Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Δόλος.
Περίληψη:
Απλή συνδρομή. Έννοια. Αιτιολογία δόλου δεν απαιτείται διότι ενυπάρχει στη θέληση του δράστη να πραγματώσει τα περιστατικά που συγκροτούν το έγκλημα το οποίο τέλεσε. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 1495/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ανδρέα Δουλγεράκη και Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 28 Απριλίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Αγγελάκο, περί αναιρέσεως της 1233/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 6 Οκτωβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1677/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 322 του Π.Κ. όποιος με απάτη ή βία ή με την απειλή βίας συλλαμβάνει, απάγει ή παράνομα κατακρατεί κάποιον, έτσι ώστε να αποστερεί το συλλαμβανόμενο από την προστασία της Πολιτείας και ιδίως όποιος περιάγει κάποιον σε ομηρία ή σε άλλη παρόμοια κατάσταση στέρησης της ελευθερίας τιμωρείται με κάθειρξη. Αν η πράξη έγινε, με σκοπό να εξαναγκαστεί ο παθών ή κάποιος άλλος σε πράξη παράλειψη ή ανοχή για την οποία δεν υπάρχει υποχρέωση του τιμωρείται... Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 47 παρ. 1 ΠΚ, όποιος εκτός από την περίπτωση της παρ. 1 στοιχ. β' του άρθρου 46 ΠΚ, παρέσχε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της άδικης πράξεως που διέπραξε, τιμωρείται ως συνεργός με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83 ΠΚ). Από το συνδυασμό των άνω διατάξεων προκύπτει ότι απλός συνεργός σε τετελεσμένη αρπαγή είναι όποιος με θετική ή αποθετική του ενέργεια, με πρόθεση παρέχει στον αυτουργό πριν από την τέλεση ή κατά τη τέλεση της άδικης πράξεως, την οποία ο τελευταίος τελεί, οποιαδήποτε υλική ή ψυχική συνδρομή, η οποία, χωρίς να είναι άμεση, συντελεί στην τέλεση της πράξεως από τον αυτουργό. Ο δόλος του απλού συνεργού συνίσταται στη γνώση του για την από τον αυτουργό τέλεση ορισμένης άδικης πράξεως, που αντικειμενικά συνιστά έγκλημα και στη βούληση να συμβάλει στην τέλεση αυτής από τον αυτουργό. Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναίρεσης, υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν περιέχονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε. Όσον αφορά τις αποδείξεις, αρκεί ο προσδιορισμός των αποδεικτικών μέσων κατ' είδος, ως και ότι ελήφθησαν υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα. Η ύπαρξη του δόλου δεν απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία καθόσον ενυπάρχει στη θέληση του δράστη να πραγματώσει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και κατά συνέπεια εξυπακούεται ότι υπάρχει από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την προσβαλλόμενη 1233/2008 απόφαση του, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, δέχτηκε ανελέγκτως ότι "Μετά από τηλεφωνική ανώνυμη καταγγελία, η οποία περιήλθε στους αστυνομικούς του Τμήματος Ασφαλείας ... περί το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 2002, περί υπάρξεως λαθρομεταναστών σε αποθήκη πίσω από το Νεκροταφείο..., τους οποίους το κύκλωμα δουλεμπόρων παρακρατούσε χωρίς τη θέλησή τους, άνδρες της ανωτέρω υπηρεσίας μετέβησαν στον υποδειχθέντα τόπο προκειμένου να εντοπίσουν την αποθήκη, την οποία και εντόπισαν στον Οικισμό ..., στις .... Μετά από έλεγχο διεπίστωσαν ότι στον οικοδομικό χώρο της αποθήκης βρισκόταν ο ..., Πακιστανός υπήκοος. Εξάλλου, μέσα στην αποθήκη, η οποία ήταν κλειδωμένη, υπήρχε ειδικά διαμορφωμένος χώρος, σαν φυλακή, στον οποίο βρέθηκαν στοιβαγμένοι και μέσα στο σκοτάδι 14 λαθρομετανάστες, Αφγανοί και Ιρακινοί υπήκοοι, όπως αυτοί αναφέρονται στο διατακτικό της παρούσας. Αποδείχθηκε ακόμη ότι η ανωτέρω αποθήκη ανήκε στην ιδιοκτησία της Ι1 και εκμισθώθηκε από αυτήν, στις 2.8.2000, στον τρίτο κατηγορούμενο, για χρονικό διάστημα έξι (6) ετών, ως αποθήκη ναυτιλιακών ειδών, αντί μηνιαίου μισθώματος 600.000 δρχ., με το από 4.8.2000 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως. Το μίσθιο παραδόθηκε στον κατηγορούμενο μισθωτή (τρίτο κατηγορούμενο), το δε μίσθωμα καταβαλλόταν κανονικά σε τραπεζικό λογαριασμό, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του κατηγορουμένου μισθωτή και του συζύγου της εκμισθώτριας Ι2, ο οποίος διαχειριζόταν ουσιαστικά το μίσθιο. Λόγω μη καταβολής των μισθωμάτων των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου 2001 και Ιανουαρίου 2002 η εκμισθώτρια Ι1 συζ. Ι2, άσκησε κατά του κατηγορουμένου μισθωτή την από 3.1.2002 αγωγή για απόδοση της χρήσης του μισθίου και καταβολή των οφειλομένων μισθωμάτων. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε ερήμην του εναγομένου Χ1, η αναγνωσθείσα 1.503/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή, πλην όμως η απόφαση αυτή δεν εκτελέσθηκε, διότι 2-3 ημέρες μετά την θυροκόλληση της 1.503/2002 απόφασης στο μίσθιο (αποθήκη), ο κατηγορούμενος μισθωτής κατέβαλε τα οφειλόμενα μισθώματα, έκτοτε δε το μίσθωμα καταβαλλόταν κανονικά, κατά τα ως άνω συμφωνηθέντα έως και ένα μήνα πριν από την σύλληψή του (κατηγορουμένου), που επιτεύχθηκε στις 7.10.2004. Ενόψει των παραπάνω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, ο ισχυρισμός του εν λόγω κατηγορουμένου ότι μετά από διάστημα τεσσάρων (4) μηνών από την μίσθωση εγκατέλειψε την αποθήκη (μίσθιο) και έκτοτε ουδεμία σχέση είχε με το μίσθιο και δεν γνώριζε τί γινόταν σ'αυτό, είναι αναληθής και αστήρικτος. Ύστερα από αυτά ο τρίτος κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος απλής συνέργειας σε αρπαγή από κοινού, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, πρέπει όμως να γίνει δεκτό ότι ο εν λόγω κατηγορούμενος, μέχρι τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, έζησε έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή (άρθρο 84 παρ. 2α ΠΚ)". Με αυτά που δέχτηκε το Πενταμελές Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του πλήρη και σαφή αιτιολογία, όσον αφορά τον αναιρεσείοντα, αφού αναφέρονται τα συγκεκριμένα εκείνα περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της αρπαγής από άλλους ως και τη συνδρομή (απλή) την οποία παρείχε ο αναιρεσείων στους φυσικούς αυτουργούς που τέλεσαν την αξιόποινη πράξη της αρπαγής, αφού διέθεσε σε αυτούς, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης, την αναφερόμενη αποθήκη, την οποία αυτός είχε μισθώσει από τις 2-8-2000 από την Ι1 και μάλιστα αντί του μισθώματος των 600.000 δρχ. μηνιαίως, το οποίο και κατέβαλε μέχρι και το χρόνο αποκαλύψεως της πράξεως της αρπαγής, δήθεν για τοποθέτηση αλιευτικών, ενώ στην πραγματικότητα την είχε παραχωρήσει στους αυτουργούς γνωρίζοντας ότι αυτοί τη χρησιμοποίησαν για παράνομη κατακράτηση των αναφερομένων λαθρομεταναστών με σκοπό οι τελευταίοι να τους καταβάλουν για την απελευθέρωσή τους χρήματα που κυμαίνονταν κατά περίπτωση από πενήντα έως διακόσια ευρώ. Περαιτέρω, από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, σαφώς προκύπτει ότι το Εφετείο δέχτηκε ότι ο αναιρεσείων ενήργησε με δόλο, με το να απορρίψει τον ισχυρισμό του ότι δεν γνώριζε τι γινόταν στην αποθήκη. Άλλωστε, η παραδοχή του Δικαστηρίου της ουσίας, ότι αυτός κατέβαλλε ένα τόσο υψηλό μίσθωμα επί μακρό χρόνο, χωρίς να χρησιμοποιείται η αποθήκη για αλιευτικά, όπως (είχε συμφωνηθεί), υποδηλώνει σαφώς την παραδοχή της τέλεσης της πράξεως αυτής εν γνώσει από τον αναιρεσείοντα, η δε διάθεση της αποθήκης συνιστά την ιστορούμενη απλή συνδρομή στην πράξη της αρπαγής. Επομένως ο περί του αντιθέτου από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ ΚΠΔ λόγος της αναίρεσης, είναι αβάσιμος. Εξάλλου, αναφέρεται στο προοίμιο του σκεπτικού της προσβαλλόμενης απόφασης ότι το άνω Δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη του και την ενώπιόν του απολογία του κατηγορουμένου- αναιρεσείοντος, την οποία συνεκτίμησε με τα άλλα αποδεικτικά μέσα. Έτσι, ως προς τις αποδείξεις, δεν υπάρχει ασάφεια, και ο περί του αντιθέτου λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια ότι δεν ελήφθη υπόψη η απολογία του αναιρεσείοντος, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, είναι αβάσιμος και ο τελευταίος λόγος της αναίρεσης περί ελλείψεως αιτιολογίας, ως προς την ύπαρξη του δόλου του αναιρεσείοντος, αφού, άλλωστε, δεν απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία καθόσον εξυπακούεται ότι υπάρχει από την πραγμάτωση του άνω εγκλήματος της απλής συνέργιας, για το οποίο και καταδικάστηκε, δοθέντος ότι ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση του να πραγματώσει τα περιστατικά εκείνα που συγκροτούν το έγκλημα τούτο. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1Δ' ΚΠΔ λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος.
Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης ως αβάσιμη και καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 6-10-2008 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της 1233/2008 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 2 Ιουνίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ