Θέμα
Δίοδος, Επιδίκαση μη αιτηθέντος, Κήρυξη ή ή ακυρότητας, εκπτώσεως ή απαραδέκτου.
Περίληψη:
Αποχή Εφετείου να εκδώσει απόφαση αναγνωρίσεως δικαιούχων κατ΄ άρθρον 26 §11 ΚΑΑΑ. Αναγνώριση κυριότητας κατά την τακτική διαδικασία. Αγωγή κατά ελληνικού δημοσίου. Απαιτείται τήρηση προδικασίας άρθρου 8 §1 ν. 1539/38. Αναιρετικοί λόγοι άρθρου 559 αρ. 14 και 9 Κ.Πολ.Δ., βάσιμοι (Αναιρεί Εφ. Αθ. 4082/2008)
Αριθμός 1050/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Χ. Π. του Π., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Ηλιόπουλο.
Του αναιρεσιβλήτου: Ν. Π. του Π., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Μαύρο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 25/1/2006 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Νάξου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 12/2007 του ιδίου Δικαστηρίου και 35/2008 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Νάξου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 30/6/2011 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 20/10/2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι- Κατά το άρθρο 1012 του ΑΚ "Αν ακίνητο στερείται την αναγκαία δίοδο προς το δρόμο, έχει δικαίωμα ο κύριός του να απαιτήσει δίοδο από τους γείτονες έναντι ανάλογης αποζημίωσης", κατά δε το άρθρο 1013 του ίδιου ΑΚ "Η κατεύθυνση της διόδου και η έκταση του δικαιώματος για τη χρήση της, καθώς και η αποζημίωση που πρέπει να καταβληθεί, καθορίζονται με δικαστική απόφαση". Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών ανάλογη αποζημίωση την οποία ο κύριος του περίκλειστου ακινήτου πρέπει να καταβάλει στον κύριο του γειτονικού ακινήτου για την παροχή της διόδου είναι εκείνη που καλύπτει κάθε ζημία που προξενείται στον τελευταίο από την παροχή της διόδου, κατά τις γενικές διατάξεις (άρθρ. 298 του ΑΚ). Η οφειλόμενη αυτή αποζημίωση δεν ταυτίζεται με την αξία του καταλαμβανόμενου από τη δίοδο μέρους του ακινήτου ή των βλαπτόμενων υπολοίπων μερών του, αλλά με τη μείωση της αξίας αυτής εξαιτίας του βάρους της διόδου και των περιορισμών του ακινήτου από αυτήν, και περιλαμβάνει, ειδικότερα, τη μείωση, καθ' εαυτήν, της αξίας του γειτονικού ακινήτου που προέρχεται από τη σύσταση της δουλείας, τη μείωση της προσόδου του, καθώς και κάθε άλλη ζημία που προέρχεται από την παροχή της διόδου, όπως η βλάβη ή εκρίζωση δένδρων, η καταστροφή τεχνικών έργων κ.λ.π. Η ίδια δε αυτή, ως ανωτέρω, αποζημίωση, όπως προσδιορίζεται στην αγωγή και κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, λαμβάνεται υπόψη, ως αξία του αντικειμένου της διαφοράς, για τον καθορισμό της καθ' ύλην αρμοδιότητας του δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7,8,9,10,12 επ. του ΚΠολΔ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1014 του ΑΚ "Δεν υπάρχει υποχρέωση των γειτόνων να παράσχουν δίοδο αν η συγκοινωνία του ακινήτου προς το δημόσιο δρόμο έπαψε με αυτόβουλη πράξη ή παράλειψη του κυρίου του ακινήτου". Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, που αποτελεί ειδικότερη, για τη συγκεκριμένη περίπτωση, μορφή απαγορεύσεως της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος κατ' άρθρον 281 του ΑΚ, αυτόβουλη στέρηση (παύση) της επικοινωνίας του ακινήτου προς τον δημόσιο δρόμο υπάρχει και όταν ο κύριος του ακινήτου παραιτήθηκε από δουλεία διόδου την οποία είχε κατά τρίτου ιδιοκτήτη ή από ενοχικό δικαίωμα που είχε προς σύσταση τέτοιας δουλείας, όχι όμως και όταν μετά από δίκη διανομής κοινού ακινήτου αποδέχεται και περίκλειστο τμήμα του ακινήτου που προέρχεται από τη διανομή και κληρώνεται σ' αυτόν ή και (όταν) συμβιβάζεται για τον κανονισμό των ορίων του περικλείστου με τον κύριο γειτονικού τμήματος που περιήλθε στον τελευταίο με τη διανομή χωρίς να αξιώνει συγχρόνως και σύσταση δουλείας διόδου για το περίκλειστο τμήμα του, η οποία και δεν συνέχεται με τις ανωτέρω ενέργειές του (αποδοχή αποφάσεως διανομής και κανονισμός ορίων).
ΙΙ- Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Νάξου, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, απέρριψε με την προσβαλλόμενη απόφασή του την έφεση του αναιρεσείοντος-εναγομένου κατά της πρωτόδικης υπ' αριθ. 12/2007 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Νάξου, με την οποία και κατά παραδοχήν της σχετικής αγωγής του αναιρεσιβλήτου υποχρεώθηκε ο αναιρεσείων να παράσχει δίοδο εις βάρος του αναφερόμενου ακινήτου του και υπέρ του περίκλειστου γειτονικού ακινήτου του αναιρεσιβλήτου έναντι της καθορισθείσης ανάλογης αποζημίωσης. Ειδικότερα το Πολυμελές Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι το υπό στοιχείο Β2 του αναφερόμενου τοπογραφικού διαγράμματος ακίνητο του αναιρεσιβλήτου, εμβαδού 8018 τ.μ., που βρίσκεται στην περιοχή ... του Δήμου … και περιήλθε στον αναιρεσίβλητο με κλήρωση, κατόπιν δικαστικής διανομής μείζονος, κοινού των διαδίκων-αδελφών, ακινήτου (αγρού) είναι περίκλειστο, στερούμενο την αναγκαία για την εξυπηρέτησή του δίοδο προς την δημόσια οδό, ότι προσφορότερη δίοδος για την εξυπηρέτηση των αναγκών του περικλείστου είναι η προτεινόμενη με την αγωγή να διέλθει από το υπό στοιχεία Α3 του τοπογραφικού γειτονικό ακίνητο του αναιρεσείοντος, εκτάσεως 18685 τ.μ., που περιήλθε στον τελευταίο με την ίδια κλήρωση (δικαστική διανομή), και με την οποία δίοδο θα επικοινωνεί το περίκλειστο με την πλησιέστερη επαρχιακή (δημόσια) οδό ..., ότι η συγκοινωνία του περικλείστου προς την δημόσια οδό δεν έπαψε με αυτόβουλη πράξη ή παράλειψη, ως κατωτέρω, του αναιρεσιβλήτου, και ότι η καταβλητέα ανάλογη αποζημίωση, ενόψει της μειώσεως της αξίας του βαρυνόμενου ακινήτου του αναιρεσείοντος από την παροχή της διόδου και τη χρήση της, ανέρχεται στο αναφερόμενο ποσό των δύο (2) ευρώ ανά τ.μ. και συνολικά στο ποσό των 1.738 ευρώ (869 τ.μ. που καταλαμβάνονται από τη δίοδο Χ2 €/τ.μ.), την οποία και καθόρισε το δικαστήριο.
ΙΙΙ- Όπως προκύπτει από το δικόγραφο της εφέσεως του ανιρεσείοντος, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσείων, παραπονούμενος για την αντίθετη παραδοχή του Ειρηνοδικείου, ισχυρίστηκε, όπως και πρωτοδίκως, ότι ο αναιρεσίβλητος-ενάγων συνυπέγραψε τα υπ' αριθμ. ../2000 πρακτικά συμβιβασμού του Ειρηνοδικείου Νάξου περί καθορισμού ορίων των ειρημένων ακινήτων των διαδίκων, ως προς τα οποία είχε δημιουργηθεί έρις μεταξύ τους, και αποδέχθηκε την υπ' αριθμ. 36/1998 απόφαση περί διανομής του Πολυμελούς Πρωτοδικείου και τη σχετική έκθεση κληρώσεως, κατά των οποίων δεν άσκησε ένδικο μέσον, εν γνώσει του ότι με τη διανομή αυτή (κλήρωση) περιερχόταν σ' αυτόν και το προειρημένο ακίνητο- χωρίς δίοδο προς τον δημόσιο δρόμο (περίκλειστο), και ότι (ισχυρίστηκε ο αναιρεσείων) με τον τρόπο αυτό ο αναιρεσίβλητος στέρησε αυτοβούλως το ακίνητό του από την επικοινωνία του με το δημόσιο δρόμο με αποτέλεσμα να μην έχει υποχρέωση ο πρώτος (αναιρεσείων) να παραχωρήσει στον τελευταίο τη ζητούμενη δίοδο, σύμφωνα με την ρηθείσα διάταξη του άρθρου 1014 του ΑΚ, την εκ της οποίας ένσταση είχε προτείνει ο αναιρεσείων-εναγόμενος, κατά τα προεκτεθέντα. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο απέρριψε την ένσταση αυτή λόγον εφέσεως του αναιρεσείοντος με την αιτιολογία ότι δεν αποδείχθηκε η επικαλούμενη στέρηση της επικοινωνίας του περικλείστου προς τον δημόσιο δρόμο με αυτόβουλη πράξη ή παράλειψη του αναιρεσιβλήτου, τέτοια δε στέρηση (συνεχίζει το Πολυμελές Πρωτοδικείο) δεν αποτελούν οι προρρηθείσες ενέργειες και παραλείψεις του τελευταίου σχετικά με τα ανωτέρω πρακτικά συμβιβασμού και την απόφαση περί διανομής, που δεν αφορούν το δικαίωμα του αναιρεσιβλήτου να ζητήσει δίοδο για το περίκλειστο ακίνητό του και παραίτησή του από το δικαίωμα αυτό. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο και σύμφωνα με την προηγηθείσα (ανωτ. υπό Ι) νομική σκέψη δεν παραβίασε, με την μη εφαρμογή της, την ως άνω διάταξη του άρθρου 1014 του ΑΚ, οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της οποίας και δεν συνέτρεχαν πράγματι, υπό τα εκτιθέμενα περιστατικά (παραδοχές του Πολυμελούς Πρωτοδικείου), εν προκειμένω, και τα αντίθετα που υποστηρίζει ο αναιρεσείων με τον πρώτο, από το άρθρο 560 αρ. 1 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεώς του είναι αβάσιμα και απορριπτέα, αναφερόμενα κατά τα λοιπά απαραδέκτως (αρθρ. 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ) στην ουσιαστική περί πραγμάτων κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου. Από την ίδια προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το δικαστήριο για τον καθορισμό της κατεύθυνσης και των διαστάσεων της παρασχεθείσης διόδου συνολικού μήκους 215,04μ. και πλάτους 4μ., καθώς και της αποζημίωσης που πρέπει να καταβληθεί, έλαβε υπόψη, ειδικότερα, και το γεγονός ότι, κατά τις παραδοχές του, το βαρυνόμενο ακίνητο του αναιρεσείοντος δεν θα υποστεί σοβαρό πλήγμα στη χρήση και στην κάρπωσή του, ως βοσκοτόπου, αφού το καταλαμβανόμενο από τη δίοδο τμήμα του ακινήτου δεν καλλιεργείται και ουδεμία μεταβολή ή αλλοίωση της μορφής του ακινήτου δεν θα επέλθει με τη διαμόρφωση της διόδου. Ενόψει της προαναφερθείσης συνολικής εκτάσεως του ακινήτου του αναιρεσείοντος, ανερχόμενης, όπως προεκτέθηκε, σε 18685 τ.μ. της ιδιότητάς του ως μη καλλιεργουμένου βοσκοτόπου και του ως ανωτέρω συνολικού εμβαδού της παραχωρούμενης διόδου εξ 869 τ.μ., είναι προφανές, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ότι το υπόψη ακίνητο του αναιρεσείοντος δεν υφίσταται πράγματι σοβαρό πλήγμα στη χρήση και στην κάρπωσή του ή μεταβολή ή αλλοίωση της μορφής του από την παραχωρούμενη δίοδο, ως στοιχείο προσδιοριστικό της μειώσεως της αξίας του και εντεύθεν του ποσού της οφειλόμενης ανάλογης αποζημίωσης για την παροχή της διόδου. Επομένως και ο δεύτερος, από το άρθρο 560 αρ. 1 εδ. β' του Κ.Πολ.Δ., λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο προσάπτεται η αιτίαση ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο με τις ανωτέρω παραδοχές του παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας ως προς την υπαγωγή των περιστατικών που δέχθηκε στη νομική έννοια της ανάλογης αποζημίωσης των άρθρων 1012 και 1013 του ΑΚ, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Τέλος, ενόψει της ανωτέρω αποζημιώσεως, που αναφερόταν στην αγωγή και νομίμως, κατά τα προεκτεθέντα καθορίστηκε από τα δικαστήρια της ουσίας, η ένδικη διαφορά υπαγόταν πράγματι στην καθ' ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, σύμφωνα με τα προειρημένα (ανωτ. υπό Ι) άρθρα 7-10 και 14 του ΚΠολΔ, και το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που απέρριψε την ένσταση λόγο εφέσεως του αναιρεσείοντος για καθ' ύλην αναρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου, επειδή κατά τους ισχυρισμούς του η οφειλόμενη αποζημίωση έπρεπε να καθοριστεί στο μεγαλύτερο ποσό των 80.180 ευρώ, δεν παραβίασε τις ανωτέρω διατάξεις, και τα αντίθετα που ο αναιρεσείων υποστηρίζει με τον τρίτο και τελευταίο από την ίδια διάταξη του άρθρου 560 παρ. 1, 3 β' του ΚΠολΔ λόγο του αναιρετηρίου, είναι επίσης αβάσιμα και απορριπτέα.
IV- Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη κατ' ουσίαν, και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, κατά το νόμιμο αίτημα του τελευταίου (άρθρ. 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30-6-2011 αίτηση του Χ. Π. για αναίρεση της υπ' αρ. 35/2008 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Νάξου.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 30 Μαΐου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ