Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 249 / 2016    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Απάτη, Συνέργεια.




Περίληψη:
Απορρίπτει Αίτηση Αναίρεσης, ως αβάσιμη. Άμεση Συνέργεια κατ’ εξακολούθ. Σε Απάτη Δημοσίου: Άρθρα 46-98-386 παρ.1, 3 ΠΚ, 1 παρ. 1. ν. 1608/1950.
Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄, Ε΄του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή νόμου.





Αριθμός 249/2016

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Μπουρνάκα Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Δημήτριο Γεώργα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 11 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Καραγιάννη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Μ. Τ. του Α., κατοίκου ... και ήδη κρατούμενου στο Κατάστημα Κράτησης Χαλκίδας, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ιωάννα Λαχανά, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 2242/2014 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Με συγκατηγορούμενο τον Μ. Ψ. του Ν. και με πολιτικώς ενάγον το Ελληνικό Δημόσιο, που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Κωνσταντίνο Νασόπουλο.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 15 Απριλίου 2015 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 527/2015.
Αφού άκουσε
Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος και τον πάρεδρο του πολιτικώς ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και, αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών, από την οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο ή άλλον πράξη, παράλειψη ή ανοχή και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τις παραπλανητικές ενέργειες και παραλείψεις του δράστη. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι το έγκλημα της απάτης θεμελιώνεται αντικειμενικώς και υποκειμενικώς με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών, συνεπεία των οποίων παραπλανάται άλλος, και προβαίνει με πράξη παράλειψη, ανοχή, σε περιουσιακή διάθεση, η οποία έχει ως άμεσο και αναγκαίο αποτέλεσμα περιουσιακή βλάβη στον πλανηθέντα ή άλλον προς το σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος αντίστοιχο παράνομο όφελος, είναι δε αδιάφορο αν πραγματοποιήθηκε ή όχι ο σκοπός αυτός και δεν απαιτείται ταυτότητα παραπλανηθέντος και ζημιωθέντος. Περιουσιακή βλάβη μπορεί να συνιστά και συγκεκριμένη απειλή ή διακινδύνευση της περιουσίας όταν επιφέρει μείωση αυτής. Επί εγκλήματος δε κατ’ εξακολούθηση, για την αντικειμενική υπόσταση του οποίου ή το χαρακτηρισμό του ως κακουργήματος ή πλημμελήματος, απαιτείται ορισμένο ποσό οφέλους ή ζημίας, το οποίο μετά την ισχύ του ν. 2721/1999, λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του, εφόσον όμως ο δράστης απέβλεπε στο συνολικό αποτέλεσμα, η αιτιολογία επεκτείνεται και στην επιδίωξη του δράστη για το συνολικό αυτό αποτέλεσμα (ΑΠ698/2012).
Επίσης, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1608/1950, στον ένοχο των αδικημάτων μεταξύ των οποίων και εκείνου του άρθρου 386 ΠΚ, εφόσον αυτά στρέφονται κατά του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κατά άλλου νομικού προσώπου από εκείνα που αναφέρονται στο αρθρ. 263 Α του Ποινικού Κώδικα και το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης ή η ζημία που προξενήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε στο Δημόσιο ή στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ επιβάλλεται η ποινή της κάθειρξης και, αν συντρέχουν ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις, ιδίως αν ο ένοχος εξακολούθησε επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος ή το αντικείμενο του είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, επιβάλλεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 46 παρ.1 περ.β’ του Π.Κ με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται, όποιος με πρόθεση παρέσχε άμεση συνδρομή στο δράστη κατά τη διάρκεια της άδικης πράξης και στην εκτέλεση της πράξης αυτής (κύριας πράξης). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της άμεσης συνέργειας στην πράξη της απάτης απαιτείται : α) ο άμεσος συνεργός έχει άμεσο δόλο, ήτοι να γνωρίζει το εγκληματικό σχέδιο του αυτουργού, β) να θέλει να βοηθήσει στην υλοποίησή του β) να βοηθά τον αυτουργό στην πραγμάτωση της απάτης κατά την εκτέλεση και διάρκεια αυτής και γ) χωρίς την δική του συνδρομή η τέλεση της απάτης, κάτω από τις περιστάσεις που έχει διαπραχθεί, να μην ήταν με βεβαιότητα δυνατή, δηλαδή η συμβολή του να ήταν αποφασιστική. Η συμμετοχή σε απάτη κακουργηματικού χαρακτήρα, προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα όταν η επιβαρυντική περίσταση συντρέχει και στο πρόσωπο του συμμετόχου ή το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης και ο άμεσος συνεργός ή η ζημία που προξενήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε στο Δημόσιο, υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ, συντρέχουν δηλαδή οι όροι του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 1608/1950. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει των εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ’ αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος, από τον Άρειο Πάγο, της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αρ. 2242/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε, ένοχος άμεσης συνέργειας κατ’ εξακολούθηση σε απάτη σε βάρος του Δημοσίου ανωτέρα του ποσού των 150.000 ευρώ, σε βαθμό κακουργήματος, αναγνωρίστηκε ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 περ. α ‘ του ΠΚ και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης επτά ετών. Στην αιτιολογία της αποφάσεως αυτής, δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά κρίση του, ότι από την εκτίμηση των μνημονευομένων στο αιτιολογικό κατ’ είδος αποδεικτικών μέσων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα κατά πιστή μεταφορά πραγματικά περιστατικά: "Στη προκειμένη περίπτωση, από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπεράσπισης, που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο και οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικά στα πρακτικά, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, που αναγνώσθηκαν, καθώς και από τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, σε συνδυασμό με την αρχή της ηθικής αποδείξεως και όλη γενικά την αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών είχε σχεδιάσει κατά τα έτη 1998, 1999, 200 αναπτυξιακά προγράμματα σχετικά με την προμήθεια και αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες του εξωτερικού. Με το νόμο 2731/1999 ιδρύθηκε η Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (Υ.Δ.ΑΣ) με έναρξη ισχύος από τον Σεπτέμβριο 2000. Στην αρμοδιότητα της ΥΔΑΣ υπήχθη με τον παραπάνω νόμο, η εποπτεία, ο συντονισμός και η προώθηση των δράσεων και προγραμμάτων επείγουσας ανθρωπιστικής, επισιτιστικής, καθώς και βοήθειας αναδιάρθωσης και αποκατάστασης των αναπτυσσόμενων χωρών, που προωθούνται μέσω Μ.Κ.Ο. Η ΥΔΑΣ διαχειρίζεται αφ’ ενός το σύνολο των πόρων της αναπτυξιακής συνεργασίας που εγγράφονται για το σκοπό αυτό στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εξωτερικών και αφετέρου πόρους ή δωρεές που της μεταβιβάζονται από Υπουργεία, Οργανισμούς και δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Επίσης είναι αρμόδια για τη χρηματοδότηση των δράσεων ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας. Η διαδικασία για την πραγματοποίηση της ανθρωπιστικής βοήθειας ήταν η ακόλουθη: α) Το ΥΠΕΞ συνέτασσε κατάλογο με τα προγράμματα ανθρωπιστικής βοήθειας, που χρηματοδοτεί και δημοσίευε το πρόγραμμα με πρόσκληση εκδηλώσεως ενδιαφέροντος προς τις μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) με σκοπό να προβούν στην υλοποίηση των εν λόγω προγραμμάτων. β)Οι ΜΚΟ, όταν ενδιαφέρονταν για κάποιο πρόγραμμα, συνέτασσαν προϋπολογισμό του συγκεκριμένου προγράμματος και τον υπέβαλαν προς έγκριση στο ΥΠΕΞ. γ)Σε περίπτωση έγκριση του προϋπολογισμού χορηγείτο ορισμένη προθεσμία για τη συγκέντρωση των ειδών ανθρωπιστικής βοήθειας και την αποστολή τους στις χώρες προορισμού. Από το έτος 1997 έως 2000 τα προγράμματα ανθρωπιστικής βοήθειας προτείνονταν προς την αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΕΞ από μία τριμελή επιτροπή της Δ/νσης Β5 και στη συνέχεια στην ΥΔΑΣ. Την υλοποίηση ορισμένων εκ των προαναφερθέντων προγραμμάτων είχε αναλάβει το Ινστιτούτο Διεθνών Κοινωνικών Υποθέσεων (ΙΔΙ.ΚΥ.), που είναι μία Μ.Κ.Ο. και είχε την έδρα της στην Αθήνα. Αρχές Αυγούστου 2001 περιήλθε στο Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος η πληροφορία ότι η ως άνω μη κυβερνητική οργάνωση της οποίας ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν Πρόεδρος, προμηθεύεται για ανθρωπιστική βοήθεια διάφορα προϊόντα (τρόφιμα, υγειονομικό υλικό κ.λ.π.) και ζητεί από τους προμηθευτές να αναγράφουν στα τιμολόγια τιμές μεγαλύτερες της πραγματικής αξίας των προϊόντων. Μετά από έλεγχο των δραστηριοτήτων της ανωτέρω ΜΚΟ διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα: Α) Στην Αθήνα, κατά το χρονικό διάστημα 1998 έως το έτος 2000 ο πρώτος κατηγορούμενος, Μ. Ψ., ως Πρόεδρος του Δ.Σ. της μη κυβερνητικής οργάνωσης με την επωνυμία Ινστιτούτο Διεθνών και Κοινωνικών Υποθέσεων (...) αλλά και πρότερον ως υπεύθυνος για την υλοποίηση προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας προς αναπτυσσόμενες χώρες τα οποία χρηματοδοτούσε το Υπουργείο Εξωτερικών, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος, εξακολουθητικά, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμόδιους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών, οι οποίοι είχαν την ευθύνη του ελέγχου των παραστατικών και την απόδοση των ποσών χρηματοδότησης στον φορέα υλοποίησης, ότι το ... δαπάνησε τα παραπάνω αναφερόμενα χρηματικά ποσά για την πραγμάτωση των εκάστοτε και κατά περίπτωση προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας που είχε αναλάβει, καταθέτοντας για το σκοπό αυτό στο εν λόγω Υπουργείο, κατά την απόδοση του τελικού, οικονομικού υπολογισμού, τα παρακάτω αναφερόμενα εικονικά στο σύνολό τους και εν μέρει, και πλαστικά φορολογικά στοιχεία που είχαν εκδοθεί μερικά από επιχειρήσεις και άλλα είχαν καταρτισθεί με τη συνδρομή συνεργατών του, επιτυγχάνοντας έτσι την είσπραξη από το ΥΠΕΞ των χρηματικών ποσών που παρακάτω αναφέρονται, αφού μετά τη κατάθεση της αρχικής αιτήσεως που υπέβαλε για κάθε πρόγραμμα, προσκόμιζε τα συλλεγέντα με τον παραπάνω τρόπο παραστατικά, χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί η αναληφθείσα ανθρωπιστική βοήθεια και οσάκις αυτή υλοποιήθηκε τα ποσά που είχαν δαπανηθεί ήταν πολύ μικρότερα των εισπραχθέντων για το σκοπό αυτό. Ειδικότερα:
1. Στο ανθρωπιστικό πρόγραμμα του έτους 1998 με χώρα υλοποίησης την Αλβανία, το ... ανέλαβε να διανείμει στη χώρα αυτή κλινοσκεπάσματα και ιματισμό. Ο πρώτος κατηγορούμενος με την ως άνω ιδιότητά του την 16 και 17.10.1998 παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι η οργάνωση που εκπροσωπούσε δαπάνησε: α) για προμήθεια 1900 τεμαχίων κλινοσκεπασμάτων από την ομόρρυθμη εταιρία "..." το συνολικό ποσό των 9.215.000 δρχ., β) για προμήθεια 810 τεμαχίων μπουφάν από την επιχείρηση Λ. Λ. το συνολικό ποσό των 3.240.000 δρχ. Παράλληλα, κατέθεσε στο ΥΠΕΞ το υπ’ αριθμ. ...17.10.98 εν μέρει εικονικό τιμολόγιο - δελτίο αποστολής της ως άνω ομόρρυθμης εταιρίας για ποσό δήθεν 9.215.000 δρχ. προς 4.850 δρχ. το τεμάχιο και το υπ’ αριθμ. ...16.10.1998 εν μέρει εικονικό τιμολόγιο του Λ. Λ., για ποσό .3.240.000 δρχ. προς 4.000 δρχ. το τεμάχιο. Με την κατάθεση αυτών των τιμολογίων και τις ψευδείς παραστάσεις που παρέστησε ως προς την απεικόνιση των τιμολογίων, πέτυχε να εξαπατήσει τους προαναφερόμενους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δήθεν δαπανήθηκαν για την προμήθεια των παραπάνω ειδών τα παραπάνω χρηματικά ποσά (9.215.000 και 3.240.000 δρχ.) ενώ στη πραγματικότητα είχαν δαπανηθεί τα ποσά των 4.560.000 και 1.620.000 δρχ. αντίστοιχα, δεδομένου ότι η πραγματική αξία των μεν κλινοσκεπασμάτων συνυπολογιζομένου ποσοστού κέρδους, ανερχόταν στο ποσό των 2.400 δρχ. ανά τεμάχιο, των δε μπουφάν ήταν 2.000 δρχ. το τεμάχιο. Με τον τρόπο αυτό εισέπραξε και κάλυψε παράνομα το συνολικό ποσό των 6.275.000 δρχ. (4.655.000 δρχ. για κλινοσκεπάσματα και 1.620.000 δρχ. για μπουφάν).
2. Στο ανθρωπιστικό πρόγραμμα του έτους 1999 με χώρα υλοποίησης τη FYROM, το ..., ανέλαβε να διανείμει ενδύματα στους πρόσφυγες. Ο πρώτος κατηγορούμενος, υπό την ως άνω ιδιότητά του, την 1.4.1999 και την 7.4.1999 παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι η οργάνωση που εκπροσωπούσε δαπάνησε: α) για προμήθεια 2.000 μπουφάν (προς 5.500 δρχ. το τεμάχιο) το ποσό των 11.000.000 δραχμών και β) για προμήθεια 3.487 μπουφάν (προς 5.500 δρχ. το τεμάχιο) το ποσό των 19.178.500 δρχ. Παράλληλα κατέθεσε στο ΥΠΕΞ τα υπ’ αριθμ. …/1.4.1999 και 2/7.4.1999 φωτοαντίγραφα τιμολογίων της αλβανικής εταιρείας "..." με αναγραφόμενη σ’ αυτά συνολική αξία 11.000.000 και 19.178.500 δρχ. αντίστοιχα. Ωστόσο τα τιμολόγια που κατέθεσε για τη χρηματοδότηση του προγράμματος ήσαν πλαστά και υπερτιμολογημένα, διότι τα γνήσια τιμολόγια που εξέδωσε η παραπάνω εταιρία ανέγραφαν την αξία σε αγγλικές λίρες στερλίνες (STRENG). Ειδικότερα, ανέγραφαν ως αξία 3316 STRENG για το πρώτο τιμολόγιο και 5.782 STRENG για το δεύτερο, δηλαδή αξία που μετά τη δραχμοποίηση ανέρχεται σε 1.641.420 και 2.862.000 δρχ. αντίστοιχα. Με τον τρόπο αυτό, ότι δήθεν δαπάνησε για την προμήθεια των ανωτέρω ειδών το συνολικό ποσό των 30.178.500 δρχ. (11.000.000 + 19.178.500 δρχ.), ενώ στη πραγματικότητα είχε δαπανήσει το συνολικό ποσό των 4.503.510 δρχ. (1.641.420 και 2.862.000 δρχ.) πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ και έτσι εισέπραξε και κάλυψε παράνομα με τα ως άνω πλαστά έγγραφα το ποσό των 25.674.990 δρχ. (30.178.500 - 4.503.510).
3. Στο πρόγραμμα του έτους 1999 με χώρα υλοποίησης την Αλβανία, το ... ανέλαβε να υλοποιήσει τη προμήθεια και μεταφορά ιατρικών μηχανημάτων. Ο πρώτος κατηγορούμενος, υπό την ως άνω ιδιότητά του, την 11.8.1998 παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι η οργάνωση που εκπροσωπούσε δαπάνησε το ποσό των 29.230.000 δρχ. για προμήθεια ιατρικών μηχανημάτων. Παράλληλα, κατέθεσε στο ΥΠΕΞ το υπ’ αριθμ. …/11.8.1999 εικονικό τιμολόγιο της εταιρίας "Μ. Α. Τ. ..." με αναγραφόμενη αξία το συνολικό ποσό των 29.230.000 δρχ. ωστόσο, το τιμολόγιο αυτό δεν αντιπροσώπευε πραγματική συναλλαγή, διότι η ως άνω επιχείρηση με ΑΦΜ ... Δ.Ο.Υ. Κ’ Αθηνών δεν λειτούργησε ποτέ πραγματικά, ούτε ασχολήθηκε με οποιαδήποτε δραστηριότητα και είναι εταιρία σφραγίδα, τα δε φορολογικά της στοιχεία αντιπροσωπεύουν ανύπαρκτες συναλλαγές. Με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δαπάνησε για τη προμήθεια των παραπάνω ειδών το ποσό των 29.230.000 δρχ., το οποίο και εισέπραξε παράνομα.
4. Στο ανθρωπιστικό πρόγραμμα του έτους 1999 με χώρα υλοποίησης την ..., το ... ανέλαβε να προβεί στην υλοποίηση προμήθειας και μεταφοράς ιατρικών μηχανημάτων. Ο πρώτος κατηγορούμενος με την ως άνω ιδιότητά του την 26.7.1999 παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι η οργάνωση που εκπροσωπούσε δαπάνησε ποσό 41.299.000 δρχ. για προμήθεια ιατρικών μηχανημάτων. Παράλληλα κατέθεσε στο ΥΠΕΞ τα υπ’ αριθμ. …και …/26.7.99 εικονικά τιμολόγια της εταιρίας "Μ. Α. Τ. ..." με αναγραφόμενη αξία το συνολικό ποσό των 41.299.000 δρχ. ωστόσο, τα τιμολόγια αυτά δεν αντιπροσώπευαν πραγματική συναλλαγή, διότι η ως άνω επιχείρηση με ΑΦΜ ... Δ.Ο.Υ. Κ’ Αθηνών δεν λειτούργησε ποτέ πραγματικά, ούτε ασχολήθηκε με οποιαδήποτε δραστηριότητα και είναι εταιρία σφραγίδα, τα δε φορολογικά της στοιχεία αντιπροσωπεύουν ανύπαρκτες συναλλαγές. Με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δαπάνησε για τη προμήθεια των παραπάνω ειδών το παραπάνω χρηματικό, ποσό, ενώ η συνολική αξία του φορτίου δεν υπερέβαινε το ποσό των 7.000.000 δρχ., διότι τα αποσταλέντα είδη δεν ήταν καινούργια, αλλά μεταχειρισμένα και πεπαλαιωμένα, με αποτέλεσμα να εισπράξει παράνομα το ποσό των 34.299.000 δρχ.
Ο πρώτος κατηγορούμενος, για να πετύχει τους ανωτέρω σκοπούς του και να συγκαλύψει την προπεριγραφείσα δραστηριότητά του μεταχειρίσθηκε τα ακόλουθα ιδιαίτερα τεχνάσματα: α) Έχοντας γνώση ότι κατά την εξαγωγή ανθρωπιστικής βοήθειας τα προιόντα, είδη και εμπορεύματα υπόκεινται σε τυπικό έλεγχο, δηλαδή ελέγχεται μόνον η ορθότητα ορισμένων στοιχείων, ήτοι του δελτίου αποστολής, του τιμολογίου και του βάρους των εξαγόμενων εμπορευμάτων με containers και ότι δεν γίνεται έλεγχος αν τα αναγραφόμενα στα τιμολόγια είδη συμπίπτουν με τα μεταφερόμενα, μερίμνησε να τηρηθεί η διαδικασία του εκτελωνισμού και της μεταφοράς με γνήσια έγγραφα, όπως έγγραφα διασάφησης εξαγωγών, φορτωτική κ.λ.π. (περίπτωση αποστολής μηχανημάτων στη ...) ωστόσο όσα ιατρικά μηχανήματα μεταφέρθηκαν ήταν πεπαλαιωμένα και χαμηλής αξίας. β)Χρησιμοποίησε εικονικά τιμολόγια, προκειμένου να πετύχει την έκδοση γνήσιων βεβαιώσεων εξαγωγής. γ) Χρησιμοποίησε, σε ορισμένες περιπτώσεις, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου εικονικά τιμολόγια είτε σε συνεννόηση με εκπροσώπους εταιριών είτε εξαναγκάζοντας αυτούς, με σκοπό να επιλεγεί η εταιρία τους για τη συναλλαγή και την εκτέλεση της παραγγελίας ή χρησιμοποίησε πλαστά έγγραφα. Με τον παραπάνω τρόπο εξακολουθητικώς από το έτος 1988 μέχρι το έτος 2000 εισέπραξε από το ΥΠΕΞ παράνομα το συνολικό ποσό των 95.478.990 δρχ. ή 280.202 €, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και υπερβαίνει το ποσό των 150.000 €. Το ποσό αυτό ο πρώτος κατηγορούμενος ωφελήθηκε παράνομα με ισόποση ζημία του Ελληνικού Δημοσίου.
Ο δεύτερο κατηγορούμενος Μ. Τ., εξακολουθητικά, την 11.8.1999 και την 26.7.1999, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας "Μ. Α. Τ. ...", η οποία ουδέποτε λειτούργησε και είναι εταιρία σφραγίδα, τα δε φορολογικά της στοιχεία αντιπροσώπευαν ανύπαρκτες συναλλαγές, ηθελημένα παρέσχε στον πρώτο κατηγορούμενο τα επίδικα εικονικά τιμολόγια της επιχείρησης, τα οποία έχουν προαναφερθεί, με σκοπό τα αρμόδια όργανα του ΥΠΕΞ να εγκρίνουν την απόδοση του λογαριασμού για τη χρηματοδότηση από το ΥΠΕΞ των αθρωπιστικών προγραμμάτων στην Αλβανία και στη ..., με επακόλουθο να εισπράξει το ... παράνομα τα ποσά των 29.230.000 και 34.299.000 δρχ. αντίστοιχα. Με τον τρόπο αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο ζημιώθηκε κατά το συνολικό ποσό των 63.529.000 δρχ. ήτοι 186.438,07 € με αντίστοιχο όφελος του δεύτερου κατηγορουμένου.
V. Οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του πρώτου κατηγορουμένου ότι οι επί μέρους πράξεις της πλαστογραφίας από κοινού κατ’ εξακολούθηση και του δεύτερου κατηγορουμένου ότι οι επί μέρους πράξεις της άμεσης συνέργειας σε απάτη κατ’ εξακολούθηση, έχουν υποπέσει σε παραγραφή ως έχουσες πλημμεληματικό χαρακτήρα, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν, διότι οι ως άνω πράξεις είναι κακουργήματα, καθόσον, όπως αναφέρθηκε στη νομική σκέψη, για τον υπολογισμό του σκοπηθέντος παράνομου περιουσιακού οφέλους και αντίστοιχα της βλάβης του Δημοσίου, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό των μερικότερων πράξεων, το οποίο αποδείχθηκε ότι για τον πρώτο κατηγορούμενο ανέρχεται σε 176.005,8 ευρώ και για τον δεύτερο κατηγορούμενο σε 186.438,7 ευρώ και ως εκ τούτου υπόκεινται στην εικοσαετή παραγραφή ( 15 + 5 έτη, άρθρ. 111 παρ.2, 113 παρ. 3 Π.Κ.) ο χρόνος της οποίας δεν έχει συμπληρωθεί. Επίσης, οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του δεύτερου κατηγορούμενου: α) περί πλάνης ως προς τα περιστατικά που στοιχειοθετούν την επιβαρυντική περίπτωση του άρθρου 1 παρ. 1 Ν. 1608/1950, ως αγνοών τη σχέση της επίδικης συναλλαγής με το Δημόσιο και β) περί μη συνδρομής των όρων της επιβαρυντικής περίπτωσης του παραπάνω άρθρου για το λόγο ότι η αξία κάθε συναλλαγής (πώληση μηχανημάτων στο ... με σκοπό την εξαγωγή τους α)στην Αλβανία και β) στη ...) είναι μικρότερη των 150.000 ευρώ, πρέπει να απορριφθούν, ο πρώτος ως ουσιαστικά αβάσιμος διότι ο ως άνω κατηγορούμενος αποδείχθηκε ότι γνώριζε το αντικείμενο δράσης, το σκοπό και τις πηγές χρηματοδότησης του ... και ο δεύτερος ως αβάσιμος, διότι για την εφαρμογή του Ν. 1608/1950, επί εγκλήματος που τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση της άμεσης συνέργειας σε απάτη κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου, για τον υπολογισμό του σκοπηθέντος παράνομου οφέλους και της αντίστοιχης βλάβης του Δημοσίου λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό των μερικότερων πράξεων, το οποίο στη προκειμένη περίπτωση όπως αποδείχθηκε ανέρχεται στο ποσό των 186.438,7 ευρώ και δεν απαιτείται το αντικείμενο της κάθε μιας μερικότερης πράξης να υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ.
Με βάση τα περιστατικά που αποδείχθηκαν και προαναφέρθηκαν, οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι: ο πρώτος: α) της απάτης και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου, με προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ και β) πλαστογραφίας με χρήση από κοινού κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου με προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ και ο δεύτερος: της άμεσης συνέργειας σε απάτη κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου με προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ.
Στους κατηγορούμενους πρέπει να αναγνωρισθεί το ελαφρυντικό του άρθρου 84 § 2α διότι αποδείχθηκε ότι μέχρι το χρόνο που τελέσθηκαν οι παραπάνω αξιόποινες πράξεις, έζησαν έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή, όπως δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.
Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του κήρυξε τους κατηγορουμένους ενόχους του ότι: "Ι. Τον πρώτο κατηγορούμενο Μ. Ψ.: Α. Στην Αθήνα, κατά το χρονικό διάστημα από του έτους 1998 έως το έτος 2000, με περισσότερες πράξεις, τέλεσε περισσότερα εγκλήματα ως ακολούθως: 1) Με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος, με πρόθεση, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος, έπεισε άλλον σε πράξη, με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, βλάπτοντας αντίστοιχα την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου, η ζημία που προξενήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. ή 150.000 ευρώ και είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Συγκεκριμένα με την ιδιότητά του ο Μ. Ψ. ως Πρόεδρος του Δ.Σ. της μη κυβερνητικής οργάνωσης με την επωνυμία Ινστιτούτο Διεθνών και Κοινωνικών Υποθέσεων (Μ.Κ.Ο. ...) αλλά και πρότερον ως υπεύθυνος για την υλοποίηση προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας προς αναπτυσσόμενες χώρες, τα οποία χρηματοδοτούντο από το Υπουργείο Εξωτερικών, παρέστη σε εν γνώσει ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους που ήταν επιφορτισμένοι με τον έλεγχο των παραστατικών και την απόδοση των ποσών χρηματοδότησης στον φορέα υλοποίησης, ότι το ... δαπάνησε τα κατωτέρω αναφερόμενα ποσά για την υλοποίηση των κατά περίπτωση προσδιοριζόμενων προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας, κατέθεσε μάλιστα προς τούτο στο ΥΠΕΞ, κατά το στάδιο της απόδοσης του τελικού οικονομικού υπολογισμού, τα κατωτέρω αναφερόμενα εικονικά στο σύνολο τους και εν μέρει, και πλαστά φορολογικά στοιχεία που είχαν εκδοθεί άλλα από επιχειρήσεις και άλλα που είχαν καταρτισθεί με βοήθεια των συνεργατών του, και με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εισπράξει από το ΥΠΕΞ τα κατωτέρω αναφερόμενα ποσά αφού μετά την κατάθεση της αρχικής αιτήσεως που υπέβαλε για κάθε πρόγραμμα, προσκόμιζε τα κατά τον άνω τρόπο συλλεγέντα παραστατικά, χωρίς να έχει υλοποιηθεί και ανθρωπιστική βοήθεια, στις περιπτώσεις που αυτή υλοποιήθηκε τα ποσά που είχαν δαπανηθεί ήταν πολύ μικρότερα σε σχέση με αυτά που εισπράχθηκαν για τον άνω σκοπό. Ειδικότερα:
1) Στο πρόγραμμα του έτους 1998 με χώρα υλοποίησης την Αλβανία, ανέλαβε το ... να υλοποιήσει τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας προς την Αλβανία συνισταμένη σε κλινοσκεπάσματα και ιματισμό. Ο ανωτέρω κατηγορούμενος, την παραπάνω ιδιότητά του, την 16 και 17-10-98, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ, που ήταν επιφορτισμένοι με τον έλεγχο των παραστατικών, ότι το ... δαπάνησε το ποσό των 9.215.000 δρχ. συνολικά για προμήθεια 1900 τεμαχίων κλινοσκεπασμάτων από την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "Κ. Α. και Σία ΟΕ" και το ποσό των 3.240.000 δρχ. συνολικά, για προμήθεια 810 τεμαχίων μπουφάν από την επιχείρηση Λ. Δ. Λ., για να καλύψει μάλιστα το άνω ποσόν, κατέθεσε στο ΥΠΕΞ το υπ’ αριθ. ...17-10-98 εν μέρει εικονικό τιμολόγιο- δελτίο αποστολής της εταιρείας "Κ. Α. και Σία ΟΕ", συνολικής αξίας δήθεν 9.215.000 δρχ. προς 4.850 δρχ. το τεμάχιο και το υπ’ αριθ. ...16-10-98 εν μέρει εικονικό τιμολόγιο του Λ. Λ., συνολικής αξίας 3.240.000 δρχ., προς 4.000 δρχ. το τεμάχιο και με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δήθεν δαπανήθηκαν για την προμήθεια των παραπάνω ειδών τα ανωτέρω χρηματικά ποσά (9.215.000 και 3.240.000 δρχ.), ενώ στην πραγματικότητα είχαν δαπανηθεί τα ποσά των 4.560.000 και 1.620.000 δραχμών αντίστοιχα, καθόσον η πραγματική αξία των μπουφάν ήταν 2.000 δρχ. και των κλινοσκεπασμάτων, συνυπολογιζομένου ποσοστού κέρδους 2.400 δρχ. ανά τεμάχιο. Με τον τρόπο αυτό εισέπραξε και κάλυψε παράνομα το συνολικό ποσό των 6.275.000 δρχ. (1.620.000 δρχ. για μπουφάν και 4.655.000 δρχ. για κλινοσκεπάσματα).
2) Στο πρόγραμμα του έτους 1999, με χώρα υλοποίησης την FYROM, ανέλαβε το ... να υλοποιήσει τη διανομή ενδυμάτων στους πρόσφυγες και με την παραπάνω ιδιότητά του ο κατηγορούμενος, στις 1-4-99 και 7-4-99, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι το ... δαπάνησε το ποσό των 11.000.000 δρχ. και 19.178.500 δρχ. αντίστοιχα, για ποσότητα προμήθειας 2.000 και 3.487 αντίστοιχα μπουφάν προς 5.500 δρχ. το τεμάχιο, κατέθεσε μάλιστα προς τούτο στο ΥΠΕΞ τα υπ’ αριθ. …/1-4-99 και …/7-4- 99 φωτοαντίγραφα τιμολογίων της Αλβανικής εταιρείας ..., με αναγραφόμενη σ’ αυτά σε δρχ. συνολική αξία αντίστοιχα την ανωτέρω (11.000.000 και 19.178.500) δρχ., προς 5.500 δρχ. το τεμάχιο, τα οποία ήταν όμως πλαστά, αφού τα πράγματι εκδοθέντα από την παραπάνω εταιρεία αντίστοιχα τιμολόγια ανέγραφαν την αξία σε αγγλικές λίρες στερλίνες (STRENG), συγκεκριμένα δε ανέγραφαν αξία 3.316 STRENG και 5.782 STRENG, δηλαδή αξία που μετά τη δραχμοποίηση ανέρχεται σε ποσό 1.641.420 και 2.862.000 δρχ. αντίστοιχα. Με τον τρόπο αυτό, πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ, ότι δήθεν δαπανήθηκαν για την προμήθεια των παραπάνω ειδών (11.000.000 και 19.178.500 και συνολικά 30.178.500 δρχ., ενώ στην πραγματικότητα είχαν δαπανηθεί το συνολικό ποσό των 0,-503.516 δρχ. (1.641.420 και 2.862.090) δρχ. και έτσι εισέπραξε και κάλυψε παράνομα με τα άνω πλαστά έγγραφα το ποσό των 25.674.990 δρχ. (30.178.500 - 4.503.510 = 25.674.990 δρχ.) 3) Στο πρόγραμμα του έτους 1999 με χο)ρα υλοποίησης την Αλβανία, ανέλαβε το ... να υλοποιήσει την προμήθεια και μεταφορά ιατρικών μηχανημάτων. Στα πλαίσια της υλοποίησης του προγράμματος αυτού, ο κατηγορούμενος, υπό την προαναφερθείσα ιδιότητά του, στις 11-8-1998 παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι το ... δαπάνησε ποσό 29.230.000 δρχ. y για προμήθεια ιατρικών μηχανημάτων, από την εταιρεία Μ. Α. Τ. "..." και μάλιστα προς τούτο κατέθεσε στο ΥΠΕΞ το υπ’ αριθ. …/11-8-99 εικονικό τιμολόγιο της παραπάνω εταιρείας συνολικής αξίας 29.230.000 δρχ., ενώ αυτό δεν αντιπροσώπευε πραγματική συναλλαγή, διότι η ως άνω επιχείρηση δεν λειτούργησε ποτέ πραγματικά ούτε ασχολήθηκε με οποιαδήποτε δραστηριότητα, αλλά συστήθηκε για να εμπορεύεται τα τιμολόγιά της και τα λοιπά φορολογικά της στοιχεία. Με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δαπανήθηκε για την προμήθεια των παραπάνω ειδών το παραπάνω ποσό, το οποίο και εισέπραξε παράνομα.
4) πρόγραμμα του έτους 1999 με χώρα υλοποίησης την ..., ανέλαβε το ... να υλοποιήσει την προμήθεια και μεταφορά ιατρικών μηχανημάτων. Στα πλαίσια του προγράμματος αυτού, ο κατηγορούμενος με την παραπάνω ιδιότητά του, στις 26-7-99, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ, ότι το ..., δαπάνησε το ποσό των 41.299.000 δρχ., για την προμήθεια ιατρικών μηχανημάτων από την εταιρεία Μ. Α. Τ. "...", κατέθεσε μάλιστα προς τούτο στο ΥΠΕΞ τα υπ’ αριθ. .../26-7-99 εικονικά τιμολόγια της παραπάνω επιχείρησης συνολικής αξίας (41.299.000δρχ.), ενώ τούτο δεν αντιπροσώπευε πραγματική συναλλαγή, αλλά όπως παραπάνω εκτέθηκε η εκδώσασα επιχείρηση εμπορευόταν τα φορολογικά της στοιχεία και με τον τρόπο αυτό πέτυχε να εξαπατήσει τους αρμοδίους υπαλλήλους του ΥΠΕΞ ότι δαπανήθηκαν για την προμήθεια ιατρικών μηχανημάτων το παραπάνω χρηματικό ποσό, ενώ η συνολική αξία του φορτίου δεν υπερέβαινε τις 7.000.000 δρχ., δεδομένου ότι τα εν λόγω είδη που εστάλησαν δεν ήταν καινούργια αλλά μεταχειρισμένα και απηρχαιωμένα και έτσι εισέπραξε παράνομα το ποσό των 34.299.000δρχ.
Για να πετύχει τους άνω σκοπούς του ο κατηγορούμενος να συγκαλύψει την παράνομη δραστηριότητά του, μεταχειρίσθηκε τα εξής ιδιαίτερα τεχνάσματα: α) Γνωρίζοντας ότι στις περιπτώσεις εξαγωγής ανθρωπιστικής βοήθειας ο έλεγχος είναι τυπικός, δηλαδή γίνεται έλεγχος μόνον ως προς την ορθότητα ορισμένων στοιχείων, ήτοι του δελτίου αποστολής, του τιμολογίου και του βάρους των εμπορευμάτων που εξάγονται με containers και συγκεκριμένα δεν γίνεται έλεγχος αν τα αναγραφόμενα στο τιμολόγιο είδη συμπίπτουν με τα μεταφερόμενα, φρόντισε να τηρηθεί η διαδικασία του εκτελωνισμού και μεταφοράς με γνήσια έγγραφα (διασάφησης εξαγωγών, φορτωτικής κλπ) όπως στην περίπτωση αποστολής τέτοιων ειδών στην ..., αλλά τα πράγματι μεταφερόμενα μηχανήματα ήταν απηρχαιωμένα και μηδαμινής αξίας, β) Για να επιτύχει την έκδοση γνησίων βεβαιώσεων εξαγωγής, χρησιμοποίησε εικονικά τιμολόγια, όπως αυτά περιγράφονται πιο πάνω, γ) σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποίησε εικονικά εν μέρει η εξολοκλήρου τιμολόγια, εκδιδόμενα από τις εταιρείες σε συνεννόηση με τους εκπροσώπους των και σε άλλες περιπτώσεις εξαναγκάζοντας τους, προκειμένου να προτιμηθεί η εταιρεία για την εκτέλεση της παραγγελίας και σε μερικές ακόμη περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν πλαστά έγραφα, όπως αυτά περιγράφονται στις υπό στοιχείο (2) (4) του παρόντος πράξεις. Με τον παραπάνω τρόπο εισέπραξε από το ΥΠΕΞ παράνομα το συνολικό ποσό των 95.478.990 δρχ., το οποίο κάλυψε με τα προαναφερθέντα παραστατικά ή 280.202 ευρώ, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και το οποίο ωφελήθηκε παράνομα με αντίστοιχη ισόποση ζημία του Ελληνικού Δημοσίου. Την ως άνω πράξη του εξακολούθησε επί μακρόν, ήτοι από του έτους 1998 έως το έτος 2000.
Συνολικά από τις παραπάνω πράξεις του προκλήθηκε σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου περιουσιακή ζημία ανερχόμενη σε 59.973.990 δρχ., ή 176.005,8 Ευρώ (34.299.000 και 25.674.990 = 59.973.990 δρχ.), το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. ή 150.000 ευρώ.
ΙΙ. Κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο Μ. Τ. του ότι:
Στην Αθήνα, κατά το έτος 1999, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος, στις 11-8-99 και 26-7-99, παρείχε με πρόθεση στον παραπάνω αυτουργό (Μ. Ψ.), άμεση συνδρομή, κατά την τέλεση από αυτόν της αντικειμενικής υποστάσεως των παραπάνω εγκλημάτων - μερικότερων πράξεων - που περιγράφονται στα υπό στοιχ. Α (3) και (4) του παρόντος και συγκεκριμένα, με την ιδιότητά του ως εκπροσώπου της ατομικής επιχείρησης της εταιρείας με την επωνυμία "... Μ. Τ. του Α." με έδρα την οδό ... (η οποία ήταν επιχείρηση σφραγίδα, αφού δεν ανέπτυξε ποτέ εμπορική δραστηριότητα στην έδρα που είχε δηλώσει) ηθελημένα παρείχε στον παραπάνω αυτουργό τα παραπάνω αναφερόμενα, στις κατ’ ιδίαν πράξεις του αυτουργού τιμολόγια της επιχείρησης αυτής, που ήταν εικονικά, διότι δεν αντιπροσώπευαν πραγματικές συναλλαγές, για να χρησιμοποιηθούν για να εγκριθεί από τα αρμόδια όργανα του ΥΠΕΞ η απόδοση του λογαριασμού για τη χρηματοδότηση από το ΥΠΕΞ των προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας στην Αλβανία και στην ... και να εισπράξει το ... παράνομα τα ποσά των 29.230.000 και 34.299.000 δρχ. αντίστοιχα. Το όφελος που επεδίωξε και η αντίστοιχη ζημία που προκλήθηκε από την πράξη αυτή στο Ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 63.529.000 δρχ. ή 186.438,7 ευρώ".
Με βάση τις παραδοχές αυτές, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο διέλαβε στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του συμπληρούμενο από το διατακτικό, την από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ κατά τα ανωτέρω απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς επιλεκτική εκτίμηση αποδεικτικών μέσων και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της ανωτέρω κακουργηματικής αξιόποινης πράξεως της άμεσης συνέργειας κατ’ εξακολούθηση στον συγκαταδικασθέντα αυτουργό Μ. Ψ., σε τέλεση από τον τελευταίο απάτης σε βάρος του Δημοσίου, ζημιωθέντος κατά το ποσό των 186.438,07 ευρώ, για το οποίο κακούργημα καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, εκθέτει τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 α, 27 παρ. 1, 46, 98, 386 παρ. 1 , 3 του ΠΚ και 1 παρ. 1 α του ν. 1608/1950, όπως ισχύει, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή ή αντιφατική αιτιολογία και να στερήσει έτσι την απόφασή του από νόμιμη βάση. Ειδικότερα αναφέρονται στην αιτιολογία τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κ.λπ.) από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμο ανάγκη, για την πληρότητα της αιτιολογίας, ειδική αξιολόγηση, συσχετισμός και συγκριτική στάθμιση των επί μέρους αποδεικτικών μέσων. Όσον αφορά τις ειδικότερες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, α) επαρκώς και εμπεριστατωμένα αιτιολογείται ο απαιτούμενος ειδικός δόλος του αναιρεσείοντος κατηγορούμενου άμεσου συνεργού, με τις παραδοχές ότι αυτός ως νόμιμος εκπρόσωπος ατομικής του επιχείρησης, η οποία ήταν επιχείρηση "σφραγίδα", δε λειτούργησε ποτέ και δεν είχε καμία εμπορική συναλλαγή και συστήθηκε για να εμπορεύεται τα φορολογικά της στοιχεία, γνώριζε το αντικείμενο δράσης, το σκοπό και τις πηγές χρηματοδότησης της μη κυβερνητικής οργάνωσης ... από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος, με προγράμματα ανθρωπιστικής βοήθειας προς αναπτυσσόμενες χώρες, όπως εδώ στην ... και παρέσχεν εξακολουθητικά άμεση συνδρομή στον φυσικό αυτουργό, τον συγκαταδικασθέντα Μ. Ψ., πρόεδρο της άνω ΜΚΟ/..., να τελέσει την απάτη σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, με την έκδοση και ηθελημένη παράδοση σε αυτόν δύο εξ ολοκλήρου εικονικών τιμολογίων αγοράς δήθεν ιατρικών μηχανημάτων από την επιχείρησή του, που αντιπροσώπευαν όμως εντελώς ανύπαρκτες συναλλαγές, ποσών 29.230.000 δραχμών και 41.299.000 δραχμών αντίστοιχα, που η ΜΚΟ με την ονομασία ... υπέβαλε στη συνέχεια στο Υπουργείο Εξωτερικών και εξαπάτησε με ιδιαίτερα τεχνάσματα τους αρμόδιους για έλεγχο των δικαιολογητικών υπαλλήλους για δήθεν δαπάνη των παραπάνω ποσών, ανθρωπιστικού προγράμματος 1999, τα οποία εγκρίθηκαν και εισέπραξε παράνομα ο άνω φυσικός αυτουργός της απάτης ποσού ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνολικού ύψους 186.438,07 ευρώ, ήτοι άνω των 150.000 ευρώ. β) η αναφορά ότι η συνολική δαπάνη και αξία του φορτίου ιατρικών μηχανημάτων προς ... δεν υπερέβαινε το ποσό των 7.000.000 δραχμών, διότι τα αποσταλέντα είδη δεν ήταν καινούργια, αλλά μεταχειρισμένα και πεπαλαιωμένα μηδαμινής αξίας,(αγνώστου προμηθευτή), με αποτέλεσμα να εισπράξει παράνομα τη διαφορά του ποσού των 34.299.000 δραχμών, δε σημαίνει και ότι υπήρξε συναλλαγή του ... με τον αναιρεσείοντα που εξέδωσε τα δύο εικονικά τιμολόγια πώλησης μηχανημάτων για την ... για εντελώς ανύπαρκτες συναλλαγές, αφού δεν πώλησε αυτή ποτέ στον φυσικό αυτουργό οποιαδήποτε ιατρικά μηχανήματα, κατά τις παραδοχές, γ) αιτιολογείται ότι ο φυσικός αυτουργός απεκόμισε παράνομο περιουσιακό όφελος, σε βάρος της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου, χρησιμοποιώντας τα παραπάνω εικονικά τιμολόγια του αναιρεσείοντος, που αφορούν εντελώς ανύπαρκτες συναλλαγές, με τα οποία παραπλάνησε τους αρμοδίους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών ότι δήθεν πρόκειται για πραγματικές αγορές ιατρικών μηχανημάτων, δ) η άμεση συνέργεια στην παραπάνω κακουργηματική απάτη, φέρει χαρακτήρα κακουργήματος, αφού τα χρήματα τα οποία εισέπραξε παράνομα ο άνω φυσικός αυτουργός της απάτης, ανέρχονται στο συνολικό ύψος των 186.438,07 ευρώ, ήτοι υπερβαίνουν το ποσό των 150.000 ευρώ, ποσό που λαμβάνεται υπόψη στο σύνολό του, εφόσον ο δράστης που εξέδωσε τα άνω εικονικά τιμολόγια και ο φυσικός αυτουργός απέβλεπαν στο συνολικό αυτό αποτέλεσμα και επομένως με χρόνο τελέσεως την 11-8-1999 και 26-7-1999, δεν έχει υποπέσει η αξιόποινη πράξη σε παραγραφή.
Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, ότι δεν αποδείχθηκε ο δόλος του αναιρεσείοντος, ότι δεν αποδείχθηκε από κανένα στοιχείο ότι ο αναιρεσείων γνώριζε το σκοπό του ... και ότι τα τιμολόγια εκδόθηκαν για να εξαπατήσει με αυτά ο φυσικός αυτουργός το Δημόσιο, ότι τα τιμολόγια που εξέδωσε ο αναιρεσείων αφορούν και καλύπτουν συγκεκριμένη και διακριτή πραγματική αγορά μηχανημάτων από το ... για να εξαχθούν σε Αλβανία και ..., που αποδείχθηκε, με το πρόσχημα της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττουν την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου και είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες.
Επομένως, όλοι οι συναφείς από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, ότι εσφαλμένα απορρίφθηκε ο αυτοτελής ισχυρισμός περί παραγραφής της συνέργειας σε απάτη, και έλλειψη νόμιμης βάσης με εκ πλαγίου παράβαση, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος Δημοσίου, μειωμένη (άρθρα 176,183 ΚΠολ.Δ, 22 του Ν. 3693/1957).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αριθμό εκθ. 1/15-4-2015 αίτηση του Μ. Τ. του Α., περί αναιρέσεως της με αριθμό 2242/2014 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος Δημοσίου εκ τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Νοεμβρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 27 Ιανουαρίου 2016.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή