Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ψευδορκία.
Περίληψη:
Αιτιολογία. Δεν προκύπτει ότι ελήφθη υπόψη η απολογία του κατηγορουμένου. Ψευδορκία. Ασαφής και αντιφατική αιτιολογία του άμεσου δόλου.
Αριθμός 57/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού-Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 1 Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1)Χ1 και 2)Χ2, που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ευστάθιο Παναγιωτακόπουλο, για αναίρεση της 5512/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με πολιτικώς ενάγοντα τον ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεμιστοκλή Μήρτσο.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 30 Μαρτίου 2009 και 26 Μαρτίου 2009, αιτήσεις τους αναιρέσεως, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 730/2009.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξουσίους των διαδίκων που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνουν δεκτές οι προκείμενες αιτήσεις αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες 2801/31-3-2001 και 2800/31-3-2009 δηλώσεις αναιρέσεως των Χ1 και Χ2, αντίστοιχα, στρεφόμενες κατά της 55/2/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης, το οποίο δίκασε κατ' έφεση, και καταδίκασε τον καθένα από τους αναιρεσείοντες σε φυλάκιση έξι (6) μηνών για ψευδορκία μάρτυρα, αφού συνεκδικασθούν για πρόδηλη μεταξύ τους συνάφεια, να γίνουν τυπικά δεκτές. Έλλειψη αιτιολογίας η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. δ' ΚΠΔ προβλεπόμενο λόγο αναίρεσης υφίσταται και εκ της ελλιπούς αναφοράς των αποδεικτικών μέσων που έλαβε υπόψη του. Το δικαστήριο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης, όπως, όταν δεν αναφέρεται καθόλου μεταξύ αυτών και η απολογία του κατηγορουμένου, με αποτέλεσμα να μη καθίσταται βέβαιο ότι το δικαστήριο την έλαβε υπόψη του. Στην προκειμένη περίπτωση η απολογία του πρώτου των αναιρεσειόντων των Χ1 δεν περιλαμβάνεται στα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έλαβε υπόψη του το δικάσαν δικαστήριο για τον σχηματισμό της καταδικαστικής γι' αυτόν κρίση του, ούτε από το αιτιολογικό της απόφασης προκύπτει ότι αυτή συνεκτιμήθηκε μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων. Επομένως είναι βάσιμος ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. δ' ΚΠΔ λόγος της αναιρέσεως του πρώτου των αναιρεσειόντων. Για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα απαιτείται άμεσος δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση, ότι τα ενόρκως κατατεθέντα ήσαν ψευδή. Η ύπαρξη τέτοιου δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικά στην καταδικαστική απόφαση, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη γνώση αυτή, διαφορετικά η απόφαση στερείται της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Στην προκείμενη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία, δέχθηκε τα ακόλουθα: "Ο νυν πολιτικώς ενάγων εργαζόταν από το έτος 1983 στην εταιρία με την επωνυμία " ΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙ0ΜΗΧΑΝΟΕΜΠ0ΡΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ", έχοντας επαγγελματική άδεια οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου, ως οδηγός παρόμοιων αυτοκινήτων στις αποθήκες της και εν συνεχεία από το έτος 2000, στην εταιρία με την επωνυμία " ΚΑΡΦΟΥΡ-ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΕ", στο γραφείο κινήσεως της τελευταίας, που βρίσκεται στις αποθήκες ..., συνέχισε να εργάζεται εκεί και ως οδηγός, δεδομένου ότι με συμφωνία με την εργοδότρια του, οδηγούσε και το αυτοκίνητο μεταφοράς προσωπικού από τη ...στο τόπο εργασίας και το αντίθετο. Ο εν λόγω (πολιτικώς ενάγων) άσκησε κατά της εργοδότριάς του "ΚΑΡΦΟΥΡ-ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΕ", ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, την υπ' αριθμ. εκθ. κατ. 13104/2001 αγωγή, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλλει για το χρονικό διάστημα από 1-4-1997 μέχρι τις 31-3-2001 για υπερεργασία και υπερωρίες, το συνολικό ποσό των 15.747.540 δραχμών. Ενόψει τη συζήτηση της πιο πάνω αγωγής, η πρώτη κατηγορουμένη, προσήλθε ενώπιον του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ορέστη Βαβατσιούλα, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του νυν εγκαλούντος προ 24 ωρών και βεβαίωσε ένορκα αν και γνώριζε ότι δεν ήταν αλήθεια, συντάχθηκε δε προς τούτο η υπ' αριθμ ... βεβαίωση, ότι ο πολιτικώς ενάγων μετέφερε μεν το προσωπικό της εταιρίας, αλλά αυτό οφειλόταν στη διάθεση του να εξυπηρετήσει τους συναδέλφους του. Ισχυρίσθηκε η κατηγορουμένη ότι στην κατάθεση της αυτή ανέφερε ότι είχε περιέλθει σε γνώση της από τα έγγραφα που είχε στη διάθεση της λόγω της θέσεώς της ως υπεύθυνη λογιστηρίου από το έτος 1999 και επέκεινα, δεδομένου ότι η εταιρία δεν είχε συμβατική υποχρέωση μεταφοράς προσωπικού και δεν διαπίστωσε την ύπαρξη κάποιας τέτοιας γραπτής συμφωνίας. Όπως όμως χαρακτηριστικά και με κατηγορηματικότητα κατέθεσε ο μάρτυρας ..., προϊστάμενος του πολιτικώς ενάγοντος κατ' εκείνο το χρονικό διάστημα, ο ίδιος ανέθεσε στον τελευταίο την εκτέλεση των δρομολογίων αυτών μεταφοράς του προσωπικού κατ' εντολή της διεύθυνσης της εταιρίας και εν γνώσει της τελευταίας. Γνώριζε λοιπόν η πρώτη κατηγορουμένη την αναλήθεια αυτού που κατέθετε δεδομένου, ότι καθημερινά παρατηρούσε τους συναδέλφους της να μεταφέρονται με το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πολιτικώς ενάγων και συνεπώς μπορούσε να αντιληφθεί ότι αυτό δεν οφειλόταν στη διάθεση του να εξυπηρετήσει τους συναδέλφους του, αλλά στην εκτέλεση υπηρεσίας που του είχε ανατεθεί από την εργοδότριά του. Περαιτέρω, τόσο η πρώτη κατηγορουμένη στην προαναφερόμενη ένορκη βεβαίωση, όσο και ο δεύτερος κατηγορούμενος, ο οποίος εξετάσθηκε ενόρκως ως μάρτυρας, κατά την εκδίκαση της πιο πάνω αγωγής, εξεταζόμενοι στο ακροατήριο, κατέθεσαν ότι ο πολιτικώς ενάγων ουδέποτε παραπονέθηκε για υπερωρίες, αν και γνώριζαν ότι αυτό ήταν ψευδές, δεδομένου ότι όπως κατέθεσαν οι συνάδελφοι του πολιτικώς ενάγοντος και κυρίως ο τότε Προϊστάμενος του, διαρκώς ο τελευταίος διαμαρτυρόταν για τη μη καταβολή σ' αυτόν των υπερωριών, γεγονός εξάλλου που δέχθηκε και το Εφετείο Θεσσαλονίκης, στην υπ' αριθμ. 309/2004 απόφασή του, που εξέδωσε δικάζοντας κατ' έφεση την πιο πάνω αγωγή του πολιτικώς ενάγοντος, όπου και απέρριψε τον ισχυρισμό της εργοδότριας ότι ο ενάγων άσκησε το δικαίωμα του καταχρηστικά, διότι δέχθηκε ότι παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την εναγομένη-εργοδότρια, ο ενάγων ουδέποτε έπαψε να διαμαρτύρεται ως προς την καταβολή των προς αυτόν οφειλομένων αποδοχών. Επομένως, μετά τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι για το προαναφερόμενο τμήμα της κατάθεσης τους και ειδικότερα η μεν πρώτη κατηγορουμένη για το ότι κατέθεσε εν γνώσει της αναλήθειας ότι " ο εγκαλών κατά τη μετάβαση του στο χώρο εργασίας, μετέφερε με αυτοκίνητο το προσωπικό της εταιρίας και τούτο οφειλόταν στη διάθεση του ανωτέρω να εξυπηρετήσει τους συναδέλφους του" και οι δύο κατηγορούμενοι για το ότι κατέθεσαν εν γνώσει της αναλήθειας ότι "ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε ο εγκαλών για την υπερωριακή του απασχόληση" καθόσον αποδείχθηκε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρξε άμεσος δόλος των κατηγορουμένων, ο οποίος περιλαμβάνει την γνώση αυτών ότι τα κατατιθέμενα είναι ψευδή σύμφωνα με τα προαναφερόμενα". Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς την αιτιολόγηση του απαιτούμενου άμεσου δόλου, η αιτιολογία είναι ασαφής και αντιφατική, δεδομένου ότι ως προς το υποκειμενικό στοιχείο αναφέρει στο τέλος του αιτιολογικού ότι αποδείχθηκε ο άμεσος δόλος της δεύτερης κατηγορουμένης, ενώ παραπάνω δέχεται ότι η εν λόγω κατηγορουμένη γνώριζε την αναλήθεια των κατατεθέντων "δεδομένου ότι η καθημερινά παρατηρούσε τους συναδέλφους της να μεταφέρονται με το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πολιτικώς ενάγων και συνεπώς μπορούσε να αντιληφθεί ότι αυτό δεν οφειλόταν στη διάθεση του να εξυπηρετήσει τους συναδέλφους του, αλλά στην εκτέλεση υπηρεσίας που του είχε ανατεθεί από την εργοδότριά του". Όμως οι αντιφατικές αυτές παραδοχές, δηλαδή ότι η κατηγορουμένη γνώριζε και από την άλλη πλευρά, ότι μπορούσε να αντιληφθεί, καθιστούν την αιτιολογία του δόλου ελλιπή, δεδομένου ότι λόγω των αντιφάσεων αυτών δεν είναι δυνατός ο αναιρετικός έλεγχος. Επομένως ο σχετικός από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. δ' λόγος της αναιρέσεως της δεύτερης των αναιρεσειόντων Χ2 είναι βάσιμος. Κατ' ακολουθίαν των προεκτεθέντων, πρέπει οι κρινόμενες δηλώσεις αναιρέσεως των αναιρεσειόντων να γίνουν δεκτές ως ουσία βάσιμες, ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων των αναιρέσεων, αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 5512/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση στο ίδιο δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Ιανουαρίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ