Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1891 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ισχυρισμός αυτοτελής, Ποινή.




Περίληψη:
Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της καταδικαστικής αποφάσεως κατ’ άρθρα 93 § 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς. Ποιοι είναι αυτοτελείς ισχυρισμοί. Είναι οι εκ του άρθρου 13 § 1 Ν. 1729/87 ως και οι περί συνδρομής ελαφρυντικών περιστάσεων άρθρου 84 § 2 ΠΚ. Δεν αρκεί η αιτιολογία ότι αυτοί «πρέπει να απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι», χωρίς αναφορά αρνητικών περιστατικών. Αναιρείται ως προς το μέρος περί απορρίψεως αυτών των ισχυρισμών και ως προς την ποινή, ανεξαρτήτως εάν είχε ήδη ζητηθεί και αναγνωρισθεί ένα ελαφρυντικό.




Αριθμός 1891/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό, Βιολέττα Κυτέα - Εισηγήτρια και Ελευθέριο Μάλλιο (που ορίστηκε προς συμπλήρωση της συνθέσεως με την με αριθμό 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Όθωνα Παπαδόπουλο, περί αναιρέσεως της 1455-1456/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης με συγκατηγορούμενη την Χ2.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29 Ιανουαρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 295/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η απαιτουμένη κατά το άρθρο 93 § 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δικ., όπως ετροποποιήθη το τελευταίο με το άρθρο 2 § 5 του Ν. 2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Δ' Κ.Ποιν.Δικ. υπάρχει όταν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, περιέχονται σ'αυτήν με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στήριξαν την κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που απεδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Η αιτιολογία αυτή πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς. Είναι δε αυτοτελείς ισχυρισμοί εκείνοι, οι οποίοι προβάλλονται, σύμφωνα με τα άρθρα 170 § 2 και 332 § 2 Κ.Ποιν.Δικ. στο δικαστήριο της ουσίας, από τον κατηγορούμενο ή τον συνήγορό του και τείνουν εις την άρση του αδίκου χαρακτήρος της πράξεως, τον αποκλεισμό ή την μείωση της ικανότητος προς καταλογισμόν ή την εξάλειψη του αξιοποίνου ή την μείωση της ποινής, εφ' όσον όμως προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα, δηλαδή, τα πραγματικά περιστατικά τα οποία είναι αναγκαία για την θεμελίωσή τους, χωρίς να αρκεί μόνον η επίκληση της νομικής διατάξεως, η οποία τους προβλέπει ή του χαρακτηρισμού με τον οποίον είναι γνωστοί αυτοί στην νομική ορολογία· και τούτο δια να μπορέσει ο δικαστής, ύστερα από αξιολόγηση να τους κάμει δεκτούς ή να τους απορρίψει, άλλως το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Τοιούτος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και η επίκληση από τον κατηγορούμενο για παραβάσεις του Νόμου 1729/1987 "καταπολέμηση της διάδοσης των ναρκωτικών, προστασία των νέων και άλλες διατάξεις", ή τον συνήγορό του της συνδρομής της περιπτώσεως του άρθρου 13 § 1 του ιδίου νόμου όπως ισχύει, η οποία καλύπτει εκείνους που απέκτησαν την έξη της χρήσεως των ναρκωτικών (ουσιών) και την οποία δεν μπορούν να αποβάλλουν με τις δικές τους δυνάμεις και έχει ως συνέπεια την ηπιότερη ποινική μεταχείριση του δράστου (παράγρ. 4). Δια να είναι όμως σαφής και ορισμένος αυτός ο ισχυρισμός και να προκύπτει εντεύθεν υποχρέωση του δικαστηρίου να τον εξετάσει και να αιτιολογήσει την σχετική κρίση του, δεν αρκεί μόνον η επίκληση του όρου ότι εκείνος είναι "τοξικομανής", αλλά πρέπει για την θεμελίωσή του να γίνεται επίκληση και των κατά την άνω διάταξη πραγματικών περιστατικών, δηλαδή ότι ο κατηγορούμενος από την χρήση των ναρκωτικών ουσιών απέκτησε την έξη της χρήσεως αυτών, την οποίαν δεν μπορεί να αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις. Περαιτέρω είναι αυτοτελής ο ισχυρισμός περί της συνδρομής της ελαφρυντικής περιστάσεως της διατάξεως του άρθρου 84 § 2ε' Π.Κ., δηλαδή ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, είναι δε ορισμένος ο ισχυρισμός αυτός όταν περιλαμβάνει τα αναγκαία περιστατικά για την θεμελίωσή του καλή γενικά συμπεριφορά στην κοινωνία που να εκτείνεται σε σχετικά μεγάλο χρονικό διάσημα μετά την αξιόποινη πράξη και να είναι αποτέλεσμα ελευθέρας βουλήσεως και όχι φόβου ή καταναγκασμού, οπότε το δικαστήριο έχει υποχρέωση να αιτιολογήσει και εδώ ειδικώς και εμπεριστατωμένως την παραδοχή ή την απόρριψή του. Η έλλειψη της τοιαύτης αιτιολογίας, εις αμφοτέρας τας άνω περιπτώσεις ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Δ Κ.Π.Δ. λόγον αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποίαν εξεδόθη η προσβαλλομένη απόφαση, ο αναιρεσείων κατηγορούμενος εζήτησε δια του συνηγόρου του, εκτός από την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 § 2α Π.Κ., την οποίαν του ανεγνώρισε το δικαστήριο, (μετά την πρόταση του εισαγγελέως περί της ενοχής), την αναγνώριση και της συνδρομής της περιπτώσεως του άρθρου 13 § 1 Ν. 1729/1987 και της ελαφρυντικής περιστάσεως άρθρου 84 § 2ε' Π.Κ., τις οποίες ανέπτυξε προφορικώς και παρέδωσε γραπτώς στον διευθύνοντα την συζήτηση (άρθρ. 141 § 2 ΚΠΔ) έχουν δε ως εξής: "Αναγνώριση στο πρόσωποτου κατηγορουμένου της ιδιότητας του ως τοξικομανούς. Επειδή ο κατηγορούμενος, κατά τον χρόνο της συλλήψεώς του, είχε αποκτήσει την έξη της χρήσης των ναρκωτικών ουσιών την οποία δεν μπορούσε να αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις, για τον λόγο δε αυτό θα πρέπει να υποβληθεί στην ειδική μεταχείριση που προβλέπεται στο άρθρο 13 ν. 1729/87. Συγκεκριμένα, ο κατηγορούμενος, στην από 15-2-2003 προανακριτική του απολογία ενώπιον των αστυνομικών της Διευθύνσεως Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, η οποία ακολούθησε την σύλληψή του, δήλωσε την ιδιότητά του ως τοξικομανούς ("κάνω χρήση ηρωίνης 4 μήνες περίπου"). Αλλά και κατά την από 17-2-2003 ανακριτική του απολογία ενώπιον της κ. Ανακρίτριας Γ' Τμήματος Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης επανέλαβε κατά τρόπο σαφή και άμεσο την δήλωση αυτή ("είμαι τοξικομανής... επειδή δεν με έπιανε το χασίς άρχισα την ηρωίνη"). Ωστόσο, μετά τον εγκλεισμό του στην φυλακή, που ακολούθησε αμέσως μετά την ανακριτική του απολογία (είχε κριθεί προφυλακιστέος) παρουσίασε στερητική συμπτωματολογία από την απότομη διακοπή της χρήσης ναρκωτικών, στοιχείο που αποτελεί κατ'εξοχήν γνώρισμα των εχόντων αποκτήσει την έξη της χρήσεως των ναρκωτικών ουσιών σε βαθμό να μην μπορούν να την αποβάλουν με δικές τους δυνάμεις, το δε γεγονός αυτό προκύπτει από την από 27-10-2003 ιατρική βεβαίωση του ιατρού της Δικαστικής Φυλακής Θεσσαλονίκης κ. Α, που κατατέθηκε από τον κατηγορούμενο και αναγνώσθηκε από το Δικαστήριό Σας. Από το ανωτέρω έγγραφο προκύπτει ότι από τις επιπλοκές που προκάλεσε στην υγεία του η απότομη (λόγω του εγκλεισμού του) διακοπή της χρήσεως ηρωίνης προέκυψε η απόκτηση της έξης και της εξάρτησης που είχε αποκτήσει ο κατηγορούμενος πριν και μέχρι τον χρόνο της συλλήψεώς του. Επιπλέον, ο κατηγορούμενος προσάγει και επικαλείται και το με αριθμό πρωτ. 13283/24-9-2003 πιστοποιητικό του Δημοσίου Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, το οποίο αναγνώσθηκε από το Δικαστήριό Σας, και από το οποίο προκύπτει η νοσηλεία του στο συγκεκριμένο νοσοκομείο λόγω χρήσης τοξικών ουσιών σε χρόνο προγενέστερο της συλλήψεώς του. Αναγνώριση του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παρ. 2 περ. ε'. Επειδή ο κατηγορούμενος με την υπ'αριθ. 302/2004 απόφαση του Δικαστηρίου Σας που διέταξε την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης, εξήλθε των φυλακών την 17η Μαρτίου 2004. Έκτοτε, και για το σοβαρό χρονικό διάστημα των 3,5 ετών (συγκεκριμένα τριών ετών και οκτώ μηνών), διήγαγε βίο καθ'όλα έντιμο εργαζόμενος ως μικροπωλητής και συντηρώντας την οικογένειά του που αποτελείται από την σύζυγο και τα τρία ανήλικα τους τέκνα, το κυριότερον δε, δεν έδωσε την παραμικρή αφορμή, δεν απασχόλησε τις Αρχές για καμία απολύτως αξιόποινη πράξη και επέδειξε αρίστη διαγωγή, όπως προκύπτει τόσο από την κατάθεση των αστυνομικών οργάνων όσο και από το αντίγραφο του ποινικού του μητρώου". Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την προσβαλλομένη υπ'αριθμ. 1455-1456/2007 απόφασή του απέρριψε τους άνω κατά τρόπο σαφή και ορισμένο προβληθέντες αυτοτελείς ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος, χωρίς αιτιολογία, αφού μετά το περί ενοχής σκεπτικό είπε: "Αντιθέτως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ' ουσίαν ο ισχυρισμός του Χ1 περί του ότι αυτός κατά τον χρόνο τέλεσης της ως άνω πράξεώς του είχε αποκτήσει την έξη της χρήσης των ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορούσε να αποβάλει αυτή με τις δικές του δυνάμεις. Επίσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο κατ'ουσίαν το αίτημα των ως άνω κατηγορουμένων περί αναγνωρίσεως της συνδρομής στο πρόσωπό τους της ελαφρυντικής περίστασης του ότι αυτοί συμπεριφέρθηκαν καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη τους", χωρίς δηλαδή να αναφερθεί στα συγκεκριμένα περιστατικά, των οποίων έγινε επίκληση υπό του κατηγορουμένου και χωρίς να αναφέρει ειδικά και συγκεκριμένα αρνητικά περιστατικά που οδήγησαν στην απορριπτική του κρίση. Εντεύθεν και το άνω Εφετείο, υπέπεσε, κατ' αυτό το μέρος, στην εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Δ' Κ.Π.Δ. πλημμέλεια της ελλείψεως της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας στην απόφαση. Δι'ό και πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο σχετικός μόνος λόγος της κρινομένης αναιρέσεως, εν αναφορά με την αιτίαση της ελλείψεως αιτιολογίας για την απόρριψη αμφοτέρων των ανωτέρω αυτοτελών ισχυρισμών, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη δι' αυτής (αναιρέσεως) απόφαση ως προς τις διατάξεις, με τις οποίες απερρίφθησαν αυτοί οι ισχυρισμοί, αναγκαίως δε και ως προς τις διατάξεις τόσον περί επιβολής ποινής δι' εκάστην των πράξεων δια τας οποίας κατεδικάσθη ο αναιρεσείων ήτοι κατοχής αγοράς, πωλήσεως ναρκωτικών ως μιας πράξεως και αντιστάσεως όσον και περί επιβολής συνολικής ποινής. Εν συνεχεία να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος της στο ίδιο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστάς, εκτός εκείνων που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρ. 519 Κ.Π.Δ.), για να κριθεί εάν στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου συντρέχουν και οι ελαφρυντικές περιστάσεις των άρθρων 13 § 1 Ν. 1729/1987 και 84 § 2ε' Π.Κ. και σε καταφατική περίπτωση να συνεκτιμηθούν και αυτές κατά την επιμέτρηση των ποινών που θα επιβληθούν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί εν μέρει την υπ'αριθμ. 1455-1456/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, και μόνο ως προς τις στο σκεπτικό της παρούσης διατάξεις.

Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα κρίση, ως προς το αναιρούμενο μέρος της, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτηθησόμενο από άλλους δικαστάς, εκτός εκείνων, οι οποίοι εδίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Ιουλίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή