Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2200 / 2014    (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αποδοχές μισθωτού.




Περίληψη:
Διαφορές αποδοχών για παροχή εργασίας (εφαρμογή μονώσεων) εν μέρει στη Ν/Ζ Πειραιώς και εν μέρει σε κτίρια, χωρίς η μία μορφή απασχόλησης να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως κυρία έναντι της άλλης. Αναιρετικοί λόγοι για αδίκαστο αίτημα και ανεπαρκή αιτιολογία (ΚΠολΔ 559 αρ.9 και 19). Αβάσιμοι.




Αριθμός 2200/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2 Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χριστόφορο Κοσμίδη, Δημήτριο Κόμη, Απόστολο Παπαγεωργίου και Παναγιώτη Κατσιρούμπα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 14η Οκτωβρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΟΣ: Π. Χ. του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξούσιου δικηγόρου Βασιλείου Σαξώνη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Γ. Δ. του Δ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου Αντωνίου Ρουπακιώτη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 29-12-2008 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Επί της αγωγής εκδόθηκε η 4870/2009 απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 831/2013 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας ζητεί ο αναιρεσείων με την από 27-2-2014 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης, Χριστόφορος Κοσμίδης, ανέγνωσε την από 23-9-2014 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης για αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Επειδή, κατά το άρθρο 559 αρ.9 περ. γ' ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται "αν το δικαστήριο άφησε αίτηση αδίκαστη". Ως "αίτηση", κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοείται κάθε αυτοτελές αίτημα των διαδίκων, με το οποίο ζητείται η παροχή έννομης προστασίας, υπό οποιαδήποτε νόμιμη μορφή και το οποίο δημιουργεί αντίστοιχη εκκρεμότητα δίκης. Τέτοια αίτηση συνιστά, ιδίως, η αγωγή, η ανταγωγή, η κυρία παρέμβαση, η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, η ανακοπή, η τριτανακοπή και κάθε ένδικο μέσο (ΑΠ 1143/ 2003). Για τη θεμελίωση του ως άνω λόγου αναιρέσεως απαιτείται όπως η παντελής σιωπή του δικαστηρίου της ουσίας σε αυτοτελή αίτηση των διαδίκων υπάρχει τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως (ΑΠ 1741/2012). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως "αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και, ιδίως, αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης". Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση όταν στις αιτιολογίες, που συνιστούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου, που δεν εφαρμόστηκε. Αντιθέτως, η απόφαση δεν στερείται από νόμιμη βάση όταν οι ανωτέρω ελλείψεις αφορούν στα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου ή ανάγονται στην αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων (ΚΠολΔ 561 παρ.1) και ειδικότερα στην ανάλυση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αρκεί τούτο να εκτίθεται σαφώς στην προσβαλλόμενη απόφαση (ΑΠ 1102/2003).
2. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του εισαγωγικού δικογράφου (ΚΠολΔ 561 παρ.2), ο ενάγων, εκκαλών και ήδη αναιρεσείων, με την ένδικη, από 29-12-2008 αγωγή, εκθέτει ότι την 1-5-2003 προσλήφθηκε από την εναγομένη, εφεσίβλητη και ήδη αναιρεσίβλητη, που διατηρεί ατομική επιχείρηση μονώσεων πάσης φύσεως, επιστρώσεως δαπέδων και εμπορίας μονωτικών υλικών, με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, για να απασχοληθεί ως τεχνίτης μονωτής στα έργα, που η επιχείρηση αυτή αναλαμβάνει. Ότι έκτοτε και μέχρι την 3-4-2008, οπότε αποχώρησε οικειοθελώς, πρόσφερε εργασία κατά κύριο λόγο σε μονώσεις πλοίων, στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη (Ν/Ζ) Πειραιώς και, σπανίως, σε μονώσεις κτιρίων. Ότι, σε όλο το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του, η εναγομένη, κατά τον υπολογισμό των αποδοχών του, παρέλειψε να εφαρμόσει τις ΣΣΕ για τους όρους αμοιβή και εργασίας των εργατοτεχνιτών και υπαλλήλων που απασχολούνται στη Ν/Ζ Πειραιώς. Ότι αυτό είχε ως αποτέλεσμα αφ' ενός να λαμβάνει ημερομίσθιο μικρότερο από το προσήκον και αφ' ετέρου να υπολογίζονται επί έλαττον τα δώρα εορτών, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας. Ότι, πέραν αυτών, πρόσφερε καθημερινά τρεις ώρες υπερωριακής απασχόλησης, για την οποία ουδέν έλαβε. Σύμφωνα με το ιστορικό αυτό, ο ενάγων προσδιόρισε, κατά χρονικά διαστήματα, από την πρόσληψη μέχρι την αποχώρησή του, τη διαφορά μεταξύ του καταβαλλόμενου και του προσήκοντος ημερομισθίου σύμφωνα με τις ΣΣΕ της Ν/Ζ Πειραιώς και, με βάση τη διαφορά αυτή, προχώρησε στον υπολογισμό των αιτημάτων του για δεδουλευμένα ημερομίσθια, για αναλογία δώρου Χριστουγέννων και Πάσχα, για αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας και για αποζημίωση υπερωριακής εργασίας, εμμένοντας στο βασικό ισχυρισμό ότι είχε, καθημερινά, υπερωριακή απασχόληση και έπρεπε, πάντοτε, να αμείβεται σύμφωνα με τις ΣΣΕ της Ν/Ζ Πειραιώς. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Μονομελές Εφετείο Πειραιώς δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του (ΚΠολΔ 561 παρ.1) και πέραν των ως άνω αναφερομένων σχετικά με το αντικείμενο της επιχείρησης της εναγομένης, την ειδικότητα, το χρόνο πρόσληψης και αποχώρησης του ενάγοντος και το, πράγματι, καταβαλλόμενο ημερομίσθιο, περιστατικά τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν, τα ακόλουθα ουσιώδη: Ότι ο ενάγων, κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας με την εναγομένη, απασχολήθηκε τόσο σε μονώσεις κτιρίων όσο και σε μονώσεις πλοίων. Ότι ο ισχυρισμός του ότι εργάσθηκε κυρίως σε μονώσεις πλοίων ελέγχεται ως ανακριβής, διότι η συμμετοχή του σε συνεργεία της επιχείρησης της εναγομένης, τα οποία διενεργούσαν μονώσεις κτιρίων, υπήρξε ποσοτικά αξιόλογη και όχι περιστασιακή. Ότι, αν και επί του ζητήματος αυτού οι καταθέσεις των εκατέρωθεν μαρτύρων είναι αντίθετες, το δικαστήριο [ήτοι το Μονομελές Εφετείο] οδηγείται στην ως άνω κρίση συνεκτιμώντας αφ' ενός τα έγγραφα, τα οποία είχαν συνταχθεί σε ανύποπτο χρόνο και προσκομίσθηκαν από την εναγομένη (τιμολόγια για την παροχή υπηρεσιών προς πελάτες χερσαίων εργασιών, πίνακες προσωπικού, καταστάσεις ταμείων, άδειες εκτελέσεως εργασιών χειριστή με χρήση φλόγας) και αφ' ετέρου το πασίδηλο για την περιοχή του Πειραιά γεγονός ότι, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα, ο κύκλος εργασιών στη Ν/Ζ ήταν περιορισμένος. Ότι ο ενάγων απασχολήθηκε σε επισκευές πλοίων κατά το έτος 2003 επί 70 ημέρες, κατά το έτος 2004 επί 94 ημέρες, κατά το έτος 2005 επί 143 ημέρες, κατά το έτος 2006 επί 115 ημέρες, κατά το έτος 2007 επί 138 ημέρες και κατά το έτος 2008 επί 44 ημέρες, χωρίς να αμειφθεί σύμφωνα με τους όρους των ΣΣΕ για τους απασχολούμενους στη Ν/Ζ Πειραιώς. Ότι κατά την παροχή εργασίας σε μονώσεις πλοίων χρειάσθηκε να απασχοληθεί πέραν του νομίμου ωραρίου επί 2 ώρες ημερησίως, κρίση που στηρίζεται στο, επίσης, πασίδηλο γεγονός ότι οι επισκευές πλοίων πρέπει, συνήθως, να περατώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα, πράγμα που επιβάλλει την επί πλέον απασχόληση των εργαζομένων. Σύμφωνα με τις παραδοχές αυτές, το δικαστήριο της ουσίας υπολόγισε την αμοιβή, που οφειλόταν στον ενάγοντα για τις ως άνω ημέρες εργασίας κατά τους όρους των ΣΣΕ για τους απασχολούμενους στη Ν/Ζ Πειραιώς (δεδουλευμένα ημερομίσθια, επιδόματα εορτών, αποδοχές και επίδομα αδείας), αφαίρεσε από τα αντίστοιχα ποσά, τις αμοιβές που είχαν καταβληθεί αντιστοίχως, ήτοι για τις ίδιες ημέρες εργασίας και πρόσθεσε την αποζημίωση, που οφειλόταν για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τις ίδιες ημέρες, μόνο στη Ν/Ζ Πειραιώς. Τελικώς, εξαφάνισε την τότε εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία η αγωγή είχε απορριφθεί στο σύνολό της και επιδίκασε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 39.246,03 ευρώ.
3. Επειδή, με την κρίση αυτή, το Μονομελές Εφετείο Πειραιώς, με συνοπτική μεν, αλλά πλήρη και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά αιτιολογία, απάντησε επί του συνόλου των αιτημάτων του ενάγοντος και επιδίκασε διαφορές αποδοχών και αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης μόνο στην έκταση, κατά την οποία έκρινε βάσιμους τους ισχυρισμούς του για παροχή εργασίας στη Ν/Ζ Πειραιώς, καθώς και εργασίας επί πλέον του νομίμου ωραρίου. Περαιτέρω, για την απασχόληση του ενάγοντος σε μονώσεις κτιρίων, η οποία, σύμφωνα με τις παραδοχές του δικαστηρίου της ουσίας και εξ αντιδιαστολής, εκτεινόταν σε όλες τις υπόλοιπες εργάσιμες ημέρες του ενδίκου χρονικού διαστήματος, χωρίς την παροχή υπερωριακής απασχόλησης, δεν υπήρχε αίτημα επιδίκασης μισθολογικών διαφορών άλλων, εκτός από τις προκύπτουσες με εφαρμογή των όρων αμοιβής και εργασίας των ΣΣΕ της Ν/Ζ Πειραιώς, η οποία, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Μονομελούς Εφετείου, δεν ήταν δικαιολογημένη σε ευρύτερη έκταση. Επομένως, αμφότεροι οι λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, ήτοι ότι το δικαστήριο της ουσίας άφησε αδίκαστο το αίτημά του για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα και διέλαβε ανεπαρκή αιτιολογία ως προς την κατανομή του χρόνου εργασίας σε πλοία και σε κτίρια και προσάπτονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι αναιρετικές πλημμέλειες του άρθρου 559 αρ.9 και 19 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμοι.
4. Επειδή, σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα της τελευταίας (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ.2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 27-2-2014 αίτηση περί αναιρέσεως της 831/ 2013 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς. -Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στην πληρωμή χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 25η Νοεμβρίου 2014. -Και
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, την 9η Δεκεμβρίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή