Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 495 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Ανθρωποκτονία από πρόθεση, Ληστεία, Σωματική βλάβη επικίνδυνη.




Περίληψη:
Ανθρωποκτονία με πρόθεση, ληστεία και επικίνδυνη σωματική βλάβη. 1. Η πρώτη έκθεση αναιρέσεως, η οποία δεν περιέχει ορισμένο λόγο αναιρέσεως κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι είναι παντελώς αόριστος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, διότι δεν προσδιορίζεται με την αναίρεση αυτή σε τι συνίσταται η έλλειψη αυτή, ποίες είναι οι τυχόν ελλείψεις ή ασάφειες στην αιτιολογία της αποφάσεως. 2. Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠΔ λόγοι της δεύτερης αιτήσεως αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης.




ΑΡΙΘΜΟΣ 495/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 5 Μαρτίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου A. M. του N., κρατουμένου στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης Β' Τύπου Μαλανδρίνου, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεράσιμο Ποταμιάνο, περί αναιρέσεως της με αριθμό 130-134/2012 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορούμενο τον K. L. του M..

Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 11 Απριλίου 2012 και 5 Ιουνίου 2012 αιτήσεις του οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 874/2012.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Α. Οι το πρώτον κρινόμενες με αρ. εκθ. 31/11-4-2012 και 2/5-6-2012 δύο αιτήσεις αναιρέσεως του ιδίου αναιρεσείοντος, κατά της ιδίας με αρ. 130, 131, 132, 133, 134/2012 καταδικαστικής αποφάσεως του ΜΟΕ Θεσσαλονίκης, είναι εμπρόθεσμες, θεωρείται ότι συνιστούν ενιαίο κείμενο και πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω συναφείας και να ερευνηθούν περαιτέρω.
Β. Επί της πρώτης με αρ. εκθ. 31/11-4-2012 αιτήσεως.
Η πρώτη με αρ. εκθ. 31/11-4-2012 ασκηθείσα αίτηση αναιρέσεως, με περιεχόμενο "αιτώ την αναίρεση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολόγησης η οποία απαιτείται από το Σύνταγμα και το νόμο και για τους επιπρόσθετους λόγους που αναφέρω στη συνημμένη αίτησή μου", χωρίς να επισυνάπτεται οιαδήποτε αίτηση ή άλλο έγγραφο στην έκθεση αυτή, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας του μοναδικού από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ προβαλλόμενου λόγου αναιρέσεως, διότι δεν προσδιορίζεται με την αναίρεση αυτή σε τι συνίσταται η έλλειψη αυτή, ποίες είναι οι τυχόν ελλείψεις ή ασάφειες στην αιτιολογία της αποφάσεως (Ολ.ΑΠ 19/2001). Ο αιτών πρέπει, απορριπτομένης της αιτήσεώς του αυτής, να καταδικασθεί και στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 του ΚΠΔ).
Γ. Επί της δεύτερης με αρ. εκθ. 2/5-6-2012 αιτήσεως.
1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 του ΚΠΔ, ορίζεται ότι "όπου ο νό΅ος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, το ένδικο ΅έσο της αίτησης αναίρεσης επιτρέπεται ΅όνο κατά της απόφασης η οποία, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται ΅ε έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβαθ΅ίου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης".
Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 502 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, ορίζεται ότι "σε κάθε περίπτωση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει εξουσία να κρίνει μόνο για εκείνα τα μέρη της πρωτόδικης αποφάσεως, στα οποία αναφέρονται οι προβαλλόμενοι στην έφεση λόγοι".
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι εάν η υπόθεση που αναφέρεται σε ορισ΅ένο έγκλημα πέρασε και από τους δύο βαθ΅ούς ουσιαστικής κρίσης, ΅ε το ένδικο ΅έσο της αίτησης αναίρεσης προσβάλλεται ΅όνο η απόφαση του δευτεροβαθ΅ίου δικαστηρίου, στην οποία έχει ενσω΅ατωθεί εκείνη που εκδόθηκε στον πρώτο βαθ΅ό, ΅ετά την τυπική παραδοχή της έφεσης που ασκήθηκε κατ' αυτής και κάθε λόγος αναίρεσης που πλήττει την πρωτοβάθ΅ια απόφαση είναι απαράδεκτος. Αν δε η έφεση του καταδικασθέντος κατηγορουμένου είναι γενική, τότε το αποτέλεσμα της ασκηθείσας εφέσεως είναι καθολικό και το εφετείο έχει την εξουσία, αλλά και την υποχρέωση να ερευνήσει την υπόθεση σε όλες τις πλευρές της στις οποίες αναφέρονται οι λόγοι εφέσεως και να πράξει ότι θα έπραττε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, υπό την προϋπόθεση μόνο της μη χειροτερεύσεως της θέσεως του εκκαλούντος κατηγορουμένου, που απαγορεύει η διάταξη του άρθρου 470 του ΚΠΔ. Σε περίπτωση δε που ο κατηγορούμενος είχε προβάλει παραδεκτά στον πρώτο βαθμό αυτοτελείς ισχυρισμούς, αυτοί επανεξετάζονται στο εφετείο, μόνον αν επαναφερθούν σε αυτό με ειδικό λόγο εφέσεως ή και αν επανυποβληθούν στο εφετείο παραδεκτά κατά τρόπο ορισμένο και νόμιμο.
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλει τον, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Β' και Δ' του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως για έλλειψη ακροάσεως και για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως του ΜΟΕ Θεσσαλονίκης, για το λόγο ότι το εφετείο αντιπαρήλθε σιγή και δεν αιτιολόγησε ειδικώς την απόρριψη των προβληθέντων από αυτόν στον πρώτο βαθμό αυτοτελών ισχυρισμών του "για μειωμένο καταλογισμό, λόγω ανυπαίτιας μέθης που ασκεί επιρροή επί του καταλογισμού της κατηγορίας και για αναγνώριση σε αυτόν των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ.2 εδ. δ' του ΚΠΔ". Όπως δε προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, που παραδεκτά επισκοπούνται από τον ’ρειο Πάγο για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, με τη με αρ. 21, 22/2007 απόφαση του ΜΟΔ Έδεσσας, απορρίφθηκαν όλοι οι προβληθέντες ως παραπάνω αυτοτελείς ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, που καταδικάσθηκε για την ανωτέρω πράξη της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, ληστείας και επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Κατά της πιο πάνω αποφάσεως άσκησε ο αναιρεσείων έφεση, με τη με αρ. 6/16-4-2007 ενώπιον του αρμόδιου γραμματέα έκθεση, με την οποία ζήτησε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης ως άνω αποφάσεως, για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη κήρυξή του ως ενόχου, ενώ ο εκκαλών δεν αναφέρθηκε καθόλου σε αναιτιολόγητη ή εσφαλμένη απόρριψη των παραπάνω αυτοτελών ισχυρισμών του. Κατά τη δίκη ενώπιον του ΜΟΕ Θεσσαλονίκης, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως, ο εκκαλών κατηγορούμενος, δεν επανέφερε και δεν πρόβαλε τους παραπάνω αυτοτελείς ισχυρισμούς του και συνεπώς, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, δεν είχε υποχρέωση να εξετάσει τους ισχυρισμούς αυτούς ούτε να απαντήσει ή να διαλάβει στην απόφασή του οιαδήποτε αιτιολογία απόρριψης. Επομένως, ο συναφής ως παραπάνω πρώτος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
2. Από τις διατάξεις των άρθρων 349 παρ.1,2 και 501 παρ. 1 του ΚΠΔ προκύπτει ότι παρέχεται στον εκκαλούντα κατηγορούμενο το δικαίωμα να ζητήσει την αναβολή της δίκης και για σοβαρούς λόγους υγείας που αφορούν αυτόν ή και το συνήγορό του, λόγοι που πρέπει να αποδεικνύονται με έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή για λόγους ανώτερης βίας. Η παραδοχή του αιτήματος αυτού απόκειται στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο, όμως, όταν απορρίπτει το αίτημα αναβολής, πρέπει, να αιτιολογεί ειδικά και εμπεριστατωμένα την παρεμπίπτουσα απορριπτική απόφασή του. Διαφορετικά ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, η δε στη συνέχεια εκδίκαση της υποθέσεως και καταδίκη του κατηγορουμένου, ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως με τη μορφή της υπέρβασης εξουσίας. Έλλειψη αιτιολογίας της παρεμπίπτουσας αποφάσεως, που απορρίπτει το περί αναβολής αίτημα, υπάρχει όταν το δικαστήριο δεν αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, τις αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους κατέληξε στην απορριπτική του αιτήματος κρίση του.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την προσβαλλόμενη καταδικαστική απόφαση 130-134/2012 του κατ' έφεση δικάσαντος ΜΟΕ Θεσσαλονίκης και από τα πρακτικά αυτής προκύπτουν τα εξής. Κατά τη συζήτηση της εφέσεως του αναιρεσείοντος, στην αρχή της διαδικασίας, με πρόταση του εισαγγελέα της έδρας αναγνώσθηκε δήλωση - αίτημα αναβολής του απουσιάζοντος συνηγόρου του κατηγορουμένου, του δικηγόρου Γεράσιμου Ποταμιάνου, που εστάλη στην εισαγγελία εφετών Θεσσαλονίκης με τηλεομοιοτυπία και έχει το εξής περιεχόμενο: " ..." " Ως πληρεξούσιος δικηγόρος του A. M. του N. και της S., κάτοχος του υπ' αριθ. ... αλβανικού διαβατηρίου, που εξεδόθη στις 14.12.2004 από τις Αλβανικές Αρχές, δυνάμει της από 18.07.2011 σχετικής προς εμέ χορηγηθείσης εξουσιοδοτήσεως, με το γνήσιο της υπογραφής του ανωτέρω, ως κρατουμένου εις την κλειστή φυλακή Μαλανδρίνου, αδυνατώ να τον εκπροσωπήσω, κατά τη συζήτηση της εφέσεώς του, ενώπιον Υμών, κατά τη δικάσιμο της 02.04.2012 και υπ' αύξ. αριθ. πιν. 4, και υποστηρίξω τούτον και την έφεσή του, κατά της υπ' αριθ. 21-22/15.04.2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Έδεσσας, δι' ης κατεδικάσθη δύο φορές σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, για την πράξη της ληστείας κατά συναυτουργία, και με ιδιαίτερη σκληρότητα, καθώς και της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, και συνολική ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης επτά (7) ετών και τριών (3) μηνών, για την πράξη της δεύτερης ληστείας, κατά συναυτουργία, που επαυξήθηκε κατά τρεις (3) μήνες, από την ποινή φυλάκισης των οκτώ (8) μηνών, για την πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, κατά συναυτουργία, αντίστοιχα (δις ισόβια + 7 έτη + 3 μήνες), καθόσον συντρέχεις εις το πρόσωπό μου ανωτέρα βία, συνισταμένη εις την απρόβλεπτη ασθένειά μου, από αρτηριακή υπέρταση, που υπέστη στις 01.04.2012, δι'ο και ζητώ υφ' Υμών την αναβολή της ανωτέρω δίκης το συντομότερο δυνατόν". Μετά την ανάγνωση του αιτήματος αναβολής ο αυτοπροσώπως χωρίς συνήγορο παριστάμενος στο ακροατήριο κατηγορούμενος, δήλωσε στο δικαστήριο "θέλω να γίνει σήμερα η δίκη, άσχετα από το αίτημα που προβάλλει ο συνήγορός μου, δεν θέλω να αναβληθεί η δίκη, θέλω να μου διορίσει το δικαστήριο συνήγορο να με υπερασπισθεί". Το παραπάνω αίτημα αναβολής, λόγω μη συγκροτήσεως εισέτι του μικτού ορκωτού δικαστηρίου, απορρίφθηκε από το, εκ τακτικών δικαστών, δικαστήριο με την ακόλουθη αιτιολογία: "Σύμφωνα με τη διάταξη του αρθρ. 349 παρ. 1 και 2 Κ.Π.Δ. "1. Το δικαστήριο μετά από πρόταση του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως, μπορεί να διατάξει μόνο μία φορά την αναβολή της δίκης για λόγους ανώτερης βίας, με αίτημα δε κάποιου από τους διαδίκους, μία μόνο φορά, για σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγους ανώτερης βίας. 2. Η αναβολή που χορηγείται με αίτημα διαδίκου για λόγο που αφορά αυτόν ή το συνήγορό του, δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις μήνες και διατάσσεται μόνο για σοβαρούς λόγους υγείας, οι οποίοι αποδεικνύονται με έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή λόγους ανώτερης βίας. Οι λόγοι αυτοί προσδιορίζονται στην απόφαση η οποία πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη".
Στην προκειμένη περίπτωση, με δήλωση-αίτημα αναβολής που υπεβλήθη με τηλεμοιοτυπία που εστάλη από 1-4-12 από το δικηγόρο Αθηνών Γ. Ποταμιάνο, η οποία και αναγνώστηκε, ο τελευταίος αιτείται, φερόμενος ως πληρεξούσιος δικηγόρος δυνάμει εξουσιοδοτήσεως από 18-7-11 του 1ου κατηγορουμένου A. M., όπως αναφέρει, την αναβολή της παρούσας δίκης, επικαλούμενος αδυναμία του να τον εκπροσωπήσει κατά τη συζήτηση της έφεσής του κατά τη δικάσιμο της 2-4-12, καθόσον συντρέχει στο πρόσωπό του ανωτέρα βία, συνισταμένη σε απρόβλεπτη ασθένειά του από αρτηριακή πίεση που υπέστη στις 1-4-12, χωρίς όμως ν' αποδεικνύει τη βασιμότητα, από σχετικό έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή με άλλο τρόπο, του επικαλούμενου λόγου ανωτέρας βίας, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί αναβολή κατ' αρθρ. 349 Κ.Π.Δ., ερειδόμενη σε ανωτέρα βία ή σοβαρό λόγο υγείας του φερομένου ως άνω συνηγόρου υπεράσπισης του 1ου κατηγορουμένου, κατά την έννοια του προαναφερόμενου αρθρ. 349 Κ.Π.Δ., όπως προεκτέθηκε. Αντίθετα, ο 1ος κατηγορούμενος A. M., του οποίου ο ως άνω δικηγόρος φέρεται ως πληρεξούσιος, ερωτηθείς σχετικά με το εν λόγω αίτημα αναβολής της δίκης, δήλωσε ότι δεν θέλει ν' αναβληθεί η σημερινή δίκη, θέλει να γίνει σήμερα η δίκη ... θέλει να του διορίσει το δικαστήριο συνήγορο να τον υπερασπισθεί και ότι ο δικηγόρος Ποταμιάνος του είπε ότι σήμερα θα είναι παρών στο ακροατήριο. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, το περί αναβολής αίτημα του ως άνω φερομένου ως πληρεξουσίου δικηγόρου του 1ου κατηγορουμένου Γερ. Ποταμιάνου πρέπει ν' απορριφθεί". Με τις παραπάνω παραδοχές, το δικαστήριο αιτιολογεί ειδικά και εμπεριστατωμένα την απόρριψη του αιτήματος αναβολής για κώλυμα σοβαρού λόγου υγείας στο πρόσωπο του συνηγόρου υπεράσπισης του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου και δη ότι δεν αποδεικνύεται ο απαιτούμενος κατ' άρθρο 349 του ΚΠΔ για την αναβολή της δίκης και επικαλούμενος, σοβαρός λόγος υγείας του συνηγόρου από σχετικό έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή με άλλο τρόπο και περαιτέρω το δικαστήριο προχώρησε στη δίκη, μη προκύπτοντος από τα πρακτικά ότι είχε αποσταλεί στο δικαστήριο η επικαλούμενη με την αναίρεση σχετική από 30-3-2012 ιατρική βεβαίωση για να αναγνωσθεί και να συνεκτιμηθεί, η ιατρική βεβαίωση, η οποία δεν μνημονεύεται ούτε στο αποσταλέν στο δικαστήριο ως παραπάνω με τηλεομοιοτυπία γραπτό αίτημα αναβολής του ασθενήσαντος δικηγόρου. Περαιτέρω σύννομα στη συνέχεια η πρόεδρος του δικαστηρίου διόρισε αυτεπάγγελτα, κατ' άρθρο 340 του ΚΠΔ, συνήγορο στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο και στο συγκατηγορούμενό του ως συναυτουργό των ιδίων πράξεων, K. L., τον ίδιο δικηγόρο Θεσσαλονίκης, τον Κωνσταντίνο Αμπατζά, αφού μάλιστα και οι δύο κατηγορούμενοι, ερωτηθέντες, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, δήλωσαν ότι δεν υπάρχουν μεταξύ τους αντιτιθέμενα συμφέροντα και αποδέχονται το διορισμό του ίδιου συνηγόρου και για τους δύο. Επομένως, ο συναφής από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε' του ΚΠΔ λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζεται, ότι η πιο πάνω παρεμπίπτουσα απορριπτική απόφαση, στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και ότι εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 349 ΚΠΔ, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Επίσης, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο λόγος αναιρέσεως, περί ακυρότητας της διαδικασίας, γιατί διορίστηκε δικηγόρος του αναιρεσείοντος αυτεπάγγελτα από τον οικείο πίνακα ο ίδιος συνήγορος Κωνσταντίνος Αμπατζάς, που είχε διορισθεί προηγουμένως και για τον συγκατηγορού΅ενό του K. L., που δεν είχε διορίσει ο ίδιος συνήγορο, αφού αυτό δεν είναι δικονομικά ανεπίτρεπτο, εάν κατά την κρίση του διευθύνοντος πρόκειται για την ίδια ή συναφή κατηγορία και δεν έχουν αντικρουό΅ενα συ΅φέροντα οι κατηγορούμενοι, ο δε αναιρεσείων δεν επικαλείται κάτι τέτοιο, αντίθετα κατά το διορισμό συνηγόρου δήλωσε ρητά τόσον αυτός, όσον και ο συγκατηγορούμενός του, ότι αποδέχονται το διορισμό του ίδιου συνηγόρου και δεν υπάρχουν μεταξύ τους αντιτιθέμενα συμφέροντα.
3. Κατά τη διάταξη του άρθρου 299 παρ.1 του ΠΚ, ορίζεται ότι, "όποιος με πρόθεση σκότωσε άλλον, τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη", κατά δε την παρ.2 του ίδιου άρθρου, "αν η πράξη αποφασίστηκε και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής επιβάλλεται η ποινή της πρόσκαιρης κάθειρξης". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, απαιτείται, αντικειμενικά μεν, η αφαίρεση της ζωής άλλου ανθρώπου με θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλόμενης από το νόμο ενέργειας, υποκειμενικά δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων της πράξης και τη θέληση καταστροφής της ζωής του άλλου ανθρώπου. Ο δόλος γενικά διαγιγνώσκεται από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν και τις ειδικότερες συνθήκες υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη, πρέπει δε να κατευθύνεται προς την αφαίρεση της ζωής άλλου και αρκεί για την θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως της άνω ανθρωποκτονίας και ενδεχόμενος δόλος. Από τη διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του πιο πάνω άρθρου 299 του ΠΚ προκύπτει ότι για τη ποινική μεταχείριση του δράστη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, γίνεται διάκριση του δόλου σε προμελετημένο και απρομελέτητο. Στην πρώτη περίπτωση κατά τη έννοια της διατάξεως, απαιτείται ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της πράξεως. Ενώ, στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται ο δράστης να βρίσκεται σε βρασμό ψυχικής ορμής και κατά τη λήψη της αποφάσεως και κατά την εκτέλεση της πράξης, γιατί αν λείπει ο βρασμός ψυχικής ορμής σε ένα από τα στάδια αυτά, δεν συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της παρ.2 του άρθρου 299 ΠΚ για την επιεικέστερη μεταχείριση του δράστη, δηλαδή, για την επιβολή της πρόσκαιρης αντί της ισόβιας κάθειρξης. Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με βάση τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα απ' αυτά χωριστά. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, αρκεί να αναφέρονται γενικώς και κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για τον λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον ’ρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, το ΜΟΕ Θεσσαλονίκης, που καταδίκασε σε δεύτερο βαθμό τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, για την πράξη της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, ληστείας κατά συρροή και επικίνδυνης σωματικής βλάβης και του επέβαλε ποινή δίς ισόβιας κάθειρξης για μία ανθρωποκτονία με πρόθεση και για μία ληστεία με ιδιαίτερη σκληρότητα και επί πλέον κάθειρξης επτά ετών για άλλη ληστεία και φυλακίσεως οκτώ μηνών για την πράξη της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης 130, 131, 132, 133, 134/2012 αποφάσεώς του, δέχθηκε, ότι μετά από συνεκτίμηση των μνημονευομένων κατά το είδος τους αποδεικτικών μέσων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, κατά πιστή αντιγραφή, πραγματικά περιστατικά, όσον αφορά τον αναιρεσείοντα και το συγκατηγορούμενό του:
"Οι κατηγορούμενοι Αλβανοί υπήκοοι εισέρχονταν στην Ελλάδα, παρέμεναν σ' αυτή, εργάζονταν σε διάφορα μέρη και είχαν αναπτύξει μεταξύ τους φιλικές σχέσεις. Ο 1ος κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα είχε αναπτύξει έντονη εγκληματική δραστηριότητα, ιδίως διαπράττοντας κλοπές, είχε επανειλημμένα δακτυλοσκοπηθεί στο παρελθόν από τις αρμόδιες αρχές, δηλώνοντας σ' αυτές διάφορα στοιχεία ταυτότητας. Ο 2ος κατηγορούμενος K. L. είχε εισέλθει παράνομα στη χώρα, για το οποίο είχε συλληφθεί και δακτυλοσκοπηθεί από τις αρμόδιες αρχές κατ' επανάληψη στο παρελθόν και είχε και αυτός δηλώσει διάφορα στοιχεία ταυτότητας. Κατά τις νυκτερινές ώρες της 23/24-6-05, οι ανωτέρω ευρισκόμενοι στη Θεσσαλονίκη αποφάσισαν από κοινού να διαρρήξουν και εισέλθουν παράνομα σε κατοικίες, επιδιώκοντας με τον τρόπο αυτό παράνομο περιουσιακό όφελος με την αφαίρεση και ιδιοποίηση πραγμάτων που θα εύρισκαν σ' αυτές. Για το σκοπό αυτό άρχισαν να περιφέρονται στην περιοχή του Νοσοκομείου Λοιμωδών Θεσσαλονίκης, όπου στην οδό ... αρ. 47 βρισκόταν η μονοκατοικία, ιδιοκτησίας ..., ηλικίας 79 ετών, όπου και διέμενε μόνος. Αφού εντόπισαν την ως άνω οικία, αναρριχήθηκαν από την εξωτερική της πόρτα, εισήλθαν στον προαύλιο χώρο αυτής, όπου ο 2ος κατηγορούμενος βρήκε ένα σιδηροσωλήνα μήκους 86 εκ. και διαμέτρου 5,8 εκ., τον οποίο στη συνέχεια χρησιμοποίησαν ως μοχλό, ξήλωσαν μ' αυτόν τη σιδεριά που ήταν ενσωματωμένη στο πάνω μέρος της πόρτας της εισόδου της οικίας, διέρρηξαν το τζάμι της πόρτας και εισήλθαν εντός της οικίας, της οποίας έψαξαν το χώρο για ανεύρεση και αφαίρεση αντικειμένων (χρημάτων ή κοσμημάτων). Στη συνέχεια, ο 1ος κατηγορούμενος έχοντας στα χέρια του τον σιδηροσωλήνα έσπρωξε την πόρτα του κλειστού δωματίου στο οποίο κοιμόταν ένα ηλικιωμένο άτομο, ο ... και αφού εισήλθαν σ' αυτό, άρχισαν να ψάχνουν το δωμάτιο, τα συρτάρια για την ανεύρεση χρημάτων. Ο εν λόγω ..., αντελήφθη την παρουσία τους και προσπάθησε να σηκωθεί από το κρεβάτι του, όταν ο 1ος κατηγορούμενος A. M. που κρατούσε στα χέρια του το σιδηροσωλήνα, του κατάφερε με σφοδρότητα επανειλημμένα χτυπήματα στο κεφάλι του και στη συνέχεια πέταξε στο δάπεδο το σιδηροσωλήνα, ενώ ο άνω ηλικιωμένος έπεσε από το κρεβάτι στο πάτωμα αναίσθητος με κηλίδες αίματος γύρω του εξαιτίας των χτυπημάτων. Στη θέα αυτή, ο 1ος κατηγορούμενος με την κουβέρτα που υπήρχε στο κρεβάτι, σκέπασε το σώμα του θύματος και προσπάθησε να το κρύψει κάτω από αυτό, χωρίς όμως απόλυτη επιτυχία λόγω του βάρους τούτου. Στο μεταξύ ο 2ος κατηγορούμενος K. L. συνέχιζε να ψάχνει στο δωμάτιο για χρήματα, βρήκε ένα πορτοφόλι-τσαντάκι του θύματος και αφού αφαίρεσε από αυτό το ποσό των 190 €, εξήλθε πρώτος από την μονοκατοικία, πηδώντας από το παράθυρο του δωματίου που είχε πρόσοψη προς την οδό ..., ανοίγοντας προς τούτο από μέσα τα παντζούρια. Ο 1ος κατηγορούμενος τον ακολούθησε και έφυγαν γρήγορα από τον τόπο του εγκλήματος. Μετέβησαν στην οικία του 2ου κατηγορουμένου και μοίρασαν μεταξύ τους το ποσό το χρημάτων που αφαίρεσαν από το ως άνω θύμα. Το τελευταίο βρέθηκε νεκρό από το γείτονά του Σ. Λ. την επομένη ημέρα δηλ. στις 25-6-05, ο οποίος (γείτονας) γνωρίζοντας ότι ο ηλικιωμένος άνδρας που ήταν μοναχικός άνθρωπος βρισκόταν συνήθως τις πρωινές ώρες στον αυλόγυρο της οικίας του και ότι τα παράθυρα και τα παντζούρια της οικίας του είχε πάντα κλειστά, πλησίασε προς το ανοιχτό παράθυρο από το οποίο διέφυγαν οι κατηγορούμενοι και διαπίστωσε έντονη δυσοσμία να έρχεται από το εσωτερικό της μονοκατοικίας και ενημέρωσε αμέσως την αστυνομία. Διενεργήθηκε μετά ταύτα αστυνομική προανάκριση από την Υποδιεύθυνση Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας για την ανακάλυψη των δραστών και τη διακρίβωση των συνθηκών τέλεσης των εγκλημάτων κατά του προαναφερομένου θύματος. Προς τούτο έγινε αυτοψία στο εσωτερικό της οικίας της οδού ... 47, καταγράφηκαν οι συνθήκες διάρρηξης αυτής, τα ίχνη παραβίασης που εντοπίσθηκαν και τα πειστήρια που βρέθηκαν στον τόπο του εγκλήματος και ιδία τη θέση που βρέθηκαν το πτώμα του θύματος στο υπνοδωμάτιο της οικίας του (ύπτια θέση σκεπασμένο με κουβέρτα κάτω από το κρεβάτι), ύπαρξη κάτω από το κρεβάτι ενός μεταλλικού σωλήνα μήκους 86 εκ. και διαμέτρου 5,8 εκ. με ίχνη αίματος σ' αυτόν (βλ. και από 25-6-05 έκθεση αυτοψίας, έρευνας και κατάσχεσης). Σύμφωνα με την υπ' αρ. 1601/27-6-05 ιατροδικαστική εξέταση του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Α.Π.Θ., το πτώμα του θύματος Γ. Π. φέρει πολλαπλές κακώσεις κατά την κεφαλή, τα οστά του κρανίου φέρουν συντριπτικά κατάγματα του συνόλου των οστών, όπως μετωπιαίου, ρινικών, ζυγωματικών, κροταφικών, κάτω γνάθου, βάσεως κρανίου κ.λ.π. και ο θάνατος τούτου οφείλεται σε βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις συνεπεία εγκληματικής πράξης που επήλθε περί τις νυκτερινές ώρες της 23-6-05 (βλ. υπ' αρ. 1601/27-6-05 ιατροδικαστική εξέταση). Τα δακτυλικά αποτυπώματα που λήφθηκαν από το παράθυρο του δωματίου της κρεβατοκάμαρας του θύματος ταυτίζονται με το δεξιό ... και τη δεξιά παλάμη του 1ου κατηγορούμενου A. M. που είχε ήδη συλληφθεί από το Τμήμα Ασφαλείας Κοζάνης για άλλες αξιόποινες πράξεις και είχε μεταχθεί στη Διεύθυνση Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, όπου εξεταζόμενος από τους αρμόδιους προανακριτικούς υπαλλήλους ομολόγησε τη συμμετοχή του στις πράξεις της ληστείας και της ανθρωποκτονίας σε βάρος του θύματος Γ. Π. και κατονόμασε ως συνεργό του σ' αυτές τον 2° κατηγορούμενο K. L., ο οποίος είχε εισέλθει από την Αλβανία και παρέμενε παράνομα στην Ελλάδα, στερούμενος των απαιτούμενων ταξιδιωτικών εγγράφων και συλληφθείς στη συνέχεια, παραδέχθηκε την παρουσία του στο χώρο του εγκλήματος, τη συμμετοχή του στη διάρρηξη της οικίας του θύματος Γ. Π. και την αφαίρεση από τον ίδιο χρηματικού ποσού που βρέθηκε εντός αυτής. Οι κατηγορούμενοι υπέδειξαν τον τόπο τέλεσης του εγκλήματος, εκθέτοντας χαρακτηριστικές λεπτομέρειες γι' αυτό και του μέσου τέλεσης της ανθρωποκτονίας. Επίσης, οι ίδιοι ομολόγησαν ότι σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα κατά τις νυχτερινές ώρες της 4-10-05 με σιδερένια βέργα που προμηθεύτηκαν, διέρρηξαν το παράθυρο ισογείου διαμερίσματος οικοδομής της οδού ... αρ. 4Α, περιοχή ..., όπου διέμενε ο Αμερικανός υπήκοος S. R.-L., φοιτητής Θεολογίας στο Α.Π.Θ., εισήλθαν σ' αυτό προκειμένου ν' αφαιρέσουν κινητά πράγματα. Στο διαμέρισμα βρισκόταν και κοιμόταν ο ανωτέρω φοιτητής, τον οποίο, ενώ κοιμόταν, αλλά και όταν ξύπνησε, ο 1ος κατηγορούμενος με σιδερένια βέργα τον έπληξε με αλλεπάλληλα χτυπήματα στο κεφάλι και στην αυχενική του χώρα, αμφότεροι δε οι κατηγορούμενοι στη συνέχεια επιτέθηκαν εκ νέου εναντίον του και του επέφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με τη σιδερένια βέργα που κρατούσε ο 1ος κατηγορούμενος A. M., με τα χέρια τους και με μία καρέκλα, όταν ο παθών καταφέρνοντας να σηκωθεί από το κρεβάτι του, μετέβη στο σαλόνι του διαμερίσματός του, προσπαθώντας να προβάλλει αντίσταση, αλλά και όταν ο εν λόγω παθών, κατέφυγε στην κουζίνα του διαμερίσματός του, οι κατηγορούμενοι επιτέθηκαν ξανά στον παθόντα χτυπώντας τον με το ως άνω μεταλλικό αντικείμενο, με τα χέρια τους, αλλά και με καρέκλες που άρπαξαν και κατάφεραν εναντίον του (βλ. σχετ. και απολογίες των κατηγορουμένων στο ακροατήριο). Ο εν λόγω παθών κατόρθωσε τελικά να ξεφύγει, εξήλθε του διαμερίσματος και άρχισε να τρέχει, ενώ οι κατηγορούμενοι αποχώρησαν από το διαμέρισμα, αφού αφαίρεσαν απ' αυτό δύο (2) τσάντες που περιείχαν βιβλία που χρησιμοποιούσε ο παθών στο Πανεπιστήμιο και προσωπικές του σημειώσεις, εγκαταλείποντας τον τόπο του εγκλήματος. Ο εν λόγω παθών, αφού κάλεσε την αστυνομία, μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ", όπου παρέμεινε νοσηλευόμενος από 4-10-05 έως 7-10-05 με διάγνωση "κάκωση κεφαλής και αυχένα, μικρό αποσπαστικό κάταγμα ακανθώδους απόφυσης Α7, κακώσεις ράχης και αριστερού αγκώνα" (βλ. σχετ. ενημερωτικό σημείωμα του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ"). Από τα παραπάνω δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά, αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι, ενεργώντας από κοινού, συναποφάσισαν να προβούν σε παράνομη αφαίρεση κινητών πραγμάτων, χρησιμοποιώντας προς τούτο παράνομη βία για να εξουδετερώσουν την αντίσταση των θυμάτων τους διό λόγο και φρόντιζαν να έχουν εφοδιαστεί με σιδερένια αντικείμενα, πριν εισέλθουν στις άνω οικίες, τα οποία χρησιμοποίησαν, ο 1ος κατηγορούμενος A. M. και στις δύο περιπτώσεις εναντίον των προαναφερόμενων θυμάτων τους. Έτσι στην περίπτωση του θύματος ... με αλλεπάλληλα πλήγματα που του επέφερε στο κεφάλι ο 1ος κατηγορούμενος επήλθε ως μόνη ενεργή αιτία ο θάνατος τούτου. Ο 1ος κατηγορούμενος A. M. ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση αποφάσισε και εκτέλεσε την πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, ο τρόπος δε που ενήργησε για να κάμψει την αντίσταση του θύματος, το μέσο που χρησιμοποίησε εναντίον του (σιδερένιος σωλήνας), η ένταση και η σφοδρότητα των χτυπημάτων που επέφερε σε βάρος του ηλικιωμένου και ανήμπορου να αντιδράσει θύματος, το ευαίσθητο σημείο της κεφαλής που επέλεξε να πλήξει από κοντινή απόσταση, το είδος των τραυμάτων που προκάλεσε (βαρύτατες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις-συντριπτικά κατάγματα του συνόλου των οστών της κεφαλής που είχαν ως συνέπεια να μην αναγνωρίζεται το πρόσωπό του), συνηγορούν στον ανθρωποκτόνο δόλο του δράστη-1ου κατηγορουμένου A. M.. Η πράξη αυτή τελέστηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα εναντίον του θύματος, αφού ο τρόπος που ενήργησε σε βάρος τούτου (Γ. Π.) με την πρόκληση σ' αυτόν σίγουρα ισχυρών σωματικών πόνων από τα χτυπήματα που επέφερε κατά τα άνω, καταδεικνύει άνθρωπο επικίνδυνο, με έλλειψη ηθικών αναστολών και με απουσία συναισθημάτων. Περαιτέρω, από τη σειρά των γεγονότων, όπως έλαβαν χώρα και αναφέρθηκαν παραπάνω, τον τρόπο συμπεριφοράς των κατηγορουμένων κατά τη διάπραξη των προαναφερομένων αξιοποίνων πράξεων, τις οποίες ομολόγησαν και περιέγραψαν με λεπτομέρειες και ήδη απολογούμενοι ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ομολογούν, επίσης, αναφέροντας συνάμα ιδία ο 1ος κατηγορούμενος ότι και τις δύο φορές είχαν πιει και ήταν εκτός ελέγχου τότε, από την ως άνω εξιστόρηση των γεγονότων και τον τρόπο συμπεριφοράς των κατηγορουμένων, σε όλα τα στάδια ανάπτυξης της επίμαχης εγκληματικής τους δραστηριότητας, την οποία ομολόγησαν και περιέγραψαν εκ των υστέρων με πολλές λεπτομέρειες, όσον αφορά τις πράξεις που τέλεσαν στις 23/24-6-05 (είσοδο στη μονοκατοικία με αναρρίχηση, διάρρηξη αυτής, πλήγματα στον ηλικιωμένο παθόντα μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία του, εξερεύνηση των χώρων για την ανεύρεση χρημάτων, απόκρυψη του πτώματος του θανόντος κάτω από το κρεβάτι, έξοδό τους από το παράθυρο της μονοκατοικίας κ.λ.π.), αλλά και εκείνες που τέλεσαν στις 4-10-05 (διάρρηξη του παραθύρου του παθόντος, είσοδο σ' αυτό, προσπάθεια εξουδετέρωσης τούτου με αλλεπάλληλα πλήγματα στο κεφάλι και στην αυχενική χώρα, αφαίρεση δύο τσαντών, απομάκρυνση από τον τόπο του συμβάντος), προκύπτει ότι οι κατηγορούμενοι κατά το χρόνο τέλεσης των πράξεών τους είχαν πλήρη συνείδηση των ενεργειών τους χωρίς να βρίσκονται ούτε σε πλήρη, αλλ' ούτε και σε μερική υπαίτια μέθη, η τελευταία άλλωστε και αν συνέτρεχε ως τέτοια δεν έχει κάποια έννομη επιρροή, αφού κατ' αρθρ. 36 παρ. 2 Π.Κ. η πράξη στην περίπτωση αυτή καταλογίζεται πλήρως στο δράστη (Ολ.ΑΠ 1198/90 Π.Χρ. 1990-1211, ΑΠ 5/97 Π.Χρ. ΜΖ-1030). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι στις 4-10-05 από κοινού προκάλεσαν με πρόθεση σε βάρος του παθόντος S. R.-L. σωματικές κακώσεις που φέρουν το χαρακτήρα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συναυτουργία, καθόσον, λόγω των μέσων που χρησιμοποίησαν για την τέλεσή τους (γροθιές, καρέκλες, μεταλλική βέργα) και της επικέντρωσης των χτυπημάτων τους προς την περιοχή της κεφαλής και του αυχένα ήταν δυνατόν να προκαλέσουν στον άνω παθόντα βαριά σωματική βλάβη συνεπεία της οποίας αυτός θα εμποδίζονταν σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα του. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, ο 1ος κατηγορούμενος A. M. τέλεσε τις πράξεις: α) της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, β) της ληστείας κατά συναυτουργία, σε βάρος του ..., η οποία τελέσθηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα σε βάρος του θύματος, γ) της ληστείας κατά συναυτουργία σε βάρος του Αμερικανού φοιτητή S. R.-L. και δ) της επικίνδυνης σωματικής βλάβης από κοινού σε βάρος του ιδίου Αμερικανού φοιτητή, ο δε 2ος κατηγορούμενος K. L. τέλεσε τις πράξεις: α) της απλής ληστείας κατά συναυτουργία σε βάρος του ..., β) της ληστείας κατά συναυτουργία σε βάρος του ανωτέρω Αμερικανού φοιτητή και γ) της από κοινού επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε βάρος του ιδίου παθόντος, όπως οι πράξεις αυτές ειδικότερα εκτίθενται στο διατακτικό της παρούσας, για τις οποίες και πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι".
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το δικάσαν σε δεύτερο βαθμό ΜΟΕ Θεσσαλονίκης, διέλαβε στην προσβαλλόμενη 130, 131, 132, 133, 134/2012 απόφασή του, την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των αξιόποινων πράξεων της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, της ληστείας κατά συρροή και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1α, 27 παρ 1 και 299 παρ.1, 308 παρ.1 α, 309, 380 παρ. 1, 2β του ΠΚ, τις οποίες διατάξεις ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και δε στερείται η απόφαση νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, όσον αφορά τις επί μέρους αιτιάσεις και το σχετικό δεύτερο λόγο αναιρέσεως του αναιρεσείοντος, στο εν λόγω αιτιολογικό: α) αναφέρονται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας με πρόθεση, τελεσθείσα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, β) από το σύνολο των παραδοχών του αιτιολογικού σαφώς συνάγεται ότι ο αναιρεσείων είχε προμελετημένο δόλο, που κατέτεινε στη θανάτωση του θύματος και ενήργησε με πλήρη συνείδηση της πράξεως, αιτιολογώντας το δικαστήριο επαρκώς ότι κατά το χρόνο τέλεσης ο κατηγορούμενος δεν βρισκόταν σε πλήρη ή μερική υπαίτια μέθη. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος αφορούν την ανέλεγκτη αναιρετικά κρίση του δικαστηρίου επί της ουσίας και είναι επομένως απορριπτέες ως απαράδεκτες.
Επομένως, ο συναφής από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ, δεύτερος λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 299 του ΠΚ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Μετά από αυτά, ελλείψει άλλου παραδεκτού λόγου αναιρέσεως για έρευνα, και η κρινόμενη δεύτερη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με αρ. εκθ. 31/11-4-2012 αίτηση του A. M. του N., περί αναιρέσεως της με αρ. 130, 131, 132, 133, 134/2012 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και.
Απορρίπτει την με αρ. εκθ. 2/5-6-2012 αίτηση του A. M. του N., περί αναιρέσεως της με αρ. 130, 131, 132, 133, 134/2012 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Μαρτίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή