Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1243 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Νόμος επιεικέστερος, Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας, Κλητήριο θέσπισμα, Ακυρότητα σχετική, Ανυποταξία, Ποινής μετατροπή.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για ανυποταξία σε ειρηνική περίοδο. Το κλητήριο θέσπισμα πρέπει να περιέχει και μνεία του άρθρου του ποινικού νόμου που προβλέπει την πράξη. Διαφορετικά υπάρχει σχετική ακυρότητα, η οποία καλύπτεται αν, εκείνος που κλητεύθηκε στη δίκη, εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις στην πρόοδο της δίκης. Ορθή μνεία στο κλητήριο θέσπισμα του άρθρου 51 του Ν.3421/2005. που ρυθμίζει την αντικειμενική υπόσταση του ανωτέρω εγκλήματος (που προβλέπεται και τιμωρείται από το άρθρο 32 ΣΠΚ), έστω και αν ο νόμος αυτός ίσχυσε μετά την τέλεση της πράξεως, γιατί περιέχει ευμενέστερες διατάξεις από τον μέχρι τότε ισχύοντα ν. 1763/1988, όπως οι § 2 και § 3 του αντιστοίχου άρθρου 17 αυτού τροποποιήθηκαν με το άρθρο 13 του ν. 2510/1997. Το δικαστήριο, ως προς τη μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής, εφαρμόζει την υπουργική απόφαση που ίσχυε κατά το χρόνο τελέσεως της πράξης, δεν υποχρεούται, όμως, να μετατρέψει αυτήν με το ελάχιστο όριο του υπολογισμού της μετατροπής, αλλά θα καθορίσει το ποσό αυτής με βάση την οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου. Αιτιολογημένη μετατροπή ποινής προς 10 ευρώ για κάθε ημέρα φυλακίσεως. Απόρριψη αιτήσεως.




Αριθμός 1243/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Μαΐου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σωτήριο Γεράγγελο, περί αναιρέσεως της 538/2009 αποφάσεως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου (Τριμελούς). Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο (Τριμελές), με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23 Μαρτίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 571/2010.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 173 παρ.1, 174 παρ.2, 320 παρ. 2, 321 παρ.1 στοιχ. δ' και 4 ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι το κλητήριο θέσπισμα, με το οποίο κλητεύεται ο κατηγορούμενος στο ακροατήριο, πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων στοιχείων, μνεία του άρθρου του ποινικού νόμου που προβλέπει την αξιόποινη πράξη που του αποδίδεται. Διαφορετικά υπάρχει σχετική ακυρότητα, η οποία καλύπτεται αν, εκείνος που κλητεύθηκε στη δίκη, εμφανιστεί και δεν προβάλλει αντιρρήσεις στην πρόοδο της δίκης. Αν δεν καλυφθεί η ακυρότητα αυτή, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Β' ΚΠοινΔ. Ως άρθρο του ποινικού νόμου νοείται κάθε διάταξη που τυποποιεί το έγκλημα και καθορίζει την απειλούμενη ποινή. Στα άρθρα του ποινικού νόμου, που πρέπει να περιέχονται στο κλητήριο θέσπισμα, δεν περιλαμβάνονται και εκείνα που περιέχουν γενικούς ορισμούς, όπως είναι οι διατάξεις του γενικού μέρους που προβλέπουν τους λόγους μείωσης των ποινών. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 32 περ. α του ν. 2287/1995 "Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας", "όποιος κηρύσσεται ανυπότακτος, σύμφωνα με το νόμο για τη στρατολογία, τιμωρείται σε ειρηνική περίοδο, με φυλάκιση μέχρι δύο ετών". Το άρθρο αυτό αποτελεί "χωλό" ποινικό νόμο, αφού δεν προσδιορίζει τα στοιχεία της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της ανυποταξίας, αλλά παραπέμπει στις ισχύουσες, κάθε φορά, νομικές διατάξεις για τη στρατολογία. Κατά το χρόνο εκδόσεως του νόμου αυτού, την αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω εγκλήματος ρύθμιζαν οι διατάξεις του άρθρου 17§§1, 2 και 3 του ν. 1763/1988, κατά τις οποίες: "1. Ανυπότακτοι κηρύσσονται όσοι, μετά από γενική ή ειδική πρόσκληση για κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεν εμφανίζονται στις ορισμένες ημερομηνίες ή προθεσμίες στις μονάδες κατάταξης. 2. Η ανυποταξία αρχίζει από την επόμενη της τελευταίας ημερομηνίας κατάταξης και διακόπτεται: α) Με τη συμπλήρωση του πεντηκοστού έτους της ηλικίας. β) Με την κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις. 3. Ως κατάταξη για τη διακοπή της ανυποταξίας θεωρείται επίσης: α) Η σύλληψη του ανυπότακτου. β) Η παρουσίαση του ανυπότακτου σε στρατιωτική ή αστυνομική αρχή". Στη συνέχεια, οι παρ.2 και 3 του άνω νόμου αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 13 του ν. 2510/1997 ως εξής: "2. Η ανυποταξία αρχίζει από την επομένη της οριζόμενης ημέρας κατάταξης ή, εφόσον ορίζεται προθεσμία κατάταξης, από την επομένη της τελευταίας ημέρας. Οι περί προθεσμιών διατάξεις του Αστικού Κώδικα δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση. 3. Η ανυποταξία διακόπτεται: α. Με τη συμπλήρωση του πεντηκοστού έτους της ηλικίας του ανυπότακτου. β. Με την κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις. γ. Με τη σύλληψη για την ανυποταξία. δ. Με την παρουσίαση του ανυπότακτου στην αρμόδια στρατιωτική δικαστική αρχή. ε. Με την κρίση του ανυπότακτου, από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή των Ενόπλων Δυνάμεων, ως ακατάλληλου για στράτευση ή με τη χορήγηση αναβολής κατάταξης για λόγους υγείας". Τέλος, εκδόθηκε ο ευμενέστερος ν. 3421/2005, με το άρθρο 51§§1, 2 και 3 του οποίου ορίζεται ότι: "1. Ανυπότακτοι κηρύσσονται όσοι, μετά από γενική ή ειδική πρόσκληση για κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεν κατατάσσονται στις ορισμένες ημερομηνίες ή προθεσμίες στις μονάδες κατάταξης. 2. Η ανυποταξία αρχίζει από την επόμενη της οριζόμενης ημέρας κατάταξης ή, εφόσον ορίζεται προθεσμία κατάταξης, από την επόμενη της τελευταίας ημέρας. Δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση οι περί προθεσμιών διατάξεις του Αστικού Κώδικα. 3. Η ανυποταξία διακόπτεται: α. Με τη συμπλήρωση του τεσσαρακοστού πέμπτου έτους της ηλικίας του ανυπότακτου. β. Με την κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις. γ. Με τη σύλληψη για την ανυποταξία. δ. Με την παρουσίαση του ανυπότακτου σε στρατιωτική δικαστική αρχή ή στο στρατολογικό γραφείο για τη διακοπή της ανυποταξίας του. ε. Με την κρίση του ανυπότακτου, από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή των Ενόπλων Δυνάμεων, ως ακατάλληλου για στράτευση (Ι/5) ή με τη χορήγηση αναβολής κατάταξης για λόγους υγείας". Η ισχύς του τελευταίου νόμου, κατά το άρθρο 90 αυτού, άρχισε, ως προς τις ανωτέρω διατάξεις, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (13.12.2005). Ως περιέχων δε ευμενέστερες διατάξεις από τον προηγούμενο ν. 1763/1988, όπως ίσχυε αυτός μετά τις τροποποιήσεις από τον ν.2510/1997, αφού ρυθμίζει τις προϋποθέσεις διακοπής της ανυποταξίας κατά τρόπο επιεικέστερο, καταλαμβάνει, κατ` άρθρο 2§1 ΠΚ, και τις πράξεις που τελέσθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ` αριθ. 538/2009 του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε για ανυποταξία σε ειρηνική περίοδο, πράξη που τέλεσε με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου, σε ποινή φυλακίσεως 8 μηνών, ανασταλείσα ή, για την περίπτωση άρσεως ή ανακλήσεως της αναστολής, μετατραπείσα σε χρηματική προς 10 ευρώ ημερησίως. Όπως δε προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, αυτός, δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, πριν από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας, προέβαλε την ένσταση ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος, μεταξύ άλλων, γιατί: "Δεν γίνεται σε αυτό μνεία της διάταξης του νόμου που περιγράφει το πιο πάνω αδίκημα, άλλως γίνεται μνεία λανθασμένης διάταξης. Το άρθρο 32 ΣΠΚ αποτελεί "χωλό" ποινικό νόμο, αφού δεν προσδιορίζει τους συστατικούς όρους του εγκλήματος της ανυποταξίας αλλά παραπέμπει προς τούτο σε άλλη πηγή. Το προσβαλλόμενο Κλητήριο Θέσπισμα ως τέτοια πηγή αναφέρει το άρθρο 51 του Ν.3421/05 "περί Στρατολογίας των Ελλήνων", δεχόμενο συνάμα ότι το αδίκημά μου τελέστηκε από 28-5-02 έως την 20-11-05. Όμως ο προαναφερόμενος νόμος 3421/05 ισχύει από 13-12-05 (ΦΕΚ 302/05) και δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναδρομικά (άρθρα 1 και 2
ΙΙΚ).
Συνεπώς, καθόν χρόνο τελέστηκε η ανυποταξία μου, ίσχυε προφανώς άλλος νόμος ο οποίος περιέγραφε το αδίκημα αυτό. Ποιος είναι αυτός ο νόμος; Δεν αναφέρεται στο Κλητήριο Θέσπισμα, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να προετοιμάσω κατάλληλα την υπεράσπισή μου". Όμως, ορθά στο κλητήριο θέσπισμα γίνεται μνεία του άρθρου 51 του Ν.3421/2005, αφού αυτό, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, περιλαμβάνει ευμενέστερες διατάξεις από τους προηγουμένους νόμους, και, επομένως, καταλαμβάνει και την πράξη, για την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, και ορθά το Αναθεωρητικό Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφαση, απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ότι, δηλαδή: "Πράγματι, την 28-5-2002, κατά τη διάρκεια της φερόμενης ως τελεσθείσας από τον κατηγορούμενο πράξης ίσχυε ο Ν. 1763/88. Εν τούτοις, η διάταξη του προϊσχύσαντος είναι πανομοιότυπη με αυτή του ισχύοντος νόμου (Ν.3421/05), δεδομένου ότι ο νέος νόμος δεν άλλαξε κάτι ως προς τις προϋποθέσεις κήρυξης σε ανυποταξία αλλά ρύθμισε διαφορετικά κάποια ειδικότερα θέματα (εισάγοντας για παράδειγμα ευνοϊκές ρυθμίσεις για τους παλιννοστούντες ή τους στρατευσίμους που υπερέβησαν το 35° έτος της ηλικίας). Κατ' ακολουθία, δεν δημιούργησε για το συγκεκριμένο κατηγορούμενο ούτε ευμενέστερη ούτε δυσμενέστερη κατάσταση.
Συνεπώς, με δεδομένο ότι ο κατηγορούμενος, εν πάση περιπτώσει, γνώριζε το αδίκημα για το οποίο παραπέμφθηκε, στο δε κλητήριο θέσπισμα διαλαμβάνονται με σαφήνεια και πληρότητα τα επιμέρους πραγματικά περιστατικά που το θεμελιώνουν αντικειμενικά και υποκειμενικά, επιτυγχάνεται ο σκοπός του να έχει πλήρη γνώση της αποδιδόμενης κατηγορίας, ώστε να είναι σε θέση να προετοιμάσει την υπεράσπιση του, έστω και αν αγνοούσε τον στρατολογικό νόμο που ίσχυε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης του. Με άλλα λόγια η συγκεκριμένη πλημμέλεια δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι τον αποστερεί των οιωνδήποτε υπερασπιστικών του δικαιωμάτων". Κατ` ακολουθίαν, ο, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Δ και Η ΚΠοινΔ, πρώτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Κατά το άρθρο 82 παρ.3 του ΠΚ, το ποσό της μετατροπής της περιοριστικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ποινή ή πρόστιμο (κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του ίδιου άρθρου) καθορίζεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, αφού ληφθεί υπόψη η οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου. Το ποσό της μετατροπής της παραπάνω ποινής καθορίζεται, ως προς το κατώτατο και το ανώτατο όριό του, από την ίδια διάταξη, σύμφωνα δε με την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, μπορεί να αυξομειώνονται τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 ποσά μετατροπής των περιοριστικών της ελευθερίας ποινών. Κατ' εξουσιοδότηση της προμνησθείσας διατάξεως, είχαν εκδοθεί κατά το παρελθόν οι υπ' αριθμ. 134423 α οικ/8-12-1992 και 58554/19-6-2006 κοινές αποφάσεις των ως άνω Υπουργών, με τις οποίες αναπροσαρμόστηκαν, αντίστοιχα, τα ποσά της μετατροπής κάθε ημέρας φυλάκισης σε 1500 έως 20.000 δρχ. (και, κατόπιν της αντικαταστάσεως της δραχμής από το ευρώ, σε 4,40 έως 59,00 ευρώ) και σε 5,00 έως 59,00 ευρώ, αντιστοίχως. Στη συνέχεια, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 50492/2008 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 1112/Β/13-6-2008), με τίτλο "αναπροσαρμογή των ποσών της μετατροπής των περιοριστικών της ελευθερίας ποινών", που άρχισε να ισχύει μετά 15νθήμερο, δηλαδή από τις 28-6-2008, και με την οποία αναπροσαρμόστηκε το ποσό της μετατροπής κάθε ημέρας ποινής φυλάκισης σε δέκα (10,00) έως εξήντα (60.00) ευρώ. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι το δικαστήριο πρέπει μεν να εφαρμόσει, ως προς τη μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής, την υπουργική απόφαση που ίσχυε κατά το χρόνο τελέσεως της πράξης, δεν υποχρεούται, όμως, να μετατρέψει αυτήν με το ελάχιστο όριο του υπολογισμού της μετατροπής, αλλά θα καθορίσει το ποσό αυτής με βάση την οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Αναθεωρητικό Δικαστήριο, αναφορικά με τη μετατροπή, για την περίπτωση ανακλήσεως ή άρσεως της αναστολής, της επιβληθείσας ποινής των οκτώ (8) μηνών στον αναιρεσείοντα, διέλαβε, στην προσβαλλόμενη απόφαση, την εξής αιτιολογία: "Επειδή σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 82 παρ. 1 του ΠΚ, "Η περιοριστική της ελευθερίας ποινή που δεν υπερβαίνει το έτος, μετατρέπεται σε χρηματική ποινή ή πρόστιμο". Επειδή το Δικαστήριο για τον προσδιορισμό του ποσού της μετατροπής λαμβάνει υπόψη του την οικονομική κατάσταση του καταδικασμένου, η οποία είναι μέτρια, πρέπει να καθορίσει το ποσό της μετατροπής σε δέκα ΕΥΡΩ (10 €) για κάθε μία ημέρα φυλακίσεως". Με αυτά που δέχθηκε, το Αναθεωρητικό Δικαστήριο διέλαβε στην απόφασή του, ως προς τη μετατροπή της ποινής που επέβαλε στον αναιρεσείοντα, την απαιτούμενη από την ως άνω διάταξη του άρθρου 82§3 ΠΚ ειδική αιτιολογία, αφού ρητά αναφέρει ότι έλαβε υπόψη του την οικονομική κατάσταση του καταδικασθέντος, χωρίς, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, να είχε υποχρέωση να υπολογίσει κάθε ημέρα φυλακίσεως με το ελάχιστο όριο των 4,40 ευρώ που προβλεπόταν από την κατά το χρόνο τελέσεως της πράξης κ.υ.α. 134423 α ΟΙΚ/8-12-1992, ενώ, από την επισκόπηση της αποφάσεως, δεν προκύπτει ότι προέβη στον υπολογισμό με βάση την δυσμενέστερη κ.υ.α. 50.492/2008, την οποία σε κανένα σημείο δεν μνημονεύει.
Επομένως, ο δεύτερος (τελευταίος), από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ, λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και δη γιατί το Δικαστήριο της ουσίας δεν εφήρμοσε την ευμενέστερη διάταξη του άρθρου 82§3 ΠΚ, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή της με την υπ' αριθ. 50492/2008 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης, και δεν μετέτρεψε την ποινή του προς 5 ευρώ ημερησίως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί, στο σύνολό της, η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23 Μαρτίου 2010 (με αριθ. πρωτ. 2390/2010) αίτηση του Χ, για αναίρεση της υπ' αριθ. 538/2009 αποφάσεως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου (Τριμελούς). ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Ιουνίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Ιουνίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή