Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1665 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Πλαστογραφία, Υπεξαίρεση στην υπηρεσία, Ακροάσεως έλλειψη, Καταχραστές Δημοσίου, Απιστία περί την υπηρεσία.




Περίληψη:
Πλαστογραφία μετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση, απιστία σχετικά με την υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση, υπεξαίρεση στην υπηρεσία κατ’ εξακολούθηση, με την επιβαρυντική περίσταση του Ν. 1608/50. Λόγος αναίρεσης για έλλειψη ακρόασης, διότι ο κατηγορούμενος ζήτησε να ασκήσει το δικαίωμα που του παρέχεται από το νόμο και το δικαστήριο αρνήθηκε ή παρέλειψε να απαντήσει στο σχετικό αίτημα, όπως όταν σύμφωνα με το άρθρο 364 §1 ΚΠΔ, υποβάλλει αίτημα επιδείξεως σ’ αυτόν πειστηρίου. Αναιρεί και παραπέμπει.




Αριθμός 1665/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γεωργίου Σαραντινού), ο οποίος ορίσθηκε με την 57/1-4-2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη-Εισηγητή, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Νινόπουλο, περί αναιρέσεως της 1631/2005 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Δεκεμβρίου 2005 αίτηση αναιρέσεως καθώς και στους από 28 Απριλίου 2006 και 26 Ιανουαρίου 2007 προσθέτους λόγους αυτής, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 31/2006.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
H υπό κρίση υπόθεση εισάγεται προς εκδίκαση, μετ'αναπομπή, μετά την έκδοση της 4/2008 αποφάσεως της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίφθηκαν ως αβάσιμοι ο τρίτος λόγος της κρινόμενης αναίρεσης και ο συναφής πρώτος από τους από 26-1-2007 πρόσθετους αυτής λόγους από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' ΚΠΔ για σχετική ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και δεν καλύφθηκε, διότι εξετάσθηκαν μάρτυρες στο ακροατήριο πρόσωπα που διενήργησαν διοικητική εξέταση, προκειμένου να ερευνηθούν οι λοιποί λόγοι αναίρεσης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Β' ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης της απόφασης είναι και η έλλειψη ακρόασης, κατά το άρθρο 170 παρ.2 ίδιου Κώδικα, η οποία επιφέρει ακυρότητα της διαδικασίας. Η ακυρότητα αυτή επέρχεται, κατά τη διάταξη του άρθρου 170 παρ. 2 στοιχ. α' Κ.Π.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 7 του ν. 1947/1991 και άρθρο 34 παρ. 2 ν. 2172/1993, στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του ζήτησαν να ασκήσουν δικαίωμα που ρητά τους παρέχεται από το νόμο και το δικαστήριo αρνήθηκε ή παρέλειψε να απαντήσει στο σχετικό αίτημα. Τέτοιο δικαίωμα αποτελεί και εκείνο του κατηγορουμένου, όταν σύμφωνα με το άρθρο 364 παρ. 1 Κ.Π.Δ. υποβάλλει αίτημα επιδείξεως σ` αυτόν πειστηρίου, που χρειάζεται να αναγνωρίσει. Αν δεν απαντήσει το δικαστήριο επί του πιο πάνω αιτήματος του κατηγορουμένου, υφίσταται έλλειψη ακροάσεως αυτού κατά το άρθρο 170 παρ. 2 του Κ.Π.Δ. και ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' του ίδιου κώδικα λόγος αναιρέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και τα λοιπά έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται, από το Αρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας ή μη των λόγων αναίρεσης, προκύπτουν τα εξής. Με την προσβαλλόμενη 1631/2005 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, η κατηγορούμενη και ήδη αναιρεσείουσα Χ, καταδικάστηκε, σε συνολική ποινή φυλάκισης έξι ετών για πλαστογραφία μετά χρήσεως, κατ'εξακολούθηση, που στρεφόταν κατά του Δημοσίου με ζημία αυτού που υπερβαίνει τα 50 εκατ. δραχμές, απιστία σχετικά με την υπηρεσία, κατ' εξακολούθηση, όπου ο υπαίτιος μετήλθε ιδιαίτερα τεχνάσματα και η ελάττωση της περιουσίας του Δημοσίου υπερβαίνει τα 50 εκατ. δραχμές και υπεξαίρεση στην υπηρεσία, κατ' εξακολούθηση, με ζημία του Δημοσίου που υπερβαίνει τα 50 εκατ. δραχμές, (26 παρ.1α, 27 παρ.1, 94 παρ.1, 98, 216 παρ.1,3, 256 περ.γ', 258 περ.γ ΠΚ , άρθρο 1 Ν.1608/1950, όπως ισχύει) με τα ελαφρυντικά του άρθρου 84 παρ. 2 περ, α, δ και ε. Κατά την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας και μετά την προβολή αντιρρήσεων ως προς την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας Α και Β, διότι, όπως ισχυρίσθηκε, "είχαν διενεργήσει προανακριτικά καθήκοντα κατά το άρθρο 211 ΚΠΔ", ο αυτός πληρεξούσιος, υπέβαλε αίτημα αναβολής της υποθέσεως, "προκειμένου να προσκομισθούν τα πειστήρια, δηλαδή τα 1833 διπλότυπα, τα οποία κατά το κατηγορητήριο πλαστογράφησε η κατηγορουμένη-αναιρεσείουσα και έκανε χρήση. Ακολούθως δε, όπως αναφέρεται στα πρακτικά της δίκης, ο πληρεξούσιος της κατηγορουμένης-αναιρεσείουσας προέβαλε προφορικά και κατέθεσε εγγράφως, για καταχώρηση στα πρακτικά, μεταξύ άλλων, και τα παρακάτω αιτήματα "......α. Προσκομιδής πειστηρίων και β. Διενεργείας λογιστικής πραγματογνωμοσύνης". Στη συνέχεια αφού ανάπτυξε τους λόγους για τους οποίους προέβαλε τα αιτήματα αυτά , ζήτησε "1) ........ κατ' αρ. 364 § 1 β' & 171 § 1 δ' Κ.Π.Δ., να προσκομισθούν τα 1833 διπλότυπα τα υπάρχοντα και φυλασσόμενα εις την Δ.Ο.Υ. Κηφισίας, εν οίς και τα ειδικώτερα 744 διπλότυπα που απετέλεσαν τα μόνα αντιπαραβληθέντα και περιεχόμενα εις την έκθεσιν Γ, ως συνιστώντα πειστήρια του εγκλήματος......, ώστε να δυνηθεί να ασκήσει σε καθένα εξ αυτών τα κατ' αρ. 357 § 4, 358 Κ.Π.Δ. ατομικά υπερασπιστικά του δικαιώματα και το Δικαστήριο αυτοψίαν, θέτοντας εις έλεγχο την αξιοπιστίαν του επιθεωρητού -μηνυτού και των μαρτύρων, 2) Να διαταχθή λογιστική πραγματογνωμοσύνη από ανεξαρτήτους ορκωτούς ελεγκτές του Σ.Δ.Ο.Ε. ή άλλους επιθεωρητές εκτός Αθηνών επί των 744 διπλοτύπων που τα ποσά τους προκύπτουν εξ αντιπαραβολής και περιέχονται εις την έκθεσιν του τεχνικού μου συμβούλου με το ερώτημα κλπ". Ακολούθως η κατηγορουμένη αναιρεσείουσα, αφού εξέθεσε τα ερωτήματα επί των οποίων έπρεπε να διαταχθεί η λογιστική πραγματογνωμοσύνη, ζήτησε να αναβληθεί η δίκη για το λόγο αυτό. Επι των αιτημάτων αυτών, ο μεν ο Εισαγγελέας, "πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος της αναβολής για προσκομιδή των πειστηρίων και διενέργεια λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, το δε Δικαστήριο, στο περί της ενοχής σκεπτικό της αποφάσεώς του, αφού εξέθεσε τους λόγους για τους οποίους πείστηκε για την ενοχή της κατηγορουμένης αναιρεσείουσας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι "ύστερα από αυτά το αίτημα της κατηγορουμένης για αναβολή της δίκης, προκειμένου να προσκομισθούν τα πειστήρια και να διενεργηθεί λογιστική πραγματογνωμοσύνη είναι αβάσιμα και απορριπτέα". Για την πλαστογράφηση (παραποίηση) των 1833 αυτών εγγράφων (διπλοτύπων Α) κρίθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα και από την αντιπαραβολή αυτών (στελέχους και αντιγράφου) προέκυπτε, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το ποσό των 58.257.729 δραχμών, για το οποίο κρίθηκε ότι αυτή ιδιοποιήθηκε παρανόμως, με αντίστοιχη ζημία του ελληνικού Δημοσίου. Το σαφές και ορισμένο, όμως, αίτημα, της κατηγορουμένης αναιρεσείουσας για την επίδειξη των πειστηρίων του εγκλήματος, προκειμένου να ασκήσει τα από το άρθρο 358 Κ.Π.Δ. υπερασπιστικά της δικαιώματα δεν ταυτίζεται με το αίτημα αυτής να αναβληθεί η δίκη προκειμένου να διενεργηθεί λογιστική πραγματογνωμοσύνη επ' αυτών. Η κατηγορουμένη δε, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, υπέβαλε παραλλήλως και τα δύο αυτά αιτήματα, πλην όμως, ο μεν εισαγγελέας πρότεινε, το δε Δικαστήριο απάντησε μόνο επί του δευτέρου αιτήματος (της αναβολής της δίκης). Η απορριπτική δε του αιτήματος της αναβολής αιτιολογία δεν δύναται να αποτελέσει και αιτιολογία απορρίψεως του αιτήματος για την επίδειξη των πειστηρίων, αφού, πλην άλλων, η παραδοχή ή η απόρριψη του εν λόγω αιτήματος λογικώς προηγείται της περί ενοχής αποφάσεως. Ούτε, άλλωστε, το δικαίωμα αυτό της κατηγορουμένης αναιρεσείουσας δύναται να εξαρτηθεί από το εάν η ενοχή της αποδεικνύεται και από άλλα, πλην των πειστηρίων, αποδεικτικά στοιχεία. Τούτο δε, διότι και για τον επιπλέον λόγο, όπως και η αναιρεσείουσα υποστηρίζει, με την προσκόμιση των πειστηρίων αυτών και με την επιδιωκόμενη αντιπαραβολή τους, θα προέβαινε σε έλεγχο των όσων υποστήριξαν οι μάρτυρες-επιθεωρητές (στις καταθέσεις των οποίων κυρίως στηρίχθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, όπως ρητώς σε αυτή αναφέρεται) ως προς το ύψος του υπεξαιρεθέντος ποσού, το οποίο και προσδιόρισε τον κακουργηματική χαρακτήρα των πράξεων, για τις οποίες καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν.1608/1950. Συνεπώς, εφόσον, επί του νομίμου αυτού αιτήματος της κατηγορουμένης αναιρεσείουσας, δεν απάντησε καθόλου το Δικαστήριο (ούτε ο Εισαγγελέας προέτεινε), είναι βάσιμος ο συναφής λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Β' ΚΠΔ, για έλλειψη ακροάσεως, και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το άρθρο 519 ΚΠΔ, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1631/2005 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο παραπάνω Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που την είχαν δικάσει προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Μαΐου 2008.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 24 Ιουνίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή