Θέμα
Παραγραφή αξιώσεων.
Περίληψη:
Λόγοι αναίρεσης: από 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ
Απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Από 20 άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ.: Μετά από ερμηνεία των συμβάσεων. Ορθή ανάγνωση
των επίμαχων συμβολαίων. Απορρίπτεται ως απαράδεκτος.
Αριθμός 1727/2012
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Οκτωβρίου 2012, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Μ. χας Λ. Σ., το γένος Ε. Π., 2) Α. Σ. του Λ. και 3) Ι. Σ. του Λ., κατοίκων ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αριστείδη Κοντοάγγελο.
Του αναιρεσίβλητου: Α. Σ. του Ι., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Βερώνη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12/12/1994 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Νάξου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 9/1996 του ίδιου Δικαστηρίου, 397/1997 μη οριστική και 224/1999 οριστική του Εφετείου Αιγαίου. Κατά της ανωτέρω εφετειακής απόφασης ασκήθηκε αίτηση αναίρεσης και πρόσθετοι λόγοι και εκδόθηκε η 604/2004 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την 224/1999 απόφαση του Εφετείου Αιγαίου και παρέπεμψε την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο ως άνω Εφετείο. Το Εφετείο Αιγαίου εξέδωσε την 397/1997 προδικαστική και την 17/2007 οριστική απόφαση. Κατά της τελευταίας ασκήθηκε αίτηση αναίρεσης και εκδόθηκε η 955/2008 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αναίρεσε την 17/2007 απόφαση του Εφετείου Αιγαίου και παρέπεμψε την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο ως άνω Εφετείο. Εκδόθηκε η 261/2010 απόφαση του Εφετείου Αιγαίου, της αναίρεση της οποία ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 24/3/2011 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 10/10/2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης από 24/3/2011 αίτησης για αναίρεση της 261/2010 απόφασης του Εφετείου Αιγαίου.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου τους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά το άρθρ. 559 αριθ.1 Κ.Πολ.Δ. αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Οι γενικοί ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 ΑΚ, εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση που το δικαστήριο της ουσίας, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, διαπιστώνει ότι υφίσταται κενό στη σύμβαση ή ότι γεννιέται αμφιβολία για την έννοια των δηλώσεων βουλήσεως. Παραβιάζονται δε οι κανόνες αυτοί όταν το δικαστήριο, παρά τη διαπίστωση, έστω και έμμεσα, κενού ή αμφιβολίας σχετικά με την έννοια της δηλώσεως βουλήσεως, παραλείπει να προσφύγει σ' αυτούς, για τη διαπίστωση της αληθινής έννοιας των δηλώσεων ή να παραθέσει στην απόφαση του τα πραγματικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει η εφαρμογή τους ή προβαίνει σε κακή εφαρμογή τους. Περαιτέρω κατά τον αριθ. 19 του αρθ. 559 Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Έλλειψη δε ή ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα της αιτιολογίας, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής υπάρχει όταν στο αιτιολογικό, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και έτσι δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε (ΟλΑΠ 26/2004).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχτηκε τα εξής: Οι ενάγοντες είναι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του Λ. Σ. του Ι., ο οποίος απεβίωσε χωρίς διαθήκη στις 19/9/1984 και αποδέχτηκαν την επαχθείσα σ 'αυτούς κληρονομιά του συζύγου και πατέρα τους αντιστοίχως κατά τα αναλογούντα ποσοστά (2/8, 3/8 και 3/8) με την υπ' αριθμ. .../1990 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Νάξου Μαρίας Πρασίνου, η οποία έχει νομίμως μεταγραφεί. Ο άνω δικαιοπάροχος των εναγόντων Λ. Σ. ήταν κύριος ενός αγροτικού ακινήτου, που βρίσκεται στη θέση "Κατσάγρα" της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Νάξου, το οποίο απέκτησε με γονική παροχή από τον πατέρα του Ι. Σ. δυνάμει του υπ' αριθμ. .../12-4-1983 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Νάξου Στυλιανού Βλησίδη, το οποίο έχει μεταγραφεί νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Νάξου. Ειδικότερα, με το εν λόγω συμβόλαιο γονικής παροχής ο Ι. Σ. μεταβίβασε προς το γιο του Λ. Σ., μεταξύ των άλλων ακινήτων και "το βόρειον ήμισυ (1/2) ενός ολοκλήρου αγρού καλουμένου καυκάρα κειμένου εις θέσιν Κατσάγρα της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου Νάξου και συγκεκριμένως ολόκληρον την προς βορράν σκάλαν, του όλου κτήματος εκτάσεως οκτώ (8) στρεμμάτων, του παραχωρουμένου δε σήμερον εκτάσεως τεσσάρων (4) στρεμμάτων ... συνορευόμενον το αγροτεμάχιον τούτο το παραχωρούμενον σήμερον βορείως με δημόσιον δρόμον, νοτίως με ιδιοκτησίαν Α. Σ., ανατολικώς με ιδιοκτησίαν Σ. Μ. και δυτικώς με ιδιοκτησίαν κληρονόμων Β. Κ. ...". Το ίδιο αγροτεμάχιο με την ίδια ακριβώς περιγραφή κατά θέση, έκταση και όρια, ο Ι. Σ. είχε παραχωρήσει στο δικαιοπάροχο των εναγόντων Λ. Σ. και με το υπ' αριθμ. .../1974 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Νάξου Εμμανουήλ ΒιλΑ. με δωρεά αιτία θανάτου, μεταβίβαση την οποία επανέλαβε αργότερα με το προμνησθέν συμβόλαιο λόγω γονικής παροχής, καθώς ο Λ. Σ. εν τω μεταξύ ασθένησε από καρκίνο και ήταν βέβαιη η από το δωρητή πατέρα του προαποβίωσή του. Το ανωτέρω μεταβιβασθέν στο Λ. Σ. ακίνητο αποτελεί τμήμα μείζονος αγρού, που ολόκληρος ανήκε στο δικαιοπάροχο πατέρα του Ι. Σ., συνολικής έκτασης 10.908 τ.μ. κατά την ακριβή καταμέτρηση του πραγματογνώμονα μηχανικού Λ. Ε., ο οποίος (αγρός) από παλιά διαχωριζόταν σε τρία τμήματα οριοθετημένα με φράκτη από καλαμιώνες, οι οποίοι χρησίμευαν και ως απανεμιά και συγκεκριμένα το νοτιότερο τμήμα, εμβαδού 4.500 τ.μ. και το βόρειο, το οποίο όλο έχει πραγματική έκταση 6.408 τ.μ. και υψομετρική διαφορά από τον υπόλοιπο νότιο αγρό περί τα 80 εκ. Στο μέσον του βορείου αυτού τεμαχίου υπάρχει κατά μήκος σε ευθεία γραμμή καλαμιώνας, ο οποίος το διαχωρίζει κατά την τοπική έκφραση στην προς βορράν και προς νότον σκάλα. Από το μείζονα αγρό του ο Ι. Σ. προτιθέμενος να μεταβιβάσει συγκεκριμένο τμήμα του σε καθένα από τα τρία τέκνα του Λ. (δικαιοπάροχο των εναγόντων), Α. (εναγόμενο) και Γ. Σ., προέβη σε σύσταση δωρεάς εν ζωή προς -τον εναγόμενο γιο του Α. δυνάμει του υπ' αριθμ. .../16-4-1979 δωρητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Νάξου Εμμανουήλ Βιλαντώνη, νομίμως μεταγραφέντος στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Νάξου, προς τον οποίο μεταβίβασε κατά λέξη " εξ ενός αγρού του καλουμένου ΚΑΥΚΑΡΙΑ κειμένου εις θέσιν Κατσάγρα της πόλεως του Δήμου Νάξου, συνολικής εκτάσεως τεσσάρων (4) στρεμμάτων, το ήμισυ τμήμα αυτού, ήτοι το νότιον τμήμα εκ του αγρού, εκτάσεως τούτου δύο (2) στρεμμάτων συνορευομένου του δωρουμένου τμήματος βορείως με Λ. Σ. , νοτίως με δωρητήν, ανατολικώς με Α. Μ. και δυτικώς με Β. και Κ. Κ. ..." και ακολούθως μεταβίβασε με γονική παροχή δυνάμει του υπ' αριθμ. .../8-4-1983 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Νάξου Στυλιανού Βλησίδη προς το γιο του Γεώργιο ολόκληρο το νότιο τμήμα του αγρού του, το οποίο λόγω της υψομετρικής διαφοράς που είχε με το υπόλοιπο βόρειο τμήμα το αντιμετώπιζε ως ξεχωριστό κτήμα, εκτάσεως 41/2 στρεμμάτων, συνορευόμενο βορείως με ιδιοκτησία Α. Σ., ανατολικώς με δημόσιο δρόμο, νοτίως με ιδιοκτησία Β. Σ. και δυτικώς με ιδιοκτησία Μ. Σ., ενώ όπως προαναφέρθηκε με το υπ' αριθμ. .../12-4-1983 συμβόλαιο γονικής παροχής παραχώρησε στον άλλο γιο του Λ. (δικαιοπάροχο των εναγόντων) το βόρειο ήμισυ του υπολοίπου αγρού (βόρεια σκάλα), ο οποίος (αγρός) εσφαλμένα αναγράφεται στα πιο πάνω υπ' αριθμ. .../1979 και .../1983 συμβόλαια δωρεάς και γονικής παροχής αντιστοίχως, στο πρώτο ως συνολικής έκτασης τεσσάρων (4) στρεμμάτων και στο δεύτερο ως συνολικής έκτασης οκτώ (8) στρεμμάτων. Έτσι, από το περιεχόμενο τους προκύπτει ασάφεια και αμφιβολία ως προς το εμβαδόν του αγρού που μεταβιβάστηκε στον Α. Σ. και αυτού που μεταβιβάστηκε στο Λ. Σ. σε σχέση με την όλη έκταση που απέμεινε μετά τη μεταβίβαση των 4.500 τ.μ. στο Γ. Σ., η οποία έχει πραγματικό εμβαδόν 6.408 τ.μ., με συνέπεια οι δηλώσεις των συμβαλλομένων στις παραπάνω συμβάσεις δωρεάς και γονικής παροχής να χρήζουν ερμηνείας και συνακόλουθα ανάγκη προσφυγής στους ερμηνευτικούς κανόνες των δικαιοπραξιών (αρθρ. 173, 200 ΑΚ). Ο όλος αγρός του κοινού δικαιοπαρόχου των διαδίκων (απωτέρου των εναγόντων και αμέσου του εναγομένου) Ι. Σ., όπως προαναφέρθηκε, ήταν χωρισμένος σε τρία τεμάχια με καλαμιώνες, μεταξύ δε του τμήματος (βόρεια σκάλα), που έλαβε ο Λ. Σ. και του μεσαίου (νότια σκάλα), που έλαβε ο Α. Σ., συνολικής έκτασης και των δύο αυτών τμημάτων 6.408 τ.μ., ο υπάρχων καλαμιώνας τα διαχώριζε σε δύο ίσα μέρη και όταν στους προαναφερόμενους τίτλους ιδιοκτησίας του Λ. Σ. και του Α. Σ. αναφέρεται ότι παραχωρείται το ήμισυ του όλου αγρού, ανεξαρτήτως του διαφορετικού εμβαδού που αναγράφεται στα συμβόλαια τους, η αληθής βούληση των συμβαλλομένων στις επίμαχες μεταβιβάσεις, ερμηνευόμενες σύμφωνα με την καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, ήταν το ήμισυ του υπάρχοντος προς βορράν αγρού, δηλαδή έκταση 3204 τ.μ., να περιέλθει στον Α. και το άλλο ήμισυ (3204 τ.μ.) να περιέλθει στο Λ., ερμηνεία η οποία συνάδει με το σκοπό που απέβλεψαν τα μέρη και τη φύση των συμβάσεων που είχαν αντικείμενο περιουσιακή παροχή γονέα προς τα τέκνα του χωρίς αντάλλαγμα. Η άποψη ότι κατά την αληθή βούληση των συμβαλλομένων αντικείμενο κάθε μεταβίβασης (δωρεάς και σύστασης γονικής παροχής) από τον πατέρα Ι. Σ. προς τους γιους του Α. και Λ. ήταν το ήμισυ του υπάρχοντος προς βορράν αγρού ενισχύεται και από την περιεχόμενη στην υπ' αριθμ. .../1988 ένορκη βεβαίωση κατάθεση του ίδιου του δικαιοπαρόχου Ι. Σ., η οποία δόθηκε με αφορμή άλλη προηγούμενη δίκη ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των αυτών διαδίκων και στην οποία κατά λέξη αναφέρει ότι "το κτήμα Καυκάρι στη θέση Κατσάγρα το έκοψα σε τρία τεμάχια από τα οποία το βόρειο το έδωσα στο γιο μου Λ. το μεσαίο, στο γιο μου Α. και το νότιο στο γιο μου Γ.. Τα τρία αυτά τεμάχια χωρίζονται μεταξύ τους με διαχωριστικούς καλαμιώνες ...", και δεν συνάγεται αντίθετο συμπέρασμα ούτε από το υπ' αριθμ. .../1974 συμβόλαιο δωρεάς αιτία θανάτου, ιδίου περιεχόμενου με το υπ' αριθμ. .../1983 συμβόλαιο γονικής παροχής προς το Λ. Σ. και τις από 11/4/1983 και 16/4/1979 δηλώσεις φόρου γονικής παροχής και δωρεάς αντίστοιχα προς την εφορία Νάξου, οι οποίες συντάχθηκαν βάσει του περιεχομένου του συμβολαίου που αφορούν, καθώς μέχρι τότε δεν είχε γίνει ακριβής εμβαδομέτρηση από μηχανικό και σύνταξη τοπογραφικού διαγράμματος του όλου αγρού, ούτε από την από 6/10/1988 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων του εναγομένου ενώπιον του Ειρηνοδικείου Νάξου, στην οποία εκθέτει ότι το εμβαδόν τόσο του δικού του αγροκτήματος όσο και των εναγόντων αντιδίκων του είναι "περί τα 4 στρέμματα" και διαχωρίζονται με καλαμιώνα. Εξάλλου, από το έτος 1979, οπότε καταρτίστηκε η υπέρ αυτού σύμβαση δωρεάς εν ζωή, ο εναγόμενος Α. Σ. έλαβε στη νομή και κατοχή του το ήμισυ του κτήματος εκτεινόμενο από τον καλαμιώνα και νοτιότερα, μέρος του οποίου αποτελεί και το επίδικο τμήμα, εμβαδού 856,27 τ.μ., το οποίο φαίνεται με τα στοιχεία 1", 6, 5', 5", 1" στο από Ιουλίου 2000 τοπογραφικό διάγραμμα του πραγματογνώμονα μηχανικού Λ. Ε., όπου στο όριο ακριβώς και στην ίδια ευθεία με τον καλαμιώνα υπάρχει δικό του κτίσμα (αποθήκη) και το κτήμα του αυτό, συμπεριλαμβανομένης και της επίδικης έκτασης καλλιεργούσε με κηπευτικά, τα οποία πότιζε από το αρδευτικό πηγάδι που είχε ανοίξει μέσα στο επίδικο απ' όπου περνούσαν και τα γεωργικά μηχανήματα, τα οποία χρησιμοποιούσε για την παραγωγή των προϊόντων του κτήματος του, υπό τα βλέμματα του δικαιοπαρόχου πατέρα του και του αδελφού του Λ., δικαιοπαρόχου των εναγόντων, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από αυτούς. Με βάση όλα τα ανωτέρω, εφόσον αποδείχθηκε ότι η διαφιλονικούμενη έκταση αποτελεί τμήμα του περιελθόντος στον εναγόμενο Α. Σ. με το υπ' αριθμ. .../1979 συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή αγρού, τον οποίο ο εναγόμενος νεμήθηκε με διάνοια κυρίου, καλή πίστη και νόμιμο τίτλο από το έτος 1979, ασκώντας τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό του πράξεις νομής (καλλιέργεια, άρδευση από το πηγάδι, συλλογή καρπών) και κατέστη κύριος αυτού τόσο με παράγωγο, όσο και με πρωτότυπο τρόπο (τακτική χρησικτησία), ενώ οι ενάγοντες ουδέποτε απέκτησαν κυριότητα επί του επιδίκου τμήματος με την αποδοχή της κληρονομιάς του δικαιοπαρόχου τους Λ. Σ., ο οποίος δεν ήταν κύριος αυτού, ούτε ποτέ άσκησε πράξεις νομής μέχρι του χρόνου του θανάτου του, γνωρίζοντας ότι η επίδικη έκταση ανήκε στον εναγόμενο αδελφό του Α. Σ., η ένδικη διεκδικητική αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη, γενομένου δεκτού του ισχυρισμού του εναγομένου περί δικής του κυριότητας. Ακολούθως το Εφετείο, δεχόμενο την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση και απέρριψε την ένδικη διεκδικητική αγωγή των αναιρεσειόντων ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Με αυτά που δέχτηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παρεβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 173 και 200 Α.Κ., αφού ανέλεγκτα δέχτηκε την ύπαρξη κενού στις ως άνω δηλώσεις βούλησης στις οποίες και προέβη σε ερμηνεία και περιέλαβε πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή των διατάξεων αυτών και επομένως οι σχετικοί πρώτος και τρίτος λόγοι αναίρεσης από τους αριθ. 1 και 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. είναι αβάσιμοι. Οι περιεχόμενες στους ίδιους λόγους αιτιάσεις κατά το μέρος που πλήττουν την εκτίμηση των αποδείξεων είναι απαράδεκτες κατ' άρθρο 561 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.
Επειδή, σε περίπτωση που το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης στηρίζεται αυτοτελώς σε περισσότερες επάλληλες αιτιολογίες, με την αναίρεση δε δεν πλήττεται κάποια απ' αυτές ή δεν πλήττεται επιτυχώς, οι λόγοι αναίρεσης που προσβάλλουν τις λοιπές είναι αλυσιτελείς (ΟλΑΠ 25/2003). Ο δεύτερος επομένως λόγος της αίτησης από το άρθρο 559 αριθ. 1 Κ.Πολ.Δ. με τον οποίο προβάλλεται ότι το Εφετείο παρεβίασε τις διατάξεις των άρθρων 974 επ., 1508, 2032, 1041 και 1042 Α.Κ. με το να δεχτεί ότι ο αναιρεσίβλητος έγινε κύριος του επιδίκου ακινήτου και με τακτική χρησικτησία, ενώ τέτοια χρησικτησία δεν χωρούσε αφού ο εναγόμενος αναιρεσίβλητος ως δωρεοδόχος από δωρεά αιτία θανάτου δεν είχε την απόλαυση του αντικειμένου της δωρεάς και επομένως και τη νομή του επιδίκου όσο χρόνο ζούσε ο δωρητής, είναι αλυσιτελής, αφού η σκέψη αυτή της προσβαλλόμενης απόφασης είναι επικουρική, ενώ με την κύρια σκέψη, που αυτοτελώς στηρίζει το διατακτικό, έγινε δεκτό ότι ο αναιρεσίβλητος έγινε κύριος του επιδίκου ακινήτου με παράγωγο τρόπο, η δε αιτιολογία αυτή δεν προσβάλλεται επιτυχώς με λόγο αναίρεσης.
Επειδή, κατά την έννοια του εδαφίου 20 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου που δικαιολογεί την αναίρεση της σχετικής αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας, υπάρχει όταν το δικαστήριο αυτό δέχεται ως προκύπτοντα από το έγγραφο πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται πράγματι σ1 αυτό, και όχι αν αυτό, εφαρμόζοντας τη διάταξη του άρθρου 173 του ΑΚ, λόγω της ασάφειας του περιεχομένου του εγγράφου, ερμηνεύει τη διατυπωθείσα σε αυτό δήλωση βουλήσεως του διαδίκου κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνο που θεωρεί ορθό ο επικαλούμενος την παραμόρφωση του εγγράφου διάδικος. Επομένως οι περιεχόμενες στους πρώτο και τρίτο λόγους αιτιάσεις από τον αριθ. 20 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο των δηλώσεων βουλήσεων των περιεχομένων στις επίμαχες μεταβιβάσεις με τα .../1979 και .../1983 συμβόλαια δωρεάς αιτία θανάτου και γονικής παροχής αντίστοιχα, με το να δεχτεί ότι η επίδικη έκταση περιέχεται στο .../1979 ως άνω συμβόλαιο δωρεάς αιτία θανάτου είναι απαράδεκτες, αφού το Εφετείο μετά από ορθή ανάγνωση του περιεχομένου των ως άνω εγγράφων ερμήνευσε αυτά κατ' εφαρμογή των άρθρων 173 και 200 Α,Κ. και κατέληξε στο ως άνω πόρισμα του. Αφού απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου σε βάρος των ηττηθέντων αναιρεσειόντων (άρθρο 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 24-3-201 αίτηση των Μ. χας Λ. Σ. κλπ, για αναίρεση της 261/2010 απόφασης του Εφετείου Αιγαίου.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Νοεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2012.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ