Θέμα
Αγωγή διεκδικητική, Οριζόντια ιδιοκτησία, Κυριότητα.
Περίληψη:
Διεκδικητική αγωγή κυριότητας ακινήτου (οριζόντιας ιδιοκτησίας). Λόγοι αναίρεσης: 1ος από 1 και 1β, 2ος από 11γ, 3ος από 8
Αριθμός 1232/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Μαζαράκη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα και κωλύματος του αρχαιοτέρου Αρεοπαγίτη), Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Μαΐου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) ’. συζ. Ι. Κ., το γένος Β. Π. και 2) Ι. Κ. του Σ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Στέφανο Στεφανίδη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Γ. Μ. του Μ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ευαγγελία Αποστολίδου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 21/5/2007 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 99/2010 του ιδίου Δικαστηρίου και 220/2011 του Εφετείου Δωδεκανήσου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 15/1/2012 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 6/5/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 1002, 1117 Α.Κ. και 1, 2 § 1, 3 § 1, 4 § 1, 5, 13 του ν. 3741/1929 προκύπτει ότι επί ιδιοκτησίας κατ' ορόφους (οριζόντιας ιδιοκτησίας), δημιουργείται χωριστή κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ' ανάλογη μερίδα, επί του εδάφους και επί των μερών της οικοδομής που χρησιμεύουν στην κοινή χρήση όλων των οροφοκτητών. Οι ως άνω βασικές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας προκύπτουν σαφώς από τις παραπάνω διατάξεις, οι οποίες όμως δεν προσδιορίζουν επαρκώς την έννοια του ορόφου και διαμερίσματος ορόφου. Από το πνεύμα, εντούτοις, των διατάξεων για την οροφοκτησία και ιδίως από το σκοπό τους που, όπως προκύπτει και από την Εισηγητική Έκθεση του ν. 3741/1929, είναι η ευχερέστερη κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των πολιτών και η καθ' ύψος επέκταση των πόλεων, καθώς και από τα ερμηνευτικά πορίσματα εκ της κοινής πείρας και από τις σχετικές διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας (άρθ. 11 του Γεν. Οικοδομικού Κανονισμού των ετών 1929, 1955 και 1973), συνάγεται ότι όροφος ή διαμέρισμα ορόφου είναι το αναποχώριστο τμήμα της οικοδομής ή του ορόφου, μετά των συστατικών του και του εντός αυτού (κυβικού) χώρου, που περικλείεται τεχνικώς από κάτω, από τα πλάγια και από πάνω, με τοίχους ή άλλα οικοδομικά στοιχεία, ώστε να διαχωρίζεται σαφώς από τα λοιπά (διαιρετά ή αδιαίρετα) τμήματα της οικοδομής και να έχει αναχθεί σε συγκεκριμένο και ανεξάρτητο τμήμα αυτής, κατάλληλο προς χωριστή και αυτοτελή οικιστική εν γένει χρήση. Μόνο οι όροφοι και τα διαμερίσματα ορόφων, με την παραπάνω έννοια, καθώς και τα εξομοιούμενα από το νόμο με ορόφους υπόγεια και δωμάτια κάτω από τη στέγη (άρθρα 1002 εδ. β Α.Κ. και 1 παρ. 2 ν. 3741/1929), μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο οριζόντιας ιδιοκτησίας. Για να συσταθεί οριζόντια ιδιοκτησία σε όροφο ή διαμέρισμα χρειάζεται σύμβαση μεταξύ του κυρίου ή των συγκυρίων του όλου ακινήτου και εκείνου που το αποκτά. Η σύμβαση πρέπει να γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγράφεται στα βιβλία μεταγραφών. Με την ίδια σύμβαση κανονίζονται και τα αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις των ιδιοκτητών και οι περιορισμοί της κυριότητας του καθενός απ' αυτούς, που έχουν χαρακτήρα δουλείας. Η μεταβολή των δικαιωμάτων, των υποχρεώσεων και των περιορισμών της κυριότητας που έχουν κανονισθεί με τον παραπάνω τρόπο δεν είναι δυνατόν να γίνει, παρά κατά τον ίδιο τύπο, δηλαδή με συμβολαιογραφικό έγγραφο που θα μεταγραφεί νόμιμα.
Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ., προκύπτει, ότι ο λόγος αναίρεσης για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του ή αν εφαρμοσθεί ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, αντιστοίχως δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού κανόνα δικαίου για την επέλευση της απαγγελθείσας έννομης συνέπειας ή την άρνηση της. Περαιτέρω, κατά την έννοια του αριθ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία που έχει ως συνέπεια την αναίρεση για έλλειψη νομίμου βάσεως, υπάρχει όταν από το αιτιολογικό της αποφάσεως δεν προκύπτουν κατά τρόπο σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με το νόμο είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση, όχι όμως και όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί απ' αυτές, εφόσον τούτο εκτίθεται σαφώς.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχτηκε τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Η πρώτη των εναγομένων, η οποία λόγω χρησικτησίας σύμφωνα με τους όρους της με αριθμό 391/1980 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα κτηματικά βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου, ήταν αποκλειστική κυρία, νομέας και κάτοχος ενός οικοπέδου, εκτάσεως 512 τ.μ., νομικής φύσης "μουλκ", με λιθόκτιστη οικία, που βρίσκεται στην περιφέρεια του Δήμου Ροδίων, στη θέση "Νεοχώριο" και στη συμβολή των οδών ... και ..., ανήγειρε επί του εναπομείναντος μετά από ρυμοτόμηση τμήματος του οικοπέδου της αυτού, εκτάσεως 370,34 τμ, μετά την κατεδάφιση της άνω οικίας, μια οικοδομή, αποτελούμενη από υπόγειο, ισόγειο, πρώτο, δεύτερο και τρίτο ορόφους. Η οικοδομή, με κτηματολογικά στοιχεία τόμος οικοδομών Ρόδου παλαιός ... και νέος ..., φύλλο παλαιό 194 και νέο 140, μερίδα 1-48 και φάκελος .../3550 του Κτηματολογίου Ρόδου, έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, με την υπ' αριθ. .../5.8.1982 πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Ρόδου Κων. Τζεδάκη, που μεταγράφηκε νόμιμα. Με την πράξη αυτή ως διηρημένες και αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες της οικοδομής αναγνωρίζονται οι ακόλουθες: Υπόγειο: αποθήκη υπό στοιχεία Υ1, -Ισόγειο: α) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα ένα (11), β) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα δύο (12), γ) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα τρία (13), δ) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα τέσσερα (14), ε) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα πέντε (15), στ) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα έξι (16), ζ) κατάστημα με στοιχείο πίνακα γιώτα επτά (17). -Πρώτος (Α1) όροφος, συνολικής επιφανείας τμ 222,20, Δεύτερος (Β') όροφος: συνολικής επιφάνειας τμ 222, Τρίτος (Γ) όροφος, συνολικής επιφάνειας τμ 54,08 και αέρινη στήλη που περιλαμβάνει το μη ανεγερθέν τμήμα του Γ' ορόφου, επιφανείας 168,12 τμ και ολόκληρη την ύπερθεν του Γ' ορόφου αέρινη στήλη, επιφανείας 222,20 τμ. Περαιτέρω, με την με αριθμό .../30.6.2003 πράξη σύστασης μερικότερης οριζόντιας ιδιοκτησίας και τροποποίησης της με αριθμό .../1982 πράξης του συμβολαιογράφου Ρόδου Κωνσταντίνου Τζεδάκη, που συντάχθηκε από το ίδιο ως άνω συμβολαιογράφο και μεταγράφηκε νόμιμα στα κτηματικά βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου, η πρώτη εναγόμενη, (ιδιοκτήτρια- κατά το χρόνο εκείνο της αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας του τρίτου (Γ') ορόφου και των αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών (μελλοντικών) της αέρινης στήλης της ανωτέρω οικοδομής), ανακατένειμε τα σ' αυτήν ανήκοντα ποσοστά συνιδιοκτησίας των ανωτέρω αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών (τρίτου ορόφου και αέρινης στήλης αντίστοιχα). Η πρώτη εναγόμενη προέβη στην εν λόγω ανακατανομή ενόψει του γεγονότος ότι είχε αποφασίσει να προβεί σε προσθήκη (ανέγερση) και τέταρτου ορόφου της παραπάνω οικοδομής. Ειδικότερα, με την ανωτέρω πράξη η πρώτη εναγόμενη συνέστησε τις παρακάτω περιγραφόμενες μερικότερες αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες -τρίτος (Γ) όροφος: γραφείο με στοιχείο Γ1, επιφανείας τμ 93,20 του κυρίως χώρου και ημιυπαίθριον χώρο 44,28 τμ, - τέταρτος (Δ) όροφος: γραφείο με στοιχείο Δ1, επιφανείας 100,22 τμ και αέρινη στήλη με στοιχείο Μ, συνολικής επιφανείας 390,32 τμ. Με την με αριθμό .../9.2.2000 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης του συμβολαιογράφου Ρόδου Δημ. Γιώρτσου που μεταγράφηκε νόμιμα στα κτηματικά βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου, το υπό στοιχείο Δ1 γραφείο του τετάρτου ορόφου και η αέρινη στήλη κατακυρώθηκαν συνεπεία αναγκαστικού πλειστηριασμού στον ενάγοντα, αντί του ποσού των 36.500.000 δραχμών ή 107.116,65 ευρώ και 5.001.000 δραχμών, ήτοι 14.676,45 ευρώ αντίστοιχα. Στη συνέχεια, ο ενάγων διαπίστωσε ότι οι εναγόμενοι είχαν καταλάβει την Δ1 οριζόντια ιδιοκτησία, της οποίας απέκτησε την κυριότητα, κατά τα ανωτέρω και την χρησιμοποιούσαν σαν κατοικία. Συγκεκριμένα είχαν συνενώσει τις ανεξάρτητες ιδιοκτησίες με στοιχεία Γ1 και Δ1, του τρίτου και τέταρτου ορόφου της οικοδομής, οι οποίες αναφέρονται στην ανωτέρω με αριθμό .../30.6.2003 πράξη σύστασης μερικότερης οριζόντιας και τροποποιητική της με αριθμό .../1982 πράξης του συμβολαιογράφου Ρόδου Κωνσταντίνου Τζεδάκη, μετατρέποντας αυτές σε χώρους κύριας κατοικίας. Ειδικότερα, ο τρίτος όροφος, όπως διαμορφώθηκε από τους εναγομένους, αποτελείται από κουζίνα, καθιστικό και ένα χώρο με χρήση κοινωνικής αίθουσας, ενώ η ιδιοκτησία του τετάρτου ορόφου από τρεις κοιτώνες, ένα χώρο με χρήση βεστιαρίου και ένα χώρο με χρήση λουτρού και χρησιμοποιείται από τους εναγομένους ως ενιαίο διαμέρισμα (μεζονέτα), οι δύο όροφοι δε επικοινωνούν μεταξύ τους με την κοινόχρηστη σκάλα. Η ανωτέρω συνένωση δεν είναι έγκυρη, δηλαδή η συνένωση των ανωτέρω αυτοτελών ιδιοκτησιών του τρίτου και τέταρτου ορόφου, καθόσον για να είναι έγκυρη έπρεπε να γίνει τροποποίηση της ανωτέρω πράξεως οροφοκτησίας και μάλιστα με την συναίνεση όλων των συνιδιοκτητών της οροφοκτησίας και με μεταγραφή της σχετικής προς τούτο συμβολαιογραφικής πράξεως, όπως απαιτεί το άρθρο 13 παρ. 1 του Ν. 3741/1929. Τέτοια τροποποίηση δεν έγινε από τους εναγομένους. Επομένως, εφόσον η ανωτέρω συνένωση είναι μη νόμιμη, η υπ' αριθμ. Δ1 οριζόντια ιδιοκτησία εξακολουθεί να υπάρχει από άποψη ορίων, εμβαδού, ποσοστού συνιδιοκτησίας κλπ, όπως περιγράφεται στην ανωτέρω με αριθμό .../30.6.2003 πράξη σύστασης μερικότερης οριζόντιας και τροποποίησης της με αριθμό .../1982 πράξης συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας, διατηρώντας τη νομική της αυτοτέλεια.
Συνεπώς, ο ενάγων έγινε κύριος του υπ' αριθμ. Δ1 γραφείου, όπως αυτό περιγράφεται στη μνησθείσα πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας, έγινε δηλαδή κύριος και του επίδικου ακινήτου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια ανωτέρω, ήτοι ότι ο ενάγων τυγχάνει κύριος του ανωτέρω επίδικου χώρου του υπό στοιχ. Δ1 διαμερίσματος και, κατά παραδοχή της κρινόμενης αγωγής ως και ουσιαστικά βάσιμης, υποχρέωσε τους εναγομένους να αποδώσουν τούτο (επίδικο) σ' αυτόν, προέβη σε σύννομη και προσήκουσα εκτίμηση των αποδείξεων που προσκομίσθηκαν. Όσα αντίθετα υποστηρίζονται με τους λόγους της κρινόμενης έφεσης είναι αβάσιμα." Με αυτά που δέχτηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο, ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αυτοτέλειας της επίδικης οριζόντιας ιδιοκτησίας από απόψεως νομικής και ουσιαστικής, δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις τις οποίες ορθά εφάρμοσε και περιέλαβε πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες και επομένως ο πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι από τους αριθ. 1 και 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλειες, είναι αβάσιμος.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 11 γ του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 335 και 338 έως και 340 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του νια τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται να γίνεται ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση του καθενός απ' αυτά, αρκεί να καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο από όλο το περιεχόμενο της απόφασης, ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία με επίκληση προσκομίστηκαν νόμιμα από τους διαδίκους. Στην προκειμένη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες με τον δεύτερο από το άρθρο 559 αριθ. 11 γ του Κ.Πολ.Δ., λόγο αναίρεσης προσάπτουν την αιτίαση, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τα παρακάτω έγγραφα που αυτοί επικαλέστηκαν και προσκόμισαν με τις προτάσεις τους στο Εφετείο, ήτοι την 6429/1999 έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Ρόδου Μ. Μ. και τις 6711/1999 και 6430/1998 περιλήψεις κατασχετηρίων εκθέσεων του ιδίου δικαστικού επιμελητή. Από τη βεβαίωση, όμως, του Εφετείου ότι έλαβε υπόψη "όλα ανεξαιρέτως τα με επίκληση, προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα" και από όλο το περιεχόμενο της απόφασης δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι τούτο για το σχηματισμό της κρίσης του, στην οποία τελικώς κατέληξε, έλαβε υπ' όψη του και συνεκτίμησε μαζί με όλες τις υπόλοιπες αποδείξεις και τα προαναφερόμενα έγγραφα και επομένως ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.
Με τον τρίτο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 8 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια, ότι το Εφετείο δεν εξέτασε τον πρώτο λόγο έφεσης των αναιρεσειόντων, με τον οποίο ζητούσαν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης κατά το μέρος που διέταξε το χωρισμό της υπόθεσης και την παραπομπή στο Μονομελές Πρωτοδικείο ως προς τα αγωγικά αιτήματα να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να ανεχθούν τη χρήση της κοινόχρηστης σκάλας και του κοινοχρήστου ανελκυστήρα από τον ενάγοντα και να απαγγελθεί καθ' εκάστου εναγομένου προσωπική κράτηση μέχρι 12 μηνών και χρηματική ποινή 100.000 ευρώ για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί, επί τω τέλει απορρίψεως εξ ολοκλήρου της ένδικης αγωγής.
Όπως προκύπτει από την επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης έφεσης στον πρώτο λόγο της έφεσης τους οι αναιρεσείοντες δεν διατύπωσαν κανένα παράπονο για τον ως άνω χωρισμό της υπόθεσης και την παραπομπή των ανωτέρω αγωγικών αξιώσεων στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου τα οποία το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διέταξε κατόπιν σχετικής ενστάσεως των εναγομένων (βλ. εκκαλουμένη απόφαση). Μετά ταύτα ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστούν οι ηττώμενοι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 15-1-2012 αίτηση των ’. συζ. Ι. Κ. κ.λπ. για αναίρεση της 220/2011 απόφασης του Εφετείου Δωδεκανήσου.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 13 Ιουνίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ