Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Ποινής μετατροπή.
Περίληψη:
Αίτηση για μετατροπή ποινής φυλακίσεως τεσσάρων (4) ετών που έχει επιβληθεί τελεσίδικα, κατ' εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 16 του Ν.3727/2009. Απόρριψη αιτήσεως μετατροπής. Δεν υπόκειται η απόφαση σε αναίρεση. Απόρριψη αιτήσεως ως απαράδεκτη.
Αριθμός 1459/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή, Γεώργιο Μπατζαλέξη και Χριστόφορο Κοσμίδη, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 27 Απριλίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 167-168/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, που δεν παρέστη στο συμβούλιο. Το Μικτό ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση της απόφασης αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 2 Νοεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1576/09.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Μαύρος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Τσάγγα, με αριθμό 89/1.3.10, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: Εισάγω την υπ' αριθμ. 4/2-11-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ και της Χ1, 44 ετών, κατοίκου ... και συγκεκριμένα κατοίκου ... της Επαρχίας ..., που ασκήθηκε μέσω του πληρεξουσίου του Δικηγόρου Ηλία Ευαγγέλου Σουρουρογιάννη, κατοίκου ..., με Α.Μ. του Δ.Σ...., δυνάμει της από 20-10-2009 εξουσιοδοτήσεως, κατά της υπ' αριθμ. 167-168/18-9-2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε η από 9-6-2009 αίτησή του που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν. 3727/18-12-2008 προς το ανωτέρω Δικαστήριο με αίτημα την μετατροπή σε χρηματική ποινή της ποινής φυλακίσεως των τεσσάρων (4) ετών, η οποία του επιβλήθηκε με την υπ' αριθμ. 97-102/3-4-2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης για την πράξη της καταχρήσεως σε ασέλγεια (άρθρο 338 παρ.1) για την οποία κηρύχθηκε αμετακλήτως ένοχος με την ως άνω απόφαση με τα ελαφρυντικά του προηγούμενου έντιμου βίου και του ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (άρθρο 84 παρ.2 (α) και (ε) του ΠΚ), αιτούμενος να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ' αριθμ. 167-168/18-9-2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης λόγω ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρο 510 παρ.1Δ ΚΠΔ), προκειμένου να συζητηθεί εκ νέου από το ίδιο δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές η από 9-6-2009 αίτησή του για μετατροπή σε χρηματική ποινή της ποινής φυλακίσεως των τεσσάρων (4) ετών που του επιβλήθηκε με την υπ' αριθμ. 97-102/3-4-2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Εν προκειμένω όπως προκύπτει από την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του Ν. 3727/18-12-2008 όπως αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του ανωτέρω άρθρου με την παράγραφο 2 του άρθρου 14 του Ν 3772/10-7-2009, η οποία αντικατάσταση ισχύει όπως ρητά ορίζεται από τον χρόνο που ίσχυσε η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του Ν. 3727/18-12-2008 (άρθρο 2 παρ.1 Π.Κ.), δηλαδή από τις 18 Δεκεμβρίου του έτους 2008, ο καταδικασθείς είτε πρωτοδίκως είτε τελεσιδίκως σε ποινή φυλακίσεως ή καθείρξεως μέχρι και πέντε (5) έτη, έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο που του επέβαλε ποινή σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα να μετατραπεί σε χρηματική ποινή και σε περίπτωση που δεν γίνει δεκτό το εν λόγω αίτημά μου, μπορεί να επανέλθει με δεύτερη αίτηση μετά πάροδο έξι (6) μηνών από την απόρριψη της πρώτης. Με βάση τα ανωτέρω εκτεθέντα συνάγεται σαφέστατα ότι ο καταδικασθείς σε περίπτωση που απορριφθεί το αίτημά του για μετατροπή της επιβληθείσης στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ποινή, μπορεί να επανέλθει με νέα αίτησή του μετά παρέλευση έξι (6) μηνών από την απόρριψη της πρώτης αιτήσεως, η οποία εξετάζεται σε κάθε περίπτωση είτε πρόκειται για πρώτη είτε για δεύτερη κ.λ.π. αίτηση σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 145 παρ.1 και 2 του Κ.Π.Δ. που εφαρμόζεται εν προκειμένω αναλόγως αφού πρόκειται εν τοις πράγμασι περί αιτήσεως για διόρθωση αποφάσεως. Επομένως δεν συγχωρείται σε αυτόν (καταδικασθέντα) να ασκήσει οποιοδήποτε ένδικο μέσο κατά της αποφάσεως που απέρριψε σχετικό αίτημά του. Οπωσδήποτε δεν συγχωρείται αίτηση αναιρέσεως κατά αποφάσεως που απορρίπτει αίτημα περί μετατροπής επιβληθείσης στερητικής της ελευθερίας ποινής έως και πέντε (5) έτη σε χρηματική, αφενός διότι δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ.1 του Ν. 3727/18-12-2008 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ.2 του Ν. 3772/10-7-2009, αφετέρου δε διότι δεν υφίσταται έρεισμα σε οποιαδήποτε από τις διατάξεις του άρθρου 504 Κ.Π.Δ. Μόνο στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου παρέχεται η δυνατότητα ασκήσεως αναιρέσεως κατά τέτοιας αποφάσεως σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 505 Κ.Π.Δ. και μέσα στη προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 479 και με τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 510 Κ.Π.Δ., πράγμα για το οποίο δεν πρόκειται εν προκειμένω. Ως εκ τούτου η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως εφόσον στρέφεται κατά αποφάσεως για την οποία δεν προβλέπεται από το νόμο, πρέπει κατ' εφαρμογή του άρθρου 476 παρ.1 Κ.Π.Δ. να απορριφθεί κηρυσσομένη απαράδεκτη και να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα ο αναιρεσείων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΡΟΤΕΙΝΩ:
1) Να κηρυχθεί απαράδεκτη η υπ' αριθμ. 4/2-11-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ και της Χ1, 44 ετών, κατοίκου ... και συγκεκριμένα κατοίκου ...της Επαρχίας ... , οδός ...), κατά της υπ' αριθμ. 167-168/18-9-2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε η από 9-6-2009 αίτησή του για μετατροπή της επιβληθείσης με την υπ' αριθμ. 97-102/3-4-2009 απόφαση ιδίου ως άνω δικαστηρίου στερητικής της ελευθερίας ποινής των τεσσάρων (4) ετών σε χρηματική ποινή για την πράξη της καταχρήσεως σε ασελγείς για την οποία έχει καταδικασθεί αμετακλήτως με την ως άνω απόφαση διότι δεν προβλέπεται από τον νόμο.
2) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος. Αθήνα 15/1/2010
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Τσάγγας".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το αρ. 504 παρ. 1 ΚΠΔ όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη (αρ. 370). Η απόφαση όμως με την οποία το δικαστήριο αποφαίνεται για τη μετατροπή ή μη της ποινής του επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο μετά την κήρυξη της ενοχής του, είτε εκδίδεται στην ίδια δίκη είτε σε μεταγενέστερη κατόπιν αιτήσεως του κατηγορουμένου ή του εισαγγελέα, σύμφωνα με το άρ. 82 παρ. 13 ΠΚ, όπως συμπληρώθηκε με το άρ. 2 παρ. 2 του Ν. 2479/1997, δεν είναι τελειωτική επί της κατηγορίας, ούτε υπάγεται σε κάποια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται περιοριστικά στις παρ. 2 και 3 του άρ. 504 ΚΠΔ, ή σε άλλη ειδική διάταξη νόμου που επιτρέπει την αναίρεση. Εξάλλου, με το άρθρο 14 2 του Ν. 3772/2009, που δημοσιεύθηκε στις 10-7-2009 και από τότε ισχύει, ορίζονται τα ακόλουθα: Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 3727/2008 (ΦΕΚ 257 Α') αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής: "Η στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία έχει καταγνωσθεί ή καταγιγνώσκεται εντός εννέα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος και δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, συμπεριλαμβανομένης και της πενταετούς κάθειρξης, μετατρέπεται, με αίτηση του καταδικασθέντος, σε χρηματική. Η προθεσμία για την άσκηση τυχόν προβλεπομένων κατά της καταδικαστικής αποφάσεως ενδίκων μέσων αναστέλλεται κατά το διάστημα από της υποβολής της ανωτέρω αιτήσεως μέχρι της εκδόσεως αποφάσεως του δικαστηρίου περί της μετατροπής ή μη της ποινής. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, το τυχόν ένδικο μέσο κατά της καταδικαστικής αποφάσεως θεωρείται ως μη ασκηθέν. Δεύτερη αίτηση επιτρέπεται μετά την πάροδο έξι μηνών από την απόρριψη της πρώτης". Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη από 2-11-2009 ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (αρ. 4/2009) αίτησή του ο αναιρεσείων, Χ, στρέφεται κατά της υπ' αριθ. 167-168/18-9-2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε η από 9-6-2009 αίτηση του που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν. 3727/18-12-2008 προς το ανωτέρω Δικαστήριο με αίτημα την μετατροπή σε χρηματική ποινή της ποινής φυλακίσεως των τεσσάρων (4) ετών, η οποία του επιβλήθηκε με την υπ' αριθμ. 97-102/3-4-2009 απόφαση του (Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης) για την πράξη της καταχρήσεως σε ασέλγεια (άρθρο 338 παρ. 1 ΠΚ) για την οποία κηρύχθηκε αμετακλήτως ένοχος με την ως άνω απόφαση με τα ελαφρυντικά του προηγούμενου έντιμου βίου και του ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (άρθρο 84 παρ.2 (α) και (ε) του ΠΚ) και ζητεί την αναίρεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως και την παραπομπή της υποθέσεως για νέα συζήτηση στο δικάσαν Δικαστήριο με σκοπό να γίνει αυτή (αίτηση) δεκτή. Όμως, δεν συγχωρείται σε αυτόν (καταδικασθέντα) να ασκήσει οποιοδήποτε ένδικο μέσο κατά της αποφάσεως που απέρριψε το άνω αίτημά του. Οπωσδήποτε δε, δεν συγχωρείται αίτηση αναιρέσεως κατά αποφάσεως που απορρίπτει αίτημα περί μετατροπής επιβληθείσης στερητικής της ελευθερίας ποινής έως και πέντε (5) έτη σε χρηματική, αφενός διότι δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ.1 του Ν. 3727/18-12-2008 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ.2 του Ν. 3772/10-7 2009, αφετέρου, διότι δεν υφίσταται έρεισμα σε οποιαδήποτε από τις διατάξεις του άρθρου 504 Κ.Π.Δ.
Μόνο στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου παρέχεται η δυνατότητα ασκήσεως αναιρέσεως κατά τέτοιας αποφάσεως σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 505 Κ.Π.Δ. και μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 479 και με τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 510 Κ.Π.Δ., πράγμα για το οποίο δεν πρόκειται εν προκειμένω.
Ως εκ τούτου η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως εφόσον στρέφεται κατά αποφάσεως για την οποία δεν προβλέπεται από το νόμο, πρέπει κατ' εφαρμογή του άρθρου 476 παρ.1 Κ.Π.Δ. αφού ειδοποιήθηκε προς τούτο ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αιτούντος, σύμφωνα με την, επί του φακέλλου της δικογραφίας, σχετική επισημείωση του γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού, να απορριφθεί ως απαράδεκτη η αίτηση και να καταδικασθεί ο αιτών στα δικαστικά έξοδα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2 Νοεμβρίου 2009 αίτηση του Χ, για αναίρεση της 167-168/2009 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντ5α στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζει σε διακόσια είκοσι (220) ΕΥΡΩ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιουνίου 2010. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26 Ιουλίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ