Θέμα
Ακυρότητα απόλυτη, Έγγραφα, Ηθική αυτουργία, Παραβίαση απορρήτου επικοινωνιών.
Περίληψη:
Ηθική αυτουργία σε παράβαση άρθρου 11 Ν. 2867/2000. Περίπτωση μη αναγνώσεως εγγράφου υπάρχει και όταν το περιεχόμενο του εγγράφου που αναγνώστηκε στο ακροατήριο ήταν συντεταγμένο σε ξένη γλώσσα και δεν βεβαιώνεται στην απόφαση ότι ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του μπορούσε να αντιληφθεί την έννοια των αναγραφομένων σε αυτό. Αναιρείται λόγω απολύτου ακυρότητας της διαδικασίας η απόφαση. Παραπέμπει στο ίδιο δικαστήριο για νέα εκδίκαση.
Αριθμός 1776/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 11 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Ζευκιλή, περί αναιρέσεως της 158/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που δεν παρέστη.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Οκτωβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως καθώς και στο από 7 Ιανουαρίου 2009 δικόγραφο των προσθέτων λόγων, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1761/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με το άρθρο 11 του Ν. 2.267/2000, ορίζονται τα παρακάτω: § 2. Όποιος παραβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο τις υποχρεώσεις εχεμύθειας, σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και τήρησης του απορρήτου των κάθε είδους δεδομένων που μεταβιβάζονται ή μετάγονται μέσω των τηλεπικοινωνιακών συστημάτων που χρησιμοποιεί ή διαθέτει, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) έως είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) δραχμών, εφόσον δεν προβλέπονται βαρύτερες ποινές από άλλες ισχύουσες διατάξεις. Σε περίπτωση που ο παραβάτης της παρούσας διάταξης ανήκει στο προσωπικό τηλεπικοινωνιακής επιχείρησης, η επιβαλλόμενη ποινή φυλάκισης είναι τουλάχιστον τριών (3) ετών και η χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές. § 3. Ο τεχνικός εξοπλισμός και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν νια την τέλεση των παραπάνω αξιόποινων πράξεων δημεύονται. Περαιτέρω, κατά την έννοια της διατάξεως του αρ. 46 παρ. 1 εδ. α' του Π.Κ., για την ύπαρξη αξιόποινης ηθικής αυτονομίας απαιτούνται α) πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της απόφασης να πραγματώσει ή να αποπειραθεί να πραγματώσει την αντικειμενική υπόσταση ορισμένου εγκλήματος, η οποία μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως, με συμβουλή, απειλή, πρόκληση ή εκμετάλλευση οποιασδήποτε πλάνης (πραγματικής ή νομικής η περί τα παραγωγικά της βουλήσεως αίτια), με υπόσχεση ή χορήγηση αμοιβής, με πειθώ ή φορτικότητα κ.λπ., β) διάπραξη από τον άλλον της άδικης πράξης στην οποία παρακινήθηκε και γ) δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει α) τη συνείδηση ότι παράγει σε κάποιο την ειρημένη απόφαση, β) συνείδηση της ορισμένης πράξεως στην οποία παρακινεί, χωρίς να απαιτείται και ο καθορισμός αυτής μέχρι λεπτομερειών και γ) τη βούληση ή αποδοχή, όπως ο παρακινούμενος πραγματώνει ή αποπειραθεί να πραγματώσει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, στο οποίο παρακινείται. Τέλος από τις διατάξεις των άρ. 329, 331, 333, παρ. 2, 358, 364 παρ. 1 και 369 του ΚΠΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρ. 171 παρ. 1 εδ. δ' του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η λήψη από το Δικαστήριο της ουσίας υπόψη, προς σχηματισμό της κρίσεώς του για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, εγγράφων, που δεν αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, η οποία ιδρύει τον από το άρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, γιατί έτσι αποστερείται ο κατηγορούμενος του από το πιο πάνω άρ. 358 του ίδιου Κώδικα απορρέοντος δικαιώματός του να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις, που είναι σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Εξάλλου, ναι μεν δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται στα πρακτικά του Δικαστηρίου το περιεχόμενο των εγγράφων, που έχουν αναγνωσθεί, πλην όμως είναι αναγκαίο να αναφέρονται σ' αυτά τα στοιχεία από τα οποία προσδιορίζονται τα έγγραφα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία για την ταυτότητα των εγγράφων, που αναγνώσθηκαν και λήφθηκαν υπόψη, και να προκύπτει σε ποια έγγραφα στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου, γιατί διαφορετικά παραβιάζονται οι πιο πάνω διατάξεις, που επιβάλλουν την ανάγνωση στο ακροατήριο των εγγράφων, τα οποία έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου. Περίπτωση, τέλος, μη αναγνώσεως εγγράφου που δημιουργεί την πιο πάνω ακυρότητα υπάρχει και όταν το περιεχόμενο των εγγράφων που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο ήταν συνταγμένο σε ξένη γλώσσα και δεν βεβαιώνεται στην κατά τη δίκη αυτή εκδοθείσα απόφαση, ότι ο κατηγορούμενος, ή ο εκπροσωπών αυτόν συνήγορός του, μπορούσε να αντιληφθεί την έννοια των αναγραφομένων σ' αυτά. Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 158/2008 απόφασή του κήρυξε τον κατηγορούμενο, και τώρα αναιρεσείοντα, ένοχο ins αξιόποινη πράξεως της ηθικής αυτουργίας παρ. του άρθρ. 11 εδ. β-α και 3 του Ν. 2867/2000 τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως πέντε (5) μηνών την οποία ανέστειλε επί τριετία. Το πιο πάνω Δικαστήριο της ουσίας για να καταλήξει στην προμνημονευθείσα περί ενοχής του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου κρίση του, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, έλαβεν υπόψη του αμέσως και κυρίως, και όχι ιστορικώς, και συνεκτίμησε, εκτός από τα άλλα αποδεικτικά μέσα, και "τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν". Μεταξύ αυτών ήταν, όπως συνάγεται από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως και το πιο κάτω έγγραφο, που είχε συνταχθεί στην Αγγλική γλώσσα, ήτοι: το υπ' αριθμ. 5 χειρόγραφη σελίδα με ξενόγλωσσο ιατρικό ιστορικό. Σε σχέση, όμως με το ανωτέρω συνταγμένο σε ξένη γλώσσα έγγραφο, δεν βεβαιώνεται ότι ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του ήταν σε θέση να κατανοήσουν το περιεχόμενο του εγγράφου αυτού. Έτσι, δημιουργήθηκε απόλυτη ακυρότητα, γιατί ο εν λόγω αναιρεσείων κατηγορούμενος στερήθηκε του δικαιώματος να προβεί ο ίδιος, ή ο συνήγορος του, σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικές με όσα αναγράφονται στο παραπάνω έγγραφο. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με τα άρ. 171 παρ. 1 εδ. δ' και 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠΔ, να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο σχετικός με αριθ. 1 λόγος αναιρέσεως του κυρίως δικογράφου της αιτήσεως αναιρέσεως, ενώ παρέλκει μετά ταύτα η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως, να αναιρεθεί εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση και, στη συνέχεια, να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρ. 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 158/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 3 Σεπτεμβρίου 2009.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ