Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 492 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ποινή, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Παραγραφή, Σωματική βλάβη απλή, Βίας αντιμετώπιση σε αγωνιστικούς χώρους, Παράνομη είσοδος σε αγωνιστικό χώρο.




Περίληψη:
α) Απλή σωματική βλάβη. β΄) Παράβαση άρθρου 1 Ν. 1646/ 1986 με την είσοδο στον αγωνιστικό χώρο χωρίς δικαίωμα, με σκοπό να παρακωλύσει την ομαλή τέλεση της αθλητικής εκδήλωσης και με βιαιοπραγία κατά άλλου και ειδικότερα κατά του διαιτητή του αγώνα. Καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου σε βάρος εκάστου των τεσσάρων κατηγορουμένων και για τις δύο πράξεις με επιβολή φυλάκισης 3 μηνών ως προς την απλή σωματική βλάβη και όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 1 του Ν. 1646/1986 μίας μόνον ποινής φυλακίσεως έξι (6) μηνών σε βάρος καθενός των κατηγορουμένων. Αναίρεση και πρόσθετοι λόγοι αναιρέσεως από όλους τους καταδικασθέντες κατηγορουμένους. Κρίνεται βάσιμος ο λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για έλλειψη νομίμου βάσεως της αποφάσεως του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου καθώς και για έλλειψη ακροάσεως όσον αφορά την καταδίκη των κατηγορουμένων για απλή σωματική βλάβη, διότι δεν αναφέρεται ποιο είδος σωματικής κακώσεως προξενήθηκε στον παθόντα για να δύναται να καθορισθεί αν υπέστη απλή σωματική βλάβη και δεν απάντησε το δικαστήριο στον ισχυρισμό ότι η πράξη που τέλεσαν, στοιχειοθετούσε εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη και δεν καθίσταται εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο με ποιες σκέψεις κατέληξε το Δικαστήριο της ουσίας στην απόφαση περί ενοχής για απλή σωματική βλάβη και παύει οριστικά την ποινική δίωξη για απλή σωματική βλάβη λόγω παραγραφής ως εκ της παρόδου οκταετίας από την τέλεση της πράξεως. Γίνεται δεκτός ο λόγος αναιρέσεως για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου ως προς την επιμέρους πράξη της άνευ δικαιώματος εισόδου εντός του αγωνιστικού χώρου και ο πρόσθετος λόγος για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι η είσοδος των κατηγορουμένων έγινε με τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα από τον διαιτητή και δεν νοείται τέλεση του αδικήματος, όταν οι υπαίτιοι εισέρχονται μετά τη λήξη του αγώνα στο γήπεδο, διότι δεν παρακωλύεται η τέλεση αυτού. Παύει οριστικώς την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής για την άνω επιμέρους παράβαση της άνευ δικαιώματος εισόδου εντός του αγωνιστικού χώρου και εν όψει της απορρίψεως του λόγου αναιρέσεως για έλλειψη της επιβαλλόμενης αιτιολογίας για την έτερη επιμέρους παράβαση του άρθρου 1 του Ν. 1646/1986, ήτοι της βιαιοπραγίας εντός αθλητικού χώρου από τους αναιρεσείοντες. Παραπέμπεται η υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για νέα επιμέτρηση της ποινής για την τελευταία αυτή πράξη.




Αριθμός 492/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση

των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3 και 4) Χ4, κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλέξανδρο Αλεξανδράκη, περί αναιρέσεως της 617/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που δεν παρέστη.
Το Τριμελές Εφετείο Ναυπλίου, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28 Σεπτεμβρίου 2009 αίτησή τους αναιρέσεως όπως αυτή διαμορφώθηκε με τους από 23 Δεκεμβρίου 2009 προσθέτους λόγους, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1363/2009.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης, για απλή σωματική βλάβη και την είσοδο στον αγωνιστικό χώρο, να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη σε βάρος των αναιρεσειόντων, να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα επιμέτρηση της ποινής για την πράξη της βιαιοπραγίας και να απορριφθεί κατά τα λοιπά η ανωτέρω αναίρεση.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 308 παρ. 1 του Π.Κ. όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Αν η κάκωση ή η βλάβη της υγείας που του προξένησε είναι εντελώς ελαφρά, τιμωρείται με φυλάκιση το πολύ έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. Και αν είναι ασήμαντη τιμωρείται με πρόστιμο. Από τις άνω διατάξεις προκύπτει ότι η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απλής σωματικής βλάβης συνίσταται στην πρόκληση σε άλλον σωματικής κακώσεως ή βλάβης της υγείας του κατά οποιονδήποτε τρόπο, η διαφοροποίηση δε αυτή προσδιορίζεται από το δικαστήριο, αναλόγως των ειδικών περιστατικών τα οποία προβάλλονται και γίνονται αποδεκτά. Η συνδρομή δε των στοιχείων της αντικειμενικής υποστάσεως για το έγκλημα αυτό πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς στην καταδικαστική απόφαση εν όψει της διαβαθμίσεως της σωματικής βλάβης, αναλόγως της σπουδαιότητάς της σε απλή, σε εντελώς ελαφρά, η οποία χωρίς να είναι εντελώς επουσιώδης έχει επιπόλαιες συνέπειες και σε ασήμαντη, η οποία είναι αυτή που έχει ήπιες συνέπειες. Η σχετική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας πρέπει να είναι αιτιολογημένη ως προς τον προσδιορισμό με ακρίβεια του είδους της σωματικής κακώσεως ή της βλάβης της υγείας του παθόντος προκειμένου να ελεγχθεί η ύπαρξη και ο χαρακτήρας της σωματικής βλάβης. Η σχετική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος δεν αρκείται στις αφηρημένες εκφράσεις της προσβαλλόμενης αποφάσεως αλλά εκτιμά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να αποφανθεί για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση για το είδος της σωματικής βλάβης που προξενήθηκε.
Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1646/1986 "Μέτρα πρόληψης και καταστολής της βίας στους αθλητικούς χώρους και άλλες διατάξεις", που εφαρμόσθηκε εν προκειμένω ως εκ του χρόνου τελέσεως των αποδιδομένων πράξεων, όποιος μέσα ή γύρω από κάθε είδους αθλητικούς ή ιπποδρομικούς χώρους ή στις βοηθητικές εγκαταστάσεις ή στις κερκίδες κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδήλωσης, α) ρίχνει προς τον αγωνιστικό χώρο ή εναντίον άλλου οποιοδήποτε αντικείμενο, β) εισέρχεται χωρίς δικαίωμα στον αγωνιστικό χώρο με σκοπό να παρακωλύσει την ομαλή τέλεση της αθλητικής εκδήλωσης, γ) βιαιοπραγεί κατά άλλου ανεξάρτητα αν από τη βιαιοπραγία επήλθε σωματική βλάβη, δ) εξυβρίζει, ε) κατέχει ή χρησιμοποιεί αντικείμενα που μπορεί να προκαλέσουν σωματικές βλάβες... τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και σε χρηματική ποινή, εκτός αν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη. Κατά την παράγραφο 2 του άνω άρθρου του νόμου αυτού, η ίδια ποινή επιβάλλεται όταν οι πράξεις της παραγράφου 1 τελεστούν α) στους παραπάνω χώρους πριν από την έναρξη της αθλητικής εκδήλωσης αφού όμως άρχισαν να συγκεντρώνονται οι θεατές, ή μετά τη λήξη της, σε χρόνο όμως που οι θεατές δεν έχουν ακόμη διαλυθεί και β) μακριά από τους χώρους αυτούς είτε εν όψει είτε ύστερα από κάποια αθλητική εκδήλωση.
Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι η τέλεση της πράξεως του άρθρου 1 του ν. 1646/1986, με τον ειδικότερο τρόπο της κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδηλώσεως εισόδου κάποιου χωρίς δικαίωμα στον αγωνιστικό χώρο με σκοπό να παρακωλύσει την ομαλή τέλεση της αθλητικής εκδηλώσεως, είναι αξιόποινη όταν ο δράστης εισέρχεται εντός του αγωνιστικού χώρου κατά τη διάρκεια του αγώνα και όχι μετά τη λήξη του. Επομένως η τέτοια είσοδος στον αγωνιστικό χώρο όταν έχει λήξει ο αγώνας που αφορά η αθλητική εκδήλωση έστω και σε χρόνο που οι θεατές δεν έχουν ακόμη διαλυθεί δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει το σχετικό ποινικό αδίκημα. Βιαιοπραγία δε κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 1646/1986 αποτελεί κάθε παράνομη ενέργεια εναντίον προσώπου εκδηλουμένη με υλική δύναμη και τείνουσα στην κακοποίηση του σώματος είτε στην προσβολή της ελευθερίας, είτε της τιμής του καθού στρέφεται προσώπου και είναι αδιάφορο εάν επήλθε πράγματι σωματική κάκωση. Εξάλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ'αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και, σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι μόνο ορισμένα από αυτά. Η άνω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, δηλαδή εκείνους που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον ίδιο ή τον συνήγορο του κατηγορουμένου και τείνουν στην άρση του αδίκου της πράξεως ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή στη μείωση ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής, υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν προβληθεί κατά τρόπο ορισμένο. Κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν αποδίδεται στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 617/2009 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Ναυπλίου, δικάζοντας κατ' έφεση, δέχθηκε ότι από τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με τους ισχυρισμούς και την απολογία των κατηγορουμένων και από την όλη αποδεικτική διαδικασία ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά και ειδικότερα ότι όπως κατατέθηκε μετά λόγου γνώσεως από τους μάρτυρες στο ακροατήριο και ιδιαίτερα από το διαιτητή του αγώνα Ψ, οι ήδη αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι πραγματοποίησαν είσοδο στον αγωνιστικό χώρο και διέπραξαν τις βιαιοπραγίες των κατηγοριών που τους αποδίδονται και ότι τους αναγνώρισε τους κατηγορουμένους, τους οποίους γνώριζε φυσιογνωμικά, κατά τα επεισόδια, επιβεβαιώνοντας τα ανωτέρω και κατά την ακροαματική διαδικασία στο δικαστήριο. Με βάση τα παραπάνω και αφού το άνω Εφετείο απέρριψε ορθώς και αιτιολογημένα παρά τις περί του αντιθέτου αβάσιμες αιτιάσεις τον ισχυρισμό των ήδη αναιρεσειόντων σχετικά με την ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος για μη εξειδίκευση του τόπου και του χρόνου τελέσεως των αποδιδομένων πράξεων κήρυξε ένοχους τους κατηγορούμενους του ότι την 7.11.2001 στο ...ι Α) άπαντες με πρόθεση προκάλεσαν σε άλλον και συγκεκριμένα στον Ψ απλή σωματική βλάβη χτυπώντας τον με τα χέρια τους, τους γρόνθους τους και τα πόδια τους σε διάφορα μέρη του σώματός του προξενώντας του σωματικές κακώσεις. Β) κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο με τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα μεταξύ των ομάδων ... και εντός του αγωνιστικού χώρου α) εισήλθαν χωρίς δικαίωμα στον αγωνιστικό χώρο με σκοπό να παρακωλύσουν την ομαλή τέλεση της αθλητικής εκδήλωσης και β) βιαιοπράγησαν κατά άλλου και συγκεκριμένα κατά του διαιτητή του ως άνω αγώνα Ψ χτυπώντας τον με τα χέρια και τους γρόνθους τους και κλωτσώντας τον σε διάφορα μέρη του σώματός του προξενώντας του σωματικές κακώσεις. Το Δικαστήριο στη συνέχεια κατεδίκασε καθένα των κηρυχθέντων ενόχων κατηγορουμένων σε φυλάκιση τριών (3) μηνών για την πράξη της απλής σωματικής βλάβης και σε φυλάκιση έξι (6) μηνών για την πράξη της παραβάσεως του άρθρου 1 του ν. 1646/1986 και καθόρισε ως συνολική εκτιτέα ποινή από καθένα των τεσσάρων κατηγορουμένων αυτήν των επτά (7) μηνών φυλάκισης αποτελούμενη από την βαρύτερη ποινή της φυλάκισης των έξι (6) μηνών που επιβλήθηκε σε κάθε κατηγορούμενο για τη β' πράξη της παράβασης του άρθρου 1 του ν. 1646/1984 επαυξανόμενη κατά ένα μήνα από την ποινή φυλάκισης των τριών μηνών που τους επιβλήθηκε για την πράξη της απλής σωματικής βλάβης. Έτσι που έκρινε το Εφετείο αναφορικά με την αξιόποινη πράξη των ήδη αναιρεσειόντων σε βάρος του παθόντος και πολιτικώς ενάγοντα Ψ δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία καθόσον δεν περιέχονται ούτε στο αιτιολογικό ούτε στο διατακτικό αυτής πραγματικά περιστατικά που εκείνο δέχθηκε και από τα οποία να δύναται να εκτιμηθεί ποίο είδος σωματικής κακώσεως προξενήθηκε στον άνω παθόντα για να δύναται να καθορισθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπέστη απλή σωματική βλάβη, ούτε, περαιτέρω, περιέχει η προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογία για τον προβληθέντα (όπως προκύπτει από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως) από τον συνήγορο υπεράσπισης των κατηγορουμένων επικουρικώς ισχυρισμό ότι η πράξη που τέλεσαν αυτοί σε βάρος του άνω παθόντος στοιχειοθετούσε όχι απλή αλλά εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη, με συνέπεια να μην είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο με ποίους συλλογισμούς και σκέψεις κατέληξε το Δικαστήριο της ουσίας στην απόφαση του περί ενοχής των κατηγορουμένων για την τέλεση σε βάρος του άνω παθόντος της απλής σωματικής βλάβης. Είναι βάσιμος κατόπιν αυτών ο από το άρθρο 510 παρ. 1 εδαφ. Δ Κ.Ποιν.Δ. πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως κοινής όλων των αναιρεσειόντων, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και ο από το άρθρο 510 παρ. 1 εδαφ. ε, του ίδιου κώδικα για έλλειψη νομίμου βάσεως όσον αφορά την καταδίκη τους για απλή σωματική βλάβη καθώς και ο σχετικός από τους πρόσθετους λόγους από το άρθρο 510 παρ. 1 εδαφ. β περί ελλείψεως ακροάσεως (πέραν ελλείψεως της επιβαλλομένης αιτιολογίας) από το ότι δεν απάντησε το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφαση στον προβληθέντα ισχυρισμό από τον συνήγορο υπεράσπισης των ήδη αναιρεσειόντων ότι η σωματική κάκωση σε βάρος του παθόντος έφερε τον χαρακτήρα της εντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης υπό τις περιστάσεις που έγινε δεκτό από το Δικαστήριο αυτό ότι είχε τελεσθεί. Επίσης με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς την έτερη αξιόποινη πράξη της παράνομης εισόδου των αναιρεσειόντων στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου στο οποίο διεξήχθη ο αναφερόμενος ποδοσφαιρικός αγώνας και με την κήρυξη των άνω κατηγορουμένων ενόχων αυτής της πράξεως εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε την ουσιαστική ποινή διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 εδαφ. β' και παρ. 2 του Ν. 1646/1984 δεδομένου ότι, όπως δέχθηκε με τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα από τον διαιτητή οι αναιρεσείοντες εισήλθαν εντός του αγωνιστικού χώρου, οπότε και δεν πραγματώνεται το προβλεπόμενο από την ως άνω διάταξη έγκλημα, αφού δεν παρακωλύεται η τέλεση αυτού ούτε νοείται όπως κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως κρίθηκε ότι προέκυψε, να ενήργησαν με τέτοιο σκοπό οι αναιρεσείοντες. Επομένως, είναι βάσιμοι τόσο ο δεύτερος από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε λόγος αναιρέσεως του κυρίου δικογράφου με τον οποίο προσάπτεται στην απόφαση η αιτίαση της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 1 του ν. 1646/1984 όσο και ο συναφής πρόσθετος λόγος αναιρέσεως για έλλειψη της επιβαλλόμενης από το Σύνταγμα και το νόμο ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς τη συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως όσον αφορά την αξιόποινη πράξη της άνευ δικαιώματος εισόδου των ήδη αναιρεσειόντων εντός του αγωνιστικού χώρου στο γήπεδο στο οποίο διεξαγόταν ο αναφερόμενος ποδοσφαιρικός αγώνας με σκοπό την παρακώλυση ομαλής διεξαγωγής αυτής της αθλητικής εκδηλώσεως. Όσον αφορά την πράξη της εντός αθλητικού χώρου τελέσεως από τους ήδη αναιρεσείοντες βιαιοπραγίας σε βάρος άλλου το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του κατά τις περιλαμβανόμενες στο σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό παραδοχές την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού εκθέτει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και τις ενέργειες καθενός των κατηγορουμένων που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος της βιαιοπραγίας σε βάρος του διαιτητή του ποδοσφαιρικού αγώνος, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 Π.Κ. και του άρθρου 1 ν. 1646/1986, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα αναφέρονται στο αιτιολογικό της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (έγγραφα, απολογίες των κατηγορουμένων) ενώ στη συνέχεια αναφέρεται στο σκεπτικό ότι λήφθηκαν υπόψη και οι καταθέσεις των κατά την ακροαματική διαδικασία εξετασθέντων μαρτύρων καθώς και του παθόντος διαιτητή του αγώνα. Δεν ήταν αναγκαίο να γίνεται ειδική αναφορά στα όσα κατέθεσε καθένας των εξετασθέντων μαρτύρων ούτε η ειδικότερη επισήμανση των όσων κατέθεσε εξεταζόμενος ο ίδιος ο παθών υποδηλώνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα αποδεικτικά μέσα και ότι παρέβλεψε και δεν συνεκτίμησε το Δικαστήριο της ουσίας τις καταθέσεις των λοιπών μαρτύρων. Δεν συνιστά δε λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων και η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ των αξιολογικής συσχετίσεως καθόσον τέτοιες αιτιάσεις πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Είναι αβάσιμες οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις που προβάλλονται με το κύριο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως και τον συναφή λόγο του δικογράφου των προσθέτων λόγων για μη πληρότητα της αιτιολογίας από παράλειψη συνεκτιμήσεως των καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, μόνον κατά τις διατάξεις αυτής που αφορούν την κήρυξη αυτών ενόχων και την καταδίκη των για την πράξη της απλής σωματικής βλάβης καθώς και για την πράξη της εισόδου αυτών εντός του αγωνιστικού χώρου με σκοπό την παρακώλυση της ομαλής τέλεσης αθλητικής εκδηλώσεως. Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 Π.Κ., όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάσταση με το άρθρο 1 παρ. 6 ν. 2408/1996 και το άρθρο 25 ν. 3346/2005 το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία προκειμένου για πλημμελήματα είναι πέντε έτη και αρχίζει από τότε που τελέσθηκε η πράξη. Η προθεσμία αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, πάντως όχι πέραν των τριών ετών για πλημμελήματα. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1 εδ. β', 370 στοιχ. β' και 511, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 50 ν. 3160/2003, του Κ.Ποιν.Δ. προκύπτει ότι η παραγραφή ως θεσμός δημοσίας τάξεως εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας ακόμη και από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος διαπιστώνοντας τη συμπλήρωση της παραγραφής και μετά την άσκηση της αναιρέσεως οφείλει να αναιρέσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να παύσει την ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, εφόσον η αίτηση αναίρεσης είναι τυπικά παραδεκτή ως νομίμως και εμπροθέσμως ασκηθείσα και περιέχεται σ'αυτή σύμφωνα με τα άρθρα 47 παρ. 2 και 509 Κ.Ποιν.Δ. ένας τουλάχιστον παραδεκτός λόγος αναιρέσεως από αυτούς που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 510 Κ.Ποιν.Δ. ο οποίος κρίθηκε βάσιμος. Στην προκειμένη περίπτωση από τις πράξεις για τις οποίες αναιρείται κατά τα ανωτέρω η προσβαλλόμενη απόφαση αυτή της απλής σωματικής βλάβης καθώς και εκείνη της εισόδου στον αγωνιστικό χώρο με σκοπό την παρακώλυση της ομαλής διεξαγωγής του αναφερόμενου ποδοσφαιρικού αγώνα που αποδίδονται στους αναιρεσείοντες φέρονται ότι τελέσθηκαν στις 7.11.2001. Από την τέλεση όμως αυτών των πράξεων μέχρι την έκδοση της προκειμένης αποφάσεως παρήλθε χρόνος μεγαλύτερος της οκταετίας, δηλαδή ο χρόνος πέντε ετών της παραγραφής της ως πλημμεληματικής και εκείνος της αναστολής των που είναι τριών ετών. Έτσι το αξιόποινο των άνω πλημμεληματικών πράξεων έχει εξαλειφθεί λόγω παραγραφής και πρέπει να παύσει οριστικώς η ποινική δίωξη κατά των ήδη αναιρεσειόντων για τις άνω πράξεις. Δεδομένου δε ότι με την προσβαλλομένη απόφαση είχε επιβληθεί μία ποινή φυλακίσεως έξι μηνών σε βάρος καθενός από αυτούς τόσο για την άνω πράξη της εισόδου εντός αγωνιστικού χώρου με σκοπό την παρακώλυση ομαλής διεξαγωγής αθλητικής εκδήλωσης όσο και για την έτερη πράξη του άρθρου 1 του ν. 1646/1986 ως προς την οποία δεν αναιρείται η προσβαλλόμενη δηλαδή για την εντός αθλητικού χώρου βιαιοπραγία κατά άλλου, έτσι ώστε να μη μπορεί να γίνει απάλειψη της επιβληθείσης για τις παραβάσεις αυτές ποινής αλλά να απαιτείται νέος προσδιορισμός αυτής για την αξιόποινη πράξη της εντός αθλητικού χώρου βιαιοπραγίας κατά άλλου, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για νέα επιμέτρηση της ποινής για την τελευταία αυτή πράξη, ενώ κατά τα λοιπά πρέπει να απορριφθεί η αίτηση των αναιρεσειόντων, όπως διαμορφώθηκε με τους πρόσθετους λόγους αναιρέσεως, ως αβάσιμη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 617/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου κατά το μέρος που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Παύει οριστικώς την ποινική δίωξη κατά των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων για την πράξη της απλής σωματικής βλάβης που φέρονται ότι τέλεσαν στο ... στις 7.11.2001 σε βάρος του Ψ χτυπώντας τον με πρόθεση με τα χέρια τους, τους γρόνθους τους και τα πόδια τους, σε διάφορα μέρη του σώματος του προξενώντας του σωματικές κακώσεις καθώς και για την πράξη της κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο με τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα μεταξύ των ομάδων ... εισόδου απάντων χωρίς δικαίωμα εντός του αγωνιστικού χώρου με σκοπό και παρακωλύσουν την ομαλή τέλεση της αθλητικής εκδηλώσεως.
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο άνω Εφετείο για νέα επιμέτρηση της ποινής για την πράξη της βιαιοπραγίας κατά άλλου σε αθλητικό χώρο.

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την από 28 Σεπτεμβρίου 2009 αίτηση των αναιρεσειόντων α) Χ1, β) Χ2, γ) Χ3, δ) Χ4, όπως διαμορφώθηκε με τους από 23.12.2009 πρόσθετους λόγους αναιρέσεως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 27 Ιανουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 10 Μαρτίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή