Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2394 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό, Υπεξαίρεση.




Περίληψη:
Απορρίπτει αίτηση. Αναίρεση κατά βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, που απέρριψε έφεση κατά παραπεμπτικού βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών, για κακουργηματική απάτη και υπεξαίρεση. Λόγοι για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και εκ πλαγίου παράβαση των ουσιαστικών διατάξεων αβάσιμοι.




Αριθμός 2394/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού και Χριστόφορο Κοσμίδη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Τσάγγα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 13 Οκτωβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, κατοίκου ... και 2) Χ2, κατοίκου ... περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 835/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Με συγκατηγορούμενους τους: 1) Χ3, 2) Χ4 και 3) Χ5 και με πολιτικώς ενάγουσα την Ε.Π.Ε. με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε.", που εκπροσωπείται νόμιμα.

Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 22 Μαΐου 2009 και 25 Μαΐου 2009 αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 838/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Τσάγγας εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή με αριθμό 247/14.07.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγω στο Δικαστήριό σας (σε Συμβούλιο) την προκειμένη ποινική δικογραφία και εκθέτω τα εξής:
Ι. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το 1872/2005 βούλευμα παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών για κακουργήματα, μαζί με άλλους κατηγορουμένους και τους 1) Χ1, κάτοικο ... και 2) Χ2, κάτοικο ..., για να δικαστούν ως υπαίτιοι απάτης κατά συναυτουργία και κατ'εξακολούθηση από υπαιτίους που διαπράττουν απάτες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, συνολικού ποσού άνω των 15.000 ευρώ και επί πλέον ο πρώτος (Χ1) και για υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από διαχειριστή ξένης περιουσίας κατ'εξακολούθηση (βλ. βούλευμα). Κατά του πρωτόδικου αυτού βουλεύματος ασκήθηκαν εφέσεις από τους κατηγορουμένους που απορρίφθηκαν ως ουσιαστικά αβάσιμες με το 993/2006 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, που επικύρωσε την παραπομπή. Κατά του βουλεύματος αυτού ασκήθηκε από τους κατηγορουμένους αναίρεση και το Δικαστήριό σας με την 865/2007 απόφαση αναίρεσε το 993/2006 βούλευμα για απόλυτη ακυρότητα και παρέπεμψε την υπόθεση στο σύνολό της για νέα κρίση στο ίδιο Συμβούλιο Εφετών (βλ. απόφαση). Η υπόθεση τέθηκε υπό την κρίση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών που με το 835/2009 βούλευμα, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμες τις εφέσεις και επικύρωσε την παραπομπή, πλην ορισμένων επί μέρους πράξεων της κατ'εξακολούθηση απάτης, για τις οποίες έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής και αναδιατύπωσε την κατηγορία, σύμφωνα με την εξέλιξη αυτή (βλ. το με αριθμ. 835/2009 βούλευμα Συμβουλίου Εφετών Αθηνών). Το δεύτερο αυτό εφετειακό βούλευμα επιδόθηκε στον μεν κατηγορούμενο Χ1 στις 15-5-2009, στον δε κατηγορούμενο Χ2 στις 19-5-2009, ενώ στις 13-5-2009 επιδόθηκε στον αντίκλητο και των δύο κατηγορουμένων Γεώργιο Αντωνάκη στις 13-5-2009 (βλ. σχετικά αποδεικτικά επιδόσεως).
ΙΙ. Στις 22-5-2009 εμφανίσθηκε στην αρμόδια Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών ο κατηγορούμενος Χ1 και δήλωσε ότι ασκεί αναίρεση κατά την 835/2009 βουλεύματος και έτσι συντάχθηκε η 103/22-5-2009 έκθεση αναίρεσης. Στις 25-5-2009 εμφανίστηκε στην ίδια Γραμματέα ο κατηγορούμενος Χ2 και δήλωσε επίσης ότι ασκεί αναίρεση κατά του ίδιου 835/2009 βουλεύματος και έτσι συντάχθηκε η 104/25-5-2009 έκθεση αναίρεσης. Ως λόγοι αναίρεσης αναφέρονται στις εκθέσεις η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης και υπέρβαση εξουσίας (βλ. εκθέσεις). Οι αναιρέσεις αυτές πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστούν ουσιαστικά, γιατί πρόκειται για ένδικα μέσα που ασκήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως, από διαδίκους που είχαν το σχετικό δικαίωμα, αφού παραπέμπονται για κακούργημα.
ΙΙΙ. Το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την επιβαλλόμενη από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτό με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την κυρία ανάκριση ή την προανάκριση για τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις, με τις οποίες το συμβούλιο υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και έκρινε, ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν τοΣυμβούλιο αποδίδει σ1 αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το Συμβούλιο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που αποτελεί λόγο αναιρέσεως κατ1 άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β' του ΚΠΔ, υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου δηλαδή όταν δεν αναφέρονται στο βούλευμα κατά τρόπο σαφή, πλήρη και χωρίς λογικά κενά τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά ή κατά την έκθεση αυτή υπάρχει αντίφαση, είτε στην ίδια την αιτιολογία, είτε μεταξύ αυτής και του διατακτικού, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο για την ορθή ή μη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που εφαρμόστηκε και να μην έχει το βούλευμα νόμιμη βάση. Τέλος, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. στ' του ΚΠΔ, υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον από τη διάταξη αυτή προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν το συμβούλιο ήσκησε δικαιοδοσία που δεν του παρέχεται από το νόμο ή υφίσταται μεν τέτοια δικαιοδοσία, δεν συντρέχουν όμως οι όροι οι οποίοι του παρέχουν την εξουσία να κρίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση ή όταν αρνείται να ασκήσει δικαιοδοσία, η οποία του παρέχεται από το νόμο στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και συντρέχουν οι απαιτούμενοι γι1 αυτόν κατά νόμον όροι.
ΙV. Κατά τη διάταξη του άρθρου 386 παρ. 1 του ΠΚ, όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθών, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και, αν η προξενηθείσα είναι ιδιαιτέρως μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του υπαλλακτικώς μικτού εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία η πραγματοποίηση του οφέλους αυτού, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο ή άλλον συμπεριφορά και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη και η οποία υπάρχει και σε περίπτωση μειώσεως ή χειροτερεύσεως της θέσεως της περιουσίας του παθόντος, έστω και αν αυτός έχει ενεργό αξίωση προς αποκατάσταση της. Ως βλάβη νοείται η μείωση ή χειροτέρευση της περιουσιακής κατάστασης προσώπου, την οποία δεν αναιρεί η τυχόν ύπαρξη ενεργού αξίωσης του παθόντος για αποκατάσταση της ζημίας κατ' εκείνου που την προκάλεσε. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν η βλάβη επέρχεται ως αναγκαίο, άμεσο και αποκλειστικό αποτέλεσμα της απατηλής συμπεριφοράς του δράστη, ενώ δεν απαιτείται αυτός που παραπλανήθηκε και εκείνος που ζημιώθηκε να είναι το ίδιο πρόσωπο (ΑΠ 487/2007, ΑΠ 64/2006). Επίσης, κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 386 του ΠΚ, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 11 του ν. 2408/1996, υπάρχει απάτη κακουργηματικής μορφής αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, οπότε επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Επιπλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του ν. 2721/1999, που αντικατέστησε και πάλι την παρ. 3 του άρθρου 3 86 του ΠΚ, για τη θεμελίωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της κακουργηματικής απάτης απαιτείται είτε ο υπαίτιος να διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία να υπερβαίνει το ποσό των 5.000.000 δραχμών είτε το περιουσιακό όφελος ή η ζημία που προξενήθηκε να υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 25.000.000 δραχμών. Η διάταξη του άρθρου 386 παρ. 3 εδάφ. α' του ΠΚ, μετά την κατά τα προαναφερόμενα τροποποίηση της, εφαρμόζεται κατ' άρθρο 2 του ΠΚ και επί πράξεων που τελέστηκαν πριν από την ισχύ του ν. 2721/3-6-1999, δεδομένου ότι ο νόμος αυτός στο σύνολο του είναι επιεικέστερος για τον κατηγορούμενο, καθόσον στην παλαιότερη ρύθμιση δεν προβλέπονταν ποσοτικά όρια. Ενόψει τούτου πράξεις απάτης που τελέστηκαν πριν από την 3-6-1999 και έχουν συνολικό όφελος ανώτερο των 5.000.000 δραχμών, διατηρούν τον κακουργηματικό τους χαρακτήρα, έστω και αν τα αντικείμενα των μερικότερων πράξεων υπολείπονται του ανωτέρω ορίου, υπό τη προϋπόθεση βέβαια ότι συντρέχουν οι επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης τους (ΑΠ 5/2008 Ολομ., 548/2008, ΑΠ 182005/2007, ΑΠ 487/2007, ΑΠ 382/2006). Επιπλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 13 εδ. στ' του ΠΚ, κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως προκύπτει σκοπός αυτού για πορισμό εισοδήματος, ενώ κατά συνήθεια τέλεση υπάρχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του. Στο κατ' εξακολούθηση έγκλημα (αρθρ. 98 ΠΚ), το οποίο συγκροτείται όταν συντρέχουν στο ίδιο πρόσωπο περισσότερες αυτοτελείς μερικότερες πράξεις του ίδιου εγκλήματος, ενυπάρχει οπωσδήποτε και το στοιχείο της επανειλημμένης τελέσεως ενός και του αυτού εγκλήματος (ΑΠ 1214/2008, ΑΠ 159/2007, ΑΠ 369/2007). Ακόμη, από τη διάταξη του άρθρου 45 του ΠΚ προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση της συναυτουργίας απαιτείται αντικειμενικά κοινός δόλος των συναυτουργών, δηλαδή καθένας απ' αυτούς να θέλει και να αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος που διαπράττεται, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τέλεσης του ίδιου εγκλήματος. Η συναυτουργική δράση κατά την εκτέλεση του εγκλήματος δυνατόν να συνίσταται ή στο ότι καθένας από τους συναυτουργούς πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή στο ότι το έγκλημα πραγματώνεται με τις συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετοχών (ταυτόχρονων ή διαδοχικών), χωρίς να είναι αναγκαίο να προσδιορίζονται ειδικότερα οι επί μέρους ενέργειες κάθε συναυτουργού (ΑΠ 85/2007, ΑΠ 2/2007, ΑΠ 810/2006). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 375 παρ. 2 του ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 9 του ν. 2408/1996, προβλέπεται και τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος η υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, όταν αυτό το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ανάγκης, ή λόγω της ιδιότητας αυτού ως εντολοδόχου, επιτρόπου ή κηδεμόνα του παθόντος ή ως μεσεγγυούχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας. Σε περίπτωση υπεξαίρεσης, που φέρεται ότι τελέστηκε κατ' εξακολούθηση (αρθρ. 98 ΠΚ), η κρίση σχετικά με την αξία του ιδιοποιημένου πράγματος ως ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας (από την οποία εξαρτάται και ο κακουργηματικός χαρακτήρας του αδικήματος), εφόσον οι μερικότερες πράξεις φέρονται να έχουν τελεστεί μετά την ισχύ του ν. 3721/1999, ήτοι την 3-6-1999 (με το άρθρο 14 παρ. 1 του οποίου συμπληρώθηκε το άρθρο 98 του ΠΚ), χωρεί, ενόψει της συνολικής αξίας του αντικειμένου όλων των μερικότερων πράξεων, και εφόσον ο υπαίτιος απέβλεπε με τις μερικότερες τελεσθείσες πράξεις στο αποτέλεσμα αυτό (ΑΠ 1459/2004), ενώ αν οι μερικότερες πράξεις τελέστηκαν πριν από την ισχύ του τελευταίου αυτού νόμου, η κρίση για την αξία του αντικειμένου αυτών θα γίνει με βάση το αντικείμενο της κάθε μερικότερης πράξης, ενόψει του άρθρου 2 του ΠΚ, δεδομένου ότι η νέα ρύθμιση του άρθρου 98 του ΠΚ είναι δυσμενέστερη για τον κατηγορούμενο (ΑΠ 5/2002 Ολομ, ΑΠ 115/2004). Επίσης, από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης σε βαθμό κακουργήματος πρέπει να συντρέχουν τα ακόλουθα στοιχεία: α) κινητό πράγμα, β) το πράγμα να είναι ξένο (ολικά ή κατά ένα μέρος) ως προς το δράστη, γ) ιδιοποίηση αυτού από τον κάτοχο του, χωρίς νόμιμη δικαιολογητική αιτία και με δόλια προαίρεση, η οποία να εκδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργεια του, που εμφανίζει εξωτερίκευση της θελήσεως του να το ενσωματώσει στην περιουσία του, δ) το πράγμα να είναι κατά το χρόνο τελέσεως της πράξεως ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και ε) να έχουν εμπιστευθεί αυτό στον υπαίτιο λόγω συνδρομής μιας τουλάχιστον περιπτώσεως από τις περιοριστικά αναφερόμενες στη διάταξη της δεύτερης παραγράφου, μεταξύ των οποίων και εκείνη που ο ιδιοκτήτης έχει εμπιστευθεί το πράγμα στο δράστη λόγω της ιδιότητας του τελευταίου ως διαχειριστή (ΑΠ 1011/2000). Διαχειριστής δε ξένης περιουσίας, κατά την έννοια της πιο πάνω διατάξεως, είναι αυτός που ενεργεί όχι απλά υλικές αλλά και νομικές πράξεις με εξουσία αντιπροσώπευσης του εντολέα και με δυνατότητα να αναπτύσσει πρωτοβουλίες και να λαμβάνει αποφάσεις με κίνδυνο και ευθύνη του (ΑΠ 415/1999 Ποιν.Χρ. Ν'-536), την οποία μπορεί να έλκει από το νόμο ή από σύμβαση, χωρίς να αποκλείεται και η πραγματική (de facto) άσκηση της, πρέπει όμως το ιδιοποιούμενο απ' αυτόν πράγμα να περιήλθε στην κατοχή του λόγω της ιδιότητας του αυτής. Επιπλέον, από τις διατάξεις των άρθρων 111 παρ. 1 και 2, 112 και ΠΚ προκύπτει ότι το αξιόποινο των εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία για τα κακουργήματα για τα οποία δεν προβλέπεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης, είναι δέκα πέντε έτη και αρχίζει από την ημέρα τέλεσης της αξιόποινης πράξης, αναστέλλεται δε για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία μέχρι να γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, αλλά όχι περισσότερο από πέντε χρόνια για τα κακουργήματα. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 113 παρ. 1, 2 και 3 εδ. α' του ίδιου Κώδικα, η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται για όσο χρόνο, σύμφωνα με διάταξη νόμου, δεν μπορεί να αρχίσει ή να εξακολουθήσει η ποινική δίωξη και επίσης η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, όχι όμως περισσότερο από πέντε χρόνια για τα κακουργήματα. Περαιτέρω, ως κύρια διαδικασία και για την εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 113 παρ. 2 του ΠΚ νοείται εκείνη που αρχίζει από την επίδοση στον κατηγορούμενο του κλητηρίου θεσπίσματος ή της κλήσεως για την εκδίκαση της υποθέσεως στο ακροατήριο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 320 επ. του ΚΠοινΔ, διότι από τότε η κατηγορία καθίσταται εκκρεμής στο Δικαστήριο. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 310 παρ. 1 εδάφ. β' και 370 εδάφ. β' του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι η παραγραφή είναι θεσμός που αφορά τη δημόσια τάξη και εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας, οπότε, αν αυτό διαπιστώσει τη συμπλήρωσή της, παύει οριστικά την ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου (ΑΠ 531/2007, ΑΠ 468/2007).
V. Στη προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, για να στηρίξει την παραπεμπτική του κρίση, δέχθηκε τα εξής:
Από όλο το αποδεικτικό υλικό και ειδικότερα τις ανωμοτί καταθέσεις των νομίμων εκπροσώπων της εγκαλούσας εταιρείας, τις ένορκες καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, όλα τα έγγραφα της δικογραφία σε συνδυασμό με τις απολογίες των κατηγορουμένων και τις εφέσεις αυτών, τα κατατεθέντα υπομνήματα των διαδίκων, καθώς και τις διευκρινίσεις αυτών ενώπιον του Συμβουλίου τούτου κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους την 9-5-2008 για την οποία και συντάχθηκαν τα υπ' αριθ. 944/9-5-2008 πρακτικά συνεδριάσεως αυτού, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εγκαλούσα εταιρεία με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε.", που ήδη τελεί υπό εκκαθάριση, ιδρύθηκε το έτος 1986 με εταίρους τις εταιρείες "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΑΙΓΙΟΥ Α.Ε." με ποσοστό 45%, "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε." με ποσοστό 35% και "ΑΜΑΝΙΤΑ Ε.Π.Ε." με ποσοστό 20%. Η τελευταία εταιρεία την 19-4-1994 αποχώρησε και μεταβίβασε στους λοιπούς εταίρους τα μερίδια της, τα οποία από τότε διαμορφώθηκαν για μεν την εταιρεία "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΑΙΓΙΟΥ Α.Ε." σε ποσοστό 55%, για δε την εταιρεία "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΘΡΑΚΗΣ Α.Ε." σε ποσοστό 45%, Έδρα της εταιρείας ήταν ο Δήμος ... (οδός ... και ...) και αντικείμενο της, κατά το καταστατικό, η παραλαβή, συντήρηση και διάθεση για λογαριασμό των εταίρων στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό των υπό των εταίρων παραγομένων, τυποποιημένων και κονσερβοποιημένων μανιταριών. Διαχειριστές της εγκαλούσας εταιρείας είχαν οριστεί ως εξής : α) με το υπ' αριθ. ... πρακτικό της γενικής συνέλευσης των εταίρων ορίστηκε ως διαχειριστής ο ΑΑ με αναπληρωτή του το ΒΒ, β) με το υπ' αριθ. 9/11-9-1989 πρακτικό της γενικής συνέλευσης των εταίρων αντικαταστάθηκε ο ΒΒ από το Χ1 (πρώτο των εκκαλούντων-κατηγορουμένων), συντάχθηκε δε γι' αυτό το υπ' αριθ. ... συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, γ) με το υπ' αριθ. ... πρακτικό της γενικής συνέλευσης των εταίρων ορίστηκε ως διαχειριστής της εταιρείας ο ΓΓ, ο οποίος προερχόταν από την εταίρο "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΑΙΓΙΟΥ Α.Ε.", σε αντικατάσταση του ως άνω ΑΑ. Ο πιο πάνω διαχειριστής της εταιρείας με το υπ' αριθ. ... συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο διόρισε ειδικό πληρεξούσιο και αντίκλητο αυτού τον πρώτο των εκκαλούντων-κατηγορουμένων Χ1.
Επομένως, ο τελευταίος, εκτός από υπάλληλος της εταιρείας, ήταν συγχρόνως και διαχειριστής πληρεξούσιος) ουσιαστικά της εγκαλούσας εταιρείας από το έτος 1989 έως και το έτος 1999. Μέχρι το έτος 1991 η εγκαλούσα εταιρεία δεν είχε παραγγελιοδόχους και μεταπωλητές και η διαχείριση των μανιταριών γινόταν απευθείας από τα γραφεία της (χωρίς την καταβολή προμηθειών) μέσω του οργανωμένου δικτύου διανομών και πωλήσεων που διέθετε (αυτοκίνητα, οδηγούς, προσωπικό πωλήσεων). Για τις πωλήσεις μανιταριών οι εταίροι προμηθευτές εξέδιδαν δελτία αποστολής προς την εταιρεία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε." για τις προς πώληση ποσότητες των προϊόντων τους, ενώ η εταιρεία (Ε.Π.Ε.) εξέδιδε τιμολόγια πωλήσεων-δελτία αποστολής προς τους διαφόρους πελάτες, στο τέλος δε κάθε μήνα εξέδιδε και απέστελλε σε κάθε εταίρο εκκαθάριση του λογαριασμού. Μέχρι και το έτος 1990 η οικονομική πορεία της εγκαλούσας εταιρείας ήταν ανοδική, δεδομένου ότι οι εν ενεργεία πελάτες της ανέρχονταν σε 450 και οι πωλήσεις σε 300.000.000 δραχμές. Από τις αρχές του 1991 όμως ο τρόπος των πωλήσεων άλλαξε με πρωτοβουλία του πρώτου των εκκαλούντων - κατηγορουμένων Χ1 (πληρεξούσιου διαχειριστή). Ειδικότερα, ο τελευταίος Με πρόσχημα τη μείωση των δαπανών της εταιρείας από την επιβάρυνση του Ι.Κ.Α. (για το επιπλέον εργοδοτικό ποσοστό και συγκεκριμένα το 3% επί του μισθού κάθε οδηγού), μετέτρεψε σε παραγγελιοδόχους και μεταπράτες-εμπόρους συγκεκριμένους υπαλλήλους (πρώην οδηγούς), ήτοι τον Χ4 (δεύτερο των εκκαλούντων-κατηγορουμένων), ΔΔ και ΕΕ, δελεάζοντας τους με το μοίρασμα παράνομων κερδών σε βάρος της εταιρείας (ψευδή τιμολόγια προμηθειών επί ανύπαρκτων πωλήσεων). Ειδικότερα, οι δύο πρώτοι αυτών ανέλαβαν ως μεταπωλητές (έμποροι) των μανιταριών της εταιρείας αλλά και ως παραγγελιοδόχοι (πλασιέ) αυτής με συμφωνημένο κέρδος, έκπτωση στις αγορές τους από την εταιρεία 50 δραχμές ανά κιλό και επίσης 50 δραχμές το κιλό για τις παραγγελίες πελατών τους που διαβίβαζαν στην εταιρεία, ως προμήθεια τους, ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό 8% επί της τιμής των 620 δραχμών στο κιλό των μανιταριών που αγόραζαν προς μεταπώληση, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί κατά το έτος 1991, κατά το οποίο συμφωνήθηκαν τιμές και ποσοστά. Επιπλέον, ο τρίτος των ως άνω προσώπων, ΕΕ, ανέλαβε ως μεταπωλητής (έμπορος) με κέρδος 50 δραχμές ανά κιλό. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η εργασία των Χ4 (δευτέρου των εκκαλούντων-κατηγορουμένου) και ΔΔ ως παραγγελιοδόχων της εγκαλούσας εταιρείας αποτελούσε ένα τμήμα της καθημερινής τους εργασίας που γινόταν κατά τις πρωινές ώρες, ενώ κατά τις απογευματινές ώρες απασχολούνταν συστηματικά για λογαριασμό τους ως έμποροι, αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη και χρησιμοποιώντας μάλιστα τα αυτοκίνητα της εταιρείας με επιβάρυνση της για όλα τα έξοδα κινήσεως τους (καύσιμα, ανταλλακτικά, επισκευές κ.λ.π). Η μετατροπή αυτή των υπαλλήλων της εγκαλούσας εταιρείας σε παραγγελιοδόχους (πλασιέ) και σε μεταπράτες (εμπόρους) ήταν εντελώς ασύμφορη και άκρως επιζήμια, προκάλεσε δε στην τελευταία σημαντική ζημία (βλ. το πόρισμα της εταιρείας ορκωτών λογιστών με την επωνυμία "ΠΡΟΤΥΠΟΣ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ Α.Ε."), την οποία (ζημία) γνώριζαν όλοι οι επί τόπου διευθύνοντες και διαχειριζόμενοι τις υποθέσεις της εταιρείας κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα από την 15-4-1994 έως και το έτος 1999, ήτοι ο διευθυντής πωλήσεων αυτής Χ2 (πέμπτος κατηγορούμενος), οι λογιστές Χ5 και Χ3 (τρίτος και τέταρτος κατηγορούμενοι), καθώς και ο Χ1 (πρώτος κατηγορούμενος), που ήταν ο εμπνευστής του όλου σχεδίου, το οποίο εφαρμόστηκε για περισσότερο από πέντε έτη με ζημιά της εγκαλούσας εταιρείας. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι ως άνω παραγγελιοδόχοι-μεταπράτες (πρώην υπάλληλοι της εγκαλούσας εταιρείας) χρησιμοποιούσαν τα αυτοκίνητα αυτής με πληρωμένα όλα τα έξοδα κινήσεως, όπως καύσιμα, επισκευές, τέλη, πρόστιμα κ.λ.π. για την εν γένει εμπορική τους δραστηριότητα. Ι) Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι ο εκκαλών-κατηγορούμενος Χ4 καθώς και ο ήδη αποβιώσας ΔΔ σε εκτέλεση του ως άνω σχεδίου κατά το χρονικό διάστημα από την 15-4-1994 έως και το έτος 1999, μεσολαβώντας ως παραγγελιοδόχοι (πλασιέ) για την πώληση μανιταριών της εγκαλούσας εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε." συνολικού ύψους 11.601.285 δραχμών για τον πρώτο και 14.376.634 δραχμών για το δεύτερο, όπως τούτο προκύπτει από τις προσκομιζόμενες μηχανογραφημένες καταστάσεις πελατών της εταιρείας, στις οποίες αυτοί αναφέρονται ως πωλητές (πλασιέ) και, ενώ έπρεπε να λάβουν ως αναλογούσα προμήθεια ποσοστό 8% επ' αυτών και συγκεκριμένα ο μεν πρώτος 928.103 δραχμές, ο δε δεύτερος 1.150.131 δραχμές, εισέπραξαν αντίστοιχα για προμήθειες ο πρώτος 21.465.930 δραχμές και ο δεύτερος 16.414.519 δραχμές, όπως προκύπτει αναμφισβήτητα από τα προσκομιζόμενα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών που έχουν εκδώσει, παριστάνοντας ψευδώς στην εταιρεία ότι δήθεν είχαν πραγματοποιήσει πωλήσεις ύψους 268.324.125 δραχμές ο πρώτος και 22005.181.487 δραχμές ο δεύτερος (εταιρικές πωλήσεις) και ότι είχαν δικαίωμα να λάβουν τη συμφωνημένη επ' αυτών προμήθεια. Αποτέλεσμα δε της συμπεριφοράς αυτής των παραπάνω ήταν να καταβληθεί από το ταμείο της εταιρείας στο Χ4 το επιπλέον ποσό των (21.465.930-928.103 δραχμών) 20.537.827 δραχμών και στο ΔΔ το επιπλέον ποσό των (16.414.519-1.150.131) 15.264.388 δραχμών με αντίστοιχη ζημία της περιουσίας της εταιρείας. Ειδικότερα: Α) Ο Χ4: 1) Από 15-4-1994 έως 31-12-1994 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.733.439 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 138.675 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 3.381.900 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 42.273.750 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 3.243.315 δραχμών. 2) Το έτος 1995 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 4.186.895 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 334.952 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 4.950.340 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 61.879.250 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 4.615.388 δραχμών. 3) Το έτος 1996 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.266.591 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 101.327 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 5.453.410 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 68.167.625 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 5.352.083 δραχμών. 4) Το έτος 1997 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.607.460 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 128.597 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 3.860.200 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 48.252.500 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 3.731.603 δραχμών. 5) Το έτος 1998 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.013.400 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 81.072 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 2.855.160 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 35.689.500 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 2.774.088 δραχμών. Και 6) Το έτος 1999 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.793.500 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 143.480 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 964.920 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 12.061.500 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 821.440 δραχμών. Και Β) Ο ήδη αποβιώσας ΔΔ: 1) Από 15-4-1994 έως 31-12-1994 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 3.550.123 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 284.010 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 3.731.049 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 46.638.112 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 3.447.039 δραχμών. 2) Το έτος 1995 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 5.951.362 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 476.109 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 3.963.750 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 49.546.875 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 3.487.641 δραχμών. 3) Το έτος 1996 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 2.759.672 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 476.109 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 2.599.430 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 32.492.875 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 2.378.656 δραχμών. 4) Το έτος 1997 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 1.513.077 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 121.046 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 2.774.370 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 34.679.625 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 2.653.324 δραχμών. 5) Το έτος 1998 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 440.400 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 35.235 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 2.394.380 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 29.929.750 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 2.359.148 δραχμών. Και 6) Το έτος 1999 αν και πραγματοποίησε πραγματικές πωλήσεις ύψους 162.000 δραχμών με αναλογούσα προμήθεια 8% επ' αυτών 12.960 δραχμών, εξέδωσε τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών αξίας 951.540 δραχμών, που αντιστοιχεί σε πλασματικές πωλήσεις ύψους 11.984.250 δραχμών και έτσι προκάλεσε ζημία της εταιρείας από πληρωμή ανύπαρκτων προμηθειών αξίας 935.580 δραχμών.
II) Περαιτέρω, προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 15-4-1994 έως και το έτος 1999 οι ως άνω εκκαλούντες-κατηγορούμενοι Χ1 ως πληρεξούσιος διαχειριστής της εγκαλούσας εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε.", Χ2 ως διευθυντής πωλήσεων και Χ5 και Χ3 ως υπεύθυνοι λογιστές αυτής, από κοινού ενεργώντας και με σκοπό να αποκομίσουν ίδιο παράνομο περιουσιακό όφελος, αποδέχθηκαν τα προαναφερόμενα εικονικά τιμολόγια παροχής υπηρεσιών των Χ4 και ΔΔ και τα καταχώρησαν στα βιβλία της εγκαλούσας εταιρείας, παριστάνοντας έτσι ψευδώς προς την τελευταία ότι οι εν λόγω παραγγελιοδόχοι πραγματοποίησαν πωλήσεις μανιταριών για λογαριασμό της, ύψους 268.324.125 δραχμών ο πρώτος και 22005.181.487 ο δεύτερος τούτων και ότι είχαν δικαίωμα να λάβουν τη συμφωνημένη επ' αυτών προμήθεια. Τούτο δε έπραξαν παρά το ότι από τα τιμολόγια πωλήσεων της εγκαλούσας εταιρείας που είχαν στη διάθεση τους, γνώριζαν τις πραγματικές πωλήσεις μανιταριών που είχαν πραγματοποιήσει οι συγκεκριμένοι παραγγελιοδόχοι (11.601.285 ο πρώτος και 14.376.634 δραχμές ο δεύτερος) και ως εκ τούτου γνώριζαν ότι τα προσκομισθέντα απ' αυτούς τιμολόγια παροχής υπηρεσιών αντιστοιχούσαν σε ανύπαρκτες εν μέρει παραγγελίες μανιταριών. Επίσης, οι ίδιοι ως άνω κατηγορούμενοι από κοινού και με σκοπό να αποκομίσουν ίδιο παράνομο περιουσιακό όφελος αποδέχθηκαν και καταχώρησαν στα βιβλία της εταιρείας και τα υπ' αριθ. ... και ... τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, που είχαν εκδοθεί από το ΣΤ, αξίας 1.180.000 δραχμών και 1.770.000 δραχμών αντίστοιχα, παριστάνοντας έτσι ψευδώς προς την εγκαλούσα εταιρεία ότι ο ΣΤ απασχολήθηκε ως παραγγελιοδόχος της με συμφωνημένη προμήθεια 8% και ότι δήθεν είχε δικαίωμα να λάβει για προμήθειες από πωλήσεις μανιταριών που είχε πραγματοποιήσει για λογαριασμό της τα παραπάνω χρηματικά ποσά. Τούτο δε έπραξαν, αν και γνώριζαν, λόγω της θέσεως τους στην εταιρεία, ότι ο ΣΤ δεν υπήρξε παραγγελιοδόχος της, ούτε είχε πραγματοποιήσει πωλήσεις μανιταριών για λογαριασμό της και ότι τα προσκομισθέντα απ' αυτόν τιμολόγια ήταν άκυρα (λόγω παλαιάς θεώρησης τους από την αρμόδια Εφορία). Αποτέλεσμα της απατηλής αυτής συμπεριφοράς των πιο πάνω εκκαλούντων-κατηγορουμένων ήταν να καταβληθούν αχρεωστήτως από το ταμείο της εγκαλούσας εταιρείας στον Χ4 20.537.827 δραχμές, στο ΔΔ 15.264.388 και στο ΣΤ 2.950.000 δραχμές. Με τον τρόπο αυτό οι πιο πάνω εκκαλούντες-κατηγορούμενοι έβλαψαν την περιουσία της εγκαλούσας κατά τα προαναφερόμενα ποσά, που υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ, με αντίστοιχο δικό τους όφελος. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πράξης (για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας) και από την κατάλληλη υποδομή που είχαν διαμορφώσει οι κατηγορούμενοι (συνεργασία και διασύνδεση μεταξύ τους, εφαρμογή σχεδίου, κατανομή ρόλων δράσης), συνάγεται ότι ενήργησαν με σκοπό τον πορισμό παράνομου εισοδήματος, επιπλέον δε έχουν ροπή προς διάπραξη του εγκλήματος της απάτης ως στοιχείο της προσωπικότητας τους. Οι εκκαλούντες-κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι το ως άνω ποσό των 2.950.000 δραχμών αποτελεί αμοιβή του ΣΤ ως "διαφημιστή" των προϊόντων της εγκαλούσας εταιρείας. Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα όμως ουδόλως προέκυψε η βασιμότητα του ισχυρισμού τους αυτού. Τούτο δε διότι στα επίμαχα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών αναγράφεται ρητά ως αιτιολογία της πληρωμής των πιο πάνω χρηματικών ποσών η φράση "προμήθεια από πωλήσεις εμπορευμάτων", ενώ δεν προέκυψε η ύπαρξη κάποιου λόγου για τη μη αναγραφή της επικαλούμενης πραγματικής αιτίας, της παροχής δηλαδή υπηρεσιών διαφήμισης προς την εγκαλούσα εταιρεία. Ακόμη, πρέπει να τονιστεί ότι η τελευταία διέθετε πλήρες δίκτυο πωλητών, παραγγελιοδόχους, καθώς και διευθυντή πωλήσεων για την προώθηση των προϊόντων της (μανιταριών).
III. Επίσης, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι οι εκκαλούντες-κατηγορούμενοι Χ1 ως διαχειριστής (πληρεξούσιος) και Χ5 (υπεύθυνος λογιστής), κατόπιν συναποφάσεώς τους και με σκοπό να αποκομίσουν δικό τους παράνομο περιουσιακό όφελος, κατά το χρονικό διάστημα από 27-4-1994 έως και 3-11-1999 παρέστησαν ψευδώς στους νομίμους εκπροσώπους της εγκαλούσας εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε." ότι πραγματοποίησαν σταδιακά διάφορες δαπάνες για την επισκευή και συντήρηση των φορτηγών αυτοκινήτων της, με αριθμούς κυκλοφορίας ΑΚ ... VW, ΑΚ ... DATSUN, ΑΚ ... VW, ΑΚ ... VW και ΑΚ ... MITSUBISI, συνολικού ύψους 6.028.249 δραχμών ή Π .691,12 ευρώ (4.444.315 δραχμές για αγορά ανταλλακτικών και εργασίες επισκευής, 463.929 δραχμές για αγορά μπαταριών και 1.120.02005 δραχμές για αγορά ελαστικών). Στην πραγματικότητα όμως οι ως άνω κατηγορούμενοι πραγματοποιούσαν επισκευές διαφόρων αυτοκινήτων συγγενικών και φιλικών τους προσώπων και στη συνέχεια καταχωρούσαν στα βιβλία της εταιρείας τα σχετικά τιμολόγια των δαπανών αυτών (εικονικών). Αποτέλεσμα της πιο πάνω απατηλής συμπεριφοράς των εκκαλούντων-κατηγορουμένων αυτών ήταν να προκληθεί στην εγκαλούσα εταιρεία ζημία συνολικού ύψους 6.028.249 δραχμών ή 17.691,12 ευρώ, δεδομένου ότι το εν λόγω ποσό, που υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ, καταβλήθηκε από το ταμείο της εγκαλούσας εταιρείας με αντίστοιχο δικό τους όφελος (βλ. και έκθεση ορκωτής λογίστριας ...). Ειδικότερα, οι ως άνω εκκαλούντες-κατηγορούμενοι Χ1 ως διαχειριστής (πληρεξούσιος) και Χ5 (υπεύθυνος λογιστής): 1) Στις 27-4-1994 κατέβαλαν στο συνεργείο αυτοκινήτων του ... με την υπ' αριθ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών το ποσό των 162.000 δραχμών για γενική επισκευή φρένων, γενική επισκευή μηχανής και εμπρόσθιου συστήματος για το υπ' αριθ. ... φορτηγό αυτοκίνητο της εταιρείας, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, παρόλο που ουδέποτε επισκευάστηκε κατά το ως άνω χρονικό διάστημα το εν λόγω φορτηγό της εταιρείας. 2) Στις 27-9-1994 κατέβαλαν στον ασφαλιστικό πράκτορα ... το ποσό των 28.674 δραχμών με την υπ' αριθ. 2667/27-9-1994 απόδειξη πληρωμής της εταιρείας για εξόφληση ζημίας, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και είναι γνωστό ότι, κατά τα ισχύοντα στις ασφαλιστικές συμβάσεις, ο ασφαλισμένος δεν πληρώνει για ζημιές την ασφαλιστική εταιρεία. 3) Στις 13-10-1994 αγόρασαν από την εταιρεία "ΣΙΦΙΚΟ Α.Ε." μία εξάτμιση μηχανής, 3 κουτιά TOYOTA OIL, 1 καθαριστικό πιτσιλίθρας και 4 μπουζί με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί συνολικού τιμήματος 24.631 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε κανένα αυτοκίνητο μάρκας TOYOTA. 4)-5)-6) Στις 30-9-1994, 5-12-1994 και 7-12-1994 κατέβαλαν στον ... τα ποσά των 330.000, 342.200 και 17.400 δραχμών με τις υπ' αριθ. ..., ... και ... αποδείξεις παροχής υπηρεσιών για γενική επισκευή μηχανής διαφορικού, φρένων και εμπρόσθιου συστήματος, για γενική επισκευή μηχανής, αλλαγή εμπρόσθιου συστήματος και σασμάν, για αλλαγή τακακιών, φρένων και εμπρόσθιας δαγκάνας, τα οποία και καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκαν από το ταμείο της, αν και τα αυτοκίνητα της εταιρείας κατά το ως άνω χρονικό διάστημα δεν εισήλθαν σε συνεργείο, δεδομένου ότι κινούνταν διαρκώς. 7) Στις 23-12-1994 αγόρασαν από το ... ένα σετ εμβολοχιτώνια, δύο καπάκια κυλίνδρου, ένα σετ βαλβίδες, μια εξάτμιση αυτοκινήτου, 8 καλάμια και ένα σετ φλάντζες με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο πώλησης αντί συνολικού τιμήματος 137.824 δραχμών, το οποίο και καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία κατά το ως άνω χρονικό διάστημα δεν επισκεύασε κανένα αυτοκίνητο της. 8)-9)-10)-11)-12)-13) Στις 21-3-1995, 3-4-1995, 25-10-1995, 27-10-1995, 7-11-1995 και 1-12-1995 κατέβαλαν στο ... τα ποσά των 283.200, 160.480, 318.600, 306.800, 53.100, 312.700 δραχμών με τις υπ' αριθ. ..., ..., ..., ..., ... και ... αποδείξεις παροχής υπηρεσιών για γενική επισκευή μηχανής, αλλαγή διαφορικού, γέφυρας εμπρόσθιου συστήματος του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, για γενική επισκευή μηχανής του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, για γενική επισκευή μηχανής διαφορικού, σασμάν του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, για επισκευή διαφορικού μηχανής και εμπρόσθιου συστήματος του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, για αλλαγή τρόμπας φρένων, σεβρό φρένων, επισκευή φρένων του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, για γενική επισκευή μηχανής, σασμάν, φρένων, ημιαξονίου του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, τα οποία καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκαν από το ταμείο της, αν και καθ' όλο το έτος 1995 ουδεμία απολύτως αγορά των απαραιτήτως απαιτουμένων ανταλλακτικών για τις επισκευές αυτές έγινε. 14) Στις 16-2-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "ΑΦΟΙ ΜΑΡΚΟΥΛΑΚΗ ΑΕΒΕ" ένα τεμάχιο LUMIACTION MOTER με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο πώλησης αντί τιμήματος 8.603 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και το παραπάνω ανταλλακτικό δεν χρησιμοποιείται σε αυτοκίνητα της εταιρείας. 15) Στις 16-9-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "ΑΦΟΙ Κ. ΦΙΛΗ Α.Ε." ένα τεμάχιο κρύσταλλο θύρας BRONZE MAZDA με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο πώλησης, αντί τιμήματος 9.500 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε επιβατηγό αυτοκίνητο μάρκας MAZDA 323. 16) Στις 23-10-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "ΑΛΕΞ. ΓΑΛΕΟΣ ΑΕΒΕ" ένα τεμάχιο μπιέλα, ένα τεμάχιο πιστόν, ένα τεμάχιο βαλβίδα εισαγωγής, ένα τεμάχιο βαλβίδα εξαγωγής, ένα τεμάχιο φλάντζες, ένα τεμάχιο φλάντζες, ένα τεμάχιο τσιμούχες (σετ), αντί συνολικού τιμήματος 20.402 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και τα παραπάνω είναι ανταλλακτικά μοτοσικλετών και η εταιρεία δεν διέθετε καμία μοτοσικλέτα. 17) Στις 29-10-1996 κατέβαλαν για επισκευή κινητήρα μοτοσικλέτας στο συνεργείο μοτοσικλετών του ... με την υπ' αριθ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών το ποσό των 44.840 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε καμία μοτοσικλέτα. 18)-19) Στις 11-11-1996 και 18-1-1996 κατέβαλαν στο συνεργείο αυτοκινήτων του ... τα ποσά των 211.220 και 59.000 δραχμών με τις υπ' αριθ. ... και ... αποδείξεις παροχής υπηρεσιών για επισκευή της μηχανής του υπ' αριθ. κυκλοφορίας ... φορτηγού της εταιρείας και γενικό σέρβις του υπ' αριθ. ... φορτηγού αυτοκινήτου της εταιρείας, τα οποία καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκαν από το ταμείο της, αν και κατά το χρονικό διάστημα των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 1996 ουδεμία αγορά των αναγκαίων ανταλλακτικών έγινε για τις επισκευές αυτές. 20)-21) Στις 11-4-1997 και 30-4-1997 αγόρασαν από τη ... τρία τεμάχια λάδια Super HD και τρία τεμάχια λάδια Super HD με τα υπ' αριθ. ... και ... τιμολόγια αντί τιμήματος 18.936 και 18.936 δραχμών, τα οποία καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκαν από το ταμείο της, αν και για τα φορτηγά αυτοκίνητα της εταιρείας δεν χρησιμοποιούνταν τέτοια λάδια. 22) Στις 3-7-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "AUTOCARD ΑΒΕΕ" ένα τεμάχιο τακάκια HONDA ATE με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 14.072 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε κανένα αυτοκίνητο μάρκας HONDA. 23) Στις 3-7-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "SPARE SERVICE" ένα σετ τακάκια ROVER με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 13.827 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε κανένα αυτοκίνητο μάρκας ROVER. 24) Στις 26-9-1997 κατέβαλαν στο ηλεκτρολογείο αυτοκινήτων της ... με την υπ' αριθ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών για εργασία μίζας το ποσό των 41.300 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και δεν προοριζόταν για αυτοκίνητο αυτής αλλά για αυτοκίνητο άγνωστου ιδιοκτήτη. 25) Στις 7-10-1997 κατέβαλαν στο συνεργείο αυτοκινήτων του ... με την υπ' αριθ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών για γενικό έλεγχο επισκευής διαφορικού και μπουζί του υπ' αριθ. ... αυτοκινήτου το ποσό των 59.000 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε αυτοκίνητο με τον ως άνω αριθμό κυκλοφορίας. 26) Στις 28-11-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." δύο τεμάχια καπάκι μηχανής δίπολης, δύο τεμάχια καπάκι μηχανής δίπολης, δύο τεμάχια δισκοπλ. εμπρόσθια φορτηγού, ένα σετ τακάκια εμπρόσθια TRANSPORT, ένα σετ εμβολοχιτώνια φορτηγού, ένα τεμάχιο εξάτμιση φορτηγού με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 176.882 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και προοριζόταν για άγνωστα αυτοκίνητα. 27) Στις 2-12-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο εξάτμιση σκαραβαίου, δύο τεμάχια χρώμιο εξατμίσεως σκαραβαίου, τέσσερα τεμάχια σετ ΖΟΥΑΝ χρωμίου, ένα τεμάχιο υγρά φρένων, τέσσερα τεμάχια μπουζί κοντή βόλτα, ένα τεμάχιο πλατίνες, ένα τεμάχιο αμορτισέρ, τιμον. σκαραβαίου, ένα τεμάχιο χαρτοσωλήνα, τρία τεμάχια σωλήνα βενζίνης, ένα τεμάχιο σετ τσιμούχα σκαραβαίου οπίσθια με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 23.324 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε αυτοκίνητο μάρκας VW τύπου σκαραβαίου. 28) Στις 10-12-1997 κατέβαλαν στην εταιρεία "REPORT-... ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε." με την από 10-12-1997 απόδειξη το ποσό των 5.000 δραχμών για φίλτρο του υπ' αριθ. ... αυτοκινήτου, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και πρόκειται για απόδειξη φορολογικά απαράδεκτη που δεν αφορά δαπάνη της εταιρείας. 29)- 30) Στις 11-12-1997 και 11-12-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." με τα υπ' αριθ. ... και ... τιμολόγια ένα σετ ιμάντα, ένα τεμάχιο τεντοτήρα, τέσσερα τεμάχια μπουζί, ένα τεμάχιο φίλτρο βενζίνης, ένα τεμάχιο φίλτρο λαδιού, ένα τεμάχιο φίλτρο αέρα και ένα σετ σιαγόνες αντί τιμήματος 27.750 και 7.350 δραχμών αντίστοιχα, τα οποία καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκαν από το ταμείο της, αν και η εταιρεία δεν διέθετε αυτοκίνητο μάρκας TOYOTA με αριθμό κυκλοφορίας ..., που επισκευάστηκε με τα ανωτέρω ανταλλακτικά στο συνεργείο αυτοκινήτων του ..., 31) Στις 12-12-1997 κατέβαλαν στο συνεργείο αυτοκινήτων του ... με την υπ' αριθ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών για αλλαγή σιαγώνων, αλλαγή ιμάντα εκκεντροφόρου, καθώς και για γενικό σέρβις του υπ' αριθ. ... αυτοκινήτου το ποσό των 29.500 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε αυτοκίνητο με τέτοιο αριθμό κυκλοφορίας. 32) Στις 22-1-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "SPARE SERVICE Ε.Π.Ε." με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο ένα τεμάχιο μπιλιοφόρο MAZDA, ένα τεμάχιο φίλτρο αέρα MAZDA, τέσσερα τεμάχια μπουζί, ένα τεμάχιο φίλτρο λαδιού MAZDA και ένα τεμάχιο φίλτρο βενζίνης αντί τιμήματος 44.400 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε αυτοκίνητο μάρκας MAZDA 323 με αριθμό ..., που επισκευάστηκε στο συνεργείο του ..., 33) Στις 22-1-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "SPARE SERVICE Ε.Π.Ε." με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο ένα τεμάχιο εξάτμιση αντί τιμήματος 21.004 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε αυτοκίνητο μάρκας MAZDA 323 με αριθμό ..., που επισκευάστηκε στο συνεργείο του ..., 34) Στις 22-1-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "SPARE SERVICE Ε.Π.Ε." με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο ένα τεμάχιο κόλλα εξάτμισης αντί τιμήματος 1.074 δραχμών για το με αριθμό κυκλοφορίας ... αυτοκίνητο, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της, αν και αυτή δεν διέθετε αυτοκίνητο με τέτοιο αριθμό κυκλοφορίας, που επισκευάστηκε στο συνεργείο του ..., 35) Στις 23-1-1998 κατέβαλαν στο συνεργείο αυτοκινήτων του ...με την από 23-1-1998 απόδειξη το ποσό των 49.560 δραχμών για γενικό σέρβις, αλλαγή εξάτμισης, αλλαγή μπιλιοφόρου, αλλαγή βαλβολίνης, κάρτα καυσαερίων και λάδια για το υπ' αριθ. ... αυτοκίνητο, αν και η εταιρεία δεν διέθετε αυτοκίνητο με τέτοιο αριθμό κυκλοφορίας, για το οποίο πληρώθηκαν απ' αυτήν και τα ανταλλακτικά. 36) Στις 29-10-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο εξάτμιση, δύο τεμάχια δισκοπλάκες, δύο τεμάχια τσιμούχα τροχού, δύο τεμάχια μπαλάκι κάτω, ένα τεμάχιο ρουλεμάν εμπρόσθιου τροχού, δύο τεμάχια ρουλεμάν εμπρ. φορτ., τέσσερα τεμάχια σινεμπλόκ, ένα τεμάχιο σύρμα αμπρ. φορτηγού, ένα τεμάχιο ασφάλεια σύρματος αμπραγιάζ, δύο τεμάχια σινεμπόκ σταμπίλ, δύο τεμάχια λάστιχο ζαμφόρ, δύο τεμάχια λάστιχο κόντρας, δύο τεμάχια λάστιχο κόντρας, ένα τεμάχιο χαρτοσωλήνα, τέσσερα τεμάχια σετ ζουάν χρωμίου και ένα τεμάχιο πλατίνες με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 80.423 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 37) Στις 29-10-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." τέσσερα τεμάχια μπουζί κοντή βόλτα με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 2.095 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 38) Στις 3-11-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο εξάτμιση φορτηγού, ένα σωλήνα εξάτμιση φορτηγού, τρία τεμάχια ζουάν χρωμίου, ένα τεμάχιο σετ φλάντζες, ένα τεμάχιο πλατίνες, τέσσερα τεμάχια μπουζί κοντή βόλτα, ένα τεμάχιο χαρτοσωλήνα και δύο τεμάχια σωλήνα βενζίνης με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 26.697 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 39) Στις 9-11-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." ένα τεμάχιο εμβολοχιτώνια, ένα τεμάχιο φλάντζα, ένα τεμάχιο εξάτμιση, ένα τεμάχιο τακάκι, δύο τεμάχια δισκοπλ. εμπρόσθια, δύο τεμάχια μπαλάκι κάτω, δύο τεμάχια μπαλάκι, ένα τεμάχιο μπάρα τιμονιού κεντρική, ένα τεμάχιο λάστιχο μηχανής με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 183.107 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 40) Στις 16-11-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." δύο τεμάχια κουζινέτα βάσεως, δύο τεμάχια κουζινέτα μπιέλας, δύο τεμάχια κουζινέτα εκκεντρ., δύο τεμάχια σετ ελατήρια και ένα τεμάχιο ελατήρια με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 60.997 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 41) Στις 16-11-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "Α. Γ. ΡΑΣΚΟΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο υδροψ. BOXER με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 28.202 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 42) Στις 21-12-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." ένα τεμάχιο εμβολοχιτώνια σετ, ένα τεμάχιο εξάτμιση, ένα τεμάχιο φλάντζα σετ, οκτώ τεμάχια ωστήρια υδραυλικά, ένα τεμάχιο τρόμπα φρένου, δύο τεμάχια δισκοπλ. εμπρ., ένα τεμάχιο τακάκι εμπρ. με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 227.669 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 43) Στις 24-12-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "ΑΦΟΙ ..." ένα τεμάχιο γλύστρα αριστερή, ένα τεμάχιο γλύστρα δεξιά, ένα τεμάχιο γλύστρα εσωτερική αριστερά, ένα τεμάχιο γλύστρα εσωτερική δεξιά, 3,50 τεμάχια τσιμούχα και ένα τεμάχιο τσιμούχα με το υπ' αριθ. ...τιμολόγιο αντί τιμήματος 18.471 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 44) Στις 24-12-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." δύο τεμάχια σύρμα χειρόφρενου φορτηγού, δύο τεμάχια σύρμα αμπραγιάζ φορτηγού, ένα τεμάχιο ντίζα κοντέρ, .ένα τεμάχιο σετ μπουζοκαλώδια, ένα τεμάχιο ρουλεμάν εμπρόσθια, ένα τεμάχιο σετ σύνδεσμος ταχ. φορτηγού, δύο τεμάχια σύρμα γκαζιού, ένα τεμάχιο οδηγό σύρματος αμπραγιάζ φορτηγού, δύο τεμάχια ασφάλεια σύρματος αμπραγιάζ, ένα τεμάχιο σωληνάκι αβάνς, δύο τεμάχια πλατίνες, τέσσερα τεμάχια μπουζί κοντή βόλτα και δύο τεμάχια λάστιχο ψυγείου λαδιού με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 23.024 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 45) Στις 29-12-1998 κατέβαλαν στην εταιρεία "ΔΗΜ..." με την υπ' αριθ. ... απόδειξη το ποσό των 100.300 δραχμών για επισκευή μοτέρ και επισκευή φρένων, χωρίς να αναφέρεται επ' αυτής αριθμός αυτοκινήτου, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 46) Στις 11-3-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." ένα τεμάχιο σετ εμβολοχιτώνια και ένα τεμάχιο εξάτμιση με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 123.430 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. 47) Στις 5-5-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." ένα τεμάχιο καπάκι μηχανής διπλής, ένα τεμάχιο εμβολοχιτώνια σετ και ένα τεμάχιο εξάτμιση φορτηγού με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 150.502 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. Και 48) Στις 22-9-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "...-... Ο.Ε." ένα τεμάχιο τακάκι εμπρ., ένα τεμάχιο μπουζοκαλώδια σκαραβαίου, τέσσερα τεμάχια μπουζί σκαραβαίου, ένα τεμάχιο φίλτρο αέρα, ένα τεμάχιο εξάτμιση φορτηγού, ένα τεμάχιο σύρμα αμπραγιάζ και ένα τεμάχιο μαρκούτσι αμπραγιάζ με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 36.309 δραχμών, το οποίο καταλόγισαν στην εταιρεία και πληρώθηκε από το ταμείο της. Επίσης, αγόρασαν και κατέβαλαν στους πιο κάτω πωλητές τα παρακάτω τιμήματα για αγορά μπαταριών αυτοκινήτων, ήτοι: 1) Στις 26-10-1994 αγόρασαν από την εταιρεία "ΕΒΙΧ Ε.Π.Ε." ένα τεμάχιο FIAMM μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 16.000 δραχμών. 2) Στις 19-9-1995 αγόρασαν από την εταιρεία "ΕΒΙΧ Ε.Π.Ε." ένα τεμάχιο FIAMM μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 21.000 δραχμών. 3) Στις 28-6-1995 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." δύο τεμάχια μπαταρίες με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 22.479 δραχμών. 4) Στις 17-7-1995 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 12.589 δραχμών. 5) Στις 10-1-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 8.992 δραχμών. 6) Στις 28-2-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." μια μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 8.992 δραχμών. 7) Στις 5-12-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "ΓΟΥΤΑΣ ΑΕΒΕ και ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 11.700 δραχμών. 8) Στις 12-8-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "ΓΟΥΤΑΣ ΑΕΒΕ και ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο συσσωρευτή μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 22.000 δραχμών. 9) Στις 26-8-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "ΓΟΥΤΑΣ ΑΕΒΕ και ΣΙΑ Ο.Ε." δύο τεμάχια συσσωρευτές με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 40.801 δραχμών. 10) Στις 23-9-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "AUTO VOLT ..." δύο τεμάχια μπαταρία PRESTOLITE 12 V με το υπ' αριθ. ...τιμολόγιο, αντί τιμήματος 31.860 δραχμών. 11) Στις 18-12-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "ΓΟΥΤΑΣ ΑΕΒΕ και ΣΙΑ Ο.Ε." δύο τεμάχια συσσωρευτές με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 64.002 δραχμών. 12) Στις 23-12-1997 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 12.500 δραχμών. 13) Στις 31-3-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 18.499 δραχμών. 14) Στις 10-6-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 16.000 δραχμών. 15) Στις 17-6-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο,, αντί τιμήματος 17.499 δραχμών. 16) Στις 3-8-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." δύο τεμάχια μπαταρίες με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 41.999 δραχμών. 17) Στις 24-8-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "ΓΟΥΤΑΣ ΑΕΒΕ και ΣΙΑ Ο.Ε." ένα τεμάχιο συσσωρευτή μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 4.600 δραχμών. 18) Στις 18-1-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 13.000 δραχμών. 19) Στις 30-3-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 12.999 δραχμών. 20) Στις 8-10-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." ένα τεμάχιο μπαταρία με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 14.759 δραχμών. Και 21) Στις 3-11-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "Ν. ΚΟΝΤΗΣ Α.Ε." τρία τεμάχια μπαταρίες με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο αντί τιμήματος 51.659 δραχμών. Ακόμη, αγόρασαν τα παρακάτω ελαστικά αυτοκινήτων, ήτοι: 1) Στις 16-12-1995 αγόρασαν από την εταιρεία "ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΩΚΡ. ΚΕΛΕΡΗΣ" 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 175/70/13 και 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/75/14 με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 185.02005 δραχμών. 2) Στις 10-1-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 4 τεμάχια ελαστικά UNIROYAL τύπου 185/60/14 με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 110.000 δραχμών. 3) Στις 13-3-1996 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 165/70/13 με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 60.000 δραχμών. 4) Στις 3-12-1996 αγόρασαν από την εταιρεία MICHELIN 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/75/14 με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 95.000 δραχμών. 5) Στις 17-1-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 165/70/13 με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 70.000 δραχμών. 6) Στις 4-2-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/60/14 ΧΗ και 4 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/14 XCA-8PR με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 250.000 δραχμών. 7) Στις 3-4-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 1 τεμάχιο ελαστικό μεταχειρισμένο με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 5.000 δραχμών. 8) Στις 14-5-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 2 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/14 8 PR με το υπ' αριθ. ...τιμολόγιο, αντί τιμήματος 50.000 δραχμών. 9) Στις 8-10-1998 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 8 τεμάχια ελαστικά MICHELIN τύπου 185/148 PR με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 195.000 δραχμών. Και 10) Στις 25-2-1999 αγόρασαν από την εταιρεία "..." 4 τεμάχια ελαστικά NOKIA, τύπου NRC/14 8 PR με το υπ' αριθ. ... τιμολόγιο, αντί τιμήματος 100.000 δραχμών. Επιπλέον, οι ως άνω κατηγορούμενοι ενήργησαν όχι ευκαιριακά αλλά βάσει οργανωμένου σχεδίου μετά από συστηματική, οργανωμένη και μεθοδευμένη δραστηριοποίηση τους, με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος, έχοντας αναπτύξει την κατάλληλη και αναγκαία υποδομή και, λόγω της επανειλημμένης τέλεσης της πράξης (για πέντε έτη περίπου), εμφανίζουν ροπή προς τέλεση της πράξης της απάτης ως στοιχείο της προσωπικότητας τους. Οι εκκαλούντες-κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι η καταχώρηση των παραπάνω δαπανών έγινε προς εξωλογιστική κάλυψη μέρους των επιπλέον μισθών και πριμ, που είχαν συμφωνηθεί για τους υπαλλήλους της εγκαλούσας εταιρείας με την υπ' αριθ. 15/19-4-1994 απόφαση της γενικής συνέλευσης αυτής. Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα όμως ουδόλως προέκυψε η βασιμότητα του ισχυρισμού τους αυτού. Τούτο δε διότι υφίστατο η προαναφερόμενη απόφαση της γενικής συνέλευσης που δικαιολογούσε την καταβολή επιπλέον μισθών και πριμ στους υπαλλήλους, ενώ δεν υπήρχε καμία σκοπιμότητα για την εξωλογιστική τακτοποίηση αυτών (μισθών-πριμ) με τον επισφαλή από απόψεως ελέγχου (άσκηση της διαχείρισης της εγκαλούσας εταιρείας με πληρεξούσιο) και επιζήμιο (επιβάρυνση με ΦΠΑ κλπ) τρόπο της έκδοσης τιμολογίων τρίτων προσώπων (φυσικών ή νομικών) και καταχώρησης τους στα βιβλία της εταιρείας. IV) Περαιτέρω, ο εκκαλών-κατηγορούμενος Χ1, ενεργώντας ως διαχειριστής (πληρεξούσιος) της εγκαλούσας εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε.", λόγω πραγματικής αδυναμίας του καταστατικού διαχειριστή να ασκήσει τα καθήκοντα του, καθόσον έπασχε από νεοπλασματική ασθένεια από την οποία και απεβίωσε, εισέπραξε (ο Χ1) διάφορες απαιτήσεις της εταιρείας και συγκεκριμένα: α) το Νοέμβριο του 1999 το ποσό των 564.153 δραχμών από την εταιρεία "ΑΒ Βασιλόπουλος α.ε.", β) στις 20-12-1999 και 19-1-2000 το ποσό των το ποσό των 218.000 δραχμών από την έμπορο ... και γ) το Σεπτέμβριο του 1999 το ποσό των 4.976.245 δραχμών από την εταιρεία "ΝΙΚΗ Α.Ε. SUPER MARKET" και συνολικά το ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ποσό των ποσό των 5.759.098 δραχμών. Το ποσό αυτό ο πιο πάνω κατηγορούμενος διαχειριστής δεν απέδωσε, όπως όφειλε στην εγκαλούσα εταιρεία, την οποία εκπροσωπούσε κατά την είσπραξη των εν λόγω ποσών αλλά το υπεξαίρεσε με αντίστοιχη ζημία αυτής (εγκαλούσας εταιρείας). Ο πρώτος των εκκαλούντων-κατηγορουμένων Χ1 ισχυρίζεται ότι η διαχείριση του υπήρξε καθόλα σύννομη, δεδομένου ότι ενήργησε πάντοτε στα πλαίσια των εντολών και οδηγιών που ελάμβανε από τον καταστατικό διαχειριστή της εγκαλούσας εταιρείας ΓΓ, ο οποίος είχε πλήρη γνώση των εταιρικών υποθέσεων, καθόσον: α) υπέγραψε όλους τους ισολογισμούς των ετών 1995 έως 1998, στους οποίους αναγράφονταν οι καταβληθείσες προμήθειες των παραπάνω παραγγελιοδόχων σε ανεξάρτητο λογαριασμό με την ένδειξη "Προμήθειες Πωλητών" και β) κάθε μήνα ελάμβανε εκκαθαριστικές καταστάσεις στις οποίες αναγράφονταν αναλυτικά οι ποσότητες μανιταριών που παραλάμβανε η εγκαλούσα εταιρεία με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ Ε.Π.Ε." από τους εταίρους της, οι πωληθείσες ποσότητες και η αξία τους, καθώς και οι επιστροφές εμπορευμάτων, και στις οποίες (εκκαθαριστικές καταστάσεις) επισυνάπτονταν μηνιαίες καταστάσεις των γενομένων δαπανών και εξόδων για τη διάθεση των μανιταριών. Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα όμως ουδόλως προέκυψε η βασιμότητα του ισχυρισμού του αυτού. Τούτο δε διότι από το προσκομιζόμενο επίσημο βιβλίο απογραφών και ισολογισμών της εγκαλούσας εταιρείας προκύπτει ότι στους καταχωρημένους σ' αυτό ισολογισμούς των ετών 1994-1998 δεν υπάρχει η υπογραφή του διαχειριστή ΓΓ, αλλά μόνο η υπογραφή του κατηγορουμένου Χ3, που τους συνέταξε. Πρέπει δε να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι στα προσκομιζόμενα Φ.Ε.Κ. (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) με αριθμούς 174/7-5-1994, 2656/8-6-1995, 2916/12-6-1996, 2337/26-5-8-6-1995 και 48/28-5-1998, όπου δημοσιεύθηκαν οι ισολογισμοί αυτής των ετών 1994-1997, αναγράφεται ολογράφως το ονοματεπώνυμο ΓΓ, χωρίς υπογραφή. Εξάλλου, οι μηνιαίες εκκαθαριστικές καταστάσεις, που αποστέλλονταν στους εταίρους της εγκαλούσας και ως εκ τούτου και στην εταιρεία "ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΑΙΓΙΟΥ Α.Ε.", ήσαν συνοπτικές, χωρίς να γίνεται ανάλυση των δαπανών και των πωλήσεων καθενός παραγγελιοδόχου, ενώ έναντι της ένδειξης "Προμήθειες Πωλητών" αναγράφονταν ένα συνολικό ποσό, επιπλέον δε αυτές (καταστάσεις) ήσαν και ανακριβείς. Στο σημείο αυτό είναι χαρακτηριστικές οι προσκομιζόμενες ενδεικτικά εκκαθαριστικές καταστάσεις: α) του μηνός Μαΐου 1994, όπου έναντι της ένδειξης "Προμήθειες Πωλητών" αναγράφεται το ποσό των 859.920 δραχμών, ενώ τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών των παραγγελιοδόχων Χ4 και ΔΔ για το συγκεκριμένο μήνα, συμπεριλαμβανομένου και του τιμολογίου υπ' αριθ. ... του ΣΤ, ανέρχονται στο ποσό των 1.192.920 δραχμών συνολικά, β) του μηνός Νοεμβρίου 1994 , όπου έναντι της ένδειξης "Προμήθειες Πωλητών" αναγράφεται το ποσό των 1.168.170 δραχμών, ενώ τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών των δύο πιο πάνω παραγγελιοδόχων για το συγκεκριμένο μήνα, συμπεριλαμβανομένου και του υπ' αριθ. ... τιμολογίου του ΣΤ, ανέρχονται στο ποσό των 1.418.170 δραχμών συνολικά και γ) του μηνός Οκτωβρίου 1997, όπου αναγράφεται έναντι της ένδειξης "προμήθειες Πωλητών" ΜΗΔΕΝ, ενώ τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών των δύο ως άνω παραγγελιοδόχων ανέρχονται για το συγκεκριμένο μήνα στο ποσό των 681.403 δραχμών συνολικά. Συνεπεία δε των ανωτέρω ο ΓΓ, διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της εγκαλούσας εταιρείας, δεν γνώριζε, λόγω και των σοβαρών προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε, από τα οποία και τελικά απεβίωσε, την πραγματική οικονομική κατάσταση αυτής μέχρι το 1999. Κατά το έτος 1999 ο ως άνω ΓΓ, έχοντας υποψίες από την κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων, όρισε ως πληρεξούσιο του το ΒΒ, λογιστή, στον οποίο ανέθεσε να διενεργήσει λεπτομερή διαχειριστικό έλεγχο της εταιρείας και ανακάλεσε κάθε προηγούμενη εξουσιοδότηση ή πληρεξουσιότητα προς οποιονδήποτε άλλον. Ο τελευταίος κατά τον έλεγχο που διενήργησε διαπίστωσε την ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων στον τρόπο διοίκησης, λειτουργίας και τα οικονομικά στοιχεία της εγκαλούσας εταιρείας (βλ. το από 5-5-1999 πόρισμα του διενεργήσαντος τον ως άνω έλεγχο λογιστή). Μετά ταύτα ο διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της εγκαλούσας εταιρείας ΓΓ στις 30-12-1999 κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας με τον πρώτο των εκκαλούντων-κατηγορουμένων, χωρίς να του καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση, λόγω υποβολής μηνύσεως σε βάρος του. Εξάλλου, οι ως άνω εκκαλούντες-κατηγορούμενοι Χ5 και Χ3 δεν ασκούσαν απλή επόπτευση της λογιστικής καταχώρησης των παραστατικών στοιχείων στα λογιστικά βιβλία της εγκαλούσας εταιρείας χωρίς καμία περαιτέρω συμμετοχή αυτών, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι ίδιοι. Αντίθετα, προκύπτει ότι αυτοί είχαν την ευθύνη τήρησης των λογιστικών βιβλίων της εγκαλούσας εταιρείας και γενικότερα ήσαν υπεύθυνοι για την παρακολούθηση και διεκπεραίωση των οικονομικών δοσοληψιών της εταιρείας, για τον έλεγχο και την καταχώρηση των δικαιολογητικών και των παραστατικών στα βιβλία της και για την κατάρτιση των οικονομικών ισολογισμών της. Κατ' ακολουθίαν όλων των παραπάνω στην παρούσα περίπτωση ως προς την αποδιδόμενη σ' όλους τους πιο πάνω εκκαλούντες-κατηγορουμένους αξιόποινη πράξη της απάτης κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν το ποσόν των 73.000 ευρώ κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση και επιπλέον ως προς την αποδιδόμενη στον πρώτο αυτών (εκκαλούντων-κατηγορουμένων) Χ1 αξιόποινη πράξη της υπεξαίρεσης αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από διαχειριστή ξένης περιουσίας κατ' εξακολούθηση, προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής, η συνδρομή των οποίων επιβάλλει τον ακροαματικό έλεγχο της υποθέσεως.
VI. Με βάση τα παραπάνω νομικά και πραγματικά δεδομένα ανακύπτει ζήτημα εξάλειψης του αξιοποίνου λόγω παραγραφής, μιας επί μέρους περίπτωσης της κατ'εξακολούθηση κακουργηματικής απάτης του κατηγορουμένου και ήδη αναιρεσείοντος Χ1 που φέρεται να έχει τελεστεί στις 27-4-1994 και συνίσταται στην καταβολή στο συνεργείο αυτοκινήτων του ... του ποσού των 162.000 δραχμών με την υπ'αριθμ. ... απόδειξη παροχής υπηρεσιών, αφού από τον φερόμενο χρόνο τέλεσης (27-4-1994) μέχρι σήμερα (14-7-2009) συμπληρώθηκε η δεκαπενταετής προθεσμία παραγραφής και πρέπει συνεπώς να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη για την επί μέρους αυτή πράξη, τόσον για τον αναιρεσείοντα Χ1, όσον και τον φερόμενο ως συναυτουργό στην πράξη αυτή Χ5, έστω και αν αυτός δεν άσκησε αναίρεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 469 ΚΠΔ.
VII. Με βάση εξ άλλου τις παραπάνω παραδοχές ανακύπτει ζήτημα έλλειψης της απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας λόγω ασαφειών, αντιφάσεων και λογικών κενών κατά την έκθεση των γεγονότων, για τους ίδιους δε λόγους ανακύπτει ζήτημα εκ πλαγίου παράβασης ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, αφού έτσι καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος, περί του αν εφαρμόσθηκαν οι ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 375 και 386 ΠΚ και έτσι το βούλευμα να στερείται νόμιμης βάσης. Συγκεκριμένα και σε σχέση με την κακουργηματική απάτη πρέπει να επισημανθούν τα εξής: Στο σκεπτικό του βουλεύματος και σε σχέση με το πρόσωπο που εξαπατήθηκε υπάρχει κατ'αρχήν ασάφεια. Και στις δύο επί μέρους μορφές τέλεσής του, όπως αυτές περιγράφονται στα φύλλα 32 επ. του βουλεύματος (καταβολή στον Χ4, μεγαλύτερου ποσού ως προμήθειες από αυτό που θα δικαιολογούσαν οι πραγματικές πωλήσεις, πληρωμή σε συνεργεία για την δήθεν επισκευή οχημάτων της εταιρείας), ως εξαπατηθέντες φέρονται αορίστως οι νόμιμοι εκπρόσωποι της εγκαλούσας εταιρείας "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΕΠΕ", χωρίς να προσδιορίζονται αυτοί κατά τα στοιχεία ταυτότητος και χωρίς να προσδιορίζονται οι βλαπτικές των συμφερόντων της εταιρείας ενέργειες των προσώπων αυτών, συνεπεία της παραπλανήσεώς τους από τις απατηλές ενέργειες των κατηγορουμένων.
Περαιτέρω όμως και εντελώς αντιφατικά γίνεται δεκτό ότι η βλάβη στην περιουσία της εταιρείας, επήλθε συνεπεία των ενεργειών των κατηγορουμένων οι οποίοι ενεργούσαν με την ιδιότητα του διαχειριστή της εταιρείας ο Χ1, του Διευθυντού πωλήσεων ο Χ2, του υπεύθυνου λογιστή ο Χ5 και ο Χ3. Περαιτέρω από τις παραδοχές αυτές προκύπτει το λογικό κενό, ότι φέρονται να εξαπατήθηκαν "οι νόμιμοι εκπρόσωποι της εταιρείας", ενώ την ίδια στιγμή γίνεται δεκτό ότι, "νόμιμος εκπρόσωπος" της εταιρείας ήταν ο Χ1, αφού αυτός κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα είχε την ιδιότητα του "διαχειριστή" της Ε.Π.Ε. Με βάση τις αντιφατικές παραδοχές καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθότητας της υπαγωγής της συμπεριφοράς των αναιρεσειόντων στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 386 ΠΚ περί απάτης, και κατά συνέπεια το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσης.
Σε σχέση εξ άλλου με την κακουργηματική υπεξαίρεση κατ'εξακολούθηση που αποδίδεται μόνον στον αναιρεσείοντα Χ1ανακύπτουν τα ίδια ζητήματα έλλειψης αιτιολογίας και της εκ πλαγίου παράβασης του άρθρου 375 ΠΚ. Συγκεκριμένα σύμφωνα με τις παραδοχές του Συμβουλίου η πράξη του κατηγορουμένου αυτού είχε τον χαρακτήρα κακουργήματος γιατί αυτός ενεργούσε ως "διαχειριστής". Όμως ταυτοχρόνως και εντελώς αντιφατικά γίνεται δεκτό ότι κατά το χρονικό διάστημα που φέρεται να τελέστηκε η πράξη, "διαχειριστής" της εταιρείας είχε οριστεί άλλο πρόσωπο και συγκεκριμένα ο λογιστής ΒΒ. Δημιουργείται έτσι λογικό κενό σε σχέση με το κατά πόσο ο αναιρεσείων μπορούσε να λειτουργεί ως "διαχειριστής", όταν τα καθήκοντα αυτά είχε ανατεθεί σε άλλον.
Πρέπει συνεπώς, κατ'αποδοχή ως βασίμων των αντίστοιχων λόγων αναίρεσης, που προβλέπονται από το άρθρο 484 παρ. 1β' και 1γ' ΚΠΔ, να αναιρεθεί το βούλευμα και η υπόθεση να τεθεί στο σύνολο της υπό νέα κρίση και ως προς τους κατηγορουμένους που δεν άσκησαν αναίρεση (άρθρο 469 ΚΠΔ). Αντιθέτως οι υπόλοιπο λόγοι είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.
Για τους λόγους αυτούς Π ρ ο τ ε ί ν ω
Ι. Να γίνουν δεκτές η με αριθμό 103/2009 και 104/2009 αιτήσεις αναίρεσης, που ασκήθηκαν αντιστοίχως από τους κατηγορουμένους Χ1 και Χ2, κατά του 835/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
ΙΙ. Να αναιρεθεί το βούλευμα ως προς όλες τις παραπεμπτικές διατάξεις του.
ΙΙΙ. Να παραπεμφθεί η υπόθεση στο σύνολό της για νέα κρίση στο ίδιο Συμβούλιο και
ΙV. Να παύσει οριστικώς η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής για την πράξη της κακουργηματικής απάτης, που φέρεται να τελέστηκε από τον Χ1 και Χ2 στις 27-4-1994.
Αθήνα 14 Ιουλίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Βασίλειος Μαρκής"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1. Οι κρινόμενες, με αριθμό 103/22-5-2009 και 104/25-5-2009, αιτήσεις αναιρέσεως των Χ1, κατοίκου ... και Χ2, κατοίκου ..., αντιστοίχως, στρέφονται κατά του 835/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο εκδόθηκε μετ' αναίρεση και κατόπιν παραπομπής της υποθέσεως σ' αυτό με την 865/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου. Με το προσβαλλόμενο βούλευμα έγιναν τυπικά δεκτές, αλλά απορρίφθηκαν κατ' ουσία οι εφέσεις, τις οποίες είχαν ασκήσει οι αναιρεσείοντες [και άλλοι συγκατηγορούμενοι, που δεν έχουν ασκήσει αναίρεση] κατά του 1872/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο παραπέμπονται στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου [Κακουργημάτων] Αθηνών για να δικαστούν ως υπαίτιοι αμφότεροι μεν απάτης κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με προκληθείσα ζημία άνω των 5.000.000 δραχμών (ΠΚ 386 παρ.1 και 3 περ. α'), μόνο δε ο πρώτος και υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση, συνολικού ποσού ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από διαχειριστή ξένης περιουσίας (ΠΚ 375 παρ.1 εδ. α' και 2 εδ. α'). Οι αιτήσεις αναιρέσεως έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, από πρόσωπα που δικαιούνται προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση (ΚΠοινΔ 482 παρ.1 στοιχ. Α' περ. α'). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να συνεκδικασθούν, λόγω της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ τους.
2. Έλλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναίρεσης του βουλεύματος κατά το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ΚΠοινΔ, υπάρχει, όταν δεν εκτίθενται σε αυτό με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστικού συμβουλίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, που αποδείχθηκαν, στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε. Εξ άλλου, εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει το λόγο αναιρέσεως του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. β' ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν το συμβούλιο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την προδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν το πόρισμα του συμβουλίου που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό του βουλεύματος και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα συγκεκριμένου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου και να μην έχει το βούλευμα νόμιμη βάση. 3.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 375 παρ. 1 εδ. α' και παρ.2 εδ. α' ΠΚ, όπως η τελευταία τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ.9 του ν. 2408/1996, "Όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο [ολικώς ή εν μέρει] κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και, αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους", ενώ "Αν πρόκειται για αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο [μεταξύ άλλων περιπτώσεων που δεν ενδιαφέρουν ενταύθα και] λόγω της ιδιότητάς του ως διαχειριστή ξένης περιουσίας, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών". Διαχειριστής ξένης περιουσίας, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, είναι εκείνος που ενεργεί όχι απλώς υλικές, αλλά νομικές πράξεις διαχείρισης, με εξουσία αντιπροσώπευσης του κυρίου της περιουσίας και λήψης αποφάσεων με προσωπικό κίνδυνο και ευθύνη. Ο διαχειριστής, κατά κανόνα, αποκτά την εξουσία αυτή εκ του νόμου ή εκ συμβάσεως. Δεν αποκλείεται, όμως, το να την αποκτήσει και εκ των πραγμάτων (ΑΠ 292/03). Ο υπάλληλος εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, ο οποίος ασκεί τη διαχείριση αυτής δυνάμει πληρεξουσιότητας εκ μέρους του καταστατικού διαχειριστή, αποκτά, ασφαλώς, την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας κατά την παραπάνω έννοια. Ο ίδιος, μετά την ανάκληση της πληρεξουσιότητας προς γενική διαχείριση, εφ' όσον διατηρεί την ιδιότητα του υπαλλήλου και εξακολουθεί, στο πλαίσιο της σύμβασης εργασίας, να ενεργεί για λογαριασμό της εταιρίας σε συγκεκριμένες υποθέσεις και να εισπράττει απαιτήσεις αυτής, ελευθερώνοντας σχετικώς τους οφειλέτες, συνεχίζει εκ των πραγμάτων να έχει την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το συσχετισμό των αιτιολογιών και του διατακτικού του προσβαλλομένου βουλεύματος [όπου έγινε μερική αναδιατύπωση του διατακτικού του 1872/2005 παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, λόγω της παραγραφής του αξιοποίνου κάποιων επί μέρους πράξεων κατά το διαμεσολαβήσαν χρονικό διάστημα], το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών δέχθηκε ότι ο κατηγορούμενος [ήδη αναιρεσείων] Χ1, που ήταν υπάλληλος της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΕΠΕ", ασκούσε ήδη από το έτος 1989 διαχειριστικά καθήκοντα σ' αυτήν, αρχικώς μεν δυνάμει αποφάσεως των μετόχων, εν συνεχεία δε κατόπιν ειδικής πληρεξουσιότητας του καταστατικού διαχειριστή ΓΓ, ο οποίος αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και δεν είχε τη φυσική δυνατότητα να κατευθύνει αυτοπροσώπως την εταιρική δραστηριότητα. Ότι ο τελευταίος, εντός του έτους 1999 [χωρίς προσδιορισμό ακριβούς ημερομηνίας], υποπτευόμενος κακοδιαχείριση, ανακάλεσε την πληρεξουσιότητα που είχε δώσει στον κατηγορούμενο και εγκατέστησε ως νέο πληρεξούσιο διαχειριστή της εταιρίας το λογιστή ΒΒ, με την εντολή να διενεργήσει λεπτομερή οικονομικό έλεγχο. Ότι ο ΒΒ εκτέλεσε την εντολή και κατάρτισε το από 5-5-1999 πόρισμα, στο οποίο επισημαίνονται σοβαρά προβλήματα ως προς τον τρόπο της διοίκησης και της διαχείρισης της εταιρίας εκ μέρους του κατηγορουμένου. Ότι παρά ταύτα, ο κατηγορούμενος, διατηρώντας την ιδιότητα του υπαλλήλου της εταιρίας και εξακολουθώντας να ασκεί νομικές πράξεις για λογαριασμό της, εισέπραξε από πελάτες διάφορες απαιτήσεις αυτής και συγκεκριμένα α) το Σεπτέμβριο 1999 το ποσό των 4.976.245 δραχμών από την εταιρία "ΝΙΚΗ ΑΕ", β) το Νοέμβριο 1999 το ποσό των 564.153 δραχμών από την εταιρία "ΑΒ Βασιλόπουλος ΑΕ" και γ) την 20-12-1999 το ποσό των 218.000 δραχμών από την έμπορο ... Ότι συνολικά εισέπραξε το ποσό των 5.759.098 δραχμών, που θεωρείται ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, το οποίο δεν απέδωσε, όπως όφειλε, στην εταιρία, αλλά το ιδιοποιήθηκε χωρίς δικαίωμα, με αντίστοιχη ζημία αυτής. Ότι την 30-12-1999, ο καταστατικός διαχειριστής ΓΓ κατήγγειλε αναποζημιώτως τη σύμβαση εργασίας του κατηγορουμένου, λόγω υποβολής μηνύσεως εναντίον του. Κατόπιν αυτών, το Συμβούλιο Εφετών επικύρωσε το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, που είχε παραπέμψει τον κατηγορούμενο Χ1 για να δικασθεί ως υπαίτιος υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση, ποσού ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από διαχειριστή ξένης περιουσίας. Στις παραδοχές αυτές δεν υπάρχει ασάφεια ή αντίφαση, σε βαθμό που να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος ως προς το αν εφαρμόζεται ορθώς η ουσιαστική διάταξη του άρθρου 375 παρ.2 ΠΚ και αιτιολογείται επαρκώς η υπαγωγή των ως άνω πραγματικών περιστατικών σ' αυτήν. Πράγματι, το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είχε απολέσει την ιδιότητα του πληρεξούσιου διαχειριστή της εταιρίας εντός του έτους 1999 [και, λογικώς, πριν από την 5-5-1999, ημέρα κατά την οποία ο νέος πληρεξούσιος διαχειριστής, ΒΒ, κατάρτισε το πόρισμα του οικονομικού ελέγχου, που διενήργησε], δεν βρίσκεται σε αντίφαση με το γεγονός ότι ο ίδιος κατηγορούμενος, που εξακολουθούσε να έχει την υπαλληλική ιδιότητα, επιχειρούσε μεμονωμένες νομικές πράξεις, όπως η είσπραξη απαιτήσεων της εταιρίας, ως οιονεί αντιπρόσωπος του νομίμου εκπροσώπου αυτής σε συγκεκριμένες συναλλαγές και, κατ' επέκταση, ως εκ των πραγμάτων διαχειριστής της εταιρικής περιουσίας. Επομένως, ο πρώτος λόγος της 103/22-5-2009 αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο προσάπτονται στο προσβαλλόμενο βούλευμα οι πλημμέλειες από το άρθρο 484 παρ.1 περ. β' και δ', είναι αβάσιμος. Ομοίως, αβάσιμος είναι και ο δεύτερος λόγος τη ίδιας αίτησης, με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη αιτιολογίας ως προς τη θεμελίωση της υποχρέωσης του κατηγορουμένου να αποδώσει στην εταιρία τα ποσά, που φέρεται ότι είχε εισπράξει και ιδιοποιηθεί. Πράγματι, μετά την παραδοχή ότι ο κατηγορούμενος εισέπραττε χρήματα για λογαριασμό της εταιρίας, ενεργώντας ως υπάλληλος και υποκαθιστώντας εκ των πραγμάτων το νόμιμο εκπρόσωπο αυτής, καθίσταται αυτονόητη η υποχρέωσή του να αποδώσει τα εισπραχθέντα στο ταμείο της εταιρίας, χωρίς να είναι αναγκαία η περαιτέρω εξειδίκευση της νομικής βάσεως της υποχρέωσης αυτής.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 386 παρ.1 ΠΚ, "Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθών, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και, αν η προξενηθείσα ζημία είναι ιδιαιτέρως μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών", κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, "Επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 5.000.000 δραχμών (ήδη των 15.000 ευρώ) κλπ". Περαιτέρω, κατά το άρθρο 13 εδ. στ' ΠΚ, "Κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός [αυτού] για πορισμό εισοδήματος", ενώ "Κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας [αυτού]". Και τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 98 παρ.1 του ΠΚ, κατ' εξακολούθηση έγκλημα υπάρχει όταν το ίδιο πρόσωπο τελεί περισσότερες από μία πράξεις, οι οποίες είναι ομοειδείς μεταξύ τους, προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό και χαρακτηρίζονται από ενότητα δόλου ως προς τη διάπραξή τους και την επέλευση του συνολικού αποτελέσματος. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το συσχετισμό των αιτιολογιών και του διατακτικού του προσβαλλομένου βουλεύματος [όπου έγινε μερική αναδιατύπωση του διατακτικού του 1872/2005 παραπεμπτικού βουλεύματος, όπως προαναφέρθηκε], το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών δέχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι [ήδη αναιρεσείοντες] Χ1, με την ιδιότητα του πληρεξούσιου διαχειριστή της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΕΠΕ" και Χ2 με την ιδιότητα του διευθυντή πωλήσεων της ίδιας εταιρίας, στο ..., κατά το χρονικό διάστημα από 27-4-1994 έως και το έτος 1999, ενεργώντας από κοινού μεταξύ τους και μαζί με άλλους δύο υπαλλήλους της εταιρίας [τους λογιστές Χ5 και Χ3, που δεν έχουν ασκήσει αίτηση αναιρέσεως], αποδέχθηκαν αναληθή τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, τα οποία είχαν εκδοθεί από τους συνεργάτες αυτής (παραγγελιοδόχους πωλήσεων) ΣΤ, Χ4 και ΔΔ και εμφάνιζαν την εκ μέρους εκείνων διενέργεια πλασματικών πωλήσεων με συνολική αξία κατά πολύ υπέρτερη της αξίας των πραγματικών. Ότι με τον τρόπο αυτό οι εν λόγω συνεργάτες εμφανίζονταν να δικαιούνται την είσπραξη ποσοστιαίας αμοιβής (προμήθειας 8% επί του τιμήματος) πολύ μεγαλύτερης από την πράγματι οφειλόμενη επί των αληθινών πωλήσεων. Ότι οι κατηγορούμενοι, αν και γνώριζαν την αναλήθεια των τιμολογίων παροχής υπηρεσιών [διότι την όλη μεθόδευση είχε εμπνευσθεί και υποδείξει ο Χ1], τα καταχώρησαν στα βιβλία της εταιρίας, "παριστάνοντας έτσι ψευδώς προς την τελευταία" ότι οι ως άνω συνεργάτες είχαν δικαίωμα να εισπράξουν την εν λόγω μεγαλύτερη αμοιβή, την οποία και εισέπραξαν (σημειώνεται ότι τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό του προσβαλλόμενου βουλεύματος αναφέρονται κατ' έτος η αξία των πραγματικών πωλήσεων και η βάσει αυτής αναλογούσα πραγματική προμήθεια, η αξία των πλασματικών πωλήσεων και η βάσει αυτής αναλογούσα πλασματική προμήθεια, καθώς και η μεταξύ πλασματικής και πραγματικής προμήθειας διαφορά, που υπερβαίνει συνολικώς το ποσό των 5.000.000 δραχμών και φέρεται ότι καταβλήθηκε στους συνεργάτες, χωρίς να τη δικαιούνται και ότι αποτέλεσε τη ζημία της εταιρίας). Ακόμη, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών δέχθηκε ότι ο κατηγορούμενος [ήδη αναιρεσείων] Χ1, με την ίδια ιδιότητα και ενεργώντας από κοινού με το λογιστή Χ5, στο χρονικό διάστημα από 27-4-1994 μέχρι 3-11-1999, καταχώρησε στα βιβλία της εταιρίας ένα μεγάλο αριθμό παραστατικών, που είχαν εκδοθεί από διάφορες επιχειρήσεις και αναφέρονταν σε επισκευές αυτοκινήτων, σε αγορά ηλεκτροσυσσωρευτών (μπαταριών) αυτοκινήτων και σε αγορά ανταλλακτικών αυτοκινήτων, τα οποία εμφάνισε ως δαπάνες της εταιρίας, ενώ στην πραγματικότητα αφορούσαν σε οχήματα άσχετα προς αυτήν. Και ότι με τον τρόπο αυτό επέτυχε να πληρωθούν από το ταμείο της εταιρίας οι εν λόγω δαπάνες, που συνολικώς υπερβαίνουν το ποσό των 5.000.000 δραχμών, προς ζημία αυτής (σημειώνεται ότι τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό του προσβαλλόμενου βουλεύματος αναφέρονται αναλυτικά τα επί μέρους παραστατικά, με το χρόνο έκδοσης και τη χρηματική αξία ενός εκάστου). Κατόπιν αυτών, το Συμβούλιο Εφετών επικύρωσε το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, που είχε παραπέμψει τους κατηγορουμένους για να δικασθούν ως υπαίτιοι απάτης κατ' εξακολούθηση, με συνολική ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 5.000.000 δραχμών, από δράστες που ενεργούν κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. Στις παραδοχές αυτές δεν υπάρχει ασάφεια ή αντίφαση, σε βαθμό που να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος ως προς το αν εφαρμόζονται ορθώς οι ουσιαστικές διατάξεις του άρθρου 386 παρ.1 και 3 ΠΚ και το αν αιτιολογείται επαρκώς η υπαγωγή των ως άνω πραγματικών περιστατικών σ' αυτές. Αναφέρεται, βέβαια, ότι οι κατηγορούμενοι ενεργούσαν ως υπεύθυνοι υπάλληλοι της εταιρίας και, μάλιστα, ότι ο πρώτος από αυτούς είχε την ιδιότητα του πληρεξούσιου διαχειριστή αυτής. Και ότι αποδέκτης της παραπλανητικής συμπεριφοράς υπήρξε η εταιρία, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό του φυσικού προσώπου που την εκπροσωπούσε, που παραπλανήθηκε και που συνεπεία της παραχθείσας πλάνης ενήργησε με αποτέλεσμα την επέλευση της ζημίας. Γι' αυτό, οι αναιρεσείοντες αιτιώνται ασάφεια και αντίφαση. Από το συνδυασμό, όμως, του αιτιολογικού με το διατακτικό του προσβαλλομένου βουλεύματος προκύπτει σαφώς ότι το φυσικό πρόσωπο, στο οποίο κατέληξε η παραπλανητική συμπεριφορά των κατηγορουμένων ήταν ο καταστατικός διαχειριστής της εταιρίας, ΓΓ. Αυτός, εξ αιτίας της παραπλάνησης, που επιτεύχθηκε με την καταχώρηση στα βιβλία [σε αμφότερες τις περιπτώσεις της απάτης] παραστατικών εξωτερικά νομότυπων, αλλά εσωτερικά αναληθών, σε συνδυασμό με τη φυσική του αδυναμία να ασκεί συνεχή και ουσιαστικό έλεγχο στη διαχείριση της εταιρίας, οδηγήθηκε στο να ανεχθεί επί σειρά ετών την παράνομη δραστηριότητα των κατηγορουμένων και την εκταμίευση των χρηματικών ποσών που φαίνονταν ότι δικαιολογούνται από τα αναληθή παραστατικά. Με τον τρόπο αυτό φέρεται ότι επήλθε εξακολουθητικά η ζημία της εταιρίας, σε βάθος χρόνου περίπου πέντε ετών, μέχρις ότου ο ΓΓ υποψιάσθηκε την κακοδιαχείριση, αντικατέστησε τον πληρεξούσιο διαχειριστή και επέτυχε την αποκάλυψη σοβαρών ενδείξεων, που δεν συνιστούσαν απλώς κακή διαχείριση, αλλά αξιόποινες πράξεις. Επομένως, ο τρίτος λόγος της 103/22-5-2009 αιτήσεως αναιρέσεως και ο ομοίου περιεχομένου πρώτος λόγος της 104/25-5-2009 αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους προσάπτονται στο προσβαλλόμενο βούλευμα οι πλημμέλειες από το άρθρο 484 παρ.1 περ. β' και δ', είναι αβάσιμοι. Ομοίως, αβάσιμοι είναι και οι τέταρτος και δεύτερος λόγοι, αντιστοίχως, των ιδίων αιτήσεων αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται έλλειψη αιτιολογίας ως προς την κατ' εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος της απάτης. Πράγματι, μετά την παραδοχή ότι οι κατηγορούμενοι επαναλάμβαναν την ως άνω συμπεριφορά κατά τη διάρκεια μιας πενταετίας, καταχωρώντας κάθε φορά στα βιβλία της εταιρίας ένα διαφορετικό, αναληθές παραστατικό δαπάνης ή πληρωμής και εκταμιεύοντας το αντίστοιχο ποσό, γίνεται φανερό ότι η παραπλάνηση του καταστατικού εκπροσώπου επαναλαμβανόταν εν δυνάμει με κάθε καταχώριση και η ζημία επερχόταν και διογκωνόταν κάθε φορά. Και τέλος, ομοίως, αβάσιμοι είναι και οι πέμπτος και τρίτος λόγοι, αντιστοίχως, των ιδίων αιτήσεων αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται έλλειψη αιτιολογίας ως προς την κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος της απάτης. Πράγματι, μετά τις παραδοχές ότι οι κατηγορούμενοι ενήργησαν επανειλημμένα, ότι με τις πράξεις τους επιδίωκαν να εκταμιεύουν από την εταιρία παρανόμως χρηματικά ποσά, τα οποία επαύξαναν την περιουσία των ιδίων και ότι χωρίς κάποια αναστολή εκμεταλλεύθηκαν την φυσική αδυναμία του καταστατικού διαχειριστή να ασκεί συνεχή και ουσιαστικό έλεγχο, δεν χρειαζόταν κάποια πρόσθετη αιτιολογία για να καταλήξει το Συμβούλιο στο ότι οι κατηγορούμενοι "κινήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό τον πορισμό σταθερού εισοδήματος" και είχαν αποκτήσει "ροπή προς διάπραξη του εγκλήματος της απάτης, ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους", όπως αναφέρεται στο διατακτικό του προσβαλλομένου βουλεύματος.
5. Με τον έκτο λόγο της 103/22-5-2009 αιτήσεως αναιρέσεως αποδίδεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα η πλημμέλεια της αρνητικής υπέρβασης εξουσίας εκ του ότι παρέλειψε να αποφανθεί, κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 309 παρ.1 περ. ε', 315 παρ.1, 317 παρ.1 και 318 ΚΠοινΔ, ως προς τη διατήρηση ή την κατάργηση των περιοριστικών όρων, που είχαν επιβληθεί σε βάρος του κατηγορουμένου Χ1 με διάταξη του ανακριτή. Ο λόγος, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στο άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. στ', ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, διότι το Συμβούλιο Εφετών, που απέρριψε την έφεση του κατηγορουμένου και επικύρωσε το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, δεν είχε τέτοια υποχρέωση. Πράγματι, επί του ζητήματος των περιοριστικών όρων είχε αποφανθεί το πρωτοβάθμιο συμβούλιο και η διάταξή του, μετά την απόρριψη της έφεσης κατ' ουσίαν, παρέμεινε ισχυρή. Επομένως, ο εξεταζόμενος λόγος είναι αβάσιμος.
6. Σύμφωνα προς τις παραπάνω σκέψεις και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, οι κρινόμενες αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν. Οι αναιρεσείοντες πρέπει να καταδικασθούν στα δικαστικά έξοδα (ΚΠοινΔ 583 παρ. 1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τις, με αριθμό 103/22-5-2009 και 104/25-5-2009, αιτήσεις των Χ1, κατοίκου ... και Χ2, κατοίκου ..., αντιστοίχως, περί αναιρέσεως του 835/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.- Και
Καταδικάζει τον καθένα από τους αναιρεσείοντες στην πληρωμή διακοσίων είκοσι (220) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα την 1η Δεκεμβρίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή