Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Δυσφήμηση συκοφαντική, Απόφαση αθωωτική.
Περίληψη:
Αναιρεί. Παραπέμπει. 1. Βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Προσθέτως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας για την αθώωση. 2. Βάσιμος και ο δεύτερος από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ λόγος της αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αρνητική υπέρβαση εξουσίας, διότι ενώ το δικαστήριο, αθώωσε τον κατηγορούμενο και για τις πράξεις της συκοφαντικής δυσφημήσεως, δεν ερεύνησε επικουρικά, όπως όφειλεν αυτεπαγγέλτως, αν δεν αποδεικνύεται ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι ψευδές, μήπως στοιχειοθετείται το έγκλημα της απλής δυσφημήσεως του άρθρου 362 του ΠΚ και στην περίπτωση που δεν στοιχειοθετείτο και αυτό, δεν ερεύνησε, κατ' άρθρο 366 παρ. 3 του ΠΚ, μήπως υπήρχε σκοπός εξυβρίσεως και στοιχειοθετείται απλή εξύβριση του άρθρου 361 ΠΚ, ζητήματα για τα οποία ουδεμία αιτιολογία υπάρχει Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 2438/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοϊνη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο- Εισηγητή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 6603/2008 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Με κατηγορούμενο τον Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Ναθαναήλ. Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1) Ψ1 και 2) Ψ2, κάτοικοι ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αθανάσιο Θεοφανόπουλο.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητά τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 18 Νοεμβρίου 2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1831/08.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 505 παρ.2 εδ. α' του ΚΠοινΔ προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε καταδικαστικής ή αθωωτικής απόφασης οποιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου και για όλους τους λόγους που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτός της ελλείψεως της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της υπερβάσεως εξουσίας. Ειδικά προκειμένου για αθωωτική απόφαση, ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν. δ. 73/1974), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει τον από τη διάταξη του άρθρου 510 στοιχ. Δ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει είτε όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο, με σαφήνεια και πληρότητα, γιατί δεν πείστηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αποδεικτικά μέσα που προσδιορίζονται στα πρακτικά και τα οποία έλαβε υπόψη για τον σχηματισμό της κρίσεώς του. Δεν απαιτείται, όμως, για την αιτιολογία της αθωωτικής απόφασης να εκθέτει το δικαστήριο σ' αυτή περιστατικά από τα οποία να πείστηκε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι αντικείμενο της απόδειξης στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, ως προς την έκθεση των αποδείξεων, για να θεωρηθεί η δικαστική απόφαση αιτιολογημένη πρέπει να προκύπτει από αυτήν ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά προκειμένου να διαμορφώσει την κρίση του.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 6603/2008 απόφασή του, το κατ' έφεση δικάσαν Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που την εξέδωσε, κήρυξε αθώο τον κατηγορούμενο των αποδιδόμενων σ' αυτόν αξιόποινων πράξεων της ψευδούς καταμηνύσεως, ψευδορκίας μάρτυρος κατ' εξακολούθηση και της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατ' εξακολούθηση πράξεις που κατά το διατακτικό της αποφάσεως φέρονται τελεσθείσες στις 23-10-2002, 5-12-2002 και 29-1-2003. Από την απόφαση αυτή προκύπτει ότι το παραπάνω δικαστήριο, δέχτηκε στο αιτιολογικό του, τα ακόλουθα: "Επειδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας που εξετάσθηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο τούτο, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης που αναγνώσθηκαν, καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά και την όλη αποδεικτική διαδικασία, προκύπτουν ικανές αμφιβολίες για την ενοχή του κατηγορουμένου και γι' αυτό πρέπει αυτόν να κηρυχθεί αθώον των αποδιδόμενων σε αυτόν πράξεων. Ειδικότερα δε αποδείχτηκε ότι τα όσα ο κατηγορούμενος διέλαβε στην από 14-10-2002 μήνυση του ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών για τους εκκαλούντες (πενθερό - πενθερά του) καλόπιστων πίστευε ως αληθή και με ουδόλως ήθελε η αποσκοπούσε στην προσβολή από τιμής και υπόληψης των εγκαλούντων. Επομένως ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί αθώος των αποδιδόμενων σε αυτόν αξιόποινων πράξεων ως στο διατακτικό".
Με τις παραδοχές της όμως αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση, περιέλαβε ελλιπή αιτιολογία. Ειδικότερα, όπως προκύπτει απ' αυτήν, α) δεν αναφέρονται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και θεμελιώνουν τη μη συνδρομή της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως των άνω αξιοποίνων πράξεων, ούτε εξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν και σημειώνονται στα πρακτικά δεν επαρκούν για την κατάφαση της ενοχής του κατηγορουμένου, β) ενώ η αιτιολογία αναφέρεται στην από 14-10-2002 μήνυση του κατηγορουμένου, δεχθέν το δικαστήριο ότι όσα ο κατηγορούμενος διέλαβε σε αυτή καλοπίστως πίστευε ως αληθή και δεν αποσκοπούσε ούτε απέβλεπε να βλάψει καθοιονδήποτε τρόπο την τιμή και την υπόληψη των τότε εγκαλουμένων πεθερού και πεθεράς του, τελικά το δικαστήριο, στο διατακτικό του, αθώωσε τον κατηγορούμενο και των πράξεων της ψευδούς καταμηνύσεως, της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατ' εξακολούθηση και όσον αφορά τα περιστατικά που περιελήφθησαν και στις από 5-12-2002 και από 29-1-2003 ένορκες βεβαιώσεις του ως μάρτυρα στον Πταισματοδίκη Χαλανδρίου, για τα οποία ουδεμία αιτιολογία υπάρχει, γ) δεν διευκρινίζει αν τα περιληφθέντα, τόσο στην από 14-10-2002 μήνυση του κατηγορουμένου, όσο και στις από 23-10-2002, από 5-12-2003 και από 29-1-2003 ένορκες καταθέσεις του στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών η πρώτη και στον Πταισματοδίκη Χαλανδρίου οι λοιπές, ήταν αληθή ή ψευδή. Ήτοι είναι βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ ΚΠοινΔ σχετικός πρώτος λόγος αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Προσθέτως, ενώ το δικαστήριο, αθώωσε τον κατηγορούμενο και για τη πράξη της συκοφαντικής δυσφημήσεως κατ' εξακολούθηση, δεν ερεύνησε επικουρικά, όπως όφειλε αυτεπαγγέλτως, (αν δεν αποδεικνύετο ότι το δυσφημιστικό γεγονός είναι ψευδές), αν στοιχειοθετείται το έγκλημα της απλής δυσφημήσεως του άρθρου 362 του ΠΚ και στην περίπτωση που δεν στοιχειοθετείτο και αυτό, δεν ερεύνησε, κατ' άρθρο 366 παρ. 3 του ΠΚ, αν υπήρχε σκοπός εξυβρίσεως και στοιχειοθετείται απλή εξύβριση του άρθρου 361 ΠΚ, ζητήματα για τα οποία ουδεμία αιτιολογία υπάρχει. Άρα, το δικαστήριο, υπέπεσε σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας, κατά το δεύτερο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ, βάσιμο λόγο της αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Μετά ταύτα, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 6603/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως αυτήν.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2009.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ