Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1481 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Ακυρότητα απόλυτη, Κλητήριο θέσπισμα.




Περίληψη:
Για το κύρος του κλητηρίου θεσπίσματος η επίσημη σφραγίδα και η υπογραφή του Εισαγγελέα αρκεί να τίθενται στο τέλος του τελευταίου φύλλου και σε κάθε ουσιώδη παραπομπή, καθόσον με τον τρόπο αυτό καλύπτεται όλο το συνεχές περιεχόμενο του κλητηρίου θεσπίσματος, ενώ η μη θέση τούτων (σφραγίδας και υπογραφής) στη σελίδα του κλητηρίου θεσπίσματος, όπου υπάρχει ο κατάλογος των αναγνωστέων εγγράφων και των κλητευομένων μαρτύρων δεν επηρεάζει το κύρος αυτού. Και τούτο διότι η παράθεση στο κλητήριο θέσπισμα των κλητευομένων μαρτύρων και των αναγνωστέων εγγράφων δεν είναι μεταξύ των στοιχείων που κρίνονται από το άρθρο 321 ΚΠΔ ως απαραίτητα για το κύρος του. Απορρίπτεται ως απαράδεκτος ο λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για τη μη παράθεση σε αυτήν του εφαρμοσθέντος άρθρου του ποινικού νόμου, αφού η πλημμέλεια αυτή δεν συνιστά πλέον κανέναν από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ. 1 ΚΠΔ λόγους αναιρέσεως. Απορρίπτει.





Αριθμός 1481/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ζ' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο, Γρηγόριο Μάμαλη, Θεοδώρα Γκοϊνη, Βασίλειο Κουρκάκη - Εισηγητή και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αναστάσιο Κοκκονό, περί αναιρέσεως της 394-395/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Ναυπλίου. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Ναυπλίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19.3.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 572/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 173 παρ. 1, 174 παρ. 2, 320 παρ. 2 και 321 παρ. 1 στοιχ. δ', ε' και 4 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι το κλητήριο θέσπισμα, με το οποίο κλητεύεται ο κατηγορούμενος στο ακροατήριο, πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων στοιχείων, τον ακριβή καθορισμό της πράξης, για την οποία κατηγορείται, μνεία του άρθρου του ποινικού νόμου που την προβλέπει, την επίσημη σφραγίδα και την υπογραφή του Εισαγγελέα, που εξέδωσε το κλητήριο θέσπισμα. Διαφορετικά, υπάρχει σχετική ακυρότητα, η οποία καλύπτεται, αν εκείνος που κλητεύθηκε στη δίκη, εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις στην πρόοδο της δίκης. Αν δεν καλυφθεί η ακυρότητα αυτή, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' ΚΠοινΔ. Ως άρθρο του ποινικού νόμου νοείται κάθε διάταξη που τυποποιεί το έγκλημα και καθορίζει την απειλούμενη ποινή. Η σφραγίδα και η υπογραφή του Εισαγγελέα, στην περίπτωση που το κλητήριο θέσπισμα αποτελείται από περισσότερα του ενός φύλλα, αρκεί να υπάρχουν στο τελευταίο φύλλο και σε κάθε ουσιώδη παραπομπή, καθόσον με τον τρόπο αυτό καλύπτεται όλο το συνεχές περιεχόμενο του κλητηρίου θεσπίσματος, ενώ υποχρέωση να τίθεται υπογραφή και σφραγίδα σε κάθε φύλλο του δεν προκύπτει από διάταξη νόμου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της πρωτόδικης υπ' αριθ. 347/2005 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος εμφανίσθηκε και προέβαλε την ακυρότητα του οικείου κλητηρίου θεσπίσματος, με το οποίο κλήθηκε να δικαστεί για την πράξη της λαθρεμπορίας, υποστηρίζοντας ότι λείπει η σφραγίδα και η υπογραφή του αρμοδίου εισαγγελέα στο τελευταίο τρίτο φύλλο του, ενώ υπήρχε τέτοια υπογραφή στο δεύτερο φύλλο του. Η αντίρρησή του αυτή απορρίφθηκε με την εν λόγω υπ' αριθ. 347/2005 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης, ενώ στη συνέχεια προτάθηκε η ακυρότητα αυτή με ειδικό λόγο εφέσεως και απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη 394-395/2006 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το υπ' αριθ. ΕΓ1-03/474/387/22.12.2003 κλητήριο θέσπισμα του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Σπάρτης, που επιδόθηκε νομίμως στον αναιρεσείοντα, κλητεύθηκε αυτός στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Σπάρτης, προκειμένου να δικαστεί ως υπαίτιος της αξιόποινης πράξης της λαθρεμπορίας. Το κλητήριο αυτό θέσπισμα αποτελείται από δύο φύλλα. Στην πρώτη σελίδα του πρώτου φύλλου περιέχεται η κλήση προς εμφάνιση στο ακροατήριο και αρχίζει η ακριβής περιγραφή της πράξεως για την οποία κατηγορείται. Η περιγραφή αυτή συνεχίζεται στη δεύτερη σελίδα του πρώτου φύλλου. Μετά την ολοκλήρωση της περιγραφής της πράξεως παρατίθενται τα άρθρα του ποινικού νόμου που την προβλέπουν, καθώς και ο κατάλογος των κλητευομένων μαρτύρων καθώς και των αναγνωστέων εγγράφων. Ακολουθεί η ημερομηνία, καθώς και η θέση της επίσημης σφραγίδας και της υπογραφής του αρμοδίου εισαγγελέα. Βάσει των όσων προαναφέρθηκαν, η υπάρχουσα επίσημη σφραγίδα και υπογραφή καλύπτουν όλο το περιεχόμενο του κλητηρίου θεσπίσματος. Είναι βέβαια γεγονός ότι το ανωτέρω κλητήριο θέσπισμα έχει και δεύτερο φύλλο, στην πρώτη σελίδα του οποίου περιγράφονται τα αναγνωστέα έγγραφα, ενώ η άλλη σελίδα του είναι κενή. Όμως η μη θέση σφραγίδας και υπογραφής στο φύλλο αυτό του αρμοδίου εισαγγελέα δεν επηρεάζει το κύρος του ενδίκου κλητηρίου θεσπίσματος, αφού η παράθεση σ' αυτό των κλητευομένων μαρτύρων και των αναγνωστέων εγγράφων δεν είναι μεταξύ των στοιχείων που κρίνονται από το άρθρο 321 ΚΠοινΔ ως απαραίτητα για το κύρος του. Άλλωστε, όπως σαφώς προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 326 ΚΠοινΔ η γνωστοποίηση στον κατηγορούμενο του καταλόγου των κλητευομένων μαρτύρων μπορεί να γίνει με χωριστό έγγραφο, η δε καταγραφή του καταλόγου αυτού στο σώμα και μάλιστα στο τέλος του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσεως για εμφάνιση είναι δυνητική, ενώ περαιτέρω δεν υφίσταται από καμία διάταξη νόμου υποχρέωση του Εισαγγελέα να γνωστοποιεί στον κλητευόμενο κατηγορούμενο και τον κατάλογο των αναγνωστικών εγγράφων. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' του ΚΠοινΔ προβαλλόμενος πρώτος λόγος αναιρέσεως της ένδικης αίτησης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για σχετική ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και ειδικότερα, λόγω ακυρότητος του κλητηρίου θεσπίσματος που επιδόθηκε στον αναιρεσείοντα - κατηγορούμενο, συνισταμένης στο ότι αυτό δεν έφερε την επίσημη σφραγίδα και την υπογραφή του Εισαγγελέα και στην τρίτη (τελευταία) σελίδα του, μετά την παράθεση των ονοματεπωνύμων των γνωστοποιουμένων μαρτύρων και των αναγνωστέων εγγράφων, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
ΙΙ. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την πληρότητα της αιτιολογίας σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Εφετείο Ναυπλίου, που την εξέδωσε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα για λαθρεμπορία και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, μετατραπείσα προς 3,30 ευρώ για κάθε ημέρα φυλάκισης. Δέχθηκε, ειδικότερα, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του, την οποία στήριξε στα ειδικώς αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "Ο κατηγορούμενος διατηρούσε και εκμεταλλευόταν τέσσερα (4) Super Market στην περιοχή του Ν. Λακωνίας. Στις 23-3-1999, υπάλληλοι του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος Πελοποννήσου (εφεξής χάριν συντομίας ΣΔΟΕ) διενήργησαν έλεγχο στο Super Market που διατηρούσε στην .... επί της οδού ....... Εκεί βρήκαν και δέσμευσαν 16 κιβώτια οινοπνεύματος των 24 φιαλών των 200 γραμμαρίων εκάστη φιάλη με την ένδειξη " ..... ΕΠΕ", 15 κιβώτια οινοπνεύματος των 24 φιαλών των 350 γραμμαρίων εκάστη φιάλη με την ίδια ένδειξη και 15 κιβώτια οινοπνεύματος των 24 φιαλών των 2000 γραμμαρίων της ίδια εταιρείας. Ελήφθησαν δείγματα από το καθαρό οινόπνευμα που περιείχαν και στις 23-3-1999 τα δέσμευσαν. Ο κατηγορούμενος ρωτήθηκε για την προέλευση των εν λόγω ποσοτήτων οινοπνεύματος και του ζητήθηκαν παραστατικά. Αυτός προσεκόμισε τα ακόλουθα τρία τιμολόγια: 1) το με αριθμό ..... δελτίο αποστολής τιμολόγιο της εταιρείας ".... ΕΠΕ", που αναφερόταν σε 5 κιβώτια με 24 φιάλες των 200 γραμμαρίων εκάστη, 2) το με αριθμό .... δελτίο αποστολής - τιμολόγιο της εταιρείας ".....ΕΠΕ", που αναφερόταν σε 20 κιβώτια με 24 φιάλες των 200 γραμμαρίων εκάστη, 3) Το με αριθμό ...... δελτίο αποστολής - τιμολόγιο της Γ1, που αναφερόταν σε 20 κιβώτια καθαρού οινοπνεύματος με 24 φιάλες έκαστο 350 γραμμαρίων εκάστη, και σε 20 κιβώτια με 24 φιάλες έκαστο των 350 γραμμαρίων εκάστη. Επειδή, από την εξέταση που διενεργήθηκε βρέθηκε ποσότητα οινοπνεύματος μη κανονική, οι αρμόδιοι υπάλληλοι προσπάθησαν να κατάσχουν την ανευρεθείσα νοθευμένη ποσότητα, πλην όμως οι σφραγίδες που είχαν θέσει βρέθηκαν παραβιασμένες. Από την έρευνα της ΣΔΟΕ προέκυψε ότι η προαναφερθείσα Γ1 έκανε έναρξη επιτηδεύματος το έτος 1995 και λειτούργησε μόνο για 5 μήνες. Τούτο σημαίνει ότι το επικαλούμενο από τον κατηγορούμενο τρίτο τιμολόγιο είναι εικονικό. Λαμβανομένου δε υπόψη ότι ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι δεν είχε αγοράσει από την Γ1 οινόπνευμα, αλλά μόνο από τον ......, τα τιμολόγια του τελευταίου είναι εικονικά, αφού οι ποσότητες που αναφέρονται σ' αυτά είναι λιγότερες από τις ποσότητες που κατανάλωσε (διέθεσε) ο κατηγορούμενος. Ειδικότερα, διέθεσε 166,8 χλγ, ενώ είχε αγοράσει με βάση τα τιμολόγια 163 χλγ. Τούτο σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος αγόρασε (προμηθεύτηκε) παράνομα, χωρίς δηλαδή να καταβάλλει τις νόμιμες επιβαρύνσεις και κατείχε στο εν λόγω κατάστημά του, με σκοπό να διαθέσει στην κατανάλωση 357,6 χλγ αιθυλικής αλκοόλης, με αποτέλεσμα το Ελληνικό Δημόσιο να στερηθεί τις νόμιμες επιβαρύνσεις (φόρους-δασμούς), ανερχόμενους σε 1.020.478 δρχ. ή 2.995 ευρώ. Τα προαναφερόμενα τιμολόγια τα επικαλέστηκε προκειμένου να δικαιολογήσει την παράνομη προμήθεια και κατοχή της επίμαχης εν μέρει νοθευμένης ποσότητος αιθυλικής αλκοόλης. Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της λαθρεμπορίας οινοπνεύματος, για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 100 παρ. 2 περ. Θ' και 102 παρ. 1 περ. Α' του Ν. 1165/1918 "περί Τελωνειακού Κώδικος, ο οποίος ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο (23.3.1999) τελέσεως της πράξεως. Ειδικότερα και σε σχέση με την προβαλλόμενη από τον αναιρεσείοντα αιτίαση, με πλήρη και σαφή αιτιολογία καλύπτεται η παραδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης ότι το υπ' αριθ. ..... δελτίο αποστολής - τιμολόγιο της Γ1 είναι εικονικό, ενώ εικονικά είναι και τα τιμολόγια της εταιρείας ".... ΕΠΕ", αφού οι ποσότητες που αναφέρονται σ' αυτά είναι λιγότερες από τις ποσότητες που διέθεσε ο αναιρεσείων. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ προβαλλόμενος δεύτερος λόγος αναιρέσεως της αιτήσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.


ΙΙΙ. Ο τρίτος λόγος της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της μη παραθέσεως σ' αυτήν του εφαρμοσθέντος άρθρου του ποινικού νόμου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, αφού μετά την κατάργηση με το άρθρο 50 παρ. 4 του ν. 3160/2003, της περιπτώσεως Η' της παραγράφου 1 του άρθρου 510 του ΚΠοινΔ, δεν περιλαμβάνεται ο λόγος αυτός στους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 510 του ΚΠοινΔ λόγους αναιρέσεως. Ανεξαρτήτως τούτου, στην προσβαλλόμενη απόφαση (σελ. 11 αυτής) παρατίθενται οι ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 100 παρ. 2 περ. Θ' και 102 παρ. 1 περ. Α' του Ν. 1168/1918, οι οποίες προβλέπουν και τιμωρούν την πράξη της λαθρεμπορίας για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων. Μετά από αυτά, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παράγραφος 1 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19 Μαρτίου 2007 αίτηση του Χ1, για αναίρεση της υπ' αριθ. 394-395/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Ιουνίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή