Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1267 / 2013    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Ανάκληση αναστολής ποινής.




Περίληψη:
Απόφαση, με την οποία ανακλήθηκε αναστολή ποινής, λόγω υπάρξεως προηγούμενης καταδίκης του αναιρεσείοντος, και, στη συνέχεια, η ποινή μετατράπηκε σε χρηματική, δεν υπόκειται σε αναίρεση. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη.




Αριθμός 1267/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μποροδήμου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 16 Οκτωβρίου 2013, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, Σ. Μ. του Χ., κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 198/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση της απόφασης αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαρτίου 2013 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 388/2013.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Μποροδήμος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μπόμπολη, με αριθμό 103/11-4-2013, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγοντας, ενώπιόν Σας, κατά τα άρθρα 513 § 1 εδ. α' και 476 § 1 του ΚΠΔ, την υπ' αριθμ. 1/21-3-2013 αίτηση αναιρέσεως του Σ. Μ. του Χ. και Τ., κατά της υπ' αριθμ. 198/12-2-2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης, εκθέτουμε τα εξής: -Από τη διάταξη του άρθρου 99 του ΠΚ,(ως ισχύει μετά την τροποποίηση με Ν. 3904/21-12-2010 και Ν. 4055/12) ορίζεται ότι: "1. Αν κάποιος που δεν έχει καταδικασθεί αμετακλήτως για κακούργημα ή πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη από το ένα έτος, με μία μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις που, οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικώς το ανωτέρω όριο, καταδικασθεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, το δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα και ανώτερο από τρία έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής κατά το άρθρο 82 είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων. Ο χρόνος αναστολής δεν μπορεί να είναι βραχύτερος από την διάρκεια της ποινής ...". -Επίσης από τη διάταξη του άρθρου 101§2 του ΠΚ ορίζεται ότι: "2. Αν κατά τη διάρκεια της αναστολής, καταστεί αμετάκλητη μία καταδίκη για κάποια από τις πράξεις αυτές που τελέστηκε πριν από τη δημοσίευση της απόφασης για την αναστολή, η αναστολή θεωρείται ότι δεν χορηγήθηκε' η ποινή που είχε ανασταλεί εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1, εκτός αν το δικαστήριο, απαγγέλλοντας τη νέα καταδίκη, ρητά διατάξει με την ίδια απόφαση να διατηρηθεί η αναστολή, λόγω της ελαφρός φύσης του πλημμελήματος για το οποίο απαγγέλθηκε η νέα καταδίκη ...". Εξάλλου, κατ' άρθρο 476 § 1 ΚΠΔ, ορίζεται ότι: "όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα, ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται ... ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος ρητά προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο, ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο), που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο ...". -
Στην προκείμενη περίπτωση, η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, στρέφεται κατά της υπ' αριθ. 198/12-2-2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης,, με την οποία ανακλήθηκε η χορηγηθείσα αναστολή εκτελέσεως της ποινής φυλάκισης 14 μηνών, που είχε επιβληθεί στον Μ. Σ. του Χ. με την υπ' αριθ. 1502/23-11-2010 του ίδιου Δικαστηρίου.-
Πλην όμως από καμιά διάταξη νόμου, δεν προβλέπεται, άσκηση αναιρέσεως κατά της ανωτέρω αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου. -Συνεπώς, εφ' όσον η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως στρέφεται κατά αποφάσεως που δεν υπόκειται σε αναίρεση, θα πρέπει να απορριφθεί αυτή, ως απαράδεκτη, να επιβληθούν δε τα εκ διακοσίων πενήντα (250)€ δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος (άρθ. 583 §1 ΚΠΔ, σε συνδ. με το αρθρ. 3 §3 του Ν. 773/1977 και την 123827/23-12-2010 Απόφαση Υπουργών Οικονομικών& Δικαιοσύνης).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Προτείνουμε: 1) να απορριφθεί ως απαράδεκτη η υπ' αριθ.: 1 / 21-3-2013 αίτηση αναιρέσεως του Σ. Μ. του Χ., κατά της υπ' αριθ. 198/12-2-2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης, και 2) να επιβληθούν τα εκ διακοσίων πενήντα (250) € δικαστικά έξοδα, σε βάρος του ως άνω αναιρεσείοντος. Αθήνα 11-4-2013. Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Μπόμπολης".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 463 εδ α' του ΚΠοινΔ, ένδικο μέσο μπορεί να ασκήσει μόνο εκείνος που ο νόμος του δίνει ρητά αυτό το δικαίωμα, ενώ κατά το άρθρο 476 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον αποφάσεως ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκησή του, καθώς και όταν έγινε νόμιμα παραίτηση από το ένδικο μέσο ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος ρητά προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της αποφάσεως ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο. Ο εισαγγελέας οφείλει να ειδοποιήσει το διάδικο που άσκησε το ένδικο μέσο ή τον αντίκλητό του για να προσέλθει στο συμβούλιο και εκθέσει τις απόψεις του είκοσι τέσσερις τουλάχιστον ώρες πριν την εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστήριο (συμβούλιο). Την ειδοποίηση ενεργεί ο γραμματέας της εισαγγελίας με οποιοδήποτε μέσο (και προφορικώς και τηλεφωνικώς) στην αναγραφόμενη στο ένδικο μέσο διεύθυνση και σημειώνει τούτο στο φάκελο της δικογραφίας. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 εδ α' του ΚΠοινΔ, "όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης, που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι μεταξύ των αποφάσεων που αναφέρονται σ' αυτή δεν διαλαμβάνεται και η απόφαση του δικαστηρίου με την οποία ανακαλείται η χορηγηθείσα στον κατηγορούμενο αναστολή εκτελέσεως της ποινής που του έχει επιβληθεί και στη συνέχεια γίνεται κατά το άρθρο 82 ΠΚ μετατροπή της ποινής αυτής.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο αναιρεσείων με την κρινόμενη με αριθ. εκθ. 1/21 Μαρτίου 2013 αίτησή του πλήττει την 198/2013 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης, με την οποία το Δικαστήριο, μετά από την παραδοχή αιτήσεως του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, ανακάλεσε την αναστολή για εκτέλεση της ποινής φυλακίσεως δεκατεσσάρων (14) μηνών που είχε επιβληθεί με την 1502/23.11.2010 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης και η εκτέλεση της οποίας είχε ανασταλεί επί τριετία, λόγω υπάρξεως προηγούμενης καταδίκης του αναιρεσείοντος, στη συνέχεια δε μετέτρεψε την ποινή εκείνη σε χρηματική. Η αναίρεση, σύμφωνα με όσα αναπτύσσονται παραπάνω, στρέφεται κατά αποφάσεως που δεν υπόκειται σε αναίρεση και, ως εκ τούτου , είναι απαράδεκτη. Κατ' ακολουθίαν και εφόσον έχει ειδοποιηθεί ο αντίκλητος δικηγόρος του αναιρεσείοντος, κατά την, επί του φακέλου της δικογραφίας, επισημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, η αναίρεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρα 476 παρ. 1, 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ' αριθ. εκθ. 1/21 Μαρτίου 2013 αίτηση του Σ. Μ. του Χ., για αναίρεση της 198/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2013. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή