Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 577 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Υπέρβαση εξουσίας, Ε.Σ.Δ.Α., Εφέσεως απαράδεκτο.




Περίληψη:
Απορριπτική απόφαση εφέσεως ως εκπρόθεσμης, κληθέντος του κατ/νου εγκύρως ως αγνώστου διαμονής. Α) Αβάσιμοι οι λόγοι αναιρέσεως, για απόλυτη ακυρότητα, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, για έλλειψη ακροάσεως, για παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ και για υπέρβαση εξουσίας, διότι ο προβληθείς με την έκθεση εφέσεως λόγος ακυρότητας της επιδόσεως ερευνήθηκε και αιτιολογημένα απορρίφθηκε, τα δε έγγραφα που συνεκτιμήθηκαν ρητά σημειώνεται στο αιτιολογικό ότι αναγνώσθηκαν. Ερευνώνται μόνο οι λόγοι ακυρότητας της επιδόσεως που προβλήθηκαν με την έκθεση εφέσεως, όχι και εκείνοι που προβάλλονται το πρώτον στο ακροατήριο του εφετείου (ΑΠ 787/2007). Β) Η ανάγνωση του εγγράφου, δεν απαιτείται να προκύπτει μόνο από τη ρητή μνεία στο οικείο μέρος των πρακτικών, όπου αναφέρονται τα αναγνωσθέντα έγγραφα, αλλά αρκεί να προκύπτει αυτή (η ανάγνωση) από το όλο περιεχόμενο των πρακτικών της δίκης ή και από το ίδιο το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως (ΑΠ 335/2008) -.




ΑΡΙΘΜΟΣ 577/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βαλάση, περί αναιρέσεως της 7150/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24 Νοεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, όπως αυτή διαμορφώθηκε με τους από 18 Αυγούστου 2009 πρόσθετους λόγους, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1945/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και οι επ' αυτής πρόσθετοι λόγοι.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1 ΚΠοινΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της αποφάσεως, η πιο πάνω προθεσμία είναι, επίσης, δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 273 παρ. 1 γ του ιδίου Κώδικα, ωσότου η καταδικαστική απόφαση γίνει αμετάκλητη και εκτελεστεί, κάθε έγγραφο της προδικασίας και της διαδικασίας στο ακροατήριο, καθώς και κάθε άλλο ποινικό δικόγραφο, επιδίδεται εγκύρως στον κατηγορούμενο, αν η επίδοση γίνει στη διεύθυνση της κατοικίας ή της διαμονής του που δηλώθηκε αρχικά, σύμφωνα με τα παραπάνω( παρ. 1α), εκτός αν ο κατηγορούμενος είχε δηλώσει μεταβολή της πριν από την επίδοση. Τέτοια δήλωση ως προς την μεταβολή της κατοικίας ή της διαμονής, μαζί με την ακριβή διεύθυνση, πρέπει να γίνεται εγγράφως στον εισαγγελέα που άσκησε την ποινική δίωξη ή, αν η υπόθεση έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο, στον εισαγγελέα του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί... .". Εξάλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 474 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα, εκείνος που ασκεί εκπρόθεσμα το ένδικο μέσο οφείλει να διαλάβει στη σχετική έκθεση' το λόγο ανωτέρας βίας ή ανυπερβλήτου κωλύματος, εξαιτίας των οποίων δεν άσκησε εμπρόθεσμα το ένδικο μέσο ή ότι η επίδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως είναι άκυρη για κάποιο συγκεκριμένο λόγο και, ακόμη, να επικαλεσθεί τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αυτά προκύπτουν. Αν δεν διαλαμβάνονται τα ανωτέρω στην έκθεση ασκήσεως του ενδίκου μέσου, αυτό απορρίπτεται ως εκπρόθεσμο και συνεπώς απαράδεκτο. Αναπλήρωση των ανωτέρω με λόγους και περιστατικά που προβάλλονται μεταγενέστερα και ειδικότερα, επί εφέσεως, κατά τη συζήτηση της στο ακροατήριο, είναι απαράδεκτη. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 2 ΚΠοινΔ, κατά της αποφάσεως που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο επιτρέπεται αναίρεση. Στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσεως για το απαράδεκτο. Τέλος, η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, που επιβάλλεται από το Σύνταγμα (άρθρο 93 παρ. 3) και τον ΚΠοινΔ (άρθρο 139), απαιτείται και για την απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο. Ειδικότερα, η απόφαση που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη, για να έχει την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει, να αναφέρει το χρόνο επιδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως στον εκκαλούντα, αν απαγγέλθηκε απόντος τούτου, το χρόνο ασκήσεως της εφέσεως και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση της αποφάσεως στον εκκαλούντα (Ολ. ΑΠ 4/1995, 6,7/1994), χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των στοιχείων εγκυρότητας του αποδεικτικού και της επιδόσεως, εκτός αν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως ή λόγος ανώτερης βίας ή ανυπερβλήτου κωλύματος, οπότε η αιτιολογία, πρέπει, να εκτείνεται και στην απορριπτική του λόγου αυτού κρίση του Δικαστηρίου, άλλως ιδρύεται ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως. Μεταξύ των λόγων ακυρότητας της επιδόσεως, οι οποίοι πρέπει να προβάλλονται υποχρεωτικά με την έφεση, είναι και η επίδοση "ως αγνώστου διαμονής", χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτής, μολονότι δηλαδή ο εκκαλών - κατηγορούμενος, είχε "γνωστή διαμονή". Επίσης πρέπει να προβάλλεται υποχρεωτικά με την έφεση και ο λόγος ανωτέρας βίας, εκ της οποίας ο εκκαλών παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκηση της, στην έννοια, όμως, της οποίας (ανωτέρας βίας), δεν εμπίπτει και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως, ως αγνώστου διαμονής και εντεύθεν μη γνώσεως από μέρους του εκκαλούντος της εκκαλούμενης αποφάσεως, γιατί στην περίπτωση αυτή ο τελευταίος, μάχεται κατά του κύρους της επιδόσεως και δεν επικαλείται λόγο ανωτέρας βίας, δικαιολογητικό της εκπρόθεσμης ασκήσεως της εφέσεώς του. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 156 παρ. 1 και 2 του ίδιου Κώδικα, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, για τη Δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοσή του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους, όπως είναι ακόμη και άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και η Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται, εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 α του ΚΠοινΔ κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, εκείνος που έχει δηλώσει στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και, αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανισθεί κατ' αυτήν, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή την έγκληση. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 171 παρ. 1 στοιχ. δ', 329, 331, 358, 364 παρ. 1 και 369 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι επέρχεται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, αν το δικαστήριο της ουσίας, για το σχηματισμό της κρίσεώς του, έλαβε υπόψη του έγγραφο που δεν αναγνώσθηκε, γιατί έτσι παραβιάζεται η άσκηση του παρεχόμενου στον κατηγορούμενο από το άρθρο 358 ΚΠοινΔ δικαιώματος, να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Όμως, η ανάγνωση του εγγράφου, δεν απαιτείται να προκύπτει μόνο από τη ρητή μνεία στο οικείο μέρος των πρακτικών, όπου αναφέρονται τα αναγνωσθέντα έγγραφα, αλλά αρκεί να προκύπτει αυτή (η ανάγνωση) από το όλο περιεχόμενο των πρακτικών της δίκης ή από το ίδιο το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 7150/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, όπως απ' αυτήν προκύπτει, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς της, η με αριθμό εκθέσεως 4901/5-6-2008 έφεση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, κατά της 22445/2002 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε καταδικασθεί ο κατηγορούμενος, ερήμην, σε ποινή φυλακίσεως 10 μηνών, για πλαστογραφία μετά χρήσεως. Από τη σχετική 4901/5-6-2008 έκθεση εφέσεως, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι ο εκκαλών, φερόμενος στην έφεση, ως κάτοικος επί της οδού ... , προκειμένου να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως του, προέβαλε με αυτήν τα εξής : "ουδέποτε έλαβα γνώση της ποινικής δίωξης και της προσβαλλομένης αποφάσεως μέχρι και της 27-5-2008, οπότε και συνελήφθην προς εκτέλεση της καθώς είχα αναζητηθεί στην οδό ..., άνευ αριθμού, και μου επιδόθηκε άκυρα η προσβαλλόμενη ως αγνώστου διαμονής, ενώ είχα γνωστή διαμονή στην οδό ... στην ..., γεγονός, που γνώριζε η Εισ. Πλημ. Αθηνών, όπως προκύπτει και από άλλα κλητήρια θεσπίσματα, που μου είχε επιδώσει το ίδιο χρονικό διάστημα". Είχε δηλαδή προβάλλει με την έφεση του ακυρότητα της επιδόσεως, ως αγνώστου διαμονής και όχι λόγους ανωτέρας βίας, εξ αιτίας των οποίων απώλεσε την προθεσμία ασκήσεως της εφέσεως, στους οποίους δεν εμπίπτει, όπως αναφέρθηκε και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως, ως αγνώστου διαμονής και ως εκ τούτου η μη γνώση απ' αυτόν της εκκαλούμενης αποφάσεως. Δεν αναφέρει, όμως, στην έφεση του, αν τη φερόμενη αυτή ως τελευταία γνωστή κατοικία του είχε δηλώσει καθ' οιονδήποτε τρόπο και στην Εισαγγελική Αρχή Αθηνών που είχε παραγγείλει την επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως, πράγμα που δεν αναφέρει ούτε και στην έκθεση αναιρέσεως. Επικαλέστηκε, όμως, ειδικότερα ακυρότητα της επιδόσεως ως αγνώστου διαμονής, για το λόγο ότι στο αποδεικτικό επιδόσεως δεν αναγράφεται η ακριβής διεύθυνση κατοικίας που αναζητήθηκε και δε βρέθηκε, αφού αναζητήθηκε κατά το αποδεικτικό επιδόσεως στην οδό ... α/α, χωρίς σημείωση του αριθμού της κατοικίας του. Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, στην αιτιολογία της αναφέρονται κατά λέξη τα εξής: "Στην προκειμένη περίπτωση από το από 1 Απριλίου 2004 αποδεικτικό επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως του Αρχ/κα του ΑΤ ... προκύπτει ότι "η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 22445/2002 απόφαση του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών, που εκδόθηκε ερήμην του κατηγορουμένου και ήδη εκκαλούντος, επιδόθηκε στον τελευταίο την 1-4-2004 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 156 παρ. 2 Κ.Π.Δ. ως αγνώστου διαμονής και έκτοτε και μέχρι την άσκηση της από 5-6-2008 εφέσεως του κατά της ως άνω απόφασης, που ασκήθηκε με την υπ' αριθμ. ... έκθεση εφέσεως, παρήλθε η νόμιμη προθεσμία των 30 ημερών προς άσκηση αυτής. Περαιτέρω, από την υπ' αριθμ. ... έκθεση εφέσεως προκύπτει ότι ο εκκαλών, προκειμένου να δικαιολογήσει το εκπρόθεσμο της εφέσεως, επικαλείται ότι ουδέποτε έλαβε γνώση της ποινικής δίωξης και της προσβαλλόμενης απόφασης μέχρι και τις 27-5-2008, οπότε και συνελήφθη προς εκτέλεση της, καθώς είχε αναζητηθεί άκυρα στη οδό ... "άνευ αριθμού" και η προσβαλλόμενη του επιδόθηκε άκυρα ως αγνώστου διαμονής, ενώ αυτός είχε γνωστή διαμονή στην οδό ..., γεγονός που γνώριζε η Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών, όπως προκύπτει και από άλλα κλητήρια θεσπίσματα που του είχε επιδώσει στο ίδιο διάστημα. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, ο εκκαλών επικαλείται ως λόγους δικαιολογούντες το εκπρόθεσμο της εφέσεώς του, αφ' ενός μεν ότι αυτός το πρώτον έλαβε γνώση της εκκαλούμενης απόφασης στις 27-5-2008, που συνελήφθη, γεγονός το οποίο, αυτό καθεαυτό και με την υπόθεση ότι είναι αληθινό, δεν συνιστά ανώτερη βία ή άλλο ανυπέρβλητο κώλυμα, που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως, αφ' ετέρου δε ακυρότητα της επίδοσης της εκκαλούμενης αποφάσεως σ' αυτόν, για το λόγο ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε σ' αυτόν ως αγνώστου διαμονής, χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις επίδοσης ως αγνώστου διαμονής, δεδομένου ότι είχε γνωστή διαμονή στην οδό ...Προς απόδειξη του προβαλλόμενου με την έφεση ισχυρισμού του, ότι κατά το χρόνο επιδόσεως σ' αυτόν της εκκαλούμενης αποφάσεως είχε γνωστή διαμονή στην ως άνω διεύθυνση ο κατηγορούμενος προσκόμισε τα προαναφερόμενα έγγραφα, που αναγνώστηκαν, ενώ πρότεινε προς εξέταση και την προαναφερόμενη μαρτυρά του, η οποία κατά την ένορκη κατάθεση της στο ακροατήριο κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος πατέρας της κατοικεί στην οδό ...και ότι μέχρι το 2000 κατοικούσε στην οδό ..., ενώ η εταιρία ("Ανώνυμη Βιομηχανική και Εμπορική Εταιρία ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΒΕΕ - ΕΚΤΥΠΩΣΕΙΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ" και με το διακριτικό τίτλο - "ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΒΕΕ", στο Διοικητικό Συμβούλιο της οποίας συμμετείχε, και η οποία διέκοψε τη λειτουργία της, είχε έδρα στο .... Όμως από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία, προκύπτει μεν ότι ο κατηγορούμενος από το έτος 2000, κατοικεί στην προαναφερόμενη διεύθυνση στην οδό ...στην..., πλην, όμως δεν αποδεικνύεται περαιτέρω, από τα παραπάνω, ότι η διεύθυνσή του αυτή ήταν γνωστή στην Εισαγγελική Αρχή (Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών) που παράγγειλε την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως στον εκκαλούντα, αν ληφθεί, ιδίως υπόψη, ότι ούτε η ως άνω μάρτυρας κατέθεσε κάτι τέτοιο, ακόμη δε ότι το προσκομισθέν απ' αυτόν κλητήριο θέσπισμα, στο οποίο ο κατηγορούμενος φέρεται ως κάτοικος ..., χωρίς να προσδιορίζεται η διεύθυνση του, έχει εκδοθεί από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά, και όχι την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία είναι η Αρχή που παρήγγειλε την επίδοση σ' αυτόν της εκκαλουμένης αποφάσεως, οι δε αναγραφείσες σ' αυτό χειρόγραφες διευθύνσεις ... , έχουν τεθεί μετά την έκδοση του κλητηρίου θεσπίσματος και είναι ενδεικτικές της αναζητήσεως του κατηγορουμένου σε διάφορες διευθύνσεις, λόγω της άγνωστης διαμονής του . Τούτο δε, διότι, τόσο η αρμόδια προς επίδοση Εισαγγελική αρχή, όσο και τα όργανα επίδοσης, δεν έχουν την υποχρέωση, αλλά ούτε και την ευχέρεια να προσφεύγουν, σε άλλες αρχές ή πηγές πληροφοριών προς ανακάλυψη της διαμονής των παραληπτών των προς επίδοση εγγράφων, κατά το χρόνο της επίδοσης. Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η τελευταία γνωστή στην παραγγείλασα την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης Εισαγγελική Αρχή (Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών) κατοικία του κατηγορουμένου, ο οποίος ουδέποτε προσήλθε ενώπιον του διενεργήσαντος προανάκριση για την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση πταισματοδίκη για να απολογηθεί, ήταν στη διεύθυνση ... στην ... που δηλώθηκε από τον ίδιο τον κατηγορούμενο με την από 5-12-1996 υπεύθυνη δήλωσή του του Ν. 1599/1986, η οποία προσκομίστηκε στην προανάκριση, από τον κατονομάσαντα αυτόν ως πλαστογράφο ... κατά την ένορκη εξέταση του ως μηνυτή (βλ. την από 2-4-1999 ένορκη εξέταση μηνυτή και την αναφερόμενη και συνημμένη σ' αυτή ως άνω υπεύθυνη δήλωση που αναγνώστη καν), η ως άνω δε οδός ... , η οποία είχε ήδη κατά το χρόνο επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως μετονομαστεί σε οδό ..., δεν έφερε αρίθμηση μέχρι του αριθμού ... που δηλώθηκε από τον κατηγορούμενο στην ως άνω υπεύθυνη δήλωση (βλ. τις αναγνωσθείσες από ... βεβαιώσεις των επιμελητών δικαστηρίων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ... .αντίστοιχα), για το λόγο δε αυτό, στο προαναφερόμενο αποδεικτικό επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως στον εκκαλούντα αναγράφηκε ως διεύθυνση της τελευταίας γνωστής κατοικίας του εκκαλούντος η οδός ..., α/α (άνευ αριθμού) στην οποία αναζητήθηκε αυτός για την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως. Κατ' ακολουθίαν τούτων, δεν προέκυψε, αφ' ενός μεν ανωτέρα βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως μετά από τέσσερα και πλέον έτη από τον εκκαλούντα, αφ' ετέρου δε ότι αυτός, κατά το χρόνο επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως ήταν γνωστής διαμονής (στην οδό ...) και, ότι επομένως, η γενόμενη προς τον εκκαλούντα επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ως άγνωστης διαμονής, ήταν άκυρη, και συνεπώς η κρινόμενη έφεση πρέπει ν' απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς της". Στην παραπάνω αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως αναφέρεται η χρονολογία επιδόσεως την 1-4-2004, της εκκαλουμένης 22445/2002 ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, το όργανο που ενήργησε την επίδοση και η χρονολογία ασκήσεως της εφέσεως την 5-6-2008, δηλαδή μετά την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας ασκήσεώς της. Η αιτιολογία αυτή της απορριπτικής της εφέσεως, ως απαράδεκτης, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεως), προσβαλλομένη αποφάσεως είναι η απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εκτίθεται σε, αυτή όλα τα στοιχεία που αναφέρθηκαν, ως αναγκαία για την πληρότητά της, εκτείνεται δηλαδή στην εγκυρότητα της επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως και διαλαμβάνει το χρόνο της επιδόσεως, το αποδεικτικό από το οποίο αυτή προκύπτει και το χρόνο ασκήσεως της εφέσεως. Επαρκώς αιτιολογείται, με αναφορά και στα αποδεικτικά μέσα που στηρίχθηκε το δικαστήριο, ότι η τελευταία γνωστή στις Αρχές διεύθυνση του κατηγορουμένου ήταν η οδός ..., που δηλώθηκε από τον ίδιο με την από 5-12-1996 Υπεύθυνη Δήλωση του, του ν. 1599/1986, η οποία προσκομίστηκε στην προανάκριση, από τον κατονομάσαντα αυτόν ως πλαστογράφο...κατά την ένορκη εξέτασή του ως μηνυτή, η ως άνω δε οδός ..., η οποία είχε; ήδη κατά το χρόνο επιδόσεως της αποφάσεως μετονομασθεί σε οδό ..., δεν έφερε αρίθμηση μέχρι του αριθμού ..., όπως προέκυπτε από τις αναγνωσθείσες και αναφερόμενες στο αιτιολογικό τέσσερις άλλες εκθέσεις επιδόσεως επιμελητών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, γιαυτό και δικαιολογημένα στο αποδεικτικό επιδόσεως της εκκληθείσας αποφάσεως αναγράφηκε ότι αναζητήθηκε και δε βρέθηκε στην τελευταία γνωστή διεύθυνσή του ο κατηγορούμενος, στην οδό ..., χωρίς αναγραφή αριθμού, αφού αριθμός δεν υπήρχε, οπότε σύννομα, κατ' άρθρο 156 του ΚΠοινΔ, επιδόθηκε η καταδικαστική απόφαση ως άγνωστης διαμονής, με επίδοση στον αρμόδιο υπάλληλο του οικείου Δήμου, σε, εκ του νόμου, προσπάθεια ενημερώσεώς του και η επίδοση αυτή δεν πάσχει από την έλλειψη αυτή ουδεμίας ακυρότητας. Εφόσον δε ο εκκαλών δεν προέβαλε με την έφεση ότι είχε καταστήσει γνωστή στην Εισαγγελική Αρχή των Αθηνών, που είχε παραγγείλει την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, την κατά τα άνω διεύθυνση της κατοικίας του, νομίμως αυτός αναζητήθηκε (χωρίς αποτέλεσμα) στη γνωστή στην Εισαγγελία αυτή διεύθυνση, ως τελευταία γνωστή κατοικία του και δεν υπεχρεούτο η Εισαγγελία Αθηνών να ζητήσει πληροφορίες από άλλες Εισαγγελίες της Χώρας, ούτε το δικαστήριο όφειλε να διαλάβει ειδική αιτιολογία, σε σχέση με το αν αυτός διέμενε ή όχι στην παραπάνω νέα διεύθυνση, εκ περισσού δε εξετάστηκε σχετικά με το ζήτημα αυτό μάρτυρας στο ακροατήριο και αναγνώσθηκαν έγγραφα. Η επίκληση δε στο αιτιολογικό των παραπάνω εγγράφων (της από 2-4-1999 ένορκης εξετάσεως μηνυτή με τη συνημμένη σε αυτή Υπεύθυνη Δήλωση του κατηγορουμένου και των τεσσάρων από 30-1-2002, 3-3-2001, 16-8-2001 και 25-7-2000 εκθέσεων επιδόσεως δικαστικών επιμελητών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών για να καταλήξει το δικαστήριο στο προαναφερθέν συμπέρασμα, ότι εγκύρως επιδόθηκε η ερήμην απόφαση στον κατηγορούμενο, ως άγνωστης διαμονής, (ορθά αναζητηθείς στη μόνη γνωστή στην Εισαγγελία Αθηνών διεύθυνσή του, επί της οδού ..., μετονομασθείσα σε οδό ..., χωρίς αναγραφή συγκεκριμένου αριθμού, γιατί δεν υπήρχεν αντίστοιχος αριθμός σε αυτή, αφού το δικαστήριο πλήρως αιτιολογημένα απάντησε στους ισχυρισμούς του εκκαλούντος κατηγορουμένου περί ακυρότητας της προς αυτόν επιδόσεως της ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως) και η αναφορά ρητά στο αιτιολογικό ότι τα έγγραφα αυτά αναγνώσθηκαν, σημαίνουν ότι έλαβε γνώση αυτών ο παριστάμενος κατηγορούμενος και ο δικηγόρος του, οι οποίοι και μπορούσαν να προβούν σε δηλώσεις σχετικά με το περιεχόμενό τους και να τα αντικρούσουν και ουδεμία ακυρότητα της διαδικασίας επήλθεν εκ του ότι τα παραπάνω έγγραφα δεν αναφέρονται στο σημείο εκείνο των πρακτικών που αναγνώσθηκαν και τα λοιπά έγγραφα, ούτε επήλθε παραβίαση του άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, για δίκαιη δίκη. Επομένως, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Α, Β, Δ, και Η σχετικοί λόγοι της κρινόμενης αιτήσεως, κύριοι και πρόσθετοι, με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, ελλιπής αιτιολογία της αποφάσεως, υπέρβαση εξουσίας και έλλειψη ακροάσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Με το δεύτερο (2. II) πρόσθετο λόγο αναιρέσεως, ο αναιρεσείων υποστηρίζει, ότι η προς αυτόν γενομένη επίδοση της αποφάσεως του Πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στη διεύθυνση επί της οδού ..., ως αγνώστου διαμονής, είναι άκυρη, κατ' άρθρο 156 και 161 του ΚΠοινΔ, γιατί η επίδοση της πιο πάνω ερήμην αποφάσεως έγινε στο ..., χωρίς να αναγράφεται το όνομα του Δημάρχου και παραδόθηκε στην υπάλληλο αυτού ..., χωρίς να διευκρινίζεται αν αυτή είναι αρμοδία υπάλληλος για παραλαβή δικογράφων. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος, γιατί δεν προβλήθηκε με λόγο εφέσεως, αλλά ούτε και ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της εφέσεώς του και το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να τον ερευνήσει αυτεπαγγέλτως. Επομένως, ελλείψει άλλου λόγου αναιρέσεως για έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, μετά των προσθέτων λόγων αυτής, πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τη με αριθ. εκθ. 394/24-11-2008 αίτηση του Χ, μετά των από 18-8-2009 προσθέτων λόγων, περί αναιρέσεως της 7150/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 3 Φεβρουαρίου 2010 . Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Μαρτίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή