Θέμα
Κλήτευση , Νομή, Επίσπευση συζήτησης.
Περίληψη:
Αβάσιμοι οι λόγοι από τους αριθμ. 11, 12 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ. (Επικυρώνει Εφ. Πατρ. 345/2010).
Αριθμός 1481/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε Δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Απριλίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Τoυ αναιρεσείοντος: Χ. Σ. Κ., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1)Ι. Γ. Χ., 2)Ζ. συζ. Δ. Σ., το γένος Γ. Χ., 3)Σ. χήρας Χ. Τ., το γένος Γ. Χ., 4)α)Μ. χήρας Α. Χ., το γένος Γ. Γ., β)Γ. Α. Χ. και γ)Σ. Α. Χ., κατοίκων .... Οι 1ος, 2η, 4η, 5ος και 6η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Κατοχιανό και η 3η δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28/9/1984 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Μεσολογγίου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 187/1985, μετ' ανακοπή 5/1988 μη οριστική, 35/2008 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 345/2010 οριστική του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 26/3/2012 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 27/8/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης. Ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου τους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Aπο τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως απουσιάζει ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση ή ο αντίδικός του, ο οποίος έχει κληθεί νομίμως, η συζήτηση προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως που έλαβε χώρα στην αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης δικάσιμο, ορισθείσα μετά από αναβολή εκ του πινακίου από την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 18-9-2013, απουσίαζαν ο αναιρεσείων, που επισπεύδει τη συζήτηση δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Θωμά Σταμούλη βάσει του υπ'αριθμ. ... πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αιγίου Αναστ. Τριανταφυλλοπούλου, και η τρίτη αναιρεσίβλητη Σ. Τ., η οποία έχει κληθεί νομίμως από τον αναιρεσείοντα, με επίδοση αντιγράφου της αιτήσεως αναιρέσεως και της κάτω από αυτήν πράξεως περί ορισμού της αρχικής ως άνω δικασίμου της 18-9-2013, στην οποία και κλήθηκε να παραστεί, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη υπ'αριθμ. ... έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Μεσολογγίου Δ.. Φ.. Επομένως και αφού η αναβολή εκ του πινακίου ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων (άρθρ. 575, 226 § 4 εδ. γ'και δ'ΚΠολΔ), η συζήτηση της υποθέσεως θα προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες όλοι διάδικοι.
ΙΙ. Ο αναιρετικός λόγος από τον αρ. 11 περ. γ'του άρθρου 559 του ΚΠολΔ δεν ιδρύεται όταν από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που νομίμως είχαν προσκομίσει και επικαλεστεί οι διάδικοι, ο δε αναιρετικός λόγος από τον αρ. 12 του ίδιου άρθρου 559 δεν ιδρύεται επίσης όταν το δικαστήριο, κατά την ελεύθερη, σύμφωνα με το άρθρο 340 του ΚΠολΔ, κρίση του για τα αποδεικτικά μέσα και την κατά συνείδηση απόφασή του για τη βασιμότητα των ισχυρισμών, δέχεται ένα αποδεικτικό μέσο ως περισσότερο αξιόπιστο από τα άλλα, ίσης, κατά νόμον, αποδεικτικής ισχύος.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο, εμβαδού 17228,00 τμ., που βρίσκεται στη θέση "...ι" της κτηματικής περιφέρειας Μεσολογγίου, ως τμήμα του περιγραφόμενου μείζονος αγροτικού ακινήτου, εμβαδού 150 περίπου στρεμμάτων, ανήκει στη συγκυριότητα των αναιρεσιβλήτων, στους οποίους περιήλθε κατά συννομήν το έτος 1941, μετά τον κατά το έτος αυτό θάνατο του δικαιοπαρόχου τους Γ. Χ., στον οποίον είχε περιέλθει με άτυπη διανομή το έτος 1921, σε μείζονα έκταση μεταξύ των κατονομαζομένων απώτερων δικαιοπαρόχων των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι το είχαν αποκτήσει με αγορά από τον Ι. Μ. δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ'αριθμ. ... συμβολαίου, ο τελευταίος δε το είχε αποκτήσει με αγορά δυνάμει του επίσης νομίμως μεταγραφέντος υπ'αριθμ. ... συμβολαίου από τον Χ.. Τ., στον οποίο είχε περιέλθει, σε μείζονα έκταση 600 στρεμμάτων, δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ'αριθμ. ... συμβολαίου από τον αρχικό κύριο του μείζονος ακινήτου Δήμο Μεσολογγίου, τόσον δε οι αναιρεσίβλητοι, όσον και οι αναφερόμενοι δικαιοπάροχοί τους, από την κατά τα ανωτέρω περιέλευση στον καθένα του ακινήτου ασκούσαν σ' αυτό - και στο επίδικο ήδη τμήμα του των 17228 τμ - τις λεπτομερώς αναφερόμενες στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πράξεις νομής (εμφανείς τακτικές επισκέψεις στο ακίνητο και εποπτεία της εκτάσεως και των ορίων του, εκμίσθωση σε τρίτους κ.λ.π.), και με καλή δε πίστη μέχρι την εισαγωγή του ΑΚ, και έγιναν έτσι, οι αναιρεσίβλητοι, κύριοι του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία, όπως είχαν ισχυριστεί με την ένδικη αναγνωστική αγωγή τους, που έγινε δεκτή πρωτοδίκως και κατ'έφεση, με απόρριψη της εφέσεως του αναιρεσείοντος - εναγομένου κατά της πρωτόδικης απόφασης. Από την αναφορά του Εφετείου ότι έλαβε υπόψη μεταξύ των άλλων και τα έγγραφα που προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι, σε συνδυασμό με όλο το περιεχόμενο της αναιρεσιβαλλομένης, προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι το Εφετείο κατέληξε στην ανωτέρω κρίση του και στο ότι, περαιτέρω, ούτε ο αναιρεσείων - εναγόμενος ούτε οι αναφερόμενοι δικαιοπάροχοί του είχαν ποτέ στη νομή τους το επίδικο, αφού έλαβε υπόψη και τα έγγραφα που είχε προσκομίσει και επικαλεστεί ο αναιρεσείων, μεταξύ δε αυτών και την υπ'αριθμ. ... Δημόσια διαθήκη του φερομένου ως απωτέρου δικαιοπαρόχου του αναιρεσείοντος, την υπ'αριθμ. ... δήλωση αποδοχής κληρονομίας του ιδίου (αναιρεσείοντος), το υπ'αριθμ. ... αγοραπωλητήριο συμβόλαιο και την υπ'αριθμ. ... δήλωση αποδοχής κληρονομίας, που, κατά τους ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος, αφορούν το επίδικο ακίνητο και τα οποία όμως μόνον ως πράξεις δηλωτικές νομής επί του επιδίκου μπορούσαν να ληφθούν υπ'όψη και ελήφθησαν υπόψη από το εφετείο, αφού ο αναιρεσείων δεν στήριξε επί των εγγράφων αυτών, όπως προκύπτει από την έφεσή του, παράγωγο τρόπο κτήσεως της κυριότητας του επιδίκου. Επομένως ο πρώτος λόγος του αναιρετηρίου, κατά το πρώτο σκέλος του, από τον αρ. 11γ'του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, με τον οποίο υποστηρίζεται ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τα ειρημένα έγγραφα, ως αποδεικτικά μέσα, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, με τον ίδιο πρώτο λόγο, κατά το δεύτερο σκέλος του, προσάπτεται η αιτίαση εκ του άρθρου 559 αρ. 12 του ΚΠολΔ ότι το Εφετείο, με την αναφορά του ότι "τα παραπάνω προκύπτουν ιδία τόσο από τη σαφή κατάθεση του μάρτυρα των εναγόντων Ι. Τ., ο οποίος έχει καλή γνώση των πραγμάτων (...), όσον και από τα προσκομισθέντα από αυτόν συμβόλαια, καθώς και από τις (αναφερόμενες δικαστικές) αποφάσεις που εκδόθηκαν επί άλλων υποθέσεων με διαδίκους τον πατέρα του αντενάγοντος (σημ. αναιρεσείοντος) ή τον ίδιο (...), ενώ δεν αναιρούνται από άλλα αποδεικτικά μέσα, ούτε από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του εναγομένου, η οποία, ως ερχόμενη σε πλήρη αντίθεση προς τα ως άνω έγγραφα στοιχεία, κρίνεται μη πειστική" παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων. Ενόψει του ότι τα προσαχθέντα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα για τον πρωτότυπο τρόπο κτήσεως κυριότητας (χρησικτησία) επί του επιδίκου που είχαν επικαλεστεί τα διάδικα μέρη είχαν την ίδια αποδεικτική δύναμη, η κατά τα ανωτέρω, αιτιολογημένη μάλιστα, αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων των αναιρεσιβλήτων ως περισσότερο πειστικών έναντι εκείνων του αναιρεσείοντος, δεν συνιστά, κατά την προηγηθείσα νομική σκέψη, παραβίαση των ορισμών του νόμου ως προς την αποδεικτική δύναμη των αποδεικτικών αυτών μέσων, και τα αντίθετα, ως ανωτέρω, που ο αναιρεσείων υποστηρίζει με τον εξεταζόμενο πρώτο, σκέλος δεύτερο, από το άρθρο 559 αρ. 12 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεώς του είναι αβάσιμα.
ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 2 του ν. 587/1914 "περί λατομείων" που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 56 του ΕισΝΑΚ, "Το δικαίωμα τής, κατά τους κειμένους νόμους, εκμεταλλεύσεως των λατομείων ανήκει εις τον ιδιοκτήτη του εδάφους. Δια συμβάσεως, συντασσομένης δια συμβολαιογραφικού εγγράφου, δύναται ο κύριος του εδάφους να συστήσει πραγματικήν δουλείαν λατομίας υπερ τρίτου (...). Η δουλεία λατομίας είναι δεκτική μεταβιβάσεως και υποθηκεύσεως". Εξάλλου, ο αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ είναι αβάσιμος όταν το δικαστήριο διαλαμβάνει στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες οι οποίες στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα και επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής του προσήκοντος κανόνα ουσιαστικού δικαίου.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, το Εφετείο δέχθηκε περαιτέρω ότι ο αρχικός δικαιοπάροχος των αναιρεσιβλήτων Δήμος Μεσολογγίου, με το προρρηθέν (ανωτ. υπο
ΙΙ) υπ'αριθμ. ... αγοραπωλητήριο συμβόλαιο και κατόπιν συμφωνίας των μερών, συνέστησε δουλεία λατομίας εις βάρος του πωληθέντος μείζονος ακινήτου προς τον αγοραστή Χ.. Τ. και υπέρ όλων των Δημοτών και κατοίκων του δήμου Μεσολογγίου, επί όλων δε των λατομείων πέτρας που υπήρχαν στο πωληθέν ακίνητο, από τα οποία οι δουλειούχοι είχαν δικαίωμα ελεύθερης εξαγωγής πέτρας, ότι βάσει της συμφωνίας αυτής ο δικαιοπάροχος του αναιρεσείοντος και ο ίδιος ο αναιρεσείων από το έτος 1955 έως το έτος 1983, οπότε ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας του λατομείου και καταργήθηκε η σχετική δουλεία, εκμεταλλεύονταν λατομείο που υπήρχε στο επίδικο, προβαίνοντας στην εξόρυξη πέτρας από αυτό και εκμισθώνοντας το ανωτέρω δικαίωμά τους προς τρίτους, χωρίς ποτέ να ασκήσουν πράξεις νομής, διακατοχικές δηλαδή πράξεις διανοία κυρίων, επί του επιδίκου, το οποίο άλλωστε (επίδικο τμήμα) δεν ήταν αντικείμενο της κληρονομίας του πατέρα του αναιρεσείοντος. Υπο τις παραδοχές αυτές το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες οι οποίες στηρίζουν το αποδεικτικό του πόρισμα ότι ο αναιρεσείων και ο δικαιοπάροχός του με τις προρρηθείσες ενέργειές τους (εκμετάλλευση λατομείου) ασκούσαν το δικαίωμά τους που απέρρεε από την ως άνω δουλεία εξαγωγής πέτρας από το επίδικο, όχι δε και πράξεις νομής για λογαριασμό τους, και ότι επομένως ο αναιρεσείων δεν απέκτησε κυριότητα επί του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία, την οποία και μόνον, κατά τα προεκτεθέντα άλλωστε (ανωτ. υπο
ΙΙ), είχε επικαλεστεί, οι αιτιολογίες δε αυτές επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής εφαρμογής της ειρημένης ουσιαστικής διατάξεως του άρθρου 2 του ν. 587/1914 "περί λατομείων", σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 974 επ., 1045 του ΑΚ. Επομένως τα αντίθετα που υποστηρίζει ο αναιρεσείων με τον δεύτερο και τελευταίο, από το άρθρο 559 αρ. 19 του ΚΠολΔ, λόγο της αιτήσεώς του, είναι αβάσιμα.
IV. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ν'απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στην αναφερόμενη στο διατακτικό δικαστική δαπάνη των παρισταμένων αναιρεσιβλήτων, κατά το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρ. 176 και 183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26-3-2012 αίτηση του Χ. Κ. για αναίρεση της υπ' αριθμ. 345/2010 απόφασης του Εφετείου Πατρών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Ιουνίου 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε Δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Ιουνίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ