεκριμένα, ως ιδιοκτήτρια του καταστήματος ΚΑΦΕ ΙΝΤΕΡΝΕΤ με την επωνυμία "...", που βρίσκεται στην ενταύθα οδό ..., αν και γνώριζε ότι τούτο απαγορεύεται, εντός του καταστήματος, με πρόθεση απόδοσης οικονομικού οφέλους (Η/Υ) στους οποίους από 16 θαμώνες του καταστήματος διενεργούνταν απαγορευμένα τυχερά παίγνια μέσω ειδικού προγράμματος των υπολογιστών, καθώς στην οθόνη εμφανίζονταν φρουτάκια, ζωάκια με σκοπό το σχηματισμό τρίλιζας από τους παίκτες και (εμφανίζονταν στην οθόνη) μονάδες πονταρίσματος, ενώ όλοι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ελέγχονταν από κεντρική μονάδα ενός άλλου ηλεκτρονικού υπολογιστή τον οποίο χειρίζονταν οι υπεύθυνοι του καταστήματος για λογαριασμό της κατηγορουμένης-ιδιοκτήτριας, οι οποίοι λίγο μετά την είσοδο των αστυνομικών στο κατάστημα άλλαξαν με το πάτημα ενός κουμπιού της ενδείξεις στις οθόνες των 16 υπολογιστών. Και 2) στους ..., την 25-5-2003 εκμεταλλεύτηκε και διηύθυνε δημόσιο κέντρο υγειονομικού ενδιαφέροντος στο οποίο διενεργούνταν απαγορευμένα παίγνια ηλεκτρονικά διεξαγόμενα, για τη λειτουργία των οποίων εκτός των υποστηρικτών ηλεκτρονικών μηχανισμών απαιτείται και η ύπαρξη και εκτέλεση λογισμικού προγράμματος και συγκεκριμένα, ως ιδιοκτήτρια του καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΚΑΦΕ, που βρίσκεται επί της οδού ... στους ..., αν και γνώριζε ότι τούτο απαγορεύεται, εντός του καταστήματος, με πρόθεση απόδοσης οικονομικού οφέλους σ' αυτή, είχε εγκαταστήσει και θέσει σε λειτουργία εντός αυτού τρεις (3) ηλεκτρονικούς υπολογιστές με εγκατεστημένο λογισμικό (πρόγραμμα) για διενέργεια τυχερών παιγνίων, διαθέσιμους στους θαμώνες, οι οποίοι διενεργούσαν απαγορευμένα παίγνια επ' αυτών καθώς στην οθόνη εμφανίζονταν φρουτάκια, ζωάκια και έντομα με σκοπό το σχηματισμό τρίλιζας από τους παίκτες και (εμφανίζονταν στην οθόνη) μονάδες πονταρίσματος, ενώ όλοι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ελέγχονταν από ένα κεντρική Η/Υ, τον οποίο χειριζόταν ο υπεύθυνος του καταστήματος για λογαριασμό της κατηγορουμένης-ιδιοκτήτριας και χρέωνε μονάδες στους παίκτες κατόπιν οικονομικής συναλλαγής μ' αυτούς". Με τις παραδοχές αυτές, που διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με αυτά που αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλο-συμπληρώνονται, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων τούτων, οι αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις διατάξεις των άρθρων 1 περ. δ', 2 παρ. 1 και 4 παρ. 1 α, γ του ν.3037/ 2002 τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε. Η αιτίαση ότι υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας είναι αβάσιμη, διότι κατά τις παραδοχές, η αναιρεσείουσα ήταν εκείνη που είχε εγκαταστήσει τα παίγνια αυτά, οι δε υπεύθυνοι αμφοτέρων των καταστημάτων ενεργούσαν για λογαριασμό της, αυτή δε είναι εκείνη η οποία εξεμεταλλεύετο καταστήματα αυτά. Εξάλλου, η ύπαρξη του δόλου της δεν ήταν αναγκαίο να δικαιολογείται ιδιαιτέρως αφού ο δόλος της ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεως του, διαλαμβάνεται δε περί αυτού αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή της, διότι εξυπακούεται ότι υπάρχει με την τέλεση των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν αντικειμενικώς το έγκλημα. Όθεν ο εκ του άρθρου 510 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι αβάσιμος.
Κατά το άρθρο 4 παρ.1 εδ. α' του ν.3037/2002, όσοι εκμεταλλεύονται ή διευθύνουν κέντρα ή άλλους χώρους της παρ. 1 του άρθρου 2 στα οποία διενεργούνται ή εγκαθίστανται παίγνια απαγορευμένα κατά τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων ευρώ. Εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστική ποινικής διατάξεως υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει σε αυτήν διαφορετική έννοια από αυτήν που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν ο δικαστής χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία δέχτηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Με τον τελευταίο λόγο της αιτήσεως αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία (αιτίαση) συνίσταται ειδικότερα στο ότι το Δικαστήριο κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα για παράβαση του ν.3037/2002, ο οποίος (νόμος) κατά την αιτίαση αυτή αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 28 και 49 της ΕΚ καθώς και στο άρθρο 8 της κοινοτικής οδηγίας 98/34 ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22/6/ 1998 όπως έκρινε το ΔΕΚ με την από 26-10-2006 απόφαση του (υπόθεση C 65/2005). Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος διότι όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρεσείουσα καταδικάστηκε για την, μέσω ηλεκτρονικών μηχανημάτων, διεξαγωγή του απαγορευμένου τυχερού παιγνίου (φρουτάκια) και όχι για την εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών παιγνίων σε Η/Υ για την οποία έκρινε το ΔΕΚ.
Συνεπώς η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθ. 76/23.11.2009 αίτηση της ..., για αναίρεση της 3555/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και Επιβάλλει στην αναιρεσείουσα τα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 19 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 23 Απριλίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή