Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Ποινή, Αναίρεση μερική, Ανήλικοι εγκληματίες, Σωματική βλάβη από αμέλεια, Κ.Ο.Κ..
Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για σωματική βλάβη από αμέλεια και παράβαση άρθρου 43 §§ 2 α και β 4 του Ν. 2696/1999 κατά δράστη, ο οποίος, κατά το χρόνο τελέσεως των πράξεων, ήταν ανήλικος, εισήχθη, όμως, σε δίκη μετά την ενηλικίωσή του. Έφεση Εισαγγελέα Εφετών ως προς το ύψος των ποινών που επιβλήθηκαν πρωτοδίκως. Από τις διατάξεις των άρθρων 474 § 1, 498, 151 και 153 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως είναι άκυρη και όταν σ' αυτή δεν αναφέρεται η χρονολογία της ασκήσεως, εκτός αν αυτή προκύπτει με βεβαιότητα από το όλο περιεχόμενο της εκθέσεως ή από άλλα έγγραφα συνημμένα σ' αυτή. Μόνο οι εφέσεις που ασκούνται από τον εισαγγελέα κατά αθωωτικών αποφάσεων πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά (άρθρο 486 § 3 ΚΠΔ) και όχι και αυτές που ασκούνται κατά καταδικαστικών ως προς το ύψος της ποινής. Απόρριψη λόγων αναιρέσεως για υπέρβαση εξουσίας. Έννοια διατάξεως άρθρου 130 § 1 ΠΚ. Ευχέρεια επιβολής στον κατά το χρόνο της εκδικάσεως ενηλικιωθέντα εγκληματία της προβλεπομένης από τον ποινικό νόμο για την πράξη ποινής μειωμένης κατά το άρθρο 83 ΠΚ αντί του περιορισμού αυτού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Αναίρεση ως προς διάταξη για ποινή λόγω μη εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως και μη επιβολής μειωμένης ποινής και παραπομπή.
Αριθμός 1156/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή, Ανδρέα Ξένο και Βασίλειο Φράγγο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 28 Απριλίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ευθυμία Λάππα, περί αναιρέσεως της 18-19/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ανηλίκων Πατρών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαράλαμπο Κομνηνάκη.
Το Τριμελές Εφετείο Ανηλίκων Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Δεκεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 50/10.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των παραπάνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 490§1 εδ. β ΚΠοινΔ, "ο εισαγγελέας εφετών μπορεί να προσβάλλει με έφεση κάθε καταδικαστική απόφαση των μονομελών και τριμελών πλημμελειοδικείων της περιφέρειας του εφετείου, είτε υπέρ είτε εναντίον εκείνου που καταδικάστηκε, μέσα σε δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης". Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 474 παρ. 1, 498, 151 και 153 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου είναι άκυρη, εκτός άλλων περιπτώσεων, και όταν σ` αυτή δεν αναφέρεται η χρονολογία της ασκήσεως, εκτός αν αυτή προκύπτει με βεβαιότητα από το όλο περιεχόμενο της εκθέσεως ή από άλλα έγγραφα συνημμένα σ` αυτή.
Συνεπώς, είναι άκυρη και απορριπτέα ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 476 του αυτού Κώδικα, η ασκηθείσα έφεση, όταν σ` αυτή ή τα συνημμένα σ` αυτή έγγραφα δεν αναφέρεται η ημερομηνία συντάξεως της εκθέσεως, δηλαδή της ασκήσεως της εφέσεως, και δεν προκύπτει αυτή από το όλο περιεχόμενό της Αν το δικαστήριο, παρά την παραπάνω έλλειψη, προχώρησε στην εκδίκαση της εφέσεως, άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος και η απόφασή του είναι αναιρετέα, για υπέρβαση εξουσίας, σύμφωνα με το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η` του ως άνω Κώδικα.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία ο Άρειος Πάγος επιτρεπτώς επισκοπεί για την έρευνα του οικείου λόγου αναιρέσεως, προκύπτει ότι με την υπ` αριθ. 64/15 - 10 - 2007 απόφαση του Μονομελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων Πύργου, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ... καταδικάσθηκε για σωματική βλάβη από αμέλεια του ... και για παράβαση του άρθρου 43§§2 α και β, 4 του ν. 2696/1999 σε συνολική ποινή φυλακίσεως 7 μηνών, ανασταλείσα. Κατά της αποφάσεως αυτής, άσκησε ο Αντεισαγγελέας Εφετών Πατρών την υπ` αριθ. 34/2007 έφεση, ως προς το ύψος των ποινών που επιβλήθηκαν. Επί της εφέσεως, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ` αριθ. 18 - 19/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ανηλίκων Πατρών, με την οποία ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος καταδικάσθηκε για τις ως άνω πράξεις σε συνολική ποινή φυλακίσεως 12 μηνών, ανασταλείσα. Στην έκθεση εφέσεως αναφέρεται ότι συντάχθηκε αυτή ημέρα Πέμπτη του έτους 2007, χωρίς να αναγράφεται η ακριβής ημερομηνία συντάξεως. Όμως, από το υπ` αριθ. πρωτ. 393/25.10.2007 συνημμένο διαβιβαστικό της Γραμματέως του Ειρηνοδικείου Πατρών ..., που συνέταξε την έκθεση εφέσεως, με το οποίο η έκθεση απεστάλη στο Γραμματέα του Μονομελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων Πύργου, προκύπτει ρητά ότι η έφεση ασκήθηκε στις 25.10.2007 και, επομένως, μέσα στη δεκαήμερη προθεσμία από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης αποφάσεως, που ορίζει η προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 490§1 εδ. β ΚΠοινΔ. Κατά συνέπειαν, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, η εν λόγω έφεση, αφού από το συνημμένο διαβιβαστικό προκύπτει με βεβαιότητα η ακριβής χρονολογία ασκήσεώς της, είναι έγκυρη και παραδεκτή. Ορθά, λοιπόν, με την αυτή αιτιολογία, το Τριμελές Εφετείο Ανηλίκων απέρριψε τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι η έφεση ήταν απαράδεκτη γιατί δεν προέκυπτε η ημερομηνία ασκήσεώς της και, ακολούθως, αν αυτή είχε ασκηθεί εμπροθέσμως και ο πρώτος, κατά τα υπ` αριθ. 1 και 2 σκέλη του, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Η, Α και Δ ΚΠοινΔ, λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα και δη ότι το Δικαστήριο, με το να μη απορρίψει την έφεση του Αντεισαγγελέα Εφετών, της οποίας δεν προέκυπτε η ημερομηνία ασκήσεως ούτε από την έκθεση ούτε από άλλο έγγραφο που να επαναλαμβάνεται στην έκθεση εφέσεως, ως απαράδεκτη, αλλά να προχωρήσει στην εκδίκασή της, υπερέβη θετικά την εξουσία του, δημιούργησε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, ενώ, επί πλέον, δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απορριπτική του κρίση σε σχέση με τα διαλαμβανόμενα στη διάταξη του άρθρου 153 ΚΠοινΔ, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Απαράδεκτος και απορριπτέος είναι ο αυτός λόγος και κατά το τρίτο, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Η ΚΠοινΔ, σκέλος του, με το οποίο ο αναιρεσείων μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση ότι καθ` υπέρβαση εξουσίας δέχθηκε τυπικά την έφεση του εισαγγελέα, ενώ θα έπρεπε να την είχε απορρίψει ως απαράδεκτη γιατί δεν ήταν ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, όπως απαιτείται από το άρθρο 2 παρ. 19 εδ. β' του ν. 2408/1996, με το οποίο προστέθηκε παρ. 3 στο άρθρο 486 ΚΠοινΔ. Όμως, η διάταξη αυτή, που ορίζει ότι "η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση (άρθρο 498), άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη", δεν έχει εφαρμογή επί όλων των ασκουμένων από τον εισαγγελέα εφέσεων, αλλά μόνον επί εκείνων που ασκούνται από αυτόν κατά αθωωτικών αποφάσεων, όπως τούτο συνάγεται και από τον τίτλο του ως άνω άρθρου 486 ΚΠΔ που ομιλεί για έφεση κατά αθωωτικής απόφασης. Στην προκείμενη δε περίπτωση, όπως αναφέρθηκε, η πρωτόδικη απόφαση του Μονομελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων Πύργου, κατά της οποίας άσκησε την υπ` αριθ. 34/2007 έφεσή του ο Αντεισαγγελέας Εφετών Πατρών, είναι καταδικαστική για τον αναιρεσείοντα και ο εν λόγω Αντεισαγγελέας προσέβαλε αυτήν με την άνω έφεσή του για το ύψος της επιβληθείσας ποινής, ισχυριζόμενος, παραδεκτώς και ορισμένως άλλωστε, ότι "από τον τρόπο που τελέσθηκαν οι αξιόποινες πράξεις και τη συμπεριφορά που επέδειξε ο κατηγορούμενος, τραυματίζοντας σοβαρά τον αλλοδαπό ... και ακολούθως αναχωρήσας από το σημείο του συμβάντος, χωρίς να δώσει την αναγκαία βοήθεια στον τραυματισμένο και να ενημερώσει την πλησιέστερη Αστυνομική Αρχή, οι ποινές που του επιβλήθηκαν έπρεπε να ήταν μεγαλύτερες και όχι αυτές που αναφέρονται παραπάνω".
Σύμφωνα με το άρθρο 130 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ισχύει, "αν ανήλικος που έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του τέλεσε αξιόποινη πράξη και εισάγεται σε δίκη μετά τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους, το δικαστήριο μπορεί, αντί για περιορισμό σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, να επιβάλει την ποινή που προβλέπεται για την πράξη που τελέστηκε, ελαττωμένη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83. Τούτο γίνεται αν το δικαστήριο κρίνει ότι, αν και ο ποινικός σωφρονισμός του ανηλίκου είναι αναγκαίος, δεν είναι όμως σκόπιμος ο περιορισμός του σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων". Με τη διάταξη αυτή, η οποία εφαρμόζεται αυτεπαγγέλτως και υποχρεωτικώς όταν ο δράστης, κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως, ήταν ανήλικος και εισάγεται σε δίκη μετά την ενηλικίωσή του, παρέχεται ευχέρεια στο δικαστήριο να επιβάλει στον κατά το χρόνο της εκδικάσεως ενηλικιωθέντα εγκληματία την προβλεπομένη από τον ποινικό νόμο για την πράξη ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 ΠΚ, αντί του περιορισμού αυτού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, εφόσον κρίνει ότι λόγω της ενηλικιώσεώς του δεν είναι σκόπιμη η επιβολή τέτοιου σωφρονιστικού μέτρου, χωρίς να είναι αυτό υποχρεωμένο να αιτιολογήσει ειδικά την απόφασή του αυτή επιβολής ποινής. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, κατά το χρόνο τελέσεως των πράξεων για τις οποίες καταδικάσθηκε (7.8.2003) είχε συμπληρώσει το 13ο έτος της ηλικίας του (ήταν 17 ετών), η υπόθεση δε εκδικάσθηκε, σε πρώτο βαθμό, στις 15.10.2007, μετά, δηλαδή, τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του. Το Δικαστήριο της ουσίας, λοιπόν, έπρεπε, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, εφαρμόζοντας, και μάλιστα αυτεπαγγέλτως, την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 130§1 ΠΚ, αν έκρινε ότι ο περιορισμός του κατηγορουμένου σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων δεν ήταν πλέον αναγκαίος, να επιβάλει ποινή ελαττωμένη, σε καμιά, όμως, περίπτωση δεν μπορούσε να επιβάλει τις προβλεπόμενες ποινές χωρίς να προβεί σε μείωσή τους κατ` άρθρο 83 του ίδιου Κώδικα. Παρά ταύτα, με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν εφήρμοσε την εν λόγω διάταξη και επέβαλε στον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο ποινή φυλακίσεως 10 μηνών για τη σωματική βλάβη από αμέλεια και 4 μηνών για την παράβαση του άρθρου 43§§2 α και β, 4 του ν. 2696/1999 (και συνολική 12 μηνών), χωρίς να προβεί στη μείωση των ποινών κατ` άρθρο 83 ΠΚ. Άλλωστε, οι ως άνω διατάξεις δεν μνημονεύονται καθόλου στην απόφαση. Επομένως, ο, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Ε ΚΠοινΔ, σχετικός λόγος της αιτήσεως είναι βάσιμος.
Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο ως προς τις διατάξεις της περί επιβολής ποινών και καθορισμού συνολικής ποινής και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠοινΔ), παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων της αιτήσεως, οι οποίες πλήττουν την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το κεφάλαιο για τις ποινές.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΙ εν μέρει, και δη ως προς τις διατάξεις της περί επιβολής ποινών και καθορισμού συνολικής ποινής, την υπ` αριθ. 18-19/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ανηλίκων Πατρών. Και ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 6 Ιουνίου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ