Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Ε.Σ.Δ.Α., Αναλογικότητας αρχή.
Περίληψη:
Η απαίτηση του νόμου να έχει εκτελεσθεί η προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, προκειμένου το υπ' αυτού ασκούμενο ένδικο μέσο να κριθεί παραδεκτό δεν αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, κρίνεται στην συγκεκριμένη περίπτωση. Απορρίπτεται ως απαράδεκτη η αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών με το οποίο απορρίφθηκε η έφεσή του κατά του πρωτοβαθμίου βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, που αφενός παρέπεμψε τον αιτούντα να δικαστεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας και αφετέρου διατήρησε σε ισχύ το ένταλμα συλλήψεώς του, επειδή δεν αποδεικνύεται ότι κατά την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως ή εντός της προθεσμίας της ο αναιρεσείων είχε κρατηθεί προσωρινώς(Ολομ. ΑΠ 15/2001 Ποιν.Χρον. ΝΑ. 798 και ΝοΒ,50.410-411). (Επιμέλεια περίληψης: Ευριπίδης Αντωνίου, επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου)
Αριθμός 15/2001
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΠΛΗΡΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ-ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ.
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές :Στέφανο Ματθία, Πρόεδρο, Θεόδωρο Τόλια, Διονύσιο Κατσιρέα, Χαράλαμπο Μυρσινιά, Ευάγγελο Κρουσταλάκη και Κωνσταντίνο Λυμπερόπουλο, Αντιπροέδρους, Θεόδωρο Πρασουλίδη, Χαράλαμπο Γεωργακόπουλο, Σπυρίδωνα Γκιάφη, Γεώργιο Κάπο, Παύλο Μεϊδάνη, Αρχοντή Ντόβα, Δημήτριο Βούρβαχη, Γρηγόριο Φιλιππάτο, Στυλιανό Μοσχολέα, Παναγιώτη Φιλιππόπουλο, Δημήτριο Λινό, Θεόδωρο Λαφαζάνο-Εισηγητή, Λέανδρο Ρακιντζή, Θεόδωρο Μπάκα, Γεώργιο Χριστόφιλο, Γεράσιμο Φρούντζο, Θεόδωρο Παπαγιαννάκη, Γεώργιο Παπαδημητρίου, Νικόλαο Γεωργίλη, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Στυλιανό Πατεράκη, Ανδρέα Μοσχανδρέου, Κωνσταντίνο Βαλμαντώνη, Δημήτριο Παπαμήτσο, Γεράσιμο Σιμόπουλο, Αθανάσιο Κρητικό , Ρωμύλο Κεδίκογλου, Αχιλλέα Ζήση, Ιωάννη Βερέτσο, Σπυρίδωνα Μπαρμπαστάθη, Θεόδωρο Αποστολόπουλο και Νικόλαο Κασσαβέτη, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των λοιπών δικαστών).
Με την παρουσία και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Δημόπουλου και της Γραμματέως Μηλιάς Αθανασοπούλου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο κατάστημά του στις 31 Μαϊου 2001, για να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ......, για αναίρεση του υπ' αριθμ. 318/2000 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορούμενο τον .....
Το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης με το υπ' αριθμ. 318/2000 βούλευμά του, διέταξε όσα αναφέρονται σ' αυτό.
Και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του ανωτέρω βουλεύματος για τους λόγους που αναφέρονται στην από 17 Μαρτίου 2000 αίτησή του αναιρέσεως, που καταχωρήθηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 433/2000.
Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε το με αριθμό 43/2001 βούλευμα του Ε' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε την υπόθεση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.
'Επειτα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτης Δημόπουλος έφερε για κρίση στο Συμβούλιο την ποινική δικογραφία, που έχει σχηματισθεί κατά του πιο πάνω κατηγορουμένου, μαζί με την από 17 Μαρτίου 2000 αίτηση αναιρέσεως για αναίρεση του πιο πάνω βουλεύματος με την πρόταση με αριθμό 420/11.9.2000 του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Σταύρου Γυπαράκη, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα : «Εισάγω την εμπροθέσμως , νομοτύπως και παραδεκτώς ασκηθείσα κατά τα άρθρα 473 παρ.1, 474 και 476 παρ.2 ΚΠΔ από 17 Μαρτίου 2000 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου ....., κατά του υπ'αρ. 318/2000 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης και εκθέτω τα εξής: Κατά το άρθρο 378 παρ.1 ΚΠΔ όταν το βούλευμα που προσβάλλεται διατάσσει να συλληφθεί και να κρατηθεί προσωρινά ο κατηγορούμενος , η έφεση είναι απαράδεκτη, αν αυτός δεν προσκομίσει κατά την άσκηση της έφεσης ή μέσα στην προθεσμία της βεβαίωσης του διευθυντή της φυλακής ότι κρατείται σε εκτέλεση του βουλεύματος που προσβάλλεται. Η διάταξη αυτή, σημειωτέον , δεν προσκρούει ούτε στο άρθρο 20 του Συντάγματος που θεσπίζει το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια ούτε στο άρθρο 6 παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που θεσπίζει το δικαίωμα κάθε ανθρώπου για μια δίκαιη δίκη, δεδομένου ότι ο κατηγορούμενος διατηρεί την δυνατότητα να προβάλει τους υπερασπιστικούς του ισχυρισμούς κατά την άσκηση του ενδίκου μέσου ή κατά την συζήτηση αυτού, πέραν δε τούτου το επιτρεπτό της άσκησης ενδίκου μέσου κατά των αποφάσεων και βουλευμάτων ανήκει στον κοινό νομοθέτη. Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων παραπέμφθηκε σε δίκη με το υπ'αρ. 1474/1999 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, επικίνδυνη σωματική βλάβη , παράνομη οπλοφορία και παράνομη οπλοχρησία . Παραλλήλως με το ίδιο βούλευμα διατάχθηκε η διατήρηση της ισχύος του εις βάρος του εκδοθέντος από τον Ανακριτή του Β'Τμήματος Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης υπ'αρ. 39/1999 εντάλματος συλλήψεως και η σύλληψή του και, σε περίπτωση επιτεύξεως αυτής, η προσωρινή κράτησή του μέχρι της οριστικής εκδικάσεως της εναντίον του κατηγορίας. Το βούλευμα τούτο προσέβαλε ο αναιρεσείων δι'εφέσεως χωρίς όμως να προσκομίσει, όπως ώφειλε σύμφωνα με τα εκτεθέντα, κατά την άσκηση της ή μέσα στην προθεσμία αυτής βεβαίωση του διευθυντή της φυλακής ότι κρατείται. Νομίμως, κατά συνέπεια, απορρίφθηκε η έφεσή του και στερείται βασιμότητος ο περί του αντιθέτου προταθείς λόγος αναιρέσεως (άρθρο 484 παρ.1 στ'ΚΠΔ), γι'αυτό και πρέπει ν'απορριφθεί η υπό κρίση αναίρεση και να επιβληθούν σ'αυτόν τα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ.
Για τους λόγους αυτούςΠροτείνω: Ν'απορριφθεί η από 17 Μαρτίου 1999 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου ....., κατά του υπ'αρ. 318/2000 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης και να επιβληθούν σ'αυτόν τα δικαστικά έξοδα.
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Σταύρος Γυπαράκης»
Αφού άκουσε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Δημόπουλο, που αναφέρθηκε στην πιο πάνω πρόταση, και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, νόμιμα παραπέμφθηκε στην πλήρη Ολομέλεια η παρούσα υπόθεση με την απόφαση 43/2001 του Ε' Τμήματος διότι τίθεται ζήτημα εξαιρετικής σημασίας για το παραδεκτό έφεσης του κατηγορουμένου κατά βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών.
Επειδή, κατά το άρθρο 478 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ., όταν το βούλευμα που προσβάλλεται διατάσσει να συλληφθεί και να κρατηθεί προσωρινά ο κατηγορούμενος, η έφεσή του είναι απαράδεκτη, αν ο κατηγορούμενος δεν προσκομίσει, κατά την άσκηση της έφεσης ή μέσα στην προθεσμία αυτής, βεβαίωση του διευθυντή της φυλακής ότι κρατείται σε εκτέλεση του βουλεύματος, που προσβάλλεται. Η διάταξη αυτή, όπως ορίζεται στο άρθρο 482 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ., εφαρμόζεται ανάλογα, όταν ασκείται αναίρεση κατά βουλεύματος. Εξάλλου με το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η οποία κυρώθηκε με το ΝΔ 53/1974 και έχει υπερνομοθετική ισχύ (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος), αναγνωρίζεται στον κατηγορούμενο δικαίωμα για δίκαιη δίκη, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται και το δικαίωμα προσβάσεως στο δικαστήριο. Το ίδιο δικαίωμα αναγνωρίζεται και από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο «καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει». Ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται να θεσπίζει προϋποθέσεις και περιορισμούς στην άσκηση ένδικου μέσου, αρκεί αυτοί και οι συνέπειες που επισύρει η παράβασή τους, να μην είναι υπέρμετροι σε σημείο ώστε να αναιρούν την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο ή να αντιβαίνουν στην αρχή της αναλογικότητας, πράγμα που συμβαίνει, όταν η προβλεπόμενη, από το νόμο, κύρωση είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσανάλογη προς την παράβαση της διάταξης του νόμου. Η αρχή αυτή αναγνωρίζεται ήδη με το άρθρο 25 παρ. 1 εδαφ. β' του Συντάγματος (όπως το άρθρο αυτό ισχύει από 18.4.2001, μετά την αναθεώρηση από τη Ζ' Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων), κατά το οποίο κάθε είδους περιορισμοί, που μπορούν να επιβληθούν στα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου, πρέπει να προβλέπονται είτε απ' ευθείας από το σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού, και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. Στην προκείμενη περίπτωση το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης με το βούλευμα 1474/1999 παρέπεμψε τον αναιρεσείοντα στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, προκειμένου να δικαστεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας κ.α., ενώ συγχρόνως διατήρησε την ισχύ του εντάλματος συλλήψεως 39/1999, που είχε εκδώσει ο Ανακριτής του Β' Τμήματος Θεσσαλονίκης, μέχρι την οριστική εκδίκαση της κατηγορίας και διέταξε την προσωρινή κράτησή του, αν συλληφθεί. Με το προσβαλλόμενο βούλευμα 318/2000 απορρίφθηκε, ως απαράδεκτη η έφεση του αναιρεσείοντος εναντίον του πρωτόδικου βουλεύματος, για το λόγο ότι κατά την άσκηση της έφεσης και μέχρι την έκδοση του προσβαλλομένου βουλεύματος, διέφευγε αυτός τη σύλληψη, διατάχθηκε δε η εκτέλεση του πρωτόδικου βουλεύματος. Ο εκκαλών άσκησε την από 17.3.2000 αναίρεσή του κατά του ως άνω βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, αλλά και πάλι δεν προκύπτει ότι αυτός είχε κρατηθεί προσωρινά κατά την άσκηση της αναίρεσης ή μέσα στην προθεσμία της. 'Όμως στην προκειμένη περίπτωση η κατά τα άρθρα 478 παρ. 2 και 482 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ. προϋπόθεση της προηγούμενης κράτησης του εκκαλούντος ή του αναιρεσείοντος, για το παραδεκτό της έφεσης και της αναίρεσής του, δεν είναι ιδιαίτερα επαχθής και δεν αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, συνεπώς η προβλεπόμενη, ως κύρωση, απόρριψη της έφεσης και της αναίρεσης δεν είναι αντίθετη ούτε προς το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, ούτε προς το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος. Πράγματι, η προσωρινή κράτηση διατάσσεται μόνο προκειμένου περί κακουργημάτων, για τα οποία η απειλούμενη ποινή είναι τουλάχιστον πενταετής κάθειρξη, η δε ως άνω προϋπόθεση της εκτέλεσης της προσωρινής κράτησης δεν αποτελεί μέτρο ποινικού κολασμού (απότιση ποινής) αλλ' έχει ως σκοπό προεχόντως την αποτροπή τελέσεως νέων εγκλημάτων και την εξασφάλιση εμφανίσεως του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, προκειμένου αυτός να δικαστεί για κακουργηματική πράξη, επιπλέον δε επιτρέπεται σε κάθε περίπτωση η αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους. 'Αρα η απαίτηση του νόμου να έχει εκτελεσθεί η προσωρινή κράτηση, προκειμένου το ένδικο μέσο να είναι παραδεκτό, δεν είναι αντίθετη στην αρχή της αναλογικότητας, διότι ευλόγως θέτει την ως άνω προϋπόθεση για την ελεύθερη πρόσβαση στο δικαστήριο. Κατά συνέπεια πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση, ως απαράδεκτη και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα, κατά το άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 17 Μαρτίου 2000 αίτηση του .... για αναίρεση του βουλεύματος 318/2000 του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης.Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε δραχμές εβδομήντα χιλιάδες (70.000)
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Ιουνίου 2001 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Ιουλίου 2001.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ