Θέμα
Δίοδος.
Περίληψη:
Οι λόγοι αναίρεσης, όταν, υπό την επίφαση της παραβίασης κανόνων ουσιαστικού δικαίου, πλήττουν αποκλειστικά την εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας πραγματικών γεγονότων, η οποία (εκτίμηση) καθ’ εαυτή δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (561 παρ. 1 ΚΠολΔ), είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
Αριθμός 614/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 4 Δεκεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Δ. Α. του Σ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Παπασταυρόπουλο.
Της αναιρεσίβλητης: Σ. συζ. Ν. Μ., το γένος Α. Λ., κατοίκου ... η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Πολίτη.
Κατά την εκφώνηση των ονομάτων των διαδίκων, που παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω, ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης για τους λόγους που ανέπτυξε. Το Δικαστήριο διασκέφθηκε επί της έδρας και δια του Προέδρου του απέρριψε το αίτημα.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/4/2005 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Πόρου (Καλαυρίας). Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 34/2005 μη οριστική, 7/2008 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 2806/2010 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 13/9/2010 αίτησή της. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ερωτόκριτος Καλούδης ανέγνωσε την από 18/11/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τη διάταξη του άρθρου 1012 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία, αν ακίνητο στερείται την αναγκαία δίοδο προς το δρόμο, έχει δικαίωμα ο κύριός του να απαιτήσει δίοδο από τους γείτονες έναντι ανάλογης αποζημίωσης, προκύπτει, ότι η σχετική αγωγή ασκείται από τον κύριο του ακινήτου που στερείται επαρκούς διόδου και απευθύνεται κατά του κυρίου του ακινήτου, το οποίο μεσολαβεί μεταξύ του ακινήτου αυτού και του δρόμου (δημοσίου, δημοτικού ή κοινοτικού) και, εφόσον μεταξύ του ακινήτου του ενάγοντος και του δρόμου αυτού μεσολαβούν περισσότερα από ένα ακίνητα, απευθύνεται κατά των κυρίων όλων των ακινήτων αυτών. Μόνο λοιπόν οι κύριοι των ενδιάμεσων ακινήτων μπορεί να είναι εναγόμενοι και όχι αναγκαίως ο επικαρπωτής, γιατί αυτός δεν δικαιούται να επιφέρει μεταβολή στο πράγμα ανεξαρτήτως του ότι είναι σκόπιμο να συνενάγεται γιατί διαφορετικά η δουλεία διούδου που θα συσταθεί με την απόφαση του δικαστηρίου δεν μπορεί να αντιταχθεί κατ' αυτού. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 ΚΠολΔ κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση μόνο 1) αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου...,2) αν το δικαστήριο δεν συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος...,3) αν το δικαστήριο έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων ή δεν είχε καθ' ύλην αρμοδιότητα και 4) αν παράνομα αποκλείσθηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας. Από την αμέσως πιο πάνω διάταξη προκύπτει, ότι η απαρίθμηση των λόγων αναίρεσης κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων, που εκδίδονται κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, είναι περιοριστική. Οι λόγοι αναίρεσης είναι μόνο τέσσερις και αντιστοιχούν προς τους λόγους αναίρεσης που προβλέπονται από τους αριθμούς 1, 2, 4, 5 και 7, αντίστοιχα, του άρθρου 559 ΚΠολΔ, προς τους οποίους όμως δεν ταυτίζονται απολύτως. Έτσι, δεν ιδρύεται ο λόγος, όταν το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο. Επομένως, οι πρώτος, κατά το πρώτο μέρος του, δεύτερος, κατά το δεύτερο μέρος του, και τρίτος - όπως ορθά εκτιμάται - λόγοι της αναίρεσης, με τους οποίους, υπό την επίκληση των αριθμών 14 περ. δ' και 8 περ. β', αντίστοιχα, του άρθρου 559 ΚΠολΔ, προβάλλεται ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, υπέπεσε στις πλημμέλειες του ότι παρά το νόμο δεν κήρυξε απαράδεκτη την ένδικη - από 20.4.2005 - αγωγή της αναιρεσίβλητης ως προς τη βάση της από την ΑΚ 1012 (που έγινε δεκτή από το πιο πάνω Δικαστήριο), αφού δεν συνενάγονται με την εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα ψιλή κυρία και οι γονείς της επικαρπωτές του ακινήτου, από το οποίο ζητείται δίοδος, και δεν έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς της εναγομένης, ότι η ενάγουσα έχει παραιτηθεί από το δικαίωμά της να κάνει χρήση της προτεινόμενης διόδου και ότι είναι δυνατή η παροχή άλλης διόδου προσφορότερης και λιγότερο επιζήμιας, τη θέση της οποίας και προσδιόρισε - πέραν του ότι στην αγωγή παροχής διόδου του άρθρου 1012 ΑΚ εναγόμενοι μπορεί να είναι ο κύριος όχι και ο επικαρπωτής του ενδιάμεσου ακινήτου - , προεχόντως, είναι απαράδεκτοι και πρέπει να απορριφθούν.
II. Από τη διάταξη του άρθρου 561 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας των πραγματικών περιστατικών, εφόσον δεν παραβιάστηκαν με αυτά κανόνες δικαίου στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί ή εφόσον η εκτίμησή τους δεν ιδρύει λόγους αναίρεσης από τους αριθμούς 19 και 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι από τον Άρειο Πάγο ανέλεγκτη, ο δε λόγος αναίρεσης, εκ του περιεχομένου του οποίου προκύπτει ότι δεν συντρέχει καμία από τις προαναφερθείσες εξαιρετικές περιπτώσεις, απορρίπτεται ως απαράδεκτος εφόσον πλέον πλήττεται η ουσία της υπόθεσης που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. Στην προκειμένη περίπτωση, με τους πρώτο, κατά το δεύτερο μέρος του, δεύτερο, κατά το πρώτο μέρος του, και τέταρτο - όπως ορθά εκτιμάται - λόγους της αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Δικαστήριο της ουσίας δέχτηκε την αγωγή, απορρίπτοντας και "τον ισχυρισμό της εναγομένης - ήδη αναιρεσείουσας - περί χρήσεως στη βορειοδυτική πλευρά του ακινήτου της αναιρεσίβλητης μέσα από την ιδιοκτησία Κ., που οδηγούσε σε αποδυνάμωση οποιουδήποτε δικαιώματος παροχής διόδου στην αντίδικο από τα αγροτεμάχια της αναιρεσείουσας και του Σ. Κ.", εφόσον "εσφαλμένως παρείδε και κακώς εκτίμησε το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, παρότι η αναιρεσείουσα τα είχε νόμιμα επικαλεστεί και προσκομίσει, ενώ ορθώς εκτιμώντας αυτά (μεταξύ των οποίων και) η από 15.9.2005 Τεχνική Έκθεση του πολιτικού μηχανικού Α. Δ., η οποία επιβεβαιώνει τους ανταποδεικτικούς ισχυρισμούς της (προβάλλουσας τους λόγους αυτούς αναιρεσείουσας - εναγομένης), θα είχε καταλήξει στην ορθή κρίση ανυπαρξίας υπάρχουσας δήθεν δουλείας διόδου... ιδιότητας του περικλείστου στο ακίνητο της (ήδη αναιρεσίβλητης) ενάγουσας και σε κάθε περίπτωση θα είχε κρίνει ως προσφορότερη προς δημιουργία της ζητουμένης, την από την (ήδη αναιρεσείουσα) εναγομένη επικουρικώς αντιπροταθείσα και θα είχε απορρίψει και ως προς αυτά την αγωγή", παραβιάζοντας, έτσι, τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1012, 1013 και 1014 ΑΚ. Είναι πρόδηλο, ότι υπό την επίφαση της παραβίασης των ως άνω διατάξεων οι λόγοι αυτοί πλήττουν αποκλειστικά την εκτίμηση από το Δικαστήριο της ουσίας πραγματικών γεγονότων, η οποία (εκτίμηση) καθ' εαυτή δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γι' αυτό πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 13.9.2010 αίτηση της Δ. Α. για αναίρεση της 2806/2010 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε ως Εφετείο.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε χίλια οκτακόσια (1800) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Φεβρουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ