Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ψευδής καταμήνυση, Δυσφήμηση συκοφαντική.
Περίληψη:
Ψευδής καταμήνυση. Συκοφαντική δυσφήμηση. Έννοια εγκλημάτων. Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Πότε υπάρχει. Αιτιολογία του δόλου επί των εγκλημάτων αυτών. Απορρίπτει λόγο αναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Αριθμός 1258/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χαράλαμπο Δημάδη, Προεδρεύων Αρεοπαγίτης (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Κούκλη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο-Εισηγητή, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά και Βασίλειος Φράγγος, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Απόστολο Φέστα, περί αναιρέσεως της 5840/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που παρέστη στο ακροατήριο αυτοπροσώπως, χωρίς δικηγόρο.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Οκτωβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1533/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 229 παρ. 1 ΠΚ όποιος εν γνώσει καταμηνύσει άλλον ψευδώς ή αναφέρει για αυτόν ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του για αυτήν τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Κατά δε το άρθρο 363 εδ. 1 του ίδιου Κώδικα αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε. Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης 5840/2009 απόφασης του Τριμελές Εφετείο Αθηνών, μετά από συνεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που μνημονεύονται κατ' είδος δέχτηκε ανέλεγκτος ότι : "Κατά του κατηγορουμένου Χ1 αποδόθηκε η κατηγορία της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος του μηνυτή Ψ1. Ειδικότερα ο κατηγορούμενος κατηγορείται ότι με την από 30-1-2003 μήνυση του ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημ/κων Θηβών κατά των Ψ1, Σ1 και Σ2 καταμήνυσε και δυσφήμησε εν γνώσει του ψευδώς τον μηνυτή Ψ1: 1) Ότι συνέστησε συμμορία κατά την έννοια του άρθρου 187 παρ. 1 ΠΚ με τους λοιπούς μηνυόμενους για να διαπράττουν σωρεία κακουργηματικών πράξεων σε βάρος αυτού και της συμβολαιογράφου Θηβών Ασημίνας Γκόγκου - Κωστή και για να σφετεριστούν παράνομα την περιουσία του ίδιου και της υπέργηρης θείας του, Θ1, την οποία με σατανικό τρόπο εξαπάτησαν να πιστεύει ότι το ... πωλητήριο συμβόλαιο της εν λόγω συμβολαιογράφου ήταν δήθεν διαθήκη, αποσκοπώντας αρχικά στην ακύρωση του συμβολαίου και ακολούθως στον σφετερισμό της περιουσίας της με διαθήκη προς αυτούς ή με πωλητήριο συμβόλαιο προς τους ίδιους ή προς τρίτους. 2) Ότι οι μηνυόμενοι παρέπεισαν την Θ1 να πωλήσει, χωρίς να έχει ανάγκη χρημάτων, στον ... με το .... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Θηβών Φωτεινής Κανέλλου δύο διαμερίσματα της ιδιοκτησίας της στη ..., που είχε κληρονομήσει από τον σύζυγο της, του οποίου αποδέχτηκε την κληρονομιά με το ... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Ασημίνας Γκόγκου - Κωστή. 3) Ότι, για να πετύχουν την εξαπάτηση της Θ1 και του δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θηβών που δίκασε την από 8-7-1997 αγωγή ακύρωσης του ... συμβολαίου), οι μηνυόμενοι εμφάνισαν εν γνώσει τους ψευδώς ότι κατά την υπογραφή του προαναφερόμενου (...) συμβολαίου ήταν δήθεν παρούσα και η ανηψιά της Θ1, ..., η οποία είχε στενές σχέσεις μαζί της και έχει ήδη αποβιώσει, καθώς και ότι εμφάνισαν ψευδώς ότι είχε δήθεν συνταχθεί διαθήκη. 4) Ότι ο μηνυόμενος Σ1, πληρεξούσιος δικηγόρος της Θ1 στην παραπάνω δίκη, πρότεινε ως ψευδομάρτυρα τον μηνυτή Ψ1 , μέλος της συμμορίας του. 5) Ότι οι μηνυόμενοι με μεθοδευμένα επιχειρήματα και ψευδορκίες κατέστρωσαν σχέδιο σφετερισμού της περιουσίας της Θ1. Και 6) Ότι ο Σ1 και οι λοιποί μηνυόμενοι συνέπραξαν σαν ομάδα για να σφετεριστούν με απάτες και ψευδορκίες περιουσία συνολικής αξίας 100.000 000 δρχ. Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά στοιχεία (μαρτυρικές καταθέσεις, έγγραφα κλπ.) αποδείχτηκε βάσιμη μόνο η κατηγορία που αφορά το κεφάλαιο 1, δηλαδή ότι ο μηνυτής και οι λοιποί μηνυόμενοι στην από 30-1-2003 μήνυση του κατηγορουμένου συνέστησαν συμμορία με σκοπό να διαπράττουν κακουργηματικές εγκληματικές πράξεις και να σφετεριστούν την περιουσία του κατηγορουμένου και της υπέργηρης Θ1, θείας κατηγορουμένου και μηνυτή . Οι εν λόγω μηνυόμενοι είχαν ενεργό συμμετοχή στη δίκη ακύρωσης του ... πωλητηρίου συμβολαίου, επί της οποίας εκδόθηκε η 100/2003 αμετάκλητη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θηβών, που απέρριψε τη σχετική αγωγή και δικαίωσε τον κατηγορούμενο (κατά την οποία, όπως ήδη σημειώθηκε, ο Σ1 ήταν πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας και οι λοιποί μηνυόμενοι κατέθεσαν ως μάρτυρες υπέρ αυτής), καθώς και ανάμιξη σε σειρά ποινικών δικών και διαδικασιών με προφανή συναφή περιουσιακά ενδιαφέροντα και προσδοκίες για τον μηνυτή και τους άλλους στενούς συγγενείς της ενάγουσας, σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής της, αλλά δεν συνέστησαν συμμορία με σκοπό να διαπράττουν εγκληματικές πράξεις σε βάρος του κατηγορουμένου και της συμβολαιογράφου Ασημίνας Γκόγκου -Κωστή και αντικειμενικό στόχο τον σφετερισμό της περιουσίας του κατηγορουμένου και της Θ1. Το γεγονός δε αυτό γνώριζε ο κατηγορούμενος κατά την υποβολή της από 30-1-2003 μήνυσης του, στην οποία διέλαβε συνειδητά τον εν λόγω ψευδή και δυσφημηστικό ισχυρισμό, με σκοπό να προκαλέσει τη σχετική ποινική δίωξη του μηνυτή. Επομένως, ο κατηγορούμενος τέλεσε, ως προς το εν λόγω σκέλος της κατηγορίας, τις αξιόποινες πράξεις της ψευδούς καταμήνυσης και συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος του μηνυτή και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτών, όπως ειδικότερα διαλαμβάνεται στο διατακτικό της απόφασης." Ακολούθως, το άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα των αξιόποινων πράξεων της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμισης με το ακόλουθο διατακτικό: "ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι: στη ..., στις 31-1-2003, Α. Εν γνώσει καταμήνυσε άλλον ψευδώς, ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του γι' αυτή. Συγκεκριμένα, εν γνώσει του καταμήνυσε ψευδώς ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θηβών τον εγκαλούντα, Ψ1, κάτοικο ..., για το ότι ενεργώντας από κοινού με τους Σ1 και Σ2, προέβησαν επί λέξει στις κατωτέρω πράξεις, ήτοι: 1. "συνεσκέφθησαν και συναπεφάσισαν να συστήσουν συμμορία κατά την έννοια του άρθρου 187 παρ. 1 ΠΚ, προκειμένου να διαπράξουν σε βαθμό κακουργήματος σωρεία εγκληματικών πράξεων σε βάρος του αλλά και σε βάρος της Συμβολαιογράφου Θηβών Ασημίνας Γκόγκου-Κωστή, με ανύπαρκτα και ψευδή γεγονότα, με μεθοδευμένους και κατασκευασμένους ισχυρισμούς, με ψευδορκίες και αποκρύπτοντας και αποσιωπώντας την ύπαρξη δημοσίων εγγράφων και σχετικών στοιχείων και να τον εμφανίσουν και να τον χαρακτηρίσουν ως αδίστακτο, ραδιούργο, χυδαίο, υβριστή, απατεώνα και δόλιο άτομο και να σφετεριστούν παράνομα την περιουσία του και την περιουσία της υπέργηρης θείας του Θ1, αδελφής του πατέρα του, την οποία, κατά μεθοδικό και σατανικό τρόπο εξαπάτησαν προκειμένου να πιστεύει ότι δήθεν την 29 Μαρτίου 1995 δεν υπέγραψε στο συμβολαιογραφείο της Ασημίνας Γκόγκου - Κωστή το υπ' αριθμό ... πωλητήριο συμβόλαιο με το οποίο του μεταβίβασε ελευθέρως μέρος της περιουσίας της, αλλά διαθήκη. Η εξαπάτηση είχε ως στόχο, μετά την τυχόν ακύρωση του συμβολαίου αυτού, να την οδηγήσουν στην σύνταξη διαθήκης ή άλλου πωλητήριου συμβολαίου προς αυτούς ή τρίτους ως τίμημα το οποίο για ολόκληρη την ακίνητη και κινητή περιουσία που τότε ανερχόταν άνω των εξήντα εκατομμυρίων [60.000.000] δρχ ή εκατόν εξήντα χιλιάδων [160.000] ευρώ και ήδη ανέρχεται άνω των εκατό εκατομμυρίων δρχ ή τριακόσιων χιλιάδων ευρώ",
Β. Ενώπιον τρίτου ισχυρίσθηκε εγγράφως για κάποιον άλλον γεγονός που μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του και είναι ψευδές, αυτός δε [κατηγορούμενος] τελούσε εν γνώσει της αναληθείας του. Συγκεκριμένα με την κατά τα ανωτέρω μήνυσή του, του περιεχομένου της οποίας έλαβαν γνώση ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Θηβών και ο Γραμματέας της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Θηβών, ισχυρίσθηκε ενώπιον τούτων για τον εγκαλούντα Ψ1 τα ως άνω [στ. Α ] πραγματικά περιστατικά, που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του και είναι ψευδή, αυτός δε [κατηγορούμενος] τελούσε εν γνώσει της αναληθείας τους." Με τις παραδοχές αυτές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του, την, κατά τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού εκτίθενται σε αυτή με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και θεμελιώνουν την υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση των εγκλημάτων τούτων. Περαιτέρω εκ του σκεπτικού προκύπτει ότι επαρκώς αιτιολογείται ο δόλος του αναιρεσείοντος προς τέλεση των εγκλημάτων αυτών καθόσον ειδικότερα διαλαμβάνονται στις παραδοχές της προσβαλλόμενης τα στοιχεία εκείνα που συγκροτούν τα κατά το νόμο υποκειμενικά στοιχεία προς τέλεση των εγκλημάτων αυτών όπως προκύπτουν από τη συνεκτίμηση όλων των μνημονευομένων αποδεικτικών μέσων και συνεπώς η περί του αντιθέτου αιτίαση είναι αβάσιμη. Όθεν ο περί του αντιθέτου εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ μόνος λόγος αναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι αβάσιμος, ενώ η αιτίαση περί κακής εκτίμησης των αποδείξεων είναι απαράδεκτη αφού πλήττεται η ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Συνεπώς η αίτηση πρέπει να απορριφθεί και καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αριθ. 407/ 30-10-2009 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της 5840/ 2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών. Και Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Απριλίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Ιουνίου 2010.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ