Θέμα
Υπέρβαση εξουσίας, Κατηγορούμενος, Εφέσεως ανυποστήρικτο.
Περίληψη:
Εμφάνιση εκκαλούντος ή εκπροσώπηση του από συνήγορο. Αποχώρηση αυτού μετά την έναρξη της συζήτησης. Υποχρέωση του δικαστηρίου να ερευνήσει κατ' ουσία την έφεση και όχι να την απορρίψει ως ανυποστήρικτη. Το ίδιο ισχύει για την ομοιότητα της περίπτωσης κατά μείζονα λόγο και όταν ο εκκαλών κατηγορούμενος ή ο συνήγορος του, εμφανίστηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ' έφεση δίκης, αλλά στη συνέχεια μετά τη λήψη της ταυτότητάς του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος η δίκη αναβλήθηκε αλλά ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε στη νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο. Διαφορετικά η απόφαση του Εφετείου είναι αναιρετέα κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ για υπέρβαση εξουσίας. Αυτεπάγγελτος διορισμός συνηγόρου. Αποχώρηση του κατηγορουμένου μετά το διορισμό και παροχή εξουσιοδοτήσεως στο δικηγόρο που διορίστηκε. Ορθώς τον εκπροσωπεί ο δικηγόρος. Το Πενταμελές Εφετείο, με το να θεωρήσει απόντα τον κατηγορούμενο, υπερέβη, και ως προς το ζήτημα αυτό, την εξουσία του. Αναίρεση και παραπομπή.
ΑΡΙΘΜΟΣ 74/2015
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο-Εισηγητή, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Ιανουαρίου 2015, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Κ. Π. του Ι., κατοίκου ... και 2) Μ. Φ. του Γ., κατοίκου ... και ήδη κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Τρικάλων, που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Μπεκρή, περί αναιρέσεως της 39,145/2014 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιά. Το Πενταμελές Εφετείο Πειραιά, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 8 Μαΐου 2014 αίτησή τους και στους από 17 Δεκεμβρίου 2014 προσθέτους λόγους αυτής, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 487/2014.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 501 παρ. 1 εδ. 1 του ΚΠοινΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 3160/2003, "αν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο εκκαλών δεν εμφανισθεί αυτοπροσώπως ή δια συνηγόρου του, αν συντρέχει η περίπτωση της παραγράφου 2 του άρθρου 340, η έφεση απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη". Ορίζει δε η παράγραφος 2 του άρθρου 340, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3160/2003 και ακολούθως με το άρθρο 13 του Ν. 3346/2005, ότι "σε πταίσματα, πλημμελήματα και (από την 17/6/2005, ημέρα ενάρξεως της ισχύος του ν. 3346/2005) κακουργήματα, επιτρέπεται να εκπροσωπείται ο κατηγορούμενος από συνήγορο, τον οποίο διορίζει με έγγραφη δήλωσή του ... . Στην περίπτωση αυτή ο κατηγορούμενος θεωρείται παρών και ο συνήγορός του ενεργεί όλες τις διαδικαστικές πράξεις γι` αυτόν". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι θεωρείται ότι είναι παρών ο εκκαλών στην περίπτωση, κατά την οποία, προς υποστήριξη της εφέσεώς του, δεν εμφανίσθηκε ενώπιον του Εφετείου αυτοπροσώπως, αλλά δια του συνηγόρου του, τον οποίο ο ίδιος διόρισε με έγγραφη δήλωσή του για να τον εκπροσωπήσει. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 502 παρ. 1 εδ. 1 του ΚΠοινΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 παρ. 1 του ν. 3160/2003, "αν ο εκκαλών εμφανισθεί ο ίδιος ή ο συνήγορός του στην περίπτωση της παραγράφου 2 του άρθρου 340, η συζήτηση αρχίζει και ο εισαγγελέας αναπτύσσει συνοπτικά την έφεση", κατά δε το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 παρ. 2 του ν. 3160/2003, "κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα άρθρα 329-338, 340, 344, 347, 348, 349, 352, 357-363, 366-373". Από τις διατάξεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 344 παρ. 1 εδ. α ορίζει ότι "η αποχώρηση του κατηγορουμένου κατά τη διάρκεια της δίκης δεν κωλύει καθόλου την πρόοδο της διαδικασίας". Εξάλλου, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 501 του ΚΠοινΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 48 παρ. 3 του ν. 3160/2003, "αν μετά την έναρξη της συζήτησης της έφεσης λάβει χώρα διακοπή ή αναβολή αυτής και κατά τη νέα συζήτηση ο εκκαλών κατηγορούμενος, αν και κλητεύθηκε νομίμως, δεν εμφανισθεί όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, δικάζεται σαν να ήταν παρών". Από τις τελευταίες πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι, αν ο εκκαλών -κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του εμφανίστηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ' έφεση δίκης για να υποστηρίξει την έφεσή του και στη συνέχεια αποχώρησε, λογίζεται σαν να ήταν παρών και στο υπόλοιπο μέρος της δίκης, το δε δικαστήριο, δεσμευόμενο από την εμφάνιση του εκκαλούντος - κατηγορουμένου, δεν μπορεί να απορρίψει την έφεσή του ως ανυποστήρικτη, κατά το άρθρο 501 του ΚΠοινΔ, αλλά οφείλει να την ερευνήσει στην ουσία. Το ίδιο ισχύει, για την ομοιότητα της περιπτώσεως, κατά μείζονα λόγο και όταν ο εκκαλών - κατηγορούμενος ή ο συνήγορός του εμφανίσθηκε κατά την έναρξη της διαδικασίας της κατ` έφεση δίκης, αλλά στη συνέχεια, μετά τη λήψη της ταυτότητάς του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, η δίκη αναβλήθηκε και στη νέα μετ` αναβολή δικάσιμο ο κατηγορούμενος δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από συνήγορο. Η άποψη αυτή συνάδει και με τη σκέψη που διατυπώνεται στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου του ΚΠοινΔ, για την αιτιολόγηση της ρυθμίσεως του άρθρου 501 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, σύμφωνα με την οποία εκείνος ο οποίος αδικαιολόγητα δεν εμφανίζεται για να υποστηρίξει την έφεση του παραιτείται σιωπηρά από αυτήν, αναγνωρίζοντας την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, υπό την έννοια ότι δεν είναι νοητό η μετ' αναβολή μη εμφάνιση του εκκαλούντος - κατηγορουμένου, ο οποίος είχε εμφανισθεί και υποστηρίξει την έφεσή του σε προγενέστερη συζήτησή της, να θεωρείται ως σιωπηρή παραίτησή του από την έφεσή του και αναγνώριση της αποφάσεως που προσέβαλε. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή, η αναβολή θεωρείται ότι έγινε μετά την έναρξη της διαδικασίας και της συζήτησης της εφέσεως, οπότε ο κατηγορούμενος λογίζεται σαν να ήταν παρών στη νέα μετ' αναβολή δικάσιμο, και το δικαστήριο, δεσμευόμενο από την αρχική εμφάνιση του εκκαλούντος - κατηγορουμένου, δεν μπορεί να απορρίψει την έφεσή του ως ανυποστήρικτη, αλλά οφείλει να τη δικάσει στην ουσία. Διαφορετικά, η απόφαση του Εφετείου είναι αναιρετέα, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ, για υπέρβαση εξουσίας (ΟλΑΠ 3/2006, 8/2006). Τέλος και για την ταυτότητα του νομικού λόγου, αν στον κατηγορούμενο, πριν από την αποχώρησή του, είχε διορισθεί, κατ` άρθρο 340 παρ. 1 εδ. β του ΚΠοινΔ, από τον πρόεδρο του δικαστηρίου αυτεπαγγέλτως συνήγορος, κατά μείζονα δε λόγο αν ο κατηγορούμενος, πριν αποχωρήσει, έδωσε, καίτοι δεν είχε νομική υποχρέωση, στον αυτεπαγγέλτως διορισθέντα συνήγορό του εξουσιοδότηση να τον εκπροσωπήσει στη δίκη, ο τελευταίος νομίμως τον εκπροσωπεί και η έφεση δικάζεται κατ` ουσίαν και δεν απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη, διαφορετικά το εφετείο υπερβαίνει την εξουσία του.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή, για τον έλεγχο του παραδεκτού και της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, οι αναιρεσείοντες με την 452 - 452α/10-5-2011 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιώς, καταδικάσθηκαν, ο μεν Μ. Φ. για τα εγκλήματα της αρπαγής, προώθησης λαθρομεταναστών κατ' επάγγελμα στην Ελληνική Επικράτεια, αντίστασης, παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας ο δε Κ. Π. για το έγκλημα της αρπαγής και τους επιβλήθηκε στον πρώτο συνολική ποινή καθείρξεως τριάντα έξι (36) ετών και έξι (6) μηνών, καθώς και συνολική χρηματική ποινή εξήντα τριών χιλιάδων πεντακοσίων (63.500) ευρώ, και στον δεύτερο ποινή καθείρξεως δέκα (10) ετών. Κατά της πιο πάνω αποφάσεως άσκησαν, ενώπιον της Γραμματέως του Εφετείου Πειραιώς, τις υπ' αριθμ. εκθ. 162/2011 και 163/2011 εφέσεις, αντιστοίχως. Κατά την εκδίκαση των ως άνω εφέσεων ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς, στις 25-4-2013, με παρόντες τους κατηγορουμένους, το Δικαστήριο, με την 315/2013 απόφασή του, ανέβαλε την εκδίκαση της υποθέσεώς τους, κατά το άρθρο 349 του ΚΠοινΔ, λόγω ανωτέρας βίας που υπήρχε στο πρόσωπο των συνηγόρων τους (καθόσον αυτοί απείχαν από την άσκηση των καθηκόντων τους μετά τη δεύτερη ημέρα διάρκειας της συνεδριάσεως, εφαρμόζοντας την απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων), σε ρητή δικάσιμο, για την 8 Ιανουαρίου 2014, χωρίς κλήτευση των κατηγορουμένων και της παρούσας μάρτυρος Δ. Γ., στους οποίους ανακοινώθηκε η παραπάνω ρητή δικάσιμος. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο και στις 31-1-2014 σε συνέχεια από τη συνεδρίαση της 8-1-2014 (οπότε η συζήτηση, περί ώρα 15.30, είχε διακοπεί λόγω τηρήσεως από τη Γραμματέα της Έδρας του ωραρίου εργασίας της), ο πρώτος κατηγορούμενος - αναιρεσείων, Μ. Φ., δεν εμφανίσθηκε, ενώ εμφανίσθηκε ο δεύτερος από αυτούς Κ. Π.. Εμφανίσθηκε, όμως, ενώπιον του Δικαστηρίου ο Γ. Β., ο οποίος εξετάσθηκε ενόρκως και κατέθεσε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ζητά την αναβολή εκδικάσεως της υποθέσεώς του για λόγους υγείας. Το Δικαστήριο, μετά από πρόταση του εισαγγελέα, απέρριψε το αίτημα της αναβολής και, στη συνέχεια, μετά από όμοια πρόταση του εισαγγελέα, απέρριψε την έφεση του ως άνω κατηγορουμένου ως ανυποστήρικτη. Ο δε δεύτερος κατηγορούμενος Κ. Π. δήλωσε στο Δικαστήριο ότι στερείται συνηγόρου υπερασπίσεως και ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου διόρισε αυτεπαγγέλτως συνήγορο για να τον υπερασπιστεί την παρούσα δικηγόρο Πειραιά Ευδοκία Κώτση, η οποία αποδέχτηκε το διορισμό της, και έθεσε στη διάθεσή της τη δικογραφία για να τη μελετήσει και να προπαρασκευάσει την υπεράσπιση του κατηγορουμένου, αφού προηγουμένως συνεννοηθεί μαζί του, για τον οποίο σκοπό διέκοψε τη συζήτηση της υποθέσεως για μια ώρα. Όταν παρήλθε ο χρόνος αυτός, η ως άνω συνήγορος εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο και δήλωσε ότι ο κατηγορούμενος αποχώρησε από το ακροατήριο, αφού προηγουμένως ζήτησε από αυτήν να τον εκπροσωπήσει βάσει εξουσιοδοτήσεώς του, την οποία προσκόμισε στο Δικαστήριο και η οποία αναγνώσθηκε. Το Δικαστήριο, στη συνέχεια, με το σκεπτικό ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει τη δυνατότητα να εξουσιοδοτήσει την διορισμένη από το Δικαστήριο συνήγορο να τον εκπροσωπήσει, δεν επέτρεψε την εκπροσώπηση του κατηγορουμένου από αυτήν και, ακολούθως, απέρριψε και την έφεση αυτού ως ανυποστήρικτη, κατ` εφαρμογή του άρθρου 501 παρ. 1 του ΚΠοινΔ. Όμως, σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα, κατά τη δικάσιμο της 25-4-2013 η εκδίκαση της υποθέσεως αναβλήθηκε, με παρόντες τους αναιρεσείοντες, οι οποίοι είχαν εμφανισθεί για να υποστηρίξουν τις εφέσεις τους και είχε αρχίσει πλέον η διαδικασία και η συζήτηση αυτών, εφόσον το δικαστήριο είχε φθάσει τουλάχιστον στην εκφώνηση του καταλόγου των μαρτύρων. Άρα, το Πενταμελές Εφετείο, με το να απορρίψει, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, τις εφέσεις των αναιρεσειόντων, ως ανυποστήρικτες, υπερέβη, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, την εξουσία του, αφού όφειλε, κατά την νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο, να θεωρήσει αυτούς παρόντες και να δικάσει την υπόθεση κατ' ουσίαν. Ακόμη, υπερέβη την εξουσία του, κατά τα προεκτεθέντα, και με το να θεωρήσει απόντα τον δεύτερο αναιρεσείοντα Κ. Π., κατά την μετά την αναβολή συζήτηση της υποθέσεως, αφού αυτός εμφανίσθηκε κατά την εκφώνηση αυτής και αποχώρησε στη συνέχεια, μετά τον αυτεπάγγελτο διορισμό συνηγόρου, επί πλέον δε νομίμως εκπροσωπήθηκε από την προαναφερόμενη συνήγορο, την οποία εξουσιοδότησε σχετικώς. Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ, πρώτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αυτά, είναι βάσιμος και πρέπει, κατά παραδοχή του, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠοινΔ), παρέλκει δε, μετά ταύτα, η έρευνα των λοιπών λόγων αναιρέσεως, καθώς και αυτών του δικογράφου των παραδεκτώς ασκηθέντων (ενόψει του ότι η ένδικη αίτηση αναιρέσεως περιέχει παραδεκτό λόγο αναιρέσεως) προσθέτων λόγων, που κατατέθηκαν εμπρόθεσμα (την 18.12.2014) και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρο 509 παρ. 2 του ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΙΡΕΙ την 39 και 145/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς. Και ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Ιανουαρίου 2015.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ