Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Τραπεζική επιταγή, Ανώνυμη εταιρία.
Περίληψη:
Έκδοση ακάλυπτης επιταγής μεταχρονολογημένης από νόμιμο εκπρόσωπο ανώνυμης εταιρείας πριν παραιτηθεί από διευθύνων σύμβουλος αυτής. Απορρίπτονται οι λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη της επιβαλλόμενης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου κατά της καταδικαστικής αποφάσεως του κατ' έφεση δικάσαντος Τριμελούς Πλημμελειοδικείου ως αβάσιμοι. Επί μεταχρονολογημένης επιταγής αυτή μπορεί να εμφανισθεί προς πληρωμή οποτεδήποτε μέσα στο χρονικό διάστημα που αρχίζει από την επόμενη ημέρα κατά την οποία πράγματι εκδόθηκε και λήγει την τελευταία ημέρα του οκταημέρου που αρχίζει από την επόμενη της ημέρας που σημειώνεται σ' αυτήν ως ημερομηνία εκδόσεως. Επί εκδόσεως ακάλυπτης μεταχρονολογημένης επιταγής που εκδίδεται για λογαριασμό νομικού προσώπου ποινική ευθύνη και υπόχρεος έναντι του κομιστή προς αποκατάσταση της ζημίας του, είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του νομικού προσώπου που υπέγραψε την επιταγή εν γνώσει της μη υπάρξεως αντικρίσματος κατά το χρόνο εκδόσεως ή πληρωμής της και σε περίπτωση που μεσολάβησε αλλαγή του νομίμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, δράστης της εκδόσεως ακάλυπτης μεταχρονολογημένης επιταγής για λογαριασμό νομικού προσώπου (εταιρείας) είναι ο εκπρόσωπος της εταιρείας που υπέγραψε την επιταγή κατά τον πραγματικό χρόνο εκδόσεώς της και όχι εκείνος που την εκπροσωπούσε κατά τον χρόνο εκδόσεως που αναγράφεται στην μεταχρονολογημένη επιταγή ή κατά τον χρόνο εμφανίσεως της επιταγής προς πληρωμή.
ΑΡΙΘΜΟΣ 398/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοϊνη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Ανδρέα Ξένο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 27 Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιλτιάδη Καραγιάννη, περί αναιρέσεως της 41054/2009 αποφάσεως Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "ΠΕΝΤΑΠΛΑΣΤ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΕ", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Καραλή Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Ιουνίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1010/09.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933 "περί επιταγής" όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 1325/1972, όποιος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή γιατί δεν είχε σ' αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και γι' αυτό απαιτείται για τη στοιχειοθέτησή του, αντικειμενικώς, αφ' ενός μεν έκδοση έγκυρης επιταγής, που συντελείται με τη συμπλήρωση των απαιτούμενων από τον νόμο στοιχείων και τη θέση της υπογραφής του εκδότη επί του εντύπου και αφετέρου έλλειψη των αντιστοίχων διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή κατά το χρόνο της εκδόσεως ή της πληρωμής υποκειμενικώς δε γνώση του εκδότη έστω και με την έννοια του ενδεχόμενου δόλου (της αμφιβολίας), της ελλείψεως αυτής (ανυπαρξίας διαθεσίμων κεφαλαίων) και τη θέληση ή τη αποδοχή πραγματεύσεως της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος. Προσαπαιτείται ακόμη και η εμφάνιση της επιταγής μέσα σε προθεσμία οκτώ ημερών από την επομένη της εκδόσεως της επιταγής εφ' όσον πρόκειται για επιταγή που εκδόθηκε και είναι πληρωτέα στην Ελλάδα. Η υπογραφή αυτού που εκδίδει την επιταγή και ανήκει στα κατά το άρθρο 1 του ν. 5960/1933 τυπικά στοιχεία, που πρέπει να περιέχει η επιταγή για να είναι έγκυρη, είναι δυνατό να τίθεται από φυσικό πρόσωπο που προβαίνει στην επί του τίτλου δήλωση βουλήσεως για έκδοση επιταγής ως εκπρόσωπος ή όργανο νομικού προσώπου όπως είναι και η ανώνυμη εταιρία . Κατά συνέπεια αν κάποιος εκδώσει ακάλυπτη επιταγή ως νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου για λογαριασμό του τελευταίου δράστης του αδικήματος αυτού είναι ο ενεργών ως όργανο του νομικού προσώπου, ο οποίος δια της προγενεστέρας αδίκου συμπεριφοράς του φέρει ο ίδιος την ποινική ευθύνη για την ποινή που προβλέπεται στο άρθρο 79 ν. 5960/1933 και υπέχει νομική υποχρέωση καλύψεως της επιταγής εφόσον ενήργησε γνωρίζοντας τα στοιχεία του αδικήματος και το ενδεχόμενο να υπάρχει έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στο λογαριασμό του νομικού προσώπου με χρέωση του οποίου είναι πληρωτέα η επιταγή κατά το χρόνο εκδόσεως ή της πληρωμής αυτής. Περαιτέρω κατά το άρθρο 28 του ν. 5960/1933 η επιταγή είναι πληρωτέα εν όψει κάθε δε αντίθετη μνεία θεωρείται ως μη γεγραμμένη. Η επιταγή, εμφανιζόμενη προς πληρωμή προ της ημέρας της σημειουμένης ως χρονολογίας εκδόσεως αυτής, είναι πληρωτέα κατά την ημέρα της εμφανίσεως. Τέλος κατά το άρθρο 29 εδαφ. α'και δ'του ιδίου νόμου, η επιταγή εμφανίζεται προς πληρωμή εντός προθεσμίας οκτώ ημερών, αφετηρία δε της προθεσμίας είναι η επί της επιταγής, ως χρονολογία εκδόσεως αναγραφόμενη ημέρα. Κατά την αληθή έννοια των τελευταίων αυτών διατάξεων η επιταγή που φέρει μεταχρονολογημένη ημερομηνία εκδόσεως μπορεί να εμφανισθεί οποτεδήποτε νομίμως προς πληρωμή μέσα στο χρονικό διάστημα που αρχίζει από την επόμενη ημέρα κατά την οποία πράγματι εκδόθηκε και λήγει την τελευταία ημέρα του οκταημέρου το οποίο αρχίζει από την επόμενη της ημέρας που σημειώνεται σ' αυτήν ως ημεροχρονολογία εκδόσεώς της. Ενόψει αυτών επί μεταχρονολογημένης επιταγής κρίσιμος χρόνος για τη γνώση του εκδότη ότι είναι ακάλυπτη λόγω μη υπάρξεως διαθεσίμων κεφαλαίων, είναι εκείνος κατά τον οποίο πράγματι εκδόθηκε η επιταγή, επί εκδόσεως δε ακάλυπτης μεταχρονολογημένης επιταγής στο όνομα εταιρείας δράστης του αδικήματος του άρθρου 79 παρ. 1 ν. 5960/1933, σε περίπτωση μεσολαβησάσης αλλαγής του νομίμου εκπροσώπου της είναι ο εκδόσας την επιταγή, δηλαδή ο εκπρόσωπος της εταιρείας που υπέγραψε αυτήν κατά τον πραγματικό χρόνο εκδόσεώς της και όχι εκείνος που την εκπροσωπούσε κατά το χρόνο εκδόσεως που αναγράφεται στην μεταχρονολογημένη επιταγή ή και κατά το χρόνο εμφανίσεως της επιταγής προς πληρωμή.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και, σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν, όμως, λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' Κ.Ποιν.Δ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στη προκείμενη περίπτωση το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που δίκασε κατ' έφεση με την προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της, που παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που κατ' είδος αναφέρονται, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος, ο οποίος ήταν μέχρι 30-11-2004 νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας ... εξέδωσε υπό την ιδιότητά του αυτή των υπ' αριθμό... μεταχρονολογημένη επιταγή, με φερόμενη ημερομηνία εκδόσεως 26-3-2005, σε διαταγή της εγκαλούσας εταιρείας με την επωνυμία "ΠΕΝΤΑΠΛΑΣΤ ΑΕ" ποσού 5.770,88 ευρώ, πληρωτέα από την Τράπεζα ..., η οποία εμφανισθείσα νόμιμα και εμπρόθεσμα στις 30-3-2005, από την εγκαλούσα στην πληρώτρια τράπεζα προς πληρωμή δεν πληρώθηκε γιατί, όπως εξακριβώθηκε έπειτα από έλεγχο που διενεργήθηκε στο λογαριασμό της άνω εταιρείας, δεν υπήρχε επαρκές διαθέσιμο υπόλοιπο και γι' αυτό σφραγίσθηκε την ίδια ημέρα. Εξάλλου αποδείχθηκε ότι ούτε κατά το χρόνο της πραγματικής εκδόσεως της επίδικης μεταχρονολογημένης επιταγής υπήρχαν τα αντίστοιχα κεφάλαια για την πληρωμή αυτής στην πληρώτρια τράπεζα, ο δε κατηγορούμενος όταν εξέδωσε την εν λόγω επιταγή γνώριζε ότι το νομικό πρόσωπο το οποίο νόμιμα εκπροσωπούσε δεν είχε στον ως άνω λογαριασμό επαρκές διαθέσιμο υπόλοιπο για την εξόφληση της επιταγής. Προηγουμένως είχε απορριφθεί από το Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση ο προσβληθείς από τον συνήγορο υπερασπίσεως του κατηγορουμένου και καταχωρισθείς στα πρακτικά της κατ' έφεση δίκης αυτοτελής ισχυρισμός. Κατά τα υποστηριζόμενα με αυτόν ως χρόνο τελέσεως του εγκλήματος της ακάλυπτης επιταγής είναι ο χρόνος της εμφανίσεως της προς πληρωμή και βεβαιώσεως της μη πληρωμής της, με συνέπεια ο δόλος για την τέλεση της να πρέπει να ελέγχεται σ' αυτό το χρονικό σημείο, ο δε κατηγορούμενος δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εκδότριας εταιρείας κατά την 30-3-2005 οπότε εμφανίσθηκε η άνω αναφερόμενη επιταγή η οποία ήταν μεταχρονολογημένη και δεν είχε δυνατότητα επέμβασης, επηρεασμού ή οποιασδήποτε επενέργειας στην εταιρία ή την περιουσία της δεδομένου όχι είχε παραιτηθεί από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της εκδότριας ανώνυμης εταιρείας ήδη από 30-11-2004. Νόμιμοι εκπρόσωποι αυτής ήταν τα αναφερόμενα στο ΦΕΚ/ Τεύχος ΑΕ , ΕΠΕ 1314/2-3-2005, στο οποίο είχε δημοσιευθεί η σχετική ανακοίνωση της Νομαρχίας ... για την καταχώρηση στο μητρώο της εταιρείας της από 24-2-2005 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων της εταιρείας ..., φυσικά πρόσωπα που εξελέγησαν από αυτήν ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής. Το νεοεκλεγέν διοικητικό Συμβούλιο συγκροτήθηκε σε σώμα με το υπό τη αυτή ημερομηνία πρακτικό συνεδριάσεώς του με τις ανατεθείσες εξουσίες και αρμοδιότητες. Έτσι δε υπείχε ο κατηγορούμενος ευθύνη και δεν στοιχειοθετείται σε βάρος του αντικειμενικά και υποκειμενικά η τέλεση της αξιόποινου πράξεως αλλά η προσωποποίηση των ποινικών ευθυνών ήταν δυνατή κατά των εκπροσώπων του νομικού προσώπου κατά τη στιγμή της εμφανίσεως της επιταγής προς πληρωμή ως πραγματικών υπαιτίων για μη πληρωμή της. Το Δικαστήριο της ουσίας μετά από νομικές σκέψεις, όμοιες με αυτές που αναφέρονται στην αρχή της παρούσης αποφάσεως, απέρριψε ως αβάσιμο τον ισχυρισμό αυτόν του κατηγορουμένου με την αιτιολογία ότι το γεγονός της παραιτήσεως του τελευταίου από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και του ότι δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εκδότριας της επιταγής εταιρείας κατά το χρόνο εμφανίσεως μεταχρονολογημένης επιταγής προς πληρωμή λόγω παραιτήσεως του από τη θέση αυτή δεν ασκεί επιρροή στην προκείμενη περίπτωση καθόσον κρίσιμος χρόνος για την τέλεση του ερευνώμενου αδικήματος είναι η ημέρα της πραγματικής εκδόσεως της επιταγής. Ακολούθως και αφού δέχθηκε τη συνδρομή υπέρ του κατηγορουμένου ελαφρυντικής περιστάσεως ότι ωθήθηκε στην τέλεση της πράξεως από μη ταπεινά αίτια το δικαστήριο κήρυξε του κατηγορούμενο ένοχο του εγκλήματος της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως δύο (2) μηνών που ανεστάλη ενώ ακόμη επιδίκασε 44 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση στην πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία "ΠΕΝΤΑΠΛΑΣΤ ΑΕ". Με αυτά που δέχθηκε, το ως δευτεροβάθμιο δίκασαν τριμελές πλημμελειοδικείο, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού αναφέρει σ' αυτή, με σαφήνεια και πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν και τις σκέψεις και συλλογισμούς βάσει των οποίων έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του άρθρου 49 ν. 5960/1933, όπως ισχύει τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε χωρίς να τις παραβιάσεις ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Οι ειδικότερες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος ότι λόγω της μεταβολής στη διοίκηση της εκδότριας της επιταγής εταιρείας και του ότι είχε παραιτηθεί αυτός και δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας αυτής κατά το χρόνο εμφανίσεως της επιταγής και βεβαιώσεως της μη πληρωμής της, καθώς και ότι κατά τον χρόνο εμφανίσεως της προς πληρωμήν έπρεπε να ελεγχθεί αν συνέτρεχε ο δόλος του δράστη για την τέλεση της αποδιδόμενης αξιοποίνου πράξεως του άρθρου 79 του ν. 5960/1933, είναι απορριπτέες, ενόψει όσων προαναφέρθηκαν ότι επί εκδόσεως μεταχρονολογημένης επιταγής κρίσιμος χρόνος είναι και εκείνος κατά τον οποίο ο υπογράφων στη θέση του εκδότη εξέδωσε πράγματι την επιταγή και ότι επί εκδόσεως ακάλυπτης μεταχρονολογημένης επιταγής από εταιρεία δράστης του αδικήματος του άρθρου 79 σε περίπτωση μεσολαβήσεως αλλαγής του νομίμου εκπροσώπου της είναι ο εκδόσας την επιταγή δηλαδή ο εκπρόσωπος της κατά το πραγματικό χρόνο εκδόσεως της και αποτελούν και παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως που απέρριψε τον προβληθέντα στη δίκη κατ' έφεση σχετικό ισχυρισμό του κατηγορουμένου και κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης κατά τον κρίσιμο αυτόν χρόνο εκδόσεως της μεταχρονολογημένης αυτής επιταγής όσο ήταν ο ήδη αναιρεσείων νόμιμος εκπρόσωπος εταιρείας εγνώριζε ότι δεν είχε η εταιρεία στον λογαριασμό της επαρκές διαθέσιμο υπόλοιπο. Δεν δημιουργείται δε ασάφεια ή αντίφαση ως προς το χρόνο τελέσεως της πράξεως από το ότι στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αναφέρεται ότι ο κατηγορούμενος ως νομικός εκπρόσωπος της εταιρείας ... εξέδωσε στις ... την άνω επιταγή αφού διευκρινίζεται στο σκεπτικό ότι αυτή η ημερομηνία ήταν η αναφερομένη ως ημερομηνία εκδόσεως και όχι η πραγματική τέτοια εκδόσεως από τον κατηγορούμενο της μεταχρονολογημένης επιταγής την οποία αυτός εξέδωσε όσο είχε μέχρι 30-11-2004 την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εν λόγω εταιρείας.
Μετά από αυτά είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' Κ.Ποιν.Δ λόγοι αναιρέσεως και πρέπει να απορριφθούν, να απορριφθεί δε και η ένδικη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στη δικαστική δαπάνη της παράστασης πολιτικώς ενάγουσας ανωνύμου εταιρείας (άρθρα 583 παρ. 1 Κ.ποιν.Δ και 176, 183 Κ.Πολ.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30-6-2009 αίτηση του Χ για αναίρεση της 41054/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) εύρω και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΠΕΝΤΑΠΛΑΣΤ ΑΕ" που ανέρχονται σε ευρώ πεντακόσια (500)
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Φεβρουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 25 Φεβρουαρίου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ