Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2238 / 2007    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ψευδής καταμήνυση, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Δυσφήμηση συκοφαντική.




Περίληψη:
Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πά-γου δικαιούται να ασκήσει αναίρεση κατά πάσης αθωωτικής ή καταδικα-στικής αποφάσεως οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου για όλους τους λόγους του άρθρου 510 ΚΠΔ μεταξύ των οποίων και η έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Με την προσ- βαλλομένη απόφαση ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε αθώος ψευδούς καταμηνύσεως και συκοφαντικής δυσφημήσεως. Η απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Δεκτή η αναίρεση του Εισαγγελέα του Αρείου πάγου εκ του άρθρου 510 παρ. 1Δ ΚΠΔ. Αναιρεί και παραπέμπει




Αριθμός 2238/2007

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε΄ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέτα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 66550/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Με κατηγορούμενο τον ...., που δεν παρέστη και με πολιτικώς ενάγουσα την ....., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Βασιλική Αγγελίδου. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 20/20.04.2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 672/2007.

Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και την πληρεξούσια δικηγόρο της πολιτικώς ενάγουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά το άρθρο 505 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479 παρ. 2, δηλαδή μέσα σε τριάντα ημέρες από την καταχώρηση της απόφασης καθαρογραφημένης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 του ΚΠΔ. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκεί αναίρεση για κάθε απόφαση, αθωωτική ή καταδικαστική, οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους του άρθρου 510 παρ. 1 ΚΠΔ, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη της από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Προκειμένου δε για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου αθωότητας, που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/74), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας συντρέχει και όταν δεν εκτίθενται στην απόφαση με σαφήνεια και πληρότητα τα αναγκαία πραγματικά περιστατικά της αξιόποινης πράξης και οι λόγοι από τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας αδυνατεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος πραγμάτωσε την αντικειμενική ή υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος που του αποδίδεται. 2. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθμ. 66550/2006 απόφασης, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών κήρυξε με αυτή αθώο τον κατηγορούμενο ..... των αξιόποινων πράξεων της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης με την εξής αιτιολογία: Συγκεκριμένα, το άνω δικαστήριο δέχθηκε ότι: "Από την εν γένει αποδεικτική διαδικασία, την κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας, την κατάθεση του μάρτυρα, που νομότυπα εξετάσθηκαν στο ακροατήριο, καθώς και από τα έγγραφα των οποίων έγινε η ανάγνωση στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου, προέκυψε ότι: την 20-5-2000 στο ..... έγινε επεισόδιο μεταξύ κατηγορουμένου και μηνύτριας επειδή και οι δύο οδηγώντας ο κάθε ένας το αυτοκίνητό του προσπάθησαν να σταθμεύσουν στο ίδιο σημείο (θέση στάθμευσης) επί του δρόμου. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού διαπληκτίστηκαν μεταξύ τους και απεύθυναν ο ένας στον άλλο εξυβριστικές λέξεις. Ειδικότερα η μηνύτρια εξύβρισε τον κατηγορούμενο (βλ. κατάθεση της ιδίας) και τον κτύπησε. Βέβαια η μηνύτρια αρνείται το τελευταίο (ότι τον κτύπησε). Τούτο όμως προκύπτει και από την σαφή απολογία το κατηγορουμένου και δεν ανατρέπεται από άλλο αποδεικτικό στοιχείο ούτε από την αόριστη κατάθεση της μηνύτριας.
Συνεπώς υποβάλλοντας ο κατηγορούμενος την από 11-8-2000 μήνυσή του που αναφέρεται στο διατακτικό δεν καταμήνυσε ψευδώς την άνω μηνύτρια με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη της αλλά κατήγγειλε αληθές γεγονός.
Συνεπώς αυτός δεν τέλεσε το αδίκημα της ψευδούς καταμήνυσης και πρέπει να κηρυχθεί αθώος όπως επίσης πρέπει να κηρυχθεί αθώος και της β' πράξης για την οποία κατηγορείται αφού δεν αποδείχθηκε ότι ισχυρίσθηκε εν γνώσει του ψευδές γεγονός αντίθετα με την μήνυση του ισχυρίστηκε αληθές γεγονός δεν προέκυψε δε σκοπός εξύβρισης". Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας δεν περιέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού δεν αναφέρει καθόλου τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν σε σχέση με το περιεχόμενο της από 11-8-2000 μηνύσεως του κατηγορουμένου που αποτελούσε την κατηγορία, δηλαδή για τις αξιόποινες πράξεις της ψευδούς καταμηνύσεως και της συκοφαντικής δυσφημήσεως ούτε και οι λόγοι για τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας ως προς τις πράξεις αυτές αδυνατεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος πραγμάτωσε την αντικειμενική ή υποκειμενική υπόστασή τους μη αρκούσης για την ύπαρξή της κατά τα άνω αιτιολογίας της γενομένης αναφοράς εις την απόφαση "ότι διαπληκτίστηκαν μεταξύ τους και απηύθυναν ο ένας στον άλλο εξυβριστικές λέξεις. Ειδικότερα η μηνύτρια εξύβρισε τον κατηγορούμενο (βλ. κατάθεση της ιδίας) και τον κτύπησε", αφού η αναφορά αυτή είναι αόριστη, γιατί δεν εξειδικεύεται σε τι συνίστανται οι εξυβριστικές λέξεις και τα κτυπήματα. Επομένως, ο μοναδικός από το άρθρο 510 § 1Δ ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, δεδομένου ότι είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές (άρθρ. 519 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 66550/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που την είχαν δικάσει προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 11 Δεκεμβρίου 2007.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή