Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2453 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Καθυστέρηση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, Ανώνυμη εταιρία.




Περίληψη:
Παράβαση άρθρου 1 ΑΝ 86/ 1967. Ασάφεια αιτιολογίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως αφού δεν διευκρινίζεται, ενόψει του ότι πρόκειται για εργοδότρια ΑΕ που εκπροσωπείται κατά νόμο (άρθρο 18 N. 2190/20) από το ΔΣ, που ενεργεί συλλογικώς, αν η αναιρεσείουσα κατά το καταστατικό της ΑΕ ή με απόφαση του ΔΣ εκπροσώπησε την εταιρία, μόνη δε ιδιότητά της ως μέλους του ΔΣ δεν παρείχε εξουσία εκπροσωπήσεως της εν λόγω εταιρίας. Δεκτός σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ & Ε΄ ΚΠΔ και πρόσθετος λόγος. Αναιρεί και παραπέμπει.




Αριθμός 2453/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη - Εισηγητή, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Ζαχαριάδη, για αναίρεση της με αριθμό 16.011/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή της, καθώς και στο από 24 Οκτωβρίου 2007 δικόγραφο των προσθέτων λόγων αυτής, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 431/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά την παράγ. 1 του άρθρου 1 του ΑΝ 86/1967, τιμωρείται με τις στη διάταξη αυτή ποινές, όποιος υπέχει νόμιμη υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών που βαρύνουν τον ίδιο (εργοδοτικών), ασχέτως ποσού, προς τους υπαγόμενους στο Υπουργείο Εργασίας κάθε φύσεως Οργανισμούς Κοινωνικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ασφαλίσεως ή Ειδικούς Λογαριασμούς και δεν τις καταβάλλει στους Οργανισμούς αυτούς εντός μηνός αφότου κατέστησαν απαιτητές, κατά δε την παρ. 2 του ίδιου άρθρου και νόμου τιμωρείται για υπεξαίρεση, με τις στην εν λόγω διάταξη ποινές, όποιος παρακρατεί ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων σ' αυτόν (εργατικές), με σκοπό αποδόσεώς τους στους κατά την παραγ. 1 Οργανισμούς, και δεν καταβάλλει ή δεν αποδίδει αυτές στους Οργανισμούς αυτούς, εντός μηνός αφότου κατέστησαν απαιτητές. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 26 παρ. 1, 5 του ΑΝ 1846/1951, όπως έχει τροποποιηθεί, προκύπτει ότι για την καταβολή των εισφορών των ασφαλισμένων, επί παρεχόντων εξαρτημένη εργασία, ευθύνεται ο εργοδότης, ο οποίος υποχρεούται, κατά την πληρωμή των μισθών, να παρακρατεί τα τμήματα των εισφορών, που βαρύνουν τους ασφαλισμένους. Ως εργοδότης, κατά τις πιο πάνω διατάξεις και το άρθρο 8 παρ. 5 του ίδιου ΑΝ 1846/1951, νοείται ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, για λογαριασμό των οποίων προσφέρουν την εργασία τους τα υπαγόμενα στην ασφάλιση πρόσωπα. Κατά το άρθρο 16 του Κανονισμού Ασφαλίσεως ΙΚΑ ως χρόνος καταβολής των εισφορών ορίζεται το ημερολογιακό τέλος του μηνός εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία ή υπηρεσία, ενώ κατά το άρθρο 26 παρ. 3 του ΑΝ 1846/1951 ο υπόχρεος πρέπει να καταβάλει τις εισφορές στο ΙΚΑ μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από το χρόνο που έχει ορισθεί. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Κατ' ακολουθίαν αυτών, για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής για παράβαση του άρθρου 1 του ΑΝ 86/1967 αποφάσεως, πρέπει ναπεριέχονται σ' αυτήν τα κρίσιμα περιστατικά για τηθεμελίωση των δύο πιο πάνω αξιόποινων πράξεων, που είναι η κατά συγκεκριμένο χρόνο απασχόληση, με σχέσηεξαρτημένης εργασίας, του ασφαλισμένου στους άνωΟργανισμούς προσωπικού και τα χρηματικά ποσά τα οποία, με βάση τις τακτικές αποδοχές του προσωπικού, όφειλε ο κατηγορούμενος εργοδότης να καταβάλει στον Ασφαλιστικό Οργανισμό ως εργοδοτικές ή εργατικές εισφορές και δεν κατέβαλε ή παρακράτησε (Ολ.ΑΠ 1/1996) και αναφορά, επί φυσικού προσώπου, φερομένου ως εργοδότη εκ της ασκήσεως επιχειρήσεως, των πραγματικών περιστατικών από τα οποία να προκύπτει η θέση τούτου στην επιχείρηση αυτή, καθώς και αν πρόκειται για προσωπική ή εταιρική επιχείρηση και ποία η νομική μορφή της τελευταίας και η θέση του κατηγορουμένου σ'αυτήν, ώστε να ανακύπτει υποχρέωσή του για παρακράτηση και απόδοση των εισφορών, μη αρκούντος του χαρακτηρισμού του ως εργοδότη η ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρικής επιχειρήσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθ. 16.011/2006 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Η εκκαλούσα κατηγορουμένη κατά το χρονικό διάστημα από 1-2-01 έως 1-3-02 ήταν μέλος του ΔΣ της ανώνυμης εταιρίας "ΣΟΥΒΕΝΙΡ ΑΕ", με αντικείμενο εμπορίας παραγωγή ειδών λαϊκής τέχνης, η οποία εταιρία απασχολούσε εργαζομένους. Με την ιδιότητα της αυτή δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές αυτών που απασχολήθηκαν στην παραπάνω εταιρία προς το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ειδικότερα δεν κατέβαλε κατά το χρονικό διάστημα από 12/00 έως ΔΧ/2001 τις βαρύνουσες την ίδια ως άνω εταιρία ασφαλιστικές εισφορές ποσού 10.277,77 ευρώ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ήμερα για τις δημόσιες υπηρεσίες του επόμενου μήνα, εκείνου μήνα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία, β) τις παρακρατηθείσες με σκοπό να τις αποδώσει ασφαλιστικές εισφορές των εργασθέντων στην επιχείρηση ποσού 5.138,88 ευρώ, στον παραπάνω Οργανισμό, μέσα στο μήνα κατά τον οποίο έγιναν απαιτητές, παρακρατώντας αυτές παράνομα. Ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι δεν είχε ουσιαστική συμμετοχή στην εταιρία δεν αποδεικνύεται βάσιμος, αφού ο μαρτυράς της αναφέρει μεν ότι μία ή δύο φορές μόνο την είδε στην εταιρία, αλλά αυτός δεν εργαζόταν σε καθημερινή βάση. Κατά συνέπεια πρέπει να κηρυχθεί ένοχη η κατηγορουμένη, να της αναγνωρισθεί, όμως, το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων (άρθρ. 84 παρ. 2 ΠΚ), αφού προέκυψε ότι λόγω οικονομικών προβλημάτων δεν κατέβαλε τις εισφορές, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τη μερική εξόφληση μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης". Ακολούθως, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του κήρυξε ένοχη την κατηγορουμένη (Χ) του ότι: "Στη ..... την 1.2.2001 έως και 1-2-2002 σαν εργοδότης της επιχείρησης "ΣΟΥΒΕΝΙΡ Α.Ε." καθυστέρησε την αγορά ενσήμων για καταβολή εισφοράς των μισθωτών που απασχόλησε κατά την χρονική περίοδο από 12/2000 μέχρι Δ.Χ./2001 (ΠΕΕ ή ΚΔ 410/03 ποσό 15.416,65 ευρώ) στην επιχείρησή της σε εξαρτημένη με αμοιβή εργασία, προσωπικό ασφαλισμένο στο ΙΚΑ δηλ. στον Οργανισμό Κοινωνικής Ασφάλισης που υπαγόταν στο Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προς το οποίο έπρεπε να καταβάλει για την ασφάλιση του προσωπικού τις παρακάτω εισφορές (μέσα σε 30 ημέρες από το ημερολογιακό τέλος κάθε μήνα στον οποίο πραγματοποιήθηκε η εργασία) τέλεσε τις παρακάτωαξιόποινες πράξεις δηλαδή: Α) Ενώ είχε τη νόμιμη υποχρέωση να καταβάλει τις βαρύνουσες αυτόν τον ίδιο ασφαλιστικές εισφορές (ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΕΣ) ποσού 10.277,77 ευρώ δεν τις κατέβαλε στον ανωτέρω Οργανισμό μέσα σ'ένα μήνα από τότε που κατέστησαν απαιτητές. Β) Ενώ παρακράτησε τις ασφαλιστικές εισφορές των εργασθέντων στην επιχείρηση του ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ποσού 5.138,88 ευρώ με σκοπό να τις αποδώσει στον παραπάνω Οργανισμό δεν τις κατέβαλε μέσα σ' ένα μήνα από τότε που κατέστησαν απαιτητές και έτσι έγινε υπαίτιος για υπεξαίρεση των ποσών αυτών και πρέπει να τιμωρηθεί".
Με αυτές τις παραδοχές η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν η από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ επιβαλλόμενη, καθόσον προκύπτει ασάφεια, αφού, ενόψει του ότι πρόκειται για εργοδότιδα ανώνυμη εταιρία, η οποία κατά νόμο (άρθρο 18 ν.2190/1920) εκπροσωπείται από το Διοικητικό της Συμβούλιο που ενεργεί συλλογικώς, δεν διευκρινίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αν η αναιρεσείουσα κατά το καταστατικό της εταιρίας "ΣΟΥΒΕΝΙΡ Α.Ε." ή με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εκπροσωπούσε την εν λόγω εταιρία κατά τον ενδιαφέροντα πιο πάνω κρίσιμο χρόνο, ώστε να ανακύπτει νομική υποχρέωσή της να παρακρατεί τις εισφορές των εργαζομένων και να αποδίδει αυτές, μαζί με τις αντίστοιχες εργοδοτικές της επιχειρήσεως, στο ΙΚΑ, μόνη δε η αναφερόμενη στο σκεπτικό ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας αυτής δεν παρείχε στην αναιρεσείουσα άνευ άλλου εξουσία εκπροσωπήσεώς της. Επιπλέον η ασάφεια αυτή καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 1 του Α.Ν. 86/1967. Επομένως, είναι βάσιμος ο σχετικός με τις ανωτέρω πλημμέλειες λόγος του δικογράφου των προσθέτων λόγων αναιρέσεως, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' Κ.Ποιν.Δ. και πρέπει, ενόψει του ότι η ένδικη αίτηση περιέχει παραδεκτό λόγο αναιρέσεως, αυτόν της απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο (άρθρα 171 παρ. 1 περ. δ' και 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ίδιου Κώδικα), να γίνει δεκτός και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Ακολούθως, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 16.011/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Ιουνίου 2008.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή