Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Υπέρβαση εξουσίας, Αναίρεση μερική, Πολιτική αγωγή, Σωματική βλάβη από αμέλεια.
Περίληψη:
Σωματική βλάβη από αμέλεια. Απορρίπτει αναίρεση για έλλειψη αιτιολογίας και ακυρότητα για κακή παράσταση πολιτικής αγωγής. Σε αθωωτική απόφαση, η παράσταση στο δεύτερο βαθμό του πολιτικώς ενάγοντος, συνεπεία άσκησης κατά της αθωωτικής απόφασης έφεσης από τον εισαγγελέα είναι μόνο για την υπεράσπιση της κατηγορίας. Η επιδίκαση, παρά ταύτα, χρηματικής ικανοποίησης, συνιστά υπέρβαση εξουσίας. Αναιρείται εν μέρει και διατάσσεται η απάλειψη της σχετικής διάταξης.
Αριθμός 2581/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή και Ανδρέα Δουλγεράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Ηρειώτη, περί αναιρέσεως της 4064/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Μπόλη. Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 1 Αυγούστου 2008 και 10 Σεπτεμβρίου 2008 αιτήσεις του αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1441/2008.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνουν δεκτές οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι υπό κρίση, από 1.8.2008 και 11.9.2008, δύο αιτήσεις (δηλώσεις) αναίρεσης του κατηγορουμένου Χ κατά της ίδιας με αριθμό 4064/2008, καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας.
ΙΙ. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν σε αυτή περιέχονται με σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφάρμοσε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικά, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα, ούτε να γίνεται αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ' αρ. 4064/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών και μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που κατ' είδος μνημονεύονται, ο αναιρεσείων καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δέκα (10) μηνών, ανασταλείσαν επί τριετία, για την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, δεχθέντος ειδικότερα του Δικαστηρίου, ανελέγκτως, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: "Ο πολιτικώς ενάγων Ψ εισήχθη στις 10-11-2000 στην ουρολογική κλινική του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Ηρακλείου Κρήτης λόγω διαπιστωμένου θηλωματώδους όγκου που βρισκόταν εντός εκκολπώματος της ουροδόχου κύστης στο αριστερό πλάγιο, για την αφαίρεση του οποίου υποβλήθηκε στις 13-11-2000 σε χειρουργική επέμβαση. Η ιστολογική εξέταση που ακολούθησε έδειξε ότι ο αφαιρεθείς από την ουροδόχο κύστη όγκος επρόκειτο για θηλώδες καρκίνωμα από μεταβατικό επιθήλιο ουροδόχου κύστης βαθμού κακοήθειας Grade ΙΙ.
ΙΙΙ. Στις 15-11-2000 ο πολιτικώς ενάγων εξήλθε από την κλινική με την σύσταση του εγχειρήσαντος αυτού ιατρού - ουρολόγου Α, να υποβληθεί σε μετεγχειρητικό έλεγχο με την διενέργεια αξονικής (υπολογιστικής) τομογραφίας άνω και κάτω κοιλίας για διερεύνηση οποιουδήποτε τυχόν προβλήματος στην περιοχή. Στην από 21-11-2000 αξονική τομογραφία, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά την ίδια ως άνω ημεροχρονολογία στο ευρισκόμενο στο Ηράκλειο της Κρήτης, διαγνωστικό κέντρο "....." που υπογράφεται από τους επίκουρους καθηγητές ακτινολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Β και Γ αναφέρεται ότι παρουσιάζονται μετεγχειρητικές αλλοιώσεις στην ουροδόχο κύστη και συγκεκριμένα στην ελάσσονα πύελο, ιδίως στο οπισθοπλάγιο αριστερό τοίχωμα της ουροδόχου κύστης, προφανώς λόγω της προηγηθείσης εκτομής και παρατηρείται στο αριστερό τοίχωμα της ουροδόχου κύστης εντοπισμένη εικόνα εκκολπώματος καθώς και πάχυνση του τοιχώματος, επίσης ευρήματα που αποδίδονται στην προηγηθείσα επέμβαση στην περιοχή και παρουσία αέρος εντός αυτής (της ουροδόχου κύστης) μετεγχειρητικής αιτιολογίας. Δεν παρατηρούνται ενεργείς εστιακές αλλοιώσεις από τον έλεγχο του ηπατικού παρεγχύματος, ούτε διάταση των ένδο ή έξω ηπατικών χοληφόρων, και ελέγχονται φυσιολογικά ο σπλήνας, το πάγκρεας, ο αριστερός νεφρός και τα επινεφρίδια ενώ διαπιστώνεται η παρουσία διάσπαρτων λεμφαδένων με διαμέτρημα λίγα χιλιοστά στο περικυστικό λίπος καθώς και μεταξύ ορθού και ουροδόχου κύστης, όπως επίσης και στις βουβωνικές χώρες άμφω και σημειώνεται η παρουσία λεμφαδένων διαμέτρου λίγων χιλιοστών, οι οποίοι δεν είναι παθολογικοί με απεικονιστικά κριτήρια, στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο. Τέλος διαπιστώνεται η παρουσία συμπαγούς χωροκατακτητικής εξεργασίας (μορφώματος) διαστάσεως 5 Χ 4,5 εκατοστών στον άνω πόλο του δεξιού νεφρού με απεικονιστικούς χαρακτήρες υπερνεφρώματος ή όγκου του "Grawitz". Η ανωτέρω εξεργασία εμφανίζει στικτές αποτιτανώσεις προκαλεί αποδιοργάνωση και αποδόμηση της άνω κοιλιακής ομάδας χωρίς όμως σημεία διήθησης του περινεφρικού λίπους ούτε σημεία αποφρακτικής ουροπάθειας στο σύστοιχο δεξιό νεφρό. Η δεξιά νεφρική φλέβα και η κάτω κοίλη φλέβα ελέγχονται βατές. Κατόπιν των άνω αποτελεσμάτων της αξονικής τομογραφίας ο πολιτικώς ενάγων μετέβη το ίδιο απόγευμα (21-11-2000) από το Ηράκλειο της Κρήτης στην Αθήνα, όπου επισκέφθηκε συνοδευόμενος από τον γιο του, τον κατ/νο ιατρό στο ιατρείο του και του εξέθεσε αναλυτικά το πρόβλημα της υγείας του, αναφερόμενος στην πρόσφατη επέμβαση της ουροδόχου κύστης καθώς και στον εντοπισμό κατά τον μετεγχειρητικό έλεγχο τυχαίου ευρήματος μορφώματος στον άνω πόλο του δεξιού νεφρού του. Ο κατ/νος αφού επισκόπησε την αξονική τομογραφία που του προσκόμισε ο μηνυτής και προέβη ο ίδιος σε εξέταση της περιοχής με υπερηχογράφημα, υπέδειξε ότι έπρεπε να γίνει άμεσα χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του εντοπισθέντος μορφώματος (όγκου) γεγονός το οποίο άλλωστε αυτός (κατ/νος) δεν αμφισβητεί. Τονίζοντας δε την σπουδαιότητα της έγκαιρης αντιμετώπισης του νέου αυτού όγκου του πρότεινε να ενεργήσει ο ίδιος την επέμβαση ακόμη και την επόμενη κιόλας ημέρα στο θεραπευτήριο "....." όπου χειρουργούσε αυτός. Του επεσήμανε δε ότι η προσπάθειά του ήταν κυρίως στο να αφαιρέσει το μόρφωμα (όγκο) και να διατηρήσει τον νεφρό ανέπαφο ή έστω να διατηρήσει το μεγαλύτερο μέρος αυτού, εκτός αν ο όγκος ήταν τέτοιος που απαιτείτο να αφαιρεθεί μαζί μ'αυτόν και ολόκληρος ο νεφρός. Ο πολιτικώς ενάγων ζήτησε μικρή προθεσμία πριν εισαχθεί στο χειρουργείο. Στις 22-11-2000 επέστρεψε στο Ηράκλειο της Κρήτης, όπου επισκέφθηκε τον ουρολόγο - χειρούργο - ιατρό του Α. Αυτός τον διαβεβαίωσε ότι υπήρχε όγκος στην περιοχή του δεξιού νεφρού που χρήζει χειρουργικής αντιμετώπισης, πλην όμως του είπε ότι στο νοσοκομείο του Ηρακλείου, όπου χειρουργούσε, τούτο μπορούσε να προγραμματισθεί μόνο μετά την πάροδο 15 ημερών περίπου. Η ανησυχία και οι φόβοι του πολ. ενάγοντος και της οικογένειάς του ήταν μεγάλοι, λόγω και της προηγηθείσης επέμβασης αφαίρεσης κακοήθους όγκου από την ουροδόχο κύστη του, γι'αυτό για να μην χρονοτριβήσει η επέμβαση αποφάσισαν να μεταβούν εκ νέου στην Αθήνα στον κατ/νο. Έτσι στις 23-11-2000 εισήχθη ο πολ. ενάγων στο θεραπευτήριο "....." για να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση την επόμενη κιόλας ημέρα, ενώ με εντολή του κατ/νου υποβλήθηκε σε διάφορες προεγχειρητικές εξετάσεις, μεταξύ των οποίων και σε εξέταση νέας μαγνητικής τομογραφίας οπισθοπεριτοναϊκού χώρου και πυελογραφίας, τις οποίες αυτός, όπως ο ίδιος τόνισε στον πολ. ενάγοντα και τους οικείους του, έκρινε απαραίτητες για να μπορέσει να έχει την καλύτερη δυνατή εικόνα της κατάστασης του ασθενούς πριν μπει στο χειρουργείο που προγραμματίστηκε για τη 13.00 μ.μ. της 24-1-2000. Το πρωΐ της ημέρας αυτής ο πολ. ενάγων υποβλήθηκε πράγματι σε πυελογραφία και μαγνητική τομογραφία οπισθοπεριτοναϊκού χώρου, όπως είχε ορίσει ο κατ/νος, από τις οποίες η δεύτερη σε άλλο κτίριο-θεραπευτήριο. Σύμφωνα με την εξέταση αυτή, που υπογράφεται από τον Δ, υπό τον τίτλο "ευρήματα" αναφέρονται τα ακόλουθα: "Σφαιρικό μόρφωμα 4 εκατ. προβάλλει στην περιοχή άνω πόλου δεξιού νεφρού, δεξιού επινεφριδίου. Είναι σαφώς περιγεγραμμένο και θα μπορούσε να περιβάλλεται από κάψα, εμφανίζει ανομοιογένεια της υφής με εστίες χαμηλής εντάσεως σχήματος σε όλες τις ακολουθίες παλμών, οι οποίες παριστούν πιθανώς αιμορραγικά στοιχεία. Εμφανίζει σχετικά ήπια πρόσληψη, κυρίως στο έσω και το πρόσθιο τμήμα του. Το δεξιό επινεφρίδιο είναι διακριτό και η αλλοίωση έρχεται σε επαφή με το πέρας των σκελών αυτού. Στις ληφθείσες στεφανιαίες τομές η παθολογία δίδει την εντύπωση ότι αφορίζεται από τον άνω πόλο του δεξιού νεφρού, το οποίο πιθανώς απωθεί ελαφρώς προς τα κάτω. Επίσης ασκεί εκτύπωμα στον δεξιό ηπατικό λοβό, από τον οποίο αφορίζεται και πάλι σαφώς. Δεν ελέγχονται σημεία λεμφαδενοπάθειας. Τα λοιπά απεικονισθέντα μόρια του οπισθοπεριτοναϊκού χώρου όπως και τα λοιπά απεικονισθέντα μόρια της άνω κοιλίας, δεν εμφανίζουν παθολογικά ευρήματα". Στην ίδια εξέταση υπό τον τίτλο "εντύπωσης" αναφέρονται τα ακόλουθα: "Μόρφωμα 4 εκατ. με έκδηλη ανομοιογένεια της υφής, πιθανή παρουσία αιμορραγικών στοιχείων και σαφή αφορισμό, ελέγχεται στα όρια άνω πόλου δεξιού νεφρού - δεξιού επινεφριδίου, χωρίς από την παρούσα εξέταση να διευκρινίζεται σαφώς η προέλευση αυτού". Την εξέταση, όμως, αυτή, της μαγνητικής τομογραφίας, που με εντολή του κατ/νου είχε διενεργηθεί, αυτός (κατ/νος) δεν την είδε, πριν μπει στο χειρουργείο, προκειμένου να έχει ιδία γνώση και αντίληψη για τα ευρήματα και συμπεράσματα που συνάγονται από την μελέτη της, όπως άλλωστε ο ίδιος (ο κατ/νος) παραδέχεται και στο από 22-1-2001 χειρόγραφο σημείωμά του, την γνησιότητα του οποίου δεν αμφισβητεί μέχρι σήμερα ο κατ/νος, από το οποίο προκύπτει σαφώς ότι (ο κατ/νος) αρκέστηκε στην γνώμη του διαγνώστη, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε μαζί του, πριν την εγχείριση. Η παράλειψη όμως αυτή του κατ/νου να λάβει γνώση ιδίοις όμμασι της μαγνητικής τομογραφίας που ο ίδιος, κατά τα άνω, αναφερθέντα, είχε υποδείξει ως επιβεβλημμένη και να εκτιμήσει τα αποτελέσματά της, ήταν ο λόγος που δεν είχε σαφή εικόνα για το μέγεθος και την θέση του μορφώματος, για το οποίο επενέβαινε χειρουργικά. Και τούτο διότι η άνω απεικονιστική εξέταση ήταν ειδικότερη, ακριβέστερη και νεώτερη, σε σχέση με την από 22-11-2000 αξονική τομογραφία, που ο κατ/νος είχε υπόψη του, υπό την έννοια ότι με την μαγνητική τομογραφία διερευνάτο πλέον συγκεκριμένη περιοχή, αυτή του οπισθοπεριτοναϊκού χώρου που παρείχε την δυνατότητα ακριβέστερου εντοπισμού της θέσης του μορφώματος, πράγμα άλλωστε που συνέβη, αφού, εκτός του ότι η ως άνω εξέταση καθόριζε τις διαστάσεις του μορφώματος (4 εκατοστά) προσδιόριζε και τη θέση του εκτός του δεξιού νεφρού, δεδομένου ότι όπως διατυπώνεται ρητά στην εξέταση αυτή, το μόρφωμα είναι σαφώς περιγεγραμμένο και σαφώς αφορίζεται στα όρια του άνω πόλου του δεξιού νεφρού - δεξιού επινεφριδίου, το οποίο σαφώς (δεξιό νεφρό) πιθανώς πιέζει (απωθεί) προς τα κάτω. Έτσι ο κατ/νος ενόψει της ως άνω παράλειψής του, πιστεύοντας ότι το μόρφωμα βρισκόταν εντός του νεφρού (δεξιού) προχώρησε σε ολική αφαίρεση - ριζική νεφρεκτομή του δεξιού νεφρού, αφήνοντας στο σώμα του ενάγοντος τελικά το μόρφωμα για το οποίο γινόταν η επέμβαση. Όταν βγήκε από το χειρουργείο ο κατ/νος διαβεβαίωσε τους συγγενείς του πολ. ενάγοντος ότι η επέμβαση πήγε πολύ καλά και ότι τελικά χρειάστηκε να αφαιρέσει ολόκληρο το δεξιό νεφρό μαζί με τον όγκο, που κατά την εκτίμησή του ήταν οπωσδήποτε κακοήθης, ότι αφού αφαιρέθηκε με τον όγκο και ο νεφρός περιοριζόταν ο κίνδυνος να υπάρχει περαιτέρω πρόβλημα και ότι τέλος έστειλε στο εργαστήριο τον εξαιρεθέντα νεφρό για ιστολογική εξέταση. Από δε την από 3-1-2001 ιστολογική εξέταση που υπογράφεται από την ιατρό Ε προέκυψε ότι στοιχεία κακοήθειας δεν ανευρέθησαν στο δεξιό νεφρό που αφαιρέθηκε κατά τα άνω. Την ιστολογική αυτή εξέταση που απέστειλε ο κατ/νος στον πολ. ενάγοντα στο Ηράκλειο Κρήτης προσκόμισε στον ιατρό Α ο πολ. ενάγων. Αυτός (Α) μόλις είδε τα αποτελέσματά της απόρησε για την ενέργεια του συναδέλφου του να αφαιρέσει όπως φαίνεται ένα καθόλα υγιή νεφρό. Συνέστησε δε στον πολ. ενάγοντα να προβεί εκ νέου σε αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας που πραγματοποιήθηκε στις 19-1-2002 στο διαγνωστικό κέντρο "....." στο Ηράκλειο της Κρήτης και υπογράφεται από τους ιατρούς Β και Γ. Από την τελευταία αυτή απεικονιστική εξέταση προέκυπτε ότι είχε γίνει νεφρεκτομή δεξιά και επιπλέον διαπιστωνόταν ότι το περιγραφέν στην προηγούμενη αξονική τομογραφία (δηλ. την από 22-11-2000 που είχε λάβει υπόψη του για το χειρουργείο ο κατ/νος) μόρφωμα δεν είχε εξαιρεθεί. Μετά ταύτα ο άνω ιατρός Α συγκάλεσε ιατρικό συμβούλιο από ιατρούς του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, όπου κρίθηκε ως επιβεβλημένη η χειρουργική επέμβαση και η εξαγωγή του μορφώματος. Πριν δε επέμβει χειρουργικά ο ιατρός Α ζήτησε να του χορηγηθεί από τον κατ/νο σχετικό σημείωμα των διενεργηθεισών υπ' αυτού πράξεων, στο οποίο όπως προαναφέρθηκε ο κατ/νος παραδέχεται ότι δεν είδε την άνω μαγνητική τομογραφία που ο ίδιος είχε δώσει εντολή να διενεργηθεί ως επιβεβλημένη. Τελικά πραγματοποιήθηκε η χειρουργική αφαίρεση του μορφώματος από τον ιατρό Α στις 7-2-2001 και οι ιστολογικές εξετάσεις έδειξαν ότι επρόκειτο για καλοήθη όγκο, μαζί δε με τον όγκο αφαιρέθηκε και το δεξιό επινεφρίδιο. Από τα άνω αποδεικνύεται σαφώς, ότι ο κατ/νος κατά την επέμβαση που πραγματοποίησε στον πολ. ενάγοντα στις 24-11-2000 αφαίρεσε, ως μη έδει, τον υγιή δεξιό νεφρό, ενώ δεν πείραζε καθόλου το μόρφωμα, με συνέπεια να χρειαστεί να υποβληθεί αυτός σε νέα χειρουργική επέμβαση σε σύντομο μάλιστα χρονικό διάστημα ήτοι στις 7-2-2001. Το άνω γεγονός ήταν δυσμενές για τον πολ. ενάγοντα, επέφερε δε σοβαρές για την κατάσταση της υγείας του συνέπειες, αφού του αφαιρέθηκε ένα ζωτικό για τον ανθρώπινο οργανισμό όργανα, που η απώλειά του στην προκειμένη περίπτωση με δεδομένα τα προϋπάρχοντα προβλήματα της κατάστασης της υγείας του (κακοήθης όγκος στην ουροδόχο κύστη) καθίσταται ιδιαίτερα επιβαρυντική και επαχθής, καθώς λόγω του βεβαρημένου ιατρικού του ιστορικού στο ουροποιητικό σύστημα, ελλοχεύει ο κίνδυνος να παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα στο ένα πλέον νεφρό του πολ. ενάγοντος με ολέθρια γι'αυτόν αποτελέσματα. Η αφαίρεση δηλαδή του δεξιού νεφρού του πολ. ενάγοντος, ο οποίος ήταν καθόλα υγιής κατά τα άνω, αντί της αφαίρεσης του μορφώματος που υπήρξε μεταξύ δεξιού νεφρού και δεξιού επινεφριδίου οφείλεται κατά την κρίση του δικαστηρίου σε αμέλεια του κατ/νου συνισταμένη στην παράλειψή του αφενός να μελετήσει και να έχει ίδια γνώση για τα αποτελέσματα της από 24-11-2000 μαγνητικής τομογραφίας, που ο ίδιος είχε υποδείξει ως επιβεβλημένη προεγχειρητικώς, για τον εντοπισμό της ακριβούς θέσης του μορφώματος, την οποία αν ελάμβανε υπόψη του και έβλεπε πριν επέμβει χειρουργικά, ως όφειλε, κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και ως μέσος συνετός ιατρός - χειρουργός της ειδικότητάς του, δεν θα προέβαινε σε ριζική νεφρεκτομή, αφού σύμφωνα με αυτήν την απεικονιστική εξέταση, η οποία περιοριζόμενη αποκλειστικά στο οπισθοπεριτοναϊκό χώρο, και εξ αυτού του λόγου εξειδικευμένη σε σχέση με την, ευρύτερης διερευνόμενης περιοχής άνω και κάτω κοιλίας, αξονική, περιέγραφε κατά διαφορετικό, από την τελευταία, τρόπο, την θέση του μορφώματος, καθορίζοντάς την εκτός του νεφρού, τον οποίο όπως χαρακτηριστικά αναφέρει "πίεζε προς τα κάτω", πλην όμως ο κατ/νος, αρκούμενος στα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας πίστευε εξ αμελείας του πως το μόρφωμα βρισκόταν εντός του νεφρού και ήταν κακόηθες και τον αφαίρεσε ασκόπως. Αφετέρου η αμέλειά του συνίσταται στην παράλειψή του, δεδομένων των αντιφατικών αποτελεσμάτων της από 21-11-2000 αξονικής τομογραφίας και των ιστολογικών εξετάσεων του αφαιρεθέντος νεφρού, να διερευνήσει περαιτέρω το περιστατικό μετά την επέμβαση, ως όφειλε κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και ως μέσος συνετός ιατρός - χειρουργός της ειδικότητάς του και του όρκου που έχει δώσει, ξεκινώντας από την μελέτη, έστω και καθυστερημένα, των αποτελεσμάτων της ως άνω από 24-11-2000 μαγνητικής τομογραφίας, όπου θα διαπίστωνε, σύμφωνα με όσα ο ίδιος έχει πράξει στο χειρουργείο, ότι το μόρφωμα δεν είχε εξαιρεθεί, ενημερώνοντας σχετικά τον ενάγοντα, πράγμα που δεν έπραξε. Ο ισχυρισμός δε του κατηγορουμένου στο υποβληθέν υπόμνημά του προς τον πταισματοδίκη, αλλά και σήμερα κατά την απολογία του, ότι κατά τη διάρκεια της ενεργηθείσας απ' αυτόν επέμβασης διαπίστωσε την ύπαρξη αλλά και την σύσταση του μορφώματος τούτου ως καλοήθους και για το λόγο αυτό έκρινε ότι δεν χρειαζόταν να αφαιρεθεί, αποδεικνύεται ουσιαστικά αβάσιμος και απορριπτέος, αφού ο ίδιος ο κατηγορούμενος αντιφατικά στο από 22-1-2001 σημείωμά του προς το συγκληθέν από τον ιατρό Α ιατρικό συμβούλιο, βεβαιώνει ότι κατά τη διάρκεια της επέμβασης διαπίστωσε ότι το διεγχειρητικό πεδίο ήταν καθαρό και δεν ψηλαφήθηκε όγκος στα όρια δεξιού νεφρού - επινεφριδίου, πράγμα που αν είχε διαπιστώσει, όπως σήμερα ισχυρίζεται, θα το είχε αναφέρει, έστω λέγοντας ότι έκρινε ότι ήταν καλόηθες μόρφωμα". Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, παρέθεσε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και δη διέλαβε σ'αυτή τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την, κατά τα άνω, αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης, από μη συνειδητή αμέλεια, κατά την αντικειμενική και υποκειμενική της υπόσταση, την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς του κατηγορουμένου και του αποτελέσματος που επήλθε, τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε γι'αυτά, χωρίς να είναι αναγκαία η χωριστή αναφορά σ'αυτές και η εξειδίκευση του τι από κάθε μία από αυτές προκύπτει, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 28, 314 και 315 του Π.Κ. που εφάρμοσε. Κατ' ακολουθίαν τούτων, ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ. λόγος της από 1.8.2008 δήλωσης αναίρεσης, κατά το δεύτερο μέρος του, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
ΙΙΙ. Επειδή, η εξέταση στο ακροατήριο μάρτυρα, που δεν γνωστοποιήθηκε στο ακροατήριο κατά το άρθρο 326 Κ.Π.Δ., δημιουργεί σχετική ακυρότητα, η οποία όμως καλύπτεται αν δεν προταθεί εγκαίρως, σύμφωνα με τα άρθρα 173 παρ. 1 και 174 παρ. 1 Κ.Π.Δ. Επομένως, ο τρίτος λόγος της από 11.9.2008 δήλωσης αναίρεσης, με τον οποίο ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος προβάλλει την αιτίαση ότι ακύρως εξετάσθηκε στο ακροατήριο μάρτυρας του μηνυτή - πολιτικώς ενάγοντος, που δεν γνωστοποιήθηκε, πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμος, γιατί, από τα πρακτικά της δίκης, δεν προκύπτει ότι αυτός (αναιρεσείων) εναντιώθηκε, ενώπιον του δικαστηρίου, στην εξέταση του παραπάνω μάρτυρα.
IV. Aπό τις διατάξεις των άρθρων 500, 502 παρ. 2 και 486 παρ. 1 εδ. γ' του Κ.Π.Δ. προκύπτει ότι, σε περίπτωση αθωώσεως του κατηγορουμένου και ασκήσεως εφέσεως από τον Εισαγγελέα, αυτός που νομίμως παρέστη ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον του Πλημμελειοδικείου που δίκασε σε πρώτο βαθμό, δικαιούται να παρασταθεί με την αυτή ιδιότητα και στην κατ' έφεση δίκη, αλλά μόνο προς υποστήριξη της κατηγορίας και της ενοχής του κατηγορουμένου από την οποία απορρέουν οι πολιτικές απαιτήσεις του, την επιδίωξη των οποίων όμως δεν μπορεί να επιδιώξει στο Εφετείο. Τούτο δε διότι, η έφεση του Εισαγγελέα προσβάλλει το ποινικό μέρος της υποθέσεως, ως προς το οποίο μόνο μεταβιβάζεται η υπόθεση στο Εφετείο. Εάν, παρά ταύτα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο προβεί στην επιδίκαση της απαιτήσεως του πολιτικώς ενάγοντος, υπερβαίνει την εξουσία του και η απόφασή του καθίσταται αναιρετέα, σύμφωνα με το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του Κ.Π.Δ., πλην η παραδοχή του λόγου αυτού δεν επάγεται την αναίρεση της αποφάσεως ως προς όλες τις διατάξεις της, δηλαδή στο σύνολό της, αφού ο πολιτικώς ενάγων νομίμως μετέσχε στη δίκη μέχρι την κήρυξη της ενοχής και προς υποστήριξη αυτής, αλλά μόνο ως προς τη διάταξή της περί επιδικάσεως "χρηματικής ικανοποιήσεως", γι' αυτό και ο Άρειος Πάγος, δεδομένου ότι δεν συντρέχει περίπτωση παραπομπής της υποθέσεως προς νέα συζήτηση, αναιρώντας εν μέρει την απόφαση, διατάσσει την απάλειψη της διάταξης αυτής.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό με την υπ' αρ. 20125/2007 πρωτόδικη απόφαση, το Εφετείο που την εξέδωσε, καίτοι επιλήφθηκε της υποθέσεως συνεπεία εφέσεως του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών κατά της ανωτέρω αθωωτικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, επιδίκασε στον νομίμως παραστάντα πολιτικώς ενάγοντα χρηματική ικανοποίηση σαράντα τεσσάρων (44) Ευρώ για ηθική βλάβη, την οποία αυτός υπέστη από την αξιόποινη πράξη του αναιρεσείοντος. Έτσι, όμως, το Εφετείο, χωρίς να υπάρχει κακή παράσταση της πολιτικής αγωγής, υπερέβη την εξουσία του με το να επιδικάσει την εν λόγω χρηματική απαίτηση και γι' αυτό, κατά μερική παραδοχή του δεύτερου λόγου της από 11.09.2008 αίτησης αναίρεσης, θα πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, εν μέρει, ήτοι μόνο κατά την περί επιδικάσεως "χρηματικής ικανοποιήσεως" διάταξή της, της οποίας θα διαταχθεί η απάλειψη, δεδομένου ότι δεν συντρέχει περίπτωση παραπομπής της υποθέσεως προς νέα συζήτηση. Οι πρώτος λόγος, κατά το πρώτο μέρος του, της από 1.8.2008 αίτησης αναίρεσης και ο δεύτερος λόγος της από 11.9.2008 ομοίας, σύμφωνα με τους οποίους επήλθε απόλυτη ακυρότητα από την παράσταση, το πρώτον, της πολιτικής αγωγής στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο και συνακόλουθα και από την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως στον πολιτικώς ενάγοντα, είναι ως αβάσιμοι και απορριπτέοι, για τους εξής λόγους. Πρώτον, διότι, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της υπ' αρ. 20.125/2007 αθωωτικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, ο Ψ νομίμως παραστάθηκε ως πολιτικώς ενάγων κατά την πρωτόδικη εκδίκαση της εναντίον του αναιρεσείοντος αποδιδόμενης κατηγορίας και συνεπώς, όπως άλλωστε επισημάνθηκε, νομίμως παραστάθηκε και ενώπιον του εκδόσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Εφετείου Αθηνών και όχι, όπως αβασίμως υποστηρίζεται, για πρώτη φορά στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Το γεγονός ότι, στο πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέστη ως πολιτικώς ενάγων για την υποστήριξη της κατηγορίας, διότι ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ήταν δημόσιος υπάλληλος, ως ιατρός του Εθνικού Συστήματος Υγείας, μη ευθυνόμενος αστικώς έναντι του Ψ, ο οποίος ζημιώθηκε αμέσως από την παράνομη πράξη, για την οποία και καταδικάστηκε, δεν διαφοροποιεί τα πράγματα, αφού στην έννοια της παράστασης του πολιτικώς ενάγοντος, περιλαμβάνεται και η υπεράσπιση της εναντίον του ζημιώσαντος κατηγορίας. Δεύτερον, διότι, όπως επισημάνθηκε, η εκδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνιστά υπέρβαση εξουσίας, η οποία έχει ως συνέπεια την μερική αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν επιφέρει απόλυτη ακυρότητα, η οποία έχει ως συνέπεια την ολική αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί, εν μέρει, την υπ' αρ. 4064/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών, ως προς τη διάταξή της περί επιδίκασης χρηματικής ικανοποιήσεως, λόγω ηθικής βλάβης, στον πολιτικώς ενάγοντα Ψ, ύψους σαράντα τεσσάρων (44) Ευρώ.
Διατάσσει την απάλειψη της ως άνω διάταξης.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Οκτωβρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 2 Δεκεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ