Θέμα
Δικαιοπραξία .
Περίληψη:
Το δικαστήριο παραβιάζει τους ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών των άρθρων 173 και 200 – οπότε και ιδρύεται λόγος αναίρεσης απ’ τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ – όταν μολονότι, κατά την ανέλεγκτη ως προς αυτά κρίση του, διαπιστώνει, έστω και έμμεσα, την ύπαρξη κενού ή αμφιβολίας στις δηλώσεις βούλησης των δικαιοπρακτούντων, συνακόλουθα δε, την ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας αυτών, παραλείπει να προσφύγει για τη συμπλήρωση ή ερμηνεία τους στις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ ή προσφεύγει στην εφαρμογή τους και στη συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, μολονότι δέχεται, επίσης, ανέλεγκτα, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, ως στοιχεία προσδιοριστικά της καλής πίστης.
Αριθμός 623/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Δεκεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1)Μ. Λ. του Κ., συζ. Ν. Μ., κατοίκου ... , 2)Ε. Λ. του Κ., συζ. Κ. Ι., κατοίκου ... , και 3)Ι. Λ. του Κ. , κατοίκου ... , ως κληρονόμων του Κ. Λ., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Χαρακτινιώτη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Των αναιρεσιβλήτων: 1)Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "Εθνική Κεφαλαίου Α.Ε. - Ανώνυμη Εταιρεία Διαχειρίσεως Ενεργητικού και Παθητικού" νόμιμα εκπροσωπούμενης ως ειδικής εκκαθαρίστριας της υπό εκκαθάριση Ανώνυμης Εταιρείας Γεωργικής Βιομηχανίας, και 2)Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία "Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε." νόμιμα εκπροσωπούμενης. Η 1η εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Βασίλειο Γεωργούλα και η 2η εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Παναγόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/10/1997 ανακοπή του αρχικού διαδίκου Κ. Λ. (δικαιοπαρόχου των αναιρεσειόντων), που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 88/1999 μη οριστική, 184/2008 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 89/2012 του Εφετείου Καλαμάτας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 19/11/2011 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ερωτόκριτος Καλούδης ανέγνωσε την από 18/11/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος της 1ης αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων της στη δικαστική δαπάνη της.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ ιδρύεται λόγος αναίρεσης, όταν το δικαστήριο της ουσίας παραβίασε ευθέως κανόνα ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου υπάρχει, όταν το δικαστήριο, με βάση τις παραδοχές του, στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρέλειψε να εφαρμόσει ένα ουσιαστικό κανόνα δικαίου, ο οποίος ήταν εφαρμοστέος ή εφάρμοσε ουσιαστικό κανόνα δικαίου, τον οποίο δεν έπρεπε να εφαρμόσει. Ειδικότερα, το δικαστήριο παραβιάζει τους ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών, που εισάγουν οι διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, όταν μολονότι, κατά την ανέλεγκτη ως προς αυτό κρίση του, διαπιστώνει, έστω και έμμεσα, την ύπαρξη κενού ή αμφιβολίας στις δηλώσεις βούλησης των δικαιοπρακτούντων, συνακόλουθα δε, την ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνεία αυτών, παραλείπει να προσφύγει για τη συμπλήρωση ή ερμηνεία τους στις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 ΑΚ ή προσφεύγει στην εφαρμογή των διατάξεων αυτών και στη συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, μολονότι δέχεται, επίσης, ανέλεγκτα, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, ως στοιχεία προσδιοριστικά της καλής πίστης. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε τα ακόλουθα: "Με το υπ' αριθμ. ... /1-12-1966 "προσύμφωνο αγοραπωλησίας ακινήτου" του τότε συμβολαιογράφου Θουρίας Κων/νου Κόλλια, τα επτά αδέλφια, Σ., Π., Π., Γ., Κ. (ανακόπτων), Ι. και Α. , εκ των οποίων τα πέντε πρώτα βιομήχανοι, τέκνα του Η. και της Μ. Λ., αφού δήλωσαν, ότι έχουν στη νομή, κατοχή και κυριότητα τους (από κληρονομιά των γονέων τους, την οποία αποδέχθηκαν) ένα οικόπεδο στην Καλαμάτα φερόμενο τότε εκτάσεως 6000 τετρ. μέτρων (τμήμα του οποίου αποτελεί το επίδικο ακίνητο, που βρίσκεται στο Ο.Τ. 453Α, εμβαδού 3315 τ.μ, και κατά νεώτερη καταμέτρηση 3258,90 τ.μ.), αποφασίζουν και "πωλούσι σήμερον παραχωρούσιν και μεταβιβάζουσι", όπως κατά λέξη αναγράφεται στο προσύμφωνο, "κοινώς και αδιαιρέτως και έκαστος το εν έβδομον (1/7) ιδανικόν μερίδιον εξ αδιαιρέτου ελεύθερον παντός εν γένει βάρους..." προς την (παλαιά) Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία "Γεωργική Βιομηχανία", αντί συνολικού τιμήματος 749.000 δρχ. Πρέπει να επισημανθεί, ότι με το προαναφερόμενο προσύμφωνο ο ανακόπτων και τα αδέρφια του δεν ανέλαβαν απλώς την υποχρέωση να πουλήσουν προς την αγοράστρια εταιρία τα ιδανικά μερίδια τους επί του ως άνω ακινήτου (αρθρ. 166 ΑΚ), αλλά συμφώνησαν προσθέτως, βάσει της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων (βλ. και αρθρ. 361 ΑΚ), και παρέδωσαν στην αγοράστρια, με την κατάρτιση του προσυμφώνου, την κατοχή και τη νομή του παραπάνω ακινήτου, ενώ υπολειπόταν μόνο η μεταβίβαση της κυριότητας με την εμπράγματη δικαιοπραξία αφού το προσύμφωνο πώλησης είναι ενοχική δικαιοπραξία. Άλλωστε η συμφωνία μεταβιβάσεως της νομής ακινήτου είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την εμπράγματη μεταβίβαση. Προηγουμένως, την ίδια μέρα, ο ανακόπτων και οι άρρενες αδελφοί του είχαν αποδεχθεί, με τις επικαλούμενες από τον ανακόπτοντα υπ' αριθμ. …/1-12-1966 και …/1-12-1966 αντίστοιχα δηλώσεις αποδοχής κληρονομιάς, που συντάχθηκαν ενώπιον του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, την κληρονομιά των γονέων τους (που απεβίωσαν το 1953 ο πατέρας και το 1962 η μητέρα τους), ως μόνοι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι. Όμως; η μεταγραφή αυτών στα οικεία βιβλία μεταγραφών του Δήμου Καλαμάτας πραγματοποιήθηκε μετά πάροδο περίπου είκοσι επτά (27) ετών, στις 22-9-1993, αφού στο μεταξύ είχε επέλθει παύση πληρωμών των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της νέας εταιρίας του ανακόπτοντος και των αρρένων αδελφών του (για την οποία εταιρία θα γίνει λόγος παρακάτω) και είχαν υποβληθεί αιτήσεις από πιστωτικά ιδρύματα, για να τεθεί η εν λόγω εταιρία σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του αρθρ. 46α του Ν. 1892/1990. Ακολούθως, με το υπ' αριθ. …/1-9-1973 συμβόλαιο συστάσεως ανωνύμου εταιρίας του συμβ/φου Καλαμάτας Δ. Τσαπόγα, που δημοσιεύτηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία μεταγραφών και στο υπ' αριθ. 1938/13-12-1973 ΦΕΚ δελτίο Α.Ε και Ε.Π.Ε., ο Ν. Φ. (υπάλληλος των βιομηχάνων αδελφών Λ. ), ως τυπικός εκπρόσωπος της παλαιάς ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "Ανώνυμος Εταιρία Γεωργικής Βιομηχανίας", που ανήκε στους αδελφούς Λ. (βλ. το υπ' αριθμ. 1095/1968 ΦΕΚ δελτίο Α.Ε και Ε.Π.Ε.), και οι άρρενες αδελφοί Λ. , μεταξύ των οποίων και ο ανακόπτων, που ενεργούσαν ατομικώς και ως εκπρόσωποι και μόνα ομόρρυθμα μέλη της ομόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία "…. ", ίδρυσαν τη νέα ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ" (ήδη τελούσα υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του αρθρ. 46α του Ν. 1892/1990) στην οποία εισφέρθηκε το σύνολο της περιουσίας των δύο προαναφερόμενων εταιριών, οι οποίες εν συνεχεία διαλύθηκαν (βλ. 2° φύλλο του Καταστατικού). Μεταξύ των περιουσιακών στοιχείων που εισφέρθηκαν στη νέα εταιρία για το σχηματισμό του μετοχικού (εταιρικού) κεφαλαίου περιλαμβανόταν και το επίδικο ακίνητο. Ειδικότερα, στο αρθρ. 43§11 του Καταστατικού (βλ. και άρθρα 7 και 42 τούτου) αναφέρεται κατά λέξη ότι "η εν Καλαμάτα εδρεύουσα παλαιά Ανώνυμος Εταιρεία υπό την επωνυμία "Ανώνυμος Εταιρία Γεωργικής Βιομηχανίας" εισφέρει, εκχωρεί και μεταβιβάζει προς την δυνάμει του παρόντος συνιστώμενη νέαν Ανώνυμον Εταιρείαν υπό την επωνυμίαν "Ανώνυμος Εταιρία Γεωργικής Βιομηχανίας" τα εκ του υπ' αριθμ. ... από 1-12-1966 προσυμφώνου του Συμβολαιογράφου Θούριας Κων/νου Γ. Κάλλια απορρέοντα δικαιώματα της, δια την παρά των εν τω ανωτέρω προσυμφώνω αναφερομένων πωλητών αγοράν ενός αστικού ακινήτου, γηπέδου, συνολικής εκτάσεως 4360 μ2, κειμένου εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως Καλαμάτας του ομωνύμου Δήμου παρά την οδόν Ευαγγελιστρίας αποτελουμένου εκ δύο διακεκριμένων τμημάτων ούτινος γηπέδου το προσυμφωνηθέν τίμημα έχει καταβάλει εξ ολοκλήρου προς τους πωλητάς η εισφέρουσα τούτο παλαιά Ανώνυμος Εταιρία Γεωργικής Βιομηχανίας και έχει την νομήν αυτού, την οποία παραδίδει προς την δυνάμει του παρόντος ιδρυομένην νέαν Ανώνυμον Εταιρείαν". Από το περιεχόμενο του ως άνω Καταστατικού, που περιβλήθηκε τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, προκύπτει σαφώς ότι η παλαιά "ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ Α.Ε." είχε κατά την κατάρτιση της ανωτέρω υπ' αριθμ. …/1973 συμβολαιογραφικής πράξεως, τη νομή του επίδικου ακινήτου, την οποία μεταβίβασε στην ιδρυθείσα (και ήδη υπό εκκαθάριση τελούσα) εταιρία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ". Ο πρώτος επομένως, κατ'ορθή εκτίμησή του, λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο, με το να δεχθεί, ότι με το ανωτέρω - υπ'αριθμ.... /1.12.1966 - προσύμφωνο αγοραπωλησίας ο ανακόπτων και τα αδέλφια του "...δεν ανέλαβαν απλώς την υποχρέωση να πουλήσουν προς την αγοράστρια τα ιδανικά τους μερίδια επί του επίδικου ακινήτου αλλά συμφώνησαν προσθέτως....και παρέδωσαν στην αγοράστρια με την κατάρτιση του προσυμφώνου, την κατοχή και τη νομή του παραπάνω ακινήτου...", ενώ η αληθής βούλησή τους ήταν, "ότι υπόσχονταν την πώληση του ακινήτου αντί συγκεκριμένου τιμήματος ποσού 749.000 δρχ., δηλαδή αναλάμβανουν την υποχρέωση να το πουλήσουν (και να μεταβιβάσουν αυτό κατά κυριότητα, νομή και κατοχή) με την υπογραφή της εμπράγματης δικαιοπραξίας (οριστικού συμβολαίου πώλησης) τη σύνταξη του οποίου ανέβαλαν για συγκεκριμένη ημερομηνία, την 30η Μαρτίου 1967", παραβίασε ευθέως τους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, με το να μη προσφύγει σ'αυτούς, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, εφόσον το Εφετείο, όπως προκύπτει από τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης που προπαρατέθηκαν, δεν διαπίστωσε, έστω και έμμεσα, κενό ή αμφίβολο σημείο ως προς τα σαφές περιεχόμενο των δηλώσεων βούλησης των συμβαλλόμενων μερών στο ... /1.12.1966 προσύμφωνο αγοραπωλησίας, που προμνημονεύθηκε.
ΙΙ. Ο προβλεπόμενος από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης για παραμόρφωση εγγράφου συνίσταται στο διαγνωστικό λάθος της απόδοσης από το δικαστήριο της ουσίας σε αποδεικτικό, με την έννοια των άρθρων 339 και 432 ΚΠολΔ, έγγραφο, περιεχόμενο και καταδήλως διαφορετικό από το αληθινό, εξαιτίας του οποίου καταλήγει σε πόρισμα επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα. Δεν περιλαμβάνει όμως και την περίπτωση που το δικαστήριο, από την εκτίμηση και αξιολόγηση του αληθινού περιεχομένου του εγγράφου, έστω και εσφαλμένα, καταλήγει σε συμπέρασμα αντίθετο από εκείνο που θεώρησε ως ορθό ο αναιρεσείων, γιατί τότε πρόκειται για αιτίαση σχετική με την εκτίμηση πραγμάτων, η οποία δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο. Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο του υπ' αριθμ. ... /1.12.1966 προσυμφώνου αγοραπωλησίας ακινήτου, με το να δεχθεί, επί λέξει, ότι με αυτό " ....τα επτά αδέλφια Σ., Π., Π., Γ., Κ. (ανακόπτων), Ι. και Α. ... αφού δήλωσαν ότι έχουν στη νομή, κατοχή και κυριότητά τους... ένα οικόπεδο στην Καλαμάτα... αποφασίζουν και "πωλούσι σήμερον παραχωρούσιν και μεταβιβάζουσι", προς την (παλαιά) Ανώνυμη Εταιρία Γεωργική Βιομηχανική αντί συνολικού τιμήματος 749000 δρχ.", δεν ανέλαβαν απλώς την υποχρέωση ο ανακόπτων και τα αδέλφια του να πουλήσουν προς την αγοράστρια τα ιδανικά τους μερίδια επί του επιδίκου ακινήτου (άρθρο 166 ΑΚ), αλλά συμφώνησαν προσθέτως...και παρέδωσαν στην αγοράστρια με την κατάρτιση του προσυμφώνου, την κατοχή και τη νομή του παραπάνω ακινήτου...", ενώ από το περιεχόμενο αυτού - του προσυμφώνου - δεν προκύπτει τέτοια πρόσθετη συμφωνία, ούτε αναφέρεται ότι παραδίδεται η νομή και κατοχή του ακινήτου, αλλά περιέχεται μόνο η υπόσχεση (ενοχική υποχρέωση) να συνταχθεί οριστική σύμβαση πώλησης και να μεταβιβασθεί το ακίνητο κατά κυριότητα, νομή και κατοχή. Ο αναιρετικός αυτός λόγος πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως ως απαράδεκτος, εφόσον με αυτόν δεν αποδίδεται διαγνωστικό σφάλμα ως προς το αληθινό περιεχόμενο του πιο πάνω εγγράφου, δηλαδή λάθος κατά την ανάγνωσή του - τα ουσιώδη, άλλωστε, στοιχεία του οποίου, κατά τα άνω παρατίθενται στην απόφαση - αλλά σφάλμα ως προς την εκτίμηση του περιεχομένου του.
ΙΙΙ. Ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κατά τον οποίο επιτρέπεται αναίρεση αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν, ελέγχεται ουσιαστικά αβάσιμος, αν αποδεικνύεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι προς απόδειξη των ισχυρισμών τους. Προς τούτο αρκεί η γενική αναφορά του είδους του αποδεικτικού μέσου (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο, χωρίς την ανάγκη ειδικής μνείας και αξιολόγησης εκάστου και χωρίς διάκριση από ποια αποδεικτικά μέσα προκύπτει άμεση και από ποια έμμεση απόδειξη. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πέμπτο λόγο της αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 11 περίπτ. γ' του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη και δεν συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις και τα, ειδικότερα, μνημονευόμενα σ'αυτή αποδεικτικά μέσα, που οι αναιρεσείοντες επικαλέστηκαν με τις προτάσεις τους της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, προς απόδειξη του ουσιώδους ισχυρισμού τους, ότι ο αρχικός ανακόπτων - στη θέση του οποίου μετά το θάνατό του στις 3.11.2007 υπεισήλθαν οι ήδη αναιρεσείοντες - νεμόταν το επίδικο κατά το ιδανικό του μερίδιο 1/7 εξ αδιαιρέτου από όταν το απέκτησε (κατά κυριότητα, νομή και κατοχή) εκ κληρονομίας των γονέων του και μέχρι την άσκηση της ανακοπής του και ότι ουδέποτε απέκτησε η ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας (παλαιά και νέα) τη νομή του επίδικου ακινήτου, ούτε ειδικότερα η νέα το 1973 (με το συμβόλαιο 168/1973 σύστασής της ως εισφορά από την παλαιά ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας), και, πάντως, δεν παρέλειψε ποτέ να ασκεί πράξεις νομής με διάνοια συγκυρίου σε αυτό - επίδικο - και μάλιστα ούτε και μετά το 1973 και μέχρι την άσκηση της ανακοπής του το 1997, δηλαδή: α)το υπ'αριθμ…./1967 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Δημητρίου Στυλιανού Φατούρου, με το οποίο παρατάθηκε η προθεσμία για τη σύνταξη οριστικού συμβολαίου και δηλώθηκε από τα συμβαλλόμενα μέρη ότι ισχύουν όλες οι διατάξεις και όροι του υπ'αριθμ.... /1966 προσυμφώνου, β)σχέδια του αρχιτέκτονα μηχανικού Ι. Ζ. από τα οποία προκύπτει ότι το 1984 είχε ανατεθεί από το δικαιοπάροχο των αναιρεσειόντων και τους άλλους συγκυρίους του επιδίκου σε μηχανικό η σύνταξη σχεδίων για την ανέγερση πολυκατοικίας σε αυτό, δηλαδή πράξεις νομής του ανακόπτοντος στο επίδικο και διακοπή της χρησικτησίας και παραγραφής, γ)το από 23.5.1990 συμφωνητικό εκμισθώσεως του επίδικου ακινήτου από το Σ. Λ. (ενεργούντα κατ'εντολή όλων των συγκληρονόμων) στον Α. Ν. , από το οποίο προκύπτει η συνεχής νομή του αρχικού ανακόπτοντος στο επίδικο και σε κάθε περίπτωση η διακοπή της οποίας εκ των αντιδίκων επικαλούμενης χρησικτησίας και παραγραφής, δ)Λογαριασμούς παροχής ρεύματος στο επίδικο επ'ονόματι του Σ. Λ. και σχετικό έγγραφο της ΔΕΗ, από τα οποία προκύπτει η επί πολλά έτη χρήση και νομή του επιδίκου από τον αρχικό ανακόπτοντα και τους λοιπούς συγκυρίους, αφού η εν λόγω σύνδεση με τη ΔΕΗ του επιδίκου έχει γίνει προ του έτους 1985 και εξακολουθούσε να ισχύει μέχρι και μετά το 2002, και οι λογαριασμοί εξοφλούνται από αυτούς, ε)το από 7.8.1987 έγγραφο της Νομαρχίας Μεσσηνίας, απευθυνόμενο στον αρχικό ανακόπτοντα Κ. Λ. , με το οποίο αναγνώριζε την κυριότητά του και τη νομή του επί του επιδίκου, και προκύπτει η επιμέλεια, φροντίδα και προστασία που επεδείκνυε στο επίδικο με διάνοια συγκυρίου, στ)την από 21.12.1987 αναγγελία αξιώσεως του αρχικού ανακόπτοντος Κ. Λ. προς τον Υπουργό των Οικονομικών κοινοποιηθείσα νόμιμα σε αυτόν, από την οποία επίσης προκύπτει η επιμέλειά του και η άσκηση πράξεων νομής στο επίδικο, ζ)αποσπάσματα προσωρινών Κτηματολογικών στοιχείων Α'ανάρτησης και απόσπασμα προσωρινού κτηματολογικού διαγράμματος Α'ανάρτησης στο όνομα του Σ. Λ. (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης 21.12.1999) για το επίδικο ακίνητο που φέρει ΚΑΕΚ ... , η)απόσπασμα προσωρινών κτηματολογικών στοιχείων Β'ανάρτησης και απόσπασμα προσωρινού κτηματολογικού διαγράμματος Β'ανάρτησης στο όνομα του αρχικού ανακόπτοντος Κ. Λ. (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης 30.9.2002) για το επίδικο ακίνητο που φέρει ΚΑΕΚ ... , και θ)τις καταθέσεις των μαρτύρων Π. Κ. και Ι. Π. , που περιέχονται στην υπ'αριθμ.37/2007 εισηγητική έκθεση, από τις οποίες προκύπτει ότι οι μόνοι συγκύριοι και συννομείς του επίδικου ακινήτου επί πενήντα και πλέον έτη, ήδη από το 1962 και μετά, ήταν ο αρχικός ανακόπτων Κ. Λ. και τα αδέλφια του. Ο ερευνώμενος αυτός αναιρετικός λόγος είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, αφού, από την υπάρχουσα στην προσβαλλόμενη απόφαση βεβαίωση, κατά την οποία τα περιστατικά που έγιναν δεκτά από το πιο πάνω Δικαστήριο ως αποδεικνυόμενα αναφορικά με τους ισχυρισμούς των διαδίκων αποδείχθηκαν, μεταξύ άλλων και "από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν ενώπιον του Εισηγητή Δικαστή και τη συνεκτιμώμενη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων ημιτελή ένορκη κατάθεση του μάρτυρα Ι.Π. και από όλα τα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα) σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι στο αιτιολογικό της απόφασης δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο από το οποίο να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για το αν το Εφετείο έλαβε υπόψη του και τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία, ότι το εν λόγω Δικαστήριο, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ως προς τους κρίσιμους ισχυρισμούς των διαδίκων, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε και τα αποδεικτικά αυτά μέσα, από τα οποία, μάλιστα, υπάρχει ειδική μνεία της ημιτελούς ένορκης κατάθεσης του Ι.Π. , ότι ως τέτοιας - συνεκτιμάται προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να κάνει ειδική μνεία και των λοιπών ή χωριστική αξιολόγηση του καθενός.
IV. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 8 Κ.Πολ.Δ. ιδρύεται λόγος αναίρεσης όταν το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Πράγματα, υπό την έννοια της πιο πάνω διάταξης, θεωρούνται οι ασκούντες ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων, που, υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασης τους, θεμελιώνουν ιστορικώς το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος (Ολ.ΑΠ 25/2003, 12/2000 και 3/1997), όχι δε και εκείνοι που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής και αποτελούν άρνηση αυτής, ούτε και εκείνοι που δεν έχουν αυτοτέλεια και αποτελούν επιχειρήματα νομικά ή πραγματικά, τα οποία αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (Ολ.ΑΠ 469/1984). Ο λόγος δεν ιδρύεται αν το δικαστήριο που δίκασε, έλαβε υπόψη ισχυρισμό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιονδήποτε τυπικό ή ουσιαστικό λόγο (Ολ.ΑΠ 12/1991). Στην προκείμενη περίπτωση, με τους συναφείς τρίτο, τέταρτο και έκτο λόγους της αναίρεσης οι αναιρεσείοντες ψέγονται την προσβαλλόμενη απόφαση για πλημμέλεια από τον αριθμό 8 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ, γιατί το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τον ουσιώδη ισχυρισμό τους, ότι ουδέποτε μεταβιβάστηκε και παραδόθηκε με το υπ'αριθμ.... /1966 προσύμφωνο πώλησης η νομή και κατοχή στην αγοράστρια εταιρία ΑΕ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, αλλά παρέμεινε στους πωλητές, γι'αυτό και τέθηκε στο εν λόγω - ... /1966 - συμβόλαιο "ο όρος ως ποινική ρήτρα - αρραβώνας", ότι σε περίπτωση μεταμέλειας των αγοραστών καταπίπτει το καταβληθέν (με συναλλαγματικές) ποσό και καμία αξίωση δεν έχουν οι αγοραστές από τους πωλητές, ούτε υπέγραψε ο αρχικός ανακόπτων - Κ. Λ. του Η. - την "από 29.4.1987 επιστολή της ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας ως νόμιμος - τότε - εκπρόσωπός της περί συναίνεσης σε εγγραφή προσημείωσης επί του επίδικου ακινήτου", την οποία επικαλέστηκε η τρίτη καθ'ης η ανακοπή και δεύτερη αναιρεσίβλητη Εθνική Τράπεζα προς ανταπόδειξη της ένδικης - από 8-10-1997 - αναγνωριστικής συγκυριότητας ακινήτου ανακοπής του αρχικού ανακόπτοντος και απόδειξη της ένστασής της περί κτήσης του επίδικου ακινήτου από τη δικαιοπάροχό της προαναφερόμενη ΑΕ με έκτακτη χρησικτησία (με τους τρίτο και έκτο απ'αυτούς) και επίσης "την αντέσταση της διακοπής της εκτάκτου χρησικτησίας, η οποία επήλθε δια των τις την ανακοπή (που είχε ως βάση - επικουρική - την έκτακτη χρησικτησία) από τον αρχικό ανακόπτοντα ιστορουμένων ....(με τον τέταρτο απ'αυτούς). Οι αναιρετικοί αυτοί λόγοι είναι, αφενός, οι τρίτος και έκτος απ'αυτούς απορριπτέος ως απαράδεκτοι, γιατί οι περιεχόμενοι σ'αυτούς ανωτέρω ισχυρισμοί των αναιρεσειόντων δεν είναι αυτοτελείς, με την έννοια του άρθρου 559 αριθ.8 ΚΠολΔ, που προπαρατέθηκε, αλλά συνιστούν αιτιολογημένη άρνηση της ένστασης της τρίτης καθ'ης η ανακοπή και ήδη δεύτερης αναιρεσίβλητης Εθνικής Τράπεζας περί κτήσης του επίδικου ακινήτου από τη δικαιοπάροχό της "ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας", και, αφετέρου, ο τέταρτος απ'αυτούς απορριπτέος ως αβάσιμος, εφόσον το Εφετείο έλαβε υπόψη τον αμέσως πιο πάνω θεμελιωτικό της ανακοπής ισχυρισμό - αντέσταση του αρχικού ανακόπτοντος και τον απέρριψε ως κατ'ουσίαν αβάσιμο. Η ειδικότερη αιτίαση που αφορά στη μη υπογραφή από τον αρχικό ανακόπτοντα ως νόμιμο εκπρόσωπο της "ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας" της προεκτεθείσας - από 29.4.1987 - επιστολής της για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί του επίδικου ακινήτου, όπως αυτή εκτιμάται, από το άρθρο 559 αριθ.19 ΚΠολΔ, ως μη αναφερόμενη σε ουσιώδη ισχυρισμό εφόσον το Εφετείο, κατά τα άνω, με σαφήνεια δέχτηκε, ότι "από το περιεχόμενο του καταστατικού της, που περιβλήθηκε τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, προκύπτει σαφώς ότι η παλαιά "ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΕ" είχε κατά την κατάρτιση της ανωτέρω υπ'αριθμ…./1973 συμβολαιογραφικής πράξεως τη νομή του επίδικου ακινήτου, την οποία μεταβίβασε στην ιδρυθείσα (και ήδη υπό εκκαθάριση τελούσα) εταιρία με την επωνυμία "ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ", και μάλιστα, ότι "πέραν της άνω - από 29.4.1987 - επιστολής για το ότι η "Α.Ε. Γεωργικής Βιομηχανίας" βρισκόταν συνεχώς και αδιαλείπτως στη νομή του επίδικου ακινήτου, αποδεικνύεται και από τα πιστοποιητικά ελέγχου των ισολογισμών της "Α.Ε. Γεωργικής Βιομηχανίας" από ορκωτούς λογιστούς....και το πιο ουσιώδες στην προκείμενη περίπτωση, ότι "είναι στην κατοχή της εταιρίας σύμφωνα με δήλωση των αρμοδίων οργάνων της, εδώ και είκοσι χρόνια περίπου" ....(αντιπρόεδρος της οποίας από την 1.1.1986 έως 1.12.1988 ήταν ο αρχικός ανακόπτων Κ.Λ. )....προς τους ορκωτούς λογιστές", είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί. V. Από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.10 ΚΠολΔ, που ορίζει, ότι αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παρά το νόμο δέχτηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, ως αληθινά, χωρίς απόδειξη, προκύπτει, ότι ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται, όταν το δικαστήριο δέχεται πράγματα, δηλαδή αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι τείνουν σε θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του δικαιώματος, που ασκείται με την αγωγή, ένσταση ή αντέσταση, χωρίς να έχει προσαχθεί οποιαδήποτε απόδειξη για τα πράγματα αυτά ή όταν δεν εκθέτει από ποια αποδεικτικά στοιχεία άντλησε την απόδειξη γι'αυτά (ΑΠ 1708/2010). Επομένως ο έβδομος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες αποδίδουν στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 10 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, γιατί το Εφετείο δέχτηκε πράγματα που έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ως αληθινά χωρίς απόδειξη και συγκεκριμένα, ότι την από 29.4.1987 επιστολή της ΑΕ Γεωργικής Βιομηχανίας περί συναίνεσης σε εγγραφή προσημείωσης επί του επίδικου ακινήτου υπογράφει και ο αρχικός ανακόπτων (Κ.Α.Λ. ς), παρότι αρνήθηκαν ρητά ότι είναι η υπογραφή του δικαιοπαρόχου τους στην εν λόγω επιστολή. Κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, ως μη αναφερόμενος σε ουσιώδη ισχυρισμό, δηλαδή σε "πράγμα", κατά την έννοια της άνω διάταξης του άρθρου 559 αριθ.10 ΚΠολΔ, είναι απαράδεκτος και πρέπει να απορριφθεί.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19.11.2012 αίτηση των 1)Μ. Λ. του Κ. συζ.Ν. Μ. κ.α. για αναίρεση της 89/2012 απόφασης του Εφετείου Καλαμάτας.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, επιμεριζόμενα λόγω της χωριστής τους υπεράσπισης, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ