Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1161 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ε.Σ.Δ.Α., Ηθική αυτουργία, Φθορά ξένης ιδιοκτησίας.




Περίληψη:
Φθορά ξένης ιδιοκτησίας και ηθική αυτουργία σ' αυτήν. Αναίρεση καταδικαστικής αποφάσεως με την επίκληση των λόγων: α) της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, β) της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, γ) απόλυτης ακυρότητας, για την παράσταση της πολιτικής αγωγής και μη εκδόσεως παρεμπίπτουσας απόφασης επ' αυτής (όμοια και η ΑΠ 1786/2002) και δ) παραβιάσεως του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ περί δίκαιης δίκης (υπόθεση Perlala κατά Ελλάδος Νοβ 55-520). Υπάρχει αιτιολογία. Απορρίπτει την αναίρεση.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1161/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1. Χ1 και 2. Χ2, που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Παπαναστασόπουλο, περί αναιρέσεως της 323/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Τελώνη.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Μαΐου 2008 αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1062/2008.

Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των ως άνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 381 παρ.1 του Ποινικού Κώδικα, όποιος με πρόθεση καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλο τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το έγκλημα της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας αποσκοπεί στην προστασία της ιδιοκτησίας, δεδομένου ότι με την φθορά καταλύεται ολικώς ή μερικώς το δικαίωμα της κυριότητος είτε διά της καταστροφής είτε διά της βλάβης είτε διά της αχρηστεύσεως του ξένου εν όλω ή εν μέρει πράγματος, που είναι το αντικείμενό του. Πρόκειται περί εγκλήματος υπαλλακτικώς μικτού, δυναμένου να τελεσθεί διά καταστροφής ή βλάβης ή της καθ' οιονδήποτε άλλο τρόπο αχρηστεύσεως του πράγματος, του δόλου του δράστη ενέχοντος την γνώση ότι το πράγμα είναι ξένο εν όλω ή εν μέρει ως και τη θέληση της καταστροφής ή της βλάβης ή της αχρηστεύσεως αυτού, αρκούντος και του ενδεχομένου. Καταστροφή δε του πράγματος είναι η πλήρης και διαρκής αχρήστευση αυτού διά τον σκοπό διά τον οποίο προορίζεται αρκεί δε και μερική τοιαύτη. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ.1 περ. α του ίδιου Κώδικα, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται και όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας, η οποία έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα, απαιτείται αντικειμενικώς μεν πρόκληση και παραγωγή στον άλλον της απόφασης για τη διάπραξη ορισμένου εγκλήματος που μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο, όπως με προτροπές και παρακλήσεις, που έγιναν με πίεση, πειθώ ή φορτικότητα, υποκειμενικώς δε δόλος που συνίσταται στη γνώση και τη θέληση των στοιχείων της πράξης.
Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της καταδικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ του Κ.Π.Δ, υπάρχει όταν εκτίθενται σε αυτήν με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόσθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό προς το διατακτικό της προσβαλλομένης υπ' αριθμό 323/2008 αποφάσεως, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, και ειδικότερα από όλη τη σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, τις ένορκες καταθέσεις στο ακροατήριο των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο, την απολογία των κατηγορουμένων και από όλη τη συζήτηση της υπόθεσης, ότι αποδείχθηκαν, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
"Ο πρώτος κατηγορούμενος Χ1 στην ...., στις 31-12-2001 και περί ώρα 17.30 περίπου, με πρόθεση κατέστρεψε ξένο στο σύνολο του πράγμα, καθιστώντας ανέφικτη τη χρήση του. Συγκεκριμένα στον πιο πάνω τόπο και χρόνο, επειδή παλιότερα απασχολούνταν ως παραγωγός ραδιοφωνικών εκπομπών στον ραδιοφωνικό σταθμό με την επωνυμία "... FΜ", ιδιοκτησίας της εγκαλούσας Ψ, που στεγαζόταν σε διαμέρισμα επί της οδού ...., με την άνω ιδιότητα (του πρώην εργαζομένου) εισήλθε και αφού απευθύνθηκε στον εργαζόμενο κατά τη στιγμή εκείνη Φ, του ζήτησε να επιτρέψει να εργαστεί στο πρόγραμμα, πράγμα σύνηθες και για τους δύο. Ο τελευταίος του επέτρεψε και έτσι ο κατηγορούμενος ανέλαβε τη λειτουργία του κεντρικού υπολογιστή (Server), με τον οποίο ήταν συνδεδεμένοι δύο ακόμα υπολογιστές. Ο ένας εξέπεμπε το πρόγραμμα του Ρ/Σ "... FΜ" και ο άλλος το πρόγραμμα του Ρ/Σ "...", ιδιοκτησίας του αδελφού της Ψ, Θ και ο οποίος συστεγαζόταν στο ίδιο διαμέρισμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος και στενός φίλος του πρώτου, Χ2, εργαζόταν παλιότερα ως προγραμματιστής στον Ρ/Σ του Θ, από την συνεργασία τους δε αυτή προέκυψαν εργατικής αλλά και ποινικής φύσεως διαφορές (βλ 575 $1284 /2006 αποφάσεις του Εφετείου Πατρών), καθώς ο ίδιος με την επίσης τέως εργαζόμενη στον ίδιο ΡΣ ...., αποχώρησαν και εκμεταλλεύτηκαν άλλον Ρ/Σ. Ετσι ο πρώτος κατηγορούμενος, εκμεταλλευόμενος την επ' ολίγον αποχώρηση του υπεύθυνου κατά το χρόνο εκείνο υπαλλήλου Φ, επέλεξε και διέγραψε από τον υπολογιστή του Ρ/Σ ".... FΜ " 4.100 τραγούδια, καθιστώντας ανέφικτη τη χρήση και λειτουργία του εν λόγω Ρ/Σ, καθόσον πλέον δεν ήταν δυνατόν να λειτουργήσει χωρίς τραγούδια. Σημειωτέον ότι η ζημία από την κατά τα ανωτέρω καταστροφή (διαγραφή) των τραγουδιών αυτών, συνισταμένη στη δαπάνη απασχόλησης ειδικού για την ανάκτηση αυτών με επιλογή ανέρχεται στο ποσό των 5.000.000 δραχμών (15.000 ευρώ). Επίσης από τις καταθέσεις της εγκαλούσας και των μαρτύρων Θ και Ξ προκύπτει ότι το σύνολο περίπου των τραγουδιών αυτών είχε κατεβάσει μέσω του διαδικτύου και εγκαταστήσει στον υπολογιστή του Ρ/Σ ο τελευταίος (Ξ).
Συνεπώς η περί αποβολή της πολιτικής αγωγής ένσταση των κατηγορουμένων, για το λόγο ότι τα διαγραφέντα τραγούδια δεν ανήκαν στην ιδιοκτησία της εγκαλούσας, αλλά σε εκείνη του Ρ/Σ Αθηνών με την επωνυμία ".... FΜ", με τον οποίο ο Ρ/Σ της εγκαλούσας ήταν δικτυωμένος και μετέδιδε το πρόγραμμα του στην περιοχή ..., είναι απορριπτέα και αβάσιμη. Τούτο επιρρωνύεται και από τη διάταξη άρθρου 15 του ν. 2328/1995, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η δικτύωση μεταξύ Ρ/Σ μετά από την άδεια του Ε.Σ.Ρ και μόνο μέχρι πέντε ώρες ημερησίως, εντεύθεν νοουμένου ότι ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι το μεταδιδόμενο από τον Ρ/Σ της εγκαλούσας πρόγραμμα ανήκε αποκλειστικά στην ιδιοκτησία του Ρ/Σ των Αθηνών, είναι προφανώς αβάσιμος και απορριπτέος. Από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία προκύπτει ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος, στενός φίλος του πρώτου κατηγορουμένου και οιονεί ανταγωνιστής της εγκαλούσας στην εκμετάλλευση ριαδιοφωνικών προγραμμάτων, με πειθώ και φορτικότητα προκάλεσε στον πρώτο κατηγορούμενο την απόφαση να διαγράψει το σύνολο σχεδόν των τραγουδιών του Ρ/Σ της εγκαλούσας, ώστε να καταστεί αδύνατη η λειτουργία του σταθμού αυτού.
Συνεπώς, αποδείχθηκε πλήρως και το δικαστήριο πείστηκε ότι οι κατηγορούμενοι τέλεσαν τις αποδιδόμενες σε αυτούς με το κατηγορητήριο αξιόποινες πράξεις και επομένως πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι όπως κατηγορούνται".
Στη συνέχεια, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, με την απόφαση που εξέδωσε, κήρυξε τους αναιρεσείοντες -κατηγορούμενους ενόχους και δη, τον μεν πρώτο απ' αυτούς, ένοχο της πράξεως της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, τον δε δεύτερο ως ηθικό αυτουργό στην πράξη που τέλεσε ο πρώτος, και επέβαλε στον καθένα απ' αυτούς ποινή φυλακίσεως πέντε (5) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Με τις παραδοχές του αυτές, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην απόφασή του, την απαιτούμενη από το άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος και το άρθρο 139 του Κ.Π.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο και στοιχειοθετούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των παραπάνω εγκλημάτων, της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και της ηθικής αυτουργίας στην ως άνω πράξη, για τα οποία καταδικάσθηκαν οι αναιρεσείοντες αντίστοιχα, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία πείστηκε γι' αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 14, 26 παρ.1, 27 παρ.1, 46 παρ. 1, 381 παρ. 1 του Π.Κ, που εφαρμόστηκαν, τις οποίες ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, με ασαφείς ή ελλιπείς ή αντιφατικές παραδοχές και έτσι χωρίς να στερήσει την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αιτιολογείται η παραδοχή ότι ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος Χ1, με πρόθεση κατέστρεψε στο σύνολό του ξένο κινητό πράγμα, και συγκεκριμένα διέγραψε αυθαίρετα και χωρίς οποιοδήποτε δικαίωμα, από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή του ραδιοφωνικού σταθμού "... FM", ιδιοκτησίας της πολιτικώς ενάγουσας, 4.100 διάφορα τραγούδια, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό, ανέφικτη τη χρήση από τον ως άνω Ρ/Σ των τραγουδιών που αυτός διέγραψε. Αιτιολογείται επίσης, η παραδοχή εκείνη σύμφωνα με την οποία την απόφαση στον ως άνω κατηγορούμενο Χ1, να προβεί στη διαγραφή των 4.100 τραγουδιών από τον Ρ/Σ, προκάλεσε με πειθώ και φορτικότητα ο συγκατηγορούμενός του και ήδη αναιρεσείων Χ2, μεταξύ των οποίων υφίστατο στενή φιλική σχέση, ενώ, αντίθετα υφίστατο και ανταγωνιστική σχέση με την εγκαλούσα, γεγονός το οποίο του ενίσχυσε την απόφασή του αυτή. Άλλωστε, στο αιτιολογικό της απόφασης αναφέρονται όλα τα αποδεικτικά μέσα που το δικαστήριο έλαβε υπόψη του, για να στηρίξει την καταδικαστική του κρίση και δεν ήταν αναγκαία η αναφορά για κάθε περιστατικό που δέχεται, αφού με πληρότητα αναφέρεται στην απόφαση ότι ο αναιρεσείων Χ2, προκάλεσε στο συγκατηγορούμενό του την απόφαση να τελέσει την πράξη της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας με συνεχείς παραινέσεις και προτροπές που έγιναν με πειθώ και φορτικότητα, χωρίς να είναι αναγκαία στην προκειμένη περίπτωση η συνδρομή και άλλων στοιχείων για τη θεμελίωση της ηθικής αυτουργίας.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε' του ΚΠΔ, σχετικοί πρώτος και τρίτος λόγοι της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, και για εσφαλμένη ερμηνεία των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, καθώς, και για παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ που καθιερώνει την αρχή της δίκαιης δίκης, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Περαιτέρω κατά το άρθρο 171 παρ. 2 του ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, η οποία λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και θεμελιώνει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως, προκαλείται αν ο πολιτικώς ενάγων παρέστη παράνομα στη διαδικασία του ακροατηρίου. Παράνομη δε είναι η παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στο ακροατήριο σύμφωνα με τα άρθρα 63, 64 και 68 ΚΠΔ, όταν υπάρχει έλλειψη ως προς το χρόνο και τον τρόπο άσκησής της ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου ή ως προς την ενεργητική ή παθητική νομιμοποίηση του δικαιούχου, όχι δε και όταν υφίσταται άλλη έλλειψη ή πλημμέλεια ως προς την παράσταση ή την εκπροσώπηση του πολιτικώς ενάγοντος η οποία δεν θίγει το συμφέρον του κατηγορουμένου ούτε πλήττει τη δημόσια τάξη. Έτσι, δεν είναι παράνομη η παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος, επί παραβιάσεως από αυτόν των διατάξεων για τα δικαστικά τέλη και έξοδα και τη σχετική νομιμοποίηση του πληρεξουσίου δικηγόρου του. Τέλος, δεν υπάρχει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο για παράνομη παράσταση πολιτικής αγωγής, από μόνο το λόγο ότι το δικαστήριο δεν εξέδωσε παρεμπίπτουσα απόφαση με την οποία να δέχεται την πολιτική αγωγή της οποίας ζητήθηκε η αποβολή από τον κατηγορούμενο. Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο αναιρέσεως πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, για απόλυτη ακυρότητα, που συνίσταται το μεν γιατί εσφαλμένα το Δικαστήριο που την εξέδωσε, δέχθηκε ότι η εγκαλούσα είναι η άμεσα παθούσα από την αξιόποινη πράξη, της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, για την οποία καταδικάστηκαν οι αναιρεσείοντες, με τις διακρίσεις της συμμετοχικής δράσης του καθένα απ' αυτούς, το δε γιατί το ίδιο Δικαστήριο μετά την υποβολή από μέρους τους, της σχετικής ενστάσεως περί αποβολής της πολιτικής αγωγής, επιφυλάχθηκε να εκδώσει την επί της ενστάσεώς του παρεμπίπτουσα απόφαση, την οποία δεν εξέδωσε μέχρι τη λήξη της αποδεικτικής διαδικασίας. Ο σχετικός, όμως, ισχυρισμός, κατ' αμφότερα τα σκέλη του, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και συγκεκριμένα κατά το πρώτο μέρος, γιατί η παθούσα η οποία είχε το δικαίωμα της αποκλειστικής εκμεταλλεύσεως του ως άνω Ρ/Σ, νομιμοποιούνταν αυτή να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγουσα και να επιδιώξει την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη από την αξιόποινη συμπεριφορά των αναιρεσειόντων. Επίσης, και κατά το έτερο σκέλος του είναι αβάσιμος, ο εν λόγω ισχυρισμός των αναιρεσειόντων γιατί δε δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα στην περίπτωση που το Δικαστήριο, δεν εκδώσει παρεμπίπτουσα απόφαση ως προς τη νομιμότητα της πολιτικής αγωγής. Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει προς έρευνα άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, τα οποία θα πρέπει να επιβληθούν χωριστά για τον καθένα (άρθρο 583 Κ.Π.Δ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας(άρθρα 176, 183 του Κ.Πολ.Δικ)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30-5-2008 αίτηση των: 1) Χ1 και 2) Χ2, αμφοτέρων κατοίκων Πατρών, για αναίρεση της υπ' αριθμό 323/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, για τον καθένα από αυτούς, και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας από πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Απριλίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 12 Μαΐου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή