Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1512 / 2012    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αίτηση αναίρεσης Εισαγγελέα Α.Π..




Περίληψη:
Βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για την αθώωση. Αναιρεί και παραπέμπει.




Αριθμός 1512/2012

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο,-Εισηγητή, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη και Μαρία Βασιλάκη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέα Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 3927/2011 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Βόλου. Με κατηγορούμενους: 1. Α. Π. του Γ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Μαρία Βραχά, 2. Α. Κ. του Δ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Αναστασίου, 3. Π. Κ. του Ν., κάτοικο ..., που δεν παρέστη. Με πολιτικώς ενάγοντα: Χ. Π. του Γ., κάτοικο ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Γρηγορίου.

Το Τριμελές Πλημ/κείο Βόλου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό 2 και ημερομηνία 4 Ιανουαρίου 2012 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίας Σταμάτη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 39/12.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξουσίους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ.2 εδ. α' του ΚΠΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε καταδικαστικής ή αθωωτικής απόφασης οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτός της ελλείψεως της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ειδικά όμως προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν.δ. 73/1974), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει τον από τη διάταξη του άρθρου 510 στοιχ. Δ ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά, είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα γιατί δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται στα πρακτικά και τα οποία έλαβε υπόψη για τον σχηματισμό της κρίσεώς του. Δεν απαιτείται όμως για την αιτιολογία της αθωωτικής απόφασης να εκθέτει το δικαστήριο σ' αυτή περιστατικά από τα οποία να πείστηκε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι αντικείμενο της απόδειξης στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, ως προς την έκθεση των αποδείξεων για να θεωρηθεί η δικαστική απόφαση αιτιολογημένη πρέπει να προκύπτει από αυτήν, ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά προκειμένου να διαμορφώσει την κρίση του.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 3927/2011 απόφασή του, το κατ' έφεση δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, που την εξέδωσε, κήρυξε αθώους τους τρεις κατηγορούμενους των αποδιδόμενων σε αυτούς αξιοποίνων πράξεων, α) παράβασης καθήκοντος και ψευδούς βεβαίωσης τον πρώτο Α. Κ., β) ηθικής αυτουργίας στις παραπάνω δύο πράξεις και απάτη τη δεύτερη Α. Κ. και γ) άμεσης συνέργειας στις πράξεις του πρώτου τον τρίτο κατηγορούμενο Π. Κ..
Από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι το παραπάνω δικαστήριο, αφού εκτίμησε τα προσδιοριζόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, δέχτηκε στο αιτιολογικό του, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά κατά πιστή αντιγραφή: " Από την κύρια αποδεικτική διαδικασία γενικά, την μαρτυρία του πολιτικώς ενάγοντος που εξετάστηκε ανωμοτί, τις μαρτυρίες των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάσθηκαν ένορκα στο ακροατήριο, τα έγγραφα που διαβάστηκαν στο ακροατήριο, σε συνδυασμό και με τις απολογίες των παρόντων κατηγορουμένων, το Δικαστήριο δεν πείσθηκε για την ενοχή των κατηγορουμένων για τις αξιόποινες πράξεις που τους αποδίδονται με το κατηγορητήριο και για το λόγο αυτό, πρέπει , να κηρυχθούν αθώοι καθότι τα 115 τ.μ. δεν συμπεριλήφθηκαν στην πράξη χαρακτηρισμού ενώ τα υπόλοιπα τ.μ. ανήκουν στην Κ. και είναι γεωργική έκταση, κατά συνέπεια δεν συντρέχει περίπτωση παράβασης καθήκοντος ούτε και συνέργεια σ' αυτή, ούτε περίπτωση ηθικής αυτουργίας. Περαιτέρω ο τοπογράφος κατηγορούμενος είχε αρμοδιότητα να συντάξει το τοπογραφικό μέχρι και για 50 στρέμματα και συνεπώς δεν υπάρχει περίπτωση ψευδούς βεβαίωσης. Τέλος η Κ. δεν τέλεσε απάτη, γιατί μεταβίβασε έκταση ανήκουσα στην κυριότητα της βάσει της δικαστικής πραγματογνωμοσύνης".
Με τις παραδοχές της όμως αυτές, η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κήρυξε αθώους τους τρεις κατηγορουμένους και για τις τρεις αξιόποινες πράξεις που κατηγορούντο, περιέλαβε παντελώς τυπική και ελλιπή αιτιολογία. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από αυτήν: α) δεν εξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν και σημειώνονται στα πρακτικά δεν επαρκούν για την κατάφαση της ενοχής των κατηγορουμένων. β) δεν αναφέρονται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν τη μη συνδρομή της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως των άνω αξιοποίνων πράξεων, 1) της παράβασης καθήκοντος και ψευδούς βεβαίωσης του πρώτου κατηγορουμένου Δασάρχη Σκοπέλου Α. Π., κατ' εξακολούθηση, που κατηγορείτο ότι εξέδωσε ως Δασάρχης μη νόμιμη πράξη χαρακτηρισμού ως μη δασικής έκτασης, έκτασης 115 τ.μ., που ήταν δασική και είχεν κηρυχθεί αναδασωτέα και επίσης έκτασης 661,25 τ.μ. που ήταν παλιά εκχερσωμένη και αναδασωτέα και είχεν αναγνωρισθεί ως ιδιωτική δασική έκταση ιδιοκτησίας του εγκαλούντος Χ. Π., 2) της ηθικής αυτουργίας στις παραπάνω δύο πράξεις του Δασάρχη, και απάτης σε βάρος τρίτων αγοραστών των άνω δασικών εκτάσεων, της δεύτερης κατηγορουμένης Α. Κ., που ζήτησε τις ανωτέρω πράξεις χαρακτηρισμού και εμφάνισε τις άνω εκτάσεις ως ιδιωτικές μη δασικές ανήκουσες στην ιδιοκτησία της και 3) της άμεσης συνέργειας στις πράξεις του πρώτου, του τρίτου κατηγορουμένου Π. Κ., μηχανικού δομικών έργων, που συνέταξε σχετικά τοπογραφικά διαγράμματα των παραπάνω δασικών εκτάσεων, ενώ γνώριζε τη δασική ιδιότητα των εκτάσεων αυτών, γ) ο τρίτος κατηγορούμενος μηχανικός κατηγορείτο για άμεση συνέργεια στην παράβαση καθήκοντος και την ψευδή βεβαίωση του πρώτου κατηγορουμένου και όχι για ψευδή βεβαίωση ο ίδιος, για την οποία και μόνον αναφέρεται το αιτιολογικό με την παράθεση ως μόνης απαλλακτικής σκέψης ότι ο κατηγορούμενος τοπογράφος είχεν αρμοδιότητα για τη σύνταξη του τοπογραφικού διαγράμματος, δ) ουδεμία αιτιολογία διαλαμβάνεται για την έλλειψη στοιχείων ηθικής αυτουργίας της δεύτερης κατηγορουμένης που αυτή είχε ζητήσει από τον κατηγορούμενο Δασάρχη την έκδοση των πράξεων χαρακτηρισμού και προέβη στη συνέχεια στην πώληση των δασικών εκτάσεων σε τρίτους που παραπλάνησε, εμφανίζοντάς τες ως μη δασικές, ανήκουσες στην ιδιοκτησία της, ε) όσον αφορά την αθώωση της δεύτερης κατηγορουμένης για την πράξη της απάτης, με την πώληση των ανωτέρων εκτάσεων, που εμφάνισεν αυτές ως μη δασικές, ανήκουσες στην ιδιοκτησία της και όχι στον εγκαλούντα (κατά το κατηγορητήριο), μονολεκτικά επικαλείται ότι δε στοιχειοθετείται απάτη, γιατί μεταβίβασε έκταση ανήκουσα στην ιδιοκτησία της, "βάσει δικαστικής πραγματογνωμοσύνης", χωρίς να αναφέρει με βάση ποία πραγματογνωμοσύνη και με βάση ποία αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά ήχθη στο συμπέρασμα αυτό ότι η επίδικη έκταση που φέρεται ως δασική και αναδασωτέα, ανήκει στην ιδιοκτησία της και μπορούσε να μεταβιβασθεί σε τρίτους.
Επομένως, είναι βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Μετά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 3927/2011 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως αυτήν.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Δεκεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή