Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Ψευδής υπεύθυνη δήλωση, Υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, Πλαστογραφία.
Περίληψη:
Καταδικαστική πλαστογραφία μετά χρήσεως με σκοπό όφελος πλέον των 73.000 €. Απάτη με σκοπό όφελος πλέον των 73.000 €. Υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως. Ψευδής υπεύθυνη δήλωση κατ' εξακολούθηση. Έννοια όρων. Έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως λόγος αιτήσεως. Απορρίπτει αίτηση αναιρέσεως.
ΑΡΙΘΜΟΣ 620/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπου-λο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αργυρώ Περσίδου, περί αναιρέσεως της 2064/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως και στους από 13 Νοεμβρίου 2009 προσθέτους λόγους, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 702/2009.
Αφού άκουσε Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση: 1) η από 30 Μαρτίου 2009, με δήλωση ενώπιον του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με αριθμό πρωτ. 2813/1-4-2009, ασκηθείσα αίτηση του κατηγορουμένου, Χ, για αναίρεση της με αριθμό 2064/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία αυτός καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών και οκτώ (8) μηνών και 2) οι από 13 Νοεμβρίου 2009, με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατέθηκε την ίδια ημέρα ενώπιον του Γραμματέα του Αρείου Πάγου, από τον αυτό κατηγορούμενο δια εξουσιοδοτημένου δικηγόρου του κατά της άνω αποφάσεως πρόσθετοι λόγοι. Η αίτηση και οι πρόσθετοι λόγοι είναι εμπρόθεσμοι και πρέπει να συνεκδικασθούν. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρ. 216 παρ. 1 ΠΚ, "όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση". Από τη διάταξη αυτή, που αποβλέπει στην προστασία της ασφάλειας και ακεραιότητας των έγγραφων συναλλαγών, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται αντικειμενικώς μεν, η απαρχής κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, ο οποίος το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή η νόθευση γνήσιου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικώς δε, δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με την έννοια της αμφιβολίας, των στοιχείων που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω εγκλήματος και τη θέληση ή αποδοχή πραγματώσεως αυτής και περαιτέρω σκοπός του υπαίτιου (υπερχειλής δόλος) να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον, για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στην παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή, μεταβίβαση ή απόσβεση δικαιώματος ή έννομης σχέσης ή κατάστασης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης, ασχέτως αν επιτεύχθηκε ή όχι ο σκοπός της παραπλάνησης. Περαιτέρω, για την κακουργηματική μορφή της καταρτίσεως ή νοθεύσεως εγγράφου, απαιτείται επί πλέον, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του ίδιου πιο πάνω άρθρου, όπως αυτή συμπληρώθηκε με το άρ. 1 παρ. 7α του Ν. 2408/1996, ο υπαίτιος να σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή να σκόπευε να βλάψει άλλον και το όφελος ή η βλάβη να υπερβαίνουν το ποσό των 25.000.000 δραχμών (ήδη 73.000 ευρώ). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος δεν είναι αναγκαίο να είναι άμεσα συνδεδεμένα με αυτήν το περιουσιακό όφελος ή η περιουσιακή βλάβη, αλλ' αρκεί ότι αυτά έχουν ενταχθεί στο εν γένει διά της πλαστογραφίας παραπλανητικό σχέδιο του δράστη και διαμορφώνονται με την πλαστογραφία οι προϋποθέσεις για να υπάρχει στη συνέχεια η δυνατότητα (ο κίνδυνος), έστω και με την παρεμβολή άλλων, μετά την τέλεση της πράξεως της πλαστογραφίας, ενεργειών του δράστη, να επέλθει το επιδιωκόμενο περιουσιακό όφελος ή η σκοπούμενη περιουσιακή βλάβη. Οι επιπρόσθετες ενέργειες του δράστη δεν αναιρούν την προσφορότητα της πλαστογραφίας ή της νόθευσης να επιφέρει το περιουσιακό όφελος ή την περιουσιακή βλάβη που αυτός αποσκοπεί. Επίσης, από τις διατάξεις του άρθρου 386 παρ. 1, 3 ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, όχι δε και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία ως παραγωγό αιτία, επέρχεται η παραπλάνηση του άλλου προσώπου και γ) βλάβη ξένης κατά το αστικό δίκαιο περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες και παραλείψεις του δράστη. Η απάτη τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ. Εξάλλου, κατά το άρθρο 220 παρ. 1 του ΠΚ "όποιος πετυχαίνει με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθές περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, καθώς και όποιος χρησιμοποιεί τέτοια ψευδή βεβαίωση για να εξαπατήσει άλλον σχετικά με το περιστατικό αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών δύο ετών, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα κατά τις διατάξεις για την ηθική αυτουργία. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, απαιτείται, αντικειμενικώς α) δημόσιο, κατά την έννοια του άρθρου 438 του ΚΠολΔ έγγραφο, δηλαδή έγγραφο, που έχει συνταχθεί από τον καθ' ύλη και κατά τόπο αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό κρατικής υπηρεσίας (δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής) και είναι προορισμένο προς πλήρη απόδειξη έναντι πάντων του γεγονότος που βεβαιώνεται σ' αυτό, β) βεβαίωση στο έγγραφο αυτό αναληθούς περιστατικού που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, δηλαδή να επιφέρει τη γένεση, αλλοίωση, μεταβίβαση, κατάργηση ή απώλεια δικαιώματος και γ) η βεβαίωση του αναληθούς περιστατικού να επιτυγχάνεται με εξαπάτηση ή ακριβέστερα με παραπλάνηση του δημοσίου υπαλλήλου, που μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, με έγγραφο ή και προφορικά, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση, έστω και με την έννοια της αμφιβολίας ότι το βεβαιούμενο γεγονός είναι αναληθές, ότι η βεβαίωση γίνεται σε δημόσιο έγγραφο και ότι το βεβαιούμενο γεγονός μπορεί να έχει έννομες συνέπειες και περαιτέρω, τη θέληση ή αποδοχή του δράστη να προβεί στη ψευδή δήλωση του περιστατικού. Τέλος, με το άρθρο 22 παρ. 6 περ. α' Ν. 1599/1986 (ΚΝοΒ34.297) ορίζεται ότι "όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών".
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚποινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη 2064/2008 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος των αξιοποίνων πράξεων: 1) πλαστογραφίας με χρήση με σκοπό πορισμό περιουσιακού οφέλους με βλάβη τρίτου από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ΕΥΡΩ, 2) απάτης ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 ΕΥΡΩ, 3) υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως με σκοπό πορισμό οφέλους και 4) ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης κατ' εξακολούθηση και του επιβλήθηκε ποινή συνολική τριών (3) ετών και οκτώ (8) μηνών, η οποία μετετράπη σε χρηματική και ορίστηκε το ποσό των δέκα (10) ΕΥΡΩ, για κάθε ημέρα φυλακίσεως. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό, σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Πενταμελές Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, κατά λέξη τα εξής: "ο κατηγορούμενος, κατά τους χρόνους και τόπους, οι οποίοι, αναλυτικά, μνημονεύονται στο διατακτικό της παρούσας τέλεσε τις αποδιδόμενες σ' αυτόν, με το κλητήριο θέσπισμα, πράξεις. Ειδικότερα: Ο κατηγορούμενος, ήταν αρχιτέκτων-μηχανικός και υπηρετούσε κατά τον χρόνο των αποδιδόμενων σ' αυτόν αξιόποινων πράξεων, ως διευθυντής της διεύθυνσης της Πολεοδομίας του Δήμου .... Είναι, άρα, πρόδηλο, πώς είχε ορθή, σαφή και ασφαλή γνώση των πολεοδομικών συνθηκών της ευρύτερης περιοχής της ..., αλλά και ευχερή πρόσβαση στα υπηρεσιακά έγγραφα των σχετικών υπηρεσιών του Δήμου, και, ακριβότερα, και υπηρεσίας, στην οποία αυτός προΐστατο. Αρχικά, ανέλαβε την ιδέα να καταρτήση, πλαστή, ιδιόγραφη διαθήκη του πατέρα του Ζ, πράγμα που υλοποίησε, τελικά, στις 13.11.1997, στη .... Τότε, δηλαδή, ανέλαβε, την από 1.11.1979 διαθήκη (φερόμενη ως ιδιόγραφη), του παραπάνω πατέρα του, πού, όμως, είχε, ήδη, από το έτος 1993 αποβιώσει. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην πιο πάνω διαθήκη η πατρική περιουσία διαμοιράζονταν στα τέκνα του αποβιώσαντα, δηλαδή στον κατηγορούμενο και την αδελφή του. Τούτο προφανώς έπραξε ο κατηγορούμενος, για να παραπλανήσει άλλον, σχετικά με γεγονός που θα είναι δυνατόν να έχει έννομες συνέπειες. Στη συνέχεια, την πιο πάνω διαθήκη, η οποία, σύμφωνα, με την από 10/3/2005 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της αρμόδιας δικαστικής γραφολόγου ...." ...Είναι μη γνήσια, ως χαραχθείσα και υπογραφείσα με το χέρι του κατηγορούμενου...", εμφάνισε στις 13.11.1997 στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας του οποίου ο δικαστής, αγνοώντας τα παραπάνω, τη δημοσίευσε, με τα με αριθμό 4 παρ. 1/17.11.1997 πρακτικά του πιο πάνω δικαστηρίου. Όμως, αναφορικά με τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά και τις αποδιδόμενες, σε σχέση μ' αυτά, στον κατηγορούμενο αιτιάσεις (κατηγορίες), κρίθηκε, ήδη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία δεν προσβάλλεται ως προς το σημείο αυτό πώς αυτές έχουν παραγραφεί. Συνακόλουθα, δεν άγονται για κρίση στο παρόν δικαστήριο, μνημονεύονται, όμως στην παρούσα για λόγους λογικής ακολουθίας και χρονικής ενότητας και ενέργειας σε σχέση με τις επόμενες, σε μεταγενέστερο χρόνο, δράσεις του κατηγορουμένου. Ο τελευταίος, μη αρκεσθείς σε όσα προαναφέρθηκαν, στις 14.12.2000 προέβη σε νέες πράξεις. Συμπλήρωσε όσα υπήρχαν στην πιο πάνω αρχική διαθήκη, κατάρτισε νέα διαθήκη, δήθεν συμπληρωματική της πρώτης. Και αυτή προέρχονταν, τάχα από τον αποβιώσαντα πατέρα του. Σ' αυτόν έθεσε, ως ημερομηνία σύνταξης την 1.3.1980. Σύμφωνα με όσα περιλήφθηκαν στο πιο πάνω, εξ ολόκληρο πλαστό έγγραφο, ο δήθεν συντάκτης διαθήκης αυτού, πατέρας του, καταλείπει σ' αυτόν, ως κληρονόμο τα αγροτεμάχια πού, με κάθε λεπτομέρεια, περιγράφονται σ' αυτήν, και αναλυτικά στο διατακτικό της παρούσας, στο οποίο το δικαστήριο αναφέρεται η αποφυγή όλων περιττών επαναλήψεων. Απεδείχθη ακόμη, πως τούτο έπραξε ο κατηγορούμενος, προκειμένου να προσπορίσει στον εαυτό του, παράνομο περιουσιακό όφελος και, συγκεκριμένα, να λάβει, ως κληρονόμος παράνομα στην νομή, κατοχή και κυριότητά του, τα παραπάνω ακίνητα, χωρίς πραγματικά να έχει αυτό το δικαίωμα, εφ' όσον, ο προαναφερθείς πατέρας του, ουδεμία διαθήκη κατέλειπε ούτε σχετική βούληση, βεβαίως, εκδήλωσε. Το σχετικό όφελος δε, το προσπόρισε στον εαυτό του, έχοντας, προηγούμενα, σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του εγγράφου αυτού (πλαστής διαθήκης), άλλον, για γεγονός που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες, όπως, στη συνέχεια, θα εκτεθεί, αναλυτικά με αντίστοιχη ζημία τρίτων και μάλιστα εκείνων που ήταν αληθεί κύριοι των εκτάσεων που συμπεριλήφθηκαν στην πιο πάνω διαθήκη. Ειδικότερα με την διαθήκη αυτή, ο κατηγορούμενος φέρονταν, ότι κληρονομούσε από τον θανόντα πατέρα του, τρία συνεχόμενα οικόπεδα, άρτια και οικοδομήσιμα στη θέση "..." ή "...", της άλλοτε κτηματικής περιφέρειας ... και ήδη, ενώ επόμενα στο εγκεκριμένο σχέδιο πόλης της ... της περιφέρειας Δήμου ..., στην συνοικία ... (...) ..., στο Ο.Υ. 248, όπως αυτά απεικονίζονται στο σχετικό από τον μήνα Ιανουάριο 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα-μηχανικό ..., του οποίου φωτοτυπία με τις νόμιμες υπογραφές τούτου και του συμβολαιογράφου Χαλκίδας προσαρτήθηκε την με αριθμό 20.311/2001 δήλωση αποδοχής κληρονομίας τούτου. Τα ακίνητα αυτά, με κωδικούς αριθμούς 140304, 140306 και 140305, περιγράφονται, αναλυτικά, κατά τα όριά τους, στο διατακτικό της παρούσας. Στην πιο πάνω, από 1.3.1980 πλαστή διαθήκη, αυτά περιγράφονται, κατ' ακρίβειαν, τα εξής: 1) ως αγροτεμάχιο στη θέση "..., στο ΟΤ 37 του αγροτικού Συνεταιρισμού Χαγίων, με αριθμό 1, έκταση 495 τ.μ., 2) στην ίδια θέση "..., στο Θ.Τ. 37, στο με αριθμό β, γ αγροτεμάχιο, εμβαδού 224,40 τ.μ. και 3) στην ίδια θέση "...", στο ΟΤ 37 το με στοιχείο β αγροτεμάχιο εμβαδού 496 τ.μ. Συνολικό δε εμβαδόν απάντων είναι 1215,4 τ.μ. Η προαναφερθείσα διαθήκη, είναι, αναμφίβολα, πλαστή, κατά τε το περιεχόμενο και την υπογραφή του φερόμενου ως διαθέτη, πατέρα του κατηγορούμενου. Η προμνημονεφθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης της ειδικής γραφολόγου ... περιλαμβάνει, πλην άλλων, και την κρίση, ότι " ...Είναι στο σύνολό της μη γνήσια, ως χαραχθείσα και υπογραφείσα από το χέρι του κατηγορούμενου... ". Σημειώνεται πως, η πιο πάνω γραφολόγος, διορίστηκε με την με αριθμό 58/22.10.2004 διάταξη του αρμόδιο Ανακριτή Χαλκίδας, προκειμένου να αποφανθεί σχετικά. Και βέβαια, η έκθεσή της, από αυτό και μόνο, δεν κρίνεται πώς έχει αυξημένη αποδεικτική ισχύ. Όμως, απ' όσα αμέσως προηγούμενα εκτέθηκαν, αλλά και, στη συνέχεια, θα παρατεθούν, δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί εφ. Όσον συμπορεύεται με τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία, κατά λογικά αποδεικτική ακολουθία. Αντίθετη άποψη, δεν μπορεί να σχηματίσει το δικαστήριο, από μία, με την φροντίδα του κατηγορούμενου, διενεργηθείσες γραφολογικές πραγματογνω-μοσύνες των γραφολόγων ... (από 3.5.05), ... (από 19.4.05) και ... (από 6.4.05 και 19.4.05). Και τούτο, διότι, αυτές έρχονται σε πλήρη αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία, εφ' όσον γίνει δεκτή η σ' αυτές εκφερόμενη άποψη. Και αυτά, πέραν του ότι έρχεται, προσέτι, σε ευθεία αντίθεση με εκείνη της αρχικής, από τον αρμόδιο ανακριτή ορισθείσα γραφολόγου, αλλά και τις λοιπές παραδοχές της παρούσας, όπως αυτές στην απόφαση αυτή αναλυτικά εκτέθηκαν και, στη συνέχεια, εκτεθήσονται. Μετά απ' αυτά, ο κατηγορούμενος, στις 14.12.2001 εμφάνισε τη διαθήκη αυτή δια του Χρ. Αθανασίου πληρεξούσιου δικηγόρου του, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας, έχοντας πλήρη επίγνωση του ανακριβούς και πλαστού περιεχομένου της. Κατά τη συνεδρίαση εκείνη, ο αρμόδιος δικαστής, έχοντας, βεβαίως, άγνοια της πλαστότητας, παραπλανήθηκε, και την θεώρησε γνήσια. Έτσι, τη δημοσίευσε, με τα με από 14.12.2000 πρακτικά του πιο πάνω Δικαστηρίου. Έτσι, αφού, κατά τον προαναφερθέντα τρόπο, ο κατηγορούμενος πέτυχε τη δημοσίευση της διαθήκης αυτής, προέβη, ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδας Ιωάννη Στρουμπούλη, στην προμνημονευθείσα αποδοχή κληρονομίας. Δεν αρκέστηκε, όμως, σ' αυτό ο κατηγορούμενος. Έχοντας, πλέον, στην κατοχή του το πρακτικό δημοσίευσης διαθήκης, αλλά και την παραπάνω δήλωση αποδοχής της κληρονομίας, στις 13.2.01,, υπέβαλε στη διεύθυνση Χ.Ο.Π. Τμήμα πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων του Νομού Ευβοίας αίτηση, στην οποία ζητούσε να διορθωθεί η με αριθμό 6/1997 πράξη εφαρμογής του Νομάρχη Ευβοίας, που αφορούσε σ' αυτή το όνομα του κατηγορούμενου, και μάλιστα στις ιδιοκτησίες με τους προαναφερθέντες κωδικούς. Συνακόλουθα, με βάση τα προσκομισθέντα σ' αυτούς στοιχεία, οι αρμόδιοι υπάλληλοι της προαναφερθείσας Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Νομού Ευβοίας, εύλογα, παραπλανήθηκαν και με την από 22.2.2001 και αριθμό πρωτοκόλλου 1093/155 απόφαση του αρμόδιου Νομάρχη Ευβοίας, διορθώθηκε η με αριθμό 6/1997 πράξη Εφαρμογής (με αριθμό 7848/29.9.97 απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας). Έτσι, τα ακίνητα που προαναφέρθηκαν, για τα οποία, έως τότε, εφέρετο στα αρμόδια βιβλία, πως δεν είχαν γνωστούς ιδιοκτήτες, έλαβαν ως ιδιοκτήτη τον ίδιο τον κατηγορούμενο. Στην συνέχεια δε, αυτός μετέγραφε αρμοδίως την προαναφερθείσα διορθωτική πράξη. Και βέβαια, είναι αυτονόητο, και αποδεικνύεται απ' όλα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία, πώς ο κατηγορούμενος, με την παραπάνω επαγγελματική του ιδιότητα, εγνώριζε επακριβώς, πώς οι εκτάσεις αυτές (οικόπεδα), εφέροντο στα έγγραφα και βιβλία της πολεοδομίας ως "αγνώστου ιδιοκτήτου" και γι' αυτό, επέστησε στις συγκεκριμένες ιδιοκτησίες την προσοχή του. Η πρόσβαση δε στις σχετικές πληροφορίες του ήταν εξαιρετικά ευχερής, ως διευθυντής της Πολεοδομίας Χαλκίδας. Θεωρούσε δε, πρόδηλα, πώς προπεριγραφέντα τρόπο, θα είχε τη δυνατότητα να γίνει κύριος τούτων, με αντίστοιχη βλάβη άλλων, και δή των πραγματικών ιδιοκτητών των εκτάσεων αυτών. Άλλωστε, και η σπουδή του να επισπεύσει την επόμενη κι όλας ημέρα της αποδοχής της κληρονομίας να υποβάλει στη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. της παραπάνω υπηρεσίας αίτηση για διόρθωση της πράξης εφαρμογής, αυτό υποδηλώνει. Δεν δίδει δε ο κατηγορούμενος πειστικός εξήγηση για την, από μέρους του καθυστέρηση του, από το θάνατο του πατέρα του (1993) μέχρι το χρόνο των ενεργειών του, από το ένα μέρος και της μεταγενέστερης άμεσης ενέργειας και σπουδής του. Επιπλέον, ο δόλος του κατηγορούμενου, για την εξαπάτηση των αρμόδιων υπαλλήλων των πιο πάνω υπηρεσιών του Νομού Ευβοίας, προκειμένου να βεβαιώσουν τα παραπάνω, και μάλιστα σε δημόσιο έγγραφο, για γεγονός που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες, αποδεικνύεται και από το ότι επισύναψε στην προαναφερθείσα αίτηση τις από 13/2/2001 υπεύθυνες δηλώσεις του άρθρου 8 Ν. 1599/1980, οι οποίες είναι ανακριβείς. Τούτο δε διότι εκεί, με γνώση του, δήλωσε ψευδώς, ότι τυγχάνει ιδιοκτήτης των με αριθμούς 140304, 140305 και 140306, που τακτοποίησε στο με αριθμό 245 Ο.Τ. Επιπλέον, επισύναψε την από 8.2.2001 δήλωση, προς του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογράφησης Ελλάδας (ΟΚΧΕ), η οποία είχε το ίδιο ψευδές περιεχόμενο, τελώντας, πάντα, αναμφίβολα, εν γνώσει του ψευδούς περιεχομένου τους. Έτσι πέτυχε, κατά τα προαναφερθέντα να βεβαιωθεί, πώς αυτός ήταν, δήθεν, ο ιδιοκτήτης, ο κύριος των ακινήτων αυτών. Τούτο, όμως, ήταν απόλυτα ανακριβές, εφ' όσον, τόσο ο ίδιος, όσο και ο ψευδής, ως δικαιοπάροχός του, φερόμενος πατέρας του, ουδεμία σχέση είχαν με τα ακίνητα, που είχαν, τότε, υπάρξει ιδιοκτήτες αυτών. Αποδείχθηκε δε, επιπρόσθετα, πώς, με τις προπεριγραφείσες ενέργειές του, ο κατηγορούμενος είχε σκοπό να προσδιορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος. Ειδικότερα, ενώ, αναμφίβολα, πως, ούτε αυτός, ούτε ο πατέρας του, ήταν ιδιοκτήτης των ακινήτων αυτών, κατάφερε, με τις, αναλυτικά εκτεθείσες, έννομες ενέργειές του, να καταστήσει τον εαυτό του, ως κύριο, δήθεν, αυτών. Έτσι, αντίστοιχα, προσπόρισε σ' αυτήν, παράνομα, περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με την αξία των προαναφερθέντων οικοπέδων, η οποία, σε κάθε περίπτωση ήταν, οπωσδήποτε, ανώτερη των 73.000 ευρώ, και, για την οποία, παρά αυτών, θα γίνει αναλυτικά, λόγος. Ταυτόχρονα, με τις ίδιες ενέργειές του, κατηγορούμενος έβλαψε, κατά το αντίστοιχο ποσό τους πραγματικούς ιδιοκτήτες αυτών, που διαλαμβάνονται αναλυτικά στο διατακτικό παρούσας. Όμως, η συμπεριφορά του κατηγορούμενου, όσον αφορά την ολοκλήρωση του σχεδίου που είχε εκπονήσει, δεν ολοκληρώθηκε στο πιο πάνω σημείο. Με το σκοπό να προσπορίσει, πέραν την "κατ' όνομα και ουσία" ιδιοκτησίας και χρηματικό ποσό, προχωρώντας περαιτέρω, στις 9.4.2001, δηλαδή σε χρόνο, όχι απομακρυσμένο από τις προπεριγραφείσες παράνομες ενέργειές του ήλθε σε επαφή με την ..., η οποία είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά ακινήτων και την έπεισε, ότι τα ακίνητα με κωδικούς αριθμούς 140304 και 140305, ακίνητα κατά κυριότητα σ' αυτόν. Και τούτο έπραξε, αν και καλώς εγνώριζε λόγω των προηγούμενων ενεργειών του ότι αυτός δεν ήταν ο αληθής κύριος τούτων, αφού ο ίδιος "κατέστησε εαυτού", κύριο με βάση τις προαναφερθείσες έννομες ενέργειές του. Έτσι, πρόσφερε στην πιο πάνω υποψήφια αγοράστρια, τα παραπάνω ακίνητα για πώληση. Η τελευταία, αφού ουδεμία ένδειξη η λόγω είχε για το αντίθετο, πείστηκε στις ψευδείς διαβεβαιώσεις του και έσπευσε να αγοράσει τα ακίνητα αυτά. Έτσι συνετάγη το με αριθμό 20565, 1.4.2001 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του αρμόδιου συμβολαιογράφου Χαλκίδας Ι. Στρουμπούλα, με το οποίο ο κατηγορούμενος μεταβίβασε, κατά κυριότητα, τα ακίνητα αυτά, στην πιο πάνω αγοράστρια. Κατά τον τρόπο αυτό, και ο ίδιος οφελήθηκε και οι πραγματικοί ιδιοκτήτες ζημιώθηκαν, από την απώλεια των ιδιοκτησιών τους με ποσό μεγαλύτερο των 75.000 Ευρώ. Όμως, μετά την πώληση αυτή, άρχισε να αποκαλύπτεται η παράνομη δραστηριότητα του κατηγορούμενου. Η αγοράστρια, εύλογα, άρχισε να επιλαμβάνεται της νέας ιδιοκτησίας της, πραγματοποιώντας στα ακίνητα αυτά διάφορες διακατοχικές πράξεις. Τότε, οι φερόμενοι ως άγνωστοι, αλλ' αληθείς ιδιοκτήτες των ακινήτων αυτών, μαζί με τους ιδιοκτήτες του τρίτου οικοπέδου (με κωδικό αριθμό 140306. Θορυβήθηκαν, έκαναν σχετική έρευνα και υπέβαλαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Χαλκίδας μηνυτήριες αναφορές, από τις οποίες και ξεκίνησε η ποινική έρευνα και πορεία την υπόθεσης. Παράλληλα οι πιο πάνω ιδιοκτήτες, κινήθηκαν για την προστασία των συμφερόντων τους και από πλευράς αστικώς. Έτσι, υπέβαλαν αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, τόσο κατά του κατηγορούμενου, όσο και της αγοράστριας η οποία έγινε δεκτή με την με αριθμό 129/2002 απόφαση του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας. Η παραπάνω αγοράστρια, παράλληλα, προκειμένου να προστατεύσει την ιδιοκτησία της, άσκησε κατά την σ' αυτή εναγόμενου τακτική αγωγή, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας, ζητώντας την αναγνώριση της κυριότητάς της, στα ακίνητη που αυτή αγόρασε. Με βάση, όμως, τα προδιαληφθέντα, το πιο πάνω δικαστήριο, απέρριψε την αγωγή, με την με αριθμό 103/2003 απόφασή του. Η ενάγουσα άσκησε έφεση κατά της απόφασης αυτής, όμως, ακολούθως παραιτήθηκε από το δικόγραφο της. Ο κατηγορούμενος, ήδη, όταν κλήθηκε για απολογία στον αρμόδιο ανακριτή (8.4.2005), είχε προσφέρει πλήρη ικανοποίηση στην αγοράστρια, εφ' όσον είχε ήδη προβεί στην επιστροφή του τιμήματος που έλαβε από την αγοραπωλησία των πιο πάνω ακινήτων, ακόμη δε πρόσφερε τα πάσης φύσης έξοδο (φόρο μεταβίβασης, αμοιβής δικηγόρου, συμβολαιογράφου, δαπάνες μεταγραφής κλπ). Ακόμη παραδέχτηκε εγγράφως προς τους πραγματικούς ιδιοκτήτες των ακινήτων πώς δεν διατηρεί αξίωση σ' αυτά. Όμως, παρά ταύτα (βλ. απολογία του), αρνήθηκε τις κατηγορίες, θεωρώντας, πρόδηλα, πώς δεν είχε σχετικό δόλο, τρίτων. Εδώ, πρέπει να σημειωθούν και τα ακόλουθα: Ι) Ο κατηγορούμενος πρόβαλε στο παρόν δικαστήριο, πώς η από μέρους του φερόμενη ως τελεσθείσα πράξη σε βαθμό κακουργήματος, στην πραγματικότητα είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα, αφού η αξία του περιουσιακού όφελους που σκόπευε να αποκομίσει, είναι μικρότερη των 73.000 Ευρώ. Τούτο, όμως, δεν είναι ακριβές. Αντίθετα, απεδείχθη, ότι η αξία των πιο πάνω ακινήτων στις 14.12.2010 (σύνταξη διαθήκης εμφάνιση αυτής για δημοσίευση), ήταν σαφώς μεγαλύτερη των 73.000 Ευρώ. Η θέση των ακινήτων (σχετικώς κοντά στη θάλασσα, με θέα προς τη θάλασσα), το αυξημένο αγοραστικό ενδιαφέρον για την περιοχή, αλλά και οι γενικότερες πολεοδομικές συνθήκες (νέος οικισμός, 10000 μ. από τη θάλασσα, περίπου), υποδήλωναν, σαφώς αυξημένη αγοραστική αξία (βλ. και κατάθεση μαρτύρων). Πρόκειται για ακίνητα συνολικού εμβαδού 1215,40 τ.μ. και όχι 723 τ.μ., όπως ο κατηγορούμενος εκτιμά, όπως παραπάνω εκτέθηκε. Για τα ακίνητα αυτά η ΔΥΟ Χαλκίδας, με την με αριθμό 17813/27.5.05 βεβαίωσή της, προς τον αρμόδιο ανακριτή, αναβιβάζει την αντικειμενική αξία της, στις 14.12.2000, σε 93,31 ευρώ και, συνολικά, σε 114.138,21 € (πρόκειται για την εκτίμηση με βάση την παραπάνω αξία). Σημειώνεται, ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, την αναβίβασε σε 114.044 ευρώ, εκτιμώντας την έκταση σε 1214,40 τ.μ.. Τούτο, όμως, πρόδηλα, είναι χωρίς έννομη επιρροή στον χαρακτηρισμό της βαρύτητας του αδικήματος). Άλλωστε, είναι κοινός τόπος στις συναλλαγές, ότι η αγοραία αξία των ακινήτων είναι σαφώς ανωτάτως αντικειμενικής. Πρόδηλα δε, τα επίδικα ακίνητα είχαν την ίδια όπως παραπάνω, η και μεγαλύτερη των 73000 ευρώ, σε κάθε περίπτωση αξία και κατά την 13.2.2001, για τους ίδιους λόγους, οπότε, κατά τα αναλυτικά προηγουμένως εκτεθέντα, ο κατηγορούμενος τέλεσε τις προπεριγραφείσες παράνομες ενέργειές του. Ούτε, εξάλλου, τα παραπάνω είναι αντίθετα με την αναγραφόμενη στο προμνημονευθέν αγοραπωλητήριο συμβόλαιο ως αντικειμενική αξία του ποσού των 45.138,45 ευρώ )15.380.92 δρχ), για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρθηκαν. Ακόμη δε, για τη γνωστή στις συναλλαγές οπωσδήποτε μεγαλύτερη αγοραία αξία (τουλάχιστον διπλάσια εκείνης της αντικειμενικής.
Συνεπώς, ο σχετικός ισχυρισμός του κατηγορούμενου πρέπει ν' απορριφθεί για τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
ΙΙ) Εφ' όσον, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά, δεν μπορεί να γίνει λόγος για απουσία πλημμεληματικού χαρακτήρα πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμη και ο έτερος των αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορούμενου, κατά τον ομοίο, εφ' όσον αυτός αποζημίωσε τους παθόντες πρέπει ν' απαλλαγεί από κάθε ποινή, σε εφαρμογή του άρθρου 393 παρ. 2 Π.Κ. Και τούτο διότι, η πιο πάνω διάταξη προϋποθέτει απάτη πλημμεληματικού χαρακτήρα, που όμως, εδώ, δεν υφίσταται. Κατά ταύτα, μετά από όσα έγιναν δεκτά ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος των αποδιδόμενων σ' αυτόν άδικων πράξεων (πλαστογραφία με χρήση με σκοπό πορισμού όφελους περιουσιακού με βλάβη τρίτου από την οποία το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ, είναι ιδιαίτερα μεγάλη ζημία, από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν, αναλογικά, το ποσό των 73.000 €, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης με σκοπό τον πορισμό οφειλής δια βλάβης τρίτου, άνω των 73.000 €, ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, κατ' εξακολούθηση), όπως αυτές ειδικότερα, στο διατακτικό πρέπει να αναγνωρίσει στον κατηγορούμενο, όπως, άλλωστε, και ο ίδιος αιτείται και από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε αναγνωριστεί, την συνδρομή στο πρόσωπό του των ελαφρυντικών περιστάσεων των παραγράφων α. δ και ε του άρθρου 84 του Π.Κ. Τούτο δε διότι απεδείχθη ότι: α) αυτός μέχρι το χρόνο της τέλεσης των προπεριγραφεισών πράξεων, διήγε βίο έντιμο, ατομικό, οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό, β) επέδειξε ειλικρινή μεταμέλεια και επιδίωξε να μειώσει τις συνέπειες των πράξεών του (αποζημίωσε τους παθόντες) και γ) για όλο το χρονικό διάστημα από την τέλεση των πράξεών του και μετέπειτα μέχρι και την εκδίκαση των εναντίον του κατηγοριών, συμπεριφέρθηκε καλά.
Στη συνέχεια, το άνω Δικαστήριο, τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα των προαναφερομένων αξιοποίνων πράξεων κήρυξε ένοχο, αναγνωρίζοντας σε αυτόν τα ελαφρυντικά του πρότερου έντιμου βίου, της ειλικρινούς μετάνοιας και της καλής συμπεριφοράς για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη και ειδικότερα, ένοχο του ότι: Α) Στη ... και στο χρόνο που μνημονεύεται ειδικά παρακάτω με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση τους άλλο σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, κατήρτισε πλαστό έγγραφο το οποίο χρησιμοποίησε στη συνέχεια. Με την πράξη αυτή σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτους το δε δικό του όφελος και η ζημία των τρίτων υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 €. Συγκεκριμένα στις 14-12-2000 συνέταξε και κατάρτισε εξ αρχής πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη-συμπληρωματική προηγουμένης πλαστής διαθήκης-που φέρει ως ημερομηνία σύνταξης την 18-12-1980 και φερόμενο ως συντάκτη τον πατέρα του Ζ.
Περαιτέρω εμφάνισε την από 18-12-1980 πράγματι από 1.3.1980 πλαστή διαθήκη-συμπληρωματική μιας άλλης ιδιόγραφης διαθήκης-που κατήρτισε στις 14-12-2000 πληρεξουσίου δικηγόρου του Χρήστου Αθανασίου στον Δικαστή του Πρωτοδικείου Χαλκίδας. Προέβη δε στην πιο πάνω ενέργειά του, με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου τρίτους, δηλαδή παραπλάνησε την παραπάνω Δικαστή η οποία μη γνωρίζοντας ότι συντάκτης της ιδιόγραφης διαθήκης δεν ήταν ο κληρονομούμενος Ζ, αλλά ο κατηγορούμενος, δημοσίευσε την παραπάνω ιδιόγραφη διαθήκη παρόλο που ήταν καθ' ολοκληρίαν πλαστή.
Επιπλέον έκανε περαιτέρω χρήση του παραπάνω πλαστού εγγράφου, αφού δυνάμει της παραπάνω δημοσιευθείσας πλέον, (συμπληρωματικής) ιδιόγραφης διαθήκης, προέβη στην από 12-2-2001 και με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη την οποία μετέγραφε.
Επιπλέον έκανε περαιτέρω χρήση του παραπάνω πλαστού εγγράφου, αφού στις 13-2-2001 υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας αίτηση, όπου δυνάμει της με αριθμό 20.311/2001 δήλωσής του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, στην οποία δήλωση γινόταν αναφορά στην παραπάνω δημοσιευθείσα πλέον ιδιόγραφη διαθήκη ζητούσε τη διόρθωση της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής που αφορούσε την πόλη της ..., ώστε να αναγράφεται σ' αυτή (πράξη εφαρμογής), το όνομα του, στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248, ήτοι στις ιδιοκτησίες που κατωτέρω λεπτομερώς περιγράφονται και περιλαμβάνονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη.
Με τις παραπάνω ενέργειες του παραπλανήθηκαν οι αρμόδιοι υπάλληλοι της Διεύθυνσης Χ.Ο.Π., τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας, έγινε δεκτή η αίτησή του και διορθώθηκε η υπ' αριθμ. 6/1997 πράξη εφαρμογής με την από 22-2-2001 και αριθμό πρωτ. 1093/155 απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας με θέμα την 22η Διορθωτική Πράξη της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής. Με τον τρόπο αυτό αναγράφηκε το όνομα του στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 όπου μέχρι τότε αναφερόταν η λέξη άγνωστος, και αυτός προέβη σε μεταγραφή της παραπάνω Διορθωτικής Πράξης.
Με τις πράξεις του αυτές σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας τρίτους, το δε δικό του όφελος και η ζημία των τρίτων, υπερέβαινε το ποσό των 73.000 ευρώ, δεδομένου ότι σύμφωνα με την παραπάνω δήλωση αποδοχής κληρονομιάς αποδεχόταν ότι κληρονομεί από τον πατέρα του Ζ κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή τα κάτωθι ακίνητα: Τρία συνεχόμενα οικόπεδα και οικοδομήσιμα κείμενα στη θέση "..." ή "..." της άλλοτε κτηματικής περιφερείας ... και σήμερα εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της ... της περιφέρειας του Δήμου ... στη συνοικία ..., "... ... και στο Ο.Τ. 248 εμφαινόμενα με τα πιο κάτω για το καθένα στοιχεία στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., του οποίου φωτοτυπία νόμιμα υπογραμμένη από αυτόν και τον συμβολαιογράφο Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη προσαρτήθηκε στη με αριθμό 20.311/2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς. Ειδικότερα τα τρία παραπάνω οικόπεδα περιγράφονται στην παραπάνω δήλωση ως εξής:
1) Το με κωδικό αριθμό 140304, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως διακοσίων εξήντα τριών (263), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Η-Θ-Ι-Γ-Δ-Η και συνορεύει γύρωθεν, Βορειοανατολικά, και στο τόξο Θ-Ι μήκους πέντε μέτρων και 0, 13 (5, 13) με ανώνυμη οδό Ανατολικά και στην πλευρά Ι-Γ μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,31 (21,31) με την παραπάνω ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Γ-Δ μήκους δώδεκα και 0, 11 (12, 11) με το κληρονομιαίο οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος δυτικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
2)
Το με κωδικό αριθμό 140306, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως τριακοσίων δέκα (310), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Ε-Α και συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στις πλευράς Ε-Δ μήκους 9 και 0, 59 (9, 59) μέτρων και Δ-Γ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με τα άλλα, δύο κληρονομιαία οικόπεδα με κωδικούς αριθμούς 140305 και 140304 αντίστοιχα, Ανατολικά και στην πλευρά, Γ-Β μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0, 33 (14, 33) με ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Α-Β μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0, 63 (21, 63) πάλι με Ανώνυμη οδό και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ε-Α μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140303. Και 3)
Το με κωδικό αριθμό 140305 οικόπεδο συνολικής εκτάσεως εκατόν πενήντα ενός (151) τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία Ε-Ζ-Η-Δ-Ε στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ... και που συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στην πλευρά Ζ-Η μήκους δέκα μέτρων και 0, 99 (10, 99), Ανατολικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140304, Νότια και στην πλευρά Ε-Δ μήκους εννιά μέτρων και 0,59 (9, 59) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ζ-Ε μήκους δεκατριών μέτρων και 0, 90 (13, 90) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305. Στην από 1-3-1980 πλαστή συμπληρωματική ιδιόγραφη διαθήκη που συνέταξε και υπέγραψε ως Ζ τα παραπάνω ακίνητα που υποτίθεται ότι του κατέλειπε ο πατέρας του τα περιέγραψε συνοπτικά ως εξής; "1). στη θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 αγροτικού συνεταιρισμού Χαλιών το με αριθμό Δ αγροτεμάχιο εμβαδού 495, 0 τ.μ., 2). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με αριθμό Ργ αγροτεμάχιο εμβαδού 224, 40 τ.μ., 3). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με, αριθμό Β αγροτεμάχιο εμβαδού 496, 0 τ.μ.".
Τα παραπάνω οικόπεδα εμπορικής αξίας ανώτερης των 73.000 ευρώ που ανήκαν στην ιδιοκτησία των 1) ...., 2) ..., 3) ..., 4) ..., 5) ..., 6) ..., 7) ..., 8) ..., 9) ..., 10) ..., 11) ..., 12) ..., 13) ..., 14) ..., 15) ..., 16) ..., 17) ..., 18) ..., 19) ..., 20) ..., 21) ..., 22) ..., 23) ..., 24) ..., 25) ..., 26) ..., 27) ..., 28) ..., 29) ..., 30) ..., 31) ..., 32) ..., και 33) ..., σκόπευε να ιδιοποιηθεί παράνομα αφού τα περιελάμβανε, περιγράφοντας τα με συνοπτικό τρόπο στην από 1-3-1980 πλαστή συμπληρωματική ιδιόγραφη διαθήκη που συνέταξε και υπέγραψε ως Ζ. Η ύπαρξη αυτού του σκοπού προκύπτει από το γεγονός ότι αν και γνώριζε περί της πλαστότητας των παραπάνω διαθηκών που αυτός συνέταξε και περί της επακόλουθης ψευδούς με αριθμό 20.311/2001 δήλωσης του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη που στηριζόταν σ' αυτές, στις 13-2-2001 υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας αίτηση όπου δυνάμει της με αριθμό 20.311/2001 δήλωσης του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη ζητούσε τη διόρθωση της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής ώστε να αναγράφεται το όνομα του στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 ήτοι στις ιδιοκτησίες που ανωτέρω λεπτομερώς περιγράφονται και περιλαμβάνονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη.
Η παραπάνω αίτηση του έγινε δεκτή και διορθώθηκε η υπ' αριθμ. 6/1997 πράξη εφαρμογής με την απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας με θέμα την 22η Διορθωτική Πράξη της παραπάνω πράξης εφαρμογής, στις 22-2-2001 και αριθμό πρωτ. 1093/155. Με τον τρόπο αυτό αναγράφηκε το όνομα του στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 όπου μέχρι τότε αναφερόταν η λέξη άγνωστος και αυτός προέβη σε μεταγραφή της παραπάνω Διορθωτικής Πράξης.
Επιπροσθέτως ο σκοπός του να προσπορίσει στον εαυτό του περιουσιακό όφελος βλάπτοντας την περιουσία των ανωτέρω πραγματικών ιδιοκτητών των ανωτέρω αναφερθέντων οικοπέδων κάνοντας χρήση των παραπάνω πλαστών διαθηκών προκύπτει και από το γεγονός ότι τελικά στη ... στις 9-4-2001 πώλησε και μεταβίβασε τις με κωδικό αριθμό 140304 και 140305 ιδιοκτησίες στην ... με το από 9-4-2001 με αριθμό ... πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη βλάπτοντας την περιουσία των πραγματικών ιδιοκτητών αυτών με ποσό ανώτερο συνολικά των 73.000 ευρώ.
Ειδικότερα το με αριθμό 140304 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο.Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ανήκει εξ αδιαιρέτου στην ιδιοκτησία των ... κατά 1/8, ... κατά 1/8, ... κατά 2/8 και ... κατά 2/8 όσον αφορά το με αριθμό 140305 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο.Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ιδιοκτήτες του εξ αδιαιρέτου είναι οι: .... ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και .... Οι αξία των δύο παραπάνω οικοπέδων κατά την 9-4-2001 υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ.
Β) Ότι στη ... και σε χρόνο που μνημονεύεται ειδικά παρακάτω με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, η δε ζημία που προξενήθηκε από την εν λόγω πράξη του υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ. Συγκεκριμένα:
Στη ... στις 14-12-2000, δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Χρήστου Αθανασίου, εμφάνισε την αναφερόμενη υπό στοιχείο Α από 18-12-1980 πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη, συμπληρωματική της πρώτης αναφερόμενης υπό στοιχείο Α από 1-11-79 πλαστής ιδιόγραφης διαθήκης, στην Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδος. Παρέστησε δηλαδή εν γνώσει του ψευδώς, στην παραπάνω Δικαστή ότι είναι γνήσια η αναφερόμενη υπό στοιχείο Α από 18-12-1980 πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη, συμπληρωματικής της πρώτης αναφερόμενης υπό στοιχείο Α από 1-11-79 πλαστής ιδιόγραφης διαθήκης. Με τον τρόπο αυτόν, πέτυχε να παραπλανήσει την παραπάνω Δικαστή η οποία μη γνωρίζοντας ότι συντάκτης της από 18-12-1980 ιδιόγραφης διαθήκης δεν ήταν ο κληρονομούμενος Ζ αλλά αυτός δημοσίευσε την παραπάνω ιδιόγραφη διαθήκη παρόλο που ήταν καθ' ολοκληρίαν πλαστή. Περαιτέρω αφού δυνάμει της παραπάνω δημοσιευθείσας πλέον, συμπληρωματικής ιδιόγραφης διαθήκης, προέβη στην από 12-2-2001 και με αριθμό 20.311/2001 δήλωσή του αποδοχής κληρονομίας ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη την οποία μετέγραφε στις 13-2-2001 υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων Ν. Ευβοίας αίτηση, όπου δυνάμει της με αριθμό 20.311/2001 δήλωσής του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, στην οποία δήλωση γινόταν αναφορά στην παραπάνω δημοσιευθείσα πλέον ιδιόγραφη διαθήκη, ζητούσε τη διόρθωση της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής που αφορούσε την πόλη της ..., ώστε να αναγράφεται σ' αυτή (πράξη εφαρμογής), το όνομά του, στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 ήτοι στις ιδιοκτησίες που κατωτέρω λεπτομερώς περιγράφονται και περιλαμβάνονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωσή του αποδοχής κληρονομίας ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη. Με τις παραπάνω ενέργειές του που έγιναν με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε ξένη περιουσία, αφού έπεισε με την εν γνώσει παράσταση των παραπάνω ψευδών γεγονότων σαν αληθινών τους αρμοδίους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας να βλάψουν την περιουσία τρίτων καθώς έγινε δεκτή η αίτηση του και διορθώθηκε η υπ' αριθμ. 6/1997 πράξη εφαρμογής με την από 22-2-2001 και αριθμό πρωτ. 1093/155 απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας με θέμα την 22η Διορθωτική Πράξη της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής. Με τον τρόπο αυτό αναγράφηκε αναληθώς το όνομα του στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 όπου μέχρι τότε αναφερόταν η λέξη άγνωστος και αυτός προέβη σε μεταγραφή της παραπάνω Διορθωτικής Πράξης. Σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας, αναληθώς κατέστη κύριος των ανωτέρω οικοπέδων ενώ στην πραγματικότητα ουδέποτε αυτός ή ο πατέρας του ήταν ιδιοκτήτες των ιδιοκτησιών με τους ανωτέρω αναφερόμενους κωδικούς. Με τις πράξεις του αυτές προξένησε ζημία σε τρίτους που υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ δεδομένου ότι σύμφωνα με την παραπάνω δήλωση αποδοχής κληρονομιάς αποδεχόταν ότι κληρονομεί από τον πατέρα του Ζ κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή τα κάτωθι ακίνητα: Τρία συνεχόμενα οικόπεδα άρτια και οικοδομήσιμα κείμενα στη θέση "..." ή "..." της άλλοτε κτηματικής περιφερείας ... και σήμερα εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της ... της περιφέρειας του Δήμου ... στη συνοικία ..., "... και στο ΟΤ 248" εμφαινόμενα με τα πιο κάτω για το καθένα στοιχεία στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό, διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., του οποίου φωτοτυπία νόμιμα υπογραμμένη από αυτόν και τον συμβολαιογράφο Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη προσαρτήθηκε στη με αριθμό 20.311/2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς. Ειδικότερα τα τρία παραπάνω οικόπεδα περιγράφονται στην παραπάνω δήλωση ως εξής:
1)Το με κωδικό αριθμό 140304, οικόπεδο (συνολικής εκτάσεως διακοσίων εξήντα τριών (263), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Η-Θ-Ι-Γ-Δ-Η και συνορεύει γύρωθεν, Βορειοανατολικά, και στο τόξο Θ-Ι μήκους πέντε μέτρων και 0,13 (5,13) με ανώνυμη οδό Ανατολικά και στην πλευρά Ι-Γ μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,31 (21,31) με την παραπάνω ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Γ-Δ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με το κληρονομιαίο οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος δυτικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
2) Το με κωδικό αριθμό 140306, οικόπεδο, συνολικής εκτάσεως τριακοσίων δέκα (310), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Ε-Α και συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στις πλευράς Ε-Δ μήκους 9 και 0,59 (9,59) μέτρων και Δ-Γ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με τα άλλα, δύο κληρονομιαία οικόπεδα με κωδικούς αριθμούς 140305 και 140304 αντίστοιχα, Ανατολικά και στην πλευρά, Γ-Β μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0, 33 (14, 33) με ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Α-Β μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,63 (21,63) πάλι με Ανώνυμη οδό και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ε-Α μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140303. Και 3) Το με κωδικό αριθμό 140305 οικόπεδο συνολικής εκτάσεως εκατόν πενήντα ενός (151) τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία Ε-Ζ-Η-Δ-Ε στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ... και που συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στην πλευρά Ζ-Η μήκους δέκα μέτρων και 0,99 (10,99), Ανατολικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140304, Νότια και στην πλευρά Ε-Δ μήκους εννιά μέτρων και 0,59 (9,59) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ζ-Ε μήκους δεκατριών μέτρων και 0,90 (13,90) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
Στην από 1-3-1980 πλαστή συμπληρωματική ιδιόγραφη διαθήκη που συνέταξε και υπέγραψε ως Ζ τα παραπάνω ακίνητα που υποτίθεται ότι του κατέλειπε ο πατέρας του τα περιέγραψε συνοπτικά ως εξής: "1). στη θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 αγροτικού συνεταιρισμού Χαλίων το με αριθμό Δ αγροτεμάχιο εμβαδού 495,0 τ.μ., 2). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με αριθμό Ργ αγροτεμάχιο εμβαδού 224,40 τ.μ., 3). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με αριθμό Β αγροτεμάχιο εμβαδού 496,0 τ.μ.". Τα παραπάνω οικόπεδα ήταν στις 14-12-2000 και στις 13-2-2001 εμπορικής αξίας ανώτερης των 73.000 ευρώ που ανήκαν στην ιδιοκτησία των 1) ..., 2)..., 3) ..., 4) ..., 5) ..., 6) ..., 7) ..., 8) ..., 9) ..., 10) ..., 11) ..., 12) ..., 13) ..., 14) ..., 15) ..., 16) ..., 17) ..., 18) ..., 19) ..., 20) ..., 21) ..., 22) ..., 23) ..., 24) ..., 25) ..., 26) ..., 27) ..., 28) .., 29) ..., 30) ..., 31) ..., 32) ..., και 33) ....
Περαιτέρω στη ... στις 9-4-2001, με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε ξένη περιουσία, αφού έπεισε με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών την ... με το από 9-4-2001 με αριθμό 20.565 πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη να αγοράσει από αυτόν τις ανωτέρω περιγραφόμενες με κωδικό αριθμό 140304 και 140305 ιδιοκτησίες των οποίων γνώριζε ότι δεν είναι ο πραγματικός τους ιδιοκτήτη, λόγω των ανωτέρω, παράνομων ενεργειών του, βλάπτοντας την περιουσία τρίτων, ήτοι των πραγματικών ιδιοκτητών αυτών, με ποσό ανώτερο συνολικά των 73.000 ευρώ, επιδιώκοντας με την ενέργεια του αυτή να αποξενώσει οριστικά τους πραγματικούς ιδιοκτήτες από τις ιδιοκτησίες τους.
Ειδικότερα το με αριθμό 140304 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο.Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ανήκει εξ' αδιαιρέτου στην ιδιοκτησία των ... κατά 1/8, ... κατά 1/8, ... κατά 2/8 και ... κατά 2/8 όσον αφορά το με αριθμό 140305 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο. Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ιδιοκτήτες του εξ αδιαιρέτου είναι οι: ... ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και .... Η αξία των δύο παραπάνω οικοπέδων κατά την 20-4-2001 υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ.
Γ) Στη ... και σε χρόνο που μνημονεύεται ειδικά παρακάτω πέτυχε με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες και επιπλέον χρησιμοποίησε αυτή την ψευδή βεβαίωση για να εξαπατήσει άλλον σχετικά με το περιστατικό αυτό. Με την πράξη του αυτή σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του, παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας τρίτους, το δε δικό του όφελος και η ζημία των τρίτων, υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ. Συγκεκριμένα:
Στη ... στις 13-2-2001, υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας αίτηση, οπού δυνάμει της με αριθμό 20.311/2001 δήλωσης του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, στην οποία δήλωση γινόταν αναφορά στην παραπάνω υπό στοιχεία Α' και Β' ήδη δημοσιευθείσα από 14-12-2000 πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη, ζητούσε τη διόρθωση της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής που αφορούσε την πόλη της ..., ώστε να αναγράφεται σ' αυτή (πράξη εφαρμογής), το όνομα του, στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 ήτοι στις ιδιοκτησίες που κατωτέρω λεπτομερώς περιγράφονται και περιλαμβάνονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη. Με τις παραπάνω ενέργειες του πέτυχε με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες καθώς έγινε δεκτή η αίτηση του και διορθώθηκε η υπ' αριθμ. 6/1997 πράξη εφαρμογής με την από 22-2-2001 και αριθμ. πρωτ. 1093/155 απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας με θέμα την 22Π Διορθωτική Πράξη της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής. Με τον τρόπο αυτό αναγράφηκε αναληθώς το όνομα του στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 όπου μέχρι τότε αναφερόταν η λέξη άγνωστος και αυτός προέβη σε μεταγραφή της παραπάνω Διορθωτικής Πράξης. Σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση του Νομάρχη Ευβοίας, αναληθώς εμφανιζόταν ως κύριος των ανωτέρω οικοπέδων ενώ στην πραγματικότητα ουδέποτε αυτός ή ο πατέρας του ήταν ιδιοκτήτες των ιδιοκτησιών με τους ανωτέρω αναφερόμενους κωδικούς.
Εξαπάτησε δε τους αρμοδίους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας, αφού συνημμένη στην από 13-2-2001 αίτηση του ήταν και η με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, στην οποία δήλωση γινόταν αναφορά στην παραπάνω υπό στοιχεία Α' και Β' ήδη δημοσιευθείσα από 14-12-2000 πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη που αποτελούσε κατά τη γενεσιουργό βάση της δήλωσης αυτής.
Περαιτέρω έκανε χρήση της παραπάνω ψευδούς βεβαίωσης που υφάρπαξε αφού έχοντας μεταγράψει τα παραπάνω ακίνητα τα οποία βεβαιωνόταν ψευδώς κατά τα ανωτέρω ότι είναι κύριος εξαπάτησε άλλον σχετικά με το περιστατικό αυτό αφού έπεισε με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών την ... με το από 9-4-2001 με αριθμό ... πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη να αγοράσει από αυτόν τις ανωτέρω περιγραφόμενες με κωδικό αριθμό 140304 και 140305 ιδιοκτησίες των οποίων γνώριζε ότι δεν είναι ο πραγματικός τους ιδιοκτήτης, λόγω των ανωτέρω παράνομων ενεργειών του, βλάπτοντας την περιουσία τρίτων, ήτοι των πραγματικών ιδιοκτητών αυτών, με ποσό ανώτερο συνολικά των 73.000 ευρώ, επιδιώκοντας με την ενέργεια του αυτή να αποξενώσει οριστικά τους πραγματικούς ιδιοκτήτες από τις ιδιοκτησίες τους. Με τις πράξεις του αυτές σκόπευε να προξενήσει ζημία σε τρίτους που υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ δεδομένου ότι σύμφωνα με την παραπάνω ψευδή βεβαίωση εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης έχων δικαίωμα μεταγραφής και δικαίωμα περαιτέρω μεταβίβασης στα κάτωθι ακίνητα: Τρία συνεχόμενα οικόπεδα άρτια και οικοδομήσιμα κείμενα στη θέση "..." ή "..." της άλλοτε κτηματικής περιφερείας ... και σήμερα εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της ... της περιφέρειας του Δήμου ... στη συνοικία ..., "... και στο ΟΤ 248" εμφαινόμενα με τα πιο κάτω για το καθένα στοιχεία στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., του οποίου φωτοτυπία νόμιμα υπογραμμένη από αυτόν και τον συμβολαιογράφο Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη προσαρτήθηκε στη με αριθμό 20.311/2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς. Ειδικότερα τα τρία παραπάνω οικόπεδα περιγράφονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, ως εξής:
1)
Το με κωδικό αριθμό 140304, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως διακοσίων εξήντα τριών (263), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Η-Θ-Ι-Γ-Δ-Η και συνορεύει γύρωθεν, Βορειοανατολικά, και στο τόξο Θ-Ι μήκους πέντε μέτρων και 0,13 (5,13) με ανώνυμη οδό Ανατολικά και στην πλευρά Ι-Γ μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0, 31 (21,31) με την παραπάνω ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Γ-Δ μήκους δώδεκα και 0, 11 (12, 11) με το κληρονομιαίο οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος δυτικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0, 61 (18, 61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
2)
Το με κωδικό αριθμό 140306, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως τριακοσίων δέκα (310), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Ε-Α και συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στις πλευράς Ε-Δ μήκους 9r και 0, 59 (9, 59) μέτρων και Δ-Γ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με τα άλλα, δυο κληρονομιαία οικόπεδα με κωδικούς αριθμούς 140305 και 140304 αντίστοιχα, Ανατολικά και στην πλευρά, Γ-Β μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Α-Β μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,63 (21,63) πάλι με Ανώνυμη οδό και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ε-Α μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140303. Και 3) Το με κωδικό αριθμό 140305 οικόπεδο συνολικής εκτάσεως εκατόν πενήντα ενός (151) τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία Ε-Ζ-Η-Δ-Ε στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ... και που συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στην πλευρά Ζ-Η μήκους δέκα μέτρων και 0,99 (10,99), Ανατολικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140304, Νότια και στην πλευρά Ε-Δ μήκους εννιά μέτρων και 0,59 (9,59) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ζ-Ε μήκους δεκατριών μέτρων και 0,90 (13,90) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305. Στην υπό στοιχεία Α και Β από 1-3-1980 πλαστή συμπληρωματική ιδιόγραφη διαθήκη που συνέταξε και υπέγραψε ως Ζ τα παραπάνω ακίνητα που υποτίθεται ότι του κατέλειπε ο πατέρας του τα περιέγραψε συνοπτικά ως εξής: "1). στη θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 αγροτικού συνεταιρισμού Χαλιών το με αριθμό Δ αγροτεμάχιο εμβαδού 495,0 τ.μ., 2). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με αριθμό Ργ αγροτεμάχιο εμβαδού 224,40 τ.μ., 3). στην ίδια θέση "..." ... στο οικοδομικό τετράγωνο 37 το με αριθμό Β αγροτεμάχιο εμβαδού 496,0 τ.μ.". Τα παραπάνω οικόπεδα ήταν στις 13-2-2001 εμπορικής αξίας ανώτερης συνολικά των 73.000 ευρώ και ανήκαν στην ιδιοκτησία των: 1) ..., 2) ..., 3) ..., 4) ..., 5) ..., 6) ..., 7) ..., 8) ..., 9) ..., 10) ..., 11) ..., 12) ..., 13) ..., 14) ..., 15) ..., 16) ..., 17) ..., 18) ..., 19) ..., 20) ..., 21) ..., 22) ..., 23) ..., 24) ..., 25) ..., 26) ..., 27) ..., 28) ..., 29) ..., 30) ..., 31) ..., 32) ..., και 33) ....
Ειδικότερα το με αριθμό 140304 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο.Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ανήκει εξ αδιαιρέτου στην ιδιοκτησία των ... κατά 1/8, ... κατά 1/8, ... κατά 2/8 και ... κατά 2/8 όσον αφορά το με αριθμό 140305 οικόπεδο που βρίσκεται στο Ο.Τ. 248 και ανωτέρω περιγράφεται ιδιοκτήτες του εξ αδιαιρέτου είναι οι: ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και .... Η αξία των δύο παραπάνω οικοπέδων κατά την 9-4-2001 υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ. Δ) Στη ... και στους χρόνους που μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος δήλωσε ψευδή γεγονότα με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/1986. Συγκεκριμένα: Στη ... στις 13-2-2001, υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας αίτηση, όπου δυνάμει της με αριθμό 20.311/2001 δήλωσης του αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, στην οποία γινόταν αναφορά στην παραπάνω υπό στοιχεία Α', Β' και Γ ήδη δημοσιευθείσα από 14-12-2000 πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη, ζητούσε τη διόρθωση της υπ' αριθμ. 6/1997 πράξης εφαρμογής που αφορούσε την πόλη της ..., ώστε να αναγράφεται σ' αυτή (πράξη εφαρμογής), το όνομα του, στις ιδιοκτησίες με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 ήτοι στις ιδιοκτησίες που κατωτέρω λεπτομερώς περιγράφονται και περιλαμβάνονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη. Στην ανωτέρω από 13-2-2001 αίτηση του που υπέβαλε προς τη Διεύθυνση Χ.Ο.Π. τμήμα πολεοδομικών σχεδίων και κανόνων Ν. Ευβοίας, είχε εκ προθέσεως επισυνάψει εκτός από την παραπάνω αναφερθείσα με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, και ψευδείς δηλώσεις ιδιοκτησίας στις οποίες δήλωνε ότι αυτός είναι ιδιοκτήτης των ιδιοκτησιών με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 αν και γνώριζε ότι αυτό που δήλωνε ήταν ψευδές, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στο υπό στοιχεία Α', Β' και Γ'.
Περαιτέρω στη ... στις 8-2-2001 υπέβαλε προς τον Οργανισμό Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (ΟΚΧΕ) την από 8-2-2001 αίτηση του με την οποία δήλωνε ότι αυτός είναι ιδιοκτήτης των ιδιοκτησιών με κωδικό αριθμό 140304, 140305 και 140306 που τακτοποιούνται στο Ο.Τ. 248 αν και γνώριζε ότι αυτό που δήλωσε ήταν ψευδές σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στα υπό στοιχεία Α, Β και Γ. Με τις παραπάνω ψευδείς δηλώσεις ιδιοκτησιών δήλωσε ότι ήταν ιδιοκτήτης κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στα κάτωθι ακίνητα: Τρία συνεχόμενα οικόπεδα άρτια και οικοδομήσιμα κείμενα στη θέση "..." ή "..." της άλλοτε κτηματικής περιφερείας ... και σήμερα εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της ... της περιφέρειας του Δήμου ... στη συνοικία ..., "..." ... και στο ΟΤ 248" εμφαινόμενα με τα πιο κάτω για το καθένα στοιχεία στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., του οποίου φωτοτυπία νόμιμα υπογραμμένη από αυτόν και τον συμβολαιογράφο Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη προσαρτήθηκε στη με αριθμό 20.311/2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς. Ειδικότερα τα τρία παραπάνω οικόπεδα περιγράφονται στην με αριθμό 20.311/2001 δήλωση του αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, ως εξής:
1) Το με κωδικό αριθμό 140304, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως διακοσίων εξήντα τριών (263), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Η-Θ-Ι-Γ-Δ-Η και συνορεύει γύρωθεν, Βορειοανατολικά, και στο τόξο Θ-Ι μήκους πέντε μέτρων και 0,13 (5,13) με ανώνυμη οδό Ανατολικά και στην πλευρά Ι-Γ μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,31 (21,31) με την παραπάνω ανώνυμη οδό, Νότια και, στην πλευρά Γ-Δ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με το κληρονομιαίο οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος δυτικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
2)
Το με κωδικό αριθμό 140306, οικόπεδο συνολικής εκτάσεως τριακοσίων δέκα (310), τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ..., με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Ε-Α και συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στις πλευρές Ε-Δ μήκους 9 και 0,59 (9,59) μέτρων και Δ-Γ μήκους δώδεκα και 0,11 (12,11) με τα άλλα, δύο κληρονομιαία οικόπεδα με κωδικούς αριθμούς 140305 και 140304 αντίστοιχα, Ανατολικά και στην πλευρά, Γ-Β μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με ανώνυμη οδό, Νότια και στην πλευρά Α-Β μήκους είκοσι ενός μέτρων και 0,63 (21,63) πάλι με Ανώνυμη οδό και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ε-Α μήκους δέκα τεσσάρων μέτρων και 0,33 (14,33) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140303. Και 3) Το με κωδικό αριθμό 140305 οικόπεδο συνολικής εκτάσεως εκατόν πενήντα ενός (151) τετραγωνικών μέτρων που εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία Ε-Ζ-Η-Δ-Ε στο από Ιανουαρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού ... και που συνορεύει γύρωθεν: Βόρεια και στην πλευρά Ζ-Η μήκους δέκα μέτρων και 0,99 (10,99), Ανατολικά και στην πλευρά Η-Δ μήκους δέκα οκτώ μέτρων και 0,61 (18,61) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140304, Νότια και στην πλευρά Ε-Δ μήκους εννιά μέτρων και 0,59 (9,59) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140306 και τέλος Δυτικά και στην πλευρά Ζ-Ε μήκους δεκατριών μέτρων και 0,90 (13,90) με το οικόπεδο με κωδικό αριθμό 140305.
Τα παραπάνω οικόπεδα ανήκαν στην ιδιοκτησία των 1) ..., 2) ..., 3) ..., 4) ..., 5) ..., 6) ..., 7) ..., 8) ..., 9) ..., 10) ..., 11) ..., 12) ..., 13) ..., 14) ..., 15) ..., 16)..., 17) ..., 18) ..., 19) ..., 20) ..., 21) ..., 22) ..., 23) ..., 24) ..., 25) ..., 26) ..., 27) ..., 28) ..., 29) ..., 30) ..., 31) ..., 32) ..., και 33) .... Τις παραπάνω αναφερθείσες ιδιοκτησίες των ανωτέρω προσώπων σκόπευε να ιδιοποιηθεί παράνομα αφού τις περιελάμβανε στην από 8-2-2001 αίτηση του προς τον Οργανισμό Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδας (ΟΚΧΕ) το Δικαστήριο δέχεται, ότι ο κατηγορούμενος: α) διήγαγε έντιμο ατομικό, επαγγελματικό και καθ' ολοκληρίαν κοινωνικό βίο β) επέδειξε ειλικρινή μεταμέλεια και επιδίωξε να άρει τις συνέπειες των πράξεών του και γ) συμπεριλήφθηκε καλά για σχετικό μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση καθενός των άνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 94, 216 παρ. 3α - 1, 386 παρ. 1β'-1, 220 παρ. 1 ΠΚ, 22 παρ. 6 α' Ν. 1599/1986 σε συνδ. με άρθρ. 6 παρ. 7 Ν. 2308/1995, 98, 83, 84 παρ. 2 εδ. α' δ' ε' ΠΚ τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 2064/2008 του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας: 1)..., 2) ..., 3) ..., 4) ..., 5) ..., 6) ..., 7) ..., 8) ... και 9) ... και υπερασπίσεως: 1) ... και 2) ..., οι οποίοι, όπως προκύπτει από τα αυτά πρακτικά, εξετάσθηκαν ενόρκως στο ίδιο ακροατήριο. Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση κάθε εγκλήματος για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα, ότι: 1) Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της επιβαλλόμενης από το Σύνταγμα και το νόμο ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς το ζήτημα της πλαστότητας των επίδικων δύο διαθηκών, διότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη του ούτε αξιολόγησε τις υπ' αριθμ. 41/6-2-2005 και 43/6-4-2005 γραφολογικές πραγματογνωμοσύνες της δικαστικής γραφολόγου ... και ακολούθως, τις από 3-5-2005 και 19-4-2005 γραφολογικές πραγματογνωμοσύνες των δικαστικών γραφολόγων ... και ... αντίστοιχα. Αρκέσθηκε μόνο στη γραφολογική πραγμ/σύνη της γραφολόγου ..., ενώ παράλληλα δεν έλαβε υπόψη ούτε αξιολόγησε τις άνω τέσσερις (4) πραγμ/σύνες, από τις οποίες αποδεικνυόταν η ανυπαρξία πλαστογραφίας των επίδικων δύο (2) διαθηκών, μάλιστα δε, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν κάνει καμία αναφορά στην από 6-2-2005 πραγμ/νη της γραφολόγου, ..., αλλά αναφέρεται στις από 6-4-2005 και 19-4-05 πραγμ/νες της άνω γραφολόγου (πρώτος λόγος της αιτήσεως). Αβάσιμα όμως, διότι από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως, στην οποία το Δικαστήριο αυτό για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, παραδεκτά προβαίνει, προκύπτει ότι το δικάσαν Δικαστήριο στο σκεπτικό του (σελ. 16 της αποφάσεως), με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αναφέρει το λόγο για τον οποίο συμφωνεί με το περιεχόμενο της διαταχθείσας με την 58/22-10-2004 διάταξη του Ανακριτή Χαλκίδας για την προκείμενη υπόθεση και, κατ' άρθρο 183 ΚΠΔ διενεργηθείσας από την ειδική γραφολόγο, πραγματογνώμονα, ..., ελεύθερα δε εκτιμωμένης, από λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, σύμφωνα με το πόρισμα της οποίας, η επίδικη διαθήκη είναι πλαστή. Αιτιολογεί δε την κρίση του αυτή, αφενός γιατί συμφωνεί το περιεχόμενο της άνω πραγματογνωμοσύνης με τα αναφερόμενα στην αρχή του σκεπτικού αποδεικτικά μέσα, αφετέρου γιατί δεν μπορεί να σχηματίσει αντίθετη άποψη από τα πορίσματα των διενεργηθεισών, με φροντίδα του κατηγορουμένου, γραφολογικών πραγματογνωμοσυνών και συγκεκριμένα, από 3-5-05 του ..., από 19-4-05 του ..., και από 6-4-05 και 19-4-05 του ... (αναφέρεται στην αίτηση αναιρέσεως ως ".."). Την αντίθεσή του αυτή δικαιολογεί στο γεγονός ότι έρχονται αντίθεση με όλα τα παραπάνω, που στην αρχή αναφέρει, υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Η αναφορά στην απόφαση ως "από 19-4-05 (β') πραγματογνωμοσύνη του ...", πρόκειται για την αναφερόμενη στην αίτηση αναιρέσεως "με αριθμ. 41/6-2-05 της ..." πραγματογνωμοσύνη, έχουν δεν αναγραφεί στην απόφαση εσφαλμένα από προφανή παραδρομή τα άνω στοιχεία της, αφού πρόκειται για τέσσερις (4) πραγματογνωμοσύνες, που έχουν όλες ληφθεί υπόψη από το δικάσαν Δικαστήριο για την περί πλαστότητας της επίδικης διαθήκης κρίση του. 2) Επίσης, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν διέλαβε την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την εκτίμηση και αξιολόγηση των από 11-3-1980 δύο (2) δηλώσεων - βεβαιώσεων του αποβιώσαντος πατρός του, Ζ με τις συνημμένες σε αυτές από 1-11-1979 και 1-3-1980 διαθήκες (η δεύτερη από αυτές είναι η επίδικη) που προσκομίστηκαν και αναγνώστηκαν στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο και, επομένως η εν λόγω απόφαση πρέπει να αναιρεθεί (δεύτερος λόγος της αιτήσεως). Αβάσιμα όμως, διότι όπως αναφέρεται στην αρχή του σκεπτικού, το δικάσαν Δικαστήριο για την περί ενοχής του κατηγορουμένου κρίση του, έλαβε υπόψη όλα τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια δίκη, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από κανένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. 3) Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν διέλαβε την κατά νόμο απαιτούμενη αιτιολογία ως προς την απόδειξη του δόλου του κατηγορουμένου περί εξαπατήσεως των αρμοδίων υπαλλήλων της Πολεοδομίας Χαλκίδας και περί τελέσεως των αδίκων πράξεων της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης και της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης κατ' εξακολούθηση (τρίτος λόγος της αιτήσεως). Αβάσιμα όμως, διότι ρητά αναφέρονται στο σκεπτικό της αποφάσεως, τόσο η γνώση του κατηγορουμένου ότι τελούσε καθεμία από τις παραπάνω άδικες πράξεις, όσο τα αντίστοιχα πραγματικά περιστατικά για την απόδειξη του δόλου του αυτού. 4) Επίσης, ότι δεν υπάρχει στην προσβαλλόμενη απόφαση η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ως προς την απόρριψη του ισχυρισμού του ότι η αξία των επιδίκων ακινήτων ήταν κατά την 14-12-2000 μικρότερη των 73.000 ΕΥΡΩ και έτσι, οι αποδοθείσες σε αυτόν κατηγορίες της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της απάτης, φέρουν χαρακτήρα πλημμελήματος και όχι κακουργήματος (τέταρτος λόγος). Αβάσιμα όμως, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση στο σκεπτικό της, που αλληλοσυμπληρώνεται με το διατακτικό αναφέρει πραγματικά περιστατικά για την έκταση καθενός από τα επίδικα ακίνητα, που είχαν συνολική έκταση 1.215,40 τετρ. μέτρα καθώς και για την εμπορική τους αξία που ανερχόταν στις 14-12-2000 σε ποσό πλέον των 73.000 ΕΥΡΩ. 5) Τέλος, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας αποκλείοντας την εφαρμογή του άρθρου 393 παρ. 2 ΠΚ, με βάση το οποίο για την πράξη της απάτης έπρεπε να απαλλαγεί από κάθε ποινή (πέμπτος λόγος). Αβάσιμα όμως, διότι ορθά αποκλείστηκε από το δικάσαν Δικαστήριο η εφαρμογή της πιο πάνω διατάξεως, καθόσον η πράξη φέρει το χαρακτήρα κακουργήματος. Οι αιτιάσεις που προβάλλονται με τους πρόσθετους λόγους, είναι ταυτόσημοι με αυτούς που προβλήθηκαν με το κύριο δικόγραφο της αιτήσεως. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο, αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ 511, εφόσον παρίσταται ο αναιρεσείων και κρίθηκε παραδεκτός ο άνω λόγος, εξεταζόμενος της περ. Ε' της αυτής διατάξεως του ΚΠΔ, λόγος, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών. Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της, καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ. 1).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30 Μαρτίου 2009 (υπ' αριθμ. πρωτ. 2.813/1-4-2009 ενώπιον του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) αίτηση και τους από 13-11-2009 με ιδιαίτερο δικόγραφο ασκηθέντες πρόσθετους λόγους του Χ,για αναίρεση της με αριθμό 2.064/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ΕΥΡΩ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 2 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 24 Μαρτίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ