Θέμα
Δήμοι, Πράγματα κοινόχρηστα.
Περίληψη:
Κοινόχρηστα πράγματα είναι και οι δημοτικές οδοί, που ανήκαν στην κυριότητα του οικείου Δήμου. Απόκτηση της ιδιότητας του κοινοχρήστου με την αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα (vetustas). Προϋποθέσεις. Λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ. Πότε δημιουργείται [Επικυρώνει ΠολΠρωτΡεθ. 75/2010].
Αριθμός 616/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Δεκεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Γ. χήρας Α. Ψ., το γένος Ν. Π., κατοίκου ... η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της 1)Α. Ψ. και 2)Κωνσταντίνο Τσέγα.
Του αναιρεσιβλήτου: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία "Δήμος Μυλοποτάμου" Ν. Ρεθύμνης, καθολικού διαδόχου του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "Δήμος Γεροποτάμου" Ν. Ρεθύμνης, που εκπροσωπείται νόμιμα και εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Μιχελάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15/5/2007 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Μυλοποτάμου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 7/2008 του ίδιου Δικαστηρίου και 75/ΠΤ/9/2010 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 10/1/2011 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 10/9/2012 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Αρεοπαγίτη Δημητρίου Μαζαράκη, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη της.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 369, 966, 967, 968, 972, 1033 και 1192 αρ.1 του ΑΚ, οι οποίες εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 55 του ΕισΝ. ΑΚ, προκειμένου να κριθεί μετά την εισαγωγή του ΑΚ η ιδιότητα ενός πράγματος ως εκτός συναλλαγής ή κοινοχρήστου, προκύπτει ότι μεταξύ των κοινοχρήστων πραγμάτων περιλαμβάνονται οι πλατείες και οι οδοί αδιακρίτως. Τα κοινής χρήσεως πράγματα λαμβάνουν τον προορισμό τους αυτό από το νόμο ή τη βούληση του ιδιοκτήτη τους (όπως με διαθήκη ή δωρεά), που μπορεί να εκδηλωθεί και με παραίτηση από την κυριότητα του πράγματος για να καταστεί αυτό κοινόχρηστο, η οποία όμως παραίτηση πρέπει να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που θα υποβληθεί σε μεταγραφή. Κατά το προϊσχύσαν του ΑΚ βυζαντινορρωμαϊκό δίκαιο (ν.3 Πανδ. 43, 7, ν. 2 παρ. 8, Πανδ. 39.3, ν. 28 Πανδ. 22, 3) αναγνωριζόταν ως τρόπος κτήσης της ιδιότητας πράγματος ως κοινοχρήστου η αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα στη χρήση του πράγματος από τους δημότες Κοινότητας ή Δήμου (vetustas), με την οποία κυρούνταν ως νόμιμη η πραγματική κατάσταση που υπήρχε πριν από τόσο χρόνο, ώστε η ζώσα γενεά να τη γνώρισε ως έχει και να μη διέσωσε παράδοση από την παρελθούσα γενεά για την ύπαρξη άλλης διαφορετικής κατάστασης. Η αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα δεν υιοθετήθηκε από τον ΑΚ, διατηρείται, όμως, σύμφωνα με το άρθρο 51 ΕισΝ ΑΚ, η δυνάμει αυτής ιδιότητα που απέκτησε το πράγμα ως κοινής χρήσεως, εφόσον πριν από την εισαγωγή του ΑΚ (23-2-1946) δύο συνεχόμενες γενεές ανθρώπων επί συνολικό διάστημα τουλάχιστον ογδόντα (80) ετών δεν γνώρισαν διαφορετική κατάσταση του πράγματος από την κοινοχρησία. Εκείνος που ισχυρίζεται ότι κάποιο ακίνητο ή οδός είναι κοινόχρηστος χώρος, πρέπει, για το ορισμένο του ισχυρισμού του, να καθορίσει το νόμιμο τρόπο με τον οποίο αποκτήθηκε η ιδιότητα της κοινοχρησίας. Προκειμένου, επομένως, να γίνει δεκτή ως και κατ' ουσίαν βάσιμη αγωγή, η οποία θεμελιώνεται στην ιδιότητα του πράγματος ως κοινοχρήστου, πρέπει να καθορίζονται στην απόφαση όλα τα πραγματικά περιστατικά που είναι απαραίτητα κατά νόμο, δηλαδή κατά τις διατάξεις του προϊσχύσαντος του ΑΚ ΒΡΔ που προπαρατέθηκαν, για την εφαρμογή του θεσμού της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας. Έτσι, δεν αρκεί η αναφορά στην απόφαση της ιδιότητας του πράγματος ως κοινοχρήστου και της κτήσης της εν λόγω ιδιότητας με την κοινή χρήση του πράγματος από δύο κατά συνέχεια γενεές (αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα), αλλά απαιτείται, επίσης, να αναφέρεται σ' αυτή ότι η αρχαιότητα στην κοινή χρήση είχε συμπληρωθεί κατά το χρόνο εισαγωγής του ΑΚ (23-2-1946). Διαφορετικά η απόφαση αρκείται σε στοιχεία λιγότερα από εκείνα που απαιτούν οι διατάξεις του ΒΡΔ που προμνημονεύθηκαν, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 ΕισΝ Α.Κ. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι λόγος αναίρεσης κατά των αποφάσεων των Πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων για ευθεία παράβαση ουσιαστικού κανόνα δίκαιου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της εφαρμογής του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, αντίστοιχα δε, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται με βάση το πραγματικό του κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του αναφορικά με την ένδικη διεκδικητική αγωγή του ενάγοντος και ήδη αναιρεσιβλήτου Δήμου, δέχτηκε τα ακόλουθα: Ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος Δήμος Μυλοποτάμου Ν.Ρεθύμνης είναι κύριος μίας κοινόχρηστης δημοτικής οδού που βρίσκεσαι εντός του οικισμού Εξάνδη της τέως κοινότητας Μελιδονίου του Δήμου Γεροποτάμου, η οποία έχει μήκος 30 μέτρα περίπου και πλάτος που κυμαίνεται από 3,07 μέτρα έως 1,50 μέτρα, ξεκινά από άλλη δημοτική οδό και διερχόμενη από την ιδιοκτησία της εναγομένης - αναιρεσείουσας κατευθύνεται αρχικά ανατολικά σε μήκος 18 μέτρων περίπου και πλάτος 3,07 έως 2,50 μέτρα και στη συνέχεια βορειοανατολικά σε μήκος 12 μέτρων περίπου και πλάτος από 2,78 έως 1,5 μέτρα και καταλήγει σε άλλη δημοτική οδό. Η οδός αυτή εχρησιμοποιείτο κυρίως από τους κατοίκους του οικισμού Εξάνδη και από άλλους δημότες που διέρχονταν πεζοί και με σκαπτικά μηχανήματα, αποτελεί δε διακλάδωση άλλης κοινοτικής οδού. Έχει ήδη καταστεί κοινόχρηστη, αφού την χρησιμοποιούσαν για τουλάχιστον 80 έτη πριν από το έτος 1946 κυρίως οι κάτοικοι του οικισμού Εξάνδη, αλλά και οι δημότες του ενάγοντος. Έτσι δύο γενεές πριν την εισαγωγή του ΑΚ δεν γνώρισαν διαφορετική κατάσταση ως προς τη χρήση της οδού. Επί της οδού αυτής, η δικαιοπάροχος του ενάγοντος τέως κοινότητα Μελιδονίου κατασκεύασε προ 30-35 ετών, δίκτυο ύδρευσης και την τσιμεντόστρωσε, επειδή ήταν χωματόδρομος, ενώ το έτος 2006 κατασκεύασε επ' αυτής αποχετευτικό δίκτυο. Ο ισχυρισμός της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας ότι τμήμα της επίδικης οδού μήκους 16 μέτρων και πλάτους από 2,85 μέτρα έως 2,50 μέτρα, αποτελεί ιδιοκτησία της, επί της οποίας υφίσταται δουλεία διάβασης υπέρ της Ε. Τ. δεν αποδείχθηκε. Ειδικότερα: α) στο υπ' αριθμ. …/6-10-1954 συμβόλαιο δωρεάς του τέως συμβολαιογράφου Μυλοποτάμου Αντωνίου Λουκάκη, με το οποίο ο πατέρας της αναιρεσείουσας δώρησε σε αυτήν το ακίνητό της (οικία και κήπο), αναφέρεται ότι αυτό συνορεύει "με δρόμο" και ότι το απέκτησε "προ τεσσαράκοντα ετών εκ πατρικής κληρονομίας". Τούτο σημαίνει ότι ήδη το έτος 1914 υπήρχε η επίδικη οδός, ενώ πουθενά δεν αναφέρεται δουλεία διαβάσεως, β) στην με αριθμ 719/1972 άδεια οικοδομής της Πολεοδομίας Ρεθύμνου και στο τοπογραφικό διάγραμμα που την συνοδεύει, η παραπάνω οδός χαρακτηρίζεται ως κοινοτική, γ) στην με αριθμ. 566/1993 βεβαίωση του Προέδρου της κοινότητας Μελιδονίου που εξεδόθη με επιμέλεια της αναιρεσείουσας καθώς και στο συνημμένο σε αυτή από Ιούλιο 1993 τοπογραφικό διάγραμμα αναφέρεται ότι η ιδιοκτησία της συνορεύει Νότια Ανατολικά και Δυτικά με κοινοτικό δρόμο, δηλαδή την επίδικη οδό. Το ίδιο αναφέρεται και στην υπ' αριθμ. 122/1993 άδεια οικοδομής που εκδόθηκε με επιμέλειά της, δ) στην υπ' αριθμ. 391/1981 άδεια οικοδομής που εκδόθηκε με αίτηση του δικαιοπαρόχου της εναγομένης Α. Ψ., καθώς και στο από Ιούλιος 1981 τοπογραφικό διάγραμμα που την συνοδεύει, η επίδικη οδός αναφέρεται ως "κοινόχρηστο τμήμα (διάβασις)", ε)στο με αριθμ. 530/6-9-1993 έγγραφο του Προέδρου της κοινότητας Μελιδονίου υποδεικνύεται στην αναιρεσείουσα να διορθώσει το τοπογραφικό διάγραμμα που υπέβαλε για την έκδοση της παραπάνω αδείας οικοδομής, στο οποίο εμφανίζει την επίδικη οδό ως ιδιοκτησία της, "προκειμένου να πετύχει μεγαλύτερη κάλυψη". Τα παραπάνω δεν αναιρούνται από το με αριθμό …/15-7-1988 συμβόλαιο δωρεάς του συμβολαιογράφου Ρεθύμνης Απόστολου Ρήγα, με το οποίο η εναγομένη απέκτησε το ακίνητό της από τον σύζυγό της Α. Ψ., στο οποίο για πρώτη φορά γίνεται λόγος για δουλεία διαβάσεως υπέρ της ιδιοκτησίας της Ε. Τ., καθόσον δεν αναφέρεται ο τρόπος δημιουργίας της δουλείας και άλλα προσδιοριστικά αυτής στοιχεία (μήκος, πλάτος, κατεύθυνση). Ούτε άλλωστε από την με αριθμ. 5/1984 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκου Μυλοποτάμου, που συνετάχθη με επιμέλεια της αναιρεσείουσας, προκύπτει το αντίθετο, αφού δεν αναφέρονται σε αυτήν ο τρόπος δημιουργίας της δουλείας και άλλα προσδιοριστικά αυτής στοιχεία (μήκος. κατεύθυνση). Τέλος και από το από 10/1993 έγγραφο της αναιρεσείουσας προς το Κοινοτικό Συμβούλιο Μελιδονίου, με το οποίο δηλώνει ότι συναποδέχεται να γίνει η φερομένη ως δουλεία διαβάσεως, κοινοτικός δρόμος δεν προκύπτει ότι υφίσταται τέτοια δουλεία, αφού το έγγραφο αυτό συνετάχθη με σκοπό να καταστεί δυνατή η έκδοση της οικοδομικής άδειας, στην οποία δεν συναινούσε η κοινότητα Μελιδονίου, καθώς θεωρούσε ήδη την επίδικη οδό ως κοινοτική. Επί της κοινόχρηστης δημοτικής οδού, η εναγομένη κατασκεύασε μία γούρνα διαστάσεων 1,6 Χ 0,60 μ. την οποία χρησιμοποιούσε για το πλύσιμο των ρούχων και την οποία διατηρεί ακόμα, παρά το γεγονός ότι δεν την χρησιμοποιεί πλέον για το σκοπό αυτό, περιορίζοντας έτσι το πλάτος της οδού κατά 0,57 μέτρα. Επίσης έχει κατασκευάσει έμπροσθεν της ιδιοκτησίας της σκαλοπάτι εμβαδού διαστάσεων 0,40 Χ 1 μ,, εμβαδού 0,40 τ.μ., και με τον τρόπο αυτό απέβαλε τον ενάγοντα από τα τμήματα αυτά. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, δέχθηκε τον κοινόχρηστο χαρακτήρα της επίδικης δημοτικής οδού, η οποία έχει καταστεί κοινόχρηστη γιατί τη χρησιμοποιούσαν για τουλάχιστον 80 έτη πριν την εισαγωγή του ΑΚ (23-2-1946) κυρίως οι κάτοικοι του οικισμού Εξάνδη αλλά και οι λοιποί δημότες του αναιρεσίβλητου Δήμου και έτσι δύο συνεχόμενες γενεές ανθρώπων επί ογδόντα (80) τουλάχιστον έτη δεν γνώρισαν διαφορετική κατάσταση, και κατόπιν τούτου δέχτηκε την ένδικη διεκδικητική αγωγή ως και κατ' ουσίαν βάσιμη, αναγνώρισε τον ενάγοντα-αναιρεσίβλητο Δήμο κύριο της επίμαχης κοινόχρηστης δημοτικής οδού και υποχρέωσε την εναγομένη-αναιρεσείουσα να του αποδώσει την οδό αυτή, επικυρώνοντας κατά τούτο την πρωτόδικη απόφαση, που κατά τούτο είχε κρίνει όμοια. Έτσι που έκρινε το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, δεν παραβίασε τις προαναφερθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 369, 966, 967, 968, 972, 1033 και 1192 αριθ. 1 ΑΚ, και εκείνες του προϊσχύσαντος του ΑΚ βυζαντινορρωμαϊκού δικαίου ν.3 Πανδ. 43, 7, ν. 2 παρ. 8, Πανδ. 39.3, ν. 28 Πανδ. 22, 3, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, αφού δεν αρκέστηκε σε στοιχεία λιγότερα από τα αξιούμενα από τις προμνημονευόμενες ουσιαστικές διατάξεις για την παραδοχή της ένδικης αγωγής ως ουσιαστικά βάσιμης. Επομένως, ο μοναδικός λόγος από το άρθρο 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ, με τον οποίο η αναιρεσείουσα υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
ΙΙ. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ν' απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου Δήμου Μυλοποτάμου Ν. Ρεθύμνης, κατά το νόμιμο αίτημα του τελευταίου (άρθρ. 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ, 281 παρ.2 ν.3463/2006).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 10-1-2011 αίτηση της Γ. Ψ. για αναίρεση της υπ' αριθμ. 75/2010 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρεθύμνης.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου Δήμου, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Μαρτίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ