Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Πλαστογραφία, Υπεξαίρεση στην υπηρεσία, Συρροή εγκλημάτων.
Περίληψη:
Απόφαση καταδικαστική. Πράξεις: υπεξαίρεση στην υπηρεσία (υπάλληλος ΕΛΤΑ), απάτη, πλαστογραφία μετά χρήσεως, παραβάσεις ταχυδρομικών (όλες οι πράξεις σε βαθμό πλημμελήματος και κατ' εξακολούθηση). Λόγος αναιρέσεως η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Επιμέρους αιτιάσεις (ισχυρισμοί) που υπέβαλε κατά τη διαδικασία ότι δεν θεμελιώνεται το αδίκημα της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία, διότι τα ΕΛΤΑ δεν αποτελούν δημόσια υπηρεσία, ότι η απάτη απορροφάται από την υπεξαίρεση, ότι δεν υπάρχει απάτη, διότι η χρήση πλαστού απορροφάται από την πλαστογραφία, ότι έπρεπε να εφαρμοστούν τα άρθρα 379 § 2 ΠΚ και το 393 ΠΚ και ότι έπρεπε να χορηγηθούν ελαφρυντικά 84 § 2 περ. α΄, β΄ και δ΄ ΠΚ. Απόρριψη από το Δικαστήριο της ουσίας των ισχυρισμών αυτών ως αβασίμου. Παράπονα με αίτηση ως προς απόρριψη ισχυρισμών για έλλειψη αιτιολογίας. Αβάσιμος ο λόγος. Ειδικά, για τα εγκλήματα της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία και της απάτης, υπάρχει μεν φαινομένη συρροή, όταν αφορούν το αυτό υλικό αντικείμενο, αλλά εδώ η πρώτη αφορά τις κάρτες και η δεύτερη πράξη τα χρήματα, μεταξύ δε της απάτης και της πλαστογραφίας μετά χρήσεως υπάρχει αληθής συρροή, χωρίς εδώ να υπάρχει χρήση πλαστών εγγράφων για παραπλάνηση. Η ΠΚ 379, δεν εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση, ούτε η ΠΚ 393, ενώ για την απόρριψη του αιτήματος για χορήγηση ελαφρυντικών, το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει, διότι το αίτημα, με την αναφορά μόνο των διατάξεων του νόμου, χωρίς αναφορά πραγματικών περιστατικών, ήταν αόριστο. Απορρίπτει αίτηση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 576/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπου-λο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση
της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Ψ, κατοίκου..., που παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της Ιωάννα Λαγουμίδου, περί αναιρέσεως της 70/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Λαρίσης.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.", που εκπροσωπείται νόμιμα και εδρεύει στην ... και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Νεκταρία Μυγιάκη. Το Τριμελές Εφετείο Λάρισας, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Ιουλίου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1409/2008.
Αφού άκουσε Τις πληρεξούσιες δικηγόρους των ως άνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά μεν το άρθρο 248 του ΠΚ ταχυδρομικός υπάλληλος που παράνομα ανοίγει, υπεξάγει ή καταστρέφει επιστολή ή άλλο αντικείμενο εμπιστευόμενο στο ταχυδρομείο και που του είναι προσιτό λόγω της υπηρεσίας του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, κατά δε το άρθρο 258 του ίδιου Κώδικα υπάλληλος ο οποίος παράνομα ιδιοποιείται χρήματα ή άλλα κινητά πράγματα που τα έλαβε ή τα κατέχει λόγω αυτής της ιδιότητάς του, και αν ακόμα δεν ήταν αρμόδιος γι' αυτό, τιμωρείται: α) με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών, β) ..... Ουσιώδες στοιχείο για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία που συρρέει κατ' ιδέαν μετά της παραβάσεως ταχυδρομικού υπαλλήλου είναι η υπό του υπαλλήλου παράνομη ιδιοποίηση χρημάτων ή άλλων κινητών πραγμάτων που αυτός κατέχει λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητας. Ιδιοποίηση δε συνιστά κάθε πράξη εκδηλωτική της προθέσεως εκείνου που κατέχει τα παραπάνω πράγματα όπως τα ενσωματώσει αυτούσια ή μη στην δική του περιουσία. Ως υπάλληλοι για την εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 258 του Π.Κ., θεωρούνται σύμφωνα με το άρθρο 263 α του ίδιου Κώδικα, εκείνου που υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς δημοσίας ωφελείας που ανήκουν στο Κράτος υπό οποιαδήποτε μορφή και αν λειτουργούν και εξυπηρετούν με αποκλειστική ή προνομιακή εκμετάλλευση την προμήθεια ή την παροχή στο κοινό νερού, φωτισμού, θερμότητος ή τηλεπικοινωνίας ή άλλων αναλόγων αγαθών. Τέτοια επιχείρηση είναι κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ν.δ. 496/1970 και ο ΕΛΤΑ (Ελληνικά Ταχυδρομεία) που λειτουργεί υπό τη μορφή του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και στον οποίο ανατέθηκε η αποκλειστική εκμετάλλευση και ανάπτυξη της ταχυδρομικής υπηρεσίας. Επίσης, από τη διάταξη του άρθρου 386 παρ. 1 ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, όχι δε και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία ως παραγωγό αιτία, επέρχεται η παραπλάνηση του άλλου προσώπου και γ) βλάβη ξένης κατά το αστικό δίκαιο περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες και παραλείψεις του δράστη. Περαιτέρω, από το άρ. 216 παρ. 1 του ΠΚ συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της σε βαθμό πλημ/τος πλαστογραφίας, που τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών, απαιτείται αντικειμενικά μεν από την αρχή κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, που το εμφανίζει ότι καταρτίσθηκε από άλλο, ή νόθευση γνήσιου εγγράφου, δηλαδή αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικά δε δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση πραγμάτωσης των περιστατικών που απαρτίζουν την αντικειμενική του υπόσταση, και σκοπός του υπαίτιου να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού εγγράφου άλλον για γεγονός που έχει έννομες συνέπειες, ασχέτως αν επιτεύχθηκε ή όχι η παραπλάνηση. Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άνω άρ. 216 ΠΚ προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της χρήσης πλαστού εγγράφου, που όταν γίνεται από τον ίδιο τον πλαστογράφου αποτελεί συντιμωρητή υστέρα πράξη, και θεωρείται απλή επιβαρυντική περίπτωση, απαιτείται αντικειμενικά μεν η χρησιμοποίηση πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου, με οποιοδήποτε τρόπο, σύμφωνα με τον προορισμό του ή τον επιδιωκόμενο με αυτό σκοπό, υποκειμενικά δε δόλος, που συνίσταται στην ηθελημένη ενέργεια του δράστη και στη γνώση του ότι το έγγραφο που χρησιμοποίησε είναι πλαστό ή νοθευμένο, περαιτέρω δε και σκοπός του υπαιτίου (υπερχειλής δόλος) να παραπλανήσει με τη χρήση του εγγράφου αυτού άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στη δημιουργία, κατάργηση ή μεταβίβαση δικαιώματος που προστατεύεται από το νόμο, ασχέτως αν επιτεύχθηκε ή όχι η παραπλάνηση. Τέλος, "έγκλημα κατ' εξακολούθηση" είναι εκείνο που τελείται από το ίδιο πρόσωπο και απαρτίζεται από περισσότερες ομοειδείς πράξεις που απέχουν χρονικά μεταξύ τους και καθεμία από αυτές προσβάλλει το ίδιο έννομο αγαθό και περιέχουν πλήρη τα στοιχεία ενός και του αυτού εγκλήματος, συνδέονται δε μεταξύ τους με την ίδια απόφαση για την εκτέλεσή τους. Έτσι, το κατ' εξακολούθηση έγκλημα αποτελεί ιδιαίτερη μορφή (ομοειδούς) πραγματικής συρροής εγκλημάτων.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, η επιβαλλόμενη κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του. Τέτοιοι ισχυρισμοί είναι εκείνοι που προβάλλονται στο Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠοινΔ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή την άρση ή μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού, όπως είναι και ο ισχυρισμός για αναγνώριση στο πρόσωπο του κατηγορουμένου ελαφρυντικών περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Όταν, όμως, ο αυτοτελής ισχυρισμός δεν προβάλλεται παραδεκτά και κατά τρόπο πλήρη και ορισμένο ή ο φερόμενος ως αυτοτελής ισχυρισμός δεν είναι στην πραγματικότητα αυτοτελής, κατά την έννοια που προαναφέρθηκε, αλλά αρνητικός της κατηγορίας, το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, και μάλιστα ιδιαίτερα και αιτιολογημένα, αφού δεν υπάρχει υποχρέωση ιδιαίτερης απαντήσεως σε απαράδεκτο ισχυρισμό ή σε ισχυρισμό αρνητικό της κατηγορίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη 70/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, η αναιρεσείουσα κηρύχθηκε ένοχος υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, απάτης, πλαστογραφίας μετά χρήσεως και παραβάσεως των υποχρεώσεων των ταχυδρομικών υπαλλήλων, κατ' εξακολούθηση (όλες οι πράξεις) και της επιβλήθηκε συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαεπτά (17) μηνών, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη επί τριετία. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό, σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, κατά λέξη τα εξής: "η κατηγορουμένη στον τόπο και χρόνο που αναγράφεται στο διατακτικό με περισσότερες πράξεις τέλεσε περισσότερα αδικήματα. Ειδικότερα: στο ... και κατά το χρονικό διάστημα του μηνός Αυγούστου του 2002 μέχρι τον μήνα Μάρτιο 2003, με περισσότερες από μία πράξεις τέλεσε περισσότερα του ενός εγκλήματα τα οποία τιμωρούνται κατά το νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές και ειδικότερα:
Α. Όντας υπάλληλος με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος, ιδιοποιήθηκε παράνομα κινητά πράγματα που τα έλαβε και τα κατείχε λόγω αυτής της ιδιότητας της και συγκεκριμένα, ιδιοποιήθηκε παράνομα 13 συστημένα αντικείμενα με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες ιδιωτών. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του κεντρικού καταστήματος ΕΛ-ΤΑ ...υ που βρίσκεται στην οδό ..., κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα και ενώ είχαν περιέλθει κανονικά στην υπηρεσία των ΕΛ-ΤΑ ... συστημένες επιστολές με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες και όφειλε ως εκ της ιδιότητάς της να τις αποστείλει στους κατόχους αυτών προς επίδοση ή σε περίπτωση μη ανεύρεσης αυτών [κατόχων] να τις επιστρέψει στους αποστολείς [τράπεζες], η ανωτέρω κατηγορουμένη αφού τις τοποθετούσε στην τσάντα της προς το τέλος του ωραρίου τις άνοιγε καθ' οδόν και αφού παρακρατούσε το περιεχόμενό τους [πιστωτική κάρτα] και κατάστρεφε το φάκελο, στη συνέχεια χρησιμοποίησε αυτές πραγματοποιώντας αγορές από διάφορα καταστήματα του ... συνολικού ύψους 11.856,35 €, πλαστογραφώντας τις υπογραφές των κατόχων και φροντίζοντας στη συνέχεια να καταχωρηθεί στο βιβλίο που τηρούσε η υπηρεσία [ΕΛ-ΤΑ], η εγγραφή ότι αυτές επιστράφηκαν στους αποστολείς [τράπεζες] λόγω μη ανεύρεσης του παραλήπτη τους. Έτσι με τις παραπάνω ενέργειές της ιδιοποιήθηκε παράνομα τις πιστωτικές κάρτες των παρακάτω κατόχων χρεώνοντας αυτές με τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά. Ήτοι: 1) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εμπορικής Τράπεζας της Α1 με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 886,27 €, από τα καταστήματα ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, της Α2 Α., 2) την υπ' αριθμ. ... πιστωτικά κάρτα της τραπέζης CITIBANK του Α3 με την οποία πραγματοποίησε σε καταστήματα του ... αγορές ύψους 2360,73 €, 3) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας του Α4 με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 582 € στα καταστήματα ..., ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΕ, ΚΟΜΠΑΝΥ ΜΟΝ/ΠΗ ΕΠΕ ΚΑΙ FLESH, 4) την υπ' αριθμ. ... πιστωτικής κάρτας της Εθνικής Τράπεζας της ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 770,51 € στα καταστήματα ΚΟΜΠΑΝΥ ΜΟΝ/ΠΗ, ...ΥΠΟΔΗΜΑΤΑ, ...COOK SH, ..., CARREFOUR MARINOPOULOS KAI ΤΡΟΦΟ, 5) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας της ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 245 € στο κατάστημα ..., 6) την υπ' αριθμ. ...πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας του ...., με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 838,50 € στα καταστήματα ... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε., .... ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε., ... ΚΑΙ FLESH, 7) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της τράπεζας EUROBANK του .... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 1866,36 € στα καταστήματα Κ..., ..., ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ ΑΦΟΙ ΑΕΒΕ, ..., CARREFOUR MARINOPOULOS ΑΕ και ΤΡΟΦΟ, 8) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της ALPHA BANK της ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 923,28 € στα καταστήματα ... CARREFOUR MARINOPOYLOS ΑΕ ..., ΚΟΥ-ΚΟΥ, BEAUTI SHOP, MARKS KAI SPENCER, EPOIKA KAI ..., 9) την υπ' αρίθμ. ...πιστωτική κάρτα της ALPHA BANK ΤΗΣ ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 306.80 € στα καταστήματα ... και ΠΡΑΚΤΙΚΕΡ ΕΛΛΑΣ, 10) την υπ' αριθμ.... πιστωτική κάρτα της ALPHA BANK του Ν... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 910,50 € στα καταστήματα CARREFOUR, MARINOPOULOS ΑΕ, ..., AFI, ΤΡΟΦΟ Α.Ε., ΠΑΝΑΦΟΝ ΑΕΕ.Τ, ΕΜΠΟΡΙΚΟ-ΚΕΝΤΡΟ ΑΕ ΚΑΙ ... 11) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας της Π... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 957,27 € στα καταστήματα ΠΑΝΕΜΠΟΡΙΚΗ, ΧΟΝΤΟΣ ΣΕΝΤΕΡ, CARREFOUR MARINOPOULOS ΑΕ, FIGARO, EXPERT ..., 12) την υπ' αριθμ. ...πιστωτική κάρτα της Τράπεζας Κύπρου του ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 209,65 στα καταστήματα ... ΑΦΟΙ ΑΕΒΕ και TOP HAIR και 13) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Τράπεζας Πειραιώς του ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 966,48 € στα καταστήματα ..., ήτοι πραγματοποίησε αγορές συνολικού ύψους 11.856,35 € σε βάρος της περιουσίας, των ανωτέρω κατόχων των πιστωτικών καρτών τις οποίες [κάρτες] και ιδιοποιήθηκε παράνομα και που τις είχε λάβει ως εκ της ιδιότητας της αυτής, ως υπαλλήλου των ΕΛ-ΤΑ.
Β. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με σκοπό να αποκομίσει η ίδια παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον άλλον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών. Ειδικότερα έχοντας στην κατοχή της τις ανωτέρω πιστωτικές κάρτες των κατόχων που αναφέρονται στο υπό στοιχ. Α' του κατηγορητηρίου τις οποίες υπεξαίρεσε ως ανωτέρω υπό στοιχ. Α' ειδικότερα αναφέρεται, έκανε χρήση αυτών αφού μετέβη σε διάφορα καταστήματα του... και, παριστάνοντας ψευδώς στους υπεύθυνους των ανωτέρω καταστημάτων κατά περίπτωση ότι είναι κάτοχος πιστωτικής κάρτας, προέβη συνολικά σε αγορές ύψους 11.856,36 € πείθοντας τους να δεχθούν ως τρόπο συναλλαγής μέσω της πιστωτικής κάρτας, χρεώνοντας έτσι συναλλαγές στους λογαριασμούς των ανωτέρω υπό στοιχ. Α του παρόντος κατόχων των πιστωτικών καρτών ως ειδικότερα παραπάνω αναλυτικά περιγράφεται. Έπραξε δε τα παραπάνω, με σκοπό να αποκομίσει η ίδια παράνομο περιουσιακό όφελος, ζημιώνοντας αντίστοιχα και ισόποσα τις περιουσίες των υπό στοιχ. Α1 του παρόντος παθόντων.
Γ. με πρόθεση, δηλαδή θέλοντας την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης, με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος νόθευσε έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες και στη συνέχεια έκαμε χρήση του εγγράφου αυτού, Ειδικότερα έχοντα στην κατοχή της 13 πιστωτικές κάρτες τις οποίες είχε υπεξαιρέσει ως ανωτέρω υπό στοιχ. Α' περιγράφηκε, κατά την διαδικασία των συναλλαγών που πραγματοποίησε με αυτές [τις πιστωτικές κάρτες] σε καταστήματα όπως ανωτέρω περιγράφηκε, έθετε στις αποδείξεις λιανικής πώλησης που εξέδιδαν τα καταστήματα για τις αγορές που πραγματοποίησε, κατ' απομίμηση τις υπογραφές των κατόχων αυτών που αναφέρονται στο υπό στοιχ.-Α' στη θέση "αποδέχομαι την συναλλαγή" χωρίς να έχει την συναίνεσή τους προς τούτο με σκοπό να παραπλανήσει τους ανωτέρω υπευθύνους των καταστημάτων με, τους οποίους θα πραγματοποιούσε τις συναλλαγές σχετικά με το γεγονός ότι δήθεν είναι κάτοχος πιστωτικής κάρτας η οποία είχε εκδοθεί εγκύρως στο όνομά της και στη συνέχεια έκανε χρήση αυτής αφού ης παρέδιδε στους υπεύθυνους των καταστημάτων αυτών. Δ. στο ανωτέρω τόπο και χρονικό διάστημα με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος ενώ ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος, άνοιξε παράνομα επιστολή και συγκεκριμένα ενώ ήταν υπάλληλος των ΕΛ-ΤΑ ... και υπηρετούσε στο τμήμα συστημένων επιστολών, αφού παρέλαβε 13 συστημένες επιστολές με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες και ενώ όφειλε ως εκ της ιδιότητας της να τις αποστείλει στους κατόχους αυτών προς επίδοση ή σε περίπτωση μη ανεύρεσης [αυτών κατόχων] να επιστρέψει αυτές στους αποστολείς [τράπεζες] η ανωτέρω κατηγορουμένη αφού τις τοποθετούσε στην τσάντα της προς το τέλος του ωραρίου ης άνοιγε καθ'οδόν και αφού παρακρατούσε το περιεχόμενο τους [πιστωτική κάρτα] και πετούσε το φάκελο, στη συνέχεια χρησιμοποιούσε αυτές πραγματοποιώντας αγορές από διάφορα καταστήματα όπως παραπάνω αναλυτικότερα περιγράφηκε. Τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από τις σαφείς και πειστικές καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, των οποίων ιδιοποιήθηκε παράνομα τις αναφερόμενες ανωτέρω πιστωτικές κάρτες, χρεώνοντας αυτές με τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά. Με την πράξη αυτή ιδιοποιήθηκε συνολικά δεκατρείς πιστωτικές κάρτες και χρέωσε αυτές με αγορές συνολικού ύψους 11.856, 25 ευρώ. Τα περιστατικά δε αυτά δεν αποκρούονται με πειστικότητα από κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Αντίθετα ενισχύονται από τα έγγραφα που αναγνώστηκαν και ιδίως αντίγραφα των μηνιαίων λογαριασμών, αποδείξεις ταμειακής μηχανής, το πόρισμα της ΕΔΕ των ΕΛΤΑ, τα από 22-5-2003 έγγραφα των ΕΛΤΑ, ακυρώσεις πιστωτικών καρτών και αιτήσεις απαντήσεων συστημένων. Επίσης ενισχύονται και από την απολογία της κατηγορουμένης, η οποία ομολόγησε τις πράξεις της και ζητεί συγνώμη από τα ΕΛΤΑ. Ισχυρίζεται δε ότι προέβη στις πράξεις αυτές, επειδή ήταν σε άθλια οικονομική κατάσταση και ότι διέπραξε αυτές, επειδή το ίδιο είχαν κάνει και άλλοι υπάλληλοι των ΕΛΤΑ. Κατόπιν τούτων πρέπει να κηρυχθεί ένοχη των ως άνω πράξεων και να απορριφθούν οι ισχυρισμοί της περί μη συνδρομής του αδικήματος της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία καθόσον τα ΕΛΤΑ δεν αποτελούν δημόσια υπηρεσία, αλλά ΑΕ. Ας σημειωθεί ότι μεταξύ των επιχειρήσεων της παρ, 1 του αρθ. 263 α' του ΠΚ. Συγκαταλέγονται και τα ΕΛΤΑ, τα οποία λειτουργούν υπό τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και στα οποία ανατέθηκε η αποκλειστική εκμετάλλευση και ανάπτυξη της ταχυδρομικής υπηρεσίας, (βλ. Συμβ. ΑΠ 35/1488 Ποιν. Χρ. ΛΗ 449). Ομοίως πρέπει να σημειωθεί ότι η υπεξαίρεση και η απάτη συρρέουν αληθώς (Ολ. ΑΠ 10931199 Ελλ. Δικ. 32.1168), όπως συρρέουν αληθώς η πλαστογραφία με χρήση με την απάτη (Συμβ. ΑΠ 1405/2003 Ποιν. Λόγος Γ 1555) τα αντίθετα υποστηριζόμενα από την κατηγορουμένη είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός της περί πλήρους ικανοποίησης των παθόντων, καθόσον κάτι τέτοιο δεν προέκυψε από την αποδεικτική διαδικασία. Τέλος δεν πρέπει να αναγνωριστούν στην κατηγορουμένη ελαφρυντικές περιστάσεις του προτέρου εντίμου βίου, καθόσον το Δικαστήριο από όλες της μορφές της συμπεριφοράς της συνάγει ότι δεν έζησε έντιμη καθ' όλα ζωή ως το χρόνο διάπραξης των ως άνω πράξεων. Δεν προέκυψε επίσης ότι στις πράξεις της ωθήθηκε από μεγάλη ένδεια και ότι επέδειξε ειλικρινή μετάνοια και επιδίωξε να μειώσει τις συνέπειες των πράξεών της, όταν απολογούμενη ισχυρίζεται ότι έπραξε τις πράξεις που τις αποδίδονται, διότι το ίδιο έπραξε και άλλος υπάλληλος. Από όλη δε τη συμπεριφορά της δεν προκύπτει ότι έδειξε ειλικρινή μετάνοια και ούτε ότι μείωσε τις συνέπειες των πράξεών της, τις συνέπειες αυτές επιχείρησαν να μειώσουν τα ΕΛΤΑ και οι διάφορες τράπεζες".
Στη συνέχεια, το δικάσαν Δικαστήριο την κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα κήρυξε ένοχο των άνω αξιοποίνων πράξεων κατ' εξακολούθηση και ειδικότερα, του ότι: "στο Βόλο και κατά το χρονικό διάστημα του μηνός Αυγούστου του 2002 μέχρι τον μήνα Μάρτιο 2003, με περισσότερεςαπό μία πράξεις τέλεσε περισσότερα του ενός εγκλήματα τα οποία τιμωρούνται κατά το νόμο με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές και ειδικότερα:
Α- Όντας υπάλληλος με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος, ιδιοποιήθηκε παράνομα κινητά πράγματα που τα έλαβε και τα κατείχε λόγω αυτής της ιδιότητας της και συγκεκριμένα, ιδιοποιήθηκε παράνομα 13 συστημένα αντικείμενα με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες ιδιωτών. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλος του κεντρικού καταστήματος ΕΛ-ΤΑ Βόλου που βρίσκεται στην οδό ..., κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα και ενώ είχαν περιέλθει κανονικά στην υπηρεσία των ΕΛ-ΤΑ... συστημένες επιστολές με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες και όφειλε ως εκ της ιδιότητας της να τις αποστείλει στους κατόχους αυτών προς επίδοση ή σε περίπτωση μη ανεύρεσης αυτών [κατόχων] να τις επιστρέφει στους αποστολείς [τράπεζες], η ανωτέρω κατηγορουμένη αφού τις τοποθετούσε στην τσάντα της προς το τέλος του ωραρίου τις άνοιγε καθ' οδόν και αφού παρακρατούσε το περιεχόμενό τους [πιστωτική κάρτα] και κατάστρεφε το φάκελο, στη συνέχεια χρησιμοποίησε αυτές πραγματοποιώντας αγορές από διάφορα καταστήματα του ..., συνολικού ύψους 11.856,35 €, πλαστογραφώντας τις υπογραφές των κατόχων και φροντίζοντας στη συνέχεια να καταχωρηθεί στο βιβλίο που τηρούσε η υπηρεσία [ΕΛ-ΤΑ], η εγγραφή ότι αυτές επιστράφηκαν στους αποστολείς [τράπεζες] λόγω μη ανεύρεσης του παραλήπτη τους.
Έτσι με τις παραπάνω ενέργειές της ιδιοποιήθηκε παράνομα τις πιστωτικές κάρτες των παρακάτω κατόχων χρεώνοντας αυτές με τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά. Ήτοι:
1) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εμπορικής Τράπεζας της Α1 με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 886, 27 €, από τα καταστήματα ΑΛΦΑ-ΒΗΤΑ ..., της Α2Α., 2) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της τραπέζης CITIBANK του Α3 με την οποία πραγματοποίησε σε καταστήματα του ... αγορές ύψους 2360,73 €, 3) την υπ' αρίθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας του Α4 με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 582 € στα καταστήματα ..., ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΕ, ΚΟΜΠΑΝΥ ΜΟΝ/ΠΗ ΕΠΕ και FLESH, 4) την υπ1 αριθμ. ... πιστωτικής κάρτας της Εθνικής Τράπεζας της ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 770, 51 € στα καταστήματα ΚΟΜΠΑΝΥ ΜΟΝ/ΠΗ, ... ΥΠΟΔΗΜΑΤΑ, .... και ΤΡΟΦΟ, 5) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας της .... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 245 € στο κατάστημα ..., 6) την υπ' αρίθμ ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας του ...με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 838, 50 € στα καταστήματα ... και ΣΙΑ ΟΕ., ... και ΣΙΑ Ε.Ε, ... και FLESH, 7)την υπ' αριθμ.... πιστωτική κάρτα της τράπεζας EUROBANK του ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 1866,36 € στα καταστήματα ..., .... ΑΦΟΙ ΑΕΒΕ, ...<2- ΚΑΙ ΣΙΑ PROFANTIS, CARREFOUR MARINOPOULOS ΑΕ και ΤΡΟΦΟ, 8) την υπ' αρίθμ ... πιστωτική κάρτα της ALPHA BANK της.... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 923,28 € στα καταστήματα ... CARREFOUR MARINOPOULOS ΑΕ ..., ΚΟΥ-ΚΟΥ, BEAUTY SHOP, MARKS και SPENCER, EPOIKA και ...., 9) την υπ' αρίθμ ...πιστωτική κάρτα της ALPHA BANK της... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 306.80 € στα καταστήματα .... και ΠΡΑΚΤΙΚΕΡ ΕΛΛΑΣ, 10) την υπ' αρίθμ. ...πιστωτική κάρτα της ΑΙΡΗΑ BANK του ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 910,50 € στα καταστήματα CARREFOUR, MARINOPOYLOS ΑΕ, ..., AFI, ΤΡΟΦΟ Α.Ε., ΠΑΝΑΦΟΝ ΑΕΕ.Τ, ΕΜΠΟΡΙΚΟ-ΚΕΝΤΡΟ ΑΕ και ... 11) την υπ' αριθμ. ... πιστωτική κάρτα της Εθνικής Τράπεζας της ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 957,27 € στα καταστήματα ΠΑΝΕΜΠΟΡΙΚΗ, ΧΟΝΤΟΣ ΣΕΝΤΕΡ, CARREFOUR MARINOPOULOS AE, FIGARO, EXPERT ..., 12) την υπ' αρίθμ ...ης Τράπεζας Κύπρου του Κ...με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύφους 209,65 στα καταστήματα ... ΑΕΒΕ Και TOP HAIR και 13) την υπ' αριθμ ... πιστωτική κάρτα της Τράπεζας Πειραιώς του ... με την οποία πραγματοποίησε αγορές ύψους 966,48 € στα καταστήματα ..., ..., Ε ΚΟΜΠΑΝΥ ΜΟΝ/ΠΗ Ε,..., ήτοι πραγματοποίησε αγορές συνολικού ύψους 11.856,35 € σε βάρος της περιουσίας, των ανωτέρω κατόχων των πιστωτικών καρτών τις οποίες [κάρτες] και ιδιοποιήθηκε παράνομα και που τις είχε λάβει ως εκ της ιδιότητας της αυτής, ως υπαλλήλου των ΕΛ-ΤΑ.
Β. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με σκοπό να αποκομίσει η ίδια παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε ξένη περιουσίαπείθοντας κάποιον άλλον σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών. Ειδικότερα έχοντας στην κατοχή της τις ανωτέρωπιστωτικές κάρτες των κατόχων που αναφέρονται στο υπό στοιχ. Α' του κατηγορητηρίου τις οποίες υπεξαίρεσε ως ανωτέρω υπό στοιχ. Α' ειδικότερα αναφέρεται, έκανε χρήση αυτών αφού μετέβη σε διάφορα καταστήματα του ... και, παριστάνοντας ψευδώς στους υπεύθυνους των ανωτέρω καταστημάτων κατά περίπτωση ότι είναι κάτοχος πιστωτικής κάρτας, προέβη συνολικά σε αγορές ύψους 11.856,36 € πείθονταςτους να δεχθούν ως τρόπο συναλλαγής μέσω της πιστωτικής κάρτας, χρεώνοντας έτσι συναλλαγές στους λογαριασμούς των ανωτέρω υπό στοιχ. Α του παρόντος κατόχων των πιστωτικών καρτών ως ειδικότερα παραπάνω αναλυτικά περιγράφεται. Έπραξε δε τα παραπάνω, με σκοπό να αποκομίσει η ίδια παράνομο περιουσιακό όφελος, ζημιώνοντας αντίστοιχα και ισόποσα τις περιουσίες των υπό στοιχ. Α' του παρόντος παθόντων.
Γ. με πρόθεση, δηλαδή θέλοντας την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης, με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος νόθευσε έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες και στη συνέχεια έκαμε χρήση του εγγράφου αυτού. Ειδικότερα έχοντα στην κατοχή της 13 πιστωτικές κάρτες τις οποίες είχε υπεξαιρέσει ως ανωτέρω υπό στοιχ. Α' περιγράφηκε, κατά την διαδικασία των συναλλαγών που πραγματοποίησε με αυτές [τις πιστωτικές κάρτες] σε καταστήματα όπως ανωτέρω περιγράφηκε, έθετε στις αποδείξεις λιανικής πώλησης που εξέδιδαν τα καταστήματα για τις αγορές που πραγματοποίησε, κατ' απομίμηση τις υπογραφές των κατόχων αυτών που αναφέρονται στο υπό στοιχ.-Α' στη θέση "αποδέχομαι την συναλλαγή" χωρίς να έχει την συναίνεσή τους προς τούτο με σκοπό να παραπλάνησα τους ανωτέρω υπευθύνους, των καταστημάτων με τους οποίους θα πραγματοποιούσε τις συναλλαγές σχετικά με το γεγονός ότι δήθεν είναι κάτοχος πιστωτικής κάρτας η οποία είχε εκδοθεί εγκύρως στο όνομα της και στη συνέχεια έκανε χρήση αυτής αφού τις παρέδιδε στους υπεύθυνους των καταστημάτων αυτών. Δ. στο ανωτέρω τόπο και χρονικό διάστημα με περισσότερες από μία πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση ενός και του ιδίου εγκλήματος ενώ ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος, άνοιξε παράνομα επιστολή και συγκεκριμένα ενώ ήταν υπάλληλος των ΕΛ-ΤΑ ... και υπηρετούσε στο τμήμα συστημένων επιστολών, αφού παρέλαβε 13 συστημένες επιστολές με περιεχόμενο πιστωτικές κάρτες και ενώ όφειλε ως εκ της ιδιότητας της να τις αποστείλει στους κατόχους αυτών προς επίδοση ή σε περίπτωση μη ανεύρεσης [αυτών κατόχων] να επιστρέψει αυτές στους αποστολείς [τράπεζες] η ανωτέρω κατηγορουμένη αφού τις τοποθετούσε στην τσάντα της προς το τέλος του ωραρίου τις άνοιγε καθ' οδών και αφού παρακρατούσε το περιεχόμενο τους [πιστωτική κάρτα] και πετούσε το φάκελο, στη συνέχεια χρησιμοποιούσε αυτές πραγματοποιώντας αγορές από διάφορα καταστήματα όπως παραπάνω αναλυτικότερα περιγράφηκε".
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της Ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση καθενός από τα άνω εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 94, 98 παρ. 1, 258 α', 386 παρ. 1α', 216 παρ. 1 και 248 ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημ/των) Λάρισας τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένης), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας: .... Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχειά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση κάθε εγκλήματος για το οποίο αυτή καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ενόψει αυτών, είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας και ειδικότερα, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει: α) ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, που επιβάλλεται από το άρθρο 93 του Συντ/τος και 139 ΚΠΔ, β) δεν εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία και τα οποία συνιστούν τα αντικειμενικά και τα υποκειμενικά στοιχεία των εγκλημάτων που κατηγορείται, γ) δεν περιέχει τις αποδείξεις στις οποίες στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου, καθώς και τους νομικούς λόγους, που δικαιολογούν την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στις παραπάνω ποινικές διατάξεις. Επίσης, με αιτιολογημένες αποφάσεις του το δικάσαν Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, που προέβαλλε στο ίδιο Δικαστήριο και ειδικότερα, ότι: 1) δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα τις υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, αλλά αυτό της απλής υπεξαίρεσης αφού υποκείμενο του εγκλήματος της ΠΚ 258 είναι όχι μόνο ο κατ' άρθρο 13α' ΠΚ υπάλληλος, αλλά και ο κατά το άρθρο 263 α' υπάλληλος (ΑΠ 407/2007) και ειδικότερα, και ο υπάλληλος των ΕΛΤΑ (ΑΠ 814/2000), αφού πρόκειται για επιχείρηση που ανήκει στο κράτος εκμεταλλεύονται δε και προνομιακά την κοινωνική παροχή που αναφέρει το άρθρο 263 ΠΚ, 2) Αν προηγηθεί η ιδιοποίηση του πράγματος και ακολούθησε η απάτη για να την εξασφαλίσει, τότε η δεύτερη αποτελεί συντιμωρητή μεταγενέστερη πράξη της υπεξαίρεσης, η απάτη δε που έγινε προς συγκάλυψη της ήδη τελεσθείσας επεξαίρεσης συρρέει φαινομενικά με αυτή και συνιστά έναντι αυτής μη τιμωρητή ύστερη πράξη και μόνο, αν αφορούν τα δύο αδικήματα το ίδιο υλικό αντικείμενο, υπάρχει φαινομένη συρροή, στη δε προκείμενη περίπτωση, η απάτη απορροφάται από την υπεξαίρεση: Όμως, μεταξύ υπεξαιρέσεως στην υπηρεσία και απάτης υπάρχει μεν φαινομένη συρροή, όταν όμως αφορούν το αυτό υλικό αντικείμενο. Στην παρούσα δε περίπτωση, δεν συμβαίνει αυτό, αφού η μεν πρώτη αφορά τις κάρτες, η δε δεύτερη χρήματα. 3) Η παραπλάνηση που προκαλείται με τη χρήση πλαστού, δεν συνιστά απάτη, αλλά απορροφάται από την πλαστογραφία, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση υπάρχει φαινομένη συρροή και η απάτη απορροφάται από την πλαστογραφία. Αβάσιμα όμως, διότι μεταξύ απάτης και πλαστογραφίας μετά χρήσεως, υπάρχει αληθής συρροή, στην προκειμένη δε περίπτωση η χρήση πλαστών εγγράφων, δεν έγινε για παραπλάνηση. 4) Εφόσον έχει καταβάλλει όλα τα χρήματα στους ζημιωθέντες, έπρεπε να τύχει εφαρμογής η διάταξη της ΠΚ 379 παρ. 2 και να απαλλαγεί της ποινής για την υπεξαίρεση, επίσης δε για το έγκλημα της απάτης, έπρεπε να εφαρμοσθεί η ΠΚ 393, αφού μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε ικανοποιήσει πλήρως τους ζημιωθέντες. Αβάσιμα όμως, διότι δεν συνέτρεχαν οι, από τα άνω άρθρα, απαιτούμενες προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους, αφού, όπως έγινε δεκτό με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν αποδείχθηκε ότι η κατηγορουμένη ικανοποίησε πλήρως τους παθόντες από τις πράξεις της. 5) Τέλος, ο ισχυρισμός, της αναιρεσείουσας ότι το δικάσαν Δικαστήριο απέρριψε και δεν αιτιολόγησε τον ισχυρισμό της για χορήγηση σε αυτή ελαφρυντικών, που προέβαλλε εγγράφως με το συνήγορό της και συγκεκριμένα, ότι: "σε περίπτωση καταδίκης της, γίνει εφαρμογή των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 α' β' και δ' ΠΚ, καθότι α) μέχρι να συμβεί αυτό το ατυχές γεγονός ζούσε έντιμη ατομική, οικογενειακή και επαγγελματική ζωή, β) για την πράξη της ωθήθηκε από μεγάλη ένδεια και β) έδειξε μετά την πράξη της ειλικρινή μετάνοια και επεδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης της". Ο ισχυρισμός αυτός, μη συνοδευόμενος από πραγματικά περιστατικά, ήταν αόριστος και, παρά το γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει τον απέρριψε με αιτιολογημένη διάταξή του.
Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο, αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ 511, εφόσον παρίσταται ο αναιρεσείων και κρίθηκε παραδεκτός ο άνω λόγος, εξεταζόμενος της περ. Ε' της αυτής διατάξεως του ΚΠΔ, λόγος της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών. Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1), καθώς και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας πολιτικώς ενάγουσας (ΚΠολΔ 176).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 22 Ιουλίου 2008 (υπ' αριθμ. πρωτ. ενώπιον του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου 6.158/2008 αίτηση της Ψ, για αναίρεση της με αριθμό 70/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ΕΥΡΩ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς ενάγουσας ανερχόμενη σε πεντακόσια (500) ΕΥΡΩ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Μαρτίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ