Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Λαθρεμπορία, Δήμευση.
Περίληψη:
Λαθρεμπορία. Η δήμευση του λαθρεμπορεύματος φέρει μικτό χαρακτήρα παρεπόμενης ποινής και αποζημίωσης του Κράτους. Επιβάλλεται υποχρεωτικώς επί καταδίκης ή επί απαλλαγής αρκεί μονό η από-δειξη ότι υφίσταται λαθρεμπορία, χωρίς να ενδιαφέρει ο λόγος της απαλλαγής. Χωρεί ακόμη και όταν έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής. Η χρηματική ποινή αντικαθιστά την μη γενόμενη δήμευση και ταυτίζεται προς αυτή. Έχει και αυτή μικτό χαρακτήρα και επιβάλλεται και όταν έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη λόγω παραγραφής. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 948/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο-Εισηγητή και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Αθανασόπουλο και 2) Χ2, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Πρασιανάκη, περί αναιρέσεως της 1721α-1728/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πειραιώς. Με πολιτικώς ενάγοντα το Ελληνικό Δημόσιο, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε ο Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αντώνης Αντωνίου. Με συγκατηγορούμενο τον Χ3.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Πειραιώς, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 5 Φεβρουαρίου 2010 και 11 Φεβρουαρίου 2010 αιτήσεις τους αναιρέσεως, αντίστοιχα, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 229/2010.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου οι από 05-02-2010 και 11-02-2010 αιτήσεις των Χ1, κατοίκου ... και Χ2, κατοίκου ..., αντίστοιχα για αναίρεση της 1721α- 1728/ 2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πειραιώς, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν ως συναφείς.
Κατά τις παραγράφους 1-2 του άρθρου 107 του Τελωνειακού Κώδικα (ν.1165/1918), "κατά πάσαν περίπτωσιν λαθρεμπορίας τα εμπορεύματα τα οποί αποτελούν το αντικείμενο αυτής δημεύονται ... . Εάν εξ οιουδήποτε λόγου, ήθελε καταστεί αδύνατος η δήμευσις των κατά το παρόν άρθρον εις τοιαύτην υποκειμένων, επιβάλλεται των ενόχω ποινή χρηματική ίση με την αξία CIF προσαυξημένη με τις δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν στα αντικείμενα της λαθρεμπορίας που δεν δημεύθηκαν, επιπροσθέτως πάσης άλλης ποινής επιβαλλόμενης κατά τον παρόντα νόμον". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η δήμευση, που φέρει μικτό χαρακτήρα παρεπόμενης ποινής και αποζημίωσης του Κράτους, επιβάλλεται υποχρεωτικώς, είτε καταδικαστεί ο κατηγορούμενος, είτε απαλλαγεί και αρκεί μόνο η απόδειξη ότι υφίσταται λαθρεμπορία, δηλαδή ότι διαπιστώθηκε αυτή αντικειμενικά και ότι τα δημευόμενα αντικείμενα αποτελούν το αντικείμενο της λαθρεμπορίας, χωρίς να ενδιαφέρει ο λόγος για τον οποίο απαλλάχτηκε ο κατηγορούμενος και επομένως η δήμευση χωρεί, υπό τις άνω προϋποθέσεις, ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία έπαυσε η ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου οριστικά, λόγω παραγραφής. Περαιτέρω, από την ίδια ως άνω διάταξη προκύπτει ότι, αν εξαιτίας οποιουδήποτε λόγου δεν κατέστη δυνατή η δήμευση των αντικειμένων της λαθρεμπορίας, επιβάλλεται από το δικαστήριο χρηματική ποινή, ίση με την αξία CIF των εμπορευμάτων (αντικειμένων της λαθρεμπορίας), που προσαυξάνεται όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο. Η χρηματική αυτή ποινή αντικαθιστά τη μη γενόμενη δήμευση των αντικειμένων της λαθρεμπορίας και ταυτίζεται προς αυτή. Άρα έχει και αυτή μικτό χαρακτήρα, δηλαδή ποινής και αποζημίωσης του Κράτους, και επιβάλλεται υποχρεωτικά στον "ένοχο", κατά τον όρο της προαναφερομένης διατάξεως, με την έννοια ότι τέτοιος είναι, όχι μόνο εκείνος που καταδικάστηκε για την πράξη της λαθρεμπορίας, αυτουργός ή συμμέτοχος και του επιβλήθηκε κύρια ποινή, αλλά και εκείνος κατά του οποίου έπαυσε οριστικά η ποινική δίωξη για την ίδια πράξη, λόγω παραγραφής. Η καταδικαστική απόφαση για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε, συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, από το σκεπτικό της ως άνω προσβαλλόμενης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο μετά τη συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που προσδιορίζονται κατ' είδος, δέχτηκε ανελέγκτως, ότι "Επειδή, από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας, που εξετάστηκαν ενόρκως στο Δικαστήριο, από τα αναγνωσθέντα έγγραφα, τα πρακτικά της δίκης, την απολογία του παρόντα κατά τη διαδικασία κατηγορουμένου Χ3 και από όλη την αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι: ο κατηγορούμενος Χ1, τέλεσε τις λαθρεμπορικές πράξεις της λαθρεμπορίας πετρελαιοειδών όπως αυτές αναλύονται και περιγράφονται λογιστικά στο διάστημα από 21-9-2001 έως 20-9-2002, στο από 10-11-2008 και αρ. πρωτοκ. .../ΠΤΠ. 161/06/08 έγγραφο της Γεν. Γραμ. Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, Ζ' Τελωνείο Επίβλεψης Συγκροτημάτων Πειραιά. Ο κατηγορούμενος Χ2, αποδείχθηκε ότι και αυτός τέλεσε τις ανωτέρω λαθρεμπορικές πράξεις από 20-9-2002 έως 17-1-2003 και επιπλέον και εκείνες του χρονικού διαστήματος από 8-1-2003 έως 3-2-2003 για τις οποίες είναι ένοχος όπως αυτές αναλύονται και περιγράφονται λογιστικά στο ίδιο ως άνω έγγραφο. Επίσης, αποδείχθηκε ότι τα λαθρεμπορεύματα/πετρελαιοειδή δεν κατέστη να ανευρεθούν και να δημευθούν." Ακολούθως, το Δικαστήριο 1) Έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη του κατηγορούμενου Χ1, λόγω παραγραφής για το διάστημα από 1-1-2001 έως 18-1-2003 και κήρυξε αυτόν αθώο για το διάστημα από 19-1-2003 μέχρι 19-5-2003. Δέχθηκε ότι ο παραπάνω κατηγορούμενος, τέλεσε την πράξη της λαθρεμπορίας στο διάστημα από 21-9-2001 έως 20-9-2002. 3) Κήρυξε τον κατηγορούμενο Χ2, ένοχο για το διάστημα από 18-1-2003 έως 3-2-2003. Έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη, του κατηγορούμενου Χ2, λόγω παραγραφής για το διάστημα από 1-1-2001 έως 17-1-2003. Δέχθηκε ότι ο παραπάνω κατηγορούμενος, τέλεσε την πράξη της λαθρεμπορίας στο διάστημα από 20-9-2002 έως 18-1-2003, Δέχθηκε ότι, με την ιδιότητα των νομίμων εκπροσώπων της επιχείρησης "Πειραϊκή Πετρελαϊκή Α.Ε.", οι παραπάνω κατηγορούμενοι (Χ1, Χ2), προέβησαν σε ενέργειες προκειμένου να στερήσουν από το Ελληνικό Δημόσιο των υπ' αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα εμπορεύματα, με την άμεση βοήθεια που τους παρείχε ο ΑΑ, με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας "ΑΑ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ" κατά τη διάρκεια της ως άνω περιγραφόμενης πράξης: Ειδικότερα η εταιρεία "ΑΑ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ" εξέδωσε 629 πλαστά φορολογικά στοιχεία αθεώρητα από την αρμόδια ΔΟΥ, χωρίς ουδέποτε να έχει λειτουργήσει, τα οποία η "Πειραϊκή Πετρελαϊκή Α.Ε." καταχωρούσε για να δικαιολογεί μ' αυτά τις ποσότητες πετρελαίου που είχαν περιέλθει παράνομα στην κατοχή της και το οποία πωλήθηκε τελικά σε πελάτες της. Έτσι η χρήση του έτους 2001 πωλήθηκαν (4.191.821) λίτρα πετρελαίου κίνησης, (48.672) λίτρα βενζίνης super, στη χρήση 2002 πώλησε (28.030.380) λίτρα πετρελαίου κίνησης, (468.579) λίτρα πετρελαίου θέρμανσης, (7.963) λίτρα αμόλυβδη, (3.635) λίτρα βενζίνης LRP και στη χρήση 2003 πώλησε (2.342.443) λίτρα πετρελαίου κίνησης, (865.194) λίτρα πετρέλαιο θέρμανσης και (3.200) λίτρα αμόλυβδη βενζίνη, χωρίς οι ποσότητες να καλύπτονται από αντίστοιχες αγορές όπως προκύπτει από τη σύγκριση των πινάκων 8 και 9 οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του παρόντος. ΠΙΝΑΚΑΣ Νο 8. Επεξεργασία δεδομένων Πινάκων Νο 1 και Νο 2 και Νο 5 και Νο 6 και Νο 7 με τη μέθοδο της Κλειστής αποθήκης.
Είδος Καυσίμου. Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης την 30-4-2001. Αγορές από 1-5-2001 Έως 31-12-2001.
Πωλήσεις από 1 -5-2001 έως 31-12-2001. Υπόλοιπο Αποθήκης την 31-12-2001. Διαφορά.
Πετρελ. Κίνησης 2001 540.000 4.374.882 9.196.018 0 -4.281.136
Πετρελ. Θέρμανσης 2001 540.000 2.015.643 2.890.685 0 -335.042
Βενζ. Αμόλ. 2001 0 169.843 51.803 0 118.040
Βενζ.super 2001 0 3.131 51.803 0 -48.672
Βενζ. LRP 2001 0 126.737 64.266 0 62.471
Είδος καυσίμου Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης την 31-12-2001. Αγορές από 1-1 -2002 Έως 31-12-2002 Πωλήσεις από 1-1-2002 έως 31-12-2002 Υπόλοιπο Αποθήκης την 31-12-2002. Διαφορά.
Πετρελ. Κίνησης 2002 0 3.122.575 31.152.955 0 -28.030.380 Π
ετρελ. Θέρμανσης 2002 0 4.492.216 4.960.795 0 ^68.579
Βενζ. Αμόλ. 2002 0 154.639 162.602 0 -7.963
Βενζ.super 2002 0 7.899 8.082 0 -183
Βενζ. LRP 2002 0 29.867 33.502 0 -3.635
Μαζούτ. 2002 0 2.948.000 2.109.560 0 838.440
Είδος καυσίμου Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης την 31-12-2001. Αγορές από 1-1-2003 Έως 31-12-2003 Πωλήσεις από 1-1-2003 έως 31-12-2003 Υπόλοιπο Αποθήκης την 31-12-2003. Διαφορά.
Πετρελ. Κίνησης 2003 0 0 2.342.443 0 -2.342.443
Πετρελ. Θέρμανσης 2003 0 1.290.963 2.156.157 0 -865.194
Βενζ. Αμόλ. 2003 0 1.025 4.225 0 -3.200
Βενζ.super 2003 0 0 173 0 -173 Βενζ. LRP 2003 0 173 0 0 173
Μαζούτ. 2003 0 367.020 113.080 0 253.940
Χρήση 2001 Χρήση 2001 Χρήση 2002 Χρήση 2002 Από κατάσχεση: 1.938.221 κίνησης Από κατάσχεση: 569.239 θέρμανσης.
Από κατάσχεση: 422.157 κίνηση.
Από κατάσχεση: 836.563 θέρμανσης.
Από ΕL PETROL ΑΕ. 2.072.536.
Από ΕL PETROL. ΑΕ. 798.963 λίτρων. Από ΑVIN OIL 949.143 λίτρων.
Από ΕL PETROL ΑΕ. 422.166 λίτρων.
Από ΕL PETROL ΑΕ. 826.368 λίτρων.
Διαφορά: 89.315 λίτρων.
Διαφορά: 1.178.867.
Διαφορά: 9.
Διαφορά: 10.195.
Επεξεργασία δεδομένων Πινάκων Νο 1 και Νο 2 και Νο 5 και Νο 6 και Νο 7 με τη μέθοδο της Κλειστής αποθήκης.
Είδος Καυσίμου. Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης την 28-2-2001. Αγορές από 1-5-2001 Έως 31-12-2001.
Πωλήσεις από 1 -5-2001 έως 31-12-2001. Υπόλοιπο Αποθήκης την 31-12-2001. Διαφορά.
Πετρελ. Κίνησης 2001 540.000 4.464.197 9.196.018 0 -4.191.821
Πετρελ. Θέρμανσης 2001 540.000 3.194.510 2.890.685 0 843.825
Βενζ. Αμόλ. 2001 0 169.843 51.803 0 118.040
Βενζ.super 2001 0 3.131 51.803 0 -48.672
Βενζ. LRP 2001 0 126.737 64.266 0 62.471
Είδος καυσίμου Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης Αγορές από 1-1-2002 Έως Πωλήσεις από 1 -1-2002 έως 31- Υπόλοιπο Αποθήκης Διαφορά την 31-12-2001. 31-12-2002 12-2002 την 31-12-2002.
Πετρελ. Κίνησης 2002 0 3.122.575 31.152.955 0 -28.030.380
Πετρελ. Θέρμανσης 2002 0 4.492.216 4.960.795 0 -468.579
Βενζ. Αμόλ. 2002 0 154.639 162.602 0 -7.963
Βενζ.super 2002 0 7.899 8.082 0 -183 Βενζ. LRP 2002 0 29.867 33.502 0 -3.635
Μαζούτ. 2002 0 2.948.000 2.109.560 0 838.440
Είδος καυσίμου Χρήση. Υπόλοιπο αποθήκης την 31-12-2001. Αγορές από 1-1-2003 Έως 31-12-2003 Πωλήσεις από 1 -1-2003 έως 31-12-2003 Υπόλοιπο Αποθήκης την 31-12-2003. Διαφορά.
Πετρελ. Κίνησης 2003 0 0 2.342.443 0 -2.342.443
Πετρελ. Θέρμανσης 2003 0 1.290.963 2.156.157 0 -865.194
Βενζ. Αμόλ. 2003 0 1.025 4.225 0 -3.200
Βενζ.super 2003 0 0 173 0 -173
Βενζ. LRP 2003 0 173 0 0 173
Μαζούτ. 2003 0 367.020 113.080 0 253.940
Κατεδίκασε τον κατηγορούμενο Χ2, που κηρύχθηκε ένοχος, σε φυλάκιση ενός (1) έτους και χρηματική ποινή ένα εκατομμύριο οκτακόσιες εξήντα επτά χιλιάδες τετρακόσια πενήντα τέσσερα ευρώ και 14 λεπτά (€ 1.867.454,14), και στα έξοδα της δίκης διακόσια πενήντα πέντε (255) ΕΥΡΩ τα οποία θα εισπραχθούν χωρίς προσωπική του κράτηση. Επέβαλε στον κατηγορούμενο Χ1, χρηματική ποινή πέντε εκατομμύρια πεντακόσιες είκοσι χιλιάδες εκατόν εννέα ευρώ και 60 λεπτά (€ 5.520.109,6). Με τις παραδοχές αυτές, που διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με αυτά που αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη από τις διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της λαθρεμπορίας, οι αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις άνω διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1 ν.2127/1993, 89 επ., 107 παρ. 1, 2 εδ. Β' ν. 1165/ 1918 και 157, 160 ν. 2960/ 2001 τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε. Ειδικότερα, το Δικαστήριο της ουσίας κατά παραδεκτή αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του τον τρόπο τέλεσης του εγκλήματος της λαθρεμπορίας από τους αναιρεσείοντες κατά τόπο, χρόνο και λοιπές περιστάσεις αφού δέχτηκε ότι αυτοί με την ιδιότητα των νομίμων εκπροσώπων της αναφερομένης εταιρείας με σκοπό να στερήσουν από το Ελληνικό Δημόσιο των από αυτό εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων καταχωρούσαν στα βιβλία της τα αναφερόμενα πλαστά φορολογικά στοιχεία για να δικαιολογούν ότι δήθεν η εκπροσωπούμενη και από αυτούς ΑΕ "ΠΕΙΡΑΪΚΗ ΠΕΤΡΕΛΑΪΚΗ ΑΕ" νομίμως αγόραζε από την εταιρεία "ΑΑ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ" τα αναφερόμενα πετρελαιοειδή ενώ οι ποσότητες αυτές είχαν περιέλθει στην κατοχή της παράνομα, δηλαδή χωρίς νόμιμα παραστατικά και τις οποίες αυτή πώλησε σε τρίτους πελάτες της. Οι ποσότητες αυτές λεπτομερώς αναφέρονται κατά τις οικονομικές χρήσεις των ετών 2001, 2002 και 2003 χωρίς να καλύπτονται από αντίστοιχες αγορές. Υπό τα δεδομένα αυτά διαλαμβάνεται επαρκής αιτιολογία ως προς την τέλεση της πράξεως αυτής κατά τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία της. Περαιτέρω, το Δικαστήριο της ουσίας έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη κατά του αναιρεσείοντος Χ1 για το αδίκημα αυτό λόγω παραγραφής που φέρεται ότι τελέστηκε από 01-01-2001 έως 18-01-2003, ενώ περαιτέρω δέχτηκε ότι ο αναιρεσείων αυτός τέλεσε την πράξη αυτή κατά το διάστημα από 21-09-2001 έως 20-09-2002. Περαιτέρω όσον αφορά τον αναιρεσείοντα Χ2 έπαυσε οριστικά την κατ' αυτού ποινική δίωξη λόγω παραγραφής για το αδίκημα αυτό για το διάστημα από 01-01-2001 έως 17-01-2003 και περαιτέρω δέχτηκε ότι αυτός τέλεσε την πράξη αυτή από 29-09-2002 έως 18-01-2003 και τον κήρυξε ένοχο της πράξεως αυτής από 18-01-2003 έως 03-02-2003 και του επέβαλε φυλάκιση ενός έτους και περαιτέρω επέβαλε στον αναιρεσείοντα Χ1 χρηματική ποινή ύψους 5.520.109, 06 ευρώ στον δε Χ2 χρηματική ποινή 1.867.454, 14 ευρώ που αντιστοιχούν στην αξία CIF των λαθρεμπορευμάτων κατά τα χρονικά διαστήματα που ετέλεσαν αυτοί την πράξη της λαθρεμπορίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 107 παρ. 1,2 εδ. Β' του ν. 1165/1918, 157 και 160 του ν. 2960/ 2001. Οι χρηματικές αυτές ποινές νομίμως επιβλήθηκαν στους κατηγορουμένους αναιρεσείοντες αφού το δικαστήριο δέχτηκε ότι την πράξη αυτή τέλεσαν κατά τα άνω χρονικά διαστήματα έστω και αν παρεγράφησαν και το δικαστήριο έπαυσε οριστικά την κατ' αυτών ποινική δίωξη κατά τα άνω διαστήματα στα οποία όμως περιλαμβάνονται και εκείνα κατά τα οποία αυτοί τέλεσαν την ανωτέρω πράξη αφού, ως ελέχθη, για την επιβολή της χρηματικής ποινής αρκεί η τέλεση της πράξης της λαθρεμπορίας αντικειμενικά και υποκειμενικά έστω και αν η ποινική δίωξη για αυτήν έπαυσε οριστικά λόγω παραγραφής. Περαιτέρω το Δικαστήριο ανελέγκτως δέχτηκε ότι ο πρώτος αναιρεσείων ήταν και αυτός νόμιμος εκπρόσωπος της άνω ΑΕ κατά το πιο πάνω χρονικό διάστημα και ανελέγκτως επίσης προσδιόρισε το ύψος των χρηματικών ποινών στα άνω δι' έκαστον ποσά ίση με την αξία CIF των λαθρεμπορευμάτων (πετρελαιοειδών) κατά τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα που αυτοί ήταν νόμιμοι εκπρόσωποι της άνω εταιρείας αφού άλλωστε η εξειδίκευση της ποσότητας του λαθρεμπορεύματος ως και το ύψος και το είδος των δασμών και φόρων δεν είναι συστατικός όρος ης αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της λαθρεμπορίας. Περαιτέρω δε, κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, οι αναιρεσείοντες ασφαλώς εγνώριζαν υπό την ιδιότητα τους αυτή τις πράξεις με τις οποίες εκπληρώθηκαν οι όροι του εγκλήματος αυτού αφού η προσβαλλόμενη απόφαση δέχτηκε ότι η εταιρεία τους διέθεσε τις άνω ποσότητες σε πελάτες της χωρίς νόμιμα παραστατικά κτήσεως των πετρελαιοειδών αυτών και περαιτέρω δέχτηκε ότι τούτο έπραξαν προκειμένου να στερήσουν το Ελληνικό Δημόσιο από τους φόρους αυτούς.
Συνεπώς το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση και ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις άνω διατάξεις και εκείνες των άρθρων 153 και 160 του ν. 2960/ 2001. Όθεν οι περί του αντιθέτου εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του ΚΠΔ λόγοι των αιτήσεων αναίρεσης είναι αβάσιμοι και οι αιτήσεις πρέπει αν απορριφθούν και καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος ως πολιτικώς ενάγοντος Ελληνικού Δημοσίου και στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ). Τέλος, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως του αναιρεσείοντος Χ2 περί υπερβάσεως εξουσίας διότι δεν παρατίθενται οι διατάξεις των άρθρων 153 και 155 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος λόγω νομίμου παραιτήσεως του επ' ακροατηρίου (άρθρο 476 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις από 05-02-2010 και 11-02-2010 αιτήσεις των Χ1, κατοίκου ... και Χ2, κατοίκου ... αντίστοιχα για αναίρεση της 1721α- 1728/ 2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πειραιώς.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290)ευρώ. Και
Επιβάλλει σε κάθε αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα από διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Απριλίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Μαΐου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ