Θέμα
Αναιρέσεως απόρριψη, Κατηγορούμενος, Έξοδα.
Περίληψη:
Παράσταση μετά ή δια συνηγόρου στον Αρειο Πάγο. Δεν χωρεί αυτοπρόσωπη
παράσταση μη δικηγόρου. Απορρίπτει αναίρεση κατηγορουμένου λόγω μη
εμφανίσεώς του παρά τη νόμιμη κλήτευσή του. Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα
έξοδα της ποινικής διαδικασίας.
Αριθμός 1880/2017
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα - Εισηγητή, Μαρία Γκανιάτσου και Μαρία Παπασωτηρίου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Οκτωβρίου 2017, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Αριστέας Θεοδόση (κωλυομένης της Εισαγγελέως) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ. Τ. του Α., κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο ακροατήριο, για αναίρεση της 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημ/κείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, ζητάει την αναίρεση της αποφάσεως αυτής για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Απριλίου 2017 αίτησή του, που καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με αριθμό ...17.
Αφού άκουσε
Την Αντεισαγγελέα που πρότεινε να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η προκείμενη αίτηση.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 513 παρ.1 εδ. γ’ του Κ.Ποιν.Δ., που αναφέρεται στη διαδικασία συζητήσεως της αναιρέσεως στον Άρειο Πάγο, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους στο ακροατήριο του δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Η κλήση αυτή γίνεται με επίδοση σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166, ενώ, κατά την παρ. 3 εδ. α’ του ίδιου άρθρου (513 ΚΠοινΔ), οι διάδικοι παρίστανται στη συζήτηση με συνήγορο. Δηλαδή, ο αναιρεσείων κατηγορούμενος παρίσταται στη συζήτηση με συνήγορο, που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 96 περ. α’ του ίδιου Κώδικα με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά της συνεδριάσεως ή εκπροσωπείται από συνήγορο που έχει διοριστεί με έγγραφη δήλωση κατά τις διατυπώσεις του άρθρου 42 παρ. 2 εδ. β’ και γ’ του Κ.Ποιν.Δ.. Ο διορισμός παρέχει στο συνήγορο την εξουσία να εκπροσωπεί το διάδικο σε όλες τις διαδικαστικές πράξεις που αφορούν τη συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, εκτός αν η πληρεξουσιότητα παρέχεται για ορισμένες μόνον από τις πράξεις αυτές. Τέλος, όπως προκύπτει από το άρθρο 514 εδ. α’ του Κ.Ποιν.Δ., αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ο αναιρεσείων δεν παρασταθεί με συνήγορο ή δεν εκπροσωπηθεί από συνήγορο, νομίμως εξουσιοδοτημένο προς τούτο, ή αν παρασταθεί αυτοπροσώπως, χωρίς ο ίδιος να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, γραμμένου σε οιοδήποτε Δικηγορικό Σύλλογο της χώρας ή άλλης χώρας της Ε.Ε., θεωρείται μη προσήκουσα η παράστασή του και ως μη εμφανιζόμενος, εφόσον δε αυτός κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, η αίτησή του απορρίπτεται. Εξάλλου, αυτεπάγγελτος ή κατόπιν αιτήσεως διορισμός συνηγόρου στον αναιρεσείοντα που εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου και αν ακόμη αφορά η υπόθεση κακούργημα, για οιοδήποτε λόγο, όπως λόγω οικονομικής αδυναμίας του αναιρεσείοντος να διορίσει δικηγόρο της αρεσκείας του, δεν προβλέπεται στην ακυρωτική διαδικασία στον Άρειο Πάγο, ούτε παραβιάζεται το άρθρο 6 παρ. 3 της ΕΣΔΑ ή το άρθρο 20 Συντάγματος εκ του μη αυτεπάγγελτου διορισμού συνηγόρου και εκ του ότι δεν επιτρέπεται αυτοπρόσωπη εμφάνιση και παράσταση από αναιρεσείοντα κατηγορούμενο μη δικηγόρο, διότι στον Άρειο Πάγο εξετάζονται μόνο νομικά ζητήματα και όχι η ουσία των υποθέσεων. Άλλωστε, έχει θεσμοθετηθεί από την Ελληνική πολιτεία, στο πλαίσιο των αρχών της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 6 και 7 του Ν. 3226/2004, διαδικασία διορισμού συνηγόρου και στον Άρειο Πάγο, προ της δικασίμου και όχι επί της έδρας, από κατάσταση του Δικηγορικού Συλλόγου, κατόπιν απλής, χωρίς τη μεσολάβηση δικηγόρου, αιτήσεως του ενδιαφερομένου αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, απευθυνόμενης προς τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, για πολίτες χαμηλού εισοδήματος, που δεν διαθέτουν τα μέσα να πληρώσουν συνήγορο για να παραστούν στον Άρειο Πάγο, υποβαλλόμενη 15 ημέρες προ της δίκης, αν έχουν καταδικασθεί με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον 12 μηνών. Έτσι, η ως άνω επιβαλλόμενη από τον νομοθέτη υποχρέωση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου να παρίσταται στον Άρειο Πάγο με ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου δεν είναι υπέρμετρη, διασφαλίζει την ορθή λειτουργία της δικαιοσύνης στο ανώτατο αυτό επίπεδο αναιρετικού ελέγχου των αποφάσεων και δεν παρεμποδίζει την ελεύθερη πρόσβαση του κατηγορουμένου στον Άρειο Πάγο (βλ. και Ολ. Α.Π. 2/2008), ως εκ τούτου, δε, δεν αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 3 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), οι οποίες εξασφαλίζουν σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, η δε τελευταία και το συνακόλουθο δικαίωμα να δικάζεται τούτο δίκαια, δημόσια και αμερόληπτα, αφού από τις τελευταίες υπερνομοθετικές διατάξεις δεν κωλύεται ο κοινός νομοθέτης να θέτει όρους και περιορισμούς υπό τους οποίους ασκείται το υπό των διατάξεων αυτών κατοχυρούμενο δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας, αρκεί οι περιορισμοί αυτοί να μην περιστέλλουν την δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια, με τέτοιο τρόπο ή σε τέτοιο βαθμό, ώστε το άνω δικαίωμα να προσβάλλεται στον ίδιο τον πυρήνα του. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το υπό ημερομηνία 18 Αυγούστου 2017 αποδεικτικό επιδόσεως προς τον αναιρεσείοντα του επιμελητή δικαστηρίων της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου Λ. Χ. και από το υπό ημερομηνία 4 Σεπτεμβρίου 2017 αποδεικτικό επιδόσεως του ίδιου επιμελητή προς τον αντίκλητο δικηγόρο του αναιρεσείοντος Α. Δ., ο αναιρεσείων κλητεύθηκε από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. ...10-7-2017 κλήση της, νόμιμα και εμπρόθεσμα κατά τα άρθρα 155 παρ. 2 εδ. β’ και δ’ και 166 του Κ.Ποιν.Δ., για να εμφανισθεί στη συνεδρίαση που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής κατά τη συζήτηση της κατωτέρω μνημονευομένης αιτήσεώς του, πλην όμως αυτός δεν εμφανίστηκε προσηκόντως μετά δικηγόρου κατ’ αυτήν και την εκφώνηση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατά συνέπεια, αφού ο αναιρεσείων δεν εμφανίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου μετά ή διά συνηγόρου και ο ίδιος δεν έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, η υπό κρίση αίτησή του περί αναιρέσεως της υπ’ αριθ. 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, καθώς και οι συνεκδικαζόμενοι από 24-9-2017 πρόσθετοι λόγοι αυτής (κατατεθέντες αρμοδίως στις 28-9-2017), πρέπει να απορριφθούν, λόγω μη προσήκουσας παραστάσεώς του και μη εμφανίσεώς του κατά τη συζήτησή τους και να επιβληθούν σ’ αυτόν τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 1-6-2017 δήλωση - αίτηση αναιρέσεως του Χ. Τ. του Α. και της Α., κατοίκου ..., που επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 6-6-2017, καθώς και τους από 24-9-2017 πρόσθετους λόγους αναιρέσεως που κατατέθηκαν στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 28-9-2017, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 13208/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Νοεμβρίου 2017.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Νοεμβρίου 2017.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ