Θέμα
Τραπεζική επιταγή ακάλυπτη.
Περίληψη:
Έκδοση ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση. Λόγοι αναίρεσης: Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Δόλος: Αρκεί ο απλός δόλος για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος. Μη θεμελίωση υποχρέωσης του εφετείου να απαντήσει σε σχετικό ισχυρισμό περί ακυρότητας στην πρωτοβάθμια δίκη, εφόσον δεν υποβλήθηκε εκ νέου αίτημα προς τούτο.
ΑΡΙΘΜΟΣ 518 /2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Μαρία Βασιλάκη-Εισηγήτρια και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Μαρτίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Δασούλα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης Ε. Κ. του Γ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Κυρτάτα, περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 177/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κω. Με πολιτικώς ενάγουσα την εταιρεία με την επωνυμία "Α. & Χ. Υ. ΑΒΕΕ", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αγνή Αλιφέρη.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κω, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαρτίου 2012 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 462/2012.
Αφού άκουσε
Τους δικηγόρους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933 "περί επιταγής" εκείνος, που εκδίδει επιταγή, η οποία δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, ελλείψει διαθέσιμων κεφαλαίων από τον εκδότη κατά τον χρόνο της έκδοσής της ή κατά τον χρόνο της πληρωμής αυτής, τιμωρείται με τις στην διάταξη αυτή προβλεπόμενες αθροιστικώς ποινές. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για την πραγμάτωση του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, απαιτείται, α) έκδοση ακάλυπτης επιταγής, η οποία δεν πληρώθηκε από την πληρώτρια Τράπεζα κατά την εμπρόθεσμη, ήτοι, κατ' άρθρο 29 παρ. 1 και 4 Ν. 5960/1933, εντός οκτώ (8) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της εμφάνιση αυτής προς πληρωμή, β) έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων κατά τον χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής της επιταγής και γ) δόλος, για την ύπαρξη του οποίου αρκεί η γνώση του εκδότη για την έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων του. Ειδικότερα, ως προς το δόλο, μετά την απάλειψη του "εν γνώσει" της προϊσχύσασας ρύθμισης, αρκεί απλός ή ενδεχόμενος δόλος και δεν απαιτείται να είναι άμεσος με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξης (ΑΠ 2013/2007, 1434/2006). Η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη κατά το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ., όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 περ. Δ' του Κ.Π.Δ. λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλομένης 177/2012 απόφασης το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κω, δέχθηκε μετ' εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων κατ' είδος αποδεικτικών μέσων ανέλεγκτος τα εξής: "ότι η κατηγορουμένη τέλεσε την πράξη για την οποία κατηγορείται και ειδικότερα, στην Κω, τις κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενες ημερομηνίες, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος εξέδωσε επιταγές που δεν πληρώθηκαν στον τελευταίο κομιστή γιατί δεν είχαν τα αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής, γεγονός που γνώριζε η κατηγορουμένη και κατά την έκδοση και κατά την πληρωμή αυτών και συγκεκριμένα (ακολουθούν αναλυτικά οι επιταγές) ... και οι επιταγές αυτές, αφού προσκομίσθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα στις πληρώτριες Τράπεζες δεν πληρώθηκαν γιατί δεν υπήρχαν τα αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια, γεγονός που γνώριζε η κατηγορουμένη και κατά την έκδοση και κατά την πληρωμή αυτών".
Ακολούθως το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κω με την απόφασή του κήρυξε την αναιρεσείουσα ένοχη της πράξεως της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής κατ' εξακολούθηση και της επέβαλε φυλάκιση δεκαέξι (16) μηνών με τριετή αναστολή.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την κατά τα ανωτέρω απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάσθηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1 ΠΚ και 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/1972, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε. Ειδικότερα δε σε σχέση με το υποκειμενικό στοιχείο της πιο πάνω πράξεως, δηλαδή το δόλο, δεν υπήρχε ανάγκη ειδικής αιτιολογίας, αφού αυτός ενυπάρχει στα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική της υπόσταση και εξυπακούεται η ύπαρξή του από την πραγμάτωση αυτών.
Ως εκ τούτου η αιτίαση της αναιρεσείουσας ότι η προσβαλλομένη δεν προσδιορίζει ούτε στο αιτιολογικό, ούτε στο διατακτικό αν η ίδια γνώριζε την έλλειψη των αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων κατά το χρόνο έκδοσης ή πληρωμής των επιταγών με αποτέλεσμα να δημιουργείται αναμφίβολα αοριστία (και ασάφεια), αφού ο χρόνος έκδοσης δεν συμπίπτει με το χρόνο εμφάνισης προς πληρωμή των επίδικων επιταγών, είναι αβάσιμη, καθόσον, όπως αναφέρθηκε, σε σχέση με το δόλο δεν υπήρχε ανάγκη ειδικής αιτιολογίας, ενόψει του ότι αυτός ενυπάρχει στα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική της υπόσταση και εξυπακούεται η ύπαρξή του από την πραγμάτωση αυτών. Αλλά ανεξάρτητα αυτού στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητά αναφέρεται τόσο στο σκεπτικό, όσο και στο διατακτικό, ότι η κατηγορουμένη γνώριζε ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια και κατά την έκδοση και κατά την πληρωμή των επιταγών.
Επίσης, η αναιρεσείουσα προβάλει την αιτίαση ότι η προσβαλλομένη, με τη διαζευκτική παραδοχή "κατά το χρόνο έκδοσης ή τον χρόνο της πληρωμής", δημιουργεί ανεπίτρεπτη ασάφεια σε ουσιώδες στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ακάλυπτης επιταγής, η οποία συνιστά έλλειψη της απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, άλλως η απόφαση είναι αναιρετέα για έλλειψη νόμιμης βάσης, διότι δεν διευκρινίζει αν η έλλειψη αντίστοιχων διαθεσίμων κεφαλαίων αφορούσε τον χρόνο έκδοσης ή τον χρόνο πληρωμής των επιταγών ή τέλος και τους δύο χρόνους. Η άνω, όμως, επίμαχη διαζευκτική φράση υπάρχει διατυπωμένη στην εισαγωγή τόσο του σκεπτικού, όσο και του διατακτικού της προσβαλλομένης και αναφέρεται στην περιγραφή της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος και όχι στις παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως, όπου όπως προαναφέρθηκε ρητώς αναφέρεται ότι οι επιταγές δεν πληρώθηκαν γιατί δεν υπήρχαν τα αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά την έκδοση και κατά την πληρωμή, ενώ το ίδιο διατυπώνεται και στο διατακτικό. Κατά συνέπεια ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ 1 στοιχ. Δ πρώτος λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
Επειδή, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 502 παρ. 1, 3 και 4 του ΚΠΔ, μετά την παραδοχή τυπικά της έφεσης, με την οποία προσβλήθηκε στο σύνολό της η πρωτόδικη απόφαση, η υπόθεση επανέρχεται στο Εφετείο για κατ' ουσίαν συζήτηση στην πριν από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης στάση, με την έννοια ότι το Εφετείο έχει την εξουσία να κρίνει όπως και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Επομένως κάθε ακυρότητα της πρωτόδικης απόφασης καλύπτεται με την έκδοση της επί της ουσίας απόφασης του Εφετείου, αφού, μετά την τυπική παραδοχή της έφεσης, η πρωτόδικη απόφαση ατονεί και το Εφετείο επανεξετάζει την υπόθεση τόσο ως προς τη νομική όσο και ως προς την ουσιαστική της βάση.
Έτσι, το Εφετείο δεν είναι υποχρεωμένο να απαντήσει, σε σχετικό ισχυρισμό περί ακυρότητας στην πρωτοβάθμια δίκη και συνακόλουθα δεν υποπίπτει σχετικώς στην πλημμέλεια της έλλειψης ακρόασης, ώστε να ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' του ΚΠΔ λόγος αναίρεσης.
Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα με το δεύτερο λόγο αναιρέσεως αιτιάται την προσβαλλομένη, διότι το Δικαστήριο αυτό δεν εξέτασε αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα που είχε εμφιλοχωρήσει στην πρωτοβάθμια δίκη συνισταμένη στο ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση του συνηγόρου της για ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, χωρίς να του δώσει το λόγο μετά τον εισαγγελέα και τον συνήγορο πολιτικής αγωγής. Ο λόγος όμως αυτός, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα σκέψη είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού, με την παραδοχή από το, ως Εφετείο δίκασαν, Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κω, ως τυπικά παραδεκτής της έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης, η τελευταία εξαφανίσθηκε και η υπόθεση εξετάσθηκε εκ νέου από το ως άνω δευτεροβάθμιο Δικαστήριο στο σύνολό της και ως εκ τούτου το τελευταίο δεν ήταν υποχρεωμένο να απαντήσει στο ως άνω αίτημα αφού δεν υποβλήθηκε εκ νέου προς αυτό.
Μετά ταύτα και μη υπάρχοντος ετέρου λόγου προς έρευνα πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας ως πολιτικώς ενάγουσας (άρθρ. 583 παρ.1 ΚΠΔ, 176, 183 ΚΠολΔικ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21-3-2012 αίτηση της κατηγορουμένης Ε. Κ. του Γ., κατοίκου ..., κατά της υπ' αριθμ. 177/3-2-2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κω. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη της παραστάσας ως πολιτικώς ενάγουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 2 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ