Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 226 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Σωματική βλάβη βαριά.




Περίληψη:
Βαριά σωματική βλάβη. Έννοια. Στοιχειοθέτηση υποκειμενικώς και αντικειμενικώς (ΑΠ 2441/ 2008). Πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Πότε έχει η απόφαση. Ειδικά στο ανωτέρω έγκλημα. Πρέπει να εκτείνεται και σε αυτοτελείς ισχυρισμούς, όπως και ο περί αναγνωρίσεως ελαφρυντικών περιστάσεων. Πρέπει όμως να προβάλλονται ορισμένως. Εσφαλμένη ερμηνεία, εφαρμογή, εκ πλαγίου παράβαση ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Έννοια (ΑΠ 250/2009, ΑΠ 2441/2008). Υποσκληρίδιο αιμάτωμα συνεπεία κτυπήματος με γροθιές στο πρόσωπο. Χειρουργική επέμβαση προς αφαίρεση. Ανικανότητα προς εργασία επί μήνες. Καταδίκη για βαριά σωματική βλάβη. Πλήρης αιτιολογία. Ορθή ερμηνεία εφαρμογή 310 παρ. 1, 308 παρ. 1 α ΠΚ. Αόριστος ο ισχυρισμός για ελαφρυντικά 84 παρ. 2 α και ε ΠΚ. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης.




Αριθμός 226/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Γκέκοβιτς, περί αναιρέσεως της 342/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Παπαχρήστο. Το Τριμελές Εφετείου Πατρών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Οκτωβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1753/2008.

Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των αναιρεσειόντων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 308 παρ. 1α του ΠΚ, που ορίζει ότι "Όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών", 310 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, που ορίζει ότι "Αν η πράξη του άρθρου 308 είχε επακόλουθο τη βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών" και 29 του ΠΚ, που ορίζει ότι "Στις περιπτώσεις όπου ο νόμος ορίζει ότι κάποια πράξη τιμωρείται με βαρύτερη ποινή, όταν έχει ορισμένο αποτέλεσμα, η ποινή αυτή επιβάλλεται μόνο αν το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να αποδοθεί σε αμέλεια του δράστη", συνάγεται ότι, για τη στοιχειοθέτηση του τιμωρούμενου σε βαθμό πλημμελήματος εγκλήματος της βαριάς σωματικής βλάβης, η οποία σύμφωνα με την παράγρ.2 του άρθρου 310 ΠΚ υπάρχει ιδίως, αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του, απαιτείται: α) πρόκληση σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας άλλου, β) δόλος του δράστη κατευθυνόμενος στην παραγωγή σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας του άλλου και γ) η πράξη να είχε ως επακόλουθο την βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος, το αποτέλεσμα δε αυτό να οφείλεται σε αμέλεια του δράστη. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που τα θεμελίωσαν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Προκειμένου για το έγκλημα της βαριάς σωματικής βλάβης πρέπει επί πλέον, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής του υποστάσεως, να αιτιολογείται και ο δόλος του δράστη, ήτοι ο σκοπός αυτού που κατευθύνεται στην παραγωγή της σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας του άλλου, ο οποίος μπορεί να είναι και ενδεχόμενος, που όμως πρέπει να προσδιορίζεται σαφώς στην απόφαση, καθώς επίσης να αναφέρεται σε αυτή ότι το βαρύτερο αποτέλεσμα που επήλθε, οφείλεται σε αμέλεια του κατηγορουμένου και να καθορίζεται ποιο είδος αμελείας (συνειδητής ή μη) συνέτρεξε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον, στις περιπτώσεις αυτές, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, η επιβαλλόμενη κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του. Τέτοιοι ισχυρισμοί είναι εκείνοι που προβάλλονται στο Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠοινΔ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή την άρση ή μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής. Τέτοιος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και ο περί αναγνωρίσεως στον κατηγορούμενο κάποιας από τις ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 ΠΚ, η παραδοχή της οποίας οδηγεί σε μείωση της ποινής στα πλαίσια που καθορίζει το άρθρο 83 του ίδιου κώδικα. Πρέπει, όμως, οι ισχυρισμοί αυτοί να προτείνονται παραδεκτώς και κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για τη θεμελίωση τους και δεν αρκεί μόνη η επίκληση της νομικής διατάξεως που τους προβλέπει ή του χαρακτηρισμού, με τον οποίο είναι γνωστοί στη νομική ορολογία. Τέλος εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, ως λόγος αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που έχει στην πραγματικότητα, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχτηκε στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής, που εμπίπτει στον ίδιο αναιρετικό λόγο, υπάρχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
ΙΙ. Στη προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει, από τα επισκοπούμενα παραδεκτώς για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, πρακτικά της προσβαλλομένης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Πατρών, που, δικάζοντας κατ` έφεση, την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, με επιτρεπτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ` είδος αναφερομένων στην εν λόγω απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Την 12 Μαΐου 2002 και περί ώρα τέσσερις το πρωί στο προαύλιο του νυχτερινού κέντρου διασκέδασης του Μ1, που βρίσκεται στο ..., αφού προηγήθηκε λογομαχία μεταξύ του κατηγορουμένου, υπαλλήλου του Δήμου ..., ηλικίας 36 ετών και του παθόντος Ψ1 αγρότη ηλικίας 44 ετών, ο πρώτος με γρονθοκοπήματα στο πρόσωπο και την περιοχή της κεφαλής προκάλεσε στον δεύτερο από πρόθεση (δόλο) σωματική κάκωση, δοθέντος ότι με την ως άνω ενέργειά του ήθελε ευθέως αυτός (κατηγορούμενος) να πραγματώσει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απλής σωματικής βλάβης του άρθρου 308 παρ. 1α του Ποιν. Κώδικα σε βάρος του παθόντος Ψ1. Η πράξη του όμως αυτή (κάκωση κεφαλής) είχε σαν επακόλουθο την βαριά σωματική πάθηση του Ψ1, και συγκεκριμένα την εμφάνιση υποσκληριδίου αιματώματος του αριστερού εγκεφαλικού ημισφαιρίου, το οποίο διαγνώσθηκε δυο (2) μήνες αργότερα στο Νευροχειρουργικό τμήμα του ... με συνέπεια ο παθών να υποβληθεί εκτάκτως σε χειρουργική επέμβαση, έκτοτε δε αυτός (παθών) και για πολύ χρόνο κατέστη ανάπηρος σε ποσοστό 67% και ανίκανος για εργασία, δοθέντος ότι αναγκάστηκε να εκμισθώσει σε τρίτους την αγροτική του περιουσία, αποτελούμενη από 25 στρέμματα περίπου, την οποία πριν το τραυματισμό του εκμεταλλεύονταν ο ίδιος κατά το μεγαλύτερο μέρος της. Η ως άνω βαριά σωματική πάθηση του Ψ1, που κατά τα άνω τον εμποδίζει σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί τις σωματικές του δυνάμεις και δεξιότητες για τις αγροτικές του κατά κύριο λόγο εργασίες εξ αιτίας της σωματικής του αναπηρίας σε ποσοστό 67%, είναι αποδοτέα σε μη συνειδητή αμέλεια του κατηγορούμενου, όπως αυτή προσδιορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσης, (βλ. σχετικώς και ΑΠ 1155/2005 Ποιν. Χρονικά 2006/153, Ποινικός Λόγος 2005/1010). Οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του κατηγορούμενου για αναγνώριση σ' αυτόν των ελαφρυντικών περιστάσεων του πρότερου έντιμου βίου και της ύστερης καλής συμπεριφοράς (άρθρο 84 παρ. 2α και ε του Ποιν. Κώδικα) πρέπει να απορριφθούν 1) ο δεύτερος ως αόριστος, αφού δεν γίνεται καθόλου επίκληση των πραγματικών περιστατικών που τον θεμελιώνουν και 2) ο πρώτος ως αβάσιμος κατ' ουσίαν, διότι και πριν από την πράξη του αυτή ο κατηγορούμενος είχε επιδείξει βίαιη αντικοινωνική συμπεριφορά και σε άλλους, όπως λ.χ. προς τον εξετασθέντα μάρτυρα Μ1, ο οποίος, όπως κατέθεσε, ανακάλεσε την κατ' αυτού έγκληση, προς τον ... και άλλους ομοχωρίους του. Επομένως, ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχτεί ένοχος για την αξιόποινη πράξη της βαριάς σωματικής βλάβης με παθόντα τον πολιτικώς ενάγοντα Ψ1". Με βάση τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο της ουσίας κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο της ανωτέρω πράξεως και του επέβαλε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών, την οποία μετέτρεψε προς πέντε (5) € την ημέρα. Ειδικότερα τον κήρυξε ένοχο του ότι: στο ... την 12 Μαΐου 2002 και περί ώρα τέσσερις το πρωί με πρόθεση προξένησε σε άλλον σωματική κάκωση, η οποία είχε ως επακόλουθο την βαριά σωματική πάθηση του παθόντος, και συγκεκριμένα την πρόκληση στον παθόντα υποσκληριδίου αιματώματος του αριστερού εγκεφαλικού ημισφαιρίου που τον κατέστησε επί μακρόν ανάπηρο σε ποσοστό 67% και ανίκανο προς εργασία, το βαρύτερο δε αυτό αποτέλεσμα είναι αποδοτέο σε αμέλεια τούτου μη συνειδητή. Ειδικότερα, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο ο κατηγορούμενος αφού προηγήθηκε λογομαχία με τον παθόντα Ψ1 στο προαύλιο του καταστήματος (νυκτερινού κέντρου διασκέδασης) του Μ1, χρησιμοποιώντας τα χέρια του κτύπησε με γροθιές τον ως άνω παθόντα στην περιοχή του προσώπου και της κεφαλής του, έχοντας την πρόθεση να τον προκαλέσει την σωματική αυτή κάκωση, η οποία περαιτέρω είχε ως επακόλουθο την βαριά σωματική πάθηση του ως άνω παθόντος, δοθέντος ότι ο τελευταίος υπέστη υποσκληρίδιο αιμάτωμα του αριστερού εγκεφαλικού ημισφαιρίου που τον κατέστησε για πολύ μεγάλο χρόνο ανάπηρο σε ποσοστό 67% και ανίκανο προς εργασία, το βαρύτερο δε αυτό αποτέλεσμα είναι αποδοτέο σε αμέλεια του κατηγορουμένου διότι αυτός από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει δεν πρόβλεψε το βαρύτερο αυτό αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του (η από πρόθεση σωματική κάκωση του παθόντος στην περιοχή της κεφαλής του με γρονθοκοπήματα) ενώ θα μπορούσε να το προβλέψει και να το αποφύγει, παραλείποντας τα κτυπήματα με γροθιές στην κεφαλή του παθόντος. Με αυτά που δέχθηκε το δικάσαν Τριμελές Εφετείο, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν, κατά την παραδεκτή ως άνω αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την, κατά τα ανωτέρω, αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των ως άνω εγκλημάτων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 310 παρ. 1α σε συνδυασμό με 308 παρ. 1 του ΠΚ, τις οποίες διατάξεις, κατά την προεκτεθείσα έννοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω παραδοχές της αναιρεσιβαλλομένης, το Δικαστήριο δέχθηκε αιτιολογημένα συνδρομή όλων των ανωτέρω υποκειμενικών και αντικειμενικών στοιχείων της πράξεως για την οποία κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα. Συγκεκριμένα δέχθηκε το Δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων από πρόθεση προκάλεσε στον πολιτικώς ενάγοντα με κτυπήματα με τις γροθιές του, τα οποία κατάφερε στο πρόσωπο και στην κεφαλή την σωματική κάκωση που αναφέρεται στην προσβαλλομένη απόφαση. Δηλαδή δέχθηκε ότι ο δόλος του κατευθυνόταν αμέσως στην πρόκληση της απλής σωματικής βλάβης. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις παραδοχές της αποφάσεως του Εφετείου, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι τα κτυπήματα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα την πρόκληση στον παθόντα υποσκληριδίου αιματώματος του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου, τα συμπτώματα του οποίου εκδηλώθηκαν μετά δίμηνο, οπότε και υποβλήθηκε στις δέουσες εξετάσεις, που αποκάλυψαν το είδος και τη σοβαρότητα της βλάβης. Η μη εμφάνιση των συμπτωμάτων και η εκ του λόγου αυτού μη υποβολή του σε εργαστηριακές εξετάσεις νωρίτερα δεν σημαίνει αναγκαία, όπως αβάσιμα υποστηρίζει, με τον δεύτερο λόγο, ο αναιρεσείων, ότι η βλάβη αυτή δεν υπήρξε απότοκος της σωματικής βλάβης που από άμεσο δόλο του προκάλεσε ο αναιρεσείων, ούτε ότι δεν συνδέεται αιτιωδώς με το γεγονός της σωματικής βλάβης και του τρόπου με τον οποίο προκλήθηκε αυτή, δηλαδή γρονθοκοπήματα στο πρόσωπο και στο κεφάλι, αλλά οφείλεται σε παθολογικά αίτια, κάτι το οποίο δεν δέχθηκε η προσβαλλομένη, αποκρούσασα, με την καταδικαστική απόφαση ως αβάσιμο, τον αρνητικό της κατηγορίας ισχυρισμό του κατηγορουμένου - αναιρεσείοντος, περί ελλείψεως αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της σωματικής βλάβης, που, κατά το επεισόδιο, από πρόθεση προκάλεσε στον πολιτικώς ενάγοντα και του αποτελέσματος της βαριάς βλάβης του σώματος και της υγείας αυτού, κατά την ανωτέρω έννοια, το οποίο και επέφερε, ισχυρισμό επί του οποίου το Δικαστήριο της ουσίας δεν υποχρεούταν να διαλάβει ειδική αιτιολογία. Ούτε μπορεί να συναχθεί το αντίθετο, όπως ισχυρίζεται ο αναιρεσείων, εκ του ότι ο παθών δεν υπέβαλε αμέσως σε βάρος του έγκληση για το επεισόδιο και τον κατ αυτό τραυματισμό του, αλλ εξακολούθησε να ζει φυσιολογικά και να συχνάζει σε νυκτερινά κέντρα διασκεδάσεως, αφού πρόκειται για το χρονικό διάστημα προ της εμφανίσεως των συμπτωμάτων του αιματώματος, τα οποία απετέλεσαν την αιτία της διενέργειας εξετάσεων που αποκάλυψαν, όπως λέχθηκε, την βαριά σωματική βλάβη, καθόσον μετά την διάγνωση αυτή, κατά τις εκτενείς παραδοχές της προσβαλλομένης, μεταβλήθηκε άρδην η ζωή του ανυποψίαστου ως τότε για την σοβαρότητα της βλάβης που είχε υποστεί πολιτικώς ενάγοντος (υποβολή σε εγχείρηση του εγκεφάλου προς αφαίρεση του αιματώματος, αναπηρία ποσοστού 67%, ανικανότητα επί μακρό χρόνο προς εκτέλεση των αγροτικών εργασιών που αποτελούσαν και το επάγγελμά του). Περαιτέρω αιτιολογεί πλήρως η προσβαλλομένη το είδος της βλάβης που υπέστη ο παθών, η οποία φέρει όλα τα ανωτέρω στοιχεία που απαιτεί η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 310 παρ. 2 ΠΚ, για τον χαρακτηρισμό της ως βαριάς. Εξάλλου η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δέχεται με πλήρη αιτιολογία ότι το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε ασυνείδητη αμέλεια του αναιρεσείοντος, τα πλήρη στοιχεία της οποίας και παραθέτει, αναφέρει δε και από ποιο γεγονός συνήγαγε την αμέλεια του αυτή αφού δέχθηκε ότι, καταφέροντας γρονθοκοπήματα στο κεφάλι του παθόντος, δηλαδή σε σημείο όπου υπάρχουν τα πλέον ζωτικά όργανα του ανθρώπου (μάτια, αυτιά, εγκέφαλος που ελέγχει και ρυθμίζει σχεδόν όλες τις λειτουργίες του οργανισμού), όφειλε και μπορούσε, καταβάλλοντας την δέουσα και από τις περιστάσεις οφειλόμενη προσοχή, να προβλέψει ότι αυτά μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα, μεταξύ των άλλων και βλάβη στον εγκέφαλο, το οποίο και δεν προέβλεψε. Δεν χρειαζόταν δε, για την πληρότητα της αιτιολογίας της αμέλειας του αναιρεσείοντος ως προς το αποτέλεσμα της βαριάς σωματικής βλάβης του πολιτικώς ενάγοντος, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται αυτός με τον τρίτο λόγο, να αναφέρονται και άλλα πραγματικά περιστατικά προς αιτιολόγηση της αμελείας του, ενόψει της, μετά δίμηνο από το συμβάν, εμφάνισης των αποτελεσμάτων του υποσκληριδίου αιματώματος, αφού το Δικαστήριο έκανε δεκτό ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί σε περιπτώσεις κτυπημάτων και με τους γρόνθους ακόμη, όπως συνέβη εν προκειμένω, σε οποιοδήποτε σημείο της κεφαλής, όπως πρόσωπο, κρόταφοι και λοιπά μέρη του κρανίου. Ο με τον ίδιο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προβαλλόμενος ισχυρισμός ότι ο αναιρεσείων τελούσε σε δικαιολογημένη αγανάκτηση όταν κατάφερε τα κτυπήματα στο πρόσωπο και το κεφάλι του πολιτικώς ενάγοντος και έτσι έπρεπε να τύχει εφαρμογής η διάταξη της παραγ. 3 του άρθρου 308 ΠΚ, όπως προκύπτει από τα παραδεκτώς επισκοπούμενα πρακτικά της προσβαλλομένης, αλλά και της πρωτόδικης αποφάσεως, προβλήθηκε μεν στο πρωτόδικο Δικαστήριο και απορρίφθηκε, χωρίς όμως να επαναφερθεί με λόγο εφέσεως στο Εφετείο, ούτε προβλήθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον αυτού.
Συνεπώς απαραδέκτως αιτιάται ο αναιρεσείων την προσβαλλομένη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως. Τέλος, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλομένης απόφασης ο αναιρεσείων, με τους αυτοτελείς ισχυρισμούς που υπέβαλε και καταχωρήθηκαν στα πρακτικά, ζήτησε και την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων, όπως κατά λέξη αναφέρει: ".. Αιτούμαι το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου και της ύστερης καλής συμπεριφοράς (ΠΚ 84 παρ. 2 α και ε)..". Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει παντελώς αόριστος διότι ο αναιρεσείων δεν επικαλέσθηκε, προς θεμελίωση των ελαφρυντικών περιστάσεων που ζήτησε να του αναγνωρισθούν, πραγματικά περιστατικά προκειμένου αυτά να αξιολογηθούν από το δικαστήριο προς σχηματισμό της κρίσεως περί συνδρομής ή όχι αυτών στο πρόσωπό του, αλλά περιορίσθηκε στην αναφορά μόνον των διατάξεων που τους προβλέπουν και των διατυπώσεων τους.
Συνεπώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν υπήρχε υποχρέωση του Δικαστηρίου της ουσίας να διαλάβει αιτιολογία περί αυτών, εν τούτοις όμως, ως εκ περισσού, διέλαβε την ανωτέρω αιτιολογία με την οποία τον απέρριψε κατά το δεύτερο μέρος του (84 παρ 2 ε) ως αόριστο και κατά το πρώτο (84 παρ. 2 α) ως αβάσιμο. Κατ ακολουθία ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 Α ΚΠΔ, πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο αιτιάται ο αναιρεσείων την προσβαλλομένη απόφαση, για απόρριψη, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, του ανωτέρω ισχυρισμού, τυγχάνει αβάσιμος. Όλες οι λοιπές αιτιάσεις των δευτέρου και τρίτου λόγων της αιτήσεως αναιρέσεως, υπό την επίφαση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των ως άνω διατάξεων, πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων και την επί της ουσίας κρίση του Εφετείου και τυγχάνουν απαράδεκτες.
Μετά ταύτα, ελλείψει ετέρου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση (δήλωση) πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ) και στην δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος, που παραστάθηκε (176 και 183 ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει, την από 24-10-2008 αίτηση (δήλωση) του Χ1 για αναίρεση της με αριθμ. 342/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) € και στην δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος από πεντακόσια (500) €.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 30 Δεκεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 4 Φεβρουαρίου 2010

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή