Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ψευδής υπεύθυνη δήλωση.
Περίληψη:
Αιτιολογημένη καταδίκη της κατηγορουμένης για υποβολή προς ΝΠΔΔ και, μέσω αυτού, προς τον ΑΣΕΠ ψευδούς υπεύθυνης δηλώσεως ότι είχε εργασθεί, για κάποιο διάστημα, σε επιχείρηση, στην οποία, όμως, δεν είχε εργασθεί. Στοιχεία εγκλήματος. Ως εκ περισσού το Δικαστήριο απάντησε αιτιολογημένα σε αρνητικούς της κατηγορίας ισχυρισμούς. Το Δικαστήριο δεν προέβη σε επιλεκτική αξιολόγηση αποδεικτικών μέσων, δεν είχε δε υποχρέωση να προβεί σε συσχέτιση αυτών μεταξύ τους. Απόρριψη αιτήσεως
ΑΡΙΘΜΟΣ 290/2015
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή, Χρυσούλα Παρασκευά (σύμφωνα με την υπ' αριθμό 48/2015 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου), κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Πάνου Πετρόπουλου και Βασίλειο Καπελούζο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίου Παρασκευαΐδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Λ. Π. του Φ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Θεοχάρη Δαλακούρα, περί αναιρέσεως της 357/2014 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θράκης. Το Τριμελές Εφετείο Θράκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 17 Ιουνίου 2014 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 624/2014.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του ν. 1599/1986 "σχέσεις κράτους- πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις", γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6, μπορεί ν` αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου που συντάσσεται σε ειδικό σφραγιστό χαρτί αξίας 100 δραχμών". Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 6 εδ. α του ίδιου νόμου, "όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών". Από τις διατάξεις αυτές, σαφώς συνάγεται ότι για την αντικειμενική υπόσταση του από την τελευταία προβλεπόμενου εγκλήματος απαιτείται: 1) δήλωση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή άρνηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, τα οποία δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριο (όχι δε μόνο γεγονότων που αφορούν προσωπικά στοιχεία του δηλούντος), 2) η δήλωση αυτή να έχει συνταχθεί επί του προβλεπόμενου ειδικού χαρτιού και 3) η ψευδής έγγραφη υπεύθυνη δήλωση να απευθύνεται, δηλαδή να υποβάλλεται, σε αρχή ή υπηρεσία του δημόσιου τομέα, για την υποκειμενική δε θεμελίωσή του, γνώση με την έννοια της βεβαιότητας (πλήρης γνώση - επίγνωση) των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και τη θέληση τελέσεως της πράξεως, η οποία φέρει στην πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως αυτού. Ως αρχή νοείται το όργανο του Κράτους, το οποίο ασκεί, κατ' ιδίαν αυτού ελεύθερη κρίση, σε ορισμένο κύκλο κρατική εξουσία, προβλεπόμενη από τους οργανικούς αυτού νόμους.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεώς της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ' αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η τέλεση της πράξεως εν γνώσει ορισμένου περιστατικού (άμεσος δόλος) ή επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού, επελεύσεως, δηλαδή, ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση). Το τελευταίο συμβαίνει και στο έγκλημα της υποβολής ψευδούς υπεύθυνης δηλώσεως, που προβλέπεται από τα άρθρα 8 παρ. 1 και 22 παρ. 6 του ν. 1599/1986, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του οποίου απαιτείται άμεσος δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση ότι η υπεύθυνη δήλωση είναι ψευδής. Η ύπαρξη τέτοιου δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς στην καταδικαστική απόφαση, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη γνώση αυτή, διαφορετικά η απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης, κατά την ανωτέρω έννοια, αιτιολογίας. Υπάρχει, όμως, και στις περιπτώσεις αυτές η εν λόγω αιτιολογία, όταν, σύμφωνα με τις παραδοχές της αποφάσεως, ο σχετικός με το ψευδές γεγονός ισχυρισμός του δράστη θεμελιώνεται σε προσωπική πεποίθηση ή αντίληψη του ίδιου ή σε δική του πράξη ή παράλειψη, οπότε είναι αυτονόητη η σχετική γνώση του δράστη, χωρίς να απαιτείται παράθεση άλλων, σχετικών με τη γνώση, περιστατικών. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ' είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα, εντεύθεν και δεν αποτελεί λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των μαρτυρικών καταθέσεων, η παράλειψη αξιολογήσεως και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 357/2014 απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Θράκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχη την αναιρεσείουσα ψευδούς υπεύθυνης δηλώσεως, με τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου και του ότι συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη της, και την καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως τριών (3) μηνών, ανασταλείσα. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: " ... αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το ΝΠΔΔ με την επωνυμία "ΠΑΙΔΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΔΗΜΟΥ ΘΑΣΟΥ" προκειμένου να καλύψει για τις ανάγκες του μία (1) θέση βοηθού βρεφοκόμου - παιδοκόμου, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με σειρά προτεραιότητας και με τη διαδικασία του ΑΣΕΠ, δημοσίευσε στο ΦΕΚ (τεύχος προκηρύξεων ΑΣΕΠ) και με αριθμό φύλλου 532/31-8-2006, την με αριθμό 1/609 Μ/2006 προκήρυξη πλήρωσης θέσεων μόνιμου προσωπικού. Για την αξιολόγηση των υποψηφίων, την τήρηση της διαδικασίας και την κατάρτιση των πινάκων προτεραιότητας και επιτυχίας, σύμφωνα με την 88/11-7-2006 απόφαση του Προέδρου του παραπάνω ΝΠΔΔ συγκροτήθηκε τριμελής επιτροπή αξιολόγησης, αποτελούμενη από τη Μ. Π., πρόεδρο του παραπάνω ΝΠΔΔ, Ε. Λ., προϊσταμένη Διοικητικού του Δήμου Θάσου και Ε. Ζ., υπάλληλο του Κ.Ε.Π Δήμου Θάσου. Αιτήσεις συμμετοχής, σύμφωνα με την παραπάνω προκήρυξη και τους όρους της, υπέβαλαν, νόμιμα και εμπρόθεσμα τόσο η μηνύτρια, Π. Δ. του Ν., όσον και η κατηγορουμένη. Επί της προκηρύξεως αυτής, καταρτίσθηκε από την ως άνω επιτροπή αξιολόγησης πίνακας διοριστέας και τεσσάρων (4) επιλαχόντων, με τον οποίο και με βάση τη βαθμολογία, θεώρησε διοριστέα (και πρώτη επιτυχούσα) την κατηγορουμένη και πρώτη επιλαχούσα τη μηνύτρια, με διαφορά βαθμολογίας από τη διοριστέα κατηγορουμένη 11 βαθμούς. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον παραπάνω πίνακα η κατηγορουμένη συγκέντρωσε συνολικά 1.060,50 βαθμούς και η μηνύτρια 1.049,50 βαθμούς. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι η κατηγορουμένη, υπέβαλε προς το προαναφερθέν ΝΠΔΔ και μέσω αυτού προς το ΑΣΕΠ, μαζί με την αίτηση και τα λοιπά δικαιολογητικά έγγραφα για τη συμμετοχή της στην ως άνω προκήρυξη και την από 11-5-2007 υπεύθυνη δήλωση, την οποία συνέταξε και υπέγραφε η ίδια και στην οποία, εκτός των άλλων, δήλωσε επί λέξει τα κάτωθι: "β) εργάστηκα στην επιχείρηση "ΝΗΠΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΠΕ" ως βοηθός βρεφονηπιοκόμος από 2-10-2006 έως 28-2-2007 στη Θεσσαλονίκη....". Πλην όμως τα ανωτέρω ήταν ψευδή, διότι η κατηγορουμένη, το παραπάνω χρονικό διάστημα, διέμενε στη Θάσο και απασχολείτο στον παιδικό σταθμό του Δήμου Θάσου στο Λιμένα Θάσου, έχοντας προσληφθεί από το Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων του βρεφονηπιακού σταθμού, προσφέροντας τις υπηρεσίες της ως βοηθός νηπιαγωγού από τις 9 το πρωί μέχρι τις 3 το απόγευμα καθημερινά. Ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα εργαζόταν ταυτόχρονα και στην επιχείρηση "ΝΗΠΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΠΕ", που βρίσκεται στο Ασβεστοχώρι Θεσ/νίκης, ως βοηθός βρεφονηπιοκόμος, έχοντας ως αντικείμενο τη σύνταξη των ημερησίων προγραμμάτων του σταθμού και των προγραμμάτων εορτών, εργασία την οποία διεκπεραίωνε από απόσταση, χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία της στο χώρο της παραπάνω επιχείρησης, δεν κρίνεται πειστικός. Και τούτο διότι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης αυτής δεν είχε κανένα λόγο να αναθέσει στην κατηγορουμένη την παραπάνω εργασία την οποία το λογικό θα ήταν να την κάνουν οι απασχολούμενοι στον παιδικό σταθμό παιδαγωγοί που θα υλοποιούσαν και τα σχετικά προγράμματα. Εξάλλου δεν μπορεί να γίνει πιστευτό αυτό που η κατηγορουμένη ισχυρίζεται ότι δηλαδή κάθε Σαββατοκύριακο μετέβαινε από τη Θάσο στη Θεσ/νίκη όπου συναντιόταν με την ιδιοκτήτρια του παιδικού σταθμού για να βγάλουν μαζί τα εβδομαδιαία προγράμματα, γιατί κάτι τέτοιο οπωσδήποτε θα ήταν οικονομικά ασύμφορο γι' αυτήν. Εξάλλου από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι η κατηγορουμένη διέθετε ειδικές γνώσεις ή σχετική εμπειρία για τη σύνταξη προγραμμάτων, ώστε να δικαιολογείται η επιλογή της έναντι άλλων παλαιοτέρων συναδέλφων της, που μάλιστα θα είχαν και τη δυνατότητα ταυτόχρονης υλοποίησης των συντασσομένων προγραμμάτων. Επομένως η κατηγορουμένη πρέπει να κηρυχθεί ένοχη της πράξης της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης που της αποδίδεται με το κατηγορητήριο, κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό".
Με αυτά που δέχθηκε, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος της ψευδούς υπεύθυνης δηλώσεως, για το οποίο καταδικάσθηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 8 και 22 παρ. 6 του ν. 1599/1986, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή, δηλαδή, ή αντιφατική αιτιολογία. Οι μερικότερες αντίθετες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας είναι αβάσιμες, αφού: α) Σαφώς δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο ότι η ένδικη υπεύθυνη δήλωση ήταν ψευδής, γιατί η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, διέμενε στη Θάσο και απασχολείτο στον παιδικό σταθμό του Δήμου Θάσου. Οι ισχυρισμοί της δε ότι εργαζόταν ταυτοχρόνως και στην επιχείρηση "ΝΗΠΙΑΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΠΕ", που βρίσκεται στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, και ότι κάθε Σαββατοκύριακο μετέβαινε από τη Θάσο στη Θεσσαλονίκη, όπου συναντιόταν με την ιδιοκτήτρια του παιδικού σταθμού για να βγάλουν μαζί τα εβδομαδιαία προγράμματα, ήταν αρνητικοί της κατηγορίας και το Δικαστήριο δεν είχε την υποχρέωση να απαντήσει και, πολύ περισσότερο, να αιτιολογήσει την απόρριψή τους. Παρά ταύτα, ως εκ περισσού, τον απέρριψε με την ως άνω αιτιολογία. β) Δεν ήταν αναγκαία η παράθεση περαιτέρω αιτιολογίας ως προς το γιατί η υλοποίηση των προγραμμάτων θα ανετίθετο στους απασχολουμένους στον παιδικό σταθμό παιδαγωγούς και δεν υπήρχε λόγος να ανατεθεί στην αναιρεσείουσα η σύνταξη αυτών. γ) Ακόμη, δεν ήταν αναγκαίο το Δικαστήριο να αιτιολογήσει γιατί στην κρίση του δεν βάρυνε η απολογία της αναιρεσείουσας ως προς τους ισχυρισμούς περί μεταβάσεώς της από τη Θάσο στη Θεσσαλονίκη και ως προς τους οικονομικούς όρους της απασχολήσεώς της. δ) Δεν απαιτείτο η παράθεση περιστατικών, από τα οποία να προκύπτει ότι η σύνταξη των προγραμμάτων απαιτούσε ειδικές και όχι γενικές γνώσις, ούτε αν η αναιρεσείουσα είχε προηγούμενη εμπειρία σχετικώς ούτε αν παλαιότεροι συνάδελφοί της είχαν τη δυνατότητα να συντάσσουν και να υλοποιούν τα εν λόγω προγράμματα. ε) Το Τριμελές Εφετείο, για το σχηματισμό της κρίσεώς του, έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο προοίμιο του σκεπτικού (μαρτυρικές καταθέσεις, έγγραφα, απολογία) και δεν προέβη σε επιλεκτική αξιολόγηση ορισμένων από αυτά, δεν ήταν δε υποχρεωμένο να προβεί σε αξιολογική συσχέτιση αυτών μεταξύ τους. Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠοινΔ, μοναδικός λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμος. Οι, περιεχόμενες στο λόγο αυτό, αιτιάσεις περί εσφαλμένης εκτιμήσεως αποδεικτικών μέσων (απολογίας, εγγράφων, κ.λπ.) είναι απαράδεκτες, γιατί, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττουν την, αναιρετικά ανέλεγκτη, περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 17 Ιουνίου 2014 (με αριθ. πρωτ. 4123/2014) αίτηση (δήλωση) της Λ. Π. του Φ., για αναίρεση της 357/2014 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θράκης. Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαρτίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαρτίου 2015.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ