Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Επίδοση, Κλητήριο θέσπισμα.
Περίληψη:
Αν η επίδοση της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος είναι άκυρη, δεν αρχίζει η κύρια διαδικασία και δεν επέρχεται αναστολή της παραγραφής, εκτός αν ο κατηγορούμενος εμφανιστεί στο ακροατήριο και δεν προτείνει, κατά την έναρξη της πρωτοβάθμιας δίκης, την ακυρότητα αυτή, εναντιούμενος στην πρόοδο της δίκης. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί στην πρωτοβάθμια δίκη και δικαστεί ερήμην, η ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος δεν καλύπτεται και μπορεί να προταθεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με λόγο έφεσης κατά της εκκαλούμενης απόφασης, οπότε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ως εκ του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, έχει υποχρέωση να αποφανθεί και επί του λόγου αυτού. Διαφορετικά, αν παραλείψει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του, καίτοι συντρέχει νόμιμη προς τούτο περίπτωση, υποπίπτει σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 510 παρ. 1 περ. Η' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως. Δεκτή η αναίρεση και παραπομπή.
Αριθμός 609/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γραμματά Κουρτούκα, περί αναιρέσεως της 5442/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Σεπτεμβρίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1317/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 του ΠΚ, το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία για τα πλημμελήματα είναι πενταετής και αρχίζει από την ημέρα που τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, αναστέλλεται δε για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και μέχρι να καταστεί αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, όχι όμως περισσότερο από τρία έτη. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 320, 321, 339, 339, 340 και 343 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η κύρια διαδικασία στο ακροατήριο αρχίζει είτε με την έναρξη της προπαρασκευαστικής διαδικασίας, δηλαδή με την επίδοση στον κατηγορούμενο της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος, είτε με τη χωρίς εναντίωση εμφάνισή του στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της κατ' αυτού υπόθεσης. Αν η επίδοση της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος είναι άκυρη, δεν αρχίζει η κύρια διαδικασία και δεν επέρχεται αναστολή της παραγραφής. Εξάλλου, κατά το άρθρο 174 παρ.2 ΚΠΔ, η ακυρότητα της κλήσης στο ακροατήριο ή του κλητηρίου θεσπίσματος του κατηγορουμένου, καθώς και η ακυρότητα της επίδοσης ή της κοινοποίησής τους στον κατηγορούμενο καλύπτεται αν αυτός που κλητεύθηκε στη δίκη εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις για την πρόοδό της. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι, σε περίπτωση ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος, αρχίζει η κύρια διαδικασία και επέρχεται αναστολή της παραγραφής από την ημέρα της επίδοσης, εφόσον ο κατηγορούμενος εμφανιστεί στο ακροατήριο και δεν προτείνει, κατά την έναρξη της πρωτοβάθμιας δίκης, την ακυρότητα αυτή, εναντιούμενος στην πρόοδο της δίκης, γιατί, στην περίπτωση αυτή καλύπτεται η ακυρότητα, το κλητήριο θέσπισμα θεωρείται έγκυρο και από την επίδοση αυτού αρχίζει η κύρια διαδικασία. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί στην πρωτοβάθμια δίκη και δικαστεί ερήμην, η ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, ως διαδικαστικής πράξεως, που κατ' ανάγκη επιδρά στο κύρος της διαδικασίας στο ακροατήριο και στην καταδικαστική απόφαση που θα εκδοθεί, δεν καλύπτεται και μπορεί να προταθεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με λόγο έφεσης κατά της εκκαλούμενης απόφασης, οπότε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ως εκ του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της παραδεκτώς ασκηθείσης εφέσεως, έχει υποχρέωση να αποφανθεί και επί του λόγου αυτού. Διαφορετικά, αν παραλείψει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του, καίτοι συντρέχει νόμιμη προς τούτο περίπτωση, υποπίπτει σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 510 παράγραφος 1 περίπτωση Η' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή, για τον έλεγχο του παραδεκτού και της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, με την υπ` αριθ. 14542/2006 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, καταδικάσθηκε ερήμην σε φυλάκιση 12 μηνών, ανασταλείσα, για πλαστογραφία με χρήση, πράξη που φέρεται ότι τέλεσε στις 5.8.2002. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα την υπ` αριθ. 1621/10.9.2007 έκθεση εφέσεως, στον (αποτελούμενο από 17 σελίδες) πρώτο λόγο της οποίας πρότεινε ότι το κλητήριο θέσπισμα, με το οποίο κλητεύθηκε στο ακροατήριο για να δικασθεί για την ως άνω αξιόποινη πράξη, δεν περιείχε την επίσημη σφραγίδα του Εισαγγελέα που το εξέδωσε και συγκεκριμένα της αρμοδίας Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης και, επομένως, ήταν άκυρο, με αποτέλεσμα να μην έχει αρχίσει η κυρία διαδικασία και να μην έχει επέλθει αναστολή της πενταετούς παραγραφής, η οποία έχει ήδη συμπληρωθεί. Επί του λόγου αυτού της εφέσεως, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την προσβαλλόμενη υπ` αριθ. 5442/2008 απόφασή του, παρέλειψε να αποφανθεί και προχώρησε στην κρίση επί της ουσίας και την καταδίκη του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, για την ως άνω πράξη, σε φυλάκιση 10 μηνών. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, ο αναιρεσείων, εφόσον δεν εμφανίσθηκε στην πρωτοβάθμια δίκη και δικάσθηκε ερήμην, παραδεκτά πρότεινε, με λόγο εφέσεως, την εν λόγω ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, η οποία δεν καλύφθηκε, και την, μετά από αυτό, οριστική παύση της ποινικής δίωξης λόγω παραγραφής, γιατί από την τέλεση της πράξεως που του αποδίδεται είχε ήδη παρέλθει χρονικό διάστημα πέραν της πενταετίας, το δε δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με το να μη αποφανθεί επ` αυτού, παραβίασε το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της εφέσεως και υπέπεσε σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας, κατά παραδοχήν του, από το άρθρο 510§1 περ. Η' ΚΠΔ, πρώτου λόγου αναιρέσεως. Ακολούθως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠοινΔ), παρέλκει δε η έρευνα των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Το ζήτημα της παραγραφής θα ερευνηθεί από το δικαστήριο της παραπομπής, εφόσον, κατά παραδοχήν του ως άνω λόγου της εφέσεως, κριθεί άκυρο το κλητήριο θέσπισμα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ` αριθ. 5442/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Μαρτίου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ