Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2126 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Κυριότητα, Μεσοτοιχία.




Περίληψη:
Κυριότητα επί μεσοτοιχίας. Σύσταση μεσοτοιχίας προ τον ΓΟΚ 1955 και μετά τον ΓΟΚ 1955. Απορρίπτονται αναιρετικοί λόγοι από το άρθρο 559 αρ. 19, 20, 1 εδ. β', 11 περ.γ' Κ.Πολ.Δ. Λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται μη πραγματική παραδοχή του δικαστηρίου είναι αβάσιμος, ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση.




Αριθμός 2126/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Οκτωβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1)Μ. συζ. Ι. Ε., το γένος Χ. Ν., και 2)Ι. Ε. του Α., κατοίκων ... οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Της αναιρεσίβλητης: Μ. συζ. Π. Π., το γένος Σ. Θ., κατοίκου ... , η οποία παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο της Αγγελική Ανδρικοπούλου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 22/9/2003 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 230/2004 του ίδιου Δικαστηρίου, 170/2007 μη οριστική και 141/2011 οριστική του Εφετείου Αθηνών (Μεταβατική έδρα Χαλκίδας). Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 2/2/2012 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο η αναιρεσίβλητη, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 25/8/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Η πληρεξούσια της αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων της στη δικαστική δαπάνη της.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά το άρθρο 576 παρ. 2 του ΚΠολΔ αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σ' αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, έχει δε κληθεί νομίμως από τον επισπεύδοντα, ο 'Αρειος Πάγος προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, οι αναιρεσείοντες δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου στην ορισθείσα και αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης δικάσιμο, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. 'Όπως δε προκύπτει από τις υπ' αριθμ. …και …/25-5-2012 εκθέσεις επιδόσεως του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χαλκίδας …, τις οποίες οι αναιρεσίβλητοι προσκομίζουν και επικαλούνται, με παραγγελία του πληρεξουσίου δικηγόρου των τελευταίων, οι οποίοι επισπεύδουν τη συζήτηση, επιδόθηκε στον καθένα από τους αναιρεσείοντες αντίγραφο της αιτήσεώς τους με την κάτω από αυτήν πράξη με την οποία ορίζεται προς συζήτησή της η προαναφερθείσα δικάσιμος και με κλήση προς συζήτηση κατά τη δικάσιμο αυτή. Επομένως και σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη το δικαστήριο θα προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως παρά την απουσία των κλητευθέντων, ως ανωτέρω, αναιρεσειόντων.
ΙΙ. Κατά το άρθρο 8 του β.δ/τος της 9/21.4.1836 "περί εκτελέσεως του σχεδίου της πόλεως των Αθηνών", του οποίου η ισχύς (ως νόμου) επεκτάθηκε και στις λοιπές πόλεις, κώμες και χωριά της Χώρας με το β.δ/μα της 8.5/25.6.1842 και το ν. ΣΚΒ'/1867 "το μεταξύ των δύο οικιών μεσότοιχον θέλει οικοδομείσθαι καθ' ημισείαν επί αμφοτέρων των οικοπέδων, της δι' αυτό δαπάνης βαρυνούσης εξ ημισείας τους ομόρους ιδιοκτήτας, απαγορευομένης της κατ' αυτόν ανοίξεως θύρας ή άλλου ανοίγματος". Κατά δε το άρθρο 11 παρ. 6 του π.δ/τος της 3/22.4.1929 "περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού του Κράτους", το οποίο εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 9 και 28 του ν. δ. της 17.6/16.8.1923 "περί σχεδίων πόλεων, κωμών κλπ", μεσότοιχος ή κοινός τοίχος καλείται ο τοίχος που ανεγείρεται επί του κοινού ορίου των δύο ομόρων ιδιοκτησιών και καταλαμβάνει μέρος κάθε μιας από αυτές. Όπως προκύπτει απ' τις ως άνω διατάξεις, ο τοίχος μεταξύ δύο οικιών που ανεγέρθηκε υπό το καθεστώς της ισχύος τους προσλαμβάνει τον χαρακτήρα μεσοτοίχου υπό την ως άνω έννοια και από μόνο το γεγονός της ανεγέρσεώς του επί κοινού εδάφους των όμορων ιδιοκτησιών τις οποίες διαχωρίζει. Και ναι μεν με επακολουθήσασες διατάξεις (αρθρ. 50 παρ. 1 εδάφ. β του β.δ/τος 9.8/30.9.1955 περί Γεν. Οικοδ. Κανονισμού του Κράτους, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 του β.δ/τος της 26.7/19.8.59) θεσπίστηκαν διαφορετικές διατυπώσεις για τη σύσταση μεσοτοίχου (συμφωνία των ιδιοκτητών συναπτόμενη με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβαλλόμενη σε μεταγραφή), πλην οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται επί τοίχων που απέκτησαν την ιδιότητα του μεσοτοίχου πριν από την ισχύ τους (ΑΠ 36/1994). Εξάλλου, ο λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ δεν ιδρύεται όταν το δικαστήριο διαλαμβάνει στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες οι οποίες στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής των οικείων διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου ο δε λόγος αναιρέσεως από τον αριθμό 20 δεν ιδρύεται επίσης όταν το δικαστήριο, από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο σωστά διέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, αφού και στην περίπτωση αυτή πρόκειται για παράπονο που αναφέρεται στην ανέλεγκτη, κατά τα ανωτέρω, εκτίμηση πραγματικών γεγονότων από το δικαστήριο της ουσίας. Τέλος, λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται μη πραγματική παραδοχή του δικαστηρίου της ουσίας είναι αβάσιμος, ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση.
ΙΙΙ. Με την προσβαλλόμενη απόφαση όπως από αυτήν προκύπτει, το Εφετείο που την εξέδωσε δέχθηκε ότι δυνάμει του υπ' αριθμ. ... /19-12-2002 δωρητηρίου συμβολαίου της Συμβ/φου Αθηνών, Βάϊας Κασκάνη - Σταυρουλιά που μεταγράφηκε νόμιμα περιήλθε στους ενάγοντες-αναιρεσείοντες, συζύγους, κατά ποσοστό 80% εξ αδιαιρέτου στην πρώτη και 20% εξ αδιαιρέτου στον δεύτερο, λόγω δωρεάς από τον πατέρα της πρώτης Χ. Ν. , ένα οικόπεδο εμβαδού, κατά τον παραπάνω τίτλο ιδιοκτησίας 211,35 τ.μ., που βρίσκεται στη …, στη συμβολή των οδών ... και ... αρ….και στο Ο.Τ. …, όπου φέρει τον αρ. …, με απώτερο δικαιοπάροχό τους τον Χ. Λ., στον οποίο είχε περιέλθει με το υπ' αριθμ. ... /14-2-1949 παραχωρητήριο του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας που μεταγράφηκε νόμιμα, ότι η εναγομένη-αναιρεσίβλητη είναι κυρία του προς δυσμάς του ανωτέρω ακινήτου των εναγόντων οικοπέδου, εμβαδού 180,20 τ.μ., που περιήλθε σ' αυτήν με το νομίμως μεταγραμμένο υπ' αριθμ. ... /1980 προικοσυμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Δημ. Παπαρίζου, και ότι τα οικόπεδα αυτά των διαδίκων χωρίζονταν με τοίχο, πλάτους 0,50 μ., καθ' όλον το μήκος τους και σε τμήμα του οποίου εφαπτόταν η προϋπάρχουσα οικία των δικαιοπαρόχων των εναγόντων, ενώ ο υπόλοιπος ήταν μανδρότοιχος. Περαιτέρω το Εφετείο δέχεται τα εξής: "Η εναγομένη, δυνάμει της υπ' αριθμ.2083/1983 oικοδομικής άδειας του Γραφείου Πολεοδομικών Εφαρμογών της Νομαρχίας Ευβοίας, προέβη, το έτος 1984, σε ανέγερση διώροφης οικοδομής επί του οικοπέδου της. Ως ανατολικός τοίχος μέρους του ισογείου της οικοδομής της αυτής, προς νότον, χρησιμοποιήθηκε ο τότε υφιστάμενος δυτικός τοίχος της υπάρχουσας ισόγειας οικίας των δικαιοπαρόχων των εναγόντων και ως ανατολικός τοίχος του υπολοίπου του ισογείου της οικοδομής της, προς βορράν, χρησιμοποιήθηκε, μερικώς, ο συνεχόμενος μανδρότοιχος. Επίσης, μετά το καθ'ύψος τελείωμα, τόσο του δυτικού τοίχου της παλαιάς οικίας των δικαιοπαρόχων των εναγόντων, όσο και του συνεχόμενου μανδρότοιχου, η εναγομένη προέβη στην κατασκευή "δοντιού" ("φουρουσιού") προκειμένου ο ανατολικός τοίχος της διώροφης οικοδομής της να εκτείνεται σε πλάτος 0,25 μέτρου, τόσον επάνω από το δυτικό τοίχο της παλαιάς, ως άνω, οικίας των εναγόντων, όσο και επάνω από το συνεχόμενο μανδρότοιχο, ο οποίος διαχώριζε τα όμορα ακίνητα, καταλαμβάνοντας, καθόλο το μήκος των 18,70 μέτρων, το ήμισυ του πλάτους 0,50 μέτρα δυτικού τοίχου και συνεχόμενου μανδρότοιχου συνολικού εμβαδού 4,68 τετρ. μέτρων (18,70 μ. Χ 0,25μ.). Η επίμαχη αυτή εδαφική λωρίδα, η οποία συνορεύει (...) ανατολικά, επί πλευράς μήκους 18,70 μέτρων, με το οικόπεδο των εναγόντων, και δυτικά, επί πλευράς μήκους 18,70 μέτρων, με το οικόπεδο της εναγομένης, κατά μεν την τελευταία αποτελεί το μεσότοιχο της κατεδαφισθείσας ήδη οικοδομής της, κατά δε τους ενάγοντες ανήκει στη συγκυριότητά τους, κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά, ως τμήμα του ομόρου οικοπέδου τους. Από τα ως άνω αναφερόμενα αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι η απώτερη δικαιοπάροχος της εναγομένης Β. χήρα Β. Π. , το έτος 1942 περιέφραξε το οικόπεδό της, εκδίδοντας σχετική, προς τούτο, άδεια (την υπ'αριθμ. 19/1942). Στο τοπογραφικό διάγραμμα που συνόδευε την άδεια αυτή, το μεν οικόπεδό της (σήμερα εναγομένης) απεικονίζεται με πρόσοψη 15μ., το δε όμορο οικόπεδο του δικαιοπαρόχου των εναγόντων Χ. Λ., με πρόσοψη 7μ. συν. 3,50 μ. επί τεθλασμένης πλευράς. Ύστερα, όμως, από ένσταση της Β. Π., το σχέδιο αυτό τροποποιήθηκε και το μεν οικόπεδο της Π. απέκτησε πρόσοψη επί της οδού ... σήμερα ... , 12μ. (αντί των 15μ.) και επί της οδού ... 15μ. (αντί των 8μ. της αρχικής διανομής), το δε οικόπεδο του Λ. απέκτησε πρόσοψη, επί τεθλασμένης πλευράς Ι0μ. συν 3,50μ. (αντί των 7μ. συν 3,50μ.). Στη συνέχεια, η Β. Π. περιτοίχισε το οικόπεδό της, σύμφωνα με την πιο πάνω, τροποποιητική της αρχικής, απόφαση, και το έτος 1956 άρχισε να οικοδομεί επί αυτού ισόγεια οικία. Κατέβαλε δε στην τότε κυρία του οικοπέδου των εναγόντων Μ. συζ. Μ. Μ. την καθορισθείσα νόμιμη αποζημίωση για την αξία της μεσοτοιχίας του δυτικού τοίχου της εντός του ακινήτου της υφισταμένης οικίας της, η οποία είχε ανεγερθεί από το δικαιοπάροχό της Χ. Λ., προκειμένου να χρησιμοποιήσει το μεσότοιχο [βλ.α) την από 21-11-1956 απόδειξη είσπραξης ποσού 1.400 δρχ., β) την υπ'αριθμ. 576/21-9-1956 άδεια ανέγερσης ισογείου οικοδομής της Β. Π. και γ) το συνοδεύον την εν λόγω άδεια τοπογραφικό διάγραμμα, θεωρημένο την 21-9-1956, από το Γραφείο Νομομηχανικού Ευβοίας]. Η καταβολή αυτή έγινε διότι σύμφωνα με την ισχύουσα τότε διάταξη του άρθρου 123 παρ. 2 του π.δ. της 3/22-4-29 ο πρώτος που θα οικοδομούσε από τα θεμέλια υποχρεούτο να καταβάλει όλες τις απαιτούμενες για την κατασκευή μεσοτοίχου δαπάνες και για την ανύψωση του υφισταμένου, μεταξύ των δύο κτιρίων, μεσοτοίχου, λόγω προσθήκης νέων ορόφων στο άλλο, ενώ, όταν ο δεύτερος που θα οικοδομούσε χρησιμοποιούσε τον υφιστάμενο μεσότοιχο, υποχρεούτο να καταβάλει στον ιδιοκτήτη το ομόρου ακινήτου την αναλογούσα δαπάνη, η οποία θα υπολογιζόταν με βάση τους προκύπτοντες όγκους τοιχοποιΐας και την αξία του μεσοτοίχου κατά το χρόνο χρησιμοποίησής του από τον δεύτερο οικοδομούντα (...). Περαιτέρω, αποδείχθηκε, ότι η εναγομένη, εις εκτέλεση της υπ' αριθμ. 2082/14-12-1983 άδειας του Πολεοδομικού Γραφείου Χαλκίδος, προέβη στην κατεδάφιση της επί του οικοπέδου της υφισταμένης ισογείου οικίας (την οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχε ανεγείρει, το έτος 1956, η Β. Π. ) χωρίς να θίξει τον ανατολικό τοίχο αυτής που είχε πλάτος 0,50 μ., μήκος 5,30 μ. και ύψος 4,30 μ. και αποτελούσε, κατά τα ως άνω, το μεσότοιχο των δύο παλαιών κτισμάτων, καταλαμβάνων κατά το ήμισυ του πλάτους του (0,25μ.) ιδιοκτησία εναγόντων, και κατά το έτερο ήμισυ ιδιοκτησία εναγομένης. Ακολούθως, δυνάμει της υπ'αριθμ. 2083/14-12-1983 αδείας του αυτού Πολεοδομικού Γραφείου, η εναγομένη προέβη στην ανέγερση διώροφης οικοδομής εντός του οικοπέδου της. Κατά την κατασκευή δε του ισογείου της εν λόγω οικοδομής, χρησιμοποίησε, ως ανατολικό τοίχο, μέρους του ισογείου, το προπεριγραφόμενο τμήμα του μεσοτοίχου που ανήκε στην κυριότητά της και κατά το υπόλοιπο, τον ανατολικό τοίχο του ισογείου της οικοδομής της (προς βορρά) τον συνεχόμενο- διαχωριστικό τοίχο των δύο οικοπέδων που και αυτός αποτελούσε μεσότοιχο των δύο ιδιοκτησιών. Μετά δε το καθ'ύψος, τελείωμα, τόσο του παλαιού μεσοτοίχου των δύο οικιών όσο και του συνεχόμενου διαχωριστικού, των δύο οικοπέδων, μεσοτοίχου κατασκεύασε "φουρούσι" ("δόντι") χωρίς καμμία αντίδραση από το δικαιοπάροχο των εναγόντων Χ. Ν. . Έτσι, ο ανατολικός τοίχος της οικοδομής της εναγομένης εκτείνεται σε πλάτος 25 εκ. τόσον επάνω από τον προς νότο μεσότοιχο των δύο παλαιών οικιών όσο και επάνω από τον συνεχόμενο, προς βορρά, διαχωριστικό των δύο οικοπέδων μεσότοιχο, δηλαδή μέχρι το ήμισυ του συνολικού πλάτους του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο δικαιοπάροχος των εναγόντων Χ. Ν., εις εκτέλεση της υπ'αριθμ. 394/18-11-2002 αδείας του αυτού Πολεοδομικού Γραφείου, προέβη σε κατεδάφιση της παλαιάς ισόγειας οικίας που υπήρχε στο οικόπεδό του, χωρίς να θίξει τον επίμαχο μεσότοιχο καθόλο το μήκος και πλάτος του. Στη συνέχεια οι ενάγοντες την 1-6-2003 κατεδάφισαν, χωρίς τη συγκατάθεση της εναγομένης που απαιτείτο κατά τη διάταξη του άρθρου 10 του ισχύοντος Κτιριοδομικού Κανονισμού - κατά το οποίο, μεσότοιχοι κτιρίων που έχουν κατασκευαστεί πριν τις 20-9-1955 απαγορεύεται να κατεδαφιστούν χωρίς τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών των κτιρίων - το τμήμα του μεσότοιχου που αποτελούσε, αρχικά, τον κοινό τοίχο των παλαιών ισογείων οικιών. Ακόμα οι ίδιοι κατεδάφισαν σε πλάτος 25 εκ. προς την πλευρά της ιδιοκτησίας τους και καθόλο το μήκος του (9,30μ.) το συνεχόμενο, προς βορρά, διαχωριστικό μεσότοιχο των δύο ιδιοκτησιών, αποκαλύπτοντας με τον τρόπο αυτό τον ανατολικό τοίχο του ισογείου της οικοδομής της εναγομένης. Το τμήμα, όμως αυτό, όπως προαναφέρθηκε, ανήκε στην ιδιοκτησία της τελευταίας, αφού αποτελούσε μεσότοιχο των δύο παλαιών ισογείων κτισμάτων και της περίφραξης των δύο οικοπέδων. Η κρίση αυτή (περί μεσοτοιχίας) ενισχύεται: α) από τον τρόπο που κτίστηκε η περιτοίχιση, δηλαδή με τη μορφή της "πυραμίδας", σύμφωνα με την οποία, ο τοίχος καταλάμβανε ίσα τμήματα στις δύο ιδιοκτησίες και το όριο, ανάμεσά τους, υλοποιούσε η κορυφή της "πυραμίδας", β) από την άδεια περιτοίχισης της Β. Π. (το έτος 1942) όπου, στην παραγρ. 3 αναφέρεται: "... οφείλει να συμμορφωθεί προς τας περί μεσοτοιχίας ισχύουσας διατάξεις, καθώς οι μεσότοιχοι κτίζονται εξ ημισείας επί αμφοτέρων των γειτονικών οικοπέδων", και γ) από την από 9-5-2003 άδεια οικοδομής των εναγόντων, στο τοπογραφικό διάγραμμα και στο διάγραμμα κάλυψης του ισογείου της οποίας απεικονίζεται η επίδικη εδαφική λωρίδα, ως μεσότοιχος με πλάτος 0,25 εκ. εντός του οικοπέδου των εναγόντων. Αναγράφεται δε ότι υφίσταται μεσοτοιχία και ότι θα εφαρμοστεί το άρθρο 10 του Κτιριοδομικού Κανονισμού". Βάσει των παραδοχών αυτών και κατά παραδοχήν της εφέσεως της ήδη αναιρεσίβλητης-εναγομένης κατά της πρωτόδικης υπ' αριθμ. 230/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας, η οποία είχε κρίνει αντιθέτως, το Εφετείο απέρριψε την ένδικη αγωγή των αναιρεσειόντων, με την οποία οι τελευταίοι ζητούσαν να αναγνωρισθούν συγκύριοι της επίδικης ως άνω εδαφικής λωρίδας, εμβαδού 4,68 τ.μ., ως τμήματος του ειρημένου οικοπέδου τους και να υποχρεωθεί η αναιρεσίβλητη να καταβάλει σ' αυτούς την αναφερόμενη στην αγωγή αποζημίωση για την εκ μέρους της κατάληψη της εδαφικής αυτής λωρίδας.
IV. Με τις προπαρατεθείσες παραδοχές το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες ως προς το ουσιώδες εν προκειμένω ζήτημα της υπάρξεως μεσοτοιχίας προ του έτους 1955 (ΓΟΚ 1955) στην επίδικη εδαφική λωρίδα, συνεστημένης νομίμως κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις που προαναφέρθηκαν (ανωτ. υπό
ΙΙ), κατά τις οποίες, όπως επίσης προαναφέρθηκε δεν απαιτείται προς τούτο συμφωνία των ομόρων ιδιοκτητών, υποβαλλόμενη στον συμβολαιογραφικό τύπο και σε μεταγραφή, όπως ορίστηκε μεταγενεστέρως (ΓΟΚ 1955). Οι αιτιολογίες αυτές της προσβαλλόμενης απόφασης στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα του δικαστηρίου και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής των ανωτέρω ουσιαστικών διατάξεων, και προσδίδουν έτσι στην αναιρεσιβαλλομένη νόμιμη βάση. Επομένως τα αντίθετα που υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες με τον έκτο, από το άρθρο 559 αρ. 19 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεώς τους είναι αβάσιμα. Με τον πρώτο λόγο του αναιρετηρίου και υπό την επίκληση του αρ. 1 του ίδιου άρθρου 559 του ΚΠολΔ υποστηρίζεται ότι το Εφετείο, με το να δεχθεί, ως ανωτέρω, ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα ανήκει στην ιδιοκτησία της αναιρεσίβλητης, καταλαμβάνοντας το κατά πλάτος (0,25 μ.) ήμισυ της μεσοτοιχίας, συνολικού πλάτους 0,50 μ., μεταξύ των όμορων ιδιοκτησιών των διαδίκων, που δημιουργήθηκε, κατά τους ισχυρισμούς των αναιρεσειόντων, το πρώτον το έτος 1956, παραβίασε τις διατάξεις του άρθρου 50 παρ. 1 εδ. β'του β.δ. 9-8/30-9-1955 (ΓΟΚ 1955), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1 του β.δ. της 26-7/19-8-1959 και κατά την οποία, όπως προαναφέρθηκε, για τη σύσταση μεσοτοίχου, εξαιρουμένων των υφισταμένων προ της ισχύος του ΓΟΚ 1955 μεσοτοίχων, απαιτείται συμφωνία των μερών, υποβαλλόμενη στον συμβολαιογραφικό τύπο και σε μεταγραφή, καθώς και τη διάταξη του άρθρου 26 του ν.δ. 8/1973 (ΓΟΚ 1973), με την οποία καταργήθηκε η μεσοτοιχία. Ο προτεινόμενος αυτός λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος, ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το Εφετείο δέχεται ότι η ειρημένη μεσοτοιχία δημιουργήθηκε προ του έτους 1955, νομίμως δε, κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις, και όχι το έτος 1956, όπως υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες, υπό την ισχύ του ΓΟΚ 1955. Με τον πέμπτο και υπό την επίκληση του αρ. 20 (όχι 12, που εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται στο αναιρετήριο) του ίδιου άρθρου 559 του ΚΠολΔ προσβάλλεται και μόνον η από το Εφετείο εκτίμηση του περιεχομένου της αναφερόμενης στην απόφαση ως άνω από 21-5-1956 αποδείξεως καταβολής αποζημιώσεως 1.400 δρχ. από τη δικαιοπάροχο της αναιρεσίβλητης στην απώτερη δικαιοπάροχο των αναιρεσειόντων για τη χρησιμοποίηση της υπάρχουσας μεσοτοιχίας. Επομένως και ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι απαράδεκτος, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη (ανωτ. υπό
ΙΙ). V. Ο κατά το άρθρο 559 αρ. 11 περ. γ' λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος όταν από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα που είχαν προσκομίσει και επικαλεστεί οι διάδικοι. Εξάλλου ο αναιρετικός λόγος από τον αρ. 1 εδ. β' του ίδιου άρθρου 559 ιδρύεται μόνο όταν τα διδάγματα της κοινής πείρας που φέρεται ότι παραβιάστηκαν αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ'αυτούς, και όχι όταν χρησιμεύουν για την εκτίμηση των αποδείξεων.
Εν προκειμένω από την αναφορά στην αναιρεσιβαλλομένη ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και τα έγγραφα, τα οποία προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι και από το όλο περιεχόμενο της αναιρεσιβαλλομένης προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και τα ειδικώς άλλωστε μνημονευόμενα στην απόφαση υπ' αριθμ. ... /9-10-54, ... /15-7-74 και ... /19-12-02 συμβόλαια, καθώς και τις υπ' αριθμ. 4468/2008, 2484/2009 και 4232/2010 αποφάσεις του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χαλκίδος, που είχαν προσκομίσει και επικαλεστεί οι αναιρεσείοντες, και τα αντίθετα που οι τελευταίοι υποστηρίζουν με τους δεύτερον και τέταρτο, από το άρθρο 559 αρ. 11 γ' του ΚΠολΔ, λόγους της αιτήσεώς τους, είναι αβάσιμα. Με τον συναφή τρίτο λόγο του αναιρετηρίου και υπό την επίκληση του αρ. 12 του ίδιου άρθρου 559 του ΚΠολΔ προσβάλλεται αληθώς και μόνον η εκτίμηση από το Εφετείο του περιεχομένου των προρρηθέντων τριών συμβολαίων ως προς τις περιεχόμενες σ' αυτά δικαιοπρακτικές δηλώσεις που αφορούν τα γειτονικά ακίνητα των διαδίκων, κατά συνέπειαν δε ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος, κατ' άρθρον 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Τέλος, με τον έβδομο και υπό την επίκληση του άρθρου 559 αρ. 1 εδ. β' του ΚΠολΔ λόγο αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες προβάλλουν ότι το Εφετείο παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας ότι ο επίδικος τοίχος κτίστηκε και εχρησιμοποιείτο με πλήρη κάλυψη της στέγης της οικοδομής της δικαιοπαρόχου της αναιρεσίβλητης από τον δικαιοπάροχο των αναιρεσειόντων και ότι κατά συνέπειαν ο τοίχος αυτός (μεσότοιχος) ανήκε καθ' ολοκληρίαν σ' εκείνον. Και ο λόγος αυτός του αναιρετηρίου είναι απαράδεκτος εν πάση περιπτώσει επειδή τα επικαλούμενα ως διδάγματα της κοινής πείρας αναφέρονται στην εκτίμηση των αποδείξεων, και όχι στην ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή πραγματικών περιστατικών σ'αυτούς. VI. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης (άρθρ. 178, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2-2-2012 αίτηση για αναίρεση της υπ' αριθμ. 141/2011 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε, στην Αθήνα, στις 19 Νοεμβρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Δεκεμβρίου 2013.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή