Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1224 / 2015    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Καθυστέρηση καταβολής αποδοχών εργαζομένου.




Περίληψη:
Βάσιμος ο εκ του 510 παρ.1 Η ΚΠΔ λόγος αναίρεσης υπέρβασης εξουσίας. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατέστησε χειρότερη τη θέση του εκκαλούντος κατηγορουμένου, γιατί τον καταδίκασε για έγκλημα βαρύτερο, από εκείνο για το οποίο καταδικάστηκε αυτός πρωτοδίκως και επομένως, ανεξάρτητα του ότι επέβαλε την ίδια ακριβώς ποινή, υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπερβάσεως εξουσίας, γιατί άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος και με ενοχή μη καταβολής σε εργαζόμενο πολύ μεγαλύτερου ποσού δεδουλευμένων αποδοχών, από ό,τι στον πρώτο βαθμό, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 79 του ΠΚ, το Δικαστήριο την για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος, θα επηρασθεί πολύ από το ύψος των καθυστερούμεων αποδοχών.





Αριθμός 1224/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Μπουρνάκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Βασίλειο Καπελούζο, Πάνο Πετρόπουλο και Δημήτριο Γεώργα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Κ. Τ. του Ε., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Ζαφειρόπουλο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 34130/2014 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Ιανουαρίου 2015 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 133/2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου μόνου παρ. 1 του α.ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995, τιμωρείται με τις αναφερόμενες σ’ αυτό ποινές, κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενος σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή έθιμο, είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3198/1955, συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το προβλεπόμενο από αυτή ως άνω πλημμέλημα τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παραλείψεως, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ’ αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται είτε από τη σύμβαση είτε από το νομό ή το έθιμο, είτε από τις διοικητικές πράξεις. Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 470 εδ. α’ του ΚΠΔ, με την οποία ορίζεται ότι στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσον εναντίον καταδικαστικής απόφασης από εκείνον που καταδικάστηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται, σε συνδυασμό με το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ίδιου Κώδικα, που προβλέπει ως λόγο αναιρέσεως την υπέρβαση εξουσίας, σαφώς συνάγεται ότι τέτοια υπέρβαση υπάρχει και όταν επί εφέσεως του καταδικασθέντος πρωτοδίκως, το Εφετείο καταδίκασε τον εκκαλούντα για έγκλημα βαρύτερο εκείνου για το οποίο είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως, έστω και αν επέβαλε την ίδια ή ακόμη και μικρότερη ποινή από την επιβληθείσα πρωτοδίκως. Είναι δε βαρύτερο το έγκλημα και επηρεάζεται σαφώς η επιβλητέα κατ’ άρθρο 79 ΠΚ ποινή και όταν, επί παράβασης του άρθρου μόνου παρ. 1 του α.ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995, ο κατηγορούμενος ενώ στον πρώτο βαθμό έχει καταδικασθεί για μη καταβολή σε εργαζόμενο αυτού δεδουλευμένων αποδοχών ορισμένου ύψους ποσού και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, που επιλαμβάνεται μετά από έφεση του καταδικασθέντος κατηγορουμένου, κηρύσσει ένοχο τον εκκαλούντα κατηγορούμενο για μη καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών ποσού πολύ μεγαλύτερου εκείνου που κατηγορείται και καταδικάστηκε στον πρώτο βαθμό.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αρ. 34130/2014 απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, ως νόμιμο εκπρόσωπο επιχείρησης ΑΕ, μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών, κατ’ εξακολούθηση, στον εργαζόμενο νυχτοφύλακα Σ. Ν. και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, ανασταλείσα, και σε χρηματική ποινή τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.
Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "Ο κατηγορούμενος είναι νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας "...’ S ΑΕ" που εδρεύει στον ... Αττικής και διαθέτει διάφορα καταστήματα στην Ελλάδα. Στην προκειμένη περίπτωση στο κατάστημα της ..., όπου υπεύθυνος λειτουργίας και διευθυντής είναι ο Ν. Φ., ο κατηγορούμενος προσέλαβε τέλη του 2003 τον Σ. Ν., προκειμένου να εργαστεί ως νυχτοφύλακας εξωτερικού χώρου από τις δέκα το βράδυ έως τις έξι το πρωί. Ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι ο εν λόγω εργαζόμενος απασχολούνταν μερικώς και όχι με πλήρες ωράριο, από κανένα στοιχείο δεν αποδείχτηκε, άλλωστε οι ανάγκες φύλαξης της συγκεκριμένης επιχείρησης ήταν διαρκείς. Ούτε αποδείχτηκε ότι ο εργαζόμενος παρείχε ανεξάρτητες υπηρεσίες, αφού ο κατηγορούμενος καθόριζε τον τρόπο, τον τόπο και τον χρόνο παροχής της εργασίας του.
Συνεπώς, ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχτεί ένοχος του ότι: με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης με την επωνυμία "...S’ ΑΕ", αν και απασχόλησε στην επιχείρηση αυτή τον Σ. Ν. ως νυχτοφύλακα, από 1-1-2007 μέχρι 18-3-2010, δεν κατέβαλε μέχρι και της 15-6-2010 το χρηματικό ποσό των 108.732,49 ευρώ συνολικά, που αφορά 35.040,00 ευρώ σε δεδουλευμένες αποδοχές, 18.069,99 ευρώ, ως αμοιβή νυχτερινής εργασίας, 23.761,00 ευρώ, ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Σαββάτου και 31.861,50 ευρώ , ως δεδουλευμένες αποδοχές Κυριακής, αν και του τα όφειλε, συνεπεία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας που είχαν μεταξύ τους καταρτίσει".
Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, κήρυξε τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο ένοχο του ότι: "Στο ... Αττικής κατά το χρονικό διάστημα από 1-12-2010 έως 18-3-2010με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος. Με πρόθεση, παρέβηκε τις διατάξεις του άρθρου μόνο του Α.Ν. 690/1945 κατά τις οποίες "Κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας είτε από το νόμο ή έθιμο είτε σύμφωνα, με το άρθρο 10 του Ν. 3198/1995, συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερομένων ή των οργάνων του Υπουργείου Εργασίας ή των οργάνων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που είναι εντεταλμένα για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας ή της οικείας Αστυνομικής Αρχής ή της οικείας επαγγελματικής οργάνωσης των εργαζομένων, με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μήνες και χρηματική ποινή, της οποίας το ποσό δεν μπορεί να ορίζεται κάτω του 25% ούτε πάνω του 50% του καθυστερούμενου χρηματικού ποσού, για την εξεύρεση του οποίου οι τυχόν σε είδος οφειλόμενες αποδοχές πρέπει να αποτιμώνται, με τη σχετική απόφαση, σε χρήμα. Η εκδίκαση των παραπάνω υποθέσεων γίνεται με τη διαδικασία του αυτοφώρου, όπως προβλέπεται από τα άρθρα 417 επ. του Κ.Π.Δ.". Συγκεκριμένα με την ιδιότητα του υπευθύνου νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης ...S ΑΕ εστιατόρια επί της οδού ... και ... τον Ν. Σ. ως νυχτοφύλακα από 1-1-2007 μέχρι 18-3-2010 δεν κατέλαβε μέχρι και της 15-6-2010 το χρηματικό ποσό των 108.732, 49 ευρώ συνολικά που αφορά 35.040,00 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές 18.069,99 ευρώ ως αμοιβή νυχτερινής εργασίας 23.761,00 ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Σαββάτου 31.861,50 ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Κυριακής αν και του τα ώφειλε, συνέπεια της σύμβασης και της σχέσης εργασίας ως αποδοχές τις προαναφερθείσας κατηγορίας".
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για τη βασιμότητα ή μη προβαλλόμενου αναιρετικού λόγου, προκύπτει ότι κατά του ήδη αναιρεσείοντος Κ. Τ. ασκήθηκε ποινική δίωξη για την πράξη της παράβασης του άρθρου μόνου παρ. 1 του α.ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995 κατ’ εξακολούθηση, ήτοι της μη καταβολής μέχρι 15-6-2010, δεδουλευμένων αποδοχών ορισμένου ποσού, για το χρόνο απασχόλησης εργαζομένου νυχτοφύλακα από 1-1-2007 μέχρι 18-3-2010 Ακολούθως, με την με αριθ. 11600//2014 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για την ανωτέρω αξιόποινη πράξη σε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και συγκεκριμένα για μη καταβολή στον εργαζόμενο νυχτοφύλακα της ανώνυμης εταιρείας που εκπροσωπούσε ο κατηγορούμενος δεδουλευμένων αποδοχών συνολικού ποσού 74.363,71 ευρώ, που αφορά 31.941,47 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές, 15.297,09 ευρώ ως αμοιβή νυχτερινής εργασίας, 7.286,75 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές Σαββάτου και 19.838,40 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Κυριακής, ήτοι ποσών μικρότερων εκείνων που κατηγορήθηκε, λόγω εσφαλμένου υπολογισμού των οφειλομένων ποσών και ο αναιρεσείων άσκησε έφεση.
Επί της εφέσεως του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με αριθ. 34130/2014 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάστηκε για την ίδια ως άνω αξιόποινη πράξη της παράβασης του άρθρου μόνου παρ. 1 του α.ν. 690/1945 κατ’ εξακολούθηση και επέβαλε σ’ αυτόν την ίδια ως παραπάνω ποινή φυλακίσεως και χρηματική ποινή, πλην κατά τα παραπάνω δέχθηκε και κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για μη καταβολή στον ίδιο νυχτοφύλακα εργαζόμενο της εταιρείας πολύ μεγαλύτερων ποσών δεδουλευμένων αποδοχών, από τα ποσά εκείνα που καταδικάστηκε στον πρώτο βαθμό και δη για το ότι δεν κατέβαλε η ΑΕ που νόμιμα εκπροσωπούσε ο εκκαλών κατηγορούμενος στον ίδιο νυχτοφύλακα μέχρι και της 15-6-2010, για το ίδιο χρονικό διάστημα από 1-1-2007 μέχρι 18-3-2010 το συνολικό χρηματικό ποσό των 108.732,49 ευρώ, που αφορά 35.040,00 ευρώ σε δεδουλευμένες αποδοχές, 18.069,99 ευρώ ως αμοιβή νυχτερινής εργασίας, 23.761,00 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Σαββάτου και 31.861,50 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές Κυριακής, αντί συνολικού ποσού μη καταβληθεισών δεδουλευμένων αποδοχών 74.363,71 ευρώ, που καταδικάστηκε στον πρώτο βαθμό.
Έτσι, όμως, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατέστησε χειρότερη τη θέση του εκκαλούντος κατηγορουμένου, γιατί τον καταδίκασε για έγκλημα βαρύτερο, κατά την προαναφερθείσα έννοια, από εκείνο για το οποίο καταδικάστηκε αυτός στον πρώτο βαθμό και επομένως, ανεξάρτητα του ότι επέβαλε την ίδια ακριβώς ποινή, υπέπεσε στην πλημμέλεια της υπερβάσεως εξουσίας, γιατί άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος και με ενοχή μη καταβολής πολύ μεγαλύτερου ποσού δεδουλευμένων αποδοχών, από ό,τι στον πρώτο βαθμό, σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 79 του ΠΚ, το Δικαστήριο για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος, θα επηρεασθεί πολύ από το συγκεκριμένο ύψος των πράγματι μη καταβληθέντων και καθυστερούμενων δεδουλευμένων αποδοχών κατά την επιμέτρηση της ποινής που θα επιβάλει.
Συνεπώς, είναι βάσιμος ο σχετικός πρώτος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του ΚΠΔ. Εδώ, λεκτέον ότι, αφού η υπόθεση εκδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό στις 23-9-2014, δεν τίθεται ζήτημα παραγραφής καμιάς από τις επί μέρους πράξεις, αφού από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως (23.3.2011) δεν είχε παρέλθει οκταετία (5+3 και είναι ζήτημα ουσίας, πότε έπρεπε να καταβληθεί κάθε επί μέρους οφειλόμενο ποσό, πράγμα που θα διερευνήσει το Δικαστήριο της ουσίας.
Μετά από αυτά και ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της για να ερευνηθεί η όλη υπόθεση και προσδιορισθεί αναλυτικά εκ νέου το ποσό των τυχόν οφειλόμενων δεδουλευμένων αποδοχών, με την επιφύλαξη τυχόν μεσολαβούσης παραγραφής και με δέσμευση, εκ του άρθρου 470 ΚΠΔ, του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που θα επανασυζητήσει την υπόθεση, ως προς τα μη καταβληθέντα ποσά οφειλών, όπως προσδιορίστηκαν στον πρώτο βαθμό, δεδουλευμένων αποδοχών συνολικού ποσού 74.363,71 ευρώ, που αφορά 31.941,47 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές, 15.297,09 ευρώ ως αμοιβή νυχτερινής εργασίας, 7.286,75 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές Σαββάτου και 19.838,40 ευρώ ως δεδουλευμένες αποδοχές ημέρας Κυριακής, και περαιτέρω πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 του ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την με αριθ. 34130/2014 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Νοεμβρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Δεκεμβρίου 2015.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή