Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Εφέσεως απαράδεκτο.
Περίληψη:
Έννοια προσώπου αγνώστου διαμονής. Πότε υπάρχει αιτιολογία στην απόφαση με την οποία απορρίπτεται το ένδικο μέσο της έφεσης ως εκπρόθεσμο. Αναιρείται λόγω ελλείψεως αιτιολογίας η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η έφεση του αναιρεσείοντος ως εκπρόθεσμη. Παραπέμπει.
Αριθμός 1590/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό - Εισηγητή, Νικόλαο Ζαΐρη (που ορίσθηκε προς συμπλήρωση της συνθέσεως με τη με αριθμό 54/2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου) και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Γιώτσα, για αναίρεση της με αριθμό 65.629/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Φεβρουαρίου 2008 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 466/2008.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ.1 ΚΠΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 154 παρ.2 και 156 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι ως άγνωστης διαμονής θεωρείται εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του σε άγνωστο μέρος για τη δικαστική αρχή που έχει εκδώσει το επίδικο έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοση του και στην περίπτωση αυτή η επίδοση γίνεται, ως άγνωστης διαμονής, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη του άρθρου 156 παρ.1 εδ. α' προσώπων, προς το δήμαρχο ή τον αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο που όρισε ο δήμαρχος της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του, άλλως η επίδοση είναι άκυρη και δεν αρχίζει η ως άνω προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων. Τέλος, κατά τις διατάξεις, του αρ.476 παρ.1 ΚΠΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε εκπρόθεσμα το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο το απορρίπτει ως απαράδεκτο, κατά δε της σχετικής απόφασης επιτρέπεται αναίρεση (άρθρο 476 παρ. 2 ΚΠΔ). Ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσης για την απόρριψη αυτή. Ειδικότερα η απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο της έφεσης ως εκπρόθεσμο, για να έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει το χρόνο της επιδόσεως της προσβαλλομένης απόφασης και εκείνον της άσκησης του ενδίκου μέσου, καθώς και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση (Ολομ. ΑΠ 6/1994 και 4/1995). Αν όμως με το ένδικο μέσο αμφισβητούνται ο τόπος κατοικίας εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο και το άγνωστο της διαμονής του, όπως και η εντεύθεν αδυναμία γνώσης της επίδοσης, πρέπει επίσης να διαλαμβάνεται στην απόφαση σχετική αιτιολογία, άλλως ιδρύεται ο κατ' άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' λόγος αναίρεσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 65629/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, απορρίφθηκε με αυτή ως εκπρόθεσμη η έφεση της αναιρεσείουσας κατά της υπ' αριθμ. 82611/2002 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία η αναιρεσείουσα είχε καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) ετών και χρηματική ποινή 21.000 ευρώ για παράβαση του νόμου περί επιταγών (άρθρο 79 ν. 5960/1933). Με την έφεση της, η οποία παραδεκτά επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο, η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη επικαλέσθηκε και προέβαλε, κατ' εκτίμηση, ότι δεν έλαβε γνώση της εκκαλούμενης απόφασης που της επιδόθηκε ως άγνωστης διαμονής, και ότι κακώς της κοινοποιήθηκε η απόφαση ως άγνωστης διαμονής, ενώ είχε γνωστή στις αρχές διαμονή στην .... Αττικής, οδός ... αρ. .... Ως αιτιολογία για την απόρριψη της έφεσης αυτής το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση του τα ακόλουθα: "Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ.1 ΚΠΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης η πιο πάνω προθεσμία είναι επίσης δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της απόφασης. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 156 παρ.1 και 2 του ίδιου κώδικα, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, για τη δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοση του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους, όπως είναι ακόμη και άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 ΚΠΔ, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας εκείνος που έχει δηλώσει στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανιστεί κατ' αυτή, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή στην έγκληση (βλ. ΑΠ 745/1006 ΝΟΜΟΣ). Η επίδοση προς το πρόσωπο του οποίου η διαμονή δεν είναι γνωστή, γίνεται προς αυτό ως άγνωστης διαμονής, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερόμενων στη διάταξη του άρθρου 156 παρ.1 εδ.α' προσώπων, προς το δήμαρχο ή τον αρμόδιο δημοτικό υπάλληλο που όρισε ο δήμαρχος της τελευταίας γνωστής κατοικίας ή διαμονής του, άλλως η επίδοση είναι άκυρη και δεν αρχίζει η ως άνω προθεσμία άσκησης ενδίκων μέσων. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 161 παρ.1 του ίδιου παραπάνω κώδικα, για την επίδοση που ενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 155-158, εκείνος που την ενεργεί οφείλει να συντάξει αποδεικτικό στον τόπο όπου αυτή γίνεται. Στο αποδεικτικό, με ποινή ακυρότητας της επίδοσης, σημειώνεται ο τόπος, το έτος, ο μήνας, η ημέρα και το ονοματεπώνυμο του προσώπου στο οποίο παραδόθηκε το έγγραφο, υπογράφεται δε το αποδεικτικό από το πρόσωπο αυτό και εκείνον που ενεργεί την επίδοση.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο, καθώς και από τα έγγραφα των οποίων έγινε η ανάγνωση στο ακροατήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Όπως προκύπτει από το από .... αποδεικτικό επίδοσης σε κατηγορούμενο με άγνωστη διαμονή του αστυφύλακα ...., η εκκαλούσα - κατηγορουμένη, κατά την επίδοση σ' αυτήν της εκκαλουμένης 82.611/2002 ερήμην της εκδοθείσας απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, αναζητήθηκε κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία, στην επί της οδού .. αριθμ. ... τελευταία γνωστή, από την από 24-2-00 μήνυση της ..... εναντίον της, κατοικία της και δεν βρέθηκε, όπως βεβαιώνει ο ενεργήσας την επίδοση ότι διαπίστωσε μετά από σχετική έρευνα, ούτε αυτή (κατηγορουμένη), ούτε κάποιος από τους αναφερόμενους στο άρθρο 156 παρ.1 ΚΠΔ συγγενείς της (δηλαδή σύζυγος ή γονέας ή αδελφός της ή άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής της έως και τον τρίτο βαθμό), γι' αυτό και η επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης έγινε, ενόψει και του ότι η διαμονή της ήταν άγνωστη στην αρμόδια για την επίδοση αρχή, στην από το Δήμαρχο του Δήμου της τελευταίας πιο πάνω κατοικίας της κατηγορουμένης (.....) ορισμένη για το σκοπό αυτό δημοτική υπάλληλο ......, η οποία, όπως προκύπτει από τη σχετική κάτω από το αποδεικτικό επίδοσης, από ... βεβαίωση της, προέβη στην τοιχοκόλληση της εκκαλουμένης απόφασης το δημοσιότερο μέρος του πιο πάνω Δήμου και έστειλε τη σχετική βεβαίωση στην αρχή που παράγγειλε την επίδοση, δηλαδή στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών. Σημειώνεται ότι στην ίδια παραπάνω διεύθυνση είχε αναζητηθεί, χωρίς αποτέλεσμα, η εκκαλούσα στις 3-5-2001 και στη συνέχεια στις 13-5-2002 προκειμένου να της επιδοθούν το κλητήριο θέσπισμα και η κλήση αντίστοιχα για να εμφανιστεί στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, τα οποία (κλητήριο θέσπισμα και κλήση) επιδόθηκαν σ' αυτήν ως άγνωστης διαμονής (βλ. τα από .... και .... σχετικά αποδεικτικά επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ......).Ισχυρίζεται η εκκαλούσα ότι κακώς της κοινοποιήθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως άγνωστης διαμονής, καθόσον κατά τον κρίσιμο χρόνο της επίδοσης, την 13-1-2005, είχε γνωστή στις αρχές διαμονή, επί της οδού ... αριθ. .. στην .... Αττικής, όπου κατοικούσε μόνιμα με την οικογένεια της από το έτος 2001. Από κανένα όμως στοιχείο δεν αποδείχθηκε η ουσιαστική βασιμότητα του ανωτέρω ισχυρισμού της εκκαλούσας, ότι δηλαδή αυτή κατά τον ως άνω χρόνο διέμενε πράγματι στην ανωτέρω διεύθυνση και ότι η διεύθυνση αυτή (ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί τούτο ως αληθές) είχε γνωστοποιηθεί και με ποιο τρόπο στην εισαγγελική αρχή που παράγγειλε την επίδοση, μη αρκούσας προς τούτο μόνης της κατάθεσης της εξετασθείσας στο ακροατήριο μαρτυρά της, η οποία όλως αορίστως ανέφερε ότι στην εν λόγω διεύθυνση γίνονταν "διάφορες επιδόσεις", χωρίς όμως τούτο να προκύπτει και από άλλα στοιχεία (δηλ. από επιδοθείσες στην παραπάνω διεύθυνση προς αυτήν κλήσεις, αποφάσεις κλπ). Προσκομίζει η εκκαλούσα, προς απόδειξη του άνω ισχυρισμού της, τα αναφερόμενα πιο πάνω και αναγνωσθέντα έγγραφα και δη λογαριασμό πιστωτικής κάρτας Citibank, κινήσεις λογαριασμών δανείων Εurobank και Τραπέζης Πειραιώς, σύμβαση δανείου με την ίδια Τράπεζα, μηχανογραφικό δελτίο για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, λογαριασμούς ΟΤΕ και Vodafone, αποδείξεις ΕΛΠΑ, πληρωμής τελών κυκλοφορίας και καταβολής χρηματικού ποσού για εξόφληση αυτοκινήτου, αίτηση απογραφής προς το ΙΚΑ, εκκαθαριστικό σημείωμα της ΔΟΥ Αγ.Παρασκευής, από τα οποία άλλα έχουν αποσταλεί στο γιό της ... στην παραπάνω διεύθυνση (.....) και σε άλλα (αποδείξεις, αιτήσεις κλπ) αναφέρεται ως τόπος διαμονής του τελευταίου η ίδια αυτή διεύθυνση, καθώς και βεβαίωση απόδοσης ΑΦΜ η οποία αφορά τον έτερο γιο της .... με την ίδια ως άνω διεύθυνση. Από το γεγονός όμως ότι οι προαναφερόμενοι γιοί της εκκαλούσας πιθανόν να διέμεναν κατά τον κρίσιμο χρόνο στην εν λόγω διεύθυνση δεν μπορεί βέβαια να συναχθεί και το συμπέρασμα ότι και η ίδια διέμενε εκεί και μάλιστα ότι τούτο ήταν γνωστό στην Αρχή που παράγγειλε την επίδοση. Κάτι τέτοιο επίσης δεν προκύπτει ούτε από το προσκομιζόμενο 641/2006 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο, κατόπιν σχετικής αιτήσεως της, αντικαταστάθηκε επιβληθείσα σ' αυτήν (και κρατούμενη από 19-9-2005) προσωρινή κράτηση με περιοριστικούς όρους, καθόσον σε τούτο δεν αναφέρεται ότι η εκκαλούσα κατοικούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο (επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης) στην αμέσως παραπάνω διεύθυνση, αλλά ότι αυτή διέμενε εκεί κατά το χρόνο υποβολής της έγκλησης και άσκησης σε βάρος της ποινικής δίωξης για κακουργηματική απάτη (παραπεμφθείσα να δικαστεί γι' αυτή με το 6121/2002 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμλειοδικών Αθηνών), δηλαδή σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο της επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ, σημειωτέον, στο ίδιο παραπάνω βούλευμα (641/2006) αναφέρεται ότι αυτή και ο σύζυγος της κατά το παρελθόν εγκατέλειψαν τη χώρα και μετέβησαν στο εξωτερικό λόγω των ποινικών διώξεων που είχαν ασκηθεί σε βάρος τους. Επίσης στην (προσκομιζόμενη) από 27-4-07 κλήση με την οποία καλείται η εκκαλούσα να εμφανιστεί για να δικαστεί για την ανωτέρω πράξη στο Τριμελές Εφετείο Αθηνών αναφέρεται μεν αυτή ως κάτοικος ...., οδός ...., όμως η κρίση για το άγνωστο ή μη της διαμονής της δεν αφορά τον ως άνω χρόνο αλλά τον Ιανουάριο του 2005. Εξάλλου, ούτε και από τις προσκομιζόμενες από την εκκαλούσα .... και .... εκθέσεις αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτων της εκκαλούσας δεν προκύπτει η βασιμότητα του ανωτέρω ισχυρισμού της, καθόσον αφενός μεν αυτές αφορούν το έτος 2000, αφετέρου δε σε καμία απ' αυτές δεν αναφέρεται ως διεύθυνση της ή οδός ....., αλλά στη μεν πρώτη η ......, στη δε δεύτερη η οδός .... στο ...., γεγονός το οποίο ενισχύει την κρίση του Δικαστηρίου ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα η διαμονή της εκκαλούσας ήταν άγνωστη και δη στην Αρχή που παράγγειλε την επίδοση (Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών)." Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, σε σχέση με την προβληθείσα από την αναιρεσείουσα, ως εκκαλούσα, αμφισβήτηση της διεύθυνσης της κατοικίας της, στην οποία αναζητήθηκε ως τελευταία γνωστή στις αρχές διαμονή, καθώς και της ιδιότητας αυτής ως άγνωστης διαμονής, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση αντιφατική και ασαφή αιτιολογία. Ειδικότερα, ενώ δέχεται ότι η αναιρεσείουσα αναζητήθηκε στην διεύθυνση της κατοικίας που ο μηνυτής Ψ1 ανέφερε στην από 24-2-2000 μήνυσή του, και στην οποία δεν βρέθηκε γιαυτό και η επίδοση της απόφασης του Μονομελούς Πλημ/κείου έγινε στη διεύθυνση αυτή ως άγνωστης διαμονής, στη συνέχεια δέχεται ότι η αναιρεσείουσα κατοικούσε στη .... Αττικής στην οδό ... αρ. .., στην οποία και γινόταν από την ίδια εισαγγελική αρχή κλήσεις για άλλες ποινικές υποθέσεις της. Δέχεται δηλαδή ότι η αναιρεσείουσα, είχε πέρα από την διεύθυνση της κατοικίας της που αναφερόταν στην μήνυση, στην οποία αναζητήθηκε και δεν βρέθηκε, και άλλη γνωστή στην αρχή που έκανε την επίδοση της απόφασης κατοικία, αφού και στην κατοικία της αυτή γινόταν διάφορες επιδόσεις, χωρίς όμως να αιτιολογεί ειδικώς γιατί δεν αναζητήθηκε και στη γνωστή στις αρχές οικογενειακή της κατοικία. Το δε γεγονός ότι η εκκαλούσα - αναιρεσείουσα δεν δήλωσε ως κατοικία, σύμφωνα με το άρθρο 273 παρ. 1 ΚΠΔ, και την οικογενειακή της κατοικία στη ..... οδός ..., δεν σημαίνει ότι οι επιδόσεις έπρεπε να γίνονται στην κατοικία στην οδό ....., αφού δεν υπάρχει παραδοχή στην απόφαση ότι η τελευταία αυτή διεύθυνση είχε δηλωθεί στα πλαίσια της διάταξης του άρθρου 273 ΚΠΔ και ότι κατά συνέπεια εκεί έπρεπε να γίνονται οι επιδόσεις. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος της αιτήσεως αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η ως άνω πλημμέλεια, είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση περιττής καθισταμένης της έρευνας των λοιπών λόγων αναίρεσης και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ). Το δικαστήριο αυτό αφού κρίνει επί του παραδεκτού της εφέσεως θα ελέγξει και αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση παύσεως οριστικώς της ποινικής διώξεως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 65.629/2007 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο παραπάνω Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους, που την είχαν δικάσει προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 13 Ιουνίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ