Θέμα
Ακυρότητα απόλυτη, Έγγραφα, Πολιτική αγωγή, Παράβαση καθήκοντος, Νομάρχης.
Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση κατά νομάρχη και νομαρχιακού συμβουλίου για παράβαση καθήκοντος. Απαράδεκτοι πρόσθετοι λόγοι λόγω μη τηρήσεως της 15νθήμερης προθεσμίας του άρθρου 509 § 2 ΚΠΔ. Τρόπος υπολογισμού της προθεσμίας. Ο αμέσως ζημιωθείς από την αξιόποινη πράξη του νομάρχη ή του νομαρχιακού συμβούλου μπορεί να παραστεί στο ποινικό δικαστήριο μόνο για υποστήριξη της κατηγορίας, ενώ τις αστικές απαιτήσεις του κατά της αστικώς υπεύθυνης νομαρχιακής αυτοδιοίκησης θα εισάγει στα διοικητικά δικαστήρια. Απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή της παθούσας, που εκδόθηκε μετά την πρωτόδικη καταδίκη των κατηγορουμένων, αλλά πριν από τη συζήτηση των εφέσεων. Η παθούσα δεν είχε πλέον ενεργό αξίωση κατά της αστικώς υπεύθυνης και δεν μπορούσε να παραστεί στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ως πολιτικώς ενάγουσα κατά των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων ούτε προς υποστήριξη της κατηγορίας. Απόλυτη ακυρότητα λόγω παράνομης παραστάσεως της πολιτικώς ενάγουσας. Απόλυτη ακυρότητα λόγω λήψης υπόψη εγγράφων που δεν αναγνώσθηκαν, τα οποία δεν αναφέρονται απλώς ιστορικά στο σκεπτικό ούτε το περιεχόμενο τους προκύπτει από άλλα αποδεικτικά μέσα. Αναίρεση και παραπομπή.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1001/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοϊνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση
των αναιρεσείοντων - κατηγορουμένων: 1) Χ, κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Χρήστο Μυλωνόπουλο, Αντώνιο Φούσα και Εμμανουήλ-Μηνά Σταύρου, και 2) Ξ, κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Ζαχαριάδη, περί αναιρέσεως της 464-465/2009 αποφάσεως Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Ιδιωτική κλινική με την επωνυμία ... ΕΠΕ", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Θεόδωρο Ζευκιλή, Σταύρο Ψαρίκογλου και Ιωάννη Καραγκούνη. Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες -κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 30 Ιουνίου και 1η Ιουλίου 2009 δύο χωριστές αιτήσεις τους αναιρέσεως και στα από 3 Φεβρουαρίου 2010 και 12 Φεβρουαρίου 2010 δύο χωριστά δικόγραφα προσθέτων λόγων τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1097/09.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως και οι επ' αυτών πρόσθετοι λόγοι.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 509§2 εδ. α ΚΠοινΔ, "εκτός από τους λόγους που αναφέρονταν στην έκθεση για την αναίρεση (άρθρο 473 παρ. 2 και 474 παρ. 2), μπορεί να προταθούν και πρόσθετοι λόγοι με έγγραφο που κατατίθεται δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισμένη για τη συζήτηση της αναίρεσης ημέρα στο γραμματέα της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, και συντάσσεται ατελώς σχετική έκθεση επάνω στα έγγραφα που κατατίθενται· αν δεν τηρηθεί η παραπάνω προθεσμία, οι πρόσθετοι λόγοι είναι απαράδεκτοι". Η προθεσμία των 15 ημερών, στην οποία, κατ' άρθρο 168§1 εδ. β ΚΠΔ, δεν υπολογίζεται η ημέρα καταθέσεως του δικογράφου των προσθέτων λόγων, και η ημέρα συζητήσεως έχει σκοπό την προπαρασκευή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και των άλλων διαδίκων που μετέχουν στη συζήτηση της αναιρέσεως, προκειμένου να αποκρούσουν ή να υποστηρίξουν, ανάλογα με το έννομο συμφέρον τους, τους προσθέτους λόγους. Αν, λοιπόν, η τελευταία ημέρα κατά την οποία έπρεπε να κατατεθεί το δικόγραφο των προσθέτων λόγων συμπέσει με εξαιρετέα ή Σάββατο, τότε αυτό πρέπει να κατατεθεί την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα και όχι την επόμενη, γιατί, διαφορετικά, η 15νθήμερη προθεσμία, την οποία ήθελε ο νομοθέτης να παρεμβάλλεται μεταξύ καταθέσεως των προσθέτων λόγων και συζητήσεως της αιτήσεως αναιρέσεως, θα είναι μειωμένη κατά μία ή περισσότερες ημέρες. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (3.3.2010), συζητήθηκαν οι από 30.6.2009 (με αριθ. πρωτ. ...) και από 1.7.2009 (με αριθ. πρωτ. 5491/2009) αιτήσεις των Χ και Ξ αντιστοίχως, για αναίρεση της υπ' αριθ. 464 - 465/2009 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ο αναιρεσείων Χκατέθεσε στη Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου στις 16.2.2010 το από 3.2.2010 δικόγραφο προσθέτων λόγων. Όμως, αυτό έπρεπε να κατατεθεί το αργότερο στις 15.2.2010, ώστε μεταξύ της καταθέσεως και της συζητήσεως των αιτήσεων να παρεμβάλλονται, σύμφωνα με το ημερολόγιο του οποίου γίνεται χρήση, 15 ημέρες και, επειδή η τελευταία ημέρα, κατά την οποία έπρεπε να γίνει η κατάθεση, (η 15.2.2010) ήταν ημέρα εξαιρετέα (Καθαρά Δευτέρα), η κατάθεση έπρεπε να γίνει, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, την αμέσως προηγούμενη εργάσιμη ημέρα (Παρασκευή, 12.2.2010). Εφόσον, λοιπόν, δεν τηρήθηκε η νόμιμη προθεσμία, οι πρόσθετοι λόγοι του ως άνω αναιρεσείοντος πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη που προαναφέρθηκε, να απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Κατά τα λοιπά, οι αιτήσεις μετά των από 12.2.2010 προσθέτουν λόγων αυτής του Ξ ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς. Κατά τη διάταξη του άρθρου 64 παρ.2 ΚΠοινΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ.1 του ν. 2145/1993, με την επιφύλαξη της διατάξεως του άρθρου 89 παρ. 1, όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για την αποκατάσταση της ζημίας ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης η της ψυχικής οδύνης περιορίζεται αποκλειστικά σε τρίτο αστικώς υπεύθυνο, ο, κατά το άρθρο 63, νομιμοποιούμενος σε άσκηση πολιτικής αγωγής μπορεί να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων κατά του κατηγορουμένου προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο. Η σχετική δήλωση μπορεί να γίνει τόσο κατά την προδικασία όσο και στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 84. Κατά τη διάταξη, όμως, του άρθρου 66 παρ. 1 ΚΠοινΔ, η πολιτική αγωγή που έχει ασκηθεί σε πολιτικό δικαστήριο μπορεί να ασκηθεί στο ποινικό δικαστήριο, αν δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση με την πολιτική διαδικασία. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 71 του π. δ. 30/1996 "Κώδικας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης" και 106 του ΕισΝΑΚ, συνάγεται ότι ο Νομάρχης και τα μέλη του Νομαρχιακού Συμβουλίου, δεν ευθύνονται αστικώς έναντι των τρίτων, ήτοι έναντι εκείνων που ζημιώθηκαν αμέσως από τις παράνομες πράξεις ή παραλείψεις τους, που τελέσθηκαν από δόλο ή βαριά αμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και τη διενέργεια συναφών προς αυτά πράξεων ή παραλείψεων τους, αλλά υπέχουν ευθύνη μονό έναντι της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, η οποία αποτελεί, κατ' άρθρο 1 του ως άνω π. δ/τος, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, για την αποζημίωση, την οποία κατέβαλε αυτή ή υποχρεούται να καταβάλει στον αμέσως από το αδίκημα παθόντα για αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας ή για χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι εκείνος που ζημιώθηκε αμέσως από το έγκλημα της παραβάσεως καθήκοντος, την οποία τέλεσε νομάρχης ή νομαρχιακός σύμβουλος, δικαιούται να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων στο ακροατήριο προς υποστήριξη και μόνο της κατά του κατηγορουμένου νομάρχου ή νομαρχιακού συμβούλου κατηγορίας, ενώ τις αστικές απαιτήσεις του (για αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση) θα εισάγει στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο. Αν το τελευταίο εκδώσει οριστική απόφαση επί της αγωγής του ζημιωθέντος (είτε απορρίπτον είτε δεχόμενο εν όλω ή εν μέρει αυτήν), ο δικαιούχος της αξιώσεως δεν μπορεί, πλέον, να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου. Και γίνεται μεν δεκτό ότι η πολιτική αγωγή που ασκείται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου έχει όχι μόνο αστικό, αλλά και ποινικό χαρακτήρα, αφού αποσκοπεί και στην υποστήριξη της κατηγορίας κατά του δράστη της εγκληματικής πράξης, εις τρόπον ώστε τυχόν εξόφληση της σχετικής απαιτήσεως μετά τη δήλωση παραστάσεως πολιτικής αγωγής κατά την πρόοδο της ποινικής δίκης να μη ασκεί επιρροή στην ποινική λειτουργία της πολιτικής αγωγής και ο δικαιούχος να διατηρεί το δικαίωμα να παρίσταται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου για την υποστήριξη και μόνο της κατηγορίας, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι υπήρχε ενεργός αξίωση κατά το χρόνο που εισάγεται αυτή ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, πράγμα που δεν συμβαίνει όταν έχει προηγηθεί οριστική απόφαση του πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου. Στην περίπτωση που ο πολιτικώς ενάγων είχε μεν ενεργό αξίωση κατά του αστικώς υπευθύνου κατά την πρωτοβάθμια ποινική δίκη και, στη συνέχεια, εκδόθηκε οριστική πολιτική απόφαση, δεν έχει δικαίωμα, πλέον, αυτός να παραστεί κατά του δράστη ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου ούτε προς υποστήριξη της κατηγορίας, αφού η αξίωση του έπαυσε να είναι ενεργός. Τέλος, απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη και θεμελιώνει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, προκαλείται αν ο πολιτικώς ενάγων παρέστη παράνομα στη διαδικασία στο ακροατήριο.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης υπ' αριθ. 464 - 465/2009 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία οι αναιρεσείοντες, ο ... ως Νομάρχης και ο Ξ ως Νομαρχιακός Σύμβουλος της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Πέλλας, κηρύχθηκαν ένοχοι παραβάσεως καθήκοντος σε βάρος της Ιδιωτικής Γενικής Κλινικής ... ΕΠΕ", πράξη που τέλεσαν με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου, και καταδικάσθηκαν σε ποινή φυλακίσεως 7 μηνών, ανασταλείσα, ο καθένας μετά την εκφώνηση των ονομάτων των μαρτύρων κατηγορίας, εμφανίσθηκε ο ..., ως νόμιμος εκπρόσωπος της ανωτέρω Κλινικής, και δήλωσε ότι η τελευταία παρίσταται ως πολιτικώς ενάγουσα κατά των κατηγορουμένων για την υποστήριξη της κατ' αυτών κατηγορίας. Η αυτή δήλωση είχε υποβληθεί και ενώπιον του πρωτοβαθμίου Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, το οποίο εξέδωσε την υπ' αριθ. 4067/2005 απόφαση του. Ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ξυπέβαλε ένσταση αποβολής της πολιτικής αγωγής, γιατί, εν τω μεταξύ, μετά, δηλαδή, την έκδοση της πρωτόδικης αποφάσεως και πριν από τη συζήτηση των εφέσεων, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 207/2008 οριστική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας, που προσκομίσθηκε στο ακροατήριο και αναγνώσθηκε, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή της πολιτικώς ενάγουσας Κλινικής κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Πέλλας (την οποία, μάλιστα, άσκησε αυτή χωρίς να επιφυλαχθεί) και επιδικάσθηκε σ' αυτήν χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί αυτή από τις ένδικες πράξεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων, οπότε η τελευταία δεν είχε πλέον ενεργό αξίωση και δεν μπορούσε να παρασταθεί ως πολιτικώς ενάγουσα ούτε προς υποστήριξη της κατά των κατηγορουμένων κατηγορίας. Το Δικαστήριο α πέρριψε την ένσταση με την αιτιολογία ότι: "...Εξάλλου από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 65 παρ. 1 και 82 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. συνάγεται ότι στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος προβεί μετά τη δήλωση παραστάσεως του πολιτικώς ενάγοντος, κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης ή της κατ' έφεση δίκης, σε καταβολή ή σε δημόσια κατάθεση του αξιούμενου από τον πολιτικώς ενάγοντα χρηματικού ποσού, ο πολιτικώς ενάγων διατηρεί το δικαίωμα να παρίσταται ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου προς υποστήριξη της κατηγορίας (...). Τούτο πρέπει να γίνει δεκτό και στην περίπτωση κατά την οποία ο αμέσως ζημιωθείς από ποινικό αδίκημα ασκήσει αγωγή κατά του αστικώς υπευθύνου στα πολιτικά Δικαστήρια (στα οποία δεν συμμετέχει ο κατηγορούμενος) και έτσι εκδοθεί επ' αυτής οριστική απόφαση. Διότι άλλως θα αποδυναμούτο η θέση του παθόντος ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Το άρθρο 66 παρ. 1 Κ.Π.Δ. αναφέρεται στην περίπτωση που ο αμέσως ζημιωθείς άσκησε αγωγή ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων κατά του κατηγορούμενου (εναγομένου), το δε πολιτικό Δικαστήριο έχει κρίνει οριστικώς επ' αυτής, ότε το Ποινικό Δικαστήριο δεσμεύεται από την άνω απόφαση. Άλλως θα έκρινε επί του αυτού αντικειμένου (της πολιτικής αγωγής) για δεύτερη φορά, επί του ήδη κριθέντος θέματος.
Συνεπώς ο ισχυρισμός του δευτέρου κατηγορουμένου ότι πρέπει να αποβληθεί η πολιτική αγωγή διότι η πολιτικώς ενάγουσα άσκησε αγωγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πέλλας, ως αστικώς υπεύθυνης και ότι επ' αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 207/2008 οριστική απόφαση του άνω Δικαστηρίου πρέπει να απορριφθεί". Όμως, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, εφόσον, κατά τη συζήτηση των εφέσεων των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων κατά της πρωτόδικης υπ' αριθ. 4067/2005 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, είχε ήδη εκδοθεί η ανωτέρω οριστική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας, με την οποία κρίθηκε η αγωγή της πολιτικώς ενάγουσας, η τελευταία δεν έχει πλέον ενεργό αξίωση κατά της αστικώς υπεύθυνης Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Πέλλας και δεν νομιμοποιείτο να παραστεί ως πολιτικώς ενάγουσα κατά των κατηγορουμένων, δεν ασκεί δε επιρροή το γεγονός ότι, όπως ισχυρίζεται η πολιτικώς ενάγουσα, η αγωγή που απευθύνεται στο Διοικητικό Πρωτοδικείο δεν στρέφεται και κατά των τελευταίων ούτε το ότι η εν λόγω απόφαση έχει προσβληθεί με έφεση και, επομένως, δεν έγινε ακόμη τελεσίδικη, αφού ο νόμος (άρθρο 66§1 ΚΠΔ), για τον αποκλεισμό της εισαγωγής της πολιτικής αγωγής στο ποινικό δικαστήριο, απαιτεί την έκδοση οριστικής και όχι τελεσίδικης αποφάσεως πολιτικού (ή διοικητικού δικαστηρίου). Κατά συνέπεια, το Πενταμελές Εφετείο που επέτρεψε την παράσταση της προαναφερόμενης Κλινικής ως πολιτικώς ενάγουσας κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Α ΚΠΔ και συνεπώς είναι βάσιμοι ο τέταρτος λόγος της πρώτης και ο τρίτος λόγος της δεύτερης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αυτά.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 139, 331, 333, 334 παρ. 2 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού μέσου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναιρέσεως, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Η ακυρότητα αυτή δεν επέρχεται αν το περιεχόμενο του εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε στο ακροατήριο προκύπτει από άλλα έγγραφα που αναγνώσθηκαν ή από άλλα αποδεικτικά μέσα (καταθέσεις μαρτύρων, απολογία κατηγορουμένου κ.λ.π.) και το παραπάνω έγγραφο που δεν αναγνώσθηκε στο ακροατήριο αναφέρεται απλώς ιστορικά στο αιτιολογικό της απόφασης, χωρίς να έχει ληφθεί αμέσως υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, σε σχέση με τη συνδρομή περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο στήριξε την καταδικαστική κρίση του, εκτός των αναφερομένων στο προοίμιό του αποδεικτικών μέσων (μαρτυρικών καταθέσεων, πρακτικών πρωτοβάθμιας δίκης, αναγνωσθέντων εγγράφων, απολογιών κατηγορουμένων), και στα εξής έγγραφα: α. Στην υπ' αριθ. 1788/17.1.2003 απόφαση, με την οποία ο αναιρεσείων Χ, ως τότε Νομάρχης, εξουσιοδοτούσε τον αναιρεσείοντα τότε Νομαρχιακό Σύμβουλο Ξ, κατ' άρθρο 62§1 π.δ. 30/1996, να υπογράφει με την ένδειξη "ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΝΟΜΑΡΧΗ" όλα τα έγγραφα που αναφέρονται στον τομέα Υγείας-Πρόνοιας, β. Στις από 13.1.2003 και 24.2.2003 αιτήσεις της εγκαλούσας προς τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Πέλλας και τον Ιατρικό Σύλλογο Πέλλας, δεχόμενο ότι "με αιτήσεις της (από 13.1.2003 και από 24.2.2003) προς τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Πέλλας και τον Ιατρικό Σύλλογο Πέλλας, η αιτούσα ζήτησε να παραμείνει επιστημονικός υπεύθυνος του ορθοπεδικού τμήματος της κλινικής ο ιατρός ... και του ωτορινιλαρυγγολογικού τμήματος ο ιατρός ..., οι οποίοι διεγράφησαν, κατόπιν αιτήσεων τους, από τον Ιατρικό Σύλλογο Πέλλας προκειμένου να εγγραφούν στον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης, γ. Στην υπ' αριθ. 155/18.3.2003 απόφαση του Ιατρικού Συλλόγου Πέλλας, δεχόμενο ότι "ο εν λόγω Ιατρικός Σύλλογος με τις υπ αριθ. 150 και 155 από 18.3.2003 αποφάσεις του (μόνο η πρώτη αναγνώσθηκε), γνωμοδότησε αρνητικώς επί των ως άνω αιτήσεων", δ. Στο διαβιβαστικό έγγραφο που συνοδεύει την υπ' αριθ. 702/12.6.2003 έκθεση ελέγχου των επιθεωρητών ..., δεχόμενο ότι "μάλιστα με το διαβιβαστικό έγγραφο που συνοδεύει την εν λόγω έκθεση, υπενθυμίζεται η σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 11 του Ν. 2920/2001, ευθύνη του Νομάρχη Πέλλας για την υλοποίηση των προτάσεων των επιθεωρητών και την πιστή εφαρμογή της παραπάνω νομοθεσίας", ε. Στο από 21.7.2003 έγγραφο (αίτηση) της εγκαλούσας προς το Νομάρχη Πέλλας, δεχόμενο ότι "ταυτόχρονα υπέβαλε και υπεύθυνες δηλώσεις ιατρών του Νομού των αντίστοιχων ειδικοτήτων, με το από 21.7.2003 δε έγγραφο της (αίτηση της) ενημέρωσε το Νομάρχη και υπεύθυνο Υγείας (κατηγορουμένους) για την επαναλειτουργία των άνω τμημάτων της κλινικής με τους αυτούς επιστημονικά υπεύθυνους .... Και στ. στην από 23.1.2003 έκθεση των επιθεωρητών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., δεχόμενο ότι "όμως όλες οι εκθέσεις των επιθεωρητών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. ήταν θετικές για την άνω κλινική, πλην της από 23.1.2003 με την οποία οι Επιθεωρητές υπεδείκνυαν ορισμένες συμπληρώσεις στις ελλείψεις οι οποίες προφανώς καλύφθηκαν". Τα ως άνω έξι έγγραφα δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των αναγνωσθέντων εγγράφων της αποφάσεως ούτε του πρωτοβαθμίου ούτε του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, δεν αναφέρονται δε απλώς ιστορικά στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως ούτε το περιεχόμενό τους προκύπτει από άλλα έγγραφα που αναγνώσθηκαν ή από άλλα ή από άλλα αποδεικτικά μέσα, αλλά έχουν ληφθεί αμέσως υπόψη από το Δικαστήριο της ουσίας για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, σε σχέση με τη συνδρομή περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της παραβάσεως καθήκοντος, για το οποίο κήρυξε ενόχους τους κατηγορουμένους. Επομένως, η λήψη τους υπόψη συνιστά, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναιρέσεως, και ο τρίτος λόγος της πρώτης και ο πρώτος λόγος της δεύτερης αιτήσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αυτά, είναι βάσιμοι.
Κατ' ακολουθίαν, πρέπει, κατά παραδοχήν των ως άνω λόγων των αιτήσεων, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠοινΔ), παρέλκει δε, μετά ταύτα, η έρευνα των λοιπών λόγων των αιτήσεων, καθώς και του προσθέτου λόγου της δεύτερης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τους από 3/16.2.2010 προσθέτους λόγους αναιρέσεως του Χ.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις από 30.6.2009 (με αριθ. πρωτ. 5448/2009) και από 1.7.2009 (με αριθ. πρωτ. 5491/2009) αιτήσεις των Χ και Ξ, αντιστοίχως, μετά των από 12.2.2010 προσθέτων λόγων του δεύτερου, για αναίρεση της υπ' αριθ. 464 - 465/2009 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ' αριθ. 464 - 465/2009 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Απριλίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Μαΐου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ