Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Απάτη, Ισχυρισμός αυτοτελής, Επιβαρυντική περίσταση, Πλάνη.
Περίληψη:
Έλλειψη αιτιολογίας της καταδικαστικής για κακουργηματική απάτη αποφάσεως λόγω αντιφάσεως και ασάφειας κατά την έκθεση των πραγματικών περιστατικών για τα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος. Έλλειψη αιτιολογίας της παραδοχής επιβαρυντικών περιστάσεων. Έλλειψη αιτιολογίας ως προς την απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού περί πλάνης. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1639/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μιχαήλ Δέτση, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη, Θεοδώρα Γκοΐνη-Εισηγήτρια, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Μάλλιο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Ιανουαρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Κακαρούνα, περί αναιρέσεως της 1005/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαΐου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 987/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως δημιουργεί η έλλειψη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚποινΔ. Τέτοια έλλειψη αιτιολογίας, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, υπάρχει και όταν κατά την έκθεση των πραγματικών περιστατικών, που ανάγονται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, παρατηρείται, είτε στην αυτοτελή αιτιολογία της αποφάσεως, είτε μεταξύ των εκτιθεμένων στο αιτιολογικό της και εκείνων που αναφέρονται στο διατακτικό, ασάφεια ή αντίφαση. Περαιτέρω, η επιβαλλόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στις επιβαρυντικές περιστάσεις και να περιλαμβάνει, ειδικότερα, έκθεση των πραγματικών περιστατικών που μπορούν να υπαχθούν στην έννοια τους, όπως είναι η κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση της πράξεως, η οποία συντρέχει, η μεν πρώτη όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως, προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος, η δε δεύτερη όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς του (άρθρο 13 στοιχ.στ ΠΚ). Ιδιαίτερα, επίσης, πρέπει να αιτιολογείται η απόρριψη των αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορουμένου, όπως είναι και ο περί πλάνης ισχυρισμός, υπό την προϋπόθεση ότι προτάθηκαν κατά τρόπο σαφή και ορισμένο. Εξάλλου, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚποινΔ, και η εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία συντρέχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού και του διατακτικού της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 1005/2007 απόφαση, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών που την εξέδωσε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα απόπειρας απάτης σε βάρος του Δημοσίου, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια τελεσθείσα, με επιδιωχθέν όφελος και αντίστοιχη ζημία υπερβαίνουσα τα 15.000 ευρώ, και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως δύο ετών και έξι μηνών, μετατραπείσα σε χρηματική. Ειδικότερα, κατά το διατακτικό της αποφάσεως, ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος διότι: "... έχοντας αποφασίσει από κοινού με το συγκατηγορούμενο του Χ2 να τελέσει το έγκλημα της απάτης σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου επεχείρησε πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως του αδικήματος αυτού. Την πράξη δε της απόπειρας της απάτης διαπράττει κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, ενώ το όφελος που επεδίωξε να επιτύχει και αντίστοιχα η ζημία που μπορούσε να προκληθεί είναι ιδιαίτερα μεγάλη και υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ. Συγκεκριμένα με την από 15 Οκτωβρίου του 2000 αίτηση που υπέβαλε φαινομενικά επ'ονόματί του. στην πραγματικότητα όμως ενεργώντας και ως όργανο του συγκατηγορουμένου του, προς τον αρμόδιο υποθηκοφύλακα Κρωπίας, παρέστησε εν γνώσει του ψευδώς στον παραπάνω υπάλληλο ότι το παραπάνω ακίνητο ήταν αυτοτελής ιδιωτική έκταση και ζήτησε να χορηγηθεί πιστοποιητικό βαρών που να αφορά αποκλειστικά το εν λόγω ακίνητο, και με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με την εν γνώσει του προβολή του προαναφερθέντος ψευδούς ισχυρισμού και την επίσης εν γνώσει του προσαγωγή, προς υποστήριξη του ισχυρισμού του αυτού, γνησίων μεν αλλά αναληθών κατά το περιεχόμενο εγγράφων και εγγράφων που εκδόθηκαν μετά από εξαπάτηση των δικαστικών αρχών, ήτοι του υπ'αριθ ...... συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Κων|νου. Μητρέλη, της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης και της υπ'αριθ. 946|00 απόφασης του .Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών -τμήμα εκούσιας δικαιοδοσίας. πέτυχε την παραπλάνηση του ανωτέρω υπαλλήλου, ώστε αυτός να εκδώσει το υπ'αριθ. ..... πιστοποιητικό βαρών για το εν λόγω ακίνητο, για να το χρησιμοποιήσει για την διενέργεια πλειστηριασμού του ακινήτου, ο οποίος τελικά απεφεύχθη από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεώς του και συγκεκριμένα γιατί ο υποθηκοφύλακας γνωστοποίησε τα παραπάνω γεγονότα στον Εισαγγελέα Αθηνών με την υπ'αριθ. πρωτ. .... αναφορά του, ο οποίος με το από... έγγραφό του ενημέρωσε τον Πρόεδρο του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου και αυτός με την σειρά του τα μέλη του συλλόγου, μεταξύ δε αυτών και την ορισθείσα υπάλληλο επί του πλειστηριασμού ......., την οποία επιχείρησε να εξαπατήσει στις 25.11.98 (κατά την αρχικώς ορισθείσα ημερομηνία του πλειστηριασμού) και στις 21.4.00 (κατά την μετ'αναβολή ορισθείσα νέα ημερομηνία του πλειστηριασμού), κατά τον προαναφερθέντα τρόπο, ήτοι με την παράσταση των παραπάνω ψευδών γεγονότων σαν αληθινών και με την προσκόμιση των παραπάνω γνησίων μεν, αλλά αναληθών κατά περιεχόμενο εγγράφων. Στις ανωτέρω παράνομες ενέργειες του προέβη, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος ο ίδιος, ο συγκατηγορούμενός του και άλλοι με την καταπάτηση της παραπάνω δημόσιας δασικής έκτασης, χρησιμοποιώντας, για την επίτευξη του σκοπού του αυτού, νομιμοφανείς διαδικασίες με την εξαπάτηση των ανωτέρω δικαστικών αρχών και υπαλλήλων. Το συνολικό δε όφελος και η αντίστοιχη ζημία, που μπορούσε να προκληθεί σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου από την παραπάνω πράξη του κατηγορούμενου, υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ. Ειδικότερα δε η ζημία που απειλήθηκε σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ζημία ισούται με την αξία του ακινήτου που ταυτίζεται με το παράνομο περιουσιακό όφελος που επεδίωξε, ενώ η παραπάνω ζημία του Δημοσίου δε συνίσταται στην αξία του ακινήτου, εφόσον δεν έλαβε χώρα ο πλειστηριασμός και η μεταβίβαση του, αλλά στη μείωση της αγοραίας αξίας του που επέρχεται από το γεγονός ότι εμφανίζεται το ακίνητο αυτό αμφισβητούμενο, και σε κάθε άλλη δαπάνη που θα απαιτηθεί για τη δικαστική εκκαθάριση της, αφού η κατά τ.μ ζημία σε βάρος του δημοσίου ανέρχεται σε 88 ευρώ. Την πράξη δε της απόπειρας διαπράττει κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια όπως προκύπτει από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος, αλλά και από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ενεργώντας με βάση οργανωμένου σχεδίου". Στο σκεπτικό της αποφάσεως, αφού αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη το Δικαστήριο εκτίθενται, κατά λέξη, τα εξής: "ο κατηγορούμενος την .... υπέβαλε κατ' επίφαση μεν στο όνομά του, στην πραγματικότητα όμως ενεργώντας ως όργανο του Χ2, αίτηση προς τον αρμόδιο υποθηκοφύλακα Κρωπίας με την οποία παρέστησε ψευδώς ότι το αναφερόμενο στο διατακτικό της παρούσας ακίνητο αποτελούσε αυτοτελή ιδιωτική έκταση και ζήτησε από τον υποθηκοφύλακα να του χορηγήσει πιστοποιητικό βαρών που να αφορά το ακίνητο αυτό. Δηλαδή με την εν γνώσει του προβολή του ψευδούς ισχυρισμού και στη συνέχεια προσκομιδή του πιστοποιητικού προς επιβεβαίωση του ισχυρισμού του που ήταν όμως σε γνώση του αναληθές κατά το περιεχόμενό του, παραπλανήθηκε ο ως άνω υποθηκοφύλακας και εξέδωσε το με αριθμό ...... πιστοποιητικό βαρών, προκειμένου στη συνέχεια να το χρησιμοποιήσει ο κατηγορούμενος στον επικείμενο πλειστηριασμό του ακινήτου. Όμως ο πλειστηριασμός αυτός δεν πραγματοποιήθηκε από λόγους εξωτερικούς και ανεξάρτητους της θελήσεως του ιδίου του κατηγορούμενου και του Χ2, για λογαριασμό του οποίου ενεργούσε, γιατί ο υποθηκοφύλακας παρόλο που υποχρεώθηκε να εκδώσει το σχετικό πιστοποιητικό βαρών σε εκτέλεση της υπ' αριθμό 946/2000 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενημέρωσε τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών με την σχετική αναφορά που του υπέβαλε. Έτσι αποτράπηκε η διενέργεια του πλειστηριασμού αφού ο Πρόεδρος του οικείου Συμβολαιογραφικού συλλόγου ενημέρωσε την αρμόδια επί του πλειστηριασμού υπάλληλο με αποτέλεσμα να μην πραγματοποιηθεί αυτός. Επομένως ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της κακουργηματικής απάτης σε βάρος του δημοσίου σε μη τετελεσμένη μορφή, όπως τα ειδικότερα περιστατικά αναφέρονται στο διατακτικό της παρούσας, δεδομένου ότι με την πράξη του απέβλεπε να προσπορίσει στον εαυτό του εισόδημα. Πρέπει δε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος αυτοτελής ισχυρισμός περί πλάνης πραγματικής και νομικής. Αντίθετα δεν προέκυψε από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία ότι τέλεσε τις πράξεις της απάτης σε βάρος του δημοσίου, όπως τα ειδικότερα περιστατικά αυτής αναφέρονται στο διατακτικό και λόγω των ελαχίστων αμφιβολιών, πρέπει να κηρυχθεί αθώος αυτών".
Με τις παραδοχές της αυτές η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, καθόσον περιέχει ασάφειες και αντιφάσεις, οι οποίες καθιστούν συγχρόνως ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο αν εφαρμόσθηκε ορθώς η ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 386 παρ.1 ,3 ΠΚ (σε συνδυασμό προς το άρθρο 42 ΠΚ). Συγκεκριμένα α) ενώ δέχεται το Πενταμελές Εφετείο ότι ο υποθηκοφύλακας Κρωπίας παραπλανήθηκε και εξέδωσε το ...... πιστοποιητικό βαρών από την ψευδή παράσταση του κατηγορουμένου-αναιρεσείοντος, που έγινε με την από .... αίτησή του προς αυτόν (υποθηκοφύλακα) ότι το ακίνητο για το οποίο επρόκειτο είναι αυτοτελής ιδιωτική έκταση, ενώ είναι δημόσια δασική, δέχεται παραλλήλως, αντιφατικά ότι το ίδιο πιστοποιητικό ο υποθηκοφύλακας υποχρεώθηκε να το εκδώσει κατόπιν της 946/2000 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (εκουσίας δικαιοδοσίας), δηλαδή αποφάσεως που εκδίδεται επί αρνήσεως του υποθηκοφύλακα να δεχθεί αίτηση χορηγήσεως πιστοποιητικού (άρθρο 79 παρ.5 ΚΠολΔ), β) ενώ δέχεται, περαιτέρω, το Πενταμελές Εφετείο, ότι η ψευδής παράσταση προς τον υποθηκοφύλακα, από την οποία παραπλανήθηκε αυτός και εξέδωσε το ως άνω πιστοποιητικό, έγινε στις ..., το εν λόγω πιστοποιητικό, εντούτοις, φέρεται στην απόφαση υπό χρονολογία ....., ήτοι προγενέστερη της ψευδούς παραστάσεως, γ) δεν προσδιορίζεται παντάπασι το ακίνητο για το οποίο η ανωτέρω ψευδής παράσταση, (το σκεπτικό παραπέμπει σχετικώς στο διατακτικό, το οποίο ομιλεί για "το παραπάνω ακίνητο", χωρίς άλλη αναφορά), στοιχείο αναγκαίο για την πληρότητα της αιτιολογίας αφού από το χαρακτήρα αυτού, ως ιδιωτικής εκτάσεως ή δημόσιας δασικής, προσδιορίζεται η ταυτότητα της απόπειρας απάτης, για την οποία η καταδίκη του αναιρεσείοντος, αλλά και η εξ αυτής ζημία του Δημοσίου, η οποία, κατά τις παραδοχές της αποφάσεως, ανέρχεται σε 88 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, δ) δεν αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα η συνδρομή των επιβαρυντικών περιστάσεων της κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως της πράξεως, καθόσον δεν παρατίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και υποδηλώνουν ότι η πράξη τελέσθηκε υπό τις εν λόγω επιβαρυντικές περιστάσεις, αλλά παρατίθεται μόνον στο μεν σκεπτικό η φράση "με την πράξη του απέβλεπε να προσπορίσει στον εαυτό του εισόδημα", στο δε διατακτικό η φράση "την πράξη της απόπειρας απάτης διαπράττει κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια όπως προκύπτει από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος, αλλά και από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ενεργώντας με βάση οργανωμένο σχέδιο" και ε) ενώ ο αναιρεσείων, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της αποφάσεως, προέβαλε κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με προφορική ανάπτυξή του, αυτοτελή ισχυρισμό περί πλάνης κατά την έννοια του άρθρου 31 παρ.1 και 2 ΠΚ, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε χωρίς ιδιαίτερη αιτιολογία, με τη φράση "πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο αυτοτελής ισχυρισμός περί πλάνης πραγματικής και νομικής". Επομένως, είναι βάσιμοι οι εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ' και Ε' ΚΠοινΔ λόγοι της αιτήσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για τις ως άνω πλημμέλειές της και πρέπει να γίνουν δεκτοί. Ακολούθως, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, για νέα συζήτηση, στο ίδιο Δικαστήριο, δεδομένου ότι είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που τη δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη 1005/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, κατά το καταδικαστικά μέρος της.
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές, άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 20 Ιουνίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ