Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1910 / 2008    (Α, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Κλητήριο θέσπισμα, Ακυρότητα σχετική.




Περίληψη:
Εφόσον η εκ της τυχόν μη εγκύρου επιδόσεως του κλητηρίου θεσπίσματος απορρέουσα ακυρότητα καλύφθηκε, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων πρωτοδίκως δικάστηκε ερήμην και δεν προβλήθηκε σχετικός λόγος εφέσεως, με συνέπεια να επέλθει αναστολή της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, είναι αβάσιμος ο μοναδικός λόγος από του άρθρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Ε΄ του ΚΠΔ που υποστηρίζει τα αντίθετα. Απορρίπτει.





Αριθμός 1910/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Α' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ-ΔΙΑΚΟΠΩΝ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αθανάσιο Πολυζωγόπουλο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Βιολέττα Κυτέα, Βαρβάρα Κριτσωτάκη και Ελευθέριο Μάλλιο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Ιουλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Μιλτιάδου Ανδρειωτέλλη και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Βασίλειο Μπραβάκο, για αναίρεση της 1333/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά. Το Τριμελές Εφετείο Πειραιά, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Απριλίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 968/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 174 παρ. 2 ΚΠοινΔ η ακυρότητα της κλήσης στο ακροατήριο ή του κλητηρίου θεσπίσματος του κατηγορουμένου, καθώς και η ακυρότητα της επίδοσης ή της κοινοποίησης αυτών στον κατηγορούμενο καλύπτεται αν αυτός που κλητεύθηκε στη δίκη εμφανισθεί και δεν προβάλει αντιρρήσεις για την πρόοδό της. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι σε περίπτωση άκυρης επίδοσης της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος στον κατηγορούμενο εφόσον αυτός εμφανισθεί στο ακροατήριο και δεν προτείνει, κατά την έναρξη της πρωτοβάθμιας δίκης, την ακυρότητα αυτή, εναντιούμενος στην πρόοδο της δίκης, οπότε καλύπτεται η ακυρότητα, η επίδοση θεωρείται έγκυρη. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανισθεί κατά την πρωτοβάθμια δίκη και δικασθεί ερήμην, η ως άνω ακυρότητα της επίδοσης της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος, ως διαδικαστικής πράξης, που κατ' ανάγκη επιδρά στο κύρος της διαδικασίας στο ακροατήριο και στην καταδικαστική απόφαση που θα εκδοθεί, δεν καλύπτεται και μπορεί να προταθεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με λόγο έφεσης κατά της εκκλητής απόφασης. Αν δεν προταθεί η ακυρότητα αυτή με λόγο έφεσης καλύπτεται με επακόλουθο η επίδοση της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος να θεωρείται έγκυρη.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα έγγραφα του φακέλλου της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, με την υπ' αριθμ. ΒΤ 7071/2005 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε με απόντα τον ήδη αναιρεσείοντα, αυτός καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως ενός έτους, η οποία μετατράπηκε σε χρηματική προς 4,40 ευρώ την ημέρα και χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, για την πλημμεληματική πράξη της παραβάσεως του άρθρου 4, 28 παρ. 1β του Ν. 1650/1986. Κατά της απόφασης αυτής ο αναιρεσείων άσκησε την με αριθμό έκθεσης 669/2007 έφεση, ενώπιον του αρμοδίου γραμματέα, στην οποία δεν πρόβαλε με ειδικό λόγο εφέσεως ακυρότητα της επιδόσεως προς αυτόν του κλητηρίου θεσπίσματος, ως αγνώστου διαμονής, με το από ..... αποδεικτικό επιδόσεως του αρχιφύλακα ......., με βάση το οποίο αυτός δικάστηκε πρωτοδίκως. Είχε προηγηθεί επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ως αγνώστου διαμονής στις 8-7-2004 για να δικασθεί για το παραπάνω αδίκημα ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πόρου. Αυτό, ερήμην του, κήρυξε εαυτό αναρμόδιο καθ' ύλη και παρέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Στη συνέχεια επιδόθηκε νέο κλητήριο θέσπισμα στις 21-1-2005, αλλά η δίκη κατά την ορισθείσα δικάσιμο αναβλήθηκε ερήμην του. Στο δικόγραφο της εφέσεώς του ο αναιρεσείων εκθέτει ότι ασκεί έφεση κατά της υπ' αριθμ. ΒΤ 7071/2005 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς "γιατί δεν εκτιμήθηκαν ορθά από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τα αποδεικτικά μέσα που προεβλήθησαν (μάρτυρες έγγραφα) και έτσι κηρύχτηκε ένοχος πράξης που δεν έκανε. Ουδέποτε έλαβε γνώση της εκκαλούμενης απόφασης...Η έφεση ασκείται εμπροθέσμως, αφού η εκκαλουμένη μου επιδόθηκε ακύρως ως αγνώστου διαμονής, ενώ έπρεπε να μου επιδοθεί ως γνωστής διαμονής, στη διεύθυνση κατοικίας που δήλωσα κατά την προανάκριση, με αποτέλεσμα να λάβω γνώση της απόφασης αυτής όταν στις 22-6-2007 οχλήθηκα από το αστυνομικό τμήμα". Κατά την εκδίκαση της έφεσης αυτής ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, που έγινε στις 22-10-2007, ο αναιρεσείων, δια του συνηγόρου του, πρόβαλε, για πρώτη φορά, τον ισχυρισμό της παραγραφής, λόγω άκυρης επιδόσεως προς αυτόν του κλητηρίου θεσπίσματος, τον οποίο ανάπτυξε και προφορικά, το περιεχόμενο του οποίου έχει όπως ακολουθεί? "Το κλητήριο θέσπισμα, με το οποίο κλήθηκα να εμφανισθώ ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, που εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση, μου επιδόθηκε ακύρως ως αγνώστου διαμονής, ενώ ήμουν γνωστής διαμονής, εφόσον, κατά την προδικασία, είχα δηλώσει ορισμένη διεύθυνση και ουδέποτε είχα δηλώσει εν συνεχεία, άλλη διεύθυνση.
Συνεπώς η άκυρη επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος (απόλυτη ακυρότητα κατ' αρθρ. 171 ΚΠΔ) είχε ως αποτέλεσμα να μην ανασταλεί η παραγραφή του πλημμελήματος για το οποίο κατηγορούμαι. Έτερο αποτέλεσμα της ως άνω άκυρης διαδικαστικής πράξης είναι και η ακυρότητα όλων των μεταγενεστέρων πράξεων της ποινικής διαδικασίας, ακόμη και της ερήμην εκκαλουμένης αποφάσεως. Επειδή δεν εκλήθην νομοτύπως και γ' αυτό δεν παρέστην στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο για να προβάλλω την ακυρότητα της ως άνω επίδοσης. Επειδή προβάλλω, το πρώτον ενώπιόν σας την ακυρότητα αυτή, που κατ' άρθρ. 502 παρ. 4 ΚΠοινΔ θα πρέπει να ακυρώσει την εκκαλουμένη και να δικάσει την υπόθεση στην ουσία. Επειδή, εντεύθεν, και εφόσον δεν έχει ανασταλεί η παραγραφή του πλημμελήματος για το οποίο κατηγορούμαι και αυτό έχει ήδη υποκύψει στην παραγραφή (χρόνος τελέσεως Νοέμβριος 2000),..ζητώ να παύσει η ποινική μου δίωξη, λόγω παραγραφής".
Το Εφετείο επί του ισχυρισμού του αυτού δέχτηκε τα ακόλουθα:
"Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 474 παρ.1 εδ.γ ΚΠοινΔ, το ένδικο μέσο ασκείται με δήλωση στο γραμματέα του Δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση. Για τη δήλωση συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από εκείνον που την υποβάλλει ή τον αντιπρόσωπό του και από εκείνον που τη δέχεται, ενώ κατά τη διάταξη της παρ. 2 του αυτού άρθρου ΚΠοινΔ, στην έκθεση πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο μέσο. Οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο μέσο πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι επί ποινή απαραδέκτου (ΑΠ 44/1996 ΙΜοΒ 1996.876, ΑΠ 1622/2001 Ποιν Λογ 1990, ΑΠ 1018/2000 ΠοινΔ 2000.1204). Λόγοι κείμενοι εκτός της ως άνω συντασσόμενης εκθέσεως ασκήσεως του ενδίκου μέσου, δεν λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο (ΑΠ 738/1994, ΑΠ 1226/1988 ΠΧρ ΛΘ'207, ΑΠ 1359/1988).
Εν προκειμένω ο κατηγορούμενος, χωρίς να έχει περιλάβει τούτο ως λόγο έφεσης κατά της εκκαλουμένης υπ' αριθμ ΒΤ-7071/2005 αποφάσεως Β' Τριμελούς Πλημ/κείου Πειραιώς στην υπ' αριθ 669/25.6.2006 έκθεση εφέσεώς του, στην οποία ως μόνο λόγο προκειμένου να γίνει δεκτή αυτή και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη προβάλλει την κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ισχυρίζεται επί πλέον προς εξαφάνιση της εκκαλουμένης ότι το κλητήριο θέσπισμα για να εμφανισθεί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε σ' αυτόν ακύρως ως αγνώστου διαμονής, ενώ αυτός ήταν γνωστής διαμονής, με συνέπεια να μην έχει ανασταλεί η παραγραφή του πλημμελήματος για το οποίο κατηγορείται και ως εκ τούτου να έχει υποκύψει η πράξη που του αποδίδεται σε παραγραφή. Ο λόγος αυτός όμως, που κείται εκτός της εκθέσεως εφέσεώς του, προβαλλόμενος το πρώτο στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα". Ενόψει των ανωτέρω, η τυχόν ακυρότητα της επίδοσης του κλητηρίου θεσπίσματος προς τον αναιρεσείοντα, που για πρώτη φορά αυτός πρόβαλε με τον ως άνω τρόπο, δηλαδή χωρίς λόγο έφεσης, καλύφθηκε και η στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου προβολή εκ μέρους του αναιρεσείοντος ήταν απαράδεκτος και δεν όφειλε το Δικαστήριο να απαντήσει αιτιολογημένα. Όμως παρά ταύτα έπραξε με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού με σαφή διάταξή του απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό του αναιρεσείοντος περί ακυρότητας της επιδόσεως του κλητηρίου θεσπίσματος, ο οποίος εμπεριέχεται στην ένσταση της ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος. Συνακόλουθα ορθά δεν απάγγειλε ακυρότητα και δεν έπαυσε οριστικά, λόγω παραγραφής, την ποινική δίωξη κατά του αναιρεσείοντος για την προαναφερόμενη πράξη, αφού με την ως άνω επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος και από την ημέρα επιδόσεως άρχισε η κύρια διαδικασία, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να ανασταλεί η προθεσμία της παραγραφής.
Για τους λόγους αυτούς είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε του ΚΠοινΔ μοναδικός λόγος αναιρέσεως. Κατ' ακολουθία, αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος προς έρευνα, πρέπει, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 22-4-2008 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1333/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Ιουλίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Ιουλίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή